Αριθμός 573/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου εκκρεμούν :α) η από 23-2-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…/2019 έφεση της ενάγουσας και β) η από 22-2-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/…/2019 έφεση του εναγομένου κατά της με αριθμό 5330/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με την παρουσία των διαδίκων. Αυτές παραδεκτά φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου τους στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, στις 25-2-2019 η πρώτη εξ αυτών και στις 22-2-2019 η δεύτερη, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από την επίδοση αντιγράφου της εκκαλουμένης απόφασης στον εναγόμενο στις 25-1-2019 (βλ. τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο πρωτοδικείο Αθηνών, ………… επι του προσκομιζόμενου επιδοθέντος αντιγράφου της \ εκκαλουμένης). Επιπλέον, για το παραδεκτό τους, προκαταβλήθηκε από τους εκκαλούντες, κατά την κατάθεσή τους, το οριζόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, ως ισχύει, παράβολο των 100 ευρώ, (βλ. τα με αριθμούς ………../2019 και …………/2019 «ηλεκτρονικά παράβολα, που επισυνάπτονται αντιστοίχως στις εν λόγω εφέσεις). Πρέπει, επομένως, αυτές να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν, περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες, λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ).
II.Με την από 20-12-2015 (αρ. κατάθ. …………/2015) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα -εφεσίβλητη εξέθετε, ότι ο εναγόμενος τέλεσε σε βάρος της τα ακόλουθα αδικήματα: α) της αρπαγής ανηλίκου και συγκεκριμένα των δύο ανήλικων τέκνων τους, καθ’ο χρόνο αυτή ασκούσε αποκλειστικά την επιμέλεια των προσώπων τους δυνάμει οριστικής δικαστικής απόφασης, για την οποία αυτός καταδικάστηκε αμετάκλητα δυνάμει της με αριθμό 4736/2015 απόφασης του Α΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά, σε συνολική ποινή φυλάκισης 18 μηνών και υποχρεώθηκε να της καταβάλει χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, που υπέστη το ποσό των 44 ευρώ, β) της ψευδορκίας μάρτυρα, που τέλεσε στις 6-8-2010 εξεταζόμενος ενόρκως ενώπιον αστυνομικού του Α.Τ Δραπετσώνας ως προς το περιεχόμενο της από 8-2- 2010 έγκλησης που είχε υποβάλει σε βάρος της για παραβίαση της από 3-12- 2009 προσωρινής διαταγής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που ρύθμιζε προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του με τις ανήλικες κόρες τους, για την οποία αυτός καταδικάστηκε αμετάκλητα δυνάμει της με αριθμό 1522/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιά, σε ποινή φυλάκισης ενός έτους και υποχρεώθηκε να της καταβάλει χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, που υπέστη το ποσό των 44 ευρώ, και γ) ψευδούς καταμήνυσης, ψευδορκίας μάρτυρα και συκοφαντικής δυσφήμησης, που τέλεσε με την υποβολή σε βάρος της της από 12-4-2010 μήνυσης του ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιά για τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα και συκοφαντική δυσφήμηση, για τις οποίες αυτή απηλλάγη αμετάκλητα με την με αριθμό 1377/20915 απόφαση του Β Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά, και ότι από την ως άνω συμπεριφορά του υπέστη ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης. Ζητούσε δε, μετά από παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της ενάγουσας, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 30.000 ευρώ και επιπλέον να αναγνωριστεί ότι οφείλει να της καταβάλει και το ποσό των 45.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Επί της ανωτέρω αγωγής το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση του, με την οποία αυτή έγινε εν μέρει δέκτη ως ουσιαστικά βάσιμη και ο εναγόμενος υποχρεώθηκε να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 2.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι εξοφλήσεως. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται αμφότεροι οι διάδικοι με τις υπό κρίση αντίθετες εφέσεις τους, επικαλούμενοι εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε, κατά μεν την έφεση της ενάγουσας να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η αγωγή της και κατά την έφεση του εναγομένου να απορριφθεί αυτή καθ’ολοκληρίαν.
III Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 250 του ΚΠολΔ, εάν υπάρχει εκκρεμής ποινική αγωγή, που επηρεάζει τη διάγνωση της διαφοράς, το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν από αίτηση κάποιου διαδίκου, εκδίδοντας μη οριστική απόφαση, να διατάξει την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης, μέχρι να περατωθεί αμετακλήτως η ποινική διαδικασία, για λόγους οι οποίοι αφορούν στην εναρμόνιση της δικαστικής κρίσης και στην ορθή εκτίμηση της διαφοράς, που εκκρεμεί στο δικαστήριο (βλ. ΑΠ 1366/2011 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕφΘεσ 1107/2006 Αρμ 2006 1072, ΕφΑΘ 9234/2000 ΕΕμπΔ 2001 516). Σημειωτέον ότι η εν λόγω διάταξη (άρθρο 250 του ΚΠολΔ) περί αναβολής της συζήτησης εφαρμόζεται και στη δίκη στο εφετείο (βλ. ΕφΛαρ 40/2003 ΝοΒ 2004 1218).
IV.Στην προκειμένη περίπτωση, από τα προσκομιζόμενα έγγραφα προκύπτει ότι η με αριθμ. 4736/2015 απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά, με την οποία ο εναγόμενος καταδικάστηκε κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή σε συνολική ποινή φυλακίσεως 18 μηνών για την πράξη της αρπαγής ανηλίκων ακυρώθηκε με το με αριθμό 194/2019 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά, και η υπόθεση παραπέμφθηκε για επανάληψη της συζήτησης στο ως άνω Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο στις 17-2-2020. Συνεπώς, καθόσον από τα προαναφερόμενα καθίσταται προφανές, ότι η εκκρεμής αυτή ποινική δίκη επηρεάζει ουσιωδώς τη διάγνωση της υπό κρίση διαφοράς, δεδομένου ότι η επίδικη προσβολή προσωπικότητας της ενάγουσας στηρίζεται, μεταξύ άλλων, και στην επικαλούμενη διάπραξη εκ μέρους του εναγόμενου του ως άνω αδικήματος, πρέπει, σύμφωνα με τις προκτεθείσες σκέψεις, να αναβληθεί η έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της ουσίας της υπό κρίση υπόθεσης, κατ’ άρθρο 250 του ΚΠολΔ, μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η ανωτέρω ποινική διαδικασία, σε βάρος του εναγομένου, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Επιπλέον, σημειώνεται ότι δεν προσκομίζεται καθαρογραμμένη η με αριθμό 189/2018 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιά, με την οποία ο εναγόμενος απηλλάγη κατά πλειοψηφία για το αδίκημα της ψευδούς καταμήνυσης κατά συρροή, ψευδορκίας μάρτυρα και συκοφαντικής δυσφήμησης κατά συρροή σε βάρος των : …………. (ήτοι των ενόρκως βεβαιωσάντων, που ο εναγόμενος είχε εγκαλέσει για τα αδικήματα της ψευδορκίας και συκοφαντικής δυσφήμησης, και την ενάγουσα ως ηθικό αυτουργό τους, η οποία όπως αναφέρθηκε απηλλάγη της κατηγορίας με αμετάκλητη δικαστική απόφαση).
Τέλος, δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται διότι η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει με την παρουσία των διαδίκων τις εφέσεις με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: α) ………/2019 και β) ………/2019 κατά της με αριθμό 5330/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Δέχεται τυπικά τις εφέσεις.
Αναβάλλει την έκδοση της οριστικής αποφάσεως επί της ουσίας της υπόθεσης μέχρι αμετακλήτου περατώσεως της αναφερόμενης στο σκεπτικό ποινικής δίκης.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 16 Σεπτεμβρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ