Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 612/2020

Αριθμός     612/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 16/10/2018 (αριθ.καταθ. ………/2018) έφεση, κατά της υπ’ αριθ. 4402/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων. Έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της απόφασης που περάτωσε τη δίκη (25/9/2018), εφόσον από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθ. 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25.7.2011). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου, ότι για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, το νόμιμο παράβολο, όπως προκύπτει από τη με ημερομηνία 17/10/2018 πράξη κατάθεσης παραβόλου της αρμοδίας Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά.

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 520 παρ. 2 ΚΠολΔ «Πρόσθετοι λόγοι έφεσης ως προς τα κεφάλαια της απόφασης, που έχουν προσβληθεί με την έφεση και εκείνα που αναγκαστικά συνέχονται με τα κεφάλαια αυτά, ασκούνται μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και, αφού συνταχθεί έκθεση κάτω από το δικόγραφο αυτό, κοινοποιείται στον εφεσίβλητο τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης». Από την ίδια ποιο πάνω διάταξη του άρθρου 520 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι για να είναι παραδεκτοί οι πρόσθετοι λόγοι πρέπει, εκτός άλλων, να αναφέρονται στα εκκληθέντα κεφάλαια της πρωτόδικης απόφασης ή στα αναγκαία με αυτά συνεχόμενα, άλλως απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και αυτεπαγγέλτως. Ως αναγκαία συνεχόμενα κεφάλια είναι οι διατάξεις της εκκαλουμένης απόφασης που έχουν τέτοια συνάφεια με τις επικληθείσες διατάξεις είτε διότι αποτελούν προκριματικό για την παραδοχή τους ζήτημα είτε γιατί πηγάζουν από την ίδια ιστορική αιτία και διαμορφώνουν ή προσιδιάζουν το αντικείμενο εκείνων, ώστε τυχόν διαφορετική κρίση του Εφετείου σχετικά με την πρωτόδικη απόφαση να επηρεάζει και την κρίση επί των εκκληθέντων με την έφεση κεφαλαίων (ΑΠ 76/2015, ΑΠ 238/2001 ΕλΔνη 42.1598). Στην προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών με το από 18/9/2019 ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε την 19/9/2019 στη γραμματεία του παρόντος δικαστηρίου (αρ.εκθ.κατ ………../19.9.2019) και επιδόθηκε στον εφεσίβλητο στις 20.9.2019 (υπ’ αριθμ. ……./20.9.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά ………….., άσκησε νομότυπα και εμπρόθεσμα πρόσθετους λόγους έφεσης, ο οποίος αφορά σε κεφάλαια της απόφασης που έχουν προσβληθεί με τους λόγους της ως άνω έφεσης. Επομένως, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν, οι πρόσθετοι αυτοί λόγοι πρέπει, συνεκδικαζόμενοι λόγω συνάφειας με την έφεση, να γίνουν τυπικά δεκτοί και να εξεταστεί περαιτέρω το παραδεκτό και βάσιμο αυτών.

Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, στην από 30.9.2014 (αριθ.καταθ. …………../2014) αγωγή, ιστορεί ότι ο ίδιος και ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, ως συγκύριοι ενός ακινήτου (οικοπέδου) κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου ο καθένας τους, το οποίο βρίσκεται στην περιφέρεια του Δήμου Περάματος και επί των οδών …….. και ………., αποφάσισαν ομόφωνα να ανεγείρουν πενταόροφη οικοδομή με δώμα προκειμένου να περιέλθουν στον καθένα οι αναφερόμενες οριζόντιες ιδιοκτησίες. Ότι προς τούτο εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ………/18.6.2009 άδεια οικοδομής της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Διαμερίσματος Πειραιά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών-Πειραιώς και συνετάγη η υπ’ αριθ. ……/20.7.2009 πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Πειραιά …………, που καταχωρήθηκε νόμιμα στο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο Πειραιά, με βάση την οποία περιήλθε κατά κυριότητα στον ενάγοντα, το διαμέρισμα του τετάρτου ορόφου με την αποκλειστική χρήση της Ρ1 θέσης στάθμευσης του ισογείου, η ΑΠ2 αποθήκη του δευτέρου ορόφου, η Ρ3 κλειστή θέση στάθμευσης του πρώτου ορόφου και το ήμισυ εξ αδιαιρέτου του δικαιώματος υψούν, ενώ στην εναγόμενο το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου με την αποκλειστική χρήση της Ρ2 θέσης στάθμευσης του ισογείου, η ΑΠ1 αποθήκη του δευτέρου ορόφου, η Ρ4 κλειστή θέση στάθμευσης του πρώτου ορόφου και το ήμισυ εξ αδιαιρέτου του δικαιώματος υψούν. Ότι οι εργασίες ανέγερσης της ως άνω πολυώροφης οικοδομής άρχισαν τον Νοέμβριο 2009 και ότι αυτός (ενάγων) κατόπιν συμφωνίας είχε την επίβλεψη και διαχείριση όλου του κοινού έργου, ενεργώντας στο όνομα και για λογαριασμό και αυτού (εναγομένου) και από τον Φεβρουάριο 2010 αυτός (εναγόμενος) ανέθεσε την επίβλεψη και διαχείριση των θεμάτων της κοινής οικοδομής για λογαριασμό αυτού (ενάγοντος) στους γονείς του, λόγω των αναφερομένων διαφωνιών κατά την πορεία εκτέλεσης του συμφωνηθέντος ως άνω κοινού έργου. Ότι αυτός (εναγόμενος ήδη εκκαλών) εξακολουθητικά δημιουργούσε, λόγω της ιστορούμενης μεταστροφής ως προς το συμφωνηθέν έργο της πολυώροφης οικοδομής και τις οριζόντιες ιδιοκτησίες που θα περιέλθουν στον καθένα, εμπόδια στην ομαλή εξέλιξη της εκτέλεσης αυτού (κοινού έργου) και ότι για την συνέχιση και των εργασιών προέβησαν στην αναφερόμενη σ’ αυτή (αγωγή) συμφωνία ,με την οποία τροποποιούνταν η ως άνω έγγραφη σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας ως προς τις οριζόντιες ιδιοκτησίες που θα περιέρχονταν κατά κυριότητα στον καθένα και ειδικότερα συμφωνήθηκε να περιέλθει στον εναγόμενο ήδη εκκαλούντα ο δεύτερος όροφος της οικοδομής αντί του αρχικά συμφωνηθέντος τρίτου ορόφου και η αποθήκη που θα περιέρχονταν στον ενάγοντα αρχικά στον πρώτο όροφο να κατασκευαστεί στον πρώτο όροφο της οικοδομής με δαπάνες του εναγομένου και με τον όρο της αναθεώρησης της ως άνω οικοδομικής άδειας λόγω της συμφωνηθείσας αλλαγής χρήσης από τον επιβλέποντα μηχανικό. Ότι και την ως άνω νεότερη άτυπη συμφωνία αυτός (εναγόμενος ήδη εκκαλών) δεν υποστήριξε την εκτέλεσή της και ότι ακολούθως αφού διέκοψε τις συνεννοήσεις με αυτόν (ενάγοντα ήδη εφεσίβλητο) αναγκαστικά η εξέλιξη των εργασιών διακόπηκε προκαλώντας σε αυτόν (ενάγοντα ήδη εφεσίβλητο) την ιστορούμενη σε αυτή (αγωγή) ζημία από την μη ολοκλήρωση του κοινού έργου και του διαμερίσματος που θα περιέρχονταν στην κυριότητά του, το οποίο θα αποτελούσε την οικογενειακή του στέγη. Ότι για τη συνέχιση των εργασιών και κατόπιν αιτήσεως αυτού (ενάγοντα ήδη εφεσιβλήτου) εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 5228/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία διορίστηκε προσωρινός διαχειριστής ο πολιτικός μηχανικός …………….., προκειμένου να συνεχίσει τις εργασίες αποπεράτωσης των κοινόχρηστων χώρων και πραγμάτων της ως άνω κοινής οικοδομής, όπως επιχρίσματα, βάψιμο κεντρικού κλιμακοστασίου και λοιπών κοινόχρηστων χώρων και πραγμάτων, τοποθέτηση ανελκυστήρα, τοποθέτηση μαρμάρων στις σκάλες του κλιμακοστασίου, τοποθέτηση κεντρικής πόρτας εισόδου, ολοκλήρωση όψεων και περιβάλλοντος χώρου, εργασίες επαναφοράς των υπερβάσεων του δευτέρου ορόφου, στην προηγούμενη κατάσταση και κατασκευή των δύο αποθηκών του δευτέρου ορόφου με κοινές δαπάνες των διαδίκων κατά ποσοστό 50% καθενός. Ότι από τον Δεκέμβριο 2011 ξεκίνησαν εκ νέου, οι εργασίες που απαιτούνταν για την ολοκλήρωση των κοινόχρηστων χώρων και πραγμάτων και συγχρόνως αυτός (ενάγων) προέβαινε στην εκτέλεση των εργασιών αποπεράτωσης του διαμερίσματος και της αποθήκης κυριότητάς του. Ότι τον Ιούλιο 2012, ο εναγόμενος ήδη εκκαλών προέβη σε αυθαίρετο διαχωρισμό του διαμερίσματος κυριότητάς του σε δύο μικρότερα διαμερίσματα και ότι τον ίδιο χρόνο ξεκίνησαν οι εργασίες επένδυσης με μάρμαρα των κοινόχρηστων τμημάτων της κοινής οικοδομής, οι οποίες ολοκληρώθηκαν τον Φεβρουάριο 2013 και ότι αυτός (ενάγων), κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, κατέβαλε όλα τα οφειλόμενα για μέρος των οικοδομικών υλικών χρήματα, στα οποία (καταβληθέντα χρήματα) συμπεριλαμβάνονταν και το μερίδιο που αναλογούσε στον εναγόμενο ήδη εκκαλούντα, ο οποίος αρνήθηκε να τα καταβάλει, και ότι αυτός (ενάγων ήδη εφεσίβλητος) ανέλαβε ολόκληρη την δαπάνη τακτοποίησης των αυθαίρετων κατασκευών βάσει του Ν. 4014/2011, λόγω μη συναινέσεως του εναγομένου και σε αυτή την ενέργεια έτσι ώστε να εμποδίσει αυτόν (ενάγοντα) να κατοικήσει στο διαμέρισμα κυριότητάς του προκειμένου να δεχτεί την ανέγερση πέμπτου ορόφου και από αυτόν αθετώντας την συμφωνία με την αδελφή αυτού (ενάγοντα) και αδελφή του πατέρα του εναγομένου. Ότι από τον Δεκέμβριο 2011 έως 29/3/2013 ολοκληρώθηκαν όλες οι εργασίες που αφορούσαν τον οικοδομικό σκελετό καθώς και οι αναφερόμενες σε αυτή (αγωγή) εργασίες και ότι τον Μάϊο 2013 αυτός (ενάγων ήδη εφεσίβλητος) κατέβαλε το σύνολο της δαπάνης των υπολειπόμενων εργασιών και υλικών για την αποπεράτωση των κοινόχρηστων χώρων, οι οποίοι αποπερατώθηκαν τον Σεπτέμβριο 2013, πλην του ανελκυστήρα οχημάτων για τον πρώτο όροφο για το λόγο ότι αδυνατούσε να καλύψει μόνος του το κόστος κατασκευής του. Ότι οι οριζόντιες ιδιοκτησίες που περιήλθαν, κατά τη συστατική πράξη στην κυριότητά του έχουν αποπερατωθεί, και οι οριζόντιες ιδιοκτησίες που έχουν περιέλθει στον εναγόμενο είναι ακόμη ημιτελές. Ότι μετά το πέρας των εργασιών κλήθηκαν από τον μηχανικό να παραλάβουν το έργο και ότι αυτός (ενάγων ήδη εφεσίβλητος) παρέλαβε και ο εναγόμενος ήδη εκκαλών αρνήθηκε. Ότι το κόστος εργασιών και υλικών που απαιτήθηκαν για την ολοκλήρωση και αποπεράτωση των κοινόχρηστων τμημάτων της οικοδομής, όπως εκτίθεται σε αυτή (αγωγή) καταβλήθηκε συνολικά από αυτόν (ενάγοντα) και ο εναγόμενος οφείλει σε αυτόν το ποσό των 32.792,17 ευρώ, το οποίο αρνείται να καταβάλει παρά τις συνεχείς οχλήσεις. Με βάση τα ανωτέρω ιστορούμενα ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει το ποσό των 32.791,17 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και έως εξοφλήσεως.

Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. 4402/2018 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 788-70, 794, 345, 346 ΑΚ, 176, 907, 908 ΚΠολΔ, ως προς τα υπ’ αρ. 1 έως και 80 κονδύλια της αγωγής και ως μη νόμιμη για τα λοιπά κονδύλια (υπ’ αρ. 81α έως ε) ως μη αφορόντα κοινές δαπάνες, αλλά τέτοιες (δαπάνες) για την ιδιοκτησία του εναγομένου, έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 22.440,84 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την προαναφερόμενη έφεση και τους προσθέτους αυτής λόγους ο ηττηθείς διάδικος (εναγόμενος), με τους διαλαμβανόμενους λόγους, σ’ αυτή (έφεση/πρόσθετοι λόγοι έφεσης), οι οποίοι κατά τη συνολική εκτίμησή τους ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση προκειμένου να απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή.

Τέλος, κατά το άρθρο 5 εδαφ. β΄ και γ΄ του ιδίου νόμου 3741/1929, κοινά βάρη, στα οποία υποχρεούνται να συνεισφέρουν όλοι οι συνιδιοκτήτες, θεωρούνται οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, αλλά και οι δαπάνες αποκατάστασης και λειτουργίας των κοινών μερών του ακινήτου (απ 1077/2001 ΕλλΔνη 2003.484), στα οποία όμως, όπως έχει αναφερθεί, υπάρχει αναγκαστική συνιδιοκτησία μεταξύ των συνιδιοκτητών. Ως δαπάνη συντήρησης θεωρείται κάθε δαπάνη αναγκαία, κατά την κοινή πείρα, για την αποφυγή βλάβης ή χειροτέρευσης του πράγματος και διατήρησης του κατάλληλου για την εκπλήρωση του σκοπού του, ενώ ως δαπάνη επισκευής κάθε δαπάνη αναγκαία για τη διόρθωση βλάβης, φθοράς ή χειροτέρευσης του πράγματος, συνεπεία της συνήθους χρήσης ή της παρόδου του χρόνου ή από άλλη αιτία (ΑΠ 835/1998 ΝοΒ 2000.31, ΕφΘες 1909/2004 Αρμ2005, 231, ΕφΘες 1978/2003 Αρμ2004.1407, ΕφΑθ 3170/1998 ΕλλΔνη 2001.491, ΕφΑθ 5736/1996 ΕλλΔνη 1997.1918, Φ. Τσετσέκου, Οριζόντια και κάθετη ιδιοκτησία, έκδοση Γ σελ. 208-211). Οι ανωτέρω δαπάνες, στις οποίες ο ιδιοκτήτης κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας είναι υποχρεωμένος να συμβάλλει κατά τα ποσοστό της συμμετοχής της ιδιοκτησίας του σ’ αυτές, μπορούν να γίνουν είτε από νόμιμα διορισμένο διαχειριστή, ο οποίος, ακολούθως, με την ιδιότητά του αυτή το εκπροσώπου της ένωσης των συνιδιοκτητών, μπορεί να τις αναζητήσει από τους συνιδιοκτήτες κατά το ποσοστό της οριζόντιας ιδιοκτησίας τους σ’ αυτές, είτε από έναν ή περισσότερους συνιδιοκτήτες και μάλιστα χωρίς απόφαση της γενικής συνέλευσης, όταν είναι αναγκαίες για τη διατήρηση της κοινής οικοδομής κατάλληλης για την εκπλήρωση τον προορισμού της και για την αποτροπή άμεση κινδύνου καταστροφής ή βλάβης των κοινών μερών και εγκαταστάσεων (βλ.και Εφ.Αθ. 7461/2003 ΕλλΔνη 2004.1703). Η αξίωση του συνιδιοκτήτη να αναζητήσει τις δαπάνες που κατέβαλε για το κοινό πράγμα, εφόσον αυτές έγιναν με τις προϋποθέσεις του άρθρου 788 παρ. 2 του ΑΚ (επικείμενος κίνδυνος βλάβης του κοινού), από τους υπόλοιπους, κατά την αναλογία που βαρύνει τον καθένα, θεμελιώνεται στις προαναφερόμενες διατάξεις για την οροφοκτησία, από τις οποίες απορρέει ευθέως η σχετική αμοιβαία αξίωση καταβολής, και αυτές του άρθρου 794 του ΑΚ, το οποίο εφαρμόζεται συμπληρωματικά στην οροφοκτησία (ΕφαΘ 6371/2005 Ό.Π, ΕφΘες 1909/2004 ό.π, ΕφΘεσα 1978/2003 ό.π, Καυκάς, Ενοχ.Δ, άρθρο 794, Π. Κωνσταντόπουλος ό.π, σελ.280), εάν όμως δεν συντρέχουν οι ως άνω προϋποθέσεις, τότε ο κοινωνός δικαιούται να επιδιώξει την είσπραξη των δαπανών κατά τις διατάξεις περί διοίκησης αλλότριων ή του αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 730, 736 ΑΚ, Γεωργάδη-Σταθόπουλου ΑΚ υπ’ αριθ. 794, Σπυριδάκης ό.π, σελ. 296-297 Ι. Κατράς ό.π, σελ. 960, ΕφΑθ 5736/96 ΕΔ.Πολ 1998.122, ΕφΘες 2808/1996 Αρμ 51.491). Σχετικά με τον τρόπο κατανομής μεταξύ των συνιδιοκτητών των δαπανών των κοινών πραγμάτων, το άρθρο 5 παρ. β΄ του ν.3741/1929 ρυθμίζει την περίπτωση που δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία. Έτσι, σύμφωνα με τη διάταξη το άρθρου αυτού, οι μεταξύ των συνιδιοκτητών οικοδομήματος, που διέπεται από το νόμο αυτό, δεν υπάρχει συμφωνία για την έγκυρη κατάρτιση της οποίας, απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο και να έχει μεταγραφεί (άρθρα 4, 13 παρ. 1 του ν.3741/1929), ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στα κοινά πράγματα, καθένας από τους συνιδιοκτήτες βαρύνεται με τόσο μέρος των κοινών βαρών, όσο αναλογεί στην αξία της χωριστής ιδιοκτησίας (ορόφου ή διαμερίσματος). Προς τούτο θα πρέπει να γίνει υπολογισμός της κατασκευαστικής αξίας όλων των διαιρεμένων ιδιοκτησιών προς τη συνολική κατασκευαστική αξία της όλης οικοδομής, πράγμα που σημαίνει ότι για να είναι ορισμένη, κατά το άρθρο 216 του ΚΠολΔ, το οποίο εφαρμόζεται και στην προκειμένη ειδική διαδικασία των άρθρων 647 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), η σχετική αγωγή, πρέπει να μνημονεύονται σ’ αυτή, εκτός των άλλων, οι άνω αξίες, ώστε από το λόγο αυτών (αξιών) να προκύψει το ποσοστό συμμετοχής των διαδίκων στις κοινόχρηστε δαπάνες (ΕΑ 8349/2006 ΕΔΠολ 2006.267). Όταν όμως οι ιδιοκτήτες των ορόφων ή διαμερισμάτων και συνιδιοκτήτες των κοινών μερών της οικοδομής, η οποία έχει υπαχθεί στον ανωτέρω νόμο, για την οριζόντια ιδιοκτησία, με την πράξη σύστασης αυτής, τον κανονισμό ή με ιδιαίτερη συμφωνία, καταρτιζόμενη με κοινή όλων συναίνεση, που περιβάλλεται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και καταχωρίζεται στο βιβλίο μεταγραφών, κανονίσουν τη συμμετοχή κάθε συνιδιοκτήτη στις κοινές δαπάνες, τα πιο πάνω δεν ισχύουν. Στην περίπτωση αυτή οι κοινόχρηστες δαπάνες κατανέμονται μεταξύ των συνιδιοκτητών με βάση το προβλεπόμενο στη συστατική πράξη της οροφοκτησίας, στον κανονισμό ή στην ιδιαίτερη κοινή συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών, ποσοστό συμμετοχής των οριζοντίων ιδιοκτησιών του στις συγκεκριμένες δαπάνες (ΑΠ 1074/2001 ΕΔΠολ 2002.209, ΑΠ 731/1991 ΕλλΔνη 1996.583, με το κάτω από αυτή σημείωμα Α΄ και Β΄ Κων/νου Βαλμαντώνη και Ι. Κατρά, Εφ.Αθ. 8349/2006 ό.π ΕφΠατρ. 949/2006 ΑχαΝομ 2007.685, Εφ.Αθ 7782/2003 Αρμ 2005.744, ΑΠ 189/2011, ΑΠ 1160/2010, Εφ.Πειρ. 556/2015, Εφ.Θεσσαλ. 70/2013, Εφ.Αθ. 1313/2007, Εφ.Αθ. 8349/2006, Εφ.Αθ. 406/2002, Εφ.Αθ. 5736/1996 δημ.ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη αγωγή με το προεκτεθέν περιεχόμενο και αίτημα είναι αόριστη και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτιμήσεως κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθόσον δεν διαλαμβάνει τα αναγκαία για την πληρότητά της στοιχεία. Ειδικότερα, α)Δεν αναφέρει τα απαιτούμενα κατάλληλα μέτρα (κοινόχρηστες δαπάνες), ήτοι οι υλικές (κατασκευή, επισκευή, κατεδάφιση, ανοικοδόμηση κλπ) ή νομικές πράξεις (όπως π.χ κατάρτιση συμβάσεων έργου ή εντολής διοίκησης) και ότι αυτές ήταν αναγκαίες για τη διατήρηση της ουσίας και της αξίας του κοινού οικοδομικού έργου, καθώς και οι δαπάνες αγοράς υλικών και εκτέλεσης των άνω εργασιών με χωριστή περιγραφή, δηλαδή τα υλικά που πρέπει να χρησιμοποιηθούν κατ’ είδος, ποσότητα, ποιότητα και τιμή μονάδας, τις ημέρες απασχόλησης ενός ή περισσοτέρων εργατοτεχνιτών για κάθε εκτελεσθείσα εργασία και την αμοιβή καθενός κατά μονάδα εργασίας, έτσι ώστε να κριθεί με βάση αντικειμενικά κριτήρια ότι τα μέτρα που λήφθηκαν βρίσκονται στα όρια του απαιτούμενου μέτρου για τη συντήρηση και διατήρηση του κοινού, 2)Δεν αναφέρεται στο δικόγραφο της αγωγής πραγματικά περιστατικά, ότι οι επικαλούμενες ασαφώς και αορίστως εργασίες και δαπάνες έγιναν προς αποτροπή επικείμενου κινδύνου, ήτοι άμεσου και μη επιδεχόμενου αναβολή κινδύνου που απειλούσε την υλική ή νομική υπόσταση του κοινού οικοδομικού έργου, ώστε να οριοθετηθεί το περιεχόμενο και η έκταση της εξουσίας του κοινωνού – ενάγοντος, καθόσον εάν δεν συντρέχουν οι ως άνω προϋποθέσεις, τότε ο ενάγων δικαιούται να επιδιώξει την είσπραξη των δαπανών κατά τις διατάξεις περί διοίκησης αλλότριων ή του αδικαιολογήτου πλουτισμού (Εφ.Αθ. 406/2012), σύμφωνα και με τα προαναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, 3)Δεν εκτίθεται στο δικόγραφο της αγωγής, είτε ότι, υφίσταται γραπτή συμφωνία για τον τρόπο καθορισμού της συμμετοχής κάθε συνιδιοκτήτη στις κοινές δαπάνες, που έχει περιληφθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και έχει νομίμως μεταγραφεί και ως εκ τούτου ο επιμερισμός των αιτούμενων κοινόχρηστων δαπανών σε βάρος κάθε συνιδιοκτήτη πρέπει να γίνει με βάση την αξία κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας, καθόσον καθένας από τους συνιδιοκτήτες βαρύνεται με τόσο μέρος των κοινών βαρών, όσο αναλογεί στην αξία της χωριστής ιδιοκτησίας του (ορόφου ή διαμερίσματος), είτε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της νόμιμης ρύθμισης του άρθρου 794 ΑΚ, στοιχεία που ουδόλως αναφέρονται. Κατά συνέπεια των ανωτέρω η υπό κρίση αγωγή είναι αόριστη και απορριπτέα ως απαράδεκτη. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε την ένδικη αγωγή ως ορισμένη και νόμιμη ως προς τα υπ’ αριθ. 1 έως 80 κονδύλια αυτής (αγωγής) και μη νόμιμη και απορριπτέα ως προς τα κονδύλια υπ’ αριθ. 81α έως ε ποσού 9.480 ευρώ και στη συνέχεια δέχτηκε αυτή (αγωγή) εν μέρει ως κατ’ ουσία βάσιμη (κατά το μέρος που δέχθηκε την εφαρμογή του νόμου, κατά παραδοχή και των σχετικών λόγων έφεσης και πρόσθετων λόγων της έφεσης, με την οποία ζητείται η απόρριψη της αγωγής.

Συνεπώς, η υπό κρίση έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής κατά της παραπάνω απόφασης πρέπει να γίνει δεκτή ως  βάσιμη και κατ’ ουσία και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς όλες τις διατάξεις του διατακτικού της. Στη συνέχεια αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) πρέπει η υπό κρίση αγωγή να απορριφθεί ως αόριστη ως προς όλα τα κονδύλια της. Η δικαστική δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί στον εφεσίβλητο, λόγω της ήττας του (άρθ. 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα στο διατακτικό, και τέλος, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του παραβόλου στον καταθέσαντα εκκαλούντα λόγω της νίκης του (άρθ. 495 παρ. 3 εδ.τελευταίο ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 16/10/2018 (αριθ.καταθ. ……./2018) έφεση και τους από 18/9/2019 (αριθ.καταθ. ………./2019) πρόσθετους λόγους έφεσης.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την υπό κρίση έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης κατά της υπ’ αριθ. 4402/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 4402/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Κρατεί την υπόθεση.

Δικάζει την από 30/9/2014 (αριθ.καταθ. …………/2014) αγωγή.

Απορρίπτει την αγωγή.

Καταδικάζει τον εφεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντα αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας και τα ορίζει σε χίλια διακόσια (1200) ευρώ.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου στον καταθέσαντα εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  9 Οκτωβρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ