Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 515/2018

Αριθμός Απόφασης  515/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ 

Τακτική Διαδικασία

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Θεοκτή Νικολαΐδου, Εφέτη,  και τη γραμματέα Κ. Δ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ασκήθηκε η από 25-7-2017 (αριθμός έκθεσης κατάθεσης ………. και ορισμού δικασίμου στο παρόν Δικαστήριο ……­­) έφεση της ηττηθείσας ενάγουσας κατά της υπ΄ αριθμ. 2713/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία). Η έφεση αυτή, για την οποία κατατέθηκε από την εκκαλούσα το σχετικό παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ (άρθρ. 495§3 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 495§1, 511, 513, 516, 517, 518§1 ΚΠολΔ), δοθέντος ότι η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης έλαβε χώρα στις 28-6-2017 (βλ. προσκ. την υπ΄αριθμ. 5980Γ/28-6-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο ….) και η κατάθεση της έφεσης στις 25-7-2017 (βλ. την υπ΄αριθμ. …….. έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) ήτοι εντός της προθεσμίας των 30 ημερών, που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 518§1 ΚΠολΔ. Επομένως η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρ. 533§1 ΚΠολΔ).

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ασκήθηκε η υπ΄ αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως ……… αγωγή, με την οποία η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι τέλεσε στις 19-11-1999 με τον εναγόμενο νόμιμο γάμο, από τον οποίο απέκτησαν ένα τέκνο: το …., που γεννήθηκε στις 2-7-2001. Ότι η έγγαμη συμβίωση τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και το μήνα Ιούνιο του έτους 2009 επήλθε η οριστική της διάσπαση ενώ δεν έχει λυθεί ο γάμος με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Ότι κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου ο εναγόμενος είχε στην κυριότητα του το ειδικότερα περιγραφόμενο στο δικόγραφο της αγωγής ακίνητο (ημιτελή οριζόντια ιδιοκτησία –οικία επί οικοπέδου συνολικού εμβαδού 6.916,13 τ.μ.) συνολικής αξίας αναγόμενης σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής ποσού 51.000 ευρώ. Ότι, αφότου τελέστηκε ο γάμος τους, η περιουσία του εναγομένου αυξήθηκε: α) με την αποπεράτωση της ως άνω ημιτελούς οικίας και του περιβάλλοντος χώρου αυτής, β) με την κτήση της κυριότητας του ειδικότερα περιγραφομένου στο δικόγραφο της αγωγής αγροτεμαχίου εμβαδού 8.119,08 τ.μ., το οποίο ακολούθως όταν επήλθε η οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης πώλησε έναντι τιμήματος ποσού 40.000 ευρώ και γ) με την κτήση ποσοστού ½ εξ αδιαιρέτου του ειδικότερα περιγραφομένου στο δικόγραφο της αγωγής ισογείου καταστήματος εμβαδού 47 τ.μ., με υπόγειο εμβαδού 65 τ.μ. και πατάρι εμβαδού 22 τ.μ. Ότι συνεπώς η συνολική αξία της περιουσίας του εναγομένου κατά το χρόνο συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης αλλά και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 485.017 ευρώ ήτοι αυξήθηκε κατά το συνολικό ποσό των (286.692 + 40.000 + 107.325 =) 434.017 ευρώ, όπως η εν λόγω επαύξηση αναλυτικά προσδιορίζεται ανά περιουσιακό στοιχείο. Ότι στην ως άνω επαύξηση της περιουσίας του εναγομένου η ίδια δηλ. η ενάγουσα συνέβαλε κατά ποσοστό 50% και δη: α) με τα εισοδήματα της από την εργασία της και από την εκμίσθωση του ακινήτου της, β) με την παροχή υπηρεσιών στην οικογενειακή στέγη και την ανατροφή του ανηλίκου τέκνου τους καθώς και με την προσωπική της εργασία κατά την ανοικοδόμηση της ως άνω ημιτελούς οικίας, γ) με την αποπληρωμή με δικά της χρήματα δύο τραπεζικών δανείων του εναγομένου και δ) με χρηματικά ποσά, τα οποία η ίδια παρέδωσε στον εναγόμενο για την αντιμετώπιση προσωπικών του αναγκών αλλά και με χρηματικό ποσό, που ο ίδιος ανέλαβε από κοινό τους λογαριασμό, όπως η συμβολή αυτή περαιτέρω εξειδικεύεται και αποτιμάται στο δικόγραφο της αγωγής και η οποία υπερέβαινε την εκ του νόμου υποχρέωση συνεισφοράς της στις οικογενειακές διατροφικές ανάγκες. Με ιστορική βάση αυτά τα περιστατικά η ενάγουσα ζήτησε, όπως το αίτημα της παραδεκτώς περιορίστηκε από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό (άρθρ. 224, 294, 295, 297 ΚΠολΔ), να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να της καταβάλει το ποσό των (434.017 χ 50%) 217.008 ευρώ (κύρια βάση-πραγματικός υπολογισμός της συμβολής της στην επαύξηση της περιουσίας του εναγομένου) άλλως το ποσό των  (434.017 χ 1/3) 144.672 ευρώ (επικουρική βάση-τεκμαρτός υπολογισμός της συμβολής της στην επαύξηση της περιουσίας του εναγομένου). Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του απέρριψε ως κατ΄ ουσία αβάσιμη την αγωγή με το σκεπτικό ότι δεν αποδείχθηκε επαύξηση της περιουσίας του εναγομένου. Για την απόφαση αυτή παραπονείται η εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της ώστε να γίνει δεκτή στο σύνολο της η ασκηθείσα από την ίδια αγωγή.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1400 ΑΚ και 216 ΚΠολΔ προκύπτει ότι στοιχεία της αγωγής, με την οποία ζητείται η συμμετοχή του ενός συζύγου στην περιουσία, που απέκτησε ο άλλος κατά τη διάρκεια του γάμου είναι: α) η λύση ή ακύρωση του γάμου ή κατ΄ ανάλογη εφαρμογή η συμπλήρωση τριετούς διάστασης των συζύγων, β) η αύξηση της περιουσίας του εναγομένου συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου, και γ) η συμβολή του ενάγοντος συζύγου στην αύξηση αυτή με οποιοδήποτε τρόπο (ΑΠ 438/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 430/2002 ΕλλΔνη 2002 1625, ΑΠ 84/2001 ΕλλΔνη 2001 908). Συνεπώς για το ορισμένο της αγωγής αυτής πρέπει να προσδιορίζονται στο δικόγραφο της εκτός από τα κατά τη διάταξη κρίσιμα χρονικά σημεία, η πραγματική αυξητική διαφορά στην περιουσιακή κατάσταση του υποχρέου, που συνιστά το απόκτημα με την ευρύτερη έννοια του όρου (θετική ή αρνητική με την αποφυγή μείωσης) και περιλαμβάνει το σύνολο των δικαιωμάτων, που είναι δυνατόν να αποτιμηθούν, περαιτέρω δε η έκταση και το είδος της συμβολής του δικαιούχου στην αύξηση αυτή με οποιοδήποτε τρόπο (ΑΠ 825/2015, ΑΠ 528/2015, ΑΠ 43/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).  Εξάλλου η συμβολή μπορεί να γίνει, όχι μόνο με την παροχή κεφαλαίου υπό οποιοδήποτε μορφή, αλλά και με την παροχή διαφόρων υπηρεσιών, αποτιμώμενη σε χρήμα κατά τρόπο θετικό ή αρνητικό (με εξοικονόμηση δαπανών) τρόπο, όπως είναι η παροχή εργασίας εντός της οικογενειακής στέγης ή η απασχόληση του ενός συζύγου για την ανάπτυξη της επιχείρησης ή του επαγγέλματος του άλλου, εφόσον οι παροχές αυτές υπερβαίνουν το μέτρο εκπλήρωσης της υφιστάμενης (από τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390 ΑΚ) υποχρέωσης για κοινή συμβολή στις οικογενειακές ανάγκες (ΑΠ 252/2002 ΕλλΔνη 2003 130, ΑΠ 1658/2001 ΕλλΔνη 2002 1036). Περαιτέρω όταν ζητείται η επιδίκαση ποσοστού μεγαλύτερου του 1/3 των αποκτημάτων, ως προς το οποίο (1/3) λειτουργεί υπέρ του ενάγοντος το σχετικό τεκμήριο συμβολής (άρθρ. 1400§1 εδ. β ΑΚ), στην αγωγή πρέπει να γίνεται και προσδιορισμός του τρόπου, του είδους της συμβολής του δικαιούχου, της αξίας και του αιτιώδους συνδέσμου της συμβολής αυτού στην επαύξηση της περιουσίας του εναγομένου (ΑΠ 1740/2002 ΝοΒ 2003 1226). Στην περίπτωση επομένως που η αγωγή στηρίζεται στον πραγματικό υπολογισμό, πρέπει να προσδιορίζεται η αποτίμηση της αξίας των παροχών, με τις οποίες ο ενάγων συνέβαλε στην αύξηση της περιουσίας του άλλου, δηλ. πρέπει να αναφέρεται αναλυτικά ο τρόπος συμβολής του δικαιούχου ενάγοντος (παροχές κεφαλαίων ή υπηρεσιών), το είδος και το ύψος αυτής με αναφορά των χρηματικών παροχών, που έγιναν από τον ενάγοντα και εξέρχονται από τα όρια της υποχρέωσης για συνεισφορά στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών ή και στην παροχή υπηρεσιών στο συζυγικό οίκο, οι οποίες είναι αποτιμητές σε χρήμα, μετά όμως την αποτίμηση της υποχρέωσης για συνεισφορά στην κάλυψη των οικογενειακών αναγκών (ΑΠ 252/2002 ΕλλΔνη 2003 130, ΑΠ 1740/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Προς τούτο πρέπει να γίνεται στο δικόγραφο αποτίμηση σε χρήμα των παροχών του δικαιούχου προσδιορίζοντας και το ποσό, το οποίο όφειλε με βάση τις δυνάμεις του, να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών, η δε συμβολή να προσδιορίζεται κατ΄ είδος και αξία  (ΑΠ 252/2002 όπ.π.π.) αφού οι παροχές μόνο κατά το μέρος, που υπερβαίνουν το ποσό της οφειλόμενης συνεισφοράς συνιστούν συμβολή στην περιουσιακή επαύξηση του άλλου συζύγου και περιέχουν δικαίωμα απόδοσης και όχι στο σύνολο τους (ΑΠ 1658/2001 ΕλλΔνη 2002 1037). Εξάλλου για το ορισμένο της αγωγής δεν απαιτείται η αναφορά του ύψους των συνολικών οικογενειακών αναγκών ή του ύψους της εισφοράς αμφοτέρων των συζύγων, ενώ αρκεί η αναφορά του ύψους της συνεισφοράς του δικαιούχου συζύγου πέραν αυτής, στην οποία υποχρεούται κατ΄ άρθρο 1389 ΑΚ (ΑΠ 825/2015, ΑΠ 43/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Όταν επομένως η αγωγή, που στηρίζεται στον πραγματικό υπολογισμό, δεν περιέχει τα προαναφερθέντα στοιχεία ως προς τη συμβολή του ενάγοντος, είναι αόριστη και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, είναι όμως ορισμένη καθόσον αφορά τον τεκμαρτό υπολογισμό του 1/3 της συμβολής του ενάγοντος, ο οποίος κατά νομική και λογική αναγκαιότητα περιλαμβάνεται στον επικαλούμενο πραγματικό υπολογισμό (ΑΠ 438/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω όταν η αύξηση στηρίζεται στην τεκμαρτή συμβολή, τότε μοναδική προϋπόθεση έχει την επαύξηση της περιουσίας του υποχρέου συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου, την οποία και μόνον ο δικαιούχος οφείλει να επικαλεστεί και να αποδείξει, οπότε η συμβολή του τεκμαίρεται ότι ανέρχεται στο 1/3 της περιουσιακής επαύξησης. Κατά συνέπεια στην περίπτωση αυτή ο δικαιούχος σύζυγος δε βαρύνεται με την επίκληση και απόδειξη, ούτε της συμβολής του αυτής καθαυτής ούτε του ποσοστού της, ούτε και του ποσού της οφειλόμενης συνεισφοράς του, αν έχει συμβάλει με παροχές, που συνιστούν εκπλήρωση της υποχρέωσης για συνεισφορά στις ανάγκες της οικογένειας (ΑΠ 1155/2017, ΑΠ 492/2017, ΑΠ 1280/2014, ΑΠ 1173/2012 http://www.areiospagos.gr, ΑΠ 411/2004 ΕλλΔνη 2004 1356).

Στην προκειμένη περίπτωση η υπό κρίση αγωγή, όπως το περιεχόμενο της αναλυτικά αναπτύχθηκε ανωτέρω, περιέχει όλα τα αναγκαία για το ορισμένο αυτής στοιχεία ήτοι σαφή έκθεση των γεγονότων, που τη θεμελιώνουν στο νόμο και δικαιολογούν την άσκηση της από την ενάγουσα κατά του εναγομένου (άρθρ. 216§1α ΚΠολΔ) σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση, όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζεται ο εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος κρίνονται απορριπτέα ως αβάσιμα.

Περαιτέρω η πρωτοβάθμια απόφαση για την λύση του γάμου, που εκδίδεται αντιμωλία των διαδίκων, καθίσταται αμετάκλητη (άρθρ. 1438 ΑΚ, 613 ΚΠολΔ): α) με την παραίτηση των διαδίκων από τα ένδικα μέσα μετά την έκδοσή της (άρθρ. 606 ΚΠολΔ), β) με την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας άσκησης κατʼ αυτής των ενδίκων μέσων της έφεσης, αναψηλάφησης και της αναίρεσης, η οποία στην περίπτωση επίδοσής της προσδιορίζεται από τις τριάντα (30) ημέρες της προθεσμίας της έφεσης προκειμένου για διαδίκους που διαμένουν στην Ελλάδα (άρθρ. 518§1 ΚΠολΔ) και την προθεσμία των έξι (6) μηνών της αναψηλάφησης, η οποία συντρέχει με εκείνη της αναίρεσης (άρθρ. 538, 539§1 εδ. 1, 605 ΚΠολΔ) και σε περίπτωση μη επίδοσής της από την τριετή -ήδη διετή- προθεσμία της έφεσης (άρθρ. 518§2 ΚΠολΔ) και την συντρέχουσα τριετή προθεσμία της αναψηλάφησης και της αναίρεσης (άρθρ. 545§5 εδ. 1, 564§3 ΚΠολΔ, ΑΠ 1502/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην υπό κρίση περίπτωση από την επισκόπηση των εγγράφων, που προσκομίζονται νόμιμα με επίκληση από τους διαδίκους, αποδεικνύεται ότι η υπ΄αριθμ. 169/2012 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου, η οποία απήγγειλε τη λύση του γάμου των διαδίκων και εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, δημοσιεύθηκε στις 28-6-2012 ενώ στις 20-5-2013 επιδόθηκε στον εναγόμενο με επιμέλεια της αντιδίκου του (βλ. την από 20-5-2013 επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Μερκουρίου Καρακωστή επί επικυρωμένου αντιγράφου αυτής). Ακολούθως ο εναγόμενος κατέθεσε την υπ΄αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως …….. έφεση κατά της ως άνω απόφασης διαζυγίου ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου, από το δικόγραφο της οποίας παραιτήθηκε νομίμως με την από 4-3-2014 σχετική εξώδικη δήλωση του, που επιδόθηκε στην ενάγουσα στις 7-3-2014 (βλ. σχετ. προσκ. την υπ΄αριθμ. …….. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Κορίνθου ……..), η δε προθεσμία της αναίρεσης άρχισε από την επομένη της παραίτησης (ολΑΠ 473/1983 ΝοΒ 1984 50) ήτοι από τις 8-3-2014 ενώ συνέτρεχε κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση και η επίσης εξάμηνη προθεσμία  της αναψηλάφησης (άρθρ. 538, 539§1 εδ. 1, 605 ΚΠολΔ). Κατά συνέπεια η ως άνω απόφαση λύσης του γάμου των διαδίκων κατέστη αμετάκλητη στις 8-10-2014 αφού δεν υπολογίζεται ο μήνας Αύγουστος κατ΄άρθρ. 147§2 ΚΠολΔ. Ο εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος ισχυρίζεται ότι η αγωγή είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη διότι έχει ως βάση τη συμπλήρωση της τριετούς διάστασης και όχι την αμετάκλητη λύση του γάμου, η οποία είχε επέλθει κατά το χρόνο άσκησης της αφού η αγωγή επιδόθηκε στις 27-10-2014 (βλ. προσκ. την υπ΄αριθμ. ……. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών……) όταν δηλ. η απόφαση διαζυγίου είχε καταστεί αμετάκλητη. Ο ισχυρισμός ωστόσο αυτός πρέπει να απορριφθεί. Τούτο διότι από καμία διάταξη δεν προκύπτει ότι ο ενάγων είναι υποχρεωμένος σε περίπτωση αμετάκλητης λύσης του γάμου να θέσει αυτή ως νομική βάση της αγωγής του περί συμμετοχής στα αποκτήματα του εναγομένου συζύγου και όχι τη συμπλήρωση της τριετούς διάτασης λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι με την πάροδο τριών ετών από την οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης γεννιέται η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα (ως προς το χρόνο γέννησης της αξίωσης της διάταξης του άρθρου 1400 ΑΚ σε περίπτωση διάστασης των συζύγων βλ. ΑΠ 602/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από τις ένορκες καταθέσεις των νομίμως εξετασθέντων μαρτύρων, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, την υπ΄αριθμ. ……… ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά και την υπ΄αριθμ. ………. ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκη Καλλιθέας, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της εκκαλούσας κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου της (βλ. προσκ. την υπ΄αριθμ. ……….. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….), καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα χωρίς να παραλείπεται κανένα από αυτά κατά την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης ακόμη και αν δεν μνημονεύονται ρητά παρακάτω, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα και ο εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 19-11-1999 στον Ιερό Ναό Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης, από τον οποίο απέκτησαν ένα ανήλικο τέκνο: το Θωμά, που γεννήθηκε στις 2-7-2001. Η έγγαμη συμβίωση τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και το μήνα Ιούνιο του έτους 2009 επήλθε η οριστική διάσπαση της. Δυνάμει της υπ΄αριθμ. 169/2012 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου (ειδική διαδικασία γαμικών διαφορών), η οποία εκδόθηκε επί αντίθετων αγωγών διαζυγίου αντιμωλία των διαδίκων, απαγγέλθηκε η λύση του γάμου των διαδίκων, η δε απόφαση αυτή, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη. Κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου των διαδίκων, η περιουσία του εναγομένου αποτελείτο από ένα ακίνητο ήτοι την οριζόντια ιδιοκτησία υπό στοιχεία ‘’Οικία 1’’ κτισμένη επί άρτιου και οικοδομήσιμου αγροτεμαχίου, το οποίο βρίσκεται εκτός των ορίων του οικισμού Πιτσών, τέως Δήμου Ευρωστίνης Κορινθίας στην ειδικότερη θέση ‘’Γούβες’’ ή ‘’Μαύρα’’ συνολικής έκτασης αυτού 6.916,13 τ.μ. Η εν λόγω οριζόντια ιδιοκτησία έχει αναλογικό ποσοστό 500/1000 εξ αδιαιρέτου επί του συνολικού συντελεστή δόμησης, που αντιστοιχεί σε 129,16 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 50/1000 εξ αδιαιρέτου, που αντιστοιχεί σε 345,81 τ.μ. Ο εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος απέκτησε την κυριότητα της εν λόγω οριζόντιας ιδιοκτησίας πριν την ανέγερση της (ως μέλλουσας να ανεγερθεί) δυνάμει του νομίμως μεταγεγραμμένου υπ΄αριθμ. …… αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου ….. έναντι τιμήματος 345.000 δρχ. Ακολούθως ο εναγόμενος επιμελήθηκε της έκδοσης της υπ΄αριθμ. ……… άδειας ανέγερσης οικοδομής της Πολεοδομίας Ξυλοκάστρου και  άρχισε την ανοικοδόμηση αυτής ήτοι διώροφης οικοδομής που αποτελείται από υπόγειο εμβαδού 103,59 τ.μ., ισόγειο εμβαδού 100 τ.μ. και Α’ όροφο εμβαδού 20 τ.μ. περίπου, η οποία κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου των διαδίκων το μήνα Νοέμβριο του έτους 1999 βρισκόταν στο στάδιο της αποπεράτωσης της τοιχοποιίας αυτής. Η αξία του εν λόγω ακινήτου κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου αναγόμενη σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής, η οποία επιδόθηκε στις 27-10-2014 (βλ. προσκ. την υπ΄αριθμ. ………. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……), ανερχόταν στο ποσό των 51.000 ευρώ. Επιπροσθέτως κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου των διαδίκων (19-11-1999) ο εναγόμενος διατηρούσε ατομική επιχείρηση εμπορίας και επισκευής μοτοσικλετών σε μίσθιο κατάστημα επί της οδού Γρηγορίου Λαμπράκη 185 στον Κορυδαλλό Αττικής όντας επίσημος αντιπρόσωπος της εταιρίας SUZUKI, τη δε επιχείρηση αυτή ο εναγόμενος είχε ιδρύσει ήδη από το έτος 1985. Λαμβανομένων υπόψη των ετησίων ακαθάριστων εσόδων και των καθαρών εσόδων αυτής (που κατά το οικονομικό έτος 2000 –χρήση 1999 ανέρχονταν στα ποσά των 46.487.581 δρχ και 9.784.467 δρχ αντίστοιχα), των εμπορευμάτων, της φήμης και της πελατείας της, η αξία της εν λόγω επιχείρησης κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου των διαδίκων αναγόμενη σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής ανερχόταν στο ποσό των 200.000 ευρώ. Επίσης κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου ο εναγόμενος συμμετείχε και δη κατά ποσοστό 50% στο κεφάλαιο, τα κέρδη και τις ζημίες αυτή στη νομίμως συσταθείσα δυνάμει του από 30-5-1994 σχετικού ιδιωτικού συμφωνητικού ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία ‘……….’ και το διακριτικό τίτλο ‘……….’ με έδρα μίσθιο κατάστημα, το οποίο βρίσκεται επί της οδού ……….. με αντικείμενο την εμπορία μοτοποδηλάτων, μοτοσικλετών, αυτοκινήτων και τζετ σκι, ανταλλακτικών και αξεσουάρ αυτών την αντιπροσώπευση οίκων του εξωτερικού ή εσωτερικού κατασκευής των ανωτέρω ειδών, τις εισαγωγές και εξαγωγές  κάθε συναφούς προς τα ανωτέρω είδους καθώς και κάθε συναφούς δραστηριότητας. Στην ως άνω εταιρία ο εναγόμενος συμμετείχε με το ίδιο ποσοστό έως τις 5-11-2001, οπότε προέβη σε μεταβίβαση του εταιρικού του μεριδίου και αποχώρησε από την εν λόγω εταιρία (βλ. προσκ. το από 5-11-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης εταιρικού ομόρρυθμης εταιρίας –μεταβίβασης εταιρικού μεριδίου, το οποίο δημοσιεύθηκε νόμιμα). Λαμβανομένων δε υπόψη των ετησίων ακαθαρίστων εσόδων και καθαρών κερδών αυτής (ανερχομένων το οικονομικό έτος 1995 στα ποσά των 11.029.637 δρχ και 2.192.919 δρχ αντίστοιχα, το οικονομικό έτος 1996 στα ποσά των 61.233.683 δρχ και 10.452.500 δρχ αντίστοιχα, το οικονομικό έτος 1997 στα ποσά των 41.068.374 δρχ και 6.582.000 δρχ αντίστοιχα, το οικονομικό έτος 1998 στα ποσά των 66.147.920 δρχ και 10.904.000 δρχ αντίστοιχα, το οικονομικό έτος 1999 στα ποσά των 76.405.353 δρχ και 12.300.000 δρχ αντίστοιχα και το οικονομικό έτος 2000 στα ποσά των 81.963.925 δρχ και 13.274.228 δρχ αντίστοιχα), των εμπορευμάτων, της φήμης και της πελατείας της η αξία του εν λόγω μεριδίου εναγομένου στην ως άνω ΟΕ κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου των διαδίκων αναγόμενη σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής, όπως αυτός προσδιορίστηκε ανωτέρω, ανερχόταν στο ποσό των 100.000 ευρώ. Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου ο εναγόμενος συμμετείχε και δη κατά ποσοστό 33% στο κεφάλαιο, τα κέρδη και τις ζημίες αυτής στη νομίμως συσταθείσα δυνάμει του από 13-3-1998 σχετικού ιδιωτικού συμφωνητικού ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία ‘…….’ και το διακριτικό τίτλο ‘….’ με έδρα μίσθιο κατάστημα, που βρίσκεται στη συμβολή των οδών ….…. με αντικείμενο την αγορά και πώληση μοτοποδηλάτων, μοτοσικλετών, αυτοκινήτων και τζετ σκι, ανταλλακτικών και αξεσουάρ αυτών καθώς και την τοποθέτηση αυτών, την αντιπροσώπευση οίκων του εξωτερικού ή εσωτερικού κατασκευής των ανωτέρω ειδών, τις εισαγωγές και εξαγωγές αυτών και κάθε συναφούς προς τα ανωτέρω είδους καθώς και κάθε συναφούς δραστηριότητας. Στην ως άνω εταιρία ο εναγόμενος συμμετείχε με το ίδιο ποσοστό έως τις 25-5-2001, οπότε προέβη στη μεταβίβαση του ποσοστού του και αποχώρησε από αυτή (βλ. προσκ. το από 25-5-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης εταιρικού ΟΕ, το οποίο νόμιμα δημοσιεύθηκε). Λαμβανομένων δε υπόψη των ετησίων ακαθαρίστων εσόδων και καθαρών κερδών αυτής (ανερχομένων το οικονομικό έτος 2000 στα ποσά των 146.462.529 δρχ και 23.477.704 δρχ αντίστοιχα), των εμπορευμάτων, της φήμης και της πελατείας της η αξία του εν λόγω μεριδίου εναγομένου στην ως άνω ΟΕ κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου των διαδίκων αναγόμενη σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής, όπως αυτός προσδιορίστηκε ανωτέρω, ανερχόταν στο ποσό των 150.000 ευρώ. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι όλες οι ως άνω επιχειρήσεις του εναγομένου, ο οποίος είναι μηχανικός μοτοσικλετών, έχαιραν μεγάλης φήμης και πελατείας καθώς εκτός του ότι ο εναγόμενος ήταν επίσημος αντιπρόσωπος της εταιρίας ….στον …. για την πώληση και επισκευή μοτοσικλετών αυτής, ήταν και επί επτά συναπτά έτη πρωταθλητής Ελλάδας σε αγώνες μοτοσικλέτας και ως εκ τούτου έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στο χώρο αυτό. Κατά συνέπεια σύμφωνα με όλα τα ανωτέρω κατά παραδοχή της παραδεκτής και νόμιμης ένστασης ύπαρξης αρχικής περιουσίας, που προέβαλε ο εναγόμενος, η συνολική αξία της περιουσίας του εναγομένου κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου του με την ενάγουσα αναγόμενη σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής ανερχόταν στο ποσό των 501.000 (51.000 + 200.000 + 100.000 + 150.000) ευρώ. Ο ισχυρισμός της εναγομένης περί αοριστίας της ένστασης ύπαρξης αρχικής περιουσίας, ο οποίος απορρίφθηκε σιγή από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και επαναφέρεται με λόγο έφεσης, κρίνεται  απορριπτέος. Τούτο διότι από το σύνολο των προτάσεων του εναγομένου, στις οποίες παρατίθενται πλήθος οικονομικών στοιχείων, που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία του ιδίου τόσο σε δραχμές όσο και σε ευρώ, ευχερώς συνάγεται ότι γίνεται αναγωγή σε χρηματική αξία των περιουσιακών στοιχείων του εναγομένου κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, όπως απαιτείται για το ορισμένο της σχετικής ένστασης. Εξάλλου από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο για την εξεύρεση της τελικής περιουσίας του εναγομένου ήτοι κατά το χρόνο συμπλήρωσης τριετίας από την οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων αλλά και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, ο τελευταίος διατηρούσε στην περιουσία του το προαναφερθέν ακίνητο, που είχε στην κυριότητα του κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου ήτοι την οριζόντια ιδιοκτησία υπό στοιχεία ‘’Οικία 1’’, όπως αυτή περιγράφηκε ανωτέρω. Ειδικότερα ο εναγόμενος επιμελήθηκε της υπ΄αριθμ. …… αναθεώρησης της αρχικής άδειας ανέγερσης και ακολούθως προέβη στη συνέχιση των οικοδομικών εργασιών για την ολοκλήρωση της εν λόγω οικίας, η οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε, κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου βρισκόταν στο στάδιο της τοιχοποιϊας, αποπερατώθηκε δε κατά το έτος 2002, οπότε και ηλεκτροδοτήθηκε. Ειδικότερα πρόκειται για διώροφη οικοδομή με υπόγειο εμβαδού 103,59 τ.μ., ισόγειο εμβαδού 100 τ.μ. και πρώτο όροφο εμβαδού 20 τ.μ., περίπου ενώ στον περιβάλλοντα αυτής χώρο έχουν γίνει εκτεταμένες διαμορφώσεις του πολύ επικλινούς αγροτεμαχίου με ψηλά τοιχία αντιστήριξης, τσιμεντοστρώσεις, δενδροφυτεύσεις και άλλες κατασκευές όπως απλές περιτοιχίσεις, χαγιάτια και μπάρμπεκιου. Η αξία του εν λόγω ακινήτου κατά τον κρίσιμο χρόνο συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης το μήνα Ιούνιο του έτους 2012, αναγόμενη σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής ανερχόταν: α) στο ποσό των 77.692,50 ευρώ όσον αφορά το υπόγειο, β) στο ποσό των 175.000 ευρώ όσον αφορά το ισόγειο, γ) στο ποσό των 35.000 ευρώ όσον αφορά τον πρώτο όροφο, δ) στο ποσό των 50.000 ευρώ όσον αφορά το οικόπεδο (περιβάλλοντα χώρο και τοιχία) ήτοι στο συνολικό ποσό των 337.692,50 ευρώ (βλ. σχετικά ιδίως την τεχνική έκθεση του πολιτικού μηχανικού …..). Εξάλλου κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης ο εναγόμενος απέκτησε ποσοστό συγκυριότητας ½ εξ αδιαιρέτου (το υπόλοιπο ποσοστό απέκτησε η αντίδικος πρώην σύζυγος του) επί δύο αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών σε οικοδομή επί της οδού ………….. και δη: α) του υπό στοιχεία Κ2 καταστήματος του ισογείου ορόφου εμβαδού 47 τ.μ. με πατάρι εμβαδού 22 τ.μ. και β) της υπό στοιχεία Υ2 αποθήκης του υπογείου εμβαδού 65 τ.μ., που αποτελεί έναν ενιαίο χώρο με το ως άνω κατάστημα, με το οποίο επικοινωνεί με εσωτερική κλίμακα. Το ως άνω ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί των εν λόγω οριζοντίων ιδιοκτησιών  οι διάδικοι απέκτησαν δυνάμει του υπ΄αριθμ. ……. αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιά ……, το οποίο νομίμως καταχωρήθηκε στο Κτηματολογικό Γραφείο Νίκαιας, έναντι αληθούς συνολικού τιμήματος ποσού 85.000 ευρώ ενώ ακολούθως λόγω του ότι οι εν λόγω οριζόντιες ιδιοκτησίες δεν βρίσκονταν σε καλή κατάσταση, οι διάδικοι προέβησαν σε επισκευή και ανακαίνιση τους. Το ανωτέρω ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου επί των εν λόγω οριζοντίων ιδιοκτησιών ο εναγόμενος εξακολουθούσε να διατηρεί στην περιουσία του και κατά τον κρίσιμο χρόνο συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης αλλά και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής. Η αξία του εν λόγω ποσοστού συγκυριότητας κατά τον ως άνω χρόνο αναγόμενη σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής ανερχόταν: α) στο ποσό των 72.130 ευρώ όσον αφορά το ισόγειο κατάστημα και β) στο ποσό των 12.470 ευρώ όσον αφορά την υπόγεια αποθήκη δηλ. ισούται με την αντικειμενική τους αξία (βλ. ιδίως το πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ του έτους 2016 της ενάγουσας) λαμβανομένης υπόψη και της μεγάλης πτώσης των αξιών των ακινήτων λόγω της γνωστής δημοσιονομικής κρίσης και της στενότητας, που παρατηρείται στην κτηματαγορά. Επομένως η αξία του ποσοστού συγκυριότητας του εναγομένου επί των ανωτέρω οριζοντίων ιδιοκτησιών ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 84.000 ευρώ και όχι στο ποσό των 107.325 ευρώ, όπως αβασίμως η ενάγουσα διατείνεται. Επίσης κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης ο εναγόμενος δυνάμει του υπ΄αριθμ. νομίμως μεταγεγραμμένου υπ΄ αριθμ. ……….. αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου ……. απέκτησε την κυριότητα ενός ελαιοτεμαχίου, που βρίσκεται εκτός ορίων του οικισμού του δημοτικού διαμερίσματος ……. της κτηματικής περιφέρειας Δήμου …….. στη θέση ‘’……’’ ή ‘’……’’ έκτασης 8.119,08 τ.μ. έναντι τιμήματος ποσού 5.000 ευρώ. Ακολούθως αφού επήλθε η οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και πριν τη συμπλήρωση τριών ετών από αυτή, ο εναγόμενος προέβη στη μεταβίβαση της κυριότητας του ως άνω ακινήτου λόγω πώλησης δυνάμει του νομίμως μεταγεγραμμένου υπ΄αριθμ. ……… αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου ………………  έναντι τιμήματος 6.138 ευρώ και όχι 40.000 ευρώ, όπως αβασίμως η ενάγουσα διατείνεται. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι ο εναγόμενος προέβη στην πώληση του εν λόγω ακινήτου αλλά και στην πώληση στις 18-3-2010 του υπ΄αριθμ. κυκλοφορίας …… φορτηγού αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής ….. τύπου …….έναντι τιμήματος 18.000 ευρώ προκειμένου να εξοφλήσει ληξιπρόθεσμες οφειλές του στη ……, όπως και έπραξε. Συνεπώς το τίμημα των ως άνω περιουσιακών στοιχείων δε σωζόταν στην περιουσία του εναγομένου κατά το χρόνο συμπλήρωσης τριετίας από την οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων το μήνα Ιούνιο του έτους 2012 και ως εκ τούτου δεν αποτελεί απόκτημα κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 1400 ΑΚ. Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά τον εν λόγω κρίσιμο χρόνο ο εναγόμενος είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές στη ΔΟΥ Νίκαιας –Κορυδαλλού και ειδικότερα όφειλε: α) το ποσό των 21.969,25 ευρώ, που αφορούσε φόρο εισοδήματος του οικονομικού έτους 2008, β) το ποσό των 186,49 ευρώ, που αφορούσε ΕΤΑΚ του οικονομικού έτους 2009, γ) το ποσό των 670 ευρώ, που αφορούσε ΕΕΤΗΔΕ του οικονομικού έτους 2011, δ) το ποσό των 202,50 ευρώ, που αφορούσε ΕΕΤΗΔΕ   του οικονομικού έτους 2011, και ε) το ποσό των 670 ευρώ, που αφορούσε ΕΕΤΗΔΕ του οικονομικού έτους 2012 ήτοι το συνολικό ποσό των 23.698,24 ευρώ πλέον προσαυξήσεων, το ακριβές ποσό των οποίων δεν αποδείχθηκε. Τούτο διότι από τον προσκομιζόμενο με επίκληση από τον εναγόμενο υπ΄αριθμ. ………. πίνακα χρεών αποδεικνύεται το συνολικό ποσό των μέχρι την ημερομηνία αυτή προσαυξήσεων και όχι αυτών, που τυχόν είχαν προκύψει μέχρι τη συμπλήρωση τριετίας από την έναρξη της διάστασης των διαδίκων συζύγων. Εξάλλου ο εναγόμενος κατά το χρόνο συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης αλλά και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής εξακολουθούσε να διατηρεί την προαναφερθείσα ατομική του επιχείρηση εμπορίας και επισκευής μοτοσικλετών στον Κορυδαλλό Αττικής, την οποία εξακολουθούσε να διατηρεί τουλάχιστον μέχρι το χρόνο συζήτησης της αγωγής ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ωστόσο λόγω της γνωστής οικονομικής κρίσης από το οικονομικό έτος 2010 (χρήση 2009) και εφεξής άρχισε να εμφανίζει μεγάλη πτώση των ακαθαρίστων εσόδων της και συνακόλουθα έκτοτε έχει καταστεί ζημιογόνος. Ειδικότερα το οικονομικό έτος 2010 (χρήση 2009) εμφάνισε ζημία ποσού 66.811,28 ευρώ, το οικονομικό έτος 2011 (χρήση 2010) εμφάνισε καθαρά κέρδη ποσού 2.578,81 ευρώ, το οικονομικό έτος 2012 (χρήση 2009) εμφάνισε ζημία ποσού 15.764,68 ευρώ, το οικονομικό έτος 2013 (χρήση 2012) εμφάνισε ζημία ποσού 15.632,82 ευρώ, το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) εμφάνισε ζημία ποσού 32.095,06 ευρώ και το φορολογικό έτος 2014 (χρήση ιδίου έτους) εμφάνισε ζημία ποσού 86.623,23 ευρώ (βλ. σχετικά τα προσκομισθέντα εκκαθαριστικά της αρμόδιας ΔΟΥ). Επομένως η κατά τον ως άνω κρίσιμο χρόνο συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης αλλά και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, όπως αυτός προσδιορίστηκε ανωτέρω, αξία της εν λόγω επιχείρησης του εναγομένου είναι μηδαμινή. Κατά συνέπεια με βάση όλα τα ανωτέρω αποδείχθηκε ότι η αξία της αρχικής περιουσίας δηλ. αυτής, που είχε ο εναγόμενος κατά το χρόνο γέννησης της αξίωσης συμμετοχής της ενάγουσας σε αυτή αφαιρουμένου του κατά τον ως άνω χρόνο προαναφερθέντος παθητικού της ήτοι η αξία της τελικής περιουσίας, την οποία ο εναγόμενος διέθετε κατά το χρόνο συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης των διαδίκων συζύγων αναγομένης σε τιμές του χρόνου άσκησης της αγωγής, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 398.594,26 ευρώ (337.692,50 + 84.600 = 422.292,50 – 23.698,24). Επομένως κατά το χρόνο συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης των διαδίκων συζύγων αλλά και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής δεν υφίστατο επαύξηση της περιουσίας του εναγομένου ήτοι διαφορά στην περιουσιακή κατάσταση του σε δύο διαφορετικά χρονικά σημεία (χρόνος τέλεσης του γάμου-χρόνος γέννησης της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα) ώστε από τη σύγκριση της αξίας αυτών να κριθεί ότι υπάρχει περιουσιακή επαύξηση του εναγομένου, που να δικαιολογεί την αξίωση της ενάγουσας για συμμετοχή στα αποκτήματα (ΑΠ 1478/2017 ΕλλΔνη 2018 402, ΑΠ 1368/2013 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 1566/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1652/2003 ΕλλΔνη 2005 1662, ΑΠ 1166/2000 ΤΝΠ ΔΣΑ) αλλά αντιθέτως η περιουσία του κατά το χρόνο αυτό υπολειπόταν σε αξία της αρχικής του περιουσίας ήτοι αυτής, που διέθετε κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου κατά το ποσό των 102.405,74 (398.594,26 – 501.000) ευρώ.

Με βάση όλα τα ανωτέρω το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο κατέληξε στην ίδια κρίση και απέρριψε την αγωγή ως κατ΄ ουσία αβάσιμη με το σκεπτικό ότι δεν υφίστατο επαύξηση της περιουσίας του εναγομένου ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο ενώ δεν έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίσθηκαν ενώπιον του, όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζεται η εκκαλούσα με τους σχετικούς λόγους έφεσης κρίνονται απορριπτέα. Επομένως αφού δεν υπάρχουν προς εξέταση άλλοι λόγοι έφεσης, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της η υπό κρίση έφεση, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495§3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί η εκκαλούσα λόγω της ήττας της στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρ. 183, 176 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την έφεση.

Απορρίπτει αυτή στην ουσία.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων καθορίζει στο ποσό των 3.100 (τριών χιλιάδων εκατό) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις  21 Αυγούστου  2018.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ