Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 632/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  632/2020

TO ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο Εφέτη και Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη-Εισηγήτρια και τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 28.4.2016 έφεση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την 4.5.2016, κατά της με αριθμό 3758/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία, αφού δίκασε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έκανε δεκτή την από 27.11.2014 και με αριθμό κατάθεσης ………/2014 αγωγή, ασκήθηκε παραδεκτά, νομότυπα [άρθρα 495 παρ. 1,511,513 παρ 1β, 514, 517, 520 παρ.1 ΚΠολΔ] και εμπρόθεσμα, εντός της κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ προθεσμίας, καθώς ούτε οι διάδικοι επικαλούνται ούτε από τα έγγραφα της δικογραφίας προέκυψε η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ δεν απαιτείται προς τούτο η κατάθεση εκ μέρους του εκκαλούντος του παράβολου που ορίζεται από το άρθρο 495 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.   όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 12 παρ. 2 ν. 4055/2012, αφού το Δημόσιο απαλλάσσεται κάθε δικαστικού τέλους σε κάθε δίκη του, σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 1 κ.δ. από 26- 6/10-7-1944 «Περί κώδικος νόμων περί δικών του Δημοσίου» και την αναλογικά εφαρμοζόμενη για την ταυτότητα του νομικού λόγου διάταξη του άρθρου 30 ν.δ. 22-4/16-5-1926 «Περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης». Πρέπει επομένως η κρινόμενη έφεση, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (KΠολΔ  533 παρ.1), με την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη.

Με την από 27.11.2014 με αριθμό κατάθεσης …………/2014 αγωγή της, η ενάγουσα εξέθετε ότι  στις 23.2.2009 απεβίωσε στον Πειραιά, ο πατέρας της …………,  η κληρονομία του οποίου περιήλθε στην ίδια, ως πλησιέστερη συγγενή του καθώς ο αποβιώσας δεν κατέλιπε διαθήκη. Ότι από πλάνη, η οποία συνίστατο στην άγνοιά της ως προς το χρόνο του θανάτου του πατέρα της, αλλά και ως προς την προθεσμία αποποίησης και τις συνέπειες  αυτής, δεν προέβη στην αποποίηση της κληρονομίας του μολονότι δεν επιθυμούσε την αποδοχή της αφού ήταν κατάχρεη. Ότι τον θάνατο του πατέρα της, με τον οποίο δεν διατηρούσε καμμία επικοινωνία, πληροφορήθηκε την 17.9.2014 οπότε και της επιδόθηκε στη Χίο, όπου διαμένει, η με αριθμό πρωτοκόλλου ……/2014 ατομική ειδοποίηση με την οποία η ΙΓ ΔΟΥ Αθηνών την προσκάλεσε να εξοφλήσει ως μοναδική κληρονόμος του πατέρα της το ποσό των 1.355.602,76 ευρώ, ακολούθως δε,  προέβη την 19.9.2014 σε δήλωση αποποίησης της κληρονομίας ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιά.

Ζήτησε δε, βασιζόμενη στο ιστορικό αυτό να ακυρωθεί η πλασματική αποδοχή της κληρονομίας  από μέρους της, η οποία επήλθε με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας αποποίησης και να αναγνωριστεί ότι η με αριθμό …../19.9.2014 δήλωση αποποίησης ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιά είναι εμπρόθεσμη. Τέλος ζήτησε να υποχρεωθεί το εναγόμενο στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Η αγωγή αυτή εκδικάστηκε κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αντιμωλία των διαδίκων και επ αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 3758/2015 οριστική απόφαση, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή, ακυρώθηκε η πλασματική αποδοχή της κληρονομίας του αποβιώσαντος …………. από την ενάγουσα, και αναγνωρίστηκε ότι η με αριθμό ………/19.9.2014 δήλωση αποποίησης της κληρονομίας του ……….., που απεβίωσε στον Πειραιά την 23.2.2009, κατοίκου εν ζωή Πειραιά, στην οποία προέβη η ενάγουσα ενώπιον του γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιά, είναι νόμιμη και εμπρόθεσμη. Τέλος καταδικάστηκε το εναγόμενο στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, ποσού 290 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής, άσκησε έφεση, το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, παραπονούμενο επειδή κατά εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου η εκκαλουμένη έκρινε ότι η αγωγή ήταν ορισμένη, ενώ έπρεπε να την απορρίψει ως αόριστη λόγω της αντιφατικότητάς της,  επιπλέον δε εσφαλμένα λόγω πλημμελούς εκτίμησης των αποδείξεων δέχθηκε ότι η ενάγουσα δεν προέβη εμπρόθεσμα στην αποποίηση της κληρονομίας του αποβιώσαντος πατέρα της, επειδή δεν πληροφορήθηκε το θάνατό του ούτε μπορούσε να έχει γνώση αυτού, ενώ έπρεπε να απορρίψει την αγωγή  ως ουσία αβάσιμη, δεχόμενη ότι η πλάνη της ενάγουσας αφορούσε μόνο το κατάχρεο της κληρονομίας. Τέλος, ισχυρίζεται το εκκαλούν ότι εσφαλμένα απορρίφθηκε η ένσταση περί παραγραφής της αξίωσης της ενάγουσας, την οποία νόμιμα είχε προβάλλει και ζητεί να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να απορριφθεί η αγωγή της εφεσίβλητης και  να καταδικαστεί η τελευταία στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας άλλως να συμψηφιστεί αυτή.

Με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του το εκκαλούν ισχυρίζεται ότι η αγωγή της ενάγουσας έπρεπε να απορριφθεί λόγω της αοριστίας της, επειδή περιέχει αντιφατικούς ισχυρισμούς ως προς την αιτία πλάνης της ενάγουσας. Ισχυρίζεται συγκεκριμένα ότι η ενάγουσα βασίζει την αγωγή της στον ισχυρισμό ότι δεν προέβη έγκαιρα στην αποποίηση της κληρονομίας του θανόντος πατέρα της επειδή δεν γνώριζε τον θάνατο αυτού, ενώ σε άλλο σημείο της αγωγής αναφέρει ότι η αιτία της μη έγκαιρης αποποίησης ήταν η πλάνη  περί το δίκαιο και συγκεκριμένα ότι αγνοούσε την υποχρέωση αποποίησης μέσα στην προθεσμία των τεσσάρων μηνών από τον θάνατο του αποβιώσαντος. Από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής συνάγεται ότι η ενάγουσα ζητεί να ακυρωθεί η πλασματική αποδοχή της κληρονομίας του πατέρα της επειδή δεν την αποποιήθηκε έγκαιρα λόγω πλάνης της. Την πλάνη δε αυτή βασίζει σε δυο αιτίες, ήτοι την άγνοια της επαγωγής της κληρονομίας του πατέρα της και την άγνοια περί της προθεσμίας αποποίησης και τις συνέπειες απώλειας αυτής. Οι ως άνω ισχυρισμοί στηρίζουν έκαστος αυτοτελώς την αγωγική βάση χωρίς να έρχονται σε αντίφαση, υπό την έννοια ότι η παραδοχή του ενός ισχυρισμού  δεν αποκλείει κατά λογική ακολουθία την παραδοχή του άλλου. Πρέπει επομένως να απορριφθεί ο ως άνω λόγος έφεσης ως αβάσιμος.

Από την επανεκτίμηση της κατάθεσης του μάρτυρα της ενάγουσας, που εξετάστηκε ένορκα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά αυτού, ενώ το εναγόμενο δεν εξέτασε μάρτυρα και από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, τα οποία είναι πρόσφορα είτε για πλήρη απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εκτός από τις με αριθμούς …. και …../25.9.2014 ένορκες βεβαιώσεις που δόθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, καθώς αυτές λήφθηκαν χωρίς την προηγούμενη κλήτευση του εναγομένου, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνονται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ως ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (Εφ.Πειρ. 103/2015 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 23.2.2009 απεβίωσε στον Πειραιά, χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο ……………,  καταλείποντας ως εγγύτερη, κατά το χρόνο θανάτου του, συγγενή την εφεσίβλητη κόρη του, όπως προκύπτει από το με αριθμό πρωτοκόλλου ………/2014 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Δήμου Πειραιά. Η εφεσίβλητη ήταν εκτός γάμου τέκνο του θανόντος, ο οποίος την αναγνώρισε ως τέκνο του με την με αριθμό …../12.9.1978 πράξη της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………. Κλήθηκε δε ως κληρονόμος του, λόγω παρέλευσης της  τετράμηνης προθεσμίας αποποίησης, που άρχισε να τρέχει από την ημέρα που έλαβε χώρα ο λόγος της επαγωγής, δηλαδή από την ημέρα θανάτου του κληρονομούμενου και παρήλθε ολόκληρη η προθεσμία, χωρίς η εφεσίβλητη να προβεί σε δήλωση αποποίησης, με αποτέλεσμα να θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ότι αποδέχθηκε σιωπηρά την κληρονομία. Αποδείχθηκε όμως ότι η εφεσίβλητη δεν γνώριζε το θάνατο του πατέρα της, ώστε να προβεί στη δήλωση αποποίησης της κληρονομίας του, όπως θα έπραττε καθώς κατά το χρόνο θανάτου του ήταν κατάχρεος, όπως κατωτέρω θα αναπτυχθεί. Ειδικότερα, η εφεσίβλητη μεγάλωσε στην πατρική οικία, όπου διέμεναν η ίδια, ο πατέρας της και η γιαγιά της από την πατρική γραμμή, πλην όμως την ανατροφή της είχε αναλάβει η γιαγιά της, ενώ οι σχέσεις της με τον πατέρα της ήταν τυπικές, καθώς παρά την  αναγνώρισή της ως τέκνου του,  λόγω πιέσεων της μητέρας της, ο ίδιος δεν την θεωρούσε τέκνο του, με αποτέλεσμα να μην αναπτυχθεί μεταξύ τους ο συναισθηματικός δεσμός πατέρα –κόρης. Κατά το έτος 1996, η εφεσίβλητη, εισήχθη στη μαθηματική σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης, και έφυγε από την πατρική οικία, διαμένοντας στην Κρήτη. Ολοκλήρωσε δε τις σπουδές της στο τέλος του ακαδημαϊκού έτους 2000-2001, όπως προκύπτει από το σχετικό πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου Κρήτης. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της διατηρούσε επαφή με τη γιαγιά της, η οποία απεβίωσε την 19.10.2003, όπως προκύπτει από το με αριθμό …../2014 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης. Μετά το θάνατο αυτής, η εφεσίβλητη δεν διατήρησε επαφή με τον πατέρα της, ούτε διέμεινε ξανά στο νομό Αττικής. Ειδικότερα, από την 11.9.2003 έως και την 31.8.2008, υπηρετούσε ως ωρομίσθια καθηγήτρια σε σχολεία των πόλεων του Μεσολογγίου και της Πάτρας, όπου και ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές σπουδές της στα υπολογιστικά μαθηματικά-πληροφορική στην εκπαίδευση, όπως προκύπτει από το με αριθμό πρωτοκόλλου ……./2007 πιστοποιητικό του τμήματος μαθηματικών του Πανεπιστημίου Πατρών. Από την 7.10.2008 έως την 30.6.2009 υπηρέτησε ως αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Εκκλησιαστικό Γυμνάσιο-Λύκειο Χανίων, ενώ από την 8.9.2009 διορίστηκε σε οργανική θέση στο Εκκλησιαστικό Λύκειο Χίου, τόπος στον οποίο εργάζεται και κατοικεί μέχρι και την άσκηση της αγωγής της. Ενισχυτικό της κρίσης του δικαστηρίου, περί της παντελούς απουσίας σχέσεων με τον πατέρα της είναι το γεγονός ότι ο τελευταίος την 7.4.2004 προσήλθε στο Γηροκομείο Πειραιώς συνοδευόμενος από δυο γνωστούς του την …………. και τον ………….., και διέμεινε σε αυτό μέχρι τον θάνατό του την 23.2.2009. Κατά την προσέλευσή του στο ως άνω ίδρυμα κατέθεσε υπεύθυνη δήλωση ότι ήταν άγαμος και δεν έδωσε στοιχεία επικοινωνίας κανενός συγγενικού προσώπου παρά μόνο των παραπάνω γνωστών του, με τους οποίους επικοινωνούσε το Ίδρυμα όποτε προέκυπτε κάποια ανάγκη, ενώ καθ όλο το χρόνο της παραμονής του εκεί δεν εμφανίστηκε κάποιος άλλος επισκέπτης, όπως προκύπτει από τη με ημερομηνία 26.9.2014 βεβαίωση του Γηροκομείου Πειραιώς. Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι η εφεσίβλητη, μετά τον θάνατο της γιαγιάς της από την πατρική γραμμή, δεν διατήρησε καμμία επαφή με τον πατέρα της, και δεν πληροφορήθηκε το θάνατό του, παρά μόνο την 17.9.2014 οπότε, της κοινοποιήθηκε  από την ΙΓ ΔΟΥ Αθηνών ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων χρεών, με την οποία κλήθηκε να καταβάλει ως κληρονόμος του αποβιώσαντος πατρός της το ποσό των 1.355.602,76 ευρώ. Την  19.9.2014 η εφεσίβλητη προέβη στην με αριθμό ……/19.9.2014 δήλωση αποποίησης της παραπάνω κληρονομίας ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιώς. Η άγνοια του θανάτου του πατέρα της εξομοιώνεται με την μη γνώση της επαγωγής της κληρονομίας στην ίδια και αποκλείει την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης, η οποία συνεχίστηκε μέχρι την 17.9.2014. Επομένως, η ενάγουσα από πλάνη της ως προς την επαγωγή της κληρονομίας του πατέρα της δεν αποποιήθηκε την κληρονομία του τελευταίου, όπως θα είχε πράξει αν είχε πληροφορηθεί άμεσα τον θάνατο αυτού. Η εκκαλουμένη απόφαση που εκτιμώντας όλα τα αποδεικτικά μέσα δέχθηκε τα ίδια πραγματικά περιστατικά δεν έσφαλε, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο οποίος τυγχάνει απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος. Ενόψει των εκτεθέντων δε, πρέπει να απορριφθεί η περί παραγραφής ένσταση του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου, που παραδεκτά προβλήθηκε πρωτοδίκως, και επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσής του, αφού η πλάνη της εφεσίβλητης, εξακολούθησε μέχρι την 17-9-2014 και η ένδικη αγωγή ασκήθηκε (επιδόθηκε στο εναγόμενο) την 8-12-2014 (βλ. τις με αριθμούς … και …/8.12.2014 εκθέσεις επίδοσης που συνέταξε ο Δικαστικός Επιμελητής στο Πρωτοδικείο Πειραιά ……………), προτού δηλαδή συμπληρωθεί η εξάμηνη παραγραφή των άρθρων 157 και 1857 παρ. 2 του ΑΚ. Επομένως, η κρινόμενη αγωγή είναι και ουσιαστικά βάσιμη. Στο αυτό αποτέλεσμα καταλήγοντας και η εκκαλούμενη απόφαση ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει να απορριφθεί η έφεση κατ΄ουσίαν και τέλος να καταδικασθεί το εκκαλούν λόγω της ήττας του κατ΄άρθρο 183 του ΚΠολΔ και 22 του ν.3693/1957, στην πληρωμή μειωμένων των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και την απορρίπτει κατ ουσία.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ  σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 17η Σεπτεμβρίου 2020.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στις 22 Οκτωβρίου 2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου, Κωνσταντίνας Παπαντωνίου αποτελούμενη από τους Δικαστές, Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο και Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτες και με τη Γραμματέα Τριανταφυλλιά Λαμπροπούλου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ