Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 579/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ  ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

Αριθμός  απόφασης :

579/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Ε.Τ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η  από 2-11-2018 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………../2018, έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας, κατά της με αρ. 4320/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική   διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα,  δεδομένου ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στις 8.10.2018 (βλ. επισημείωση του δικ. επιμελητή .. …. στο αντίγραφο της απόφασης) η δε κρινόμενη έφεση ασκήθηκε στις  5.11.2018 στη  Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ), ενώ, επίσης, έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα το νόμιμο παράβολο κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (βλ. το με αρ. ………….  e παράβολο ποσού 100 €). Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν   στην  από  21.12.2011 και  με αρ. κατ. ………/2011  αγωγή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση,  ότι έχουν καταστεί  συγκύριοι κατά ποσοστό  1/5  εξ  αδιαιρέτου  ο καθένας,  του  λεπτομερώς  στην αγωγή περιγραφόμενου οικοπέδου, κειμένου στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Τροιζήνας, εντός ορίων του οικισμού Τροιζήνας, με παράγωγο τρόπο λόγω εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής της αποβιώσασας το έτος 2005 μητέρας τους, την κληρονομιά της οποίας αποδέχθηκαν, δυνάμει των με αρ. …. και …./14.10.2010 συμβολαιογραφικών πράξεων αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Καλαυρίας ………..,  που μεταγράφηκαν νόμιμα. Ότι στην κληρονομούμενη μητέρα τους είχε περιέλθει αρχικά τμήμα του ως άνω οικοπέδου λόγω κληρονομικής διαδοχής  του   αποβιώσαντος  το  έτος   1938  πατέρα  της  …………,  χωρίς να  έχει καταρτιστεί συμβολαιογραφικό έγγραφο αποδοχής κληρονομιάς, καθώς η  διαδοχή είχε λάβει χώρα πριν από την εισαγωγή του ΑΚ το 1941, και στη συνέχεια το υπόλοιπο λόγω άτυπης προίκας, συσταθείσας στο πρόσωπο αυτής (μητέρας τους) κατά την τέλεση του γάμου της το έτος 1943 από τους λοιπούς συγκληρονόμους του ………….., έκτοτε δε κατείχε και νεμόταν αυτό αδιάκοπα έως το θάνατό της το έτος 2005. Ότι η εναγόμενη αδελφή τους, αμφισβήτησε το  δικαίωμά τους επί του ακινήτου αυτού, αξίας 35.760,00 €, θεωρώντας εσφαλμένα ότι ανήκε στην  κληρονομία του πατέρα τους περιλαμβάνοντας αυτό στην υπ’αριθμ. …………/2009 πράξη αποδοχής της κληρονομιάς αυτού, που συνέταξε ενώπιον  της συμβολαιογράφου Καλαυρίας ……………., που μεταγράφηκε νόμιμα. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, ζήτησαν  να αναγνωριστεί η  συγκυριότητά τους επί του ανωτέρω οικοπέδου και να επιβληθούν σε βάρος της εναγόμενης τα δικαστικά τους έξοδα. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, που έκανε αυτή δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και κατά της απόφασης αυτής βάλλει η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή κι ερμηνεία του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων. Η  εκκαλούσα – εναγόμενη με τις προτάσεις της στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και με την  παρούσα έφεσή της  αρνήθηκε την αγωγή αιτιολογημένα, ισχυριζόμενη ότι το επίδικο ακίνητο ουδέποτε ανήκε στην μητέρα των διαδίκων, αλλά στον πατέρα αυτών …….. κι  έχει αποκτήσει αυτό  η ίδια λόγω εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής, αποδεχόμενη νομότυπα την κληρονομία του ανωτέρω και με πρωτότυπο τρόπο (Συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, αφού δεν επικαλείται κοινό δικαιοπάροχο και αναφέρει περιστατικά προγενέστερα της αγωγής βλ. ΑΠ 66/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Παπαδόπουλος Αγωγές Εμπραγμάτου Δικαίου 1989.257).

Από τις διατάξεις των άρθ. 335, 338, 339, 340 και 346 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικαστήριο της ουσίας για να σχηματίσει την κρίση του σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης υποχρεούται να λάβει υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι προς απόδειξη ή ανταπόδειξη αυτών, μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις, η παράβαση δε της υποχρέωσης αυτής ιδρύει τον προβλεπόμενο από το άρθ. 559 αριθ. 11 περ. γ’ ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης, για την στοιχειοθέτηση του οποίου αρκεί και μόνη η ύπαρξη αμφιβολιών ως προς την λήψη υπόψη συγκεκριμένου αποδεικτικού μέσου. Για τη ίδρυση όμως του αναιρετικού αυτού λόγου, δεν αρκεί η προσκομιδή του αποδεικτικού μέσου, αλλά πρέπει να γίνεται και νόμιμη επίκληση αυτού στο Εφετείο (ΑΠ 1468/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η επίκληση αποδεικτικού μέσου μπορεί να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζήτησης, μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε και με αναφορά σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζόμενων προτάσεων προηγούμενης συζήτησης, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση αυτoύ, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 ΚΠολΔ (ΑΠ 1651/2012). Ειδικότερα, οι ένορκες βεβαιώσεις που προβλέπονται κατ΄άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως ίσχυσε πριν την αντικ. από το ν. 4335/2015 και ήδη  άρθρο  421 επ. ΚΠολΔ υπό το νόμο αυτό, αποτελούν  ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο και γι’ αυτό πρέπει να γίνεται ρητή μνεία αυτών στην απόφαση. Η επίκληση  αυτής πρέπει να είναι ειδική, έτσι ώστε να προκύπτει από αυτή ο αριθμός της, αυτός ενώπιον του οποίου δόθηκε (Ειρηνοδίκης ή Συμβολαιογράφος) και να καθορίζεται ότι έλαβε χώρα νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου ή ότι αυτός παραστάθηκε, οπότε, στην τελευταία περίπτωση η  ακυρότητα από την έλλειψη κλήτευσης θεραπεύεται. Αν στις προτάσεις της συζήτησης μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση ή στις πρωτόδικες, των οποίων γίνεται επίκληση κατά το άρθρο 240 ΚΠολΔ, δεν μνημονεύεται η ένορκη βεβαίωση με τα προαναφερόμενα στοιχεία, ορθά δεν λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο της ουσίας,  ώστε ο λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος (ΑΠ 204/2017, ΑΠ  887 / 2015,    ΑΠ 1498/2011, ΑΠ 17/2011, ΑΠ 1731/2010, ΑΠ 1533/2008, ΑΠ 96/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση οι ενάγοντες – εφεσίβλητοι προσκομίζουν 4 ένορκες βεβαιώσεις που συντάχθηκαν για την παρούσα δίκη (προσκομίσθηκαν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) τις οποίες όμως δεν επικαλούνται με τις έγγραφες προτάσεις τους στο παρόν Δικαστήριο, χωρίς να αρκεί η γενική παραπομπή στις προτάσεις του πρώτου βαθμού.   Η εκκαλούσα – εναγόμενη επίσης προσκομίζει 3 ένορκες βεβαιώσεις, που είχε προσκομίσει και στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο,  τις οποίες  όμως δεν επικαλείται ειδικώς στις έγγραφες προτάσεις της στο παρόν Δικαστήριο, ως προς όλα τα στοιχεία τους,  καθώς ενώ αναφέρει το συμβολαιογράφο και  ημέρα λήψης τους  δεν προσδιορίζει τον αριθμό αυτών. Συνεπώς οι άνω ένορκες βεβαιώσεις δεν θα ληφθούν υπόψη ούτε ως τεκμήρια.

Από  τα  έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε ως δικαστικά τεκμήρια,  μεταξύ των οποίων οι υπ΄αρ. …../2011 ένορκες  βεβαιώσεις που ελήφθησαν  ενώπιον του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ………….., σε προγενέστερες δίκες μεταξύ των ιδίων διαδίκων,   που επικαλείται και προσκομίζει η εναγομένη και συνεκτιμώνται για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 227/2008)  τις  φωτογραφίες,  η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 παρ. 1 περ. γ, 448 παρ. 2, 449 παρ. 2, 453 παρ. 1, 457 παρ. 4 και 458 ΚΠολΔ),  χωρίς όμως κατά τα λοιπά να  ληφθούν υπόψη οι  ένορκες βεβαιώσεις, που συντάχθηκαν τους διαδίκους για την παρούσα δίκη, όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη,  αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Το επίδικο ακίνητο βρίσκεται στο Δήμο  Τροιζήνας, εντός ορίων του οικισμού Τροιζήνας, έχει εμβαδό  476,81 τ.μ., και συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία …………., νότια με ιδιοκτησία Δήμου Τροιζήνας, ανατολικά εν μέρει με ιδιοκτησία ………. και εν μέρει με ιδιοκτησία κληρονόμων ………. και δυτικά με ιδιοκτησία της εναγομένης,  όπως εμφαίνεται αυτό υπό στοιχεία Α5-Α6-Α7-Α8-Α28-Α29-Α30-Α31-Α32-Α3-Α4-Α5 στο από Σεπτέμβριο 2010 τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου – τοπογράφου μηχανικού ……… Το ακίνητο  αυτό – οικοπεδικό τμήμα,  βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα  ευρύτερου ακινήτου   εμβαδού 1.181,45  τ.μ., όπως αυτό εικονίζεται στο  τοπογραφικό διάγραμμα του ιδίου αγρονόμου τοπογράφου, υπό στοιχεία Α5-Α6-Α7-Α8-Α28- Α9-Α10-Α11-Α12-Α13-Α14-Α15- Α17 –Α18 – Α19 –Α20 –Α21 –Α2 -Α32-Α3-Α4-Α5, και στο από Νοέμβριο του 2007 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού …………., το οποίο ως ενιαίο ακίνητο βρισκόταν υπό τη νομή του πατέρα των διαδίκων …………..,   ο οποίος απεβίωσε στις   18.1.1972. Στο δυτικό  τμήμα του ακινήτου του ο ανωτέρω ανήγειρε πέτρινη οικία, στο μέσο περίπου  αποθήκη και σταύλο,  ενώ στο ανατολικό μέρος (όπου και το επίδικο) υπήρχε πέτρινο αλώνι, το δε ακίνητο ήταν χωρισμένο σε δύο τμήματα, ενόψει του ότι ο ………… ήταν κτηνοτρόφος, καθώς στο δυτικό τμήμα έμενε ο ίδιος με την οικογένειά του, στο δε ανατολικό είχε τα ζώα του.  Το δυτικό τμήμα του άνω ακινήτου, εμβαδού περίπου  500 τμ. ο ανωτέρω αγόρασε   από την  …………,  αρχικά ως ιδανικό μερίδιο,  ποσοστό  ½ εξ αδιαιρέτου  από το ακίνητό της περίπου 1 στρέμματος (με το με αρ. ……../21.4.1953 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ……….., που μεταγράφηκε νόμιμα) και με άτυπη διανομή  κατόπιν με τους λοιπούς συνιδιοκτήτες  αυτού.   Οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι το ανατολικό τμήμα του ευρύτερου ακινήτου των 1.181,45  τ.μ.  πέραν της αποθήκης (το οποίο ταυτίζουν με το επίδικο ακίνητο) ανήκε στη μητέρα των διαδίκων, ……….,   ιδανικό μερίδιο  του οποίου, περιήλθε σ΄αυτήν από κληρονομία του πατέρα της ………., και ιδανικό μερίδιο από άτυπη προίκα μεταξύ των λοιπών συγκληρονόμων, που έλαβε χώρα  το έτος 1943, κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου της.   Ο ισχυρισμός τους αυτός δεν επιβεβαιώνεται από το υπάρχον αποδεικτικό υλικό της υπόθεσης. Ειδικότερα, οι ενάγοντες ισχυρίζονται  ότι το  επίδικο αλώνι ανήκε  στον απώτερο δικαιοπάροχο  της μητέρας τους …….., στον οποίο είχε περιέλθει  με το με αρ. ……../17.04.1899 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου ………, που είχε μεταγραφεί νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας, στον τόμο ….. και με αριθμό ….., όπου περιγράφεται ακίνητο «ένα αγρό εκ στρεμμάτων τριών μετά του εν΄αυτώ λιθόστρωτου Αλωνίου κειμένου εις θέσιν «αλώνια» συνορευόμενου με ανατολικώς με αγρό ……………, δυτικώς με δρόμο αρκτικώς με δρόμο και μεσημβρινώς με αγρόν ……..».  Ο ……….., απεβίωσε άτεκνος και η περιουσία του διανεμήθηκε μεταξύ  των αδελφών του, και μεταξύ αυτών εγκαταστάθηκε ως κληρονόμος στο επίδικο αλώνι, όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες,  ο πατέρας της μητέρας των διαδίκων  ………, και στη συνέχεια, η μητέρα των διαδίκων ……., κατά ένα μέρος εξ αδιαιρέτου,  ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος αυτού και κατά το υπόλοιπο  ποσοστό από άτυπη προίκα μεταξύ των συγκληρονόμων της. Όμως εκτός από το αρχικό τίτλο του ………. (το προαναφερόμενο συμβόλαιο), μακρινού συγγενή της μητέρας των διαδίκων (όχι σε ευθεία γραμμή),που προσκομίζεται με νόμιμη επίκληση από τους ενάγοντες,  δεν προκύπτει ο τρόπος που  κατέληξε, κατά τους ισχυρισμούς τους,  να περιέλθει το επίδικο ακίνητο στην μητέρα των διαδίκων (συγκεκριμένα κατά ποιό ποσοστό) και ιδίως δεν καθορίζεται, ούτε  υπάρχει αποδεικτικό στοιχείο, για το  πώς έλαβε χώρα η άτυπη διανομή μεταξύ των συγκληρονόμων του …… . (δηλαδή για ποιά περιουσιακά στοιχεία του έγινε ανταλλαγή και μεταξύ ποιών συγκληρονόμων του).  Σημειώνεται ότι οι ενάγοντες,  ενώ τοποθετούν την ολοκλήρωση   της άτυπης αυτής προίκας το έτος 1943, κατά το χρόνο  του γάμου του γονέων των διαδίκων, επικαλούνται ότι η διανομή της περιουσίας μεταξύ της μητέρας τους και των αδελφών της διευθετήθηκε τελικώς με  ιδιωτικά συμφωνητικά που καταρτίσθηκαν το έτος 1961-1962  (μνημονεύονται στο με αρ. ……./10.1.2005 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου ……. μεταξύ του ……….. αδελφού της μητέρας των διαδίκων και θυγατέρας του ………..), τα οποία όμως δεν προσκομίζονται. Από την άλλη μεριά η εναγόμενη, αρνούμενη ότι το επίδικο ακίνητο ανήκε στην μητέρα των διαδίκων,  ισχυρίζεται ότι απέκτησε αυτό (με το ευρύτερο ανατολικό τμήμα του ακινήτου) ατύπως ο πατέρας των διαδίκων το έτος 1951 από τους ……….. (αδελφό της μητέρας των διαδίκων) …….. και άγνωστο άτομο, που μετανάστευσε στην Αμερική. Η εναγόμενη δεν  καθορίζει αν ο  πατέρας των διαδίκων είχε δώσει κάποιο τίμημα, τα ποσοστά που κατείχε έκαστος των κτητόρων αυτού και τα πλήρη στοιχεία αυτών όμως,  όπως εκτέθηκε, η απάντησή της αυτή  συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, ώστε να μην απαιτείται ο ισχυρισμός της να έχει τα πλήρη στοιχεία ένστασης ιδίας κυριότητας  (ΚΠολΔ 262, ΑΚ 1095 επ.).  Εξάλλου στο με αρ. ……./21.4.1953 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ……., με το οποίο,  όπως εκτέθηκε, ο πατέρας των διαδίκων   …….. αγόρασε το δυτικό τμήμα του ακινήτου, αναφέρεται ως γειτονική  προς ανατολάς ιδιοκτησία, η ιδιοκτησία αυτού του ιδίου, που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι   το ανατολικό τμήμα ανήκε ήδη στον ίδιο  έχοντας περιέλθει σ΄αυτόν άμεσα και όχι μέσω της συζύγου του (και μάλιστα τελικώς το 1961).  Ο τελευταίος  απεβίωσε στις 18.01.72 στην Τροιζήνα, του Δήμου Τροιζήνας και με  την  υπ’αριθμ. ……../13.11.71   δημόσια   διαθήκη του,   που   συντάχθηκε   ενώπιον του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ………….. και δημοσιεύθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με το υπ’αριθμ. 344/04.10.72 πρακτικό δημοσίευσης του, όρισε τον τρόπο διανομής της περιουσίας του. Ειδικότερα στην εναγόμενη κατέλιπε  επί λέξει μεταξύ άλλων : «τον σταύλο μου και αποθήκη μου εν Τροιζήνι, παραπλεύρως της οικίας, αρχόμενου του οικοπέδου από την αποθήκη και, κάτω ανατολικώς. Επίσης να έχει το δικαίωμα να εισέρχεται εκ της κυρίας εισόδου της οικίας», στον πρώτο ενάγοντα την ψιλή κυριότητα της οικίας του με  το οικόπεδο μέχρι την αποθήκη και  στη σύζυγό του  ……. μητέρα των διαδίκων, την εφ’ όρου ζωής επικαρπία της οικίας του.  Οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι  στη διαθήκη αυτή δεν περιλαμβάνεται το επίδικο ανατολικό τμήμα, αφού δεν γίνεται αναφορά για το αλώνι και  η ορθή ανάγνωση του χωρίου «αρχομένου του οικοπέδου από την αποθήκη και κάτω ανατολικώς» είναι «από την αποθήκη και δίπλα ανατολικώς», το δε «κάτω» τέθηκε μόνο  για την κατηφορική κλίση του  οικοπέδου.   Όμως η φράση «αρχομένου του οικοπέδου» σημαίνει ότι στην εναγόμενη κατελήφθη και οικοπεδικό τμήμα πέραν του σταύλου, καθώς αν το τμήμα της  περιοριζόταν μόνο στα δύο κτίσματα σε επαφή,   αποθήκη (δυτικότερα) και το σταύλο (ανατολικότερα, από τα όρια του οποίου αρχίζει το επίδικο εδαφικό τμήμα, βλ. τα προαναφερόμενα  τοπογραφικά διαγράμματα και ιδίως το από Νοέμβριο του 2007 τοπογραφικό διάγραμμα του ………….) και μία μικρή λωρίδα βορείως αυτών, δεν θα χρειαζόταν η φράση αυτή «αρχομένου του οικοπέδου…». Σημειώνεται  ακόμα ότι η κλίση του οικοπέδου είναι προς ανατολάς και όχι προς  νότον (δηλαδή από την αποθήκη έως το νότιο όριο του σταύλου), οπότε αντί για ανατολικώς θα ετίθετο το επίρρημα «νοτίως», που θα σήμαινε ότι στην εναγόμενη θα καταλιπόταν μόνο μία εδαφική λωρίδα από το βορρά έως το νότο, στα όρια του σταύλου.   Συνεπώς η φράση στη διαθήκη  «αρχομένου του οικοπέδου από την αποθήκη και κάτω ανατολικώς» ερμηνεύεται  (κατά τις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ) ότι περιλαμβάνει ολόκληρο το ανατολικό τμήμα του οικοπέδου. Ενισχυτικό αυτών είναι  και το περιεχόμενο της  αποδοχής κληρονομίας που προέβη η μητέρα των διαδίκων ως προς την  κληρονομία του συζύγου της ……. σε σχέση με το επίδικο οικόπεδο.  Στην με αρ.  …../24.10.1972 αποδοχή κληρονομίας που συντάχθηκε ενώπιον  του συμβολαιογράφου  Καλαυρίας ……., που μεταγράφηκε νόμιμα, η προαναφερόμενη αποδέχθηκε την κληρονομία  του συζύγου και ως προς τα εξής ακίνητο: «την επικαρπίαν μίας ισογείου οικίας μετά της αυλής της περιοχής και των λοιπών παραρτημάτων και προσαυξημάτων της, κειμένης εντός του χωρίου Τροιζήνος, οριζομένης γύρωθεν με ιδιοκτησίας ……….., ……… και δρόμον».  Τα  όρια του περιγραφόμενου  στην αποδοχή κληρονομίας ακινήτου  ταυτίζονται με τα όρια   ολόκληρου του ευρύτερου ακινήτου  των 1.181,45  τ.μ., (σημερινά όρια : δημοτική οδός, ιδιοκτησία Δήμου Τροιζήνας, τέως  ……… και ………., τέως ………. και εν μέρει …………), περιλαμβανομένου του επιδίκου, παρά το ότι από τη διαθήκη δεν φαίνεται καταρχάς ότι καταλείπεται στην ……… και η  επικαρπία του    σταύλου -αποθήκης ανατολικού τμήματος, με ψιλή μόνο κυρία την εναγόμενη. ¨Όμως από την αποδοχή αυτή κληρονομίας προκύπτει σαφώς  ότι το επίδικο εδαφικό τμήμα  δεν ανήκε στην μητέρα των διαδίκων, καθώς σε διαφορετική  περίπτωση δεν θα ετίθετο  ως ανατολικό όριο  η  ιδιοκτησία ………., αλλά είτε η  ιδιοκτησία η δική της, δηλαδή το επίδικο εδαφικό τμήμα (αν θεωρείτο ότι περιλαμβανόταν  στην επικαρπία και το τμήμα που υποστηρίζουν οι ενάγοντες ότι ανήκει στην εναγόμενη), είτε αυτή της εναγόμενης.  Αν το επίδικο εδαφικό τμήμα ανήκε στην μητέρα των διαδίκων, όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες, έπεται ότι η τελευταία  δεν θα περιλάμβανε και αυτό  στο εδαφικό τμήμα της  οικίας του συζύγου της,  που είχε δικαίωμα  επικαρπίας, με βάση τη διαθήκη αυτού. Εξάλλου μετά το θάνατο του ………. ολόκληρο το ενιαίο ακίνητο κατείχε η μητέρα των διαδίκων, ως οιονεί νομέας-επικαρπώτρια, περίπου του ημίσεως αυτού (486,22 τμ.η ψιλή κυριότητα του οποίου  ανήκε στον πρώτο ενάγοντα) και αντιπρόσωπος της νομέας της εναγόμενης θυγατέρας της,  ως προς το λοιπό εδαφικό τμήμα των 673,91 τμ., η οποία κατά το χρόνο θανάτου του πατέρα της ήταν 11 ετών. Στο ανατολικό τμήμα διατηρείτο το κοπάδι, έως το έτος 1980,  οπότε αυτό μετακινήθηκε εκτός οικισμού. Η εναγόμενη  το έτος 1986 νυμφεύθηκε και κατοίκησε με τον σύζυγό στην αποθήκη μετατρέποντας αυτή σε οικία, έως το έτος 1989, έκτοτε δε μίσθωνε την αποθήκη αυτή.  Η μητέρα των διαδίκων παρέμεινε στην αρχική πέτρινη οικία, η οποία επισκευάσθηκε –  ανοικοδομήθηκε  το έτος 1977 (στο δυτικό τμήμα ψιλής κυριότητας του πρώτου ενάγοντος)  με οικοδομική άδεια που εκδόθηκε επ΄ονόματί της (17.2.1977), στην οποία αποτυπώθηκε  ως ιδιοκτησία της ολόκληρο το ενιαίο ακίνητο. Ο  βόθρος της οικίας έγινε το έτος 1991 στο ανατολικό τμήμα, στην δε οικοδομική άδεια αποτυπώθηκε πάλι ολόκληρο το ακίνητο ως ιδιοκτησία της …………. Οι ανωτέρω ενέργειες δεν σημαίνουν όμως  ότι η τελευταία είχε την  κυριότητα ολόκληρου του ακινήτου ή  ακόμα (με την κατασκευή του βόθρου) αντιποιήθηκε τη νομή της εναγόμενης ως προς το ανατολικό μέρος,  αλλά εντάσσονται προφανώς στην οιονεί νομή επικαρπίας που φαίνεται ότι εξασκούσε η μητέρα των διαδίκων σ΄ολόκληρο το ενιαίο ακίνητο, σε συνέπεια με  την αποδοχή κληρονομίας του συζύγου της (που φαινόταν επικαρπώτρια του όλου ακινήτου) ενώ αδιαμφισβήτητα  η οικία στο δυτικό τμήμα ήταν ψιλής κυριότητας του πρώτου ενάγοντος υιού της, η δε αποθήκη – σταύλος κυριότητας  της εναγόμενης. Αποδεικνύεται επομένως ότι το επίδικο εδαφικό τμήμα περιλαμβανόταν στην περιουσία του πατέρα των διαδίκων, ο οποίος με την προαναφερόμενη διαθήκη του κατέλιπε αυτό  στην εναγόμενη.  Η εναγόμενη εξάλλου, αποδέχθηκε την κληρονομία του πατέρα της και ως προς το ανωτέρω ακίνητο με την με αρ. υπ’αριθμ. ……/12.10.09 πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Καλαυρίας …………., που μεταγράφηκε νόμιμα, χωρίς να ασκεί επιρροή ότι αναγράφηκε ως τρόπος κτήσης αυτού μόνο  το με αρ. ………../21.4.1953 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Καλαυρίας …………… Είναι ακόμα άξιο μνείας  ακόμα ότι σε προγενέστερες δίκες μεταξύ των ιδίων διαδίκων, αναφορικά με τη βορεινή είσοδο  και τμήματος της αποθήκης,   ο πρώτος ενάγων ανέγραφε ότι ολόκληρο το ανατολικό τμήμα ανήκε στην εναγόμενη, συνομολογώντας την κυριότητα αυτής (βλ. την από 29.4.2010 και με αρ. καταθ. ………/2010 αγωγή στο Ειρηνοδικείο Καλαυρίας επί της οποίας εκδοθηκε κατ΄έφεση η με αρ. 4880/2013 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και την από 11.11.2011 και με αρ. καταθ. ………../2011 έφεση του ιδίου κατά της με αρ. 30/2011 απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλαυρίας). Κατόπιν αυτών αφού δεν αποδείχθηκε το ιστορικό της αγωγής των εναγόντων,  η αγωγή αυτών έπρεπε να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκανε δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη έσφαλε.  Συνακόλουθα θα πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως ουσιαστικά βάσιμη,  να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, να διακρατηθεί η αγωγή από το παρόν Δικαστήριο και να απορριφθεί αυτή. Σε βάρος των εναγόντων πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εναγόμενης κατά το παρεπόμενο αίτημά της, μειωμένα όμως ενόψει της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν. Τέλος θα πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης, που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας, στην εκκαλούσα που κατέθεσε αυτό (άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και στην ουσία της την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση, με αρ. 4320/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τακτικής διαδικασίας.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει  την από 21.12.2011 και  με αρ. κατ. …………../2011  αγωγή

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγόντων, μέρος των δικαστικών εξόδων της εναγόμενης, των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των  οχτακοσίων  (800)  €.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης των εκατό (100) €, που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας  στην εκκαλούσα.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στον Πειραιά, στις 21-09-2020, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ