Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 587/2020

Αριθμός  587/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αντώνιο Πλακίδα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη και Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη-Εισηγήτρια,  και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Η κρινόμενη από 26-3-2018 (αρ. καταθ. …../2018) έφεση κατά της υπ’ αρ. 4784/2017 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011) και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) κατατέθηκε, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ(βλ. το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ ΜΕ ΚΩΔΙΚΟ ………/2018 και είδους παραβόλου: e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ και την από 28-2-2018 πληρωμή της EUROBANK).

Με την από 6-10-2015 (αρ. καταθ. ……../2015) αγωγή του, ο ενάγων, ήδη εκκαλών, ιστορούσε ότι την 13-7-2013 απεβίωσε ο πατέρας του ιδίου και του εναγομένου, ……….., ενώ την 17-1-2013 είχε προαποβιώσει αυτού και η μητέρα τους ………. Ότι ο αποβιώσας πατέρας τους, ο οποίος υπήρξε εύπορος, με εξαιρετικά πετυχημένη επαγγελματική πορεία ως επιχειρηματίας και μόνοι εν ζωή αναγκαίοι κληρονόμοι του οποίου ήταν οι ίδιοι (ενάγων και εναγόμενος), με την από 10-8-2009 ιδιόγραφη διαθήκη του, νόμιμα δημοσιευθείσα, εγκατέστησε ως κληρονόμους του αυτούς, αλλά και τα ανήλικα τέκνα του εναγομένου, .. και .., σε έκαστο των οποίων κατέλιπε τα ειδικότερα αναφερόμενα σ’ αυτήν (αγωγή) δήλα περιουσιακά στοιχεία – εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων. Ακολούθως, ιστορούσε ότι, προ του θανάτου του, ο εν λόγω διαθέτης, δυνάμει του υπ’ αρ. ……/25-9-2009 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Νίκαιας ………, νόμιμα μεταγεγραμμένου, μεταβίβασε στον ίδιο (ενάγοντα) λόγω γονικής παροχής την ψιλή κυριότητα μίας οριζόντιας ιδιοκτησίας (αποτελούμενης από υπόγειο, ισόγειο, πρώτο όροφο και δώμα, επιφάνειας εκάστου ορόφου 436,50 τ.μ.), κείμενης επί της οδού …….. στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη Αττικής. Ότι προέβη στην ως άνω γονική παροχή δεδομένου ότι συνέτρεχε στο πρόσωπό του (ενάγοντος) το στοιχείο της ανάγκης, αφού ήδη από το έτος 1998 πάσχει από την αναφερόμενη σ’ αυτήν (αγωγή) βαρεία και χρόνια ψυχική νόσο, έχοντας νοσηλευθεί επανειλημμένως σε ψυχιατρικές κλινικές και όντας ανίκανος προς οποιαδήποτε εργασία, εξαιτίας της οποίας ο πατέρας του επιθυμούσε να τον εξασφαλίσει οικονομικά, ενώ επίσης η παροχή αυτή ήταν ανάλογη προς την οικονομική κατάσταση και την κοινωνική θέση του παρέχοντος γονέα του, σε αντιπαραβολή με την οικονομική, κοινωνική, μορφωτική και επαγγελματική θέση και τις ικανότητες του εναγομένου αδελφού του, ο οποίος είναι μορφωμένος, επιστήμων και ιδιαίτερα επιτυχημένος και οικονομικά εύρωστος επιχειρηματίας, με μεγάλη ακίνητη περιουσία. Περαιτέρω, ο ενάγων ισχυρίστηκε ότι κατά το χρόνο του θανάτου του ως άνω πατέρα τους υφίστατο στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ PROBANK Α.Ε.» κοινός λογαριασμός ταμιευτηρίου, με συνδικαιούχους τον ίδιο, τον αποβιώσαντα πατέρα του και την προαποβιώσασα αυτού μητέρα του, με χρηματική κατάθεση ποσού 530.000 ευρώ. Ότι την 23-7-2013, ήτοι 10 μόλις ημέρες μετά το θάνατο του πατέρα τους, ως μόνος πλέον επιζών δικαιούχος του εν λόγω χρηματικού ποσού, με δικό του αποκλειστικό και όχι με κληρονομικό δικαίωμα, συνήψε με τον εναγόμενο εντός του υποκαταστήματος Κορυδαλλού Αττικής της ως άνω Τράπεζας σύμβαση δωρεάς, με την οποία συμφώνησαν να του παράσχει χωρίς αντάλλαγμα το ποσό των 265.000 ευρώ (ήτοι το ήμισυ της παραπάνω κατάθεσης) και μάλιστα χωρίς να υφίσταται εκ μέρους του ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή λόγος ευπρέπειας, δεδομένου ότι, δυνάμει της προαναφερθείσας διαθήκης του πατέρα τους, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του είχε καταλειφθεί στον εναγόμενο και στα δύο τέκνα του, όπως ήταν ήδη γνωστό σε αμφότερους. Επιπροσθέτως ότι οι μεταξύ του ίδιου και του εναγομένου σχέσεις δεν ήταν στενές ως αδελφών, αλλά, αντίθετα, ο εναγόμενος διέκειτο αρνητικά προς το πρόσωπό του, έχοντας μάλιστα την 9-7-2013, ήτοι 4 μόλις ημέρες προ του θανάτου του πατέρα τους, υποβάλει αίτηση προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών για ακούσια νοσηλεία του σε ψυχιατρικό νοσοκομείο, επικαλούμενος το σοβαρό πρόβλημα υγείας του. Ότι η ως άνω δωρεά συντελέσθηκε με την κατά την ως άνω ημερομηνία εκ μέρους του διενέργεια δύο διαδοχικών αναλήψεων από τον παραπάνω τραπεζικό λογαριασμό, ποσών 60.000 ευρώ και 205.000 ευρώ, και αντίστοιχων καταθέσεων στον αναφερόμενο σ’ αυτήν (αγωγή) τραπεζικό λογαριασμό στην ίδια Τράπεζα που του υπέδειξε ο εναγόμενος αδελφός του, ο οποίος ήταν κοινός λογαριασμός του τελευταίου, της συζύγου του και των τέκνων του, οπότε η περιουσία αυτού (εναγομένου) αυξήθηκε κατά το ποσό των 265.000 ευρώ, με αντίστοιχη μείωση της περιουσίας του ιδίου. Ότι, παρά ταύτα, ο εναγόμενος την 20-3-2015 του κοινοποίησε την από 17-3-2015 (αρ. κατ. …………/2015) αγωγή του περί μέμψης άστοργης δωρεάς, το κείμενο της οποίας παραθέτει σ’ αυτήν (αγωγή) αυτολεξεί και με την οποία ζητούσε την ανατροπή, κατά ποσοστό 25%, της προαναφερθείσας γονικής παροχής που συνέστησε υπέρ αυτού ο αποβιώσας πατέρας τους, καθώς και τη μεταβίβαση σ’ αυτόν ποσοστού 25% εξ αδιαιρέτου του ακινήτου που η εν λόγω γονική παροχή αφορούσε (οριζόντιας ιδιοκτησίας επί της οδού …….. αρ. .), άλλως, επικουρικά την καταβολή ποσού 366.373,04 ευρώ κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Ακολούθως, ισχυρίστηκε ότι με την ενέργειά του αυτή ο εναγόμενος φάνηκε από υπαιτιότητά του με βαρύ παράπτωμα αχάριστος απέναντί του, αφού επέδειξε από υπαιτιότητά του συμπεριφορά που καταδεικνύει έλλειψη ευγνωμοσύνης έναντι της αφιλοκερδούς χειρονομίας του, η οποία αντιβαίνει στους κανόνες της ηθικής και της ευπρέπειας του μέσου συνετού κοινωνικού ανθρώπου και στις κρατούσες περί ηθικής και ευπρέπειας κοινωνικές αντιλήψεις, επιδεικνύοντας αχαριστία, απληστία και αδιαφορία προς το πρόσωπό του και την ψυχική του ασθένεια, παρά τη στενή συγγένειά τους και παρά το μεγάλο ύψος του χρηματικού ποσού που του δώρισε άμεσα, άδολα και αυθόρμητα, εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης, χωρίς να προσδοκά τίποτα από αυτόν (εναγόμενο) γνωρίζοντας την εύρωστη οικονομική του κατάσταση, αλλά και το γεγονός ότι είχε ήδη δεόντως τιμηθεί από τον πατέρα τους με την ιδιόγραφη διαθήκη του και ότι, για τους λόγους αυτούς, ανακαλεί την ως άνω γενόμενη υπέρ αυτού(εναγομένου) δωρεά. Με βάση δε το ανωτέρω ιστορικό, και δη όπως το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής παραδεκτά περιορίσθηκε πρωτοδίκως σε έντοκο αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την προσβαλλομένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως, αλλά και με τις προτάσεις του που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ζήτησε (ο ενάγων): Α)να αναγνωρισθεί η νομιμότητα της ανάκλησης της την 23-7-2013 γενόμενης εκ μέρους του προς τον εναγόμενο ως άνω δωρεάς και Β)να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος, μετά την εν λόγω ανάκληση της δωρεάς, οφείλει να του καταβάλει το ποσό των 265.000 ευρώ κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, αφού αυτός κατέστη πλουσιότερος σε βάρος της δικής του περιουσίας από αιτία που έληξε, ο δε πλουτισμός του σώζεται μέχρι σήμερα, και δη το εν λόγω ποσό νομιμότοκα από την 20-3-2015 (ημερομηνία επίδοσης της αγωγής περί μέμψης άστοργης δωρεάς), οπότε όφειλε να προβλέψει την αναζήτηση, άλλως από την επίδοση της (ένδικης) αγωγής και έως την εξόφληση, άλλως, επικουρικά, Γ)να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της ως άνω δωρεάς λόγω μη τήρησης του απαιτούμενου εκ του νόμου τύπου του συμβολαιογραφικού εγγράφου και Δ)να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος οφείλει να του καταβάλει το ποσό των 265.000 ευρώ κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, αφού κατέστη πλουσιότερος σε βάρος της δικής του περιουσίας χωρίς νόμιμη αιτία, και δη νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής και έως την εξόφληση. Επίσης, ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αρ. 4784/2017 οριστική απόφασή του, δικάζοντας, όπως προαναφέρθηκε, κατ’αντιμωλίαν των διαδίκων, αφού έκρινε ότι η αγωγή είναι ορισμένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου, και νόμιμη, εκτός από το αίτημα περί κηρύξεως της αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής, απέρριψε αυτήν (ένδικη αγωγή), κατά την κύρια βάση της ως κατ’ουσίαν αβάσιμη, ενώ έκρινε ότι παρέλκει η εξέταση της επικουρικής βάσης της (αγωγής), με την αιτιολογία ότι αυτή ασκήθηκε για την περίπτωση που το Δικαστήριο θα έκρινε ότι η επίδικη σύμβαση δωρεάς τυγχάνει άκυρη λόγω μη τήρησης του συμβολαιογραφικού τύπου, προϋπόθεση που, όπως έκρινε, δεν συνέτρεχε εν προκειμένω. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την προαναφερόμενη έφεση ο ηττηθείς ενάγων και με τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτή (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί, κατ’ εκτίμηση αυτής (εφέσεως), να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί, άλλως να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή, ως προς την κύρια βάση της, η ένδικη αγωγή.

Από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1 και παρ. 2 του Ν. 5638/1932 «Περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν», όπως, το άρθρο 1, έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 951/1971 και διατηρηθεί σε ισχύ με το άρθρο 124 περ. Δ΄ στοιχ. α΄ του Ν.Δ. 118/1973, και αυτών των άρθρων 2 παρ. 1 του Ν.Δ. της 17-7/13-8-1923 «Περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών», 411, 489, 490, 491 και 493 του ΑΚ προκύπτει ότι κατάθεση σε  κοινό  λογαριασμό, σύμφωνα  με την έννοια της παραπάνω διατάξεως του Ν.Δ. 5638/1932, είναι όχι μόνο εκείνη που έγινε από περισσότερους μαζί  στο όνομά  τους και σε κοινό  λογαριασμό των καταθετών, αλλά και εκείνη που έγινε από έναν ή περισσότερους στο όνομα και σε κοινό λογαριασμό των καταθετών και άλλων τρίτων προσώπων, εφόσον περιέχει τον όρο ότι μπορεί να γίνει χρήση του λογαριασμού από την κατάθεση  αυτή, είτε από έναν, στο όνομά τους, είτε από μερικούς, είτε και από όλους, στο όνομα των οποίων έγινε η κατάθεση είτε στο σύνολο, είτε εν μέρει χωρίς την σύμπραξη των άλλων δικαιούχων και είναι αδιάφορο εάν τα χρήματα της κατάθεσης ανήκουν σε όλους εκείνους υπέρ των οποίων έγινε η κατάθεση ή σε κάποιους από αυτούς. Με την κατάθεση δε των χρημάτων στο όνομα περισσοτέρων δικαιούχων δημιουργείται ενεργητική εις ολόκληρον ενοχή κατά την έννοια των άρθρων 489  επ. του ΑΚ (ΕρμΑΚ άρθρο 489, αρ. 12, Καράσης εις Γεωργιάδη – Σταθόπουλου ΑΚ άρθρο 489), η δε κυριότητα των χρημάτων της κατάθεσης περιέρχεται στην Τράπεζα και αποκτάται ξανά, με την ανάληψη, όχι από τον καταθέτη, που έχει απολέσει την κυριότητα με την κατάθεση, αλλά από τον αναλαμβάνοντα, που είναι δικαιούχος επίσης έναντι της Τράπεζας για την απόδοση σ’ αυτόν της καταθέσεως, σαν δανειστής της Τράπεζας απαιτήσεως εις ολόκληρον, κατά τα προαναφερόμενα (ΑΠ 1709/1986 ΝοΒ 35.223, ΑΠ1183/1985 ΝοΒ 33.1257). Η Τράπεζα, δηλαδή, βαρύνεται, απλώς με την ενοχική υποχρέωση, να αποδώσει, κατά τον χρόνο που συμφωνήθηκε ή κατ’ άλλον χρόνο, άλλα χρήματα μέχρι του ποσού της γενομένης κατάθεσης και πάντως με τους οφειλόμενους τόκους σε οποιονδήποτε από τους δικαιούχους του λογαριασμού θελήσει να κάνει ανάληψη μέρους ή όλων των χρημάτων, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης κατάθεσης (ΣυμβΑΠ 54/2000, ΑΠ 471/1996). Σε περίπτωση δε που αναληφθεί ολόκληρο το ποσό της χρηματικής κατάθεσης από έναν δικαιούχο, επέρχεται απόσβεση της απαίτησης εις ολόκληρον έναντι του δέκτη της κατάθεσης (Τράπεζας) και ως προς τον άλλον, δηλαδή τον δικαιούχο που δεν ανέλαβε, ο οποίος από το νόμο πλέον αποκτά απαίτηση έναντι εκείνου, που ανέλαβε ολόκληρη την κατάθεση, για την καταβολή ποσού ίσου προς το μισό της κατάθεσης, εκτός εάν από τη μεταξύ τους εσωτερική σχέση προκύπτει άλλη αναλογία ή δικαίωμα επί ολόκληρου του ποσού ή έλλειψη δικαιώματος αναγωγής, από μέρους αυτού, που δεν προέβη στην ανάληψη του ποσού (ΑΠ 946/2015, ΑΠ 1550/2007), εξαίρεση, της οποίας το βάρος της επίκλησης και απόδειξης έχει ο διάδικος, ο οποίος προβάλλει περιστατικά που θεμελιώνουν το ως άνω εξαιρετικό δικαίωμα (ΑΠ 1001/2012, 2058/2007). Σε περίπτωση θανάτου, οι επιζώντες λαμβάνουν ό,τι είχε καταθέσει εκείνος, που απεβίωσε με δικό τους αποκλειστικά δικαίωμα και όχι με βάση το κληρονομικό δικαίωμα (ΑΠ 1/1983 ΝοΒ 31.1366, ΕφΑθ 2568/1988, ΕφΑθ 2257/1985, ΕφΑθ 1412/1985, Μπαλή: Εγχειρ. Κληρ. Δ., (1938), παρ. 237, σελ. 373-374, Λιτζερόπουλου: Κληρ. Δ., (1957), τομ. Α΄, παρ. 70, σελ. 112). Αναφορικά με την εσωτερική σχέση, που συνδέει τους πολλούς συνδικαιούχους του λογαριασμού, αυτή μπορεί να είναι εντολή, δάνειο κ.λπ. Τέτοια σχέση μπορεί να είναι και δωρεά, η οποία, μάλιστα, μπορεί να συσταθεί και χωρίς την τήρηση του συμβολαιογραφικού εγγράφου, δεδομένου ότι η δωρεά συντελείται με την κατάθεση των χρημάτων εκείνου, που τα καταθέτει (δωρητή) στην Τράπεζα σε κοινό λογαριασμό άλλων (δωρεοδόχων), που έχουν τη δυνατότητα ανάληψης, όποτε θελήσουν (άρθρο 498 παρ. 2 του ΑΚ) και έτσι πραγματοποιείται και ο σκοπός, που επέβαλε την τήρηση του τύπου, δηλαδή ωριμότητα της σκέψεως (ΕφΑθ 2568/1988 ΑρχΝ 39.407, Λιτζερόπουλου: ΕρμΑΚΕισΝΑΚ, άρθρο 117, αρ. 13, Παμπούκη: Τραπεζικαί Πιστωτικαί Συμβάσεις (1962), παρ. 113, σελ. 315). Τα παραπάνω δεν μεταβάλλονται από το γεγονός ότι ο δωρεοδόχος είναι συγχρόνως και δικαιούχος του κοινού λογαριασμού (ΑΠ 1410/2015, ΕφΛαρ 235/2001, ΕφΛαρ 43/2001, ΕφΑθ 2568/1988).Περαιτέρω, κατά το άρθρο 505 του ΑΚ, «Ο δωρητής έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ του παράπτωμα αχάριστος απέναντι στο δωρητή, στο σύζυγο ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωσή του να διατρέφει το δωρητή». Ως αχαριστία, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η οποία δικαιολογεί την ανάκληση της δωρεάς, θεωρείται η βαριά αντικοινωνική συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου, που αποτελεί παράβαση των κανόνων του δικαίου ή των αντιλήψεων περί ηθικής και ευπρέπειας, που επικρατούν στην κοινωνία και οφείλεται σε υπαιτιότητά του, προσβάλλει δε άμεσα αγαθά του δωρητή. Έτσι, αχαριστία μπορεί, κατά τις περιστάσεις, να αποτελεί και η χωρίς σοβαρό λόγο αδιαφορία του δωρεοδόχου για την τύχη του δωρητή, όταν ο τελευταίος έχει ανάγκη περίθαλψης και οικονομικής ενίσχυσης, έστω και αν η δωρεά δεν συμφωνήθηκε υπό τον όρο της διατροφής του, όπως και η καταφρόνησή του με λόγο ή έργο. Κριτήρια της βαρύτητας του παραπτώματος από αντικειμενική άποψη είναι ο δεσμός δωρητή και δωρεοδόχου, τα ελατήρια της δωρεάς και η αξία του αντικειμένου της, όπως και ο τρόπος ενέργειας και ο χαρακτήρας του δωρεοδόχου και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δωρητή, της συζύγου του ή στενού συγγενούς του, ενώ από υποκειμενική άποψη πρέπει να αποτελεί εκδήλωση αξιόμεμπτης συμπεριφοράς, ενδεικτική της έλλειψης ευγνωμοσύνης στην αφιλοκερδή χειρονομία του δωρητή. Το ζήτημα αν η καταδεικνύουσα την αχαριστία συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου συνιστά ή όχι βαρύ παράπτωμα αυτού, κρίνεται από τον δικαστή, ο οποίος για την διαμόρφωση της κρίσης του εκτιμά την συμπεριφορά αυτήν με βάση αντικειμενικά κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη και τον βαθμό της υπαιτιότητας του δωρεοδόχου και τυχόν συντρέχον πταίσμα του δωρητή ή του συζύγου ή στενού συγγενούς του και αποφαίνεται αν η υπ’ αυτού γενόμενη δεκτή, ως εμπίπτουσα κατ’ αντικειμενική κρίση στις νομικές έννοιες του βαρέως παραπτώματος και της αχαριστίας, συμπεριφορά του δωρεοδόχου συνιστά στην συγκεκριμένη περίπτωση βαρύ παράπτωμα και αχαριστία. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου της ουσίας ελέγχεται αναιρετικώς, όχι ως προς το εάν έλαβαν χώρα τα συνιστώντα το βαρύ παράπτωμα και την αχαριστία πραγματικά περιστατικά, αλλά ως προς την περαιτέρω αξιολόγηση αν τα περιστατικά, όπως τα δέχθηκε ο δικαστής της ουσίας ότι αποδείχθηκαν, πληρούν ή όχι το πραγματικό των νομικών εννοιών του βαρέως παραπτώματος και της αχαριστίας και κατά συνέπεια δικαιολογούν ή αποκλείουν την εφαρμογή του άρθρου 505 του ΑΚ (ΑΠ726/2017, ΑΠ 173/2017). Εξάλλου κατά το άρθρο 509 παρ. 1 του ΑΚ η ανάκληση της δωρεάς γίνεται με άτυπη σχετική δήλωση του δωρητή προς το δωρεοδόχο, συνεπώς και με αγωγή, τα δε αποτελέσματα της ανάκλησης επέρχονται ευθύς ως περιέλθει η δήλωση περί ανακλήσεως σ’ αυτόν ή τον νόμιμο αντιπρόσωπό του και εφόσον ο λόγος της ανάκλησης είναι αληθινός και δύναται να δικαιολογήσει την ανάκληση. Για την ευδοκίμηση της αγωγής περί ανακλήσεως της δωρεάς πρέπει, αφενός, ο λόγος αχαριστίας να υπάρχει κατά το χρόνο της ανάκλησης, αφετέρου να αποδείξει ο ενάγων την αλήθεια του αναφερόμενου στη δήλωση ανάκλησης λόγου και, αν αυτός αφορά στην επιδειχθείσα από το δωρεοδόχο αχαριστία, να αποδείξει το έναντι του βαρύ παράπτωμα από το οποίο προήλθε αυτή. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων με εκείνες των άρθρων 904 επ. του ΑΚ, προκύπτει ότι αν ανακληθεί νόμιμα η δωρεά για λόγους αχαριστίας, ο δωρητής δικαιούται ενοχικώς σε αυτούσια απόδοση του δωρηθέντος πράγματος, ο τρόπος δε της αυτούσιας απόδοσης εξαρτάται από την ιδιαίτερη φύση του συγκεκριμένου κάθε φορά δικαιώματος που απέκτησε ο λήπτης. Τέλος, κατά το άρθρο 512 του ΑΚ «δωρεές που έγιναν από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας δεν μπορούν να ανακληθούν». Δωρεές από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον, μη υποκείμενες σε ανάκληση, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, είναι εκείνες που αντικειμενικά, κατά τις επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις, ανταποκρίνονται σε κάποιο ιδιαίτερο ηθικό καθήκον του δωρητή, όπως οι σχέσεις συγγένειας ή φιλίας, ασχέτως προς τα ελατήρια της βούλησής του, ενώ δωρεές από λόγους ευπρέπειας είναι εκείνες που ανταποκρίνονται στις κοινωνικές συνήθειες ή απαιτήσεις της κοινής γνώμης ή γίνονται από κοινωνική υποχρέωση. Η φύση της συναπτόμενης σύμβασης δεν εξαρτάται από την ονομασία που δίνεται σ’ αυτή από τους συμβαλλομένους, αλλά ο χαρακτηρισμός της αποτελεί έργο του δικαστηρίου, το οποίο σχηματίζει την κρίση του από το περιεχόμενο όσων έχουν συμφωνηθεί και καθορίζει τους προσιδιάζοντες στη σχέση κανόνες δικαίου, προσφεύγοντας, αν υπάρχει ανάγκη, και σε στοιχεία ευρισκόμενα έξω από τη σύμβαση, όταν αυτά συνδέονται με τα συμφωνηθέντα κατά τρόπο που επηρεάζει το αποτέλεσμα. Ο από την παραπάνω διάταξη του άρθρου 512 του ΑΚ ισχυρισμός του εναγομένου δωρεοδόχου, συνιστά καταλυτική ένσταση της αγωγικής αξιώσεως του ενάγοντος δωρητή που έχει έρεισμα στη διάταξη του άρθρου 505 του ίδιου κώδικα και πρέπει να προτείνεται προσηκόντως και να επαναφέρεται νομίμως ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (ΑΠ 655/2014, ΑΠ 2054/2014). Περαιτέρω ο ενάγων δωρητής κατά την άσκηση της αξιώσεως προς απόδοση του δωρηθέντος στην περίπτωση ανακλήσεως της δωρεάς, οφείλει να αναφέρει στο δικόγραφο της αγωγής του, πλην των οριζομένων στα άρθρα 118, 119 παρ. 1 και 216 του ΚΠολΔ, την σύμβαση συστάσεως της δωρεάς, την εκ μέρους του εκπλήρωση της υποχρεώσεώς του δια της παραδόσεως του δωρηθέντος πράγματος στον εναγόμενο, ο οποίος κατέστη κατά τούτο αδικαιολογήτως πλουσιότερος, την δήλωση ανακλήσεως της δωρεάς και την αιτία της ανακλήσεως, καθώς και αίτημα αποδόσεως σ’ αυτόν του δωρηθέντος, συνεπεία της ανακλήσεως της δωρεάς (άρθρα 505, 509, 904, 908 του ΑΚ, ΕφΘεσ 1490/2011). Στην προκειμένη περίπτωση, με αυτό το περιεχόμενο η ένδικη αγωγή είναι πλήρως ορισμένη, καθόσον στο δικόγραφο αυτής διαλαμβάνονται όλα τα απαραίτητα για το ορισμένο της στοιχεία. Συγκεκριμένα επαρκώς εκτίθενται στην ένδικη αγωγή α)η σύσταση έγκυρης δωρεάς, β)η γενόμενη ανάκληση της δωρεάς, γ)περιστατικά που δικαιολογούν, σύμφωνα µε το νόμο, την ανάκληση, αναγόμενα σε επίδειξη αχαριστίας εκ μέρους του δωρεοδόχου και δ)αίτημα απόδοσης του δωρηθέντος, σύμφωνα µε τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Επομένως, ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός που προέβαλε πρωτοδίκως ο εναγόμενος, τον οποίο επαναφέρει ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, πρέπει να απορριφθεί.

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων του ……., του ενάγοντος και …….. του εναγομένου, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται (οι καταθέσεις) στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του ίδιου (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου και των επικαλούμενων και προσκομιζόμενων από τον εναγόμενο – εφεσίβλητο υπ’ αρ. …….. ενόρκων βεβαιώσεων των ……….., αντίστοιχα, που, με επιμέλεια αυτού (εναγομένου, ήδη εφεσιβλήτου), λήφθηκαν, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά την 19-4-2017, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος, ήδη εκκαλούντος (βλ. την υπ’ αρ. …/Β/12-4-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………, που έχει την έδρα του στον Πειραιά), καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι[ανάμεσα στα οποία και αυτά που για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας προσκομίζονται με επίκληση, όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)] και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων(ΑΠ 1088/2019, ΑΠ 394/2012), μεταξύ των οποίων και οι επικαλούμενες και προσκομιζόμενες μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφίες (άρθρα 444, 448 και 457 του ΚΠολΔ, πρβλ. ΑΠ 1707/2009, ΑΠ 230/2008, ΑΠ 239/2004), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τον εφεσίβλητο υπό στοιχεία iv και x ξενόγλωσσα έγγραφα, καθόσον δεν υποβάλλεται μαζί, κατ’ άρθρο 454 του ΚΠολΔ, και επίσημη μετάφραση αυτών [σημειώνοντας ότι ο εφεσίβλητος στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνει, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξούσιου Δικηγόρου του (εφεσιβλήτου), και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 13-7-2013 απεβίωσε στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας ο ………, ο οποίος κατά το χρόνο θανάτου του κατέλιπε μόνους πλησιέστερους συγγενείς του τους διαδίκους – υιούς του από το γάμο του με τη σύζυγό του ……, η οποία είχε ήδη προαποβιώσει αυτού την 17-1-2013. Ο ως άνω αποβιώσας, ηλικίας, περίπου, 88 ετών κατά το χρόνο θανάτου του, υπήρξε εν ζωή ένας ιδιαίτερα επιτυχημένος επιχειρηματίας, έχοντας δημιουργήσει μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία. Δυνάμει δε της από 10-8-2009 ιδιόγραφης διαθήκης του, την οποία είχε νόμιμα καταθέσει ενώπιον του συμβολαιογράφου Νίκαιας ……, με την υπ’ αρ. ……../16-10-2012 πράξη κατάθεσης αυτού, και η οποία δημοσιεύθηκε νόμιμα με τα υπ’ αρ. 183/2013 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, ο ως άνω πατέρας των διαδίκων εγκατέστησε ως κληρονόμους του τους τελευταίους, αλλά κατέλιπε δήλα πράγματα και στα εγγόνια του – ανήλικα τέκνα του εναγομένου, …….. και ……… Ειδικότερα, με την ως άνω διαθήκη του ο διαθέτης κατέλιπε στον εναγόμενο τα εξής ακίνητα, ήτοι: 1)ποσοστό 1/2εξ αδιαιρέτου οικοδομής, κείμενης στον Κορυδαλλό Αττικής και επί της οδού …….., αποτελούμενης από υπόγειο, ισόγειο και α΄ υπέρ το ισόγειο όροφο, συνολικής επιφάνειας 570 τ.μ., 2)ποσοστό 1/2εξ αδιαιρέτου δύο όμορων αγρών, κείμενων στο Δήμο Αυλώνα Αττικής, στη θέση … (…. χλμ Ε.Ο. Αθηνών – Λαμίας), συνολικής έκτασης 4 στρεμμάτων περίπου, 3)ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου τριών όμορων αγρών, κείμενων στο Δήμο Αυλώνα Αττικής, στη θέση … (… χλμ Ε.Ο. Αθηνών – Λαμίας), συνολικής έκτασης 12,5 στρεμμάτων περίπου, 4)ποσοστό 1/2εξ αδιαιρέτου ενός αγροτεμαχίου, κείμενου στο Μαραθώνα Αττικής, συνολικής έκτασης 360 τ.μ., 5)ένα οικόπεδο κείμενο στη θέση «……….» ή «…….» Αγίων Θεοδώρων Κορινθίας, έκτασης 1.147 τ.μ., και 6)ένα ισόγειο κατάστημα, κείμενο στον Πειραιά και επί της ……….., επιφάνειας 21,70 τ.μ.. Στον δε ενάγοντα κατέλιπε τα εξής ακίνητα, ήτοι: 1)την επικαρπία επί διαμερίσματος του 4ου ορόφου πολυκατοικίας κείμενης στη Γλυφάδα Αττικής και επί των οδών …….. και …., επιφάνειας 180 τ.μ., 2)την επικαρπία επί διαμερίσματος του 1ου ορόφου της ίδιας ως άνω πολυκατοικίας, επιφάνειας 94 τ.μ., 3)την επικαρπία επί της υπ’ αρ. 3 αποθήκης – γκαράζ του ισογείου της ίδιας ως άνω πολυκατοικίας, επιφάνειας 20 τ.μ., και 4)το δικαίωμα χρήσης του ελεύθερου χώρου του δώματος (ταράτσας) άνωθεν του ως άνω διαμερίσματος του 4ου ορόφου. Επίσης, ο διαθέτης κατέλιπε: α)αφενός μεν στον εγγονό του ……… την ψιλή κυριότητα του ως άνω διαμερίσματος του 1ου ορόφου της πολυκατοικίας επί των οδών ………….. στη Γλυφάδα, β)αφετέρου δε στην εγγονή του ………. την ψιλή κυριότητα του ως άνω διαμερίσματος του 4ου ορόφου της ίδιας πολυκατοικίας και γ)σε αμφότερα τα εν λόγω εγγόνια του, ποσοστό 1/2  εξ αδιαιρέτου σε έκαστο της ψιλής κυριότητας της ως άνω αποθήκης γκαράζ της ίδιας πολυκατοικίας. Περαιτέρω, ο ως άνω πατέρας των διαδίκων, 1½μόλις μήνα μετά τη σύνταξη της παραπάνω διαθήκης του, δυνάμει του υπ’ αρ. ……./25-9-2009 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Νίκαιας ……….. μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στον ενάγοντα – υιό του την ψιλή κυριότητα, παρακρατώντας για τον εαυτό του το δικαίωμα της ισόβιας επικαρπίας, μίας οριζόντιας ιδιοκτησίας (τμήμα α), αποτελούμενης από υπόγειο εμβαδού 436,50 τ.μ., ισόγειο εμβαδού 436,50 τ.μ., α΄ πάνω από το ισόγειο όροφο εμβαδού 436,50 τ.μ. και δώμα εμβαδού 28 τ.μ., οικοδομής κείμενης επί της οδού ……… στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη Αττικής, συνολικής αξίας κατά το χρόνο της μεταβίβασης ποσού 1.274.376,92 ευρώ, η οποία υπερβαίνει τη συνολική αξία της παραπάνω κληρονομιαίας περιουσίας που ο διαθέτης κατέλειπε με την ως άνω διαθήκη του. Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε, ήδη από το έτος 1998 διαπιστώθηκε ότι ο ενάγων, ηλικίας τότε 35 περίπου ετών, πάσχει από βαρεία ψυχική διαταραχή και ειδικότερα από χρόνια ψυχωσική συνδρομή, για την αντιμετώπιση της οποίας έχει στο παρελθόν νοσηλευθεί στην Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου «Σωτηρία» και στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής και έκτοτε βρίσκεται υπό τακτική ψυχιατρική παρακολούθηση και ακολουθεί αντιψυχωσική φαρμακευτική αγωγή, χωρίς σημαντική βελτίωση της κατάστασής του, ενώ ήδη από το έτος 2004 έχει κριθεί ανίκανος για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα και του έχει αναγνωρισθεί ποσοστό αναπηρίας 67% από τις αρμόδιες Υγειονομικές Επιτροπές. Εξαιτίας δε και των ως άνω προβλημάτων υγείας που ο ενάγων αντιμετωπίζει, οι σχέσεις μεταξύ των διαδίκων δεν ήταν ποτέ αρμονικές και οι αρμόζουσες μεταξύ αδελφών, καθόσον ο μεν ενάγων ανέκαθεν αισθανόταν μειονεκτικά απέναντι στον εναγόμενο, ο οποίος είναι από πολλών ετών ανεξάρτητος οικονομικά και επιτυχημένος επιχειρηματίας, έχοντας δημιουργήσει τη δική του οικογένεια, ενώ από την άλλη πλευρά ο εναγόμενος δυσανασχετούσε, λόγω του ότι ο ενάγων έχαιρε ευνοϊκότερης μεταχείρισης εκ μέρους των γονέων τους λόγω της πάθησής του. Περαιτέρω, όπως αποδείχθηκε, σε συνεστίαση που παρατέθηκε από την οικογένειά τους μετά την τέλεση του μνημοσύνου του τεσσαρακονθημέρου μετά το θάνατο της μητέρας τους, ο ενάγων δημιούργησε σοβαρό επεισόδιο σε βάρος του εναγομένου αδελφού του, μην επιθυμώντας την παρουσία του εκεί, ενώ μετά το πέρας της συνεστίασης επέδειξε απειλητικά ένα όπλο σε βάρος του εναγομένου και κατά το επόμενο χρονικό διάστημα συνέχισε να τον απειλεί τηλεφωνικά. Εξαιτίας δε της συμπεριφοράς αυτής του ενάγοντος, ο εναγόμενος, κατόπιν παραινέσεων φίλων και συγγενών του, στις αρχές Ιουλίου 2013 υπέβαλε ενώπιον του αρμόδιου Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών αίτηση για ακούσια νοσηλεία του, συνεπεία της οποίας την 9-7-2013 (ήτοι 4 ημέρες προ του θανάτου του πατέρα τους) ο ενάγων εισήχθη προς νοσηλεία στην Ψυχιατρική Κλινική του νοσοκομείου «ΣΩΤΗΡΙΑ», χωρίς όμως τελικά να διαπιστωθούν συμπτώματα υποτροπής της νόσου του. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι κατά τον ως άνω χρόνο θανάτου του πατέρα των διαδίκων υφίστατο στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ PROBANK Α.Ε.» ο υπ’ αρ. ΙΒΑΝ ………. κοινός λογαριασμός ταμιευτηρίου, με συνδικαιούχους τον αποβιώσαντα ……….., την προαποβιώσασα αυτού μητέρα των διαδίκων ……… και τον ενάγοντα, στον οποίο υπήρχε χρηματική κατάθεση ποσού περίπου 530.000 ευρώ. Σημειωτέον δε ότι η εν λόγω χρηματική κατάθεση προερχόταν αποκλειστικά από αποταμιεύσεις του πατέρα των διαδίκων, ο οποίος, όπως ήδη προεκτέθηκε, ήταν ένας ιδιαίτερα επιτυχημένος επιχειρηματίας και είχε αποκτήσει πολύ μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία, ενώ αντίθετα ο ενάγων, εξαιτίας της ψυχικής του πάθησης, ουδέποτε εργάσθηκε προκειμένου να αποκτήσει εισόδημα. Ενόψει, λοιπόν, του ότι οι λοιποί συνδικαιούχοι του εν λόγω λογαριασμού είχαν ήδη αποβιώσει, ο ενάγων κατέστη αποκλειστικός δικαιούχος της χρηματικής κατάθεσης αυτής με δικό του αποκλειστικά δικαίωμα και όχι με βάση το κληρονομικό του δικαίωμα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας. Ακολούθως, την 23-7-2013, ήτοι 10 μόλις ημέρες μετά το θάνατο του πατέρα τους και 14 ημέρες μετά την εισαγωγή του ενάγοντος προς ακούσια νοσηλεία στην Ψυχιατρική Κλινική του νοσοκομείου «ΣΩΤΗΡΙΑ» κατόπιν της σχετικής αίτησης του εναγομένου, οι διάδικοι μετέβησαν στο υποκατάστημα Κορυδαλλού της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ PROBANK Α.Ε.», όπου συνήφθη μεταξύ τους σύμβαση δωρεάς και ειδικότερα ο ενάγων ανέλαβε την υποχρέωση να παράσχει στον εναγόμενο αδελφό του, χωρίς αντάλλαγμα, το ήμισυ περίπου της παραπάνω χρηματικής κατάθεσης, ήτοι το ποσό των 265.000 ευρώ, και αμέσως μετά, προς εκπλήρωση της παραπάνω υποχρέωσής του, προέβη αρχικά σε δύο διαδοχικές αναλήψεις, ποσών 60.000 ευρώ και 205.000 ευρώ, τα οποία στη συνέχεια κατέθεσε, καθ’ υπόδειξη του εναγομένου, στον επίσης τηρούμενο στην ίδια ως άνω Τράπεζα υπ’ αρ. ΙΒΑΝ ………….. κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου, με συνδικαιούχους τον τελευταίο, τη σύζυγό του και τα τέκνα τους. Σημειωτέον δε ότι, παρά τη μη τήρηση του συμβολαιογραφικού τύπου για τη σύσταση της παραπάνω σύμβασης δωρεάς, η τελευταία είναι έγκυρη, εφόσον το αντικείμενό της ήταν κινητά πράγματα, καθόσον συντελέσθηκε με την κατάθεση των χρημάτων του ενάγοντος – δωρητή στον κοινό τραπεζικό λογαριασμό του δωρεοδόχου – εναγομένου (άρθρο 498 εδ. β΄ του ΑΚ), ο οποίος είχε πλέον τη δυνατότητα ανάληψης αυτών όποτε αυτός ήθελε, επίσης, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας. Επιπροσθέτως, ταυτόχρονα με τις ως άνω αναλήψεις και καταθέσεις προς τον εναγόμενο, ο ενάγων προέβη, επίσης, σε αναλήψεις ποσών 58.753 ευρώ και 205.000 ευρώ από τον ίδιο ως άνω υπ’ αρ. ΙΒΑΝ …………. κοινό λογαριασμό του ιδίου και των αποβιωσάντων γονέων του, τα οποία στη συνέχεια κατέθεσε σε επίσης τηρούμενο στην ίδια ως άνω Τράπεζα ατομικό του λογαριασμό ταμιευτηρίου. Ακολούθως δε, και μάλιστα χωρίς να αποδεικνύεται ότι οι μεταξύ των διαδίκων σχέσεις κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε βελτιώθηκαν, ο εναγόμενος την 20-3-2015 επέδωσε στον ενάγοντα την ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 17-3-2015 (αρ. κατ. ………../17-3-2015) αγωγή του περί μέμψης άστοργης δωρεάς, με την οποία, ισχυριζόμενος ότι η από 10-8-2009 ιδιόγραφη διαθήκη του αποβιώσαντος πατέρα τους έθιγε το δικαίωμά του στη νόμιμη μοίρα, διότι η αξία των καταλειφθέντων στον ίδιο με αυτή δήλων κληρονομιαίων ακινήτων υπολειπόταν της νόμιμης μοίρας που αυτός εδικαιούτο κατά το ποσό των 366.373,04 ευρώ, ζήτησε να ανατραπεί κατά ποσοστό 25% η δυνάμει του ως άνω υπ’ αρ. ………../2009 συμβολαίου γενόμενη προς τον ήδη ενάγοντα γονική παροχή, ως έχουσα στην πραγματικότητα το χαρακτήρα δωρεάς, και να υποχρεωθεί ο ήδη ενάγων να του μεταβιβάσει ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου του μεταβιβασθέντος με αυτήν ακινήτου κατ’ άρθρο 949 του ΚΠολΔ, ενώ επικουρικά ζήτησε να υποχρεωθεί ο ήδη ενάγων να του καταβάλει το ως άνω ποσό των 366.373,04 ευρώ κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Ακολούθως δε, ο ενάγων άσκησε σε βάρος του εναγομένου την ένδικη αγωγή του, η οποία επιδόθηκε νομίμως στον τελευταίο την 15-10-2015 (βλ. την υπ’ αρ. …/15-10-2015 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών …………), ήτοι εντός της ετήσιας αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 510 του ΑΚ (με έναρξη αυτής από την ως άνω επίδοση της αγωγής περί μέμψης άστοργης δωρεάς), με την οποία δήλωσε ότι ανακαλεί την προαναφερθείσα επίδικη δωρεά για τους αναφερόμενους σ’ αυτή λόγους. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του ότι η σε βάρος του άσκηση της παραπάνω αγωγής του εναγομένου συνιστά βαρύ του παράπτωμα, με το οποίο φάνηκε αχάριστος απέναντί του, αφού η ενέργειά του αυτή φανερώνει σαφώς την έλλειψη συναισθήματος ευγνωμοσύνης προς αυτόν και είναι προδήλως και βαρέως αντικοινωνική, αντιβαίνοντας στις κρατούσες περί ηθικής και ευπρέπειας κοινωνικές αντιλήψεις και ειδικότερα διότι: α)αφενός μεν ο ίδιος προέβη στην επίδικη δωρεά αυθόρμητα, αφιλοκερδώς και χωρίς να έχει την παραμικρή νομική ή ηθική υποχρέωση προς τούτο, αφού ο εναγόμενος είναι οικονομικά ευκατάστατος και είχε τιμηθεί δεόντως, τόσον ο ίδιος, όσο και τα τέκνα του, με την ιδιόγραφη διαθήκη του πατέρα τους, η δε δωρεά αποτελεί σπάνια χειρονομία, την οποία ο εναγόμενος ουδόλως εκτίμησε και έλαβε χώρα παρόλο που έως το χρόνο συντέλεσής της η συμπεριφορά του απέναντι  στον ενάγοντα δεν ήταν καλή, ούτε είχαν στενές σχέσεις, και μάλιστα στο μέσον της μεγάλης οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, γεγονός που θα μπορούσε να τον καταστήσει διστακτικό στη δωρεά ενός τόσο μεγάλου χρηματικού ποσού και παρά το γεγονός ότι είναι βαρύτατα ψυχικά ασθενής και δαπανά σημαντικά ποσά για την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη, ενώ είναι ανίκανος να αποκτήσει εισοδήματα, β)αφετέρου δε η εν λόγω ενέργεια του εναγομένου να διεκδικήσει δικαστικά περαιτέρω οικονομική ωφέλεια, που έλαβε χώρα απροειδοποίητα και χωρίς καμία προηγούμενη προσπάθεια προσέγγισής του, φανερώνει απληστία εκ μέρους του και μάλιστα, παρόλο που γνωρίζει την ψυχική του ασθένεια, αδιαφορώντας πλήρως για την κατάστασή του. Σχετικά δε με τους παραπάνω αγωγικούς ισχυρισμούς, θα πρέπει να λεχθούν τα εξής: Όπως αποδείχθηκε, ο πατέρας των διαδίκων, ………….., ήδη δύο περίπου μήνες πριν από το θάνατό του, το Πάσχα του έτους 2013, οπότε βρισκόταν προσκεκλημένος στην εξοχική οικία του εναγομένου στη …. Αρκαδίας, είχε εκφράσει ενώπιον του τελευταίου και τρίτων προσώπων την πρόθεσή του να περιέλθει σ’ αυτόν (………..) το ήμισυ του χρηματικού ποσού που βρισκόταν κατατεθειμένο στον προαναφερθέντα κοινό τραπεζικό λογαριασμό στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ PROBANK Α.Ε.», καθώς και ότι την πρόθεσή του αυτή θα γνωστοποιούσε άμεσα και στον ενάγοντα, ως συνδικαιούχο του λογαριασμού αυτού, όπως και πράγματι έπραξε προ του θανάτου του, δεδομένου ότι, όπως ήδη προεκτέθηκε, τα υπάρχοντα στον τραπεζικό λογαριασμό αυτό χρήματα προέρχονταν αποκλειστικά από δικές του (ήτοι του πατέρα των διαδίκων) αποταμιεύσεις. Ο τελευταίος δε (πατέρας των διαδίκων), ο οποίος ενημέρωσε τον ενάγοντα για την ως άνω πρόθεσή του, λόγω του αιφνίδιου θανάτου του, δεν πρόλαβε να ορίσει τον εναγόμενο συνδικαιούχο στον ως άνω τραπεζικό λογαριασμό, ή να τροποποιήσει σχετικά τη διαθήκη του ή να συνάψει σχετική έγγραφη σύμβαση υπέρ τρίτου, γνωστοποιώντας αυτήν στον εφεσίβλητο. Σε εκπλήρωση δε της ως άνω επιθυμίας του αποβιώσαντος πατέρα τους, ο ενάγων, ο οποίος γενικότερα σεβόταν πάντοτε τη βούληση και τις επιθυμίες του πατέρα του, από τον οποίο είχε εξάλλου και οικονομική εξάρτηση, δέκα ημέρες μετά το θάνατο του τελευταίου προέβη στην επίδικη δωρεά με την εκταμίευση του ποσού των 265.000 ευρώ (ήτοι του ½ περίπου της συνολικής κατάθεσης) από τον παραπάνω κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου, ενώ, αντίθετα, ουδόλως αποδείχθηκαν οι ισχυρισμοί του ότι ο ίδιος προέβη στην ενέργεια αυτή αυθόρμητα, άδολα και χωρίς να έχει οποιαδήποτε ηθική υποχρέωση προς τούτο, και μάλιστα σε μία προσπάθεια να αποκατασταθούν οι μεταξύ τους σχέσεις, εφόσον ο αδελφός του ήταν ο μόνος εναπομείνας στενός του συγγενής. Μάλιστα, όπως ο μάρτυρας του εναγομένου ………. κατέθεσε στην υπ’ αριθ. ………./2017 ένορκη βεβαίωσή του, ο ενάγων κατά τη σύναψη και εκπλήρωση της επίδικης σύμβασης δωρεάς είχε ρητά δηλώσει στον εναγόμενο αδελφό του ότι αυτή ήταν η επιθυμία του πατέρα τους. Άλλωστε, δεν αντέχει στη βάσανο της λογικής ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι προέβη στη δωρεά αυτοβούλως και μάλιστα 14 μόλις ημέρες μετά την κατάθεση εκ μέρους του εναγομένου αίτησης ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, συνεπεία της οποίας νοσηλεύθηκε ακούσια σε ψυχιατρική κλινική. Εξάλλου ο εναγόμενος δεν παρείχε κάποια ιδιαίτερη φροντίδα στον δωρητή πριν από τη σύναψη της δωρεάς, οι μεταξύ τους σχέσεις ουδέποτε ήταν αυτές που αρμόζουν μεταξύ αδελφών, ούτε όμως και μετά από αυτή παρείχε τέτοια. Επιπροσθέτως, δεν προέκυψε ότι ο ενάγων είχε ανάγκη περίθαλψης ή διατροφής ή ψυχολογικής εκ μέρους του εναγομένου αδελφού του υποστήριξης και ότι, παρόλα αυτά, ο τελευταίος δεν του παρείχε αυτές. Ενόψει δε των ανωτέρω, η άσκηση εκ μέρους του εναγομένου της από 17-3-2015 αγωγής του περί μέμψης άστοργης δωρεάς, σε βάρος του ενάγοντος, στην οποία μάλιστα ο τελευταίος δεν επικαλείται ότι υπάρχει οξεία κριτική ως προς την επικαλούμενη προσβολή της νόμιμης μοίρας, ο δε ήδη εναγόμενος διεκδικεί (επικουρικά) με αυτήν (αγωγή) ποσό υπέρτερο της προς αυτόν εκ μέρους του ενάγοντος δωρεάς, δεν συνιστά εκδήλωση αχαριστίας εκ μέρους του (εναγομένου), επί της οποίας (αχαριστίας), επιχειρείται να θεμελιωθεί η ανάκληση της προς αυτόν παροχής του ενάγοντος, αλλά συνιστά άσκηση νόμιμου δικαιώματός του για την προστασία των έννομων συμφερόντων του, αφού η άσκηση αυτής ήταν αναγκαία για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων του. Ως εκ τούτου, δεν πληροί το πραγματικό των διαλαμβανομένων στη διάταξη του άρθρου 505 του ΑΚ νομικών εννοιών του βαρέως παραπτώματος και της αχαριστίας απέναντι στον δωρητή, που απαιτούνται για τη νόμιμη ανάκληση της επίδικης δωρεάς, καθόσον η εν λόγω συμπεριφορά του εναγομένου, έστω και συνολικά εκτιμώμενη, δεν κρίνεται ότι συνιστά κατ’ αντικειμενική κρίση διαγωγή που αντιβαίνει στις κρατούσες στην κοινωνία αντιλήψεις περί ηθικής και ευπρέπειας, με δεδομένο και το ότι οι μεταξύ των διαδίκων σχέσεις ουδέποτε ήταν οι αρμόζουσες σε αδελφούς, ούτε όμως επιδεινώθηκαν μετά την ως άνω δωρεά, αλλά παρέμειναν ίδιες. Επιπρόσθετα δε, σε κάθε περίπτωση, αποδείχθηκε ότι η εν λόγω δωρεά έγινε σε εκπλήρωση ιδιαίτερου ηθικού καθήκοντος και από λόγους ευπρέπειας, ήτοι σε εκπλήρωση της βούλησης και επιθυμίας του μόλις προσφάτως τότε αποβιώσαντος πατέρα τους, στον οποίο ανήκαν οι επίμαχες αποταμιεύσεις, και, συνακόλουθα, δεν χωρεί ανάκληση αυτής, δεκτής γενομένης ως κατ’ουσίαν βάσιμης της σχετικής νόμιμης ένστασης του εναγομένου (άρθρο 512 του ΑΚ), την οποία επαναφέρει νομίμως και ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ’ αυτές πραγματικά περιστατικά και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τους λόγους της εφέσεως, πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, πρέπει η έφεση στο σύνολό της να απορριφθεί ως αβάσιμη. Επίσης, το Δικαστήριο, λόγω της ήττας του εκκαλούντος, πρέπει να διατάξει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού 150 ευρώ, που κατατέθηκε για το παραδεκτό της εφέσεως, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ. Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, μεταξύ των διαδίκων, λόγω της μεταξύ τους συγγένειας εξ αίματος δευτέρου βαθμού (άρθρα 106, 179, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την από 26-3-2018 (αρ. καταθ. ……./2018) έφεση κατά της υπ’ αρ. 4784/2017 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που κατατέθηκε με το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ ΜΕ ΚΩΔΙΚΟ ………./2018, είδους παραβόλου: e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ και την από 28-2-2018 πληρωμή της EUROBANK, στο Δημόσιο Ταμείο.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στις 4 Ιουνίου 2020 και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 28Σεπτεμβρίου 2020, με σύνθεση, αποτελούμενη από τους Ιωάννη Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Εφέτη, Αικατερίνη Κοκόλη και Εμμανουηλία  – Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτες, λόγω της αποχώρησης από την υπηρεσία λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας του Προέδρου Εφετών Αντωνίου Πλακίδα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

  Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΕΦΕΤΗΣ                  Η   ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ