Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 606/2020

 Αριθμός  606/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  Η υπό κρίση από 12.3.2018 (αριθ.καταθ. …………../2018) έφεση, στρεφόμενη κατά της υπ’ αριθμ. 3757/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων (ΚΠολΔ 635-645, 937 παρ. 3, ως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους από τα άρθρα τέταρτο και όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015), αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθ. 19 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.3994/2011), έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως την 13.2.2018 (βλ. την υπ’ αριθ. ……/13.2.2018 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή Περιφερείας Εφετείου Αθηνών, ………..) και άσκηση αυτής (υπό κρίση έφεσης) με την κατάθεση δικογράφου στη αρμόδια γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου την 12.3.2018 πριν την πάροδο τριάντα ημερών από τον ως άνω χρόνο κοινοποιήσεως της (495 παρ. 1, 498, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν.4055/2012, το νόμιμο παράβολο, όπως προκύπτει από την με ημερομηνία 12.3.2018 πράξη κατάθεσης παραβόλου του αρμοδίου Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιά.

Οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες ζήτησαν με την από 16.7.2013 ανακοπή τους και τους από 8.9.2014 πρόσθετους λόγους αυτής (άρθ. 632 επ. και 933 ΚΠολΔ), με τους διαλαμβανόμενους σε αυτές (ανακοπή/πρόσθετους λόγους) την ακύρωση της υπ’ αριθ. 942/2013 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκαν να καταβάλουν αλληλεγγύως και σε ολόκληρο ο καθένας στην καθ’ ης συνολικά το ποσό των 205.648,37 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικής δαπάνης και την ακύρωση της από 4/6/2013 επιταγής προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο του πρώτου απογράφου εκτελεστού αυτής, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σε αυτές (ανακοπή/πρόσθετους λόγους αυτής). Επί της ανακοπής και των προσθέτων αυτής λόγων εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3757/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (δικάζοντας κατά την ανωτέρω ειδική διαδικασία) με την οποία, αφού κρίθηκε εμπρόθεσμη και παραδεκτή η ανακοπή και οι πρόσθετοι αυτής λόγοι, απέρριψε αυτούς (λόγους) ως αόριστους και αβάσιμους (νομικά και ουσιαστικά) και επικύρωσε την προσβαλλόμενη υπ’ αρ. ……../2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και την από 4/6/2013 επιταγή προς πληρωμή, καταδικάζοντας τους ανακόπτοντες στα δικαστικά έξοδα της καθ’ ής, τα οποία όρισε στο ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων (3600) ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονούνται οι ανακόπτοντες με την ένδικη έφεσή τους, στην οποία με τους ιστορούμενους σε αυτή λόγους, ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, προκειμένου να γίνει δεκτή η ένδικη ανακοπή και οι πρόσθετοι αυτής λόγοι, να ακυρωθεί η ανακοπτόμενη Διαταγή Πληρωμής στο σύνολό της και η από 4/6/2013 επιταγή προς πληρωμή και να καταδικαστεί η καθ’ ής η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη τραπεζική εταιρεία στην καταβολή της εν γένει δικαστικής τους δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, στην οποία εκθέτουν ότι, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου τους, ότι εκκαλούν την απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου α)με τον πρώτο λόγο της έφεσης, σχετικά με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής και τον πρώτο πρόσθετο λόγο αυτής, αφού παραθέτουν αυτολεξεί αποσπάσματα από τους λόγους αυτούς, από την σχετική αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης και από τις ένδικες δανειακές συμβάσεις, επικαλούνται ότι η απόρριψη αυτού (λόγου ανακοπής) είναι εσφαλμένη, χωρίς αιτιολογία και χωρίς να ληφθούν υπόψη τα προταθέντα από αυτούς έγγραφα και οι προβληθέντες ισχυρισμοί, β) με τον δεύτερο λόγο της έφεσης, σχετικά με τον «Α΄ Υπόλογο του Δεύτερου Πρόσθετου Λόγου», αυτοί (ανακόπτοντες ήδη εκκαλούντες), αφού επαναλαμβάνουν αυτολεξεί τον λόγο αυτό καθώς και τον «Β΄ ΥΠΟ-ΛΟΓΟ» του δεύτερου πρόσθετου λόγου με τους οποίους ζήτησαν ,την ακύρωση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής για τον λόγο ότι: α)δεν αποδεικνύεται  η απαίτηση για το χρονικό διάστημα από 1 Φεβρουαρίου – 4 Οκτωβρίου 2012, β)επικουρικά γιατί το ως άνω χρονικό διάστημα υπολογίστηκαν παράνομα επιτόκια και γ)οι τόκοι υπολογίστηκαν με βάση έτος 360 ημέρες, επί του εκάστοτε χρεωστικού υπολοίπου, καθώς και τα αντίστοιχα τμήματα του αιτιολογικού της εκκαλουμένης, καταλήγει ότι η κρίση αυτής (εκκαλουμένης) είναι εσφαλμένη με ελλειπή αιτιολογία, μη σύννομη, αντίθετη στη νομολογία, όσον αφορά την κατανομή του βάρους απόδειξης, την επιλογή του επιτοκίου στην απόλυτη κρίση της δανείστριας, την απαγόρευση επιλογής τόκων βάσει εξωτραπεζικών επιτοκίων ανώτερων των συμβατικών τέτοιων και ακολούθως παρατίθενται τα συμπεράσματα της προσκομισθείσας από αυτούς (ανακόπτοντες) πραγματογνωμοσύνης της τεχνικής συμβούλου αυτών . ………, τα οποία επικαλούνται ότι δεν λήφθηκαν υπόψη από την εκκαλούμενη απόφαση, γ)με τον τέταρτο λόγο της έφεσης, σχετικά με τον πρώτο λόγο του δικογράφου των προσθέτων λόγων της ανακοπής κατά το δεύτερο σκέλος του, αφού παραθέτουν την σχετική αιτιολογία της εκκαλούμενης, καταλήγουν ότι η κρίση αυτής της εκκαλουμένης, η οποία δεν εφάρμοσε το άρθρο 30 Ν. 2789/2000 είναι εσφαλμένη και μη σύννομη, γ)με τον πέμπτο λόγο της έφεσης αποδίδεται στην εκκαλουμένη, μη σύννομη εσφαλμένη και αντίθετη στην νομολογία η παρατιθέμενη αιτιολογία-κρίση αυτής (εκκαλουμένης) με την οποία απορρίφθηκε ο λόγος της ανακοπής ειδικά για τον δεύτερο ανακόπτοντα-εγγυητή με τον οποίο ζήτησε να κριθεί άκυρος ο όρος της εγγυήσεως με τον οποίο παραιτήθηκε από όλα τα δικαιώματα του εγγυητή και τέλος, επικαλούνται ότι λόγω των νομικών και πραγματικών σφαλμάτων της εκκαλουμένης κρίθηκε ότι αυτοί (ανακόπτοντες) είναι ηττημένοι και καταδικάστηκαν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ής η ανακοπή.

Οι ως άνω όμως λόγοι της έφεσης είναι, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη της παρούσας, αόριστοι και ασαφείς, διότι δεν αναφέρεται σ’ αυτούς ποια είναι η αποδιδόμενη στην εκκαλούμενη πλημμέλεια, ώστε να μπορεί να οριοθετηθεί η εξουσία  του Δικαστηρίου και να κριθεί η νομιμότητα και βασιμότητά τους. Με την αναφορά περί εσφαλμένης κρίσης και την αυτούσια εκ νέου παράθεση των απορριφθέντων λόγων και του σχετικού αιτιολογικού της εκκαλουμένης απόφασης, δεν συνάγεται με πληρότητα πλημμέλεια  που αποδίδεται σε αυτή (απόφαση), που οφείλεται, είτε, σε α)νομικό σφάλμα, αφού δεν καθορίζεται στο εφετήριο με σαφήνεια οι συγκεκριμένοι κανόνες ουσιαστικού δικαίου που παραβιάσθηκαν, και το συγκεκριμένο σφάλμα, β)πραγματικό σφάλμα- κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ή σε σφάλματα του δικονομικού δικαίου έτσι ώστε να οριοθετηθεί η εξουσία του Δικαστηρίου και να κριθεί η νομιμότητα και βασιμότητα αυτών (λόγων εφέσεων και συνεπώς  οι λόγοι της έφεσης), είναι αόριστοι και απορριπτέοι. Επιπρόσθετα, με την αναφορά περί έλλειψης αιτιολογίας (ελλιπής, μη ειδική και εμπεριστατωμένη), χωρίς σαφή ισχυρισμό ότι εκ τούτου και μόνο κατέληξε σε εσφαλμένο αιτιολογικό και διατακτικό, οι λόγοι της έφεσης είναι απαράδεκτοι και απορριπτέοι. Συνεπώς, όλοι οι λόγοι της υπό κρίση έφεσης διατυπώνονται με ασάφεια, χωρίς να καθορίζονται με πληρότητα τα νομικά ή πραγματικά σφάλματα της προσβαλλόμενης απόφασης, τα οποία να δικαιολογούν την εξαφάνιση του διατακτικού της ή εκείνα τα συγκεκριμένα νέα γεγονότα που δικαιολογούν την μεταρρύθμισή της, ούτε μπορεί να οριοθετηθεί η εξουσία του Δικαστηρίου τούτου και να είναι σε θέση να κρίνει το νόμιμο και βάσιμο των λόγων της και κατά συνέπεια η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη στο σύνολό της, να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας της εφεσίβλητης στους εκκαλούντες λόγω της ήττας τους (άρθ. 106, 176, 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό και να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που κατατέθηκε.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 12/3/2018 (αριθ.καταθ. …………/2018) έφεση κατά της υπ’ αριθ. 3757/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Δέχεται τυπικά την από 12/3/2018 (αριθ.καταθ. …………/2018) έφεση.

Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.

Καταδικάζει τους εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου που κατατέθηκε στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  9 Οκτωβρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ