Περίληψη
Συνεκδίκαση έφεσης και πρόσθετων λόγων αυτής. Δύο συναφείς διεκδικητικές αγωγές στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Ήττα της ενάγουσας-εναγόμενης και έφεση αυτής. Οι προσκομιζόμενες από τους διαδίκους γνωμοδοτήσεις προσώπων με ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης καθώς και οι γνωμοδοτήσεις των διορισθέντων από τους διαδίκους τεχνικών συμβούλων, εκτιμώνται ελεύθερα από το Δικαστήριο (άρθρα 390 και 392 ΚΠολΔ). Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής.
Αριθμός 580/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, α) η από 26.2.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………./26.2.2019) έφεση της ………. κατά της υπ’ αριθ. 108/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και β) οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης, που άσκησε η εκκαλούσα αυτή με το από 17.9.2019 ιδιαίτερο δικόγραφο, οι οποίοι πρέπει να συνεκδικασθούν υποχρεωτικά με την ως άνω έφεση λόγω του παρακολουθηματικού χαρακτήρα τους (άρθρο 520 παρ. 2 ΚΠολΔ, βλ. Ν. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, έκδ. 2016, παρ. 112, αρ. 82, σελ. 804)
ΙΙ. Η υπό κρίση έφεση της ηττηθείσας ενάγουσας-εναγόμενης ………… κατά της υπ’ αριθ. 108/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε την από 19.1.2009 αγωγή της κατά των τεσσάρων πρώτων εφεσίβλητων, ενώ δέχθηκε την εναντίον της από 27.1.2009 αγωγή του ήδη πέμπτου των εφεσίβλητων, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, αφού η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε σ’ αυτήν, με επιμέλεια των αντιδίκων της, την 4.2.2019 (βλ. την υπ’ αριθ. ………./4.2.2019 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, …………), ενώ το εφετήριο κατατέθηκε την 26.2.2019, δηλαδή εντός της απαιτούμενης κατά νόμο προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών, (άρθρα 495, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Η ως άνω έφεση παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011), ενώ, όπως προκύπτει από την σχετική από 26.2.2019 βεβαίωση της Γραμματέως του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα το νόμιμο παράβολο των 100 ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ (όπως η διάταξη αυτή ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 35 παρ. 2 Ν. 4446/2016). Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επίσης, οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης, που άσκησε η ως άνω εκκαλούσα με το από 17.9.2019 ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στην γραμματεία του παρόντος δικαστηρίου την 25.9.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………../2019) και έχει κοινοποιηθεί στους εφεσίβλητους τριάντα ημέρες πριν από την συζήτηση της έφεσης, κατ’ άρθρο 520 παρ. 2 ΚΠολΔ (βλ. τις υπ’ αριθ. ……..΄/26.9.2019 και ………΄/7.10.2019 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………..), πρέπει να συνεκδικασθούν με την ως άνω έφεση κατά τα προεκτεθέντα στην αμέσως προηγούμενη παράγραφο. Σημειώνεται, ότι τυγχάνουν εφαρμογής οι νέες διατάξεις του Ν. 4335/2015 κατά το μέρος που τροποποίησαν τις διατάξεις του τρίτου βιβλίου του ΚΠολΔ (άρθρα 495-590 ΚΠολΔ), οι οποίες αφορούν και τα ένδικα μέσα, δεδομένου ότι, κατά την μεταβατική διάταξη του άρθρου ένατου παρ. 2 του ως άνω νόμου, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται για τα ένδικα μέσα τα κατατιθέμενα από την 1.1.2016 και εφεξής, όπως συμβαίνει, στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη έφεση και τους πρόσθετους λόγους της.
ΙΙΙ. Με την από 27.1.2009 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………../28.1.2009) αγωγή του ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) ο ενάγων ……. (ήδη πέμπτος των εφεσίβλητων) ισχυρίσθηκε ότι είναι κύριος του αναλυτικώς περιγραφόμενου σ’ αυτήν (αγωγή) αγροτεμαχίου, κείμενου στη θέση «……..» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κυθήρων Αττικής, εκτός του εγκεκριμένου σχεδίου του ως άνω Δήμου, έκτασης 2.670 τμ., το οποίο απέκτησε με παράγωγο τρόπο και συγκεκριμένα, λόγω γονικής παροχής, από την προηγούμενη αληθή κυρία αυτού μητέρα του, …………, με το υπ’ αριθ. ………./8.7.2008 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών, …………, που μεταγράφηκε νομίμως. Ότι αυτός (ενάγων) κατέστη κύριος του ανωτέρω ακινήτου και με τακτική χρησικτησία, αφού κατείχε αυτό, με καλή πίστη και διάνοια κυρίου και με τον προαναφερόμενο τίτλο, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της δεκαετίας, με προσμέτρηση του χρόνου νομής των αναφερόμενων δικαιοπαρόχων του, άλλως με έκτακτη χρησικτησία, αφού νεμόταν αυτό, δηλαδή το κατείχε με διάνοια κυρίου, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας, με προσμέτρηση του χρόνου νομής των αναφερόμενων δικαιοπαρόχων του, ασκώντας επ’ αυτού όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση του διακατοχικές πράξεις, που αναφέρονται στην αγωγή του. Ότι η εναγόμενη …………… …………… (ήδη εκκαλούσα) την 30.10.2008 και στο τέλος Δεκεμβρίου 2008, ενεργώντας παράνομα και αυθαίρετα, αφενός κατέλαβε όλο το ανωτέρω ακίνητο, περιφράσσοντας τούτο με συρματόπλεγμα κατά μήκος της δυτικής και νότιας πλευράς του και αφετέρου κατέστρεψε την ξερολιθιά που το διαχώριζε από την νότια αυτού κείμενη ιδιοκτησία της ίδιας και έτσι το ενσωμάτωσε στο όμορο αγροτεμάχιο της, αποβάλλοντας αυτόν (ενάγοντα) παράνομα από τη νομή του επί του εν λόγω ακινήτου, την οποία αρνείται να του αποδώσει παρά τις συνεχείς διαμαρτυρίες του τελευταίου. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων ζήτησε να αναγνωρισθεί κύριος του επίδικου ακινήτου (αξίας 30.000 ευρώ) και να υποχρεωθεί η εναγομένη να του το αποδώσει αυτό, καθώς και να υποχρεωθεί η τελευταία σε επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, με την εκ μέρους της απομάκρυνση του παρανόμως τοποθετηθέντος συρματοπλέγματος και την αποκατάσταση των ορίων μεταξύ των ακινήτων τους, άλλως να επιτραπεί τούτο στον ίδιο με δαπάνες της εναγομένης. Εξάλλου, η ενάγουσα …………… …………… (ήδη εκκαλούσα) με την από 19.1.2009 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …../29.1.2009) αγωγή της ενώπιον του ιδίου πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, όπως αυτή παραδεκτώς, με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της καταχωρηθείσα στα πρακτικά συνεδρίασης του ως άνω δικαστηρίου, διορθώθηκε (άρθρο 224 ΚΠολΔ) και περιορίσθηκε ως προς το αίτημά της περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό (άρθρα 223, 295 και 297 ΚΠολΔ), ισχυρίσθηκε ότι κατέστη κυρία του αναλυτικώς περιγραφόμενου σ’ αυτήν (αγωγή) αγροτεμαχίου, άρτιου και οικοδομήσιμου, κείμενου στη θέση «…………» της περιοχής πάνω Σταυρός της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κυθήρων Αττικής, έκτασης 5.214,68 τμ., το οποίο απέκτησε με παράγωγο τρόπο και συγκεκριμένα με αγορά από την προηγούμενη αληθή κυρία αυτού, …………… ……., δυνάµει του υπ’ αριθ. ……/20.9.1988 αγοραπωλητήριου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κυθήρων, …………, που μεταγράφηκε νομίμως. Ότι, επικουρικά, αυτή (ενάγουσα) κατέστη κυρία του ανωτέρω ακινήτου με τακτική χρησικτησία, αφού κατείχε αυτό, με καλή πίστη και διάνοια κυρίου και με τον προαναφερόμενο τίτλο, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της δεκαετίας, με προσμέτρηση του χρόνου νομής των αναφερόμενων δικαιοπαρόχων της, άλλως με έκτακτη χρησικτησία, αφού νεμόταν αυτό, δηλαδή το κατείχε με διάνοια κυρίου, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας, με προσμέτρηση του χρόνου νομής των αναφερόμενων δικαιοπαρόχων της, ασκώντας επ’ αυτού όλες τις αναφερόμενες στην αγωγή διακατοχικές πράξεις. Ότι η πρώτη και δεύτερος των εναγομένων, . …………… και ……….. (ήδη πρώτη και δεύτερος των εφεσίβλητων), περί τον μήνα Μάιο του έτους 2007, συμπεριέλαβαν στην όμορη ιδιοκτησία τους τμήμα του ανωτέρω ακινήτου της, εμβαδού 377 τμ., κείμενο στη βόρεια-βορειοδυτική πλευρά αυτού, όπως αυτό αποτυπώνεται στο συνημμένο στην αγωγή τοπογραφικό διάγραμμα, το οποίο, στη συνέχεια, πώλησαν (ως τμήμα της μεγαλύτερης έκτασης των 4.137 τμ) στους τρίτο και τέταρτη των εναγομένων, …….. και ………. (ήδη τρίτο και τέταρτη των εφεσίβλητων), δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../14.5.2007 αγοραπωλητήριου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς, …………., που μεταγράφηκε νομίμως. Ότι, ακολούθως, οι τρίτος και τέταρτη των εναγομένων, αγοραστές της επίδικης έκτασης, κατασκεύασαν πέτρινη τοιχοποιία προς περίφραξη του αγορασθέντος από αυτούς ακινήτου, συμπεριλαμβάνοντας το επίδικο τμήμα, αποβάλλοντας έτσι αυτήν από τη νομή του, καταστρέφοντας το μεγαλύτερο μέρος της παλαιάς ξερολιθιάς, που αποτελούσε το όριο των δύο όμορων ιδιοκτησιών και αποκλείοντας αυτήν (ενάγουσα) από την πρόσβασή της στην παλαιά αγροτική οδό, που υφίστατο κατά μήκος του κοινού των ακινήτων ορίου, με την τοποθέτηση θύρας επ’ αυτής, ενώ έκτοτε αρνούνται να της αποδώσουν τη νομή της επί του ανωτέρω επίδικου τμήματος. Ότι, επιπλέον, οι πρώτη και δεύτερος των εναγομένων, με την προαναφερόμενη παράνομη και υπαίτια καθώς και αντίθετη στα χρηστά ήθη συμπεριφορά τους σε βάρος της, προκάλεσαν σ’ αυτήν (ενάγουσα) ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται, ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 15.000 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζήτησε να αναγνωρισθεί, έναντι όλων των εναγομένων, κυρία του επίδικου τμήματος του ακινήτου της, επιφάνειας 377 τμ (αξίας 11.310 ευρώ) και να υποχρεωθούν οι τρίτος και τέταρτη των εναγομένων να της το αποδώσουν, καθώς και να αναγνωρισθεί ότι έκαστος από τους πρώτη και δεύτερο των εναγομένων της οφείλουν το ανωτέρω ποσό των 15.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού δίκασε χωριστά τις αγωγές αυτές, αρχικά εξέδωσε α) επί της πρώτης ως άνω αγωγής, την υπ’ αριθ. 4060/2011 μη οριστική απόφασή του, με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη για τα αναφερόμενα σ’ αυτήν (απόφαση) ζητήματα που αφορούν το επίδικο ακίνητο των 2.670 τμ, από τον διορισθέντα πραγματογνώμονα …………., αγρονόμο-τοπογράφο μηχανικό και β) επί της δεύτερης ως άνω αγωγής, την υπ’ αριθ. 4059/2011 μη οριστική απόφασή του, με την οποία ομοίως διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη για τα αναφερόμενα σ’ αυτήν (απόφαση) ζητήματα που αφορούν το επίδικο τμήμα ακινήτου των 377 τμ, από τον διορισθέντα πραγματογνώμονα …………., αγρονόμο-τοπογράφο μηχανικό. Μετά την σύνταξη των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης από τους ως άνω διορισθέντες πραγματογνώμονες, οι δύο αγωγές επαναφέρθηκαν, με σχετικές κλήσεις, στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την υπ’ αριθ. 3287/2015 απόφασή του, αφού συνεκδίκασε, λόγω συνάφειας, τις αγωγές αυτές, ανέβαλε πάλι την έκδοση της οριστικής απόφασής του και, ενόψει των αντίθετων συμπερασμάτων των δύο εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης, διέταξε για δεύτερη φορά την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί κοινή πραγματογνωμοσύνη για τα αναφερόμενα σ’ αυτήν (απόφαση) ζητήματα που αφορούν και τα δύο επίδικα ακίνητα από τον διορισθέντα πραγματογνώμονα ………….., αγρονόμο-τοπογράφο μηχανικό. Ακολούθως, μετά τη διενέργεια της ως άνω διαταχθείσης κοινής πραγματογνωμοσύνης, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε τις αγωγές αυτές αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, εξέδωσε την υπ’ αριθ. 108/2019 οριστική απόφασή του, με την οποία α) δέχθηκε, ως ουσιαστικά βάσιμη, την από 27.1.2009 αγωγή του ……. και, αφού αναγνώρισε την κυριότητα αυτού στο επίδικο αγροτεμάχιο, έκτασης 2.670 τμ, υποχρέωσε την εναγόμενη …………… …………… να του το αποδώσει και διέταξε την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση όπως ειδικότερα ορίσθηκε σ’ αυτήν (απόφαση) και β) απέρριψε, ως ουσιαστικά αβάσιμη, την από 19.1.2009 αγωγή της ………., κατ’ αποδοχή του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων ότι το επίδικο τμήμα των 377 τμ περιλαμβανόταν στους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων τους. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η ενάγουσα-εναγόμενη…………… τόσο με την υπό κρίση έφεσή της για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, όσο και με τους ασκηθέντες με ιδιαίτερο δικόγραφο πρόσθετους λόγους αυτής, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε αφενός να γίνει δεκτή η ως άνω αγωγή της και αφετέρου να απορριφθεί η εναντίον της αγωγή του αντιδίκου της, …….. (ήδη πέμπτου των εφεσίβλητων).
ΙV. Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ………, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με επιμέλεια των διαδίκων, οι οποίες (καταθέσεις) περιέχονται στα ταυτάριθμα με τις υπ’ αριθ. 4059/2011 και 4060/2011 μη οριστικές αποφάσεις του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, από την προσκομιζόμενη με επίκληση από τον ενάγοντα-πέμπτο εφεσίβλητο …….., υπ’ αριθ. ……./15.9.2010 ένορκη βεβαίωση της ……… ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών, η οποία έχει ληφθεί κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου του (βλ. την υπ’ αριθ. …..΄/8.9.2010 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, …….), από την από Ιανουαρίου 2018 (με αριθμό πράξης κατάθεσης ……./30.1.2018) έκθεση πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος με την υπ’ αριθ. 3287/2015 απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, πραγματογνώμονα ………, αγρονόμου-τοπογράφου μηχανικού, από την με αριθμό πράξης κατάθεσης ……./9.5.2012 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος με την υπ’ αριθ. 4060/2011 απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, πραγματογνώμονα …….., αγρονόμου-τοπογράφου μηχανικού, από την με αριθμό πράξης κατάθεσης …./18.4.2013 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος με την υπ’ αριθ. 4059/2011 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, πραγματογνώμονα ……….., αγρονόμου-τοπογράφου μηχανικού, καθώς και από όλα τα έγγραφα, που επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως οι διάδικοι είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (σημειώνεται ότι η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι απλώς ενδεικτική), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται α) τα προσκομιζόμενα τοπογραφικά διαγράμματα και οι φωτογραφίες των επίδικων ακινήτων, β) η προσκομιζόμενη από την εκκαλούσα, από 10.9.2010 τεχνική έκθεση του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού ………., η προσκομιζόμενη από τον πέμπτο εφεσίβλητο, από 21.9.2010 τεχνική έκθεση φωτοερμηνείας αεροφωτογραφιών του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού ………….., και η προσκομιζόμενη από τους λοιπούς εφεσίβλητους, από 27.8.2010 τεχνική έκθεση του τοπογράφου μηχανικού ………….., οι οποίες (εκθέσεις), ως εξώδικες γνωμοδοτήσεις κατ’ άρθρο 390 ΚΠολΔ, εκτιμώνται ελεύθερα (ΑΠ 445/2019, ΑΠ 812/2018 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), γ) η προσκομιζόμενη από την εκκαλούσα από 10.10.2014 τεχνική έκθεση του νομίμως διορισμένου τεχνικού συμβούλου της, …………, τοπογράφου μηχανικού και η προσκομιζόμενη από τους τρίτο και τέταρτη των εφεσίβλητων από 30.10.2014 τεχνική έκθεση του νομίμως διορισμένου τεχνικού συμβούλου τους, …………., τοπογράφου μηχανικού, οι οποίες (εκθέσεις), ως γνωμοδοτήσεις τεχνικών συμβούλων κατ’ άρθρο 392 ΚΠολΔ, εκτιμώνται ομοίως ελεύθερα (ΑΠ 1099/2019, ΑΠ 1148/2019), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Το πρώτο επίδικο ακίνητο (με βάση την από 27.1.2009 αγωγή του …….) είναι ένα αγροτεμάχιο (χέρσο), που βρίσκεται στη θέση «……….» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κυθήρων Αττικής, εκτός του εγκεκριμένου σχεδίου του ως άνω Δήμου, έκτασης 2.670 τμ. Με το (προσκομιζόμενο) υπ’ αριθ. ……../8.7.2008 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ….., που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων (στον τόμο .. με αύξοντα αριθμό ……..), ο ενάγων της ως άνω πρώτης αγωγής, ….. . (ήδη πέμπτος των εφεσίβλητων), απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα, λόγω γονικής παροχής από τη μητέρα του, …………, τα ανωτέρω αγροτεμάχιο έκτασης 2.670 τμ, που εμφαίνεται στο από Μαΐου 1988 σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ……… με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Α και συνορεύει, σύμφωνα με το ανωτέρω σχεδιάγραμμα, ΒΟΡΕΙΩΣ επί πλευράς Λ-Κ μήκους 21,73 μέτρων, Κ-Ι μήκους 16,26 μ. και Ι-Θ μήκους 18,26 μ. με μονοπάτι και πέραν αυτού με βουνό, ΝΟΤΙΩΣ επί πλευράς Α-Β μήκους 25,62 μ. και Β-Γ μήκους 22,36 μ. με ιδιοκτησίες ……. και ………, ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ επί πλευράς Θ-Η μήκους 31,27 μ., Η-Ζ μήκους 12,47 μ., Ζ-Ε μήκους 16,98 μ., Ε-Δ μήκους 7,08 μ. και Δ-Γ μήκους 3,31 μ. με ιδιοκτησία …………… . και ΔΥΤΙΚΑ επί πλευράς Λ-Μ μήκους 7,95 μ, Μ-Ν μήκους 9,01 μ., Ν-Ξ μήκους 10,53 μ., Ξ-Ο μήκους 11,70 μ. και Ο-Α μήκους 10,05 μ. με ιδιοκτησία …………… ., ενώ εντός του αγροτεμαχίου αυτού υπάρχει παλαιό, ερειπωμένο, πέτρινο κτίσμα. Το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει στην προαναφερθείσα δικαιοπάροχο του ενάγοντος (μητέρα αυτού) με κληρονομική εκ διαθήκης διαδοχή του αποβιώσαντος την 30.1.1974 πατέρα της, …………, ο οποίος, κατά τον χρόνο θανάτου του, κατέλειπε την από 7.8.1973 ιδιόγραφη διαθήκη του, που δημοσιεύθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατά τη δικάσιμο της 19.9.1974, συνταχθέντος του υπ’ αριθ. ……/1974 πρακτικού δημοσίευσης και κηρύχθηκε κυρία με την υπ’ αριθ. 654/1974 απόφαση του ιδίου ως άνω δικαστηρίου. Ειδικότερα, η ως άνω δικαιοπάροχος του ενάγοντος, η οποία αποδέχθηκε την επαχθείσα σε αυτήν εκ διαθήκης κληρονομία με την (προσκομιζόμενη) υπ’ αριθ. ……./11.2.1975 πράξη αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων (στον τόμο … µε αύξοντα αριθμό ….), απέκτησε την ψιλή κυριότητα των περιγραφόμενων στην ως άνω πράξη ακινήτων που βρίσκονται στη θέση «…» Κυθήρων, και συγκεκριμένα απέκτησε την ψιλή κυριότητα, μεταξύ άλλων, και «…4) ενός ελαιοφύτου κτήματος, κειμένου εις θέσιν «….» Κυθήρων, εκτάσεως ενός (1) στρέμματος, μετά επτά (7) ελαιοδέντρων, συνορευοµένου µε κτήµατα ………… Επίσης, δύο (2) μικρών χέρσων, κειμένων εις την ιδίαν θέσιν «…..» Κυθήρων, ων το εν συνορεύει µε βουνόν, το δ’ έτερον φέρει την ονοµασίαν “……….”» (όπως κατά λέξη αναφέρεται στην πράξη αποδοχής κληρονομίας), ενώ η επικαρπία των ανωτέρω ακινήτων παρέμεινε στη μητέρα της (γιαγιά του ενάγοντος), …………… (.) χήρα …………… .. η οποία αποδέχθηκε την επαχθείσα σ’ αυτήν κληρονομία µε την ίδια ως άνω συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομίας. Ακολούθως, μετά τον επισυµβάντα την 15.11.1978 θάνατο της πραναφερθείσας επικαρπώτριας, η δικαιοπάροχος του ενάγοντος (και μητέρα του) κατέστη πλήρης κυρία των εν λόγω κληρονομιαίων ακινήτων, τα οποία είχαν περιέλθει στον ως άνω κληρονομούμενο από κληρονομία της αποβιώσασας το έτος 1945 μητέρας του, ………… και αποτελούσαν την προίκα αυτής. Συγκεκριμένα, στην (προσκομιζόμενη) εν λόγω διαθήκη του ως άνω κληρονομούμενου …………… …………… του …………… αναφέρεται, κατά λέξη, ότι «… επίσης εις την αυτήν θυγατέρα μου [ήτοι στην …………..] κληροδοτώ το προικίον της αποβιωσάσης μητρός μου… ήτοι εις θέσιν επάνω ……. ελαιόφυτον με 8 ρίζες ελιές, επίσης εις την αυτήν θέσιν και προς το βουνό 2 χέρσα το έν συνορεύον με το βουνόν και το έτερον ονομοζόμενον ……….. εις την αυτήν θέσιν.». Συγκεκριμένα, με το (προσκομιζόμενο) υπ’ αριθ. ……./31.1.1893 προικοσύμφωνο του συμβολαιογράφου Κυθήρων ……….., ο ……….και η σύζυγός του…….. ……….., συνέστησαν προς τη θυγατέρα τους, ……… και το μέλλοντα γαμπρό τους, …………… …………… (γονείς του απώτερου δικαιοπάροχου του ενάγοντος,…………… του ……………), προίκα αποτελούμενη από κτήματα, κείμενα στα Κύθηρα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται, με αριθμό 3, και το εξής κτήμα, ήτοι: «3ον) Το ήμισυ του συμπόρου εις θέσιν …….., το δυτικόν αυτού μέρος, συνορευόμενον µε το έτερον ήμισυ του αυτού κτήματος και µε κτήματα …….., µε την ριζοβουνίαν και µε κτήμα της συμβαλλομένης …….., µε το δικαίωμα της εμβασίας του από το έτερον ήμισυ του ίδιου κτήματος, εκτιμηθέν το παραχωρούμενον τούτο ήμισυ δια την επιβολήν ωσαύτως του χαρτοσήµου µε δραχμάς εκατόν δέκα (110)» (όπως, κατά λέξη, αναγράφεται στο εν λόγω προικοσύμφωνον). Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι, με βάση την από Ιανουαρίου 2018 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του (διορισθέντος με την 3287/2015 απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου) ……….., αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού, το ανωτέρω επίδικο ακίνητο (των 2.670 τμ) ταυτίζεται με το ακίνητο που αναφέρεται στο …../1893 προικοσύμφωνο ως «το ήμισυ του συμπόρου εις θέσιν …………», το οποίο, επίσης, ταυτίζεται με το ακίνητο που αναφέρεται στην ………./1975 πράξη αποδοχής κληρονομίας της μητέρας (και άμεσης δικαιοπαρόχου) του ενάγοντος, ως το χέρσο κτήμα που συνορεύει με βουνό. Δεν ασκεί δε καμία επιρροή η αναφορά στην εν λόγω πράξη αποδοχής κληρονομίας ότι η μητέρα του ενάγοντος αποδέχθηκε την ψιλή κυριότητα ενός ελαιοφύτου κτήματος στη θέση «……..» Κυθήρων, έκτασης ενός στρέμματος, μετά επτά ελαιοδέντρων και δύο «μικρών χέρσων», στην ίδια θέση «………….» Κυθήρων, από τα οποία το ένα συνορεύει µε το βουνό (δηλαδή το επίδικο, όπως προαναφέρθηκε), ενώ το άλλο φέρει την ονοµασία “…………”. Και τούτο, γιατί στην ίδια την από 7.8.1973 ιδιόγραφη διαθήκη του …………… …………… του …………… (που αποτέλεσε τη βάση για την σύνταξη της ………./1975 πράξης αποδοχής κληρονομίας), δεν γίνεται αναφορά περί «δύο μικρών χέρσων», αλλά περί «δύο χέρσων το έν συνορεύον με βουνό…», ενώ και στο χρονικά προγενέστερο ……../1893 προικοσύμφωνο δεν γίνεται αναφορά σε «μικρό σύμπορο» (όπως έτσι αναφέρεται άλλο ακίνητο, ήτοι το υπ’ αριθ. 2 ακίνητο, στο ίδιο προικοσύμφωνο), αλλά «στο ήμισυ του συμπόρου εις θέσιν ……..». Περαιτέρω, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι με το (προσκομιζόμενο) υπ’ αριθ. ………/20.9.1988 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Κυθήρων …………, που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων, η εναγόμενη ………. (ήδη εκκαλούσα), αγόρασε από τη …………… ., ένα αγροτεμάχιο, έκτασης 5.214,68 τμ., που βρίσκεται στη θέση «……» περιοχής ……. Καψαλίου της κτηματικής περιφέρειας της κοινότητας Κυθήρων του τέως Δήμου Κυθηρίων της νήσου Κυθήρων, είναι, όπως αναγράφεται στο ως άνω συμβόλαιο, άρτιο και οικοδομήσιμο, απεικονίζεται στο από Σεπτεμβρίου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού . …………… (συζύγου της εναγομένης) περιμετρικά με τα στοιχεία Α-Α1-Β-Β1-Γ-Γ1-Δ-Δ1-Ε-Ε1-Ζ-Ζ1-Η-Η1-Θ-Θ1-Ι-Ι1-Κ-Κ1-Λ-Λ1-Μ- Μ1-Ν-Ν1-Ξ-Ξ1-Ο-Π-Ρ-Σ-Τ-Υ-Φ-Χ-Ψ-Ω-Α και συνορεύει, σύμφωνα με το ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα, ΒΟΡΕΙΑ με τεθλασμένη πλευρά Λ1-Λ-Κ1 μήκους 15,70 μ. συν μήκους 17,50 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων …………… . ή ., Κ1-Κ συνολικού μήκους 25,60 μ. με ιδιοκτησία αγνώστων γειτόνων και με τεθλασμένη πλευρά Ξ-Ν1-Ν-Μ1 μήκους 4,60 μ. συν μήκους 8,00 μ. συν μήκους 5,80 μ. εν μέρει με αγροτική οδό (εμβασία) και εν μέρει με άλλη εμβασία και Μ1-Μ συνολικού μήκους 17,90 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων …………… . (.), ΒΟΡΕΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΑ με τεθλασμένη πλευρά Ο-Ξ1-Ξ μήκους 3,55 μ. και μήκους 13,40 μ. με παλαιά αγροτική οδό (εμβασία) και με άλλη τεθλασμένη πλευρά Α-Ω-Ψ-Χ-Φ-Υ-Τ-Σ μήκους 10,10 μ. συν μήκους 5,75 μ. συν μήκους 7,20 μ. συν μήκους 11,40 μ. συν μήκους 5,50 μ. συν μήκους 6,20 μ. συν μήκους 12,20 μ. με αγρό ιδιοκτησίας …….., ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΑ με τεθλασμένη πλευρά Ο-Π-Ρ-Σ μήκους 19,60 μ. συν μήκους μέτρων 5,40 μ. συν μήκους 4,20 μ. με αγρό ιδιοκτησίας …………, με άλλη πλευρά Α-Α1-Β-Β1-Γ μήκους 8,35 μ. συν μήκους 6,70 μ. συν μήκους 8,20 μ. συν μήκους 8,10 μ. με αγροτική οδό Κυθήρων-Καλάμου προς συμβολή με επαρχιακή οδό Καλάμου-Κυθήρων, μέσου πλάτους πέντε μέτρων και με άλλη τεθλασμένη πλευρά Ζ-Ζ1-Η-Η1 μήκους 9,60 μ. συν μήκους 5,40 μ. συν μήκους 6,20 μ. με αγρό ιδιοκτησίας κληρονόμων …………… . ή ., ΔΥΤΙΚΑ με τεθλασμένη πλευρά Γ-Γ1-Δ-Δ1-Ε-Ε1-Ζ μήκους 26 μ. συν μήκους 5,70 μ. συν μήκους 8,50 μ. συν μήκους 10,20 μ. συν μήκους 5,10 μ. συν μήκους 4,45 μ. με αγρό ιδιοκτησίας κληρονόμων …………… . ή .. και με άλλη τεθλασμένη πλευρά Η1-Θ-Θ1-Ι-Ι1 μήκους 16,80 μ. συν μήκους 12,25 μ. συν μήκους 7,25 μ. συν μήκους 26,40 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων …………… ., ή ….. και ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΑ με πλευρά Ι1-Κ συνολικού μήκους 19,40 μ. με βουνό (πλαγιά) Αγίων Ακινδύνων. Όπως αναγράφεται στο προαναφερόμενο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο (……/1988), το ανωτέρω ακίνητο είχε περιέλθει στην πωλήτρια …………… . (άμεση δικαιοπάροχο της εναγομένης) λόγω προίκας που συνέστησε υπέρ αυτής η μητέρα της, ……….., με το νομίμως μεταγραφέν υπ’ αριθ. ……../22.7.1959 προικοσυμβόλαιο του συμβολαιογράφου Κυθήρων ………., ενώ στην τελευταία (………..) είχε περιέλθει από κληρονομιά του αποβιώσαντος πατέρα της, ……….., στον οποίο είχε περιέλθει από κληρονομία του αποβιώσαντος πατέρα του, …………… ., σε συνδυασμό με το μεταξύ αυτού (………) και του αδελφού του (……….), συνταχθέν υπ’ αριθ. …………/11.2.1909 συμβόλαιο διανομής του συμβολαιογράφου Κυθήρων …, που μεταγράφηκε νομίμως. Ειδικότερα, µε το προαναφερόμενο (προσκομιζόμενο) προικοσυμβόλαιο (……/1959) η πωλήτρια …………… (δικαιοπάροχος της εναγομένης) απέκτησε, λόγω προίκας από την μητέρα της, μεταξύ άλλων, «αγρόν, µε εντός αυτού ελαιόδεντρα και συκόδενδρα, μετά δικαιώματος υδροληψίας εκ του φρέατος, του ευρισκομένου εντός του συνορεύοντος κτήματος του ……. και εξ ετέρου φρέατος, ευρισκομένου εντός του επίσης συνορεύοντος κτήματος του …………… ……, κείμενον εις θέσιν … της περιφερείας της πόλεως και Κοινότητος Κυθήρων, περιέχοντα και αγροτικόν οικίσκον, εκτάσεως οκτώ περίπου στρεμμάτων, διαιρούμενον εις τρία τμήματα (σκαλία) συνεχόμενα και συνορευόµενον γύρωθεν µε κτήματα κληρονόμων …………., µε εμβασίαν δια των συνορευοµένων κτημάτων …… και µε δροµίσκον», ενώ η ίδια ακριβώς διατύπωση (περιγραφή ακινήτου) επαναλαμβάνεται και στην (προσκομισθείσα από τον ενάγοντα) υπ’ αριθ. …/26.3.1966 δήλωση αποδοχής κληρονομίας της ….. (μητέρας της ως άνω πωλήτριας …….) ενώπιον του συμβολαιογράφου Κυθήρων ………, με την οποία αποδέχθηκε την κληρονομία του αποβιώσαντος την 26.1.1957 πατέρα της, …….., ως μόνη εξ αδιαθέτου κληρονόμος του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 30.10.2008 η εναγόμενη …………… . κατέλαβε το επίδικο ακίνητο (έκτασης 2.670 τμ) και απέβαλε τον ενάγοντα . …………… από αυτό, το οποίο νεμόταν μέχρι τότε ο τελευταίος, αφού αυτή τοποθέτησε συρματόπλεγμα με σιδερένιους πασσάλους στη δυτική και σε μέρος της νότιας πλευράς του εν λόγω ακινήτου, ενώ, επίσης, περί το τέλος Δεκεμβρίου 2008 κατέστρεψε την ξερολιθιά, που αποτελούσε το όριο μεταξύ του ακινήτου αυτού (ενάγοντος) και του δικού της όμορου ακινήτου και, με την χρήση μπουλντόζας, προέβη στη διάνοιξη και διαμόρφωση διόδου προσπέλασης από το δικό της ακίνητο και προς το ακίνητο του ενάγοντος, εμφανίζοντας αυτά ως ενιαίο ακίνητο, ιδιοκτησίας της. Ο ενάγων, που είναι κάτοικος Αθηνών, μόλις πληροφορήθηκε (την 30.10.2008) την παράνομη περίφραξη του ακινήτου του από την εναγομένη, μετέβη αμέσως στα Κύθηρα και την επομένη ημέρα (31.10.2008) διαμαρτυρήθηκε για την ενέργεια αυτή της εναγομένης στο Αστυνομικό Τμήμα Κυθήρων (βλ. το υπ’ αριθ. …………/2010 αντίγραφο του βιβλίου συμβάντων του ως άνω Α.Τ. της 31.10.2008), ενώ, επιπροσθέτως, ενώπιον των αστυνομικών οργάνων του ιδίου ως άνω Α.Τ., την 27.1.2009, κατέθεσε έγκληση κατά της εναγομένης για τις ανωτέρω ενέργειές της που έλαβαν χώρα την 30.10.2008 και στο τέλος Δεκεμβρίου 2008 (βλ. το υπ’ αριθ. ………/11/2009 αντίγραφο του βιβλίου συμβάντων του ως άνω Α.Τ. της 27.1.2009). Η εναγόμενη …………… . πρωτοδίκως πρόβαλε τον ισχυρισμό, τον οποίο επαναφέρει με σχετικό λόγο έφεσης, ότι το επίδικο ακίνητο αποτελεί τμήμα του μεγαλύτερου ακινήτου ιδιοκτησίας της, έκτασης 5.214,68 τμ., το οποίο απέκτησε με παράγωγο τρόπο, ήτοι με το νομίμως μεταγραφέν προαναφερόμενο ……/1988 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Κυθήρων ………., άλλως με πρωτότυπο τρόπο, ήτοι με τακτική, άλλως έκτακτη χρησικτησία, αφού κατείχε αυτό με καλή πίστη και διάνοια κυρίας για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι ετών, ασκώντας επ’ αυτού συνεχώς όλες τις αναφερόμενες διακατοχικές πράξεις, συνυπολογίζοντας στο χρόνο νομής της και τον αντίστοιχο χρόνο νομής των δικαιοπαρόχων της και ιδίως της ……………. . (άμεσης δικαιοπαρόχου της). Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός είναι ουσιαστικά αβάσιμος, αφού, όπως αποδείχθηκε, το επίδικο τμήμα περιλαμβανόταν στους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος και όχι σ’ αυτούς της εναγομένης. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου στηρίζεται, μεταξύ άλλων, και στα ακόλουθα: Α) Σε όλους τους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος αναφέρεται ως βόρειο σύνορο του ακινήτου το βουνό, το οποίο αποτελεί σταθερό, σαφές και συγκεκριμένο σημείο, μη επιδεχόμενο αμφισβήτησης. Ειδικότερα, στο υπ’ αριθ. ………./1893 προικοσύμφωνο αναφέρεται ότι το υπ’ αριθ. … κτήμα (ήτοι «το ήμισυ του συμπόρου» στη θέση .. Κυθήρων), που παραχωρείται ως προίκα στην .. …………… …………… (γιαγιά της άμεσης δικαιοπαρόχου του ενάγοντος, …………), συνορεύει «με την ριζοβουνίαν», ενώ και στην ……../1975 πράξη αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Αθηνών ………. αναφέρεται ότι, μεταξύ των ακινήτων που κληρονομεί η ως άνω μητέρα του ενάγοντος, από τον πατέρα της . . ……………, είναι και δύο κτήματα χέρσα, κείμενα στη θέση … Κυθήρων «ων το εν συνορεύει με βουνόν … ». Αντιθέτως, στους επικαλούμενους από την εναγομένη τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων της ίδιας δεν γίνεται καμία αναφορά σε σύνορο με «βουνό ή ριζοβουνία», το οποίο, για πρώτη φορά, ορίζεται ως βορειοδυτικό σύνορο του ακινήτου της εναγομένης (των 5.214,68 τμ) στο υπ’ αριθ. ……/20.9.1988 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, με το οποίο το αγόρασε από την …………… …….., καθώς και στο προσαρτημένο στο ως άνω συμβόλαιο από Σεπτεμβρίου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα που συντάχθηκε από τον αγρονόμο-τοπογράφο μηχανικό, ……., ο οποίος, σημειωτέον, είναι σύζυγος αυτής (εναγομένης). Όμως, στο υπ’ αριθ. …../1959 προικοσυμβόλαιο του συμβολαιογράφου Κυθήρων …., με το οποίο η …………… ……. (άμεση δικαιοπάροχος της εναγομένης) έλαβε, ως προίκα, αγρό, έκτασης οκτώ περίπου στρεμμάτων, στη θέση …. Κυθήρων, εντός της οποίας (έκτασης), κατά την εναγομένη, περιλαμβάνεται το επίδικο ακίνητο, δεν αναφέρεται ως βόρειο ή βορειοδυτικό όριο αυτού «το βουνό (πλαγιά) Αγίων Ακινδύνων» και, επιπλέον, αναγράφεται ότι ο αγρός αυτός συνορεύει «γύρωθεν με κτήματα κληρονόμων ……….., με εμβασίαν δια των συνορευομένων κτημάτων ……… και με δρομίσκον». Δηλαδή, το ακίνητο αυτό (της άμεσης δικαιοπαρόχου της εναγομένης) αφενός περιγράφεται να μην συνορεύει με το βουνό (πλαγιά) Αγίων Ακινδύνων και αφετέρου αναγνωρίζεται ότι συνορεύει με το ακίνητο των κληρονόμων της . ……………, δηλαδή της δικαιοπαρόχου του ενάγοντος και συγκεκριμένα της προγιαγιάς του, πλην όμως η περιγραφή αυτή εξαλείφεται αδικαιολόγητα στον τίτλο της εναγομένης, ήτοι στο ……/1988 συμβόλαιο, με το οποίο αυτή αγοράζει ένα αγροτεμάχιο, έκτασης 5.214,68 τμ, στο οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της, περιλαμβάνεται το επίδικο ακίνητο. Β) Όλοι οι τίτλοι των δικαιοπαρόχων των όμορων του επιδίκου ιδιοκτησιών αναφέρουν, ως όμορους ιδιοκτήτες, τους δικαιοπαρόχους του ενάγοντος και συγκεκριμένα: α) στο (προσκομιζόμενο) υπ’ αριθ. ……/2.4.1940 πωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Κυθήρων ………., νομίμως μεταγραφέν, που αποτελεί τον τίτλο ιδιοκτησίας του δυτικώς όμορου του επιδίκου ακινήτου, αναφέρεται ότι η …….. πωλεί στον . . «ένα αγρόν συγκείμενον από τρεις σκάλες, κείμενον εις θέσιν ………… της περιφερείας της πόλεως Κυθήρων, της ομωνύμου Κοινότητος, του πρώην Δήμου Κυθηρίων …., συνορευόμενον γύρωθεν με κτήματα …….., βουνόν, κληρονόμων ……..», β) στο προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. ……/30.3.1938 συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Κυθήρων …………., νομίμως μεταγραφέν, που αποτελεί τον τίτλο ιδιοκτησίας του ανατολικώς όμορου του επιδίκου ακινήτου, αναφέρεται ότι ο . …………… μεταβίβασε στις θυγατέρες του, …………… και .., την ψιλή κυριότητα ενός αγρού στη θέση «..» Κυθήρων, ο οποίος συνορεύει, μεταξύ άλλων, με αγρό της …… …………… …………… (ήτοι της δικαιοπαρόχου και προγιαγιάς του ενάγοντος), ενώ και στο (προσκομιζόμενο) μεταγενέστερο υπ’ αριθ. ……/8.4.1941 πωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδικειακού Γραμματέως Κυθήρων, …………., νομίμως μεταγραφέν, αναφέρεται ότι ο …. …… και οι θυγατέρες του, …………… και ……… μεταβίβασαν τον ως άνω αγρό, κατά κυριότητα, στον ………., ο οποίος (αγρός) συνορεύει, μεταξύ άλλων, και με αγρό της ανωτέρω δικαιοπαρόχου του ενάγοντος, … …………… και γ) στο προαναφερόμενο υπ’ αριθ. ……../1959 προικοσυμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Κυθήρων ………….., που αποτελεί τον τίτλο ιδιοκτησίας της άμεσης δικαιοπαρόχου της εναγομένης, ……….. και αφορά, όπως αποδείχθηκε, τη νοτίως όμορη του επιδίκου ιδιοκτησία, αναφέρεται ότι παραχωρείται στην τελευταία, ως προίκα, ένας αγρός, έκτασης οκτώ περίπου στρεμμάτων, που συνορεύει, μεταξύ άλλων, και με κτήμα των κληρονόμων . ……………, η οποία είναι, όπως προαναφέρθηκε, απώτερη δικαιοπάροχος του ενάγοντος. Η ανωτέρω κρίση του δικαστηρίου στηρίζεται, επιπροσθέτως, και στο πόρισμα του διορισθέντος από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (με την 3287/2015 απόφασή του) πραγματογνώμονα ………, ο οποίος, στην από Ιανουαρίου 2018 έκθεσή του, αναφέρει, κατά λέξη, ότι «Από τη μελέτη των τίτλων ιδιοκτησίας, των διαθέσιμων αεροφωτογραφιών… προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις… οι οποίες συνηγορούν στο ότι η επίδικη έκταση περιλαμβάνεται στους τίτλους ……../1893 (. …………) και …/1975 (. ……………, ..) των δικαιοπαρόχων και απώτερων δικαιοπαρόχων του . …………… (ενάγοντος)…. Δεν μπορούν να εντοπιστούν ενδείξεις που να συνηγορούν στο ότι περιλαμβάνεται η επίδικη έκταση στους τίτλους …./1959 (……………) και ……/1909 (μερίδα ……) των δικαιοπαρόχων της …….. Επισημαίνεται για μία ακόμη φορά το γεγονός πως σε κανέναν από αυτούς τους τίτλους δεν αναφέρεται σύνορο με βουνό ή ριζοβουνία όπως συμβαίνει στους τίτλους ../1893 και ../1975, ενώ αντίθετα αναφέρεται ως όμορος γείτονας η . …………… (και οι κληρονόμοι της), κάτι που αποτελεί αντένδειξη προς το ενδεχόμενο να περιλαμβάνεται η επίδικη έκταση στους εν λόγω τίτλους ιδιοκτησίας (δηλαδή των δικαιοπαρόχων της εναγομένης)». Επίσης, στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και ο έτερος διορισθείς από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (με την προγενέστερη 4060/2011 απόφασή του) πραγματογνώμονας ….., ο οποίος, στην από Μαΐου 2012 έκθεσή του, μεταξύ άλλων, αναφέρει: α) ότι τα όρια της ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος (…………) είναι σαφή και συγκεκριμένα, ήτοι στο βόρειο όριο υπάρχει διαχρονικά μονοπάτι και πέραν αυτού βουνό, στο δυτικό όριο υπάρχει διαχρονικά ξερολιθιά, στο ανατολικό όριο υπάρχει διαχρονικά ξερολιθιά και πέραν αυτής μικρό μονοπάτι (εμβασία) και στο νότιο όριο υπάρχει διαχρονικά ξερολιθιά και αναβαθμός, όπως τα όρια αυτά αναγνωρίστηκαν μέσω φωτοερμηνείας διαχρονικών αεροφωτογραφιών, β) ότι όλοι οι τίτλοι των δικαιοπαρόχων των όμορων ιδιοκτησιών αναφέρουν, ως όμορη ιδιοκτησία τους, την ιδιοκτησία των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος και γ) ότι εντός της ιδιοκτησίας του ενάγοντος υφίσταται διαχρονικά μικρό ισόγειο πλακοσκεπές κτίσμα εμβαδού 50 τμ. Ο ίδιος δε πραγματογνώμονας, με την εν λόγω έκθεσή του, διατυπώνει την κρίση ότι το επίδικο ακίνητο περιλαμβάνεται στους τίτλους των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος, ενώ περιλαμβάνεται και στην έκταση των 5.216,68 τμ, που πώλησε η …………… . στην εναγομένη, πλην όμως από την έκταση αυτή μόνο τμήμα 1.072 τμ ανήκε στην κυριότητα της πωλήτριας και των δικαιοπαρόχων της, στο οποίο (τμήμα) δεν περιλαμβανόταν το επίδικο. Σημειώνεται, ότι τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη από 10.9.2010 τεχνική έκθεση του αγρονόμου-τοπογράφου μηχανικού, ……. και από 10.10.2014 τεχνική έκθεση του τοπιογράφου μηχανικού ……… Αντιθέτως, η ανωτέρω κρίση του δικαστηρίου, δηλαδή ότι το επίδικο δεν περιλαμβανόταν στους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων της εναγομένης, ενισχύεται και από το γεγονός ότι, αν και με το υπ’ αριθ. ……../1959 προικοσυμβόλαιο περιήλθε στην κυριότητα της ……… ένας αγρός έκτασης οκτώ περίπου στρεμμάτων, η τελευταία φαίνεται αργότερα να κατέχει πολύ μεγαλύτερη έκταση, περιλαμβάνουσα τμήματα που δεν της ανήκαν, όπως το επίδικο. Ειδικότερα, με το υπ’ αριθ. ……./19.5.2006 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, η …………… ., ……. (άμεση δικαιοπάροχος της εναγομένης), πώλησε στην εταιρία με την επωνυμία «…….» δύο αγροτεμάχια που βρίσκονται στη θέση «……», στην κτηματική περιφέρεια του Δημοτικού Διαμερίσματος Κυθήρων του Δήμου Κυθήρων, εκτός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, έκτασης 500,60 τμ. το πρώτο και 4.457,23 τμ. το δεύτερο. Τα ακίνητα αυτά, όπως αποδείχθηκε, περιλαμβάνονταν στο προαναφερόμενο ……./1959 προικοσυμβόλαιο. Όμως, όπως αναφέρεται αναλυτικά και στην από Μαΐου 2012 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ……….., αν συνυπολογιστούν στην ως άνω πωληθείσα έκταση, συνολικής επιφάνειας 4.957,83 τμ. (500,60 + 4.457,23) και οι εξής εκτάσεις, ήτοι: α) η πωληθείσα στην εναγομένη έκταση των 5.214,68 τμ και β) η έκταση που κατέλαβε η διανοιχθείσα αγροτική οδός, η οποία προσδιορίζεται από την ως άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης σε 1.020 τμ., προκύπτει ότι υπάρχει σαφής υπέρβαση της έκτασης που πωλήθηκε με τα υπ’ αριθ. …../1988 (στην εναγομένη) και ……/2006 πωλητήρια συμβόλαια σε σχέση με την έκταση των οκτώ στρεμμάτων που κατείχε η πωλήτρια …………… . με το ανωτέρω προικοσυμβόλαιο. Πρέπει να σημειωθεί, ότι όλα τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, ήτοι ότι το επίδικο περιλαμβάνεται στους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος και όχι σ’ αυτούς των δικαιοπαρόχων της εναγομένης, έγιναν δεκτά α) με την (τελεσίδικη) υπ’ αριθ. ΑΤ 1433/2016 απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, με την οποία, κατόπιν υποβολής σχετικής έγκλησης από τον ενάγοντα, καταδικάστηκε η εναγομένη σε ποινή φυλάκισης πέντε (5) μηνών για την αξιόποινη πράξη της μετακίνησης οροσήμων (άρθρο 223 του τότε ισχύοντος ΠΚ), που τέλεσε στο τέλος Δεκεμβρίου 2008, ενώ ως προς την άλλη αποδιδόμενη σ’ αυτήν αξιόποινη πράξη της αυτοδικίας, που φέρεται ότι τέλεσε την 30.10.2008, με την υπ’ αριθ. 11/2015 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς (μεταβατική έδρα Κυθήρων), έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη λόγω παραγραφής και β) με την υπ’ αριθ. 157,250/2016 απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, που έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη (βλ. την από 24.1.2020 σχετική βεβαίωση του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), με την οποία ο ήδη ενάγων αθωώθηκε για τις αποδιδόμενες σ’ αυτόν, κατόπιν σχετικής έγκλησης της ήδη εναγομένης, αξιόποινες πράξεις της απόπειρας απάτης ενώπιον δικαστηρίου αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας (με την προσκόμιση από αυτόν, κατά την κατηγορία, ψευδών αποδεικτικών στοιχείων προς ενίσχυση των περιεχόμενων στην από 27.1.2009 αγωγή του ψευδών ισχυρισμών του ότι το επίδικο ακίνητο είναι ιδιοκτησίας του) καθώς και της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα κατά συρροή, με την αιτιολογία ότι δεν τέλεσε τις ανωτέρω πράξεις και συγκεκριμένα ότι «η σύγκριση των τίτλων του 1ου κατηγορουμένου (ήδη ενάγοντος) και της πολιτικώς ενάγουσας (ήδη εναγομένης) συνηγορεί υπέρ του ότι το επίδικο ακίνητο ανήκει στον πρώτο και όχι στη δεύτερη». Εξάλλου, ο πρωτοδίκως προβληθείς ισχυρισμός της εναγομένης ότι ο αγροτικός οικίσκος που αναφέρεται στο.. ./1959 προικοσυμβόλαιο είναι ο ίδιος που βρέθηκε εντός του επιδίκου και περιγράφεται στο υπ’ αριθ. …………/2008 συμβόλαιο γονικής παροχής του ενάγοντος, είναι ουσιαστικά αβάσιμος, αφού, όπως αποδείχθηκε με βάση την από Ιανουαρίου 2018 έκθεση πραγματογνωμοσύνης τού ……., ο αναγραφόμενος στο εν λόγω προικοσυμβόλαιο αγροτικός οικίσκος είναι εκείνος που περιλαμβάνεται στην έκταση που μεταβιβάσθηκε στην προαναφερθείσα εταιρία «………..) με το υπ’ αριθ. ……/2006 πωλητήριο συμβόλαιο (βλ. στις σελίδες 50 και 51 της ως άνω έκθεσης και στην επισυναπτόμενη στην έκθεση αυτή φωτογραφία με στοιχείο Κ2, που απεικονίζει το πέτρινο κτίσμα, ήδη ασκεπές και με σκεπή στο παρελθόν, το κείμενο εντός της έκτασης που αγόρασε η εν λόγω εταιρία με το ως άνω πωλητήριο συμβόλαιο). Τέλος, αποδείχθηκε ότι οι προαναφερόμενοι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος ασκούσαν με καλή πίστη πράξεις νομής επί του επιδίκου συνεχώς και αδιαλείπτως κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 1893 μέχρι και τον Ιούλιο του έτους 2008, οπότε η κυριότητα αυτού περιήλθε στον ενάγοντα, ο οποίος συνέχισε ο ίδιος να ασκεί πράξεις νομής σ’ αυτού (όπως εργασίες καθαρισμού και συντήρηση ορίων), μέχρι την 30.10.2008, οπότε και αποβλήθηκε από το επίδικο, το οποίο καταλήφθηκε από την εναγομένη. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι ο προπάππος του ενάγοντος, …….. καλλιεργούσε το επίδικο και έκτισε εντός αυτού μικρό πέτρινο κτίσμα, που το χρησιμοποιούσε για την προστασία των ζώων που έβοσκαν σε αυτό, πλην όμως σταδιακά η χρήση αυτή περιορίστηκε και έτσι, αρχικά ο παππούς και η γιαγιά του ενάγοντος, ……. και, ακολούθως, η μητέρα του, ………., ανέθεταν σε τρίτους, έναντι ανταλλάγματος, να το χρησιμοποιούν ως βοσκότοπο για τα ζώα τους και συγκεκριμένα η τελευταία παραχώρησε τη χρήση του στη ……. (…….) και το σύζυγό της ……… και στη συνέχεια στο ………, ο οποίος από το έτος 1995 το επέβλεπε, για λογαριασμό της, και βοσκούσε τα ζώα του σε αυτό. Τα ανωτέρω περιστατικά αποδείχθηκαν τόσο από την ένορκη βεβαίωση (……./2010) της θείας του ενάγοντος, ……….. (αδελφής της μητέρας του), όσο και από την ένορκη κατάθεση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο του ……… την περιοχή, αφού η οικία του είναι σε απόσταση 700 μέτρων περίπου από το επίδικο, ενώ έχει μισθώσει και καλλιεργεί γειτονικά κτήματα και, επίσης, ήταν επί οκτώ έτη Πρόεδρος του τοπικού διαμερίσματος Κυθήρων, με αποτέλεσμα να έχει άμεση αντίληψη και γνώση για όσα κατέθεσε. Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη ασκούσε πράξεις νομής (δηλαδή διακατοχικές πράξεις με διάνοια κυρίας) επί του επιδίκου και, επομένως, δεν κατέστη κυρία αυτού ούτε με τα προσόντα της χρησικτησίας (τακτικής ή έκτακτης). Συγκεκριμένα, όπως αποδείχθηκε, αυτή μέχρι την 30.10.2008, οπότε περιέφραξε το επίδικο ακίνητο, δεν είχε ασκήσει επ’ αυτού ουδεμία εμφανή διακατοχική πράξη, δηλωτική εξουσίασής του, με εξαίρεση μόνο τη σύνταξη του από Σεπτεμβρίου 1988 τοπογραφικού διαγράμματος από το σύζυγό της, …………, και την υποβολή της από 17.10.1989 αίτησης προς το Δασαρχείο Πειραιά για τον χαρακτηρισμό της αγορασθείσας από αυτήν έκτασης ως δασικής ή μη, οι οποίες, όμως, πράξεις είναι μεμονωμένες, ενώ, σημειωτέον, η υποβολή της από 4.12.2008 αίτησής της προς το Δασαρχείο Πειραιά για τον αποχαρακτηρισμό τμήματος έκτασης 1.408,85 τμ. ως δασικού δεν αναιρεί την κρίση αυτή του Δικαστηρίου, γιατί ενεργήθηκε μετά την έναρξη της αντιδικίας της με τον ενάγοντα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, κατέληξε στα ίδια ως άνω συμπεράσματα, και δέχθηκε την από 27.1.2009 αγωγή του ……., ως ουσιαστικά βάσιμη, αναγνωρίζοντας την κυριότητα αυτού στο επίδικο ακίνητο, έκτασης 2.670 τμ. και υποχρεώνοντας την εναγομένη να του το αποδώσει, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτόμενων, ως ουσιαστικά αβάσιμων, των σχετικών λόγων της έφεσης της εναγομένης, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα.
V. Από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν, σε σχέση με το δεύτερο επίδικο ακίνητο, με βάση την από 19.1.2009 αγωγή της ……., τα ακόλουθα: Το επίδικο αυτό είναι το εδαφικό τμήμα εμβαδού 377 τμ., κείμενο στη θέση «……….» στην περιοχή ………… Καψαλίου της κτηματικής περιφέρειας της κοινότητας Κυθήρων του τέως Δήμου Κυθηρίων της νήσου Κυθήρων, που αποτυπώνεται στο (ενσωματωμένο στην ως άνω αγωγή) από Σεπτεμβρίου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού . …………… με τα στοιχεία Ρ1-Ρ2-Ν’-Ν-Ν1-Ξ-Ξ1-01-Π’-Π-Π1-Ρ1 και για το οποίο η ενάγουσα (ήδη εκκαλούσα) επικαλείται ότι αποτελεί τμήμα του μεγαλύτερου ακινήτου αυτής, έκτασης 5.214,68 τμ, που αγόρασε από τη …………… ., με το αναφερόμενο στην προηγούμενη παράγραφο υπ’ αριθ. …./20.9.1988 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Κυθήρων …………, που μεταγράφηκε νομίμως, από τη νομή του οποίου, όπως ισχυρίζεται, την απέβαλαν οι εναγόμενοι κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 14.5.2007 και Οκτωβρίου 2008, οπότε η ίδια το αντιλήφθηκε. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι µε το υπ’ αριθ. ……../14.5.2007 πωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων (στον τόμο .. µε αύξοντα αριθμό …), η πρώτη και ο δεύτερος των εναγομένων, …….. και ………… (ήδη πρώτη και δεύτερος των εφεσίβλητων) μεταβίβασαν, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος, στους τρίτο και τέταρτη των εναγομένων, ……… και . …………… (ήδη τρίτο και τέταρτη των εφεσίβλητων), κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου σε έκαστο, την κυριότητα ενός αγροτεμαχίου μετά των εντός αυτού ελαιοδέντρων και πηγαδιού, αποτελούμενου από τέσσερα (4) σκαλιά, έκτασης 4.137 τμ., που βρίσκεται στη θέση «…………» της κτηματικής περιφέρειας Καψαλίου του Δημοτικού Διαμερίσματος Κυθήρων, της περιφέρειας του Δήμου Κυθήρων, της νήσου Κυθήρων, εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμού, είναι, όπως αναγράφεται στο ως άνω συμβόλαιο, άρτιο και οικοδομήσιμο, αποτυπώνεται στο από Μαρτίου 2007 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου ………. περιμετρικά με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Π-Ρ-Σ-Τ-Υ-Φ-Χ-Ψ-ΩΩΙ-Ω2-Α και συνορεύει, με βάση το ανωτέρω τοπογραφικό, ΝΟΤΙΑ επί πλευράς Α-Β μήκους 14,80 μ. με ιδιοκτησία . ……………, επί πλευράς Ε-Ζ μήκους 12,40 μ. συν Ζ-Η μήκους 16,80 μ. συν Η-Θ μήκους 11,00 μ. εν μέρει με ιδιοκτησία πρώην κληρονόμων ………, εν μέρει με εμβασία πλάτους περίπου 3,20 μέτρων άγουσα σε αγροτική οδό προς Κάλαμο και Καψάλι και εν μέρει με ιδιοκτησία κληρονόμων ………, ΔΥΤΙΚΑ επί πλευράς Θ-Ι μήκους 17,30 μ. και επί πλευράς Κ-Λ μήκους 4,00 μ. συν Λ-Μ μήκους 6,00 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων . ……………, επί πλευράς δε Ν-Ξ μήκους 25,70 μ. και επί πλευράς Ο-Π μήκους 8,30 μ. συν Π-Ρ μήκους 21,50 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων . …………… (.), ΝΟΤΙΟΔΥΤΙΚΑ επί πλευράς Ι-Κ μήκους 18,30 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων . …………… και επί πλευράς Ξ-Ο μήκους 13,70 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων . …………… (.), ΒΟΡΕΙΑ επί πλευράς Μ-Ν μήκους 27,20 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων . …………… (.) και επί πλευράς Ρ-Σ μήκους 15,70 μ. συν Σ-Τ μήκους 17,00 μ. συν Τ-Υ μήκους 12,20 μ. με ιδιοκτησία αγνώστου και ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ επί πλευράς Υ-Φ μήκους 52,80 μ. συν Φ-Χ μήκους 20,00 μ. συν Χ-Ψ μήκους 5,20 μ. συν Ψ-Ω μήκους 4,00 μ. συν Ω-Ω1 μήκους 11,70 μ. συν ΩΙ-Ω2 μήκους 1,20 μ. συν Ω2-Α μήκους 25,70 μ. με ιδιοκτησία . ……………. Το ανωτέρω ακίνητο περιήλθε στους πωλητές, πρώτη και δεύτερο των εναγομένων, με κληρονομική εξ αδιαθέτου διαδοχή και συγκεκριμένα εν μέρει (ήτοι κατά ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου σε έκαστο) από τον αποβιώσαντα την 17.4.1980 πατέρα τους, ……..και εν μέρει (ήτοι κατά ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου σε έκαστο) από την αποβιώσασα την 15.3.1994 μητέρα τους, ………, των οποίων την κληρονομία αποδέχθηκαν με την υπ’ αριθ. ………/14.5.2007 πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……….., που μεταγράφηκε νομίμως. Το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει στην κυριότητα του ως άνω κληρονομουμένου ………. λόγω αγοράς από τον ……… …………… και τις θυγατέρες του …………… . και … …. (από τους οποίους οι δύο τελευταίες είχαν από κοινού και αδιαιρέτως την ψιλή κυριότητά του, ενώ το πρώτος αυτών είχε την επικαρπία του), με το υπ’ αριθ. …./8.4.1941 πωλητήριο συμβολαίου του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδικειακού Γραμματέα Κυθήρων ………, που μεταγράφηκε νομίμως. Συγκεκριμένα, µε το ανωτέρω πωλητήριο συμβόλαιο ο ……….. απέκτησε την κυριότητα «ενός αγρού συγκειμένου εκ τεσσάρων σκαλίων χωριζομένου υπό της εκεί ιδιωτικής οδού (εµβασίας) εις δύο μέρη, κειμένου εις θέσιν ……. της περιφερείας της πόλεως και Κοινότητος Κυθήρων του τέως Δήμου Κυθηρίων µε εντός αυτού ελαιόδεντρα, ρογδιές, συκόδενδρα και ήμισυ φρέαρ ως είναι και ευρίσκεται, εκτάσεως δύο περίπου στρεμμάτων, συνορευομµένου γύρωθεν µε αγρούς των αδελφών … και ……. (συμβαλλομένων), ………., …….., του συμβαλλομένου …………… …….. και µε την ειρηµένην εµβασίαν». Επίσης, όπως αναφέρθηκε και στην προηγούμενη παράγραφο, η ψιλή κυριότητα του ανωτέρω ακινήτου είχε μεταβιβασθεί από το ……… στις θυγατέρες του, …………… . και . …., με το υπ’ αριθ. ./30.3.1938 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Κυθήρων …….., που μεταγράφηκε νομίμως, ενώ σ’ αυτόν (………) το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει, κατά κυριότητα, από κληρονομία του αποβιώσαντος το έτος 1908 πατέρα του, …………… , σε συνδυασμό με το υπ’ αριθ. ./11.2.1909 συμβόλαιο διανομής του συμβολαιογράφου Κυθήρων …….. Περαιτέρω, οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι το επίδικο ακίνητο των 377 τμ. αποτελεί τμήμα του δικού τους μεγαλύτερου ακινήτου, έκτασης 4.137 τμ., το οποίο απέκτησαν με παράγωγο τρόπο, ήτοι με τους προαναφερόμενους τίτλους ιδιοκτησίας, άλλως με πρωτότυπο τρόπο, ήτοι με έκτακτη χρησικτησία, νεμόμενοι αυτό συνεχώς και αδιαλείπτως από το έτος 1941, προσμετρώντας και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου τους, …………… .. Ο ισχυρισμός αυτός των εναγομένων είναι ουσιαστικά βάσιμος, γιατί, όπως αποδείχθηκε, το επίδικο τμήμα περιλαμβάνεται στους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων τους. Η ανωτέρω κρίση του δικαστηρίου στηρίζεται, μεταξύ άλλων, και στο πόρισμα του διορισθέντος από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (με την 3287/2015 απόφασή του) πραγματογνώμονα ……., ο οποίος, κατόπιν εφαρμογής επί του εδάφους των τίτλων ιδιοκτησίας των διαδίκων και των τοπογραφικών διαγραμμάτων που τους συνοδεύουν και κατόπιν φωτοερμηνείας αεροφωτογραφιών της Γ.Υ.Σ., καταλήγει στο συμπέρασμα, όπως αυτό αναγράφεται στην από Ιανουαρίου 2018 έκθεσή του, ότι υπάρχουν «σοβαρές ενδείξεις που συνηγορούν στο ότι η επίδικη έκταση περιλαμβανόταν στον τίτλο ιδιοκτησίας ./1941 (……….)», που αποτελεί τον τίτλο ιδιοκτησίας του απώτερου δικαιοπαρόχου των εναγομένων, …………… . …, καθώς και ότι «Δεν μπορούν να εντοπιστούν ενδείξεις, για το αν περιλαμβάνεται η επίδικη έκταση στους τίτλους …./1959 (…………… .) και …../1909 (μερίδα …..)», που αποτελούν τους τίτλους ιδιοκτησίας των δικαιοπαρόχων της ενάγουσας. Η κρίση αυτή του πραγματογνώμονα στηρίζεται, όπως ο ίδιος αναφέρει στην ως άνω έκθεσή του, στα εξής στοιχεία: α) η φωτοερμηνευτική μελέτη των αεροφωτογραφιών με έτος λήψης 1945, 1960 και 1972 δείχνει ότι, κατά τα έτη αυτά, η βλάστηση και η χρωματική χροιά του επιδίκου είναι ομοιόμορφη με αυτήν της υπόλοιπής έκτασης του …………… . (δικαιοπαρόχου των εναγομένων), γεγονός «που αποτελεί ένδειξη νομής από τον ίδιο ιδιοκτήτη», β) στην αεροφωτογραφία της Γ.Υ.Σ. χρονολογίας 1945, η οποία, κατά την άποψη του πραγματογνώμονα, είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, γιατί ελήφθη τέσσερα μόλις έτη μετά την σύνταξη του τίτλου …/1941 του …………… . (δικαιοπαρόχου των εναγομένων), εμφανίζεται το μεγαλύτερο τμήμα της ιδιοκτησίας, που αγοράστηκε το έτος 2007 (με το …../2007 πωλητήριο συμβόλαιο) από τους τρίτο και τέταρτη των εναγομένων, «σαφώς οριοθετημένο και περιλαμβάνοντας την επίδικη έκταση» (βλ. το επίμαχο τμήμα της αεροφωτογραφίας αυτής, που εκτυπώθηκε και συνοδεύει την εν λόγω έκθεση πραγματογνωμοσύνης), ενώ ο ως άνω πραγματογνώμονας επισημαίνει το γεγονός ότι η επίδικη έκταση εμφανίζεται στην εν λόγω αεροφωτογραφία με ομοιόμορφη χρωματική χροιά σε σχέση με το υπόλοιπο ακίνητο του …………… . και σαφώς οριοθετημένη, στο μεγαλύτερο μέρος της, σε σχέση με τα όμορα (προς βορρά και προς νότο) ακίνητα, καθώς και ότι ακίνητο του …………… ., στην αεροφωτογραφία αυτή, «φαίνεται οριοθετημένο ξεκάθαρα, έχοντας το ιδιαίτερο σχήμα που έχει και στο τοπογραφικό διάγραμμα που συνοδεύει τον τίτλο (των εναγομένων) …./2007, δηλαδή με την επίδικη έκταση να σχηματίζει κάποιου είδους ‘προεξοχή’ από το υπόλοιπο ακίνητο». Επιπροσθέτως, η ανωτέρω κρίση του δικαστηρίου στηρίζεται, μεταξύ άλλων, και στις αναφορές του ως άνω πραγματογνώμονα στην υπ’ αριθ. ……./19.8.1998 δήλωση αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογραφούσας Ειρηνοδίκου Κυθήρων …….., που αποτελεί τον τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου του κείμενου νοτίως του επιδίκου, το οποίο απεικονίζεται ως ….. ιδιοκτησία στο επισυναπτόμενο στην ανωτέρω έκθεση πραγματογνωμοσύνης υπ’ αριθ. 1 σχέδιο. Με την εν λόγω δήλωση αποδοχής κληρονομίας, στην οποία, σημειωτέον, αναφέρεται και ο άλλος διορισθείς (από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την 4059/2011 απόφασή του) πραγματογνώμονας ……… χαρακτηρίζοντας την ως την ακριβέστερη περιγραφή ακινήτου που εντόπισε στην περιοχή, ο ………. και η …….. αποδέχθηκαν την επαχθείσα σ’ αυτούς κληρονομία του αποβιώσαντος ……. ., στην οποία περιλαμβάνεται και η προαναφερόμενη υπό στοιχεία 02 ιδιοκτησία, η οποία περιγράφεται ως: «ένα αγροτεμάχιο που βρίσκεται στη θέση “……….” της κτηματικής περιφέρειας του τέως Δήμου Κυθηρίων της νήσου Κυθήρων και στην ειδική τοποθεσία “……..”, συνολικής επιφάνειας 1.967 τμ. ή όσης έκτασης και αν είναι και συνορεύεται ολόγυρα βορειοανατολικά με ιδιοκτησία …………… ., βορειοδυτικά με ιδιοκτησία …………….., νότια με αγροτική οδό που οδηγεί προς την επαρχιακή οδό Κυθήρων Καλάμου και ανατολικά με παλαιά αγροτική οδό (εμπασία) και πέραν από αυτή με αγρό ιδιοκτησίας …….». Δηλαδή, με βάση την ανωτέρω περιγραφή, η (όμορη του επιδίκου προς νότο) 02 ιδιοκτησία συνορεύει βορειοανατολικά με το δικαιοπάροχο των εναγομένων, ……, και όχι με τη δικαιοπάροχο της ενάγουσας (…………… …), η οποία αποτελεί όμορη ιδιοκτήτρια, αλλά προς τα βορειοδυτικά του ακινήτου. Επίσης, ένα ακόμη στοιχείο που ενισχύει την κρίση ότι η επίδικη έκταση περιλαμβανόταν στο υπ’ αριθ. …/1941 πωλητήριο συμβόλαιο (που είναι ο τίτλος του δικαιοπαρόχου των εναγομένων, …….), αποτελεί και το γεγονός ότι, όπως αναγράφεται στο εν λόγω συμβόλαιο, το αγροτεμάχιο που μεταβιβάσθηκε κατά κυριότητα στον ……… χωριζόταν από την εκεί ιδιωτική οδό (εμβασία) σε δύο μέρη, ήτοι το επίδικο που βρίσκεται δυτικά της εμβασίας και την υπόλοιπη ιδιοκτησία των εναγομένων που βρίσκεται ανατολικά της εμβασίας. Εξάλλου, ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι η εμβασία αυτή είναι κοινόχρηστη οδός που διέρχεται έξω από το ακίνητο των εναγομένων και διαχωρίζει την ιδιοκτησία τους από τη δική της είναι ουσιαστικά αβάσιμος, αφού από το περιεχόμενο του ίδιου ως άνω τίτλου προκύπτει ότι η χωρίζουσα το αγροτεμάχιο σε δύο μέρη οδός είναι ιδιωτική, όπως αυτό αποδείχθηκε και από την ένορκη κατάθεση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο του μάρτυρα των εναγομένων, ……… Τέλος, αποδείχθηκε ότι πράξεις νομής στο επίδικο τμήμα ασκούσαν οι δικαιοπάροχοι των εναγομένων και συγκεκριμένα από το έτος 1941 μέχρι και το θάνατό του ο ………., ο οποίος ήταν αγρότης και το χρησιμοποιούσε κατά τον προορισμό του, οργώνοντάς το και καλλιεργώντας το, ενώ έχτισε επίσης ένα τοιχίο για να μην πέφτουν τα χώματα κατά το όργωμα, ενώ, στη συνέχεια, μετά το θάνατό του και συγκεκριμένα από το έτος 1993 το επίδικο καλλιεργείτο από το …………, κατόπιν συμφωνίας του με τους κληρονόμους του …………… . (ήτοι τους . ….. και ………), ο οποίος συνέλεγε τους καρπούς από τα ελαιόδεντρα, καλλιεργούσε βίκο και κριθάρι και έβοσκε τα ζώα (κατσίκια) του. Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα άσκησε πράξεις νομής επί του επιδίκου και, συνεπώς, δεν κατέστη κυρία αυτού ούτε με χρησικτησία (τακτική ή έκτακτη). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, κατέληξε στα ίδια ως άνω συμπεράσματα, και απέρριψε, με την ίδια αιτιολογία, την από 19.1.2009 αγωγή της ………………….., ως ουσιαστικά αβάσιμη, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτόμενων, ως ουσιαστικά αβάσιμων, των σχετικών λόγων της έφεσης της ενάγουσας, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα.
VI. Από τη διάταξη του άρθρου 179 ΚΠολΔ, με την οποία ορίζεται ότι «Το δικαστήριο μπορεί να συμψηφίσει όλα τα έξοδα ή ένα μέρος τους μόνο… αν η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής», προκύπτει ότι με τη διάταξη αυτή θεσπίζεται διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να προβεί στον συμψηφισμό των δικαστικών εξόδων και όχι υποχρέωσή του, ακόμη και στην περίπτωση που συντρέχει η προαναφερόμενη προϋπόθεση (βλ. Μ. Μαργαρίτης-Α. Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, έκδ. 2018, τόμ. Ι, άρθρο 179, αριθ. 2, σελ. 309). Αντίθετα, η καταψήφιση του ηττηθέντος διαδίκου στα δικαστικά έξοδα με βάση την αρχή της ήττας, κατ’ άρθρο 176 του ίδιου Κώδικα, δεν έχει ανάγκη ειδικής αιτιολογίας (ΑΠ 22/2018, ΑΠ 476/2017 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση, η εκκαλούσα, με τον τελευταίο λόγο της έφεσής της, παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα επέβαλε σε βάρος της τα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων της, ενώ έπρεπε να προβεί στο συμψηφισμό τους κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ, γιατί ήταν ιδιαίτερα δυσχερής η ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου, άλλως έπρεπε να επιβάλλει σε βάρος της μόνο τα «ελάχιστα» δικαστικά έξοδα. Ο λόγος αυτός είναι μεν παραδεκτός, αφού προσβάλλεται συγχρόνως και η ουσία της υπόθεσης (άρθρο 193 ΚΠολΔ), πλην όμως είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Και τούτο, γιατί ιδιαίτερη δυσχέρεια στην εφαρμογή του κανόνα δικαίου, συντρέχει σε περίπτωση διακύμανσης της νομολογίας ή όταν υπάρχουν περισσότερες ερμηνευτικές εκδοχές υποστηριζόμενες για τα νομικά ζητήματα, που συνδέονται με την υπόθεση (ΕφΑθ 1243/2019, ΕφΑθ 4924/2012 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), και όχι λόγω της ιδιάζουσας φύσης της διαφοράς που αφορά την ουσία της υπόθεσης (ΕφΘεσ 1360/2013 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη, όμως, περίπτωση, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ασχολήθηκε με ζητήματα που αφορούσαν την ουσία της υπόθεσης και όχι με ζητήματα που αφορούσαν την ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου και, σε κάθε περίπτωση, οι κανόνες δικαίου που εφαρμόστηκαν δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη δυσχέρεια, ούτε η νομολογιακή εφαρμογή τους εμφάνιζε οιαδήποτε ταλάντευση, με συνέπεια, κατά τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, να μην συντρέχει λόγος συμψηφισμού των δικαστικών εξόδων κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, εφόσον υπεβλήθη σχετικό αίτημα τόσο από τον νικήσαντα ενάγοντα της από 27.1.2009 αγωγής, όσο και από τους ομοίως νικήσαντες εναγόμενους της από 19.1.2009 αγωγής, συνοδευόμενο και με σχετικό κατάλογο των δικαστικών εξόδων (άρθρο 190 ΚΠολΔ), η εκκαλούμενη απόφαση έπρεπε να καθορίσει τα έξοδα αυτά (άρθρο 191 παρ. 1 ΚΠολΔ), που πρέπει να αποδοθούν σύμφωνα με το άρθρο 189 του ιδίου Κώδικα. Συγκεκριμένα, η προαναφερθείσα αξία του αντικειμένου των ως άνω αγωγών, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 παρ. 1 περ. ια και 68 του Ν. 4194/2013 (Κώδικα Δικηγόρων), λαμβανομένου υπόψη του ότι έγιναν δύο συζητήσεις της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και συμπεριλαμβανομένων των ποσών των 3.000 ευρώ και 1.400 ευρώ, που ο ενάγων της 27.1.2009 αγωγής κατέβαλε στους ορισθέντες από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο πραγματογνώμονες, …….. και …………, αντίστοιχα, καθώς και του ποσού των 1.400 ευρώ, που οι εναγόμενοι της 19.1.2009 αγωγής κατέβαλαν στον ίδιο ως άνω πραγματογνώμονα …….., δικαιολογεί α) τον προσδιορισμό των επιδικασθέντων πρωτοδίκως δικαστικών εξόδων του ενάγοντος της 27.1.2009 αγωγής (…….), στο ποσό των 6.547 ευρώ και β) τον προσδιορισμό των επιδικασθέντων πρωτοδίκως δικαστικών εξόδων των εναγομένων της 19.1.2009 αγωγής (…………..), οι οποίοι παραστάθηκαν με ένα πληρεξούσιο δικηγόρο και με κοινές προτάσεις, στο ποσό των 3.287 ευρώ. Σημειώνεται, ότι η καταδίκη του ηττηθέντος διαδίκου στα δικαστικά έξοδα, δεν έχει ανάγκη ειδικής αιτιολογίας, καθόσον είναι συνέπεια της αρχής της ήττας (άρθρο 176 ΚΠολΔ), όπως αναφέρθηκε στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη.
VII. Κατόπιν αυτών, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, πρέπει η υπό κρίση έφεση καθώς και οι πρόσθετοι λόγοι της, να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν. Επίσης, λόγω της ήττας της εκκαλούσας, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε απ’ αυτήν με το με αριθμό κωδικού ………./2019 ηλεκτρονικό παράβολο του Δημοσίου σε συνδυασμό με την από 25.2.2019 απόδειξη πληρωμής παραβόλου της Εθνικής Τράπεζας (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. προτελευταίο ΚΠολΔ, όπως ήδη ισχύει). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, κατόπιν του σχετικού αιτήματός τους, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 26.2.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …/…/2019) έφεση της ……. και β) τους πρόσθετους λόγους έφεσης, που άσκησε η ως άνω εκκαλούσα με το από 17.9.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …/…./25.9.2019) ιδιαίτερο δικόγραφο.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την ανωτέρω έφεση καθώς και τους πρόσθετους λόγους αυτής κατά της υπ’ αριθ. 108/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από την εκκαλούσα παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Καταδικάζει την ως άνω εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ για τους πρώτη, δεύτερο, τρίτο και τέταρτη των εφεσίβλητων και στο ποσό των εξακοσίων ευρώ (600) για τον πέμπτο των εφεσίβλητων.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 22 Σεπτεμβρίου 2020 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ