Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 521/2020

Αριθμός    521/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή, Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 16.5.2019 (κατατεθείσα στο Πρωτοδικείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2019 και Ε.Α.Κ. …/2019 και για προσδιορισμό στο Εφετείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ. …./2019) έφεση της ετερόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία “…………..» κατά της ναυτιλιακής εταιρίας πλοίων αναψυχής με την επωνυμία «……..», του ………. και της εδρεύουσας στη Μάλτα ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία “………..” προς εξαφάνιση της 5175/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-Τακτική Διαδικασία) νόμιμα φέρεται από το πινάκιο μετ’ αναβολή προς συζήτηση κατ’ άρθρο 226 παρ.4 ΚΠολΔ, εφαρμοζόμενο και στην κατ’ έφεση δίκη, από τη δικάσιμο της 21.11.2019 στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και πρέπει να συνεκδικασθείκατά τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων246 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ με την αντίθετη από 12.6.2019 (κατατεθείσα στο Πρωτοδικείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. ……../2019 και Ε.Α.Κ. …./2019 και για προσδιορισμό στο Εφετείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ. …./2019) έφεση της ως άνω εταιρίας με την επωνυμία «……….» κατά της ετερόρρυθμης εταιρίας “……………»και της εδρεύουσας στη Μάλτα ασφαλιστικής εταιρίας “………….”, καθώς αμφότερες στρέφονται κατά της ίδιας απόφασης, δηλαδή αφορούν στην ίδια υπόθεση, εκκρεμούν ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, εκδικάζονται με την τακτική διαδικασία και με τη συνεκδίκασή τους επέρχεται επιτάχυνση της δίκης και μείωση των δικαστικών εξόδων. Ιδίως, αναφορικά με την από 16.5.2019 έφεση κατά το μέρος που στρέφεται κατά της τρίτης εφεσίβλητης, εδρεύουσας στη Μάλτα, ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία “……….”, η οποία παρέστη στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης δια του πληρεξούσιου δικηγόρου …………, χωρίς όμως να καταθέσεις προτάσεις, οπότε θεωρείται ερήμην, σημειώνεται ότι από τις προσκομιζόμενες υπ’ αριθ. …….’/23.5.2019 και ………’/23.5.2019 εκθέσεις επιδόσεως δικογράφου του δικ. επιμελητή του Εφετείου Πειραιά, ………. προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της έφεσης αυτής μαζί με πράξη ορισμού της αρχικής δικασίμου της 21.11.2019 και κλήση σε αυτή για συζήτηση επιδόθηκε κατ’ άρθρο 129 παρ.1 ΚΠολΔ, τόσο στην ίδια την τρίτη εφεσίβλητη, στη φερόμενη ως πραγματική της έδρα στη Νέα Σμύρνη Αττικής (………), όσο και για λογαριασμό της στην ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία “……………….», ως νόμιμη εκπρόσωπο, αντιπρόσωπο και αντίκλητο αυτής, η δε αναβολή της υπόθεσης εκ του πινακίου λειτουργεί ως πλασματική κλήτευση της τρίτης εφεσίβλητης στη νέα μετ’ αναβολή δικάσιμο. Επομένως, η διαδικασία θα προχωρήσει ως προς την τρίτη εφεσίβλητη σαν να ήταν κι αυτή παρούσα κατ’ άρθρο 524 παρ.4 ΚΠολΔ. Οι ως άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί νόμιμα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση των δικογράφων τους στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ, καθώς ακριβές αντίγραφο της εκκαλούμενης απόφασης επιδόθηκε από την ενάγουσα εταιρία “………….» στους αντιδίκους της στις 23.5.2019 (βλ. τις προσκομιζόμενες υπ’ αριθ. ……../23.5.2019, …….’/23.5.2019, ………. Γ’/23.5.2019 εκθέσεις επίδοσης δικογράφου του δικ. επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……….. αντίστοιχα προς το ………….. ………….. για τον εαυτό του ατομικά και ως νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρίας «……….», προς την εταιρία “………” και προς την εταιρία “……….» ως νόμιμη εκπρόσωπο, αντιπρόσωπο και αντίκλητο της αμέσως προηγούμενης εταιρίας) και η μεν από 16.5.2019 έφεση ασκήθηκε προ πάσης επιδόσεως στις 17.5.2019, η δε από 12.6.2019 έφεση ασκήθηκε στις 21.6.2019. Πρέπει, λοιπόν, οι συνεκδικαζόμενες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές από το παρόν αρμόδιο κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ.6 του ν. 2172/1993 Δικαστήριο, που δικάζει αυτές κατά την τακτική διαδικασία και να εξετασθούν στη συνέχεια, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους. Σημειωτέον δε ως προς την από 16.5.2019 έφεση και για το παραδεκτό αυτής ότι έχει κατατεθεί κατ’ άρθρο 495 παρ.3στοιχ.ΑβΚΠολΔ το με κωδικό ……… e-παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. το συνημμένο στο εφετήριο αντίγραφο του e- παραβόλου και την από 16.5.2019 βεβαίωση της ALPHABANK, AlphaWebBanking περί επιτυχούς εκτέλεσης πληρωμής του e-παραβόλου), ενώ για την από 12.6.2019 έφεση και ομοίως για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί το με κωδικό ……… e-παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ, επίσης εξοφλημένο (βλ. το συνημμένο στο εφετήριο αντίγραφο του ως άνω παραβόλου και την από 20.6.2019 βεβαίωση της Εθνικής ΤράπεζαςInternetBanking περί πληρωμής του e-παράβολου).

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η νυν εκκαλούσα-εφεσίβλητη εταιρία με την επωνυμία “…………..» άσκησε την από 11.10.2017 (με Γ.Α.Κ. ……./2017 και Ε.Α.Κ. ……../2017) αγωγή κατά της ήδη εκκαλούσας-εφεσίβλητης εταιρίας με την επωνυμία «…………» και του ήδη εφεσίβλητου …………… Με αυτή υποστήριζε ότι η ίδια έχοντας αντικείμενο της εμπορικής της δραστηριότητας τη διενέργεια εργασιών απορρύπανσης και πρόληψης θαλάσσιας ρύπανσης και όντας συμβεβλημένη με το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας για την παροχή υπηρεσιών προστασίας θαλάσσιου περιβάλλοντος και αντιμετώπισης περιστατικών θαλάσσιας ρύπανσης, στις 7.5.2017, κατάρτισε σύμβαση με τον δεύτερο εναγόμενο που ενεργούσε ατομικά, αλλά και ως νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης εναγόμενης, με εις ολόκληρον ευθύνη της, πλοιοκτήτριας εταιρίας του υπό ελληνική σημαία σκάφους αναψυχής «ΜΤ», που είχε προσαράξει την ίδια μέρα, στη θαλάσσια περιοχή Βλυχάδας Σαντορίνης, προκειμένου να προβεί η ενάγουσα σε κάθε ενέργεια για την πρόληψη και την αντιμετώπιση τυχόν θαλάσσιας ρύπανσης από την τυχόν διαρροή πετρελαιοειδών μειγμάτων, καυσίμων, λιπαντικών και άλλων επιβλαβών και ρυπογόνων ουσιών που ήταν αποθηκευμένα στο παραπάνω πλοίο, έναντι της συμφωνημένης, νόμιμης, εύλογης και ειθισμένης αμοιβής και χρέωσης, που ίσχυε βάσει του τιμοκαταλόγου παροχής των υπηρεσιών της. Ότι η ενάγουσα εκτέλεσε το παραπάνω έργο της πρόληψης και αποφυγής θαλάσσιας ρύπανσης κατά το χρονικό διάστημα από 7.5.2017 έως 23.5.2017, χρησιμοποιώντας προσωπικό, πλωτά μέσα, οχήματα, εξοπλισμό και υλικά, ενώ κατά την εκτέλεση του έργου καταστράφηκε και υπέστη φθορές ο αναφερόμενος εξοπλισμός της και αναλώθηκαν τα αναφερόμενα μέσα ατομικής προστασίας κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο παροχής υπηρεσιών της ενάγουσας, αυτή δικαιούται το ποσό των 99.331 ευρώ, πλέον του αναλογούντος Φ.Π.Α. 24% επί του ποσού αυτού, ήτοι το συνολικό ποσό των (99.331 + 23.839,44=) 123.170,44 ευρώ. Ενόψει των ανωτέρω, η ενάγουσα ζητούσε με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εις ολόκληρον ο καθένας, να καταβάλουν σε αυτήν το αμέσως παραπάνω συνολικό ποσό, με το νόμιμο τόκο από την 24.5.2017, επομένη του πέρατος παροχής υπηρεσιών προστασίας θαλάσσιου περιβάλλοντος, άλλως από την 2.6.2017, επομένη της όχλησης για την πληρωμή του ποσού, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρις την εξόφληση. Περαιτέρω, οι δύο εναγόμενοι στην παραπάνω αγωγή άσκησαν την από 7.12.2017 (με Γ.ΑΚ. …/2017 και Ε.Α.Κ. …../2017) ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση σε παρέμβαση- παρεμπίπτουσα αγωγή κατά της νυν τρίτης εφεσίβλητης, με έδρα τη Μάλτα, ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία“……….” και κατά της ελληνικής ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «………..» για την ίδια προσωπικά και ως αντιπρόσωπο της παραπάνω αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρίας, πλην όμως, στη συνέχεια, οι παραπάνω εναγόμενοι- προσεπικαλούντες- παρεμπιπτόντως ενάγοντες με την από 8.1.2018 (με Γ.Α.Κ. …/2018 και Ε.Α.Κ. …/2018) δήλωση μερικής παραίτησης από δικόγραφο προς τις ως άνω ασφαλιστικές εταιρίες παραιτήθηκαν μερικά από το σκέλος του δικογράφου τους που αφορούσε στην παρεμπίπτουσα αγωγή, εμμένοντας ως προς το σκέλος του δικογράφου τους που αφορούσε στην ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση σε παρέμβαση προς τις ανωτέρω εταιρίες. Ακολούθως, η νυν τρίτη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία “…………” άσκησε την από 9.1.2018 (με Γ.Α.Κ. …../2018 και Ε.Α.Κ. …/2018) απλή επικουρική πρόσθετη παρέμβαση κατά της ενάγουσας και υπέρ της πρώτης εναγόμενης «……..», κοινοποιηθείσα στην εταιρία «………» και στον δεύτερο εναγόμενο   …………… Η παραπάνω αγωγή και η απλή επικουρική πρόσθετη παρέμβαση συνεκδικάσθηκαν αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και εκδόθηκε η εκκαλούμενη 5175/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή κατά του δεύτερου εναγόμενου, η ως άνω ασκηθείσα πρόσθετη παρέμβαση και έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή κατά της πρώτης εναγόμενης, υποχρεωθείσας αυτής να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 57.291,72 ευρώ, νομιμότοκα με τις ακόλουθες διακρίσεις: α) ως προς το επιμέρους ποσό των 46.203 ευρώ από τις 24.5.2017 και β) ως προς το επιμέρους ποσό των 11.088,72 ευρώ για τον Φ.Π.Α. από την έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων από την παράδοσή τους στην πρώτη εναγόμενη. Επίσης, κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή η απόφαση για το ποσό των 20.000 ευρώ. Ήδη με τις αντίθετες εφέσεις τους, οι εκκαλούντες επιδιώκουν να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ζητώντας η μεν εκκαλούσα-ενάγουσα να γίνει εν όλω δεκτή η αγωγή της και ως προς τους δύο εφεσίβλητους-εναγόμενους, η δε εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη να απορριφθεί και ως προς αυτή η ένδικη αγωγή.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 516 παρ. 1 ΚΠολΔ «Δικαίωμα έφεσης έχουν, εφόσον νικήθηκαν ολικά η εν μέρει στην πρωτόδικη δίκη, ο ενάγων, ο εναγόμενος, εκείνοι που άσκησαν κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση, οι καθολικοί διάδοχοί τους, οι ειδικοί διάδοχοί τους εφόσον απέκτησαν την ιδιότητα αυτή μετά την άσκηση της αγωγής και οι εισαγγελείς πρωτοδικών, αν ήταν διάδικοι», ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 517 ΚΠολΔ «Η έφεση απευθύνεται κατά εκείνων που ήταν διάδικοι στην πρωτόδικη δίκη ή των καθολικών διαδόχων ή των κληροδόχων τους. Αν υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, η έφεση πρέπει να απευθύνεται κατά όλων των ομοδίκων, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη». Εξάλλου κατά μεν το άρθρο 81 παρ. 3 εδαφ. α` ΚΠολΔ, ο παρεμβαίνων καλείται στις επόμενες διαδικαστικές πράξεις από το διάδικο που επισπεύδει τη δίκη, κατά δε το άρθρο 82 εδαφ. γ` του ίδιου Κώδικα, αποφάσεις και δικόγραφα που επιδίδονται στους κύριους διαδίκους πρέπει να επιδίδονται και σε εκείνον που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση. Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 20 § 1 του Συντάγματος, που ορίζει ότι καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ` αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα του, σαφώς προκύπτει ότι κατά του προσθέτως παρεμβαίνοντος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση δεν απευθύνεται κατ` αρχήν η έφεση, γιατί αυτός δεν είναι κύριος διάδικος, πλην όμως ο προσθέτως παρεμβάς, πρέπει να καλείται στη συζήτηση της έφεσης για να ενημερώνεται για την εξέλιξη της δίκης που ανοίγεται με την άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης και να ασκήσει τα δικαιώματα του. Σε αντίθετη περίπτωση η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους διαδίκους (ΑΠ 426/2007, 424/2007, 423/2007, 422/480 2007, αδημ. σε νομικά περιοδικά, ΑΠ 408/2004, ΝοΒ 2005/671, ΑΠ 227/2000, ΕλλΔ/νη 41.972, ΑΠ 1347/1998, ΕλλΔ/νη 40. 139, ΑΠ 84/1998, 211/1998, ΕλλΔ/νη 39. 1273, ΕφΠατρ. 314/2007, Δημ. Νόμος, Εφ.Δωδ. 222/2006 αδημ. σε νομικά περιοδικά, Εφ.Λαρ. 26/2005, Δικογρ. 2005/ 296, Εφ.Αθ 3945/2004, ΕλλΔ/νη 2005/559, βλ. και Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία, τομ. Ι, παρ. 29 αριθμ. 10, όπου παραπέμπει η ΜονΕφΔωδ 192/2019 στην ΤΝΠ Νόμος). Ωστόσο, σχετικά με το ζήτημα αν η έφεση πρέπει να απευθύνεται ή όχι και κατά εκείνου που παρενέβη πρόσθετα υπέρ του αντιδίκου του εκκαλούντα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ απλής πρόσθετης παρέμβασης (άρθ. 80 ΚΠολΔ), κατά την οποία ο παρεμβαίνων δεν καθίσταται διάδικος, δηλαδή υποκείμενο της δίκης, εφόσον δεν μπορεί να αξιώσει με δικό του όνομα έννομη προστασία και της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης (άρθ. 83 ΚΠολΔ), στην οποία η ισχύς της απόφασης εκτείνεται στις έννομες σχέσεις του προσθέτως παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του. Στην απλή πρόσθετη παρέμβαση η έφεση δεν απαιτείται να απευθύνεται και κατά εκείνου που παρενέβη πρόσθετα, αφού δεν καθίσταται με την παρέμβαση διάδικος, ενώ στην αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση η έφεση απευθύνεται και κατά του προσθέτως παρεμβάντος, εκτός αν η πρόσθετη παρέμβαση απορρίφθηκε πρωτοδίκως ως απαράδεκτη, οπότε η έφεση απευθύνεται μόνο κατά του υπέρ ου (ΑΠ 417/1987, ΝοΒ 1988, σελ. 910, Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ Ι, 2η έκδοση, σελ. 798-799). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 88 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, στην περίπτωση της πρόσθετης παρέμβασης του δικονομικού εγγυητή, εκούσιας ή μετά από προσεπίκληση, πρόκειται για απλή πρόσθετη παρέμβαση. Αν, λοιπόν, η έφεση απευθύνεται και κατά του ομοδίκου δικονομικού εγγυητή του αντιδίκου του εκκαλούντος, απορρίπτεται ως προς αυτόν για έλλειψη εννόμου συμφέροντος, αφού, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, δεν πρόκειται για αναγκαστική ομοδικία, οπότε η έφεση, κατ` άρθρο 517 § 2 ΚΠολΔ έπρεπε να στραφεί και κατ` αυτού, η δε συμμετοχή στην έκκλητη δίκη του προσθέτως παρεμβάντος υπέρ του αντιδίκου του, δεν επιδρά στα έννομα συμφέροντα του. Η απεύθυνση, όμως, του δικογράφου της έφεσης κατά του πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβάντος επέχει θέση κλήτευσής του για τη συζήτηση της έφεσης, η οποία κλήτευση είναι αναγκαία, κατά τα άρθρα 81 § 3, 82 εδ. γ`, 502, 517,558 και 271 του ΚΠολΔ, αλλιώς είναι απαράδεκτη η συζήτηση (βλ. Σ. Σαμουήλ: Η έφεση, Δ` έκδοση, § 336 επ., Ν. Νίκα: Πολιτική Δικονομία, τομ. I, § 29 αριθ. 10, Μιχαήλ Μαργαρίτη: Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθ. 517, σημ. 10, άρθ. 81 σημ. 8, ΑΠ 18/2008 Δ 2008 σ. 654, ΕφΔυτΜακ 17/2011 Αρμ 2013 σ. 1115, ΕφΠατρ 401/2009 ΑχΝομ 2010 σ. 340, όπου παραπέμπει ηΕφΘεσσαλ 1/2017, ΕλλΔνη 2017, σελ. 858).

Στην προκειμένη περίπτωση η από 16.5.2019 έφεση της εκκαλούσας-ενάγουσας κατά το μέρος που στρέφεται κατά της τρίτης εφεσίβλητης- απλής προσθέτως παρεμβαίνουσας στον πρώτο βαθμό, ασφαλιστικής εταιρίας, φερόμενης ως δικονομικής εγγυήτριας της πρώτης εφεσίβλητης- πρώτης εναγόμενης τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, κατά την αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη, ελλείψει έννομου συμφέροντος, καθώς η παραπάνω ασφαλιστική εταιρία δεν κατέστη αναγκαία ομόδικος των εναγόμενων στην πρωτοβάθμια δίκη κι έτσι δεν έγινε διάδικος. Ομοίως, η από 12.6.2019 έφεση της εκκαλούσας-πρώτης εναγόμενης κατά το μέρος που στρέφεται κατά της ίδιας δεύτερης εφεσίβλητης- απλής προσθέτως παρεμβαίνουσας, ασφαλιστικής εταιρίας τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, ελλείψει έννομου συμφέροντος, καθώς η τελευταία δεν κατέστη αντίδικος της παραπάνω εκκαλούσας. Οι ως άνω εφέσεις στρεφόμενες κατά της παραπάνω προσθέτως παρεμβαίνουσας επέχουν θέση κλήτευσης της τελευταίας για να συμμετάσχει στη δευτεροβάθμια δίκη. Παρακάτω, επισημαίνεται ότι κατά την εκφώνηση των ένδικων εφέσεων κατά την πιο πάνω αναφερόμενη δικάσιμο, οπότε συζητήθηκαν, η παραπάνω εφεσίβλητη- στον πρώτο βαθμό  προσθέτως παρεμβαίνουσα παρέστη με τον προαναφερόμενο πληρεξούσιο δικηγόρο της ως προς την στρεφόμενη κατ’ αυτής από 12.6.2019 έφεση της ναυτιλιακής εταιρίας πλοίων αναψυχής με την επωνυμία «…………», καταθέτοντας και προτάσεις, όπου διαλαμβάνει ότι το δικόγραφο της εν λόγω έφεσης στρέφεται κατ’ αυτής υπό μορφή κλήσης για συμμετοχή της στη δίκη του δεύτερου βαθμού, για να ασκήσει νέα πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της ως άνω εκκαλούσας, κάτι όμως που δεν επιθυμεί, καθώς αρνείται κατηγορηματικά τον ρόλο του δικονομικού εγγυητή στην ένδικη υπόθεση. Σχετικά με τη δήλωση αυτή της δεύτερης εφεσίβλητης- προσθέτως παρεμβαίνουσας στον πρώτο βαθμό, σημειώνεται ότι σε περίπτωση απόρριψης πρωτοδίκως της πρόσθετης παρέμβασης, τότε αναγκαίο όρο για τη συμμετοχή του προσθέτως παρεμβαίνοντος κατά την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό αποτελεί είτε η άσκηση έφεσης (Μαργαρίτης, άρθρο 516, αρ.34, ΑΠ 1642/2010, ΝοΒ 2011, σελ. 995), είτε η εκ νέου άσκηση πρόσθετης παρέμβασης στην κατ’ έφεση δίκη (ΕφΑθ 9231/2001, ΕλλΔνη 2004, σελ. 248, ΕφΑθ 3370/1992, ΕλλΔνη 1993, σελ. 1636), το επιτρεπτό της οποίας γίνεται δεκτό με το επιχείρημα ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο ο προσθέτως παρεμβαίνων στον πρώτο βαθμό ασκεί δικαίωμα έλασσον αυτού, που του παρέχεται από το νόμο προς άσκηση αυτοτελούς εφέσεως (ΕφΑθ 9231/2001, ό.π., ΕφΑθ 579/2000, ΕλλΔνη 2000, σελ. 857). Σε περίπτωση, όμως, που ο πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβαίνων δεν άσκησε έφεση, ούτε εκ νέου πρόσθετη παρέμβαση στην κατ’ έφεση δίκη, οι κατατεθείσες προτάσεις του και οι ισχυρισμοί του ενώπιον του Εφετείου δεν λαμβάνονται υπόψη (βλ. ΕφΘεσσαλ 1013/2011, ΕΠολΔ 2012, σελ. 395, με σημείωμα Παναγιώτη Σ. Γιαννόπουλου). Επομένως, εν προκειμένω, οι ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προτάσεις και οι ισχυρισμοί της τρίτης εφεσίβλητης- στον πρώτο βαθμό προσθέτως παρεμβαίνουσας, ασφαλιστικής εταιρίας “…………”σε σχέση με την από 12.6.2019 έφεση δεν λαμβάνονται υπόψη, ενώ κατόπιν απορρίψεως των υπό κρίση εφέσεων κατά της παραπάνω πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβαίνουσας και ήδη εφεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρίας δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται υπέρ αυτής, αφενός ως προς την από 16.5.2019 έφεση καθώς η εφεσίβλητη δεν παρέστη νόμιμα και δικάσθηκε ερήμην, αφετέρου ως προς την από 12.6.2019 έφεση, καθώς αυτή, παρότι δεν επιθυμούσε να ασκήσει εκ νέου πρόσθετη παρέμβαση, αλυσιτελώς παρέστη στην παρούσα δίκη.

Περαιτέρω, με τον πρώτο λόγο της από 12.6.2019 έφεσής της η εκκαλούσα-πρώτη εναγόμενη επαναφέρει κατά της εφεσίβλητης-ενάγουσας την ένσταση αοριστίας που έχει προβάλει πρωτοδίκως. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι οι υπηρεσίες για τις οποίες αιτείται την επιδίκαση αμοιβής η εφεσίβλητη-ενάγουσα για την εκτέλεση του έργου πρόληψης και αντιμετώπισης τυχόν θαλάσσιας ρύπανσης λόγω της προσάραξης του ένδικου πλοίου στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας Θήρας τυγχάνουν αόριστες. Ότι από πουθενά δεν προκύπτει ποια ήταν η απασχόληση του «επιχειρησιακού διευθυντή» και σε ποιες ακριβώς δράσεις δραστηριοποιήθηκε, ομοίως ποια ήταν η απασχόληση του «επικεφαλής τεχνικού» και ποια η διάκριση των ρόλων των παραπάνω δύο ειδικοτήτων. Ότι δεν εκτίθεται στο αγωγικό δικόγραφο σε ποιες υπηρεσίες επί συνόλου 17 ημερών (που αναφέρει στην αγωγή ότι απασχολήθηκε η ενάγουσα) απασχολήθηκαν οι τεχνικοί και συνολικά το όποιο προσωπικό της και ποιες ακριβώς ώρες της ημέρας, ποια τα προσόντα, οι γραμματικές γνώσεις, η εκπαίδευση και η πιστοποίηση των «τεχνικών» της, πώς δικαιολογείται το εξωφρενικό ύψος του ημερομισθίου ποσού 280 ευρώ (=35 ευρώ/ώρα x8 ώρες), ποιοι οι αριθμοί κυκλοφορίας των φορτηγών οχημάτων που τάχα χρησιμοποιήθηκαν στο έργο προς 150 ευρώ την ημέρα και εάν τούτα ανήκαν κατά κυριότητα στην ενάγουσα ή ήταν μισθωμένα, τι τύπος καυσίμου είναι αυτός για τον οποίο αξιώνει αμοιβή η ενάγουσα και πόσα λίτρα καταναλώθηκαν ημερησίως. Σχετικά με το ορισμένο της ένδικης αγωγής πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ. 2, 118 παρ. 4, 216 ΚΠολΔ, 681, 682 και 694 ΑΚ συνάγεται ότι ο εργολάβος, όταν ενάγει τον εργοδότη για την καταβολή της αμοιβής του ή του υπολοίπου αυτής, οφείλει να επικαλεσθεί στην αγωγή του, για το ορισμένο αυτής, τη σύμβαση μισθώσεως έργου κατά τα ουσιώδη στοιχεία της, ήτοι τη σύμβαση που καταρτίσθηκε, το έργο που συμφωνήθηκε με αυτή να εκτελεσθεί, την εκτέλεση και παράδοση ή την προσφορά του έργου και την αμοιβή που συμφωνήθηκε και αν αυτή είχε συμφωνηθεί κατά μονάδα κάθε εργασίας και ποιες ποσότητες στις συμφωνηθείσες μονάδες από κάθε εργασία εκτελέσθηκαν (ΑΠ 314/09, ΑΠ 1539/08, ΑΠ 508/08, ΑΠ 1336/08 ΕφΛαρ 102/2012 στην ΤΝΠ Νόμος). Στην περίπτωση που η αμοιβή καταλείπεται ακαθόριστη ως προς το ύψος της και ως προς τον τρόπο υπολογισμού της, ο καθορισμός της αμοιβής θα γίνει είτε κατά τα άρθρα 371-373 και 379 ΑΚ είτε με αντικειμενικά δεδομένα, όπως με τις ισχύουσες διατιμήσεις ή με την συνηθισμένη αμοιβή, αυτή δηλαδή που συνηθίζεται να καταβάλλεται από άλλους εργοδότες για όμοιες εργασίες σε εργολάβους της ίδιας κατηγορίας, με τις ίδιες συνθήκες τόπου και χρόνου. Εάν δεν υπάρχει διατίμηση ή συνηθισμένη αμοιβή, τότε εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 379 ΑΚ, δηλαδή ο προσδιορισμός της αμοιβής γίνεται από τον εργολάβο με δίκαιη κρίση και σε διαφορετική περίπτωση από το αρμόδιο δικαστήριο. Ο εργολάβος, λοιπόν, ο οποίος ασκεί κατά του εργοδότη αγωγή για την εργολαβική αμοιβή, πρέπει να διαλαμβάνει στην αγωγή του, εκτός άλλων, τη συμφωνία για την αμοιβή κατά ένα από τους προαναφερθέντες τρόπους, και σε περίπτωση που αυτή αφέθηκε ακαθόριστη κατά ποίο από τους πιο πάνω τρόπους θα καθορισθεί, καθώς και τις εκτελεσθείσες εργασίες και αν η αμοιβή συμφωνήθηκε κατά μονάδας εργασίας τις εκτελεσθείσες από κάθε ποσότητα εργασίες (ΑΠ 940/2002 ΕλλΔνη 44 (2003) σελ. 1360ΑΠ 314/2009, ΑΠ 1539/2008, ΑΠ 508/2008, ΑΠ 1336/2008, ΕφΛαρ 102/2012 δημ. ΝΟΜΟΣ, όπου παραπέμπει ηΕφΑθ 5536/2013 στην ΤΝΠ Νόμος, βλ. επίσης ΕφΠειρ 211/2016 στην ΤΝΠ Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση όλα τα ανωτέρω στοιχεία περιέχονται στην από 11.10.2017 αγωγή, επιπλέον δε εκτίθενται αναλυτικά οι εργασίες τις οποίες φέρεται να πραγματοποίησε η ενάγουσα εργολάβος για να φέρει σε πέρας το ανατεθέν σε αυτή έργο και μάλιστα ανά ημέρα και ώρα, χωρίς να χρειάζεται να γίνεται ανάλυση των καθηκόντων του επιχειρησιακού διευθυντή και των αντίστοιχων του επικεφαλής τεχνικού και μάλιστα σε σύγκριση μεταξύ τους, αφού από τον τίτλο και μόνο της ειδικότητας του καθενός προκύπτει ότι ο επιχειρησιακός διευθυντής έχει τη διοίκηση και ευθύνη όλου του έργου, ενώ ο επικεφαλής τεχνικός δίνει άμεσα οδηγίες στους υπ’ αυτόν τεχνικούς, ενώ δεν απαιτείτο να αναφέρονται τα προσόντα, οι γραμματικές γνώσεις, η εκπαίδευση και η πιστοποίηση των τεχνικών που απασχόλησε η ενάγουσα. Επιπλέον προσδιορίζεται στην αγωγή ότι τα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν από την ενάγουσα είχαν αριθμούς κυκλοφορίας ………. και ……….., ενώ δεν απαιτείτο να διευκρινίζεται το εάν εκείνη τα είχε στην κυριότητά της ή τα είχε μισθώσει από τρίτον, ούτε τι τύπο καυσίμων και πόσα λίτρα αυτών καταναλώθηκαν ημερησίως, στοιχείο που δύναται να προκύψει από την αποδεικτική διαδικασία. Επομένως, ομοίως κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά ερμήνευσε κι εφάρμοσε το νόμο σχετικά με τα στοιχεία που έπρεπε να περιέχονται στο αγωγικό δικόγραφο για τη θεμελίωση της αγωγής, ο δε πρώτος λόγος της από 12.6.2019 έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος.

Πιο κάτω και πριν το Δικαστήριο αυτό προχωρήσει στην εκτίμηση των αποδείξεων σημειώνεται ότι με τον έβδομο λόγο της από 12.6.2019 έφεσής της, η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη επαναφέρει τον απορριφθέντα πρωτοδίκως ισχυρισμό της περί καταγγελίας της ένδικης σύμβασης έργου. Ειδικότερα, αφού αυτή πρωτοδίκως συνομολόγησε την ανάθεση του έργου για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν θαλάσσιας ρύπανσης, κατόπιν προσάραξης του σκάφους «ΜΤ», ιδιοκτησίας της στην ενάγουσα, κατά τα λοιπά αρνήθηκε αιτιολογημένα την αγωγή. Στα πλαίσια της αιτιολογημένης άρνησης της αγωγής, η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη ισχυρίσθηκε, όπως τούτο επαναλαμβάνει με τον παραπάνω λόγο έφεσης, ότι μετά τη δεύτερη προσάραξη του σκάφους της στις 9.5.2017 στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας κι επειδή η προσάραξη αυτή οφειλόταν στην αδυναμία πηδαλιουχίας του σκάφους εξαιτίας της άρνησης της ενάγουσας να απομακρύνει τα πλωτά φράγματα που είχε τοποθετήσει, όταν αυτό επρόκειτο να ρυμουλκηθεί, εκείνη μέσω του δεύτερου εναγόμενου κατήγγειλε προφορικά την ένδικη σύμβαση έργου, ζητώντας να παύσει οριστικά η εκδούλευση από την ενάγουσα και να απομακρυνθούν το προσωπικό και τα εργαλεία της από το σκάφος. Ότι κατόπιν τούτου, η παραμονή της ενάγουσας- ήδη εφεσίβλητης στο έργο, παρά την καταγγελία της σύμβασης από την πρώτη εναγόμενη-ήδη εκκαλούσας οφείλεται στην παρουσία του εκπροσώπου της Λιμενικής Αρχής, ο οποίος επέτρεψε και συνέβαλε αδικαιολόγητα, στην παραμονή του ανεπαρκούς φράγματος, που είχε τοποθετήσει η ενάγουσα, αγνοώντας τις έντονες και δικαιολογημένες διαμαρτυρίες του νόμιμου εκπροσώπου της. Ότι επειδή οι εντολές της Λιμενικής  Αρχής δεν θεραπεύουν την γενομένη λόγω της προηγούμενης καταγγελίας λύση της υπό πίεση συναφθείσας σύμβασης, αυτή πρέπει κατ’ άρθρο 700 ΑΚ να κριθεί λυθείσα από (τουλάχιστον) την 9.5.2017, έτσι ώστε οι πέραν της πιο πάνω ημερομηνίας υπερβολικές χρεώσεις της ενάγουσας να μην συναρτώνται με παροχή από την πλευρά της υπηρεσιών αυτής υπό ισχυρή σύμβαση, με αποτέλεσμα να μην οφείλεται αντιπαροχή. Σχετικά με τον παραπάνω ισχυρισμό, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι αυτός προβάλλεται αλυσιτελώς διότι οι εναγόμενοι δεν ασκούν οποιοδήποτε από τα ειδικά δικαιώματα που παρέχονται από τις διατάξεις των άρθρων 688 έως 690 ΑΚ. Σχετικά με τον παραπάνω λόγο έφεσης πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Κατά το άρθρο 700 του Α.Κ. ” ο εργοδότης έχει δικαίωμα έως την αποπεράτωση του έργου να καταγγείλει οποτεδήποτε τη σύμβαση. Αν γίνει καταγγελία, οφείλεται στον εργολάβο η συμφωνημένη αμοιβή, αφαιρείται όμως απ` αυτήν η δαπάνη που εξοικονομήθηκε από τη ματαίωση της σύμβασης, καθώς και ο,τιδήποτε άλλο ωφελήθηκε ο εργολάβος από άλλη εργασία του ή παρέλειψε με δόλο να ωφεληθεί”. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι, αν γίνει καταγγελία από τον εργοδότη της συμβάσεως μισθώσεως έργου πριν από την περάτωση του έργου, οφείλεται στον εργολάβο ολόκληρη η συμφωνημένη αμοιβή, δηλαδή εκείνη που θα παρεχόταν σ` αυτόν, αν δεν μεσολαβούσε η καταγγελία και περατωνόταν το έργο, εφόσον δεν υπάρχουν λόγοι περιορισμού της αμοιβής από τους αναφερόμενους στην εν λόγω διάταξη ειδικούς λόγους έκπτωσης, που μπορούν να προβληθούν κατ` ένσταση από τον εργοδότη. Η καταγγελία είναι μονομερής δικαιοπραξία που απορρέει από διαπλαστικό δικαίωμα και επιτρέπεται να γίνει μέχρι την περάτωση του έργου, δεν έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη ορισμένου λόγου, ούτε για το κύρος της απαιτείται σχετική υπαιτιότητα του εργολάβου ή προσφορά της συμφωνημένης αμοιβής του. Μετά την καταγγελία η σύμβαση εργολαβίας, θεωρείται ότι έχει λυθεί για το μέλλον, διατηρεί όμως αυτή την ισχύ της μέχρι την καταγγελία και συνεπώς ο εργοδότης διασώζει τα δικαιώματά του από τα άρθρα 688-691 Α.Κ., αν το τμήμα του έργου που παρήχθη μέχρι την καταγγελία έχει τέτοιες ελλείψεις, ώστε να καθίσταται αδύνατη η χρησιμοποίησή του για τη συνέχιση της κατασκευής του από άλλον εργολάβο. Η επερχόμενη με την καταγγελία του εργοδότη λύση της συμβάσεως μισθώσεως έργου δημιουργεί αυτομάτως αμοιβαίες υποχρεώσεις, για τον μεν εργοδότη να καταβάλει στον εργολάβο ολόκληρη τη συμφωνημένη αμοιβή του, εφόσον δεν υπάρχουν λόγοι περιορισμού αυτής με τους προτεινόμενους κατ` ένσταση του ειδικούς λόγους έκπτωσης από το άρθρο 700 εδ. β` Α.Κ., για το δε εργολάβο να παραδώσει το εκτελεσθέν από αυτόν τμήμα του έργου στον εργοδότη, ως οφειλόμενη συμβατική αντιπαροχή του, η μη εκπλήρωση της οποίας δικαιολογεί την άρνηση πληρωμής της αμοιβής του από τον εργοδότη, κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 374-378 Α.Κ. (βλ. ΑΠ 1617/2009 στην ΤΝΠ Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη, κατ’ εκτίμηση του σχετικού λόγου έφεσης και των πρωτόδικων προτάσεών της, προέβαλε ένσταση έκπτωσης κατ’ άρθρο 700 εδ.β’ ΑΚ από την αμοιβή του εργολάβου, των δαπανών που αυτός όφειλε να εξοικονομήσει και από δόλο παρέλειψε να το πράξει, μετά την καταγγελία της ένδικης σύμβασης έργου. Ωστόσο, δεδομένου ότι η εργοδότρια εναγόμενη αμφισβητεί τη συμφωνηθείσα ως ειθισμένη αμοιβή που υποστηρίζει με την αγωγή της η εργολάβος ενάγουσα ότι της οφείλεται, θα έπρεπε ως απαραίτητα στοιχεία της ενστάσεώς της να αναφέρει αφενός ποια ήταν κατά την ίδια η οφειλόμενη αμοιβή για την ένδικη σύμβαση πρόληψης ρύπανσης και τυχόν αντιμετώπισης θαλάσσιας ρύπανσης, αφετέρου ποια ακριβώς ήταν τα ποσά που όφειλε να εξοικονομήσει η ενάγουσα μετά την καταγγελία της σύμβασης και δολίως παρέλειψε να εξοικονομήσει (βλ. και Β. Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ, άρθρα 619-740, έκδοση 2005, σελ. 770, παρ.28, ΑΠ 150/1978, ΝοΒ 27, σελ. 31), στοιχεία που δεν προσδιόρισε.Ως εκ τούτου, ο σχετικός ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο λόγω της αοριστίας του ως απαράδεκτος σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 262 και 111 παρ.2 ΚΠολΔ και όχι ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, λόγω μη επιλογής από την εργοδότρια προς άσκηση ενός εκ των ειδικών δικαιωμάτων που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 688-690 ΑΚ, οπότε, δεδομένου ότι και στις δύο περιπτώσεις η σχετική ένσταση απορρίπτεται για τυπικό λόγο ως απαράδεκτη, πρέπει να αντικατασταθούν κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ οι αιτιολογίες του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου από αυτές του παρόντος Δικαστηρίου, απορριπτομένου κατά τα λοιπά του ως άνω έβδομου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-εναγόμενης.

Επίσης, με τον όγδοο λόγο της από 12.6.2019 έφεσης της εκκαλούσας-εναγόμενης, η τελευταία παραπονείται γιατί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο παρά το νόμο και κατά κακή εφαρμογή αυτού απέρριψε την ένστασή της περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος με το αιτιολογικό ότι ως ο άνω ισχυρισμός είναι μη νόμιμος και απορριπτέος, διότι τα επικαλούμενα για τη θεμελίωσή του περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν αρκούν για να καταστήσουν καταχρηστική την άσκηση του δικαιώματος της ενάγουσας να ζητήσει να της επιδικασθεί η προαναφερόμενη εργολαβική αμοιβή, με προφανή υπέρβαση των κριτηρίων της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ. Ειδικότερα, η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη υποστηρίζει ότι προς στήριξη της ενστάσεώς της αυτής διέλαβε στις προτάσεις της ότι η ενάγουσα με την αγωγή της δεν τηρεί το κριτήριο της μη προφανούς υπέρβασης της άσκησης του δικαιώματός της κατά την καλή πίστη και τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό αυτού, καθώς ακόμη κι αν ήθελε θεωρηθεί ότι οι ονομαστικές χρεώσεις που τυπικά έχει εφαρμόσει (ως προβλέψεις- πίνακες σε νομοθετήματα ή συμφωνίες με το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας) ισχύουν τυπικά για περιπτώσεις διενέργειας ενεργειών/εργασιώνγια πρόληψη θαλάσσιας ρύπανσης, η παροχή των συγκεκριμένων εργασιών προς την εναγόμενη, κατά τον τρόπο και τις συνθήκες που αυτή έλαβε χώρα, ουδόλως ανταποκρίνεται στο τι πραγματικά παρείχε. Ότι με άλλα λόγια, ακόμα κι αν θα δικαιούτο να εφαρμόσει αυτές τις χρεώσεις σε περίπτωση πραγματικής εκτέλεσης έργου πρόληψης και αντιμετώπισης ρύπανσης, στην υπό κρίση περίπτωση εγείρει την επίδικη αξίωσή της εξόχως καταχρηστικά, γιατί α) δεν έλαβε ποτέ ανάθεση από την εναγόμενη για οποιαδήποτε ενέργεια πέραν των απολύτως απαραίτητων, β) δεν προέβη στις αρμόζουσες και πάντως όχι στις (μόνο) απαραίτητες ενέργειες, γ) δεν προέβη σε πρόληψη ρύπανσης γιατί αυτή έγινε από ενέργειες της ίδιας της εναγόμενης, δ) δεν προέβη σε αντιμετώπιση ρύπανσης, γιατί τέτοια δεν υπήρξε ποτέ, ε) δεν παρείχε καμία άλλη υπηρεσία σε συνολική σχέση με το συμβάν, καθώς αποκόλληση, ρυμούλκηση, απάντληση, ανέλκυση, συντονισμός έγιναν από άλλους, στ) το όποιο έργο το παρείχε πλημμελώς και ζ) έβλαψε την εναγόμενη, άλλως συνέβαλε καίρια στην καταστροφή του σκάφους, όλα δε τα ανωτέρω η ενάγουσα τα γνώριζε στο διάστημα από 7 έως 23.5.2017, αλλά και κατά τον χρόνο σύνταξης και άσκησης της αγωγής της. Τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα κατά τα μεν σκέλη από α’ έως και ε’ συνιστούν άρνηση της αγωγής λόγω μη εκπλήρωσης της κύριας παροχής της εργολάβου ενάγουσας εταιρίας, ενώ η κατά το σκέλος στ’ αιτίαση για πλημμελή εκπλήρωση της παροχής της εργολάβου γεννά τα δικαιώματα που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 688-690 ΑΚ, όχι όμως δικαίωμα άρνησης εκπλήρωσης της υποχρέωσης του εργοδότη λόγω καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος του εργολάβου, ομοίως δε η τυχόν βλάβη ή καταστροφή του σκάφους της εναγόμενης εξαιτίας πράξεων ή παραλείψεων της ενάγουσας θα γεννούσε απαίτηση αποζημίωσης κατά της εργολάβου, δεν μπορεί όμως να θεμελιώσει ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 ΑΚ. Επομένως, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε ως μη νόμιμο τον σχετικό ισχυρισμό της πρώτης εναγόμενης, τα δε αντίθετα προβαλλόμενα με τον όγδοο λόγο της παραπάνω έφεσης τυγχάνουν νόμω αβάσιμα.

Έτι περαιτέρω, με τον ένατο λόγο της από 12.6.2019 έφεσής της η εκκαλούσα-πρώτη εναγόμενη παραπονείται διότι παρά το νόμο η εκκαλούμενη απέρριψε το νομοτύπως και παραδεκτώς υποβληθέν με τις προτάσεις και την προσθήκη-αντίκρουση αίτημά της για επίδειξη συγκεκριμένα αναφερόμενων εγγράφων, με το αιτιολογικό ότι ο εν λόγω ισχυρισμός της ήταν αόριστος, επειδή δεν εξέθετε ότι τα ανωτέρω έγγραφα βρίσκονταν στην κατοχή της εφεσίβλητης-ενάγουσας. Ότι έτσι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο παραβίασε τις διατάξεις του νόμου περί αποδείξεως, αφού εκ της μη παρά της αντιδίκου επιδείξεως και προσαγωγής των αιτηθέντων εγγράφων, ουδόλως αποδείχθηκαν οι σχετικοί αγωγικοί ισχυρισμοί της και συνεπώς έπρεπε αυτοί να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Ότι ειδικότερα, η εκκαλούσα-πρώτη εναγόμενη ζήτησε με την από 5.2.2018 προσθήκη-αντίκρουση των από 19.1.2018 προτάσεών της να προσκομισθούν και επιδειχθούν από την ενάγουσα κατά την ημερομηνία που ήθελε ορισθεί η συζήτηση της αγωγής: Όσον αφορά τον μάρτυρα της ενάγουσας, . …………..,Α) σε περίπτωση που τον απασχόλησε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας: τη σχετική σύμβαση, την αναγγελία πρόσληψης αυτού στον ασφαλιστικό του φορέα ως και βεβαίωση καταβολής των καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών, Β) Σε περίπτωση που τον απασχόλησε ως εξωτερικό συνεργάτη- ελεύθερο επαγγελματία: το/τα τιμολόγια αυτού προς την ενάγουσα και τις καταβολές του αντιστοιχούντος ΦΠΑ από την τελευταία για το/τα άνω τιμολόγιο/α. Ότι επίσης αιτήθηκε να προσκομισθεί από την ενάγουσα αντίγραφο άδειας κυκλοφορίας για το γερανοφόρο όχημα που ισχυρίσθηκε ότι χρησιμοποίησε, καθώς και οτιδήποτε που να αποδεικνύει τη νόμιμη επαγγελματική απ’ αυτή χρήση του ως άνω γερανοφόρου οχήματος, ώστε να αποδεικνύεται η βασιμότητα του σχετικού κονδυλίου. Ότι αντί η εκκαλούμενη λαβούσα υπόψη το ως άνω αίτημα, να απορρίψει τα σχετικά κονδύλια της αγωγής που αφορούν τις ύπερθεν αιτίες (αμοιβές για. ………….. και χρεώσεις για τη χρήση του γερανοφόρου οχήματος) ως ουσιαστικά αβάσιμα αφού δεν αποδείχθηκαν (δεν προσκομίσθηκαν τα έγγραφα που τ’ αποδείκνυαν γιατί δεν υπήρχαν δι’ ον λόγον και δεν τα κατέχει η ενάγουσα) έκρινε εσφαλμένως ότι ο ισχυρισμός της είναι απορριπτέος ως αόριστος, αφού η εκκαλούσα-εναγόμενη δεν ισχυρίζεται ότι δήθεν τα κατέχει, ενώ έπρεπε να κρίνει ότι εκ της μη κατοχής των άνω εγγράφων παρά της ενάγουσας συνάγεται αβίαστα η ουσιαστική αβασιμότητα των αναπόδεικτων κονδυλίων που αιτείται. Δηλαδή ότι η μη επίδειξη σημαίνει μη κατοχή και άρα αβασιμότητα του σχετικού κονδυλίου. Σχετικά με τον λόγο αυτό έφεσης σημειώνεται ότι από τις διατάξεις των άρθρων 450 παρ. 2 και 451 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι κάθε διάδικος υποχρεούται να επιδείξει τα έγγραφα, τα οποία κατέχει και που μπορούν να χρησιμεύσουν για απόδειξη, ο δε αντίδικος του κατέχοντος το έγγραφο, εφόσον δικαιολογεί έννομο συμφέρον, μπορεί να ζητήσει την επίδειξη του εγγράφου με τις προτάσεις του ακόμη και για πρώτη φορά ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (ΑΠ 782/2017, 414/2016, 808/2015 στην ΤΝΠ Νόμος). Για να είναι, όμως, το σχετικό αίτημα παραδεκτό και σύννομο πρέπει να γίνεται επίκληση της κατοχής του εγγράφου από τον αντίδικο και να προσδιορίζεται σαφώς το έγγραφο και με ακρίβεια το περιεχόμενο του (ΑΠ 348/2019 στην ΤΝΠ Νόμος που παραπέμπεις στις ΑΠ 1180/2017, 123/2016, 808/2015, 43/2013). Με τον παραπάνω λόγο έφεσης η εκκαλούσα-πρώτη εναγόμενη δεν αμφισβητεί ότι αιτούμενη την επίδειξη των ανωτέρω εγγράφων με την προσθήκη-αντίκρουση των πρωτόδικων προτάσεών της, δεν υποστήριξε ότι αυτά βρίσκονται στην κατοχή της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης, στοιχείο, όμως, αναγκαίο για το ορισμένο του αιτήματός της κατά τα ανωτέρω. Επομένως, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, για τον λόγο αυτό, απέρριψε το σχετικό αίτημα ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη ότι δεν χρειαζόταν να εκτίθεται η εκ μέρους της αντιδίκου της κατοχή των εν λόγω εγγράφων και ότι η εκκαλούμενη έπρεπε, εκ της μη κατοχής των ως άνω εγγράφων από την ενάγουσα, να απορρίψει τα αιτούμενα από την τελευταία κονδύλια ως αναπόδεικτα τυγχάνουν απορριπτέα ως νόμω αβάσιμα.

Περαιτέρω, σχετικά με την ευθύνη του νόμιμου εκπροσώπου κεφαλαιουχικής εταιρίας, ζήτημα το οποίο θα κριθεί πιο κάτω, στο στάδιο των αποδείξεων, κατά την εξέταση της ευθύνης του δεύτερου εφεσίβλητου στην έφεση της εκκαλούσας-ενάγουσας, σημειώνονται τα εξής: Κατά τη διάταξη του άρθρου 34 του ΑΚ, ικανότητα δικαίου είναι η ικανότητα του φυσικού προσώπου να έχει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Όμως και ενώσεις προσώπων για την επιδίωξη ορισμένου σκοπού, καθώς επίσης και σύνολα περιουσίας για την εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού, μπορούν κατά τη διάταξη του άρθρ. 61 του ΑΚ να αποκτήσουν προσωπικότητα, αν τηρηθούν οι όροι που αναγράφει ο νόμος, δηλαδή να αποκτήσουν ικανότητα δικαίου, η οποία πάντως δεν εκτείνεται κατά τη διάταξη του άρθρου 62 του ίδιου Κώδικα σε έννομες σχέσεις που προϋποθέτουν ιδιότητες φυσικού προσώπου. Επομένως νομική προσωπικότητα είναι η ικανότητα δικαίου, που απονέμεται από το νόμο σε οργανισμούς που επιδιώκουν ορισμένο σκοπό, οι οποίοι ανάγονται έτσι σε αυτοτελείς φορείς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, δηλαδή σε νομικά πρόσωπα με χωριστή περιουσία απ` αυτή των μελών τους, που τους προσδίδει αυθύπαρκτη στο χώρο και συνεχή στο χρόνο οντότητα. Η νομική λοιπόν προσωπικότητα είναι δημιούργημα του δικαίου, με την οποία εξυπηρετούνται οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες, όπως προπάντων είναι ο περιορισμός της ευθύνης και των κινδύνων κατά την άσκηση της εμπορικής δραστηριότητας με ανάλογη μείωση και του κόστους από τη συμμετοχή σ` αυτή. Η περιουσιακή αυτοτέλεια των νομικών προσώπων είναι συνεπώς το βασικότερο στοιχείο της ιδιοσυστασίας τους, που εκφράζεται και με τη διάταξη του άρθρ. 70 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία οι δικαιοπραξίες που επιχείρησε μέσα στα όρια της εξουσίας του το όργανο διοίκησης του νομικού προσώπου υποχρεώνουν το νομικό πρόσωπο. Απόρροια της ιδιαίτερης ικανότητας δικαίου των νομικών προσώπων είναι ακριβώς και η ιδιαίτερη ικανότητα ευθύνης τους, δηλαδή αποκλειστικής και χωριστής από την ευθύνη των μελών τους, που σημαίνει ότι υπέγγυα στους δανειστές του νομικού προσώπου είναι μόνον η δική του περιουσία και όχι και η περιουσία των μελών του, ενώ και αντιστρόφως η περιουσία του δεν είναι υπέγγυα στους ατομικούς δανειστές των μελών του.  Ωστόσο ο απόλυτος αυτός διαχωρισμός δικαιολογείται όταν εξυπηρετεί τους σκοπούς της χωριστής νομικής προσωπικότητας, διαφορετικά δεν είναι ανεκτός από το δίκαιο και κάμπτεται, είτε ευθέως με βάση σχετική διάταξη του νόμου, όπως λ.χ. είναι η διάταξη του άρθρ. 83 §2 του κ.ν. 2190/1920, είτε κατά την καλή πίστη, όπως αυτή αποτυπώνεται στα άρθρ. 281, 288 και 200 του ΑΚ, δηλαδή όταν γίνεται κατάχρηση της αυτοτελούς ύπαρξης του νομικού προσώπου, οπότε καταφάσκεται η άρση της περιουσιακής αυτοτέλειάς του. Ειδικότερα η εταιρεία ως σύνολο έννομων σχέσεων και καταστάσεων, που διέπονται από ορισμένο πλέγμα κανόνων δικαίου με τη μορφή αυτοτελούς ενότητας, οφείλει να υπηρετεί κοινωνικό κυρίως σκοπό στο πλαίσιο και των συνταγματικών διατάξεων των άρθρ. 5§1 και 12§§ 1, 3. Η χρησιμοποίηση έτσι της εταιρείας για την εξυπηρέτηση σκοπών αποδοκιμαζόμενων από την έννομη τάξη συνιστά απαγορευμένη από το νόμο κατάχρηση του θεσμού της εταιρείας. Η καταχρηστική συμπεριφορά, που εκδηλώνεται ως κατάχρηση θεσμού, δεν ρυθμίζεται ειδικά στο νόμο. Πρέπει όμως να υπαχθεί και αυτή στη διάταξη του άρθρ. 281 ΑΚ και οι συνέπειές της να αντιμετωπισθούν σε αναλογία με τις συνέπειες της κατάχρησης δικαιώματος. Κατά την έννοια αυτή δεν συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά μόνη η συγκέντρωση των περισσότερων ή και όλων των μετοχών ανώνυμης εταιρείας ή των μεριδίων εταιρείας περιορισμένης ευθύνης σε ένα μόνον πρόσωπο, ακόμη και αν αυτό είναι ο διευθύνων σύμβουλος ή ο διαχειριστής της εταιρείας και την ελέγχει έτσι τυπικά και ουσιαστικά (ΟλΑΠ 5/1996), αφού αναγνωρίζεται από το δίκαιο η μονοπρόσωπη κεφαλαιουχική εταιρεία (ανώνυμη, ναυτική ή Ε.Π.Ε., βλ. άρθρ. 1§3 κ.ν. 2190/1920, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 3 του ν. 3604/2007, 41§2 ν. 959/1979, 43α ν. 3190/1955, που προστέθηκε με το άρθρ. 2 του π.δ. 279/1993), η οποία και διατηρεί την οικονομική αυτοτέλεια του νομικού προσώπου της έναντι του φυσικού προσώπου, στο οποίο ανήκουν οι μετοχές ή τα μερίδιά της. Δεν συνιστά επίσης καταχρηστική συμπεριφορά η επιλογή μιας κεφαλαιουχικής εταιρείας για την άσκηση μέσω αυτής επιχειρηματικής δραστηριότητας από έναν οι περισσότερους επιχειρηματίες με σκοπό η εταιρεία να λειτουργήσει ως μηχανισμός απορρόφησης των τυχόν δυσμενών συνεπειών της επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους, αφού το σκοπό ακριβώς αυτό προορίσθηκε να εξυπηρετεί η κεφαλαιουχική εταιρεία.  Συνεπώς δεν λειτουργούν αθέμιτα οι διάφοροι επιχειρηματίες που επιλέγουν κάποιον από τους προαναφερόμενους τύπους της κεφαλαιουχικής εταιρείας για να θωρακίσουν με τα πλεονεκτήματα, που αυτός προσφέρει, την επιχειρηματική δραστηριότητά τους, γι` αυτό και δεν δικαιολογείται η ταύτισή τους με την εταιρεία και η μεταφορά έτσι στους ίδιους της ευθύνης που βαρύνει το νομικό πρόσωπο της εταιρείας. Περαιτέρω δεν συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά κατά την παραπάνω έννοια ούτε η ταύτιση των συμφερόντων της εταιρείας με αυτά του βασικού μετόχου ή εταίρου της ή η συστηματική απ` αυτούς παροχή εγγυήσεων υπέρ της εταιρείας, ούτε η εμφάνισή τους ως των ουσιαστικών φορέων της ασκούμενης από την εταιρεία επιχείρησης, αφού η εταιρεία εξυπηρετεί σε τελική ανάλυση τα συμφέροντα των προσώπων αυτών, τα οποία με την παροχή από μέρους τους εγγυήσεων για λογαριασμό της εταιρείας διασφαλίζουν αντίστοιχα και τα δικά τους συμφέροντα κατά θεμιτό ασφαλώς τρόπο, ενώ αλληλένδετη με την ιδιότητα του βασικού μετόχου ή εταίρου είναι η εμφάνιση των προσώπων αυτών ως των ουσιαστικών φορέων της επιχειρηματικής εταιρικής δράσης. Σε όλες λοιπόν τις περιπτώσεις αυτές, που δεν διαπιστώνεται κατάχρηση κατά τη λειτουργία του εταιρικού θεσμού, διατηρείται αναλλοίωτη και η αυτοτέλεια της εταιρείας ως νομικού προσώπου. Όμως η αρχή αυτή της οικονομικής αυτοτέλειας και ευθύνης του νομικού προσώπου της εταιρείας έναντι των μετόχων ή των εταίρων της υποχωρεί όταν η επίκληση της διαφορετικής προσωπικότητάς της χρησιμεύει για να νομιμοποιηθεί αποτέλεσμα αντίθετο προς τους κανόνες της καλής πίστης, δηλαδή όταν οι πράξεις της εταιρείας είναι στην πραγματικότητα πράξεις του κυρίαρχου μετόχου ή εταίρου της που σκόπιμα παραλλάσσονται ή αντιστρόφως όταν οι πράξεις του φυσικού προσώπου συνέχονται με την εταιρεία από την οποία αθέμιτα επιχειρείται να αποκοπούν. Η μορφή αυτή κατάχρησης του θεσμού της εταιρείας εκδηλώνεται κυρίως στις περιπτώσεις που ο κυρίαρχος μέτοχος ή εταίρος χρησιμοποιεί τη νομική προσωπικότητα της εταιρείας για να καταστρατηγήσει το νόμο (λ.χ. να παρακάμψει απαγόρευση που τον δεσμεύει ως φυσικό πρόσωπο) ή για να προκαλέσει με δόλο ζημία σε τρίτο (οπότε θα ανακύπτει και αδικοπρακτική ευθύνη του) ή για να αποφευχθεί η εκπλήρωση είτε εταιρικών είτε ατομικών υποχρεώσεών του, που δημιουργήθηκαν καθ` υπέρβαση των πραγματικών εταιρικών ή ατομικών του δυνατοτήτων του, κριτήρια δε ενδεικτικά μιας τέτοιας κατάχρησης είναι προπάντων η ανεπαρκής χρηματοδότηση της εταιρείας και η σύγχυση της εταιρικής με την ατομική περιουσία του, αφού εξ αιτίας μεν της ελλιπούς χρηματοδότησης ο επιχειρηματίας μεταφέρει αθέμιτα στους δανειστές της εταιρείας τους κινδύνους από τη δική του στην ουσία επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ αθέμιτα και στην περίπτωση της σύγχυσης των περιουσιών χρησιμοποιεί την εταιρική περιουσία για τις δικές του δραστηριότητες ή αντιστρόφως επωφελείται η εταιρεία σε βάρος των ατομικών του δανειστών. Ασφαλώς καταχρηστική είναι και η συμπεριφορά του βασικού μετόχου ή εταίρου που συναλλάσσεται με παρένθετο πρόσωπο την εταιρεία, όταν η εταιρεία δεν έχει εταιρική οργάνωση ή δεν έχει αναπτύξει επιχειρηματική δράση και είναι αυτός στην ουσία που συναλλάσσεται υπό την εταιρική επωνυμία για δικό του όφελος. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ως κύρωση επιβαλλόμενη προς αποφυγή της κατάχρησης προσήκει η άρση ή η κάμψη της νομικής προσωπικότητας της εταιρείας ή κατ` άλλη έκφραση η διείσδυση στο υπόστρωμά της και η επέκταση από την εταιρεία στους μετόχους ή εταίρους των συνεπειών που την αφορούν ή αντιστρόφως η επέκταση των αντίστοιχων συνεπειών από τους μετόχους ή εταίρους στην εταιρεία, ιδιαίτερα όταν οι τρίτοι, που συμβλήθηκαν με την εταιρεία ή το βασικό μέτοχο ή εταίρο της, οδηγήθηκαν στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαιτίας της εμφανιζόμενης σ` αυτούς παραλλαγμένης κατάστασης. Σε κάθε πάντως περίπτωση η άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου είναι προσωρινή και περιορισμένη, δηλαδή δεν καταλύεται η ίδια η νομική προσωπικότητα της εταιρείας, αλλά παραμερίζεται μόνο για τη συγκεκριμένη συναλλαγή η περιουσιακή αυτοτέλειά της, με την έννοια ότι η εταιρεία ή αναλόγως ο βασικός μέτοχος ή εταίρος της παραμένουν οφειλέτες, που ευθύνονται πλέον από κοινού και εις ολόκληρο (άρθρ. 481 ΑΚ) για τις ζημιογόνες συνέπειες (άρθρ. 926 ΑΚ) της συναλλαγής τους, δηλαδή δημιουργείται ένας πρόσθετος οφειλέτης, στον οποίο επεκτείνονται (διαχέονται) οι συνέπειες αυτές με κατεύθυνση είτε από την εταιρεία προς το βασικό μέτοχο ή εταίρο είτε με αντίστροφη κατεύθυνση. Με διαφορετική άλλωστε εκδοχή, δηλαδή αν αποκλεισθεί η ευθύνη της εταιρείας ή αναλόγως του βασικού μετόχου ή εταίρου της και γίνει δεκτή η ευθύνη του ενός μόνον απ` αυτούς, θα υφίσταται το νομικό παράδοξο να διατηρείται μεν για την εταιρεία ή το βασικό μέτοχο ή εταίρο ο ενοχικός δεσμός από τη συναλλαγή τους, να μην αναδύονται όμως γι` αυτούς έννομες συνέπειες και μάλιστα στην περίπτωση αυτή θα μπορούν να επικαλεσθούν τη μεταφορά (μετακύλιση) των συνεπειών από την εταιρεία στο βασικό μέτοχο ή εταίρο της ή αντιστρόφως από το μέτοχο αυτό ή εταίρο στην εταιρεία και τον αποκλεισμό έτσι της ευθύνης του άλλου, όχι μόνον οι αντισυμβαλλόμενοι, αλλά και τρίτα πρόσωπα ως προς τη συγκεκριμένη συναλλαγή, μολονότι η κάμψη της νομικής προσωπικότητας δεν προϋποθέτει διαπλαστική δήλωση του ενδιαφερομένου, αλλά ως έννομη κατάσταση, που συνεπάγεται αντίστοιχες έννομες συνέπειες, προκύπτει αυτοδικαίως, εφόσον υπάρξει κατάχρηση της νομικής προσωπικότητας της εταιρείας. Στο πλαίσιο ακριβώς αυτό εντάσσεται και αξιολογείται και η συνηθισμένη στη ναυτιλία επιχειρηματική δραστηριότητα, κατά την οποία ο επιχειρηματίας, που δεν επιθυμεί να διακινδυνεύσει απεριόριστα κεφάλαια, συνιστά μία ή περισσότερες εταιρείες στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό της Χώρας, οι οποίες αγοράζουν ένα ή περισσότερα πλοία και τα εκμεταλλεύονται για δικό τους λογαριασμό, είτε απευθείας οι ίδιες είτε με ανάθεση της διαχείρισής τους σε άλλη εταιρεία, η οποία προϋπάρχει ή ιδρύεται για το σκοπό αυτό και ενεργεί για λογαριασμό τους. Κατ` αυτό τον τρόπο τον έλεγχο της πλοιοκτήτριας, αλλά συνήθως και της διαχειρίστριας εταιρείας, διατηρεί ο επιχειρηματίας, που συμμετέχει κατά κανόνα και στη διοίκησή τους και ως κύριος μέτοχος κερδοσκοπεί έμμεσα με την απόληψη των κερδών της πλοιοκτήτριας εταιρείας. Η επιχειρηματική αυτή δραστηριότητα δεν προσδίδει από μόνη της την ιδιότητα και τις έννομες συνέπειες του εφοπλιστή στον επιχειρηματία, αφού λείπει από αυτόν η βούληση της εκμετάλλευσης του πλοίου για λογαριασμό του. Αντίθετα ο επιχειρηματίας θα είναι και εφοπλιστής κατά την έννοια του άρθρ. 105 του ΚΙΝΔ, αν αποδειχθεί ότι οι παραπάνω εταιρείες είναι εικονικές ή δραστηριοποιούνται κυρίως για λογαριασμό του και ότι αυτός ασκεί συνεπώς στην πραγματικότητα για τον εαυτό του την εκμετάλλευση του πλοίου και τη ναυτιλιακή επιχείρηση, οπότε εκτός από την απολαβή των κερδών πρέπει να επωμίζεται ο ίδιος και τον οικονομικό κίνδυνο από την εκμετάλλευσή του (ΟλΑΠ 2/2013 στην ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, μορφή ανώνυμης εταιρίας με ευέλικτους μηχανισμούς και απλοποιημένες διαδικασίες λειτουργίας, ανάλογες με αυτές που προβλέπονται για τις ναυτικές εταιρίες του ν. 959/1979 αποτελεί η ναυτιλιακή εταιρία πλοίων αναψυχής του ν. 3182/2003. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ.1 εδ.1 του παραπάνω νόμου «Ναυτιλιακή Εταιρεία Πλοίων Αναψυχής (Ν.Ε.Π.Α.) είναι η εταιρεία που συνιστάται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού και έχει ως αποκλειστικό σκοπό την κτήση κυριότητας, την εκμετάλλευση ή τη διαχείριση πλοίων αναψυχής με ελληνική σημαία που χαρακτηρίζονται ως επαγγελματικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2743/1999 (ΦΕΚ 211 Α`).», κατ’ άρθρο 2 «1. Η σύμβαση με την οποία συνιστάται η Ν.Ε.Π.Α. (καταστατικό) καταρτίζεται εγγράφως από δύο τουλάχιστον ιδρυτές και καταχωρίζεται στο Μητρώο Ναυτιλιακών Εταιρειών Πλοίων Αναψυχής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 31 έως 33.  2. Η Ν.Ε.Π.Α. αποκτά νομική προσωπικότητα από την καταχώριση του καταστατικού της στο Μητρώο Ναυτιλιακών Εταιρειών Πλοίων Αναψυχής. Για πράξεις που διενεργήθηκαν στο όνομα της υπό ίδρυση εταιρείας πριν αυτή αποκτήσει νομική προσωπικότητα, ευθύνονται εις ολόκληρο αυτοί που τις ενήργησαν. Αν η εταιρεία εγκρίνει τις πράξεις αυτές, ευθύνεται μόνο αυτή.», ενώ όπως προκύπτει από το άρθρο 4 του αυτού νόμου πρόκειται για κεφαλαιουχική εταιρία μετοχικού χαρακτήρα. Επομένως, τα όσα εκτέθηκαν παραπάνω για την αυτοτέλεια του νομικού προσώπου και την ευθύνη καταρχάς μόνο αυτού με την προσωπική του περιουσία για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο νόμιμος εκπρόσωπός του στο όνομά του από δικαιοπραξία εφαρμόζονται και στη ναυτιλιακή εταιρία πλοίων αναψυχής.

Ακολούθως, από τις ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά δοθείσες υπ’ αριθ. …./17.1.2018, …/17.1.2018 και …./17.1.2018 ένορκες βεβαιώσεις αντίστοιχα του …….., τις οποίες προσκομίζει νόμιμα μετ’ επικλήσεως η εκκαλούσα-ενάγουσα και λήφθηκαν με επιμέλειά της κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων της (βλ. τις υπ’ αριθ. ……. εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Πειραιά ……….), χωρίς να προκύπτει ότι πρόκειται για χαλκευμένες καταθέσεις, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται με τον δεύτερο λόγο έφεσής της η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη, με το σκεπτικό ότι προέρχονται από πρόσωπα που δεν ανήκουν στο μόνιμο προσωπικό που χρησιμοποιεί η εφεσίβλητη για την αντιμετώπιση περιστατικών πρόληψης και αντιμετώπισης θαλάσσιας ρύπανσης και λαμβανομένου υπόψη αφενός ότι προσκομίζεται η σύμβαση βάσει της οποίας ο …………. παρείχε στην ενάγουσα υπηρεσίες τεχνικού ασφαλείας, αφετέρου ότι αξιόπιστες δεν είναι μόνο οι καταθέσεις εργαζομένων της επιχείρησης αυτής αλλά και τρίτων προσώπων που γνωρίζουν στοιχεία της υπόθεσης, από τις ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς . … δοθείσες υπ’ αριθ. …………. ένορκες βεβαιώσεις αντίστοιχα του ………. που λήφθηκαν με επιμέλεια των εναγόμενων, κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας (βλ. την υπ’ αριθ. …. Γ’/15.1.2018 έκθεση επίδοσης στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, ……..), από την ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……. υπ’αριθ. ……../19.1.2018 ένορκη βεβαίωση του ………. που λήφθηκε με επιμέλεια της προσθέτως παρεμβαίνουσας στον πρώτο βαθμό, κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης των λοιπών διαδίκων (βλ. τις υπ’ αριθ. …….εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, ……..), όπως η ένορκη αυτή βεβαίωση έχοντας καταστεί κοινό αποδεικτικό μέσο από τον πρώτο βαθμό, νόμιμα και παραδεκτά προσκομίζεται από την εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη με επίκληση στην προσθήκη-αντίκρουση των προτάσεών της, καθώς ανέμενε την προσκομιδή της από την κλητευθείσα ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβαίνουσα, η οποία όμως, πλέον έλαβε αρνητική στάση έναντι της πρώτης εναγόμενης μη προσκομίζοντας τα αποδεικτικά μέσα που είχε προσκομίσει πρωτοδίκως υποχρεώνοντας την εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη να τα προσκομίσει μετ’ επικλήσεως, δικαιολογημένα με την προσθήκη-αντίκρουση, τέλος δε απ’ όλα τα έγγραφα που προσάγουν με επίκληση οι διάδικοι μεταξύ των οποίων: α) τα έγγραφα που έχουν συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα και προσκομίζονται χωρίς νόμιμη μετάφραση στην ελληνική, τα οποία ως μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα εκτιμώνται ελεύθερα, σύμφωνα με το άρθρο 340 παρ.1 εδ.β’ ΚΠολΔ (πρβλ. ΜονΕφΠειρ 256/2014, ΤΝΠ Νόμος), β) οι φωτογραφίες που προσκομίζουν οι διάδικοι, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ.1 γ’, 448 παρ.2, 457 παρ.4 ΚΠολΔ), γ) τα έγγραφα και οι ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, που αντίστοιχα συντάχθηκαν ή λήφθηκαν στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας και δ) η από 18.1.2018 τεχνική έκθεση του Ναυτικού Επιθεωρητή ………., την οποία προσάγουν με επίκληση οι πρωτοδίκως εναγόμενοι, νυν εκκαλούσα-πρώτη εφεσίβλητη και δεύτερος εφεσίβλητος και η οποία εκτιμάται ελεύθερα κατά το άρθρο 390 ΚΠολΔ (βλ. ΟλΑΠ 8/2005, ΑΠ 1878/2014, ΑΠ 858/2011, όλες στην ΤΝΠ Νόμος), αποδεικνύονται τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη εταιρία, που εδρεύει στον ….. Θήρας έχει ως αντικείμενο της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, μεταξύ άλλων, τη διενέργεια εργασιών απορρύπανσης και πρόληψης θαλάσσιας ρύπανσης, καθώς και τη συλλογή, μεταφορά, αποθήκευση, διαχείριση και επεξεργασία επικίνδυνων και μη επικίνδυνων αποβλήτων, διαθέτοντας σχετική προς τούτο άδεια λειτουργίας από την Περιφερειακή Ενότητα Θήρας της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Είναι πιστοποιημένη από το Bureau Veritas ότι καλύπτει τις απαιτήσεις του πρότυπου διαχείρισης συστήματος ISO 9001:2008 για υπηρεσίες αντιμετώπισης θαλάσσιας ρύπανσης. Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της, η ενάγουσα είχε καταρτίσει την από 3.6.2016 σύμβαση με το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας, βάσει της οποίας της ανατέθηκε η παροχή υπηρεσιών προστασίας θαλάσσιου περιβάλλοντος και αντιμετώπισης θαλάσσιας ρύπανσης. Περαιτέρω, η πρώτη εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα- πρώτη εφεσίβλητη είναι πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία, με Δ.Δ.Σ. ….. και με Αριθμό Νηολογίου Πειραιώς ….., ιστιοφόρου σκάφους αναψυχής «ΜΤ», κ.ο.χ. 30,90, κ.κ.χ. 28,86, μήκους ολικού 15,56 μέτρων, το οποίο είναι κατασκευασμένο από ενισχυμένο πλαστικό, διαθέτει μία προωστήρια μηχανή πετρελαίου, εργοστασίου κατασκευής Yanmar, τύπου 4JH3HTE, ιπποδύναμης 92 ίππων και έχει μία δεξαμενή καυσίμων, χωρητικότητας 460 λίτρων. Το σκάφος διαθέτει την υπ’ αριθ. πρωτ. ………../2004 άδεια επαγγελματικού πλοίου αναψυχής. Ο δεύτερος εναγόμενος κατά τον κρίσιμο για την αγωγή χρόνο ήταν Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου, νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης εναγόμενης και πλειοψηφών μέτοχος αυτής κατά 51%, ο οποίος ασκούσε όλες τις πράξεις που αφορούσαν στην εμπορική και τεχνική διαχείριση του πλοίου για λογαριασμό της πλοιοκτήτριας. Από την 29.4.2017, το σκάφος της πρώτης εναγόμενης εταιρίας ήταν προσδεδεμένο με κάβο σε ναύδετο εκτός του αλιευτικού καταφυγίου Βλυχάδας της νήσου Θήρας και είχε ποντίσει άγκυρα. Στις 7.5.2017 και περί ώρα 19.00, λόγω των σφοδρών ανέμων που έπνεαν στην περιοχή, κόπηκε ο κάβος πρόσδεσης του σκάφους και «ξέσυρε» η άγκυρα, με αποτέλεσμα αυτό να παρασυρθεί, να προσαράξει με την πρύμνη προς την ξηρά σε αβαθή πλησίον της παραλίας «Εξωμύτης» και να λάβει κλίση προς την αριστερή πλευρά. Περί ώρα 19.25 της ίδιας μέρας, το Λιμεναρχείο Θήρας ενημερώθηκε τηλεφωνικά για την προσάραξη του σκάφους, ενώ με το …../05-17 έντυπο σήμα που εστάλη από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής/Α.Λ.Σ.- ΕΛ. ΑΚΤ/ΔΕΠΙΧ 2ο/ ΚΕΠΙΧ, στην εναγόμενη εταιρία (δια της Λιμενικής Αρχής Θήρας), περί ώρα 21:01, γνωστοποιήθηκε σ’ αυτήν ότι υποχρεούται να μεριμνήσει άμεσα, ως πλοιοκτήτρια του πλοίου, σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12 του Π.Δ. 55/1998: α) για τη λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου για την αποτροπή διαρροής καυσίμων, λιπαντικών και πετρελαιοειδών μιγμάτων του σκάφους στη θάλασσα (πχ.στεγανοποίηση εξαεριστικών- καταμετρητών δεξαμενών κλπ) και β) για την ταχεία απάντληση και απομάκρυνση από το σκάφος των καυσίμων και κάθε είδους ρυπογόνων ουσιών, εφόσον υπήρχε κίνδυνος διαρροής τους. Με το ίδιο έγγραφο του Υπουργείου ζητήθηκε  από την πλοιοκτήτρια να γνωρίσει άμεσα στην αρμόδια Λιμενική Αρχή Θήρας, την ακριβή ποσότητα καυσίμων- λιπαντικών και πετρελαιοειδών μιγμάτων που υπήρχαν στο σκάφος και τις δεξαμενές όπου υφίσταντο αυτά. Ακόμη της ζητήθηκε να μεριμνήσει για την υποβολή στη Λιμενική Αρχή Θήρας σχεδίου απάντλησης καυσίμων- λιπαντικών και λοιπών ρυπογόνων ουσιών του πλοίου και εκεί να αναφέρει ρητά τον ορισμό φυσικού προσώπου ως υπεύθυνου για τις ως άνω εργασίες. Τέλος, με το ίδιο σήμα, κατόπιν σχετικής κοινοποίησης, δόθηκε εντολή στη Λιμενική Αρχή Θήρας να θέσει σε ετοιμότητα προσωπικό, εξοπλισμό και απορροφητικά υλικά που διέθετε για χρήση, εφόσον τούτο απαιτούνταν, καθώς και να ενεργήσει σύμφωνα με το τοπικό σχέδιο αντιμετώπισης περιστατικών ρύπανσης. Κατόπιν ειδοποίησης από την ως άνω Λιμενική Αρχή, το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας, με την ιδιότητα του φορέα διαχείρισης της λιμενικής εγκατάστασης του αλιευτικού καταφυγίου Βλυχάδας, ενεργοποίησε το τοπικό σχέδιο αντιμετώπισης περιστατικού θαλάσσιας ρύπανσης από πετρελαιοειδή και ειδοποίησε προς τούτο, περί ώρα 19.40, την ενάγουσα, με την οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχε καταρτίσει την από 3.6.2016 σύμβαση παροχής υπηρεσιών προστασίας θαλάσσιου περιβάλλοντος και αντιμετώπισης θαλάσσιας ρύπανσης. Ακολούθως, στο πλαίσιο συμμόρφωσής της με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του Π.Δ. 55/1998, αργότερα την ίδια ημέρα, περί ώρα 20.20, η πρώτη εναγόμενη ανέθεσε εγγράφως στην ενάγουσα, μέσω τηλεμοιοτυπίας, τη διενέργεια κάθε απαραίτητης ενέργειας για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν θαλάσσιας ρύπανσης. Από το σχετικό τηλεμοιοτύπημα, που προσκομίζει η ίδια η εκκαλούσα-ενάγουσα, δεν προκύπτει ότι η προς αυτή ανάθεση γίνεται τόσο από την πλοιοκτήτρια του πλοίου εταιρία, όσο και ατομικά από τον δεύτερο εναγόμενο, νόμιμο εκπρόσωπο της πρώτης. Συγκεκριμένα, στο σχετικό τηλεομοιοτύπημα αναφέρεται: «Προς ………..   Ως πλοιοκτήτης του Ι/Σ MG ΝΠ …. παρακαλώ όπως προβείται σε κάθε απαραίτητη ενέργεια για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν θαλάσσιας ρύπανσης» και ακολουθεί σφραγίδα με τα στοιχεία της πρώτης εναγόμενης «……….», τη διεύθυνσή της, το Α.Φ.Μ. της, τη Δ.Ο.Υ. στην οποία υπάγεται και το τηλέφωνό της κι από κάτω έχει τεθεί μονογραφή, προφανώς του νομίμου εκπροσώπου της, χωρίς όμως να διακρίνονται τα ατομικά του στοιχεία. Εκ του τηλεμοιοτυπήματος αυτού, λοιπόν, προκύπτει ότι η ανάθεση του έργου για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν θαλάσσιας ρύπανσης, στις 7.5.2017, γίνεται από την πλοιοκτήτρια του πλοίου εταιρία, πρώτη εναγόμενη προς την ενάγουσα, χωρίς να μπορεί να συναχθεί από τη χρήση του αρσενικού του ουσιαστικού «πλοιοκτήτης», αντί του θηλυκού «πλοιοκτήτρια», όπως υποστηρίζει η εκκαλούσα στις προτάσεις της, ότι ο δεύτερος εναγόμενος παρουσιάστηκε ο ίδιος ως πλοιοκτήτης, ή ότι ανέλαβε εις ολόκληρον ευθύνη έναντι της ενάγουσας, δεδομένου ότι στο φαξ αυτό έχει τεθεί η εταιρική σφραγίδα της πρώτης εναγόμενης, ώστε να μη δημιουργούνται ασάφειες ή αμφιβολίες σχετικά με το ποιος δίνει την εντολή για την εκτέλεση του έργου, ενώ δεν αναφέρεται τίποτε σχετικά με ανάληψη εις ολόκληρον ευθύνης έναντι της ενάγουσας από τρίτο φυσικό πρόσωπο και μάλιστα από τον δεύτερο εναγόμενο, ………….. …………… Με τον πρώτο λόγο της από 16.5.2019 έφεσής της η εκκαλούσα-ενάγουσα παραπονείται γιατί η εκκαλούμενη απέρριψε την αγωγή της κατά του δεύτερου εναγόμενου και γιατί δεν εκτίμησε ορθά την ιστορική και νομική της βάση, δυνάμει της οποίας στράφηκε κατ’ αυτού. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εκτίμησε το αγωγικό δικόγραφο, δεχόμενο ότι η ενάγουσα διώκει τη θεμελίωση της ευθύνης του δεύτερου εναγόμενου σε σύμβαση σωρευτικής αναδοχής χρέους και όχι στην ιδιότητά του ως οργάνου της εναγόμενης εταιρίας, ενώ κατ’ ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ορθή εκτίμηση των αποδείξεων, η εκκαλούμενη όφειλε να είχε δεχθεί ότι στην αγωγή της η ευθύνη του δεύτερου εναγόμενου θεμελιωνόταν τόσο στην εκ μέρους του σωρευτική αναδοχή του χρέους της πρώτης εναγόμενης έναντι της ενάγουσας, όσο και στην ιδιότητά του ως οργάνου της πρώτης εναγόμενης. Ότι ορθά κρίνοντας η εκκαλούμενη έπρεπε να δεχθεί ότι ο δεύτερος εναγόμενος ενείχε προσωπική ευθύνη έναντι της ενάγουσας, αφού ήταν αυτός που διενήργησε εν τοις πράγμασι, με αυτοπρόσωπη καθημερινή παρουσία, ατομικά και ως όργανο της πρώτης εναγόμενης, την οποία εκπροσωπούσε και δέσμευε έναντι πάντων, τις πάσης φύσεως πράξεις που αφορούσαν τη διαχείριση του συμβάντος και την εμπορική και τεχνική διαχείριση του πλοίου «ΜΤ», κατά την εκ μέρους της ενάγουσας εκτέλεση του έργου, το οποίο αυτός της είχε αναθέσει ενεργώντας τόσο ατομικά όσο και ως όργανο της πρώτης εναγόμενης. Ότι ο δεύτερος εναγόμενος από της συστάσεως της πρώτης εναγόμενης στις 14.1.2014 μέχρι τη συζήτηση της αγωγής της αλλά και την άσκηση της ως άνω εφέσεως, είναι Πρόεδρος του Δ.Σ., νόμιμος εκπρόσωπος και πλειοψηφών μέτοχος αυτής και μόνος διαχειριστής αυτής και του πλοίου και ο ίδιος ήταν ο ιθύνων νους, το όργανο της πρώτης εναγόμενης που λάμβανε προσωπικά αλλά και για λογαριασμό αυτής, όλες τις αποφάσεις κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του έργου, που ο ίδιος είχε αναθέσει στην ενάγουσα, ο ίδιος είχε την καθημερινή επίβλεψη, και δη με αυτοπρόσωπη παρουσία, του έργου, έδιδε εντολές, υπέγραφε υπεύθυνες δηλώσεις, είχε καθημερινή επαφή με την ενάγουσα, με τον επιχειρησιακό διευθυντή της, με τον επικεφαλής τεχνικό της και τους άλλους τεχνικούς της, με τις αρχές και με το Λιμεναρχείο Θήρας, όργανα του οποίου ήταν καθημερινά στον τόπο του έργου και αυτός ήταν το όργανο της πρώτης των αντιδίκων, που ανέλαβε και προσωπικά την ευθύνη και διενεργούσε ατομικά αλλά και ως όργανο της πρώτης εναγόμενης, όλες τις πράξεις που αφορούσαν τη νομική, οικονομική, εμπορική και τεχνική διαχείριση του προσαραγμένου πλοίου και του συμβάντος έναντι της ενάγουσας και των αρχών, σε σχέση με το έργο που της είχε ο ίδιος αναθέσει και εκείνη εκτελούσε. Ότι κατ’ ορθή ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι ορθή εκτίμηση των αποδείξεων, η εκκαλούμενη όφειλε να είχε κρίνει και να είχε δεχθεί ότι ο δεύτερος εναγόμενος, όταν ανέθεσε στην ενάγουσα το έργο, το έπραξε τόσο ατομικά όσο και υπό την ιδιότητά του ως οργάνου της πρώτης εναγόμενης και δη ως Προέδρου του Δ.Σ., νομίμου εκπροσώπου και δεσμεύοντος αυτήν με την υπογραφή του και πλειοψηφούντος μετόχου και οι ιδιότητές του αυτές, ως κυρίαρχου οργάνου της πρώτης εναγόμενης, παρήγαγαν δεσμευτικές υποχρεώσεις της πρώτης εναγόμενης, όσον και προσωπικά του ίδιου έναντι της ενάγουσας. Ωστόσο, από την επισκόπηση της ένδικης αγωγής δεν προκύπτει ότι η ενάγουσα στήριξε την φερόμενη προσωπική, ατομική ευθύνη του δεύτερου εναγόμενου στην ιδιότητά του ως κυρίαρχου οργάνου της πρώτης εναγόμενης. Σχετικά με την εις ολόκληρον ευθύνη των εναγόμενων, στη σελίδα 3 της αγωγής, στην τελευταία υπό στοιχείο 7 παράγραφο, εκτίθεται ότι «Κατόπιν εντολής του δεύτερου εναγόμενου, ο οποίος ενεργούσε δια τον εαυτό του ατομικά και ως νόμιμος εκπρόσωπος και Πρόεδρος του Δ.Σ. της πρώτης εναγόμενης και διαχειριστής του Πλοίου, ο οποίος ασκούσε όλες τις πράξεις που είχαν σχέση με την εμπορική και τεχνική διαχείρισή του για λογαριασμό της πρώτης εναγόμενης και ο οποίος ανέλαβε να ενέχεται έναντι εμού ατομικά, εις ολόκληρον με την πρώτη εναγόμενη, για την πληρωμή της συμφωνημένης, νόμιμης, εύλογης και ειθισμένης αμοιβής και χρέωσής μου, βάσει του τιμοκαταλόγου παροχής υπηρεσιών της εταιρείας μου, για Προσωπικό που θα απασχολούσα, τα μέσα και τον εξοπλισμό που είχα σε ετοιμότητα ή/και θα χρησιμοποιούσα κατά την παροχή των υπηρεσιών καταπολέμησης ρύπανσης…». Επομένως, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε με βάση τα ιστορούμενα στο αγωγικό δικόγραφο ότι η ενάγουσα δεν θεμελιώνει την ευθύνη του δεύτερου εναγόμενου στην ιδιότητά του ως οργάνου της εναγόμενης εταιρίας και γι’ αυτό δεν εξέτασε τέτοια βάση. Σε κάθε, όμως, περίπτωση κι αν υποτεθεί ότι η ένδικη αγωγή περιείχε βάση ευθύνης του δεύτερου εναγόμενου ως κυρίαρχου οργάνου της πρώτης εναγόμενης που δεν εξετάσθηκε, θα έπρεπε να απορριφθεί ως μη νόμιμη. Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη στις κεφαλαιουχικές εταιρίες, όπως τέτοια είναι και η ναυτιλιακή εταιρεία πλοίων αναψυχής, ισχύει η αρχή της περιουσιακής αυτοτέλειας του νομικού προσώπου ως προς την ευθύνη που αναλαμβάνει για χρέη από δικαιοπραξία για λογαριασμό του το όργανο που το εκπροσωπεί και της μη ευθύνης του τελευταίου για τα συμβατικά χρέη της εταιρίας, εκτός αν πρόκειται για περίπτωση κατάχρησης προσωπικότητας νομικού προσώπου, κάτι για το οποίο δεν κάνει λόγο, εν προκειμένω, η ενάγουσα. Δεν καθίσταται συνυπεύθυνος για τα συμβατικά χρέη ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας μόνο επειδή τυγχάνει το κυρίαρχο όργανο αυτής, επειδή είναι ο κύριος μέτοχος κι επειδή λαμβάνει για λογαριασμό της εταιρίας όλες τις σημαντικές γι’ αυτή αποφάσεις σχετικά με την οικονομική της δραστηριότητα, εκπροσωπώντας τη και δεσμεύοντάς τη έναντι τρίτων. Επομένως κι αν υποτεθεί ότι η ένδικη αγωγή περιείχε ισχυρισμό περί ευθύνης του δεύτερου εναγόμενου ως κυρίαρχου οργάνου της πρώτης εναγόμενης πλοιοκτήτριας εταιρίας, που έπαιρνε όλες τις σημαντικές αποφάσεις για τη διαχείριση του ένδικου πλοίου, η βάση αυτή της αγωγής θα απορριπτόταν ως μη νόμιμη. Πάντως η αγωγή περιείχε βάση ευθύνης του δεύτερου εναγόμενου, τόσο λόγω σωρευτικής αναδοχής του χρέους της πρώτης εναγόμενης, όσο και λόγω ανάληψης αυτοτελούς εις ολόκληρον ευθύνης για την καταβολή της αμοιβής της ενάγουσας από σύμβαση έργου. Εντούτοις, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προκύπτει ότι ο δεύτερος εναγόμενος ανέλαβε εκ συμβάσεως ευθύνη, είτε συμβαλλόμενος με σωρευτική αναδοχή του χρέους της πρώτης εναγόμενης από τη σύμβαση έργου, είτε συμβαλλόμενος ο ίδιος ατομικά ως εργοδότης και ευθυνόμενος εις ολόκληρον με την πρώτη εναγόμενη για την καταβολή της αμοιβής της ενάγουσας. Απεναντίας, κατά τα προαναφερθέντα από την προσκομιζόμενη τηλεομοιοτυπία ανάθεσης του έργου προκύπτει ότι εργοδότρια είναι η πρώτη εναγόμενη, της οποίας η σφραγίδα με τα στοιχεία τέθηκε στο σχετικό φαξ. Εξάλλου, από την ανάγνωση των προτάσεων των εναγόμενων στον πρώτο βαθμό, αλλά και αυτών ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προκύπτει άρνηση της ατομικής, προσωπικής ευθύνης του δεύτερου εναγόμενου για την καταβολή της αμοιβής της ενάγουσας από την ένδικη σύμβαση έργου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει η τελευταία στην έφεσή της ότι από τις πρωτόδικες προτάσεις συνάγεται ομολογία περί προσωπικής ευθύνης του δεύτερου εναγόμενου τυγχάνουν ουσία αβάσιμα [βλ. σχετικά σελίδα 2, πέντε τελευταίες σειρές των πρωτόδικων προτάσεων των εφεσίβλητων-εναγόμενων «…αρνούμαστε και αποκρούομε την υπό κρίση αγωγή στο σύνολό της, ως απαράδεκτη, αόριστη και αβάσιμη στο νόμο και στην ουσία, εντελώς ανυπόστατη και καταχρηστικώς ασκηθείσα…», καθώς και στη σελίδα 3 των εν λόγω προτάσεων, στην τρίτη παράγραφο «Η ενάγουσα, για τα ποσά που δήθεν και σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της οφείλονται σε εκείνην λόγω των ενεργειών που πραγματοποίησε στη Βλυχάδα Θήρας γενομένου του συμβάντος προσάραξης του σκάφους «ΜΤ» (το οποίο κατά τα προαναφερθέντα ανήκει στην 1η εξ ημών εταιρεία κατά 100%), στρέφει παρελκυστικά και καταχρηστικά την αγωγή της και κατά του 2ου εξ ημών ………..»]. Ούτε, άλλωστε, ο ενόρκως βεβαιώσας για λογαριασμό της ενάγουσας στην υπ’ αριθ. ……./17.1.2018 ένορκη βεβαίωση …. . έχει προσωπική γνώση ότι ο δεύτερος εναγόμενος ανέλαβε ατομικά να καταβάλει την αμοιβή της ενάγουσας για την εκτέλεση του ένδικου έργου, αλλά εκείνος μεταφέρει ό,τι του διηγήθηκε ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας, καθώς ο ίδιος διευκρινίζει στη βεβαίωσή του ότι «…Όπως μου είπε ο κ. ……., ο κ. …………… δέχθηκε και συμφώνησε να είναι και προσωπικά υπεύθυνος για την πληρωμή των υπηρεσιών μας αυτών, δεδομένου ότι αυτός ήταν, όπως του είπε, ο ουσιαστικός ιδιοκτήτης του Πλοίου και αυτός είχε το γενικό κουμάντο και όλη την ευθύνη». Επομένως, ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος εναγόμενος, ο οποίος έχει την ιδιότητα του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και του νόμιμου εκπροσώπου της πρώτης εναγόμενης, ανέλαβε αυτοτελή και ατομική ευθύνη έναντι της ενάγουσας για την εκπλήρωση της οφειλής της πρώτης εναγόμενης και ότι συνεπώς δεν ευθύνεται ατομικά έναντι της ενάγουσας, για την καταβολή του ποσού της εργολαβικής αμοιβής της. Επίσης, δεν αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος εναγόμενος και νυν εφεσίβλητος ανέλαβε ατομικά ως δικό του χρέος με αυτοτελή σύμβαση την πληρωμή της εργολαβικής αμοιβής της ενάγουσας, όπως άλλωστε προκύπτει από την από 7.5.2017 τηλεομοιοτυπία ανάθεσης του έργου πρόληψης της ρύπανσης και τυχόν καταπολέμησής της, στην ενάγουσα, όπου δεν αναφέρεται καν το όνομά του, τα όσα δε αντίθετα εκείνη υποστηρίζει κρίνονται ουσία αβάσιμα. Συνακόλουθα πρέπει να απορριφθεί η έφεση της εκκαλούσας-ενάγουσας κατά του δεύτερου εφεσίβλητου- δεύτερου εναγόμενου, τα δε δικαστικά έξοδα αυτού από τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, να επιβληθούν σε βάρος της παραπάνω εκκαλούσας, λόγω της ήττας της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183,176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι την παραπάνω ανάθεση του ένδικου έργου στην ενάγουσα γνωστοποίησε εγγράφως η πρώτη εναγόμενη στο Λιμεναρχείο Θήρας, ενημερώνοντας παράλληλα ότι επί του σκάφους της υπήρχαν 200 περίπου λίτρα πετρελαίου και 4 λίτρα λιπαντικών. Κατόπιν της πιο πάνω ειδοποίησής της, η ενάγουσα έθεσε σε ετοιμότητα αντιρρυπαντικά μέσα και εξοπλισμό, τα οποία μετέφερε αυθημερόν στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας. Κατά την κατάρτιση της ως άνω σύμβασης έργου μεταξύ της ενάγουσας και της πρώτης εναγόμενης, η εργολαβική αμοιβή καταλείφθηκε ακαθόριστη ως προς το ποσό. Την επόμενη μέρα, διενεργήθηκε επιθεώρηση από τον ανεξάρτητο επαγγελματία δύτη, …………., ο οποίος διαπίστωσε ότι στη δεξιά πλευρά στο σημείο ένωσης της γάστρας με την καρίνα το σκάφος είχε ρωγμή, μήκους σαράντα εκατοστών περίπου, ενώ δεν κατέστη δυνατός ο έλεγχος της αριστερής πλευράς, επειδή το σκάφος ακουμπούσε στον πυθμένα της θάλασσας από την πλευρά αυτή. Την ίδια μέρα (8.5.2017) η ενάγουσα κατάρτισε και υπέβαλε προς τη Λιμενική Αρχή σχέδιο απάντλησης των καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών από το σκάφος της εναγόμενης, το οποίο εγκρίθηκε από το Λιμεναρχείο Θήρας (βλ. το …………/05-17 έντυπο σήμα). Το εν λόγω σχέδιο προέβλεπε την αποστολή συνεργείου αποτελούμενου από επικεφαλής τεχνικό και δύο τεχνικούς με βοηθητική λέμβο, την οποία θα χειριζόταν ο χειριστής της, καθώς και εξοπλισμό, αποτελούμενο από αντλία με σετ σωληνώσεων, δεξαμενή για τη συγκέντρωση των πετρελαιοειδών και απορροφητικά φράγματα. Το συνεργείο επρόκειτο να τοποθετήσει προληπτικά πριν την έναρξη των εργασιών, απορροφητικό φράγμα, ενώ πλωτό φράγμα θα βρισκόταν σε ετοιμότητα στο Αλιευτικό Καταφύγιο Βλυχάδας, μαζί με άλλον τεχνικό. Περί ώρα 13.40 η λέμβος της ενάγουσας με το προσωπικό και τον εξοπλισμό για την απάντληση έφθασε στο σημείο της προσάραξης, αλλά οι σχετικές εργασίες δεν ξεκίνησαν, ύστερα από προφορική εντολή του δεύτερου εναγόμενου- νόμιμου εκπρόσωπου της πρώτης εναγόμενης, καθώς επρόκειτο να επιχειρηθεί η αποκόλληση του σκάφους και η μεταφορά του στο αλιευτικό καταφύγιο. Μάλιστα, ο δεύτερος εναγόμενος κατέθεσε στο Λιμεναρχείο Θήρας το από 9.5.2017 έγγραφο σε έντυπο υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986, με το οποίο δήλωνε ότι δεν επιθυμούσε να διενεργηθούν εργασίες απάντλησης πετρελαίου, μέχρι νεότερης σχετικής ειδοποίησης. Περαιτέρω, μετά από μία αποτυχημένη επιχείρηση αποκόλλησης του σκάφους από τη λάντζα «ΕΔ.» την 8.5.2017, την ίδια ημέρα, συνεργείο της ενάγουσας τοποθέτησε πλωτό φράγμα περιμετρικά του σκάφους, καθώς και απορροφητικό φράγμα εξωτερικά αυτού. Το σκάφος της εναγόμενης παρέμεινε στο σημείο της προσάραξης μέχρι την 9.5.2017 και ώρα 12.50, οπότε αποκολλήθηκε με τη συνδρομή του Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου «ΝΘ». Μετά την αποκόλλησή του, το αλιευτικό σκάφος «Κ» ανέλαβε τη ρυμούλκησή του προς το αλιευτικό καταφύγιο της Βλυχάδας, όπου επρόκειτο να ανελκυσθεί στην ξηρά με τη βοήθεια γερανοφόρου οχήματος. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ρυμούλκησης κι ενώ το ρυμουλκούμενο σκάφος προσέγγιζε την εξωτερική είσοδο του αλιευτικού καταφυγίου, αυτό προσέκρουσε στο εσωτερικό του λιμενοβραχίονα και προσάραξε εκ νέου, λαμβάνοντας κλίση προς τα αριστερά και παρουσιάζοντας εισροή υδάτων. Καθώς στη θέση της προσάραξης, το σκάφος εμπόδιζε το δίαυλο της εξωτερικής εισόδου πλοίων στο αλιευτικό καταφύγιο, περί ώρα 18.50 μετακινήθηκε με τη βοήθεια γερανοφόρου οχήματος στα αβαθή της απέναντι αριστερής πλευράς της εξωτερικής εισόδου του λιμενίσκου. Στη νέα θέση της προσάραξης, συνεργείο της ενάγουσας τοποθέτησε πλωτό φράγμα περιμετρικά του σκάφους καθώς και απορροφητικό φράγμα εσωτερικά αυτού. Περαιτέρω, την 12.5.2017, η ενάγουσα κατάρτισε και υπέβαλε προς τη Λιμενική Αρχή, νέο σχέδιο απάντλησης των καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών από το σκάφος της εναγόμενης, το οποίο εγκρίθηκε από το Λιμεναρχείο Θήρας. Με βάση το υποβληθέν προς το Λιμεναρχείο σχέδιο, κατόπιν εντολής του δεύτερου εναγόμενου, ο οποίος κατέθεσε στο Λιμεναρχείο Θήρας το από 12.5.2017 έγγραφο σε έντυπο υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986, με το οποίο δήλωνε ότι επιθυμούσε να γίνουν εργασίες απάντλησης πετρελαίου από το σκάφος, την 13.5.2017 και περί ώρα 10.30, συνεργείο της ενάγουσας άρχισε τις εργασίες απάντλησης των πετρελαιοειδών μειγμάτων, των λιπαντικών και ρυπογόνων ουσιών, ενώ αφαίρεσε και πέντε συσσωρευτές, με τις σχετικές εργασίες να ολοκληρώνονται περί ώρα 15.30 της ίδιας ημέρας. Σχετικά με τις ζημιές που εμφανίσθηκαν στο ένδικο σκάφος μετά και τη δεύτερη προσάραξη, σημειώνεται ότι κατά την επιθεώρηση που διενεργήθηκε την 20.5.2017 από τον επαγγελματία δύτη  ………. διαπιστώθηκε ότι η καρίνα του σκάφους είχε εμφανή σημάδια αποκόλλησης της αριστερής και πρωραίας πλευράς της και στην αριστερά πλευρά υπήρχαν ρήγματα, συνολικού μήκους πέντε μέτρων περίπου. Κατά το χρονικό διάστημα από την αρχική προσάραξη του σκάφους την 7.5.2017 έως την ανέλκυσή του την 23.5.2017 δεν προκλήθηκε θαλάσσια ρύπανση (βλ. τα υπ’ αριθ. πρωτ. ……/18-08-2017 και ……/15-09-2017 έγγραφα του Λιμεναρχείου Θήρας προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Νάξου). Ενόψει των ανωτέρω, η ενάγουσα εκτέλεσε προσηκόντως το ανατεθέν σε αυτή έργο και παρείχε υπηρεσίες για την αποφυγή και πρόληψη θαλάσσιας ρύπανσης κατά το χρονικό διάστημα από 7.5.2017 έως και 13.5.2017, όχι όμως πέραν της ημερομηνίας αυτής και μέχρι την 23.5.2017, όπως δέχθηκε η εκκαλούμενη, καθώς με την απάντληση των πετρελαιοειδών μειγμάτων, λιπαντικών και λοιπών ρυπογόνων ουσιών στις 13.5.2017 ολοκληρώθηκε το έργο που η ενάγουσα είχε αναλάβει, καθώς δεν αποδεικνύεται ότι απέμειναν στο ένδικο σκάφος, άλλα πετρελαιοειδή, καύσιμα και ρυπογόνες ουσίες, όπως θα εκτεθεί και παρακάτω, ώστε να υφίσταται κίνδυνος ρύπανσης από την τυχόν διαρροή τους στο θαλάσσιο περιβάλλον, τα δε μέτρα πρόληψης που ελήφθησαν μετά τις 13.5.2017 από την ενάγουσα κρίνονται μη αναγκαία, γενομένου δεκτού ως βάσιμου του προβάλλοντος τη σχετική αιτίαση τέταρτου και εν μέρει έκτου και δέκατου λόγου της έφεσης της εκκαλούσας-πρώτης εναγόμενης. Σημειωτέον ότι ο ισχυρισμός των εναγόμενων, που υποστηρίχθηκε πρωτοδίκως και από την προσθέτως παρεμβαίνουσα, περί άτυπης καταγγελίας της ένδικης σύμβασης έργου δεν αποδείχθηκε, απεναντίας δε αντικρούεται από το με ημερομηνία 12.5.2017 έγγραφο που κατάρτισε σε έντυπο υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 ο δεύτερος εναγόμενος, με το οποίο δήλωνε ότι επιθυμούσε να διενεργηθούν εργασίες απάντλησης πετρελαίου από συνεργείο της ενάγουσας. Το τι ακριβώς περιλάμβανε η σύμβαση έργου μεταξύ των διαδίκων προκύπτει από το ……./05-17 φαξ του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής /Α.Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ/ΔΕΠΙΧ 2ο/ΚΕΠΙΧ προς τον πλοιοκτήτη Ι/Φ “MG”, με το οποίο, μετά την προσάραξη του πλοίου στις 7.5.2017, ζητήθηκε από την πλοιοκτήτρια εταιρία να μεριμνήσει σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του Π.Δ. 55/1998, Α) Για τη λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου για την αποτροπή διαρροής καυσίμων, λιπαντικών και πετρελαιοειδών μιγμάτων του σκάφους στη θάλασσα (π.χ. στεγανοποίηση εξαεριστικών- καταμέτρηση δεξαμενών κλπ), Β) Για την ταχεία απάντληση και απομάκρυνση από το σκάφος των καυσίμων και κάθε είδους ρυπογόνων ουσιών εφόσον υπάρχει κίνδυνος διαρροής αυτών. Περαιτέρω, μέρος των εργασιών αυτών έγινε στις 8.5.2017, από τον επαγγελματία δύτη …………. και τον δεύτερο εναγόμενο, οι οποίοι βούτηξαν στο σημείο της πρώτης προσάραξης, όπου τα νερά ήταν ρηχά (περίπου 1,5 μέτρο βάθος) και φρόντισαν ώστε να κλείσουν οι βάνες πετρελαίου (παροχής και επιστροφής), ελέγχθηκε το καπάκι λαδιού μηχανής για τυχόν διαρροή (που δεν υπήρξε), καθώς και η τάπα εισόδου («πλήρωση»), η οποία ήταν κλειστή ούτως ή άλλως, καθώς έκλεινε «βιδωτά» και σφραγίσθηκαν με νάιλον και ταινίες/λάστιχα και τα υπόλοιπα πιθανά για διαφυγή πετρελαίου και λιπαντελαίων σημεία, δηλαδή τα κάρτερ της μηχανής και το εξαεριστικό της δεξαμενής. Επομένως, οι κύριες υποχρεώσεις που ανέλαβε η ενάγουσα στα πλαίσια του ανατεθέντος σε αυτή έργου ήταν η λήψη μέτρων πρόληψης, ούτως ώστε να μη διαρρεύσουν καύσιμα και λιπαντικά από τη δεξαμενή του σκάφους στη θάλασσα, όσο δεν γινόταν απάντληση των παραπάνω ουσιών, κυρίως, όμως, η απάντληση των ουσιών αυτών, ώστε να αποσοβηθεί οριστικά ο κίνδυνος της εξ αυτών ρύπανσης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και μόνο σε περίπτωση που πριν την απάντληση διέρρεαν τέτοιες ουσίες στη θάλασσα, η καταπολέμηση της θαλάσσιας ρύπανσης. Σημειωτέον ότι ο ορισμός της ρύπανσης που δίδεται κατ’ άρθρο 1 στοιχείο ιδ’ του π.δ. 55/1998 είναι «Η παρουσία στη θάλασσα κάθε ουσίας, η οποία αλλοιώνει τη φυσική κατάσταση του θαλασσινού νερού ή το καθιστά επιβλαβές, στην υγεία του ανθρώπου ή στην πανίδα και χλωρίδα των βυθών και γενικά   ακατάλληλο για τις προβλεπόμενες κατά περίπτωση χρήσεις του». Συνακόλουθα, όλα τα ληφθέντα μέτρα πρόληψης θαλάσσιας ρύπανσης που λήφθηκαν μέχρι την απάντληση καυσίμων στις 13.5.2017, καθώς και η ίδια η απάντληση καυσίμων αποτελούσαν τα τμήματα του έργου που είχε αναλάβει να φέρει σε πέρας η ενάγουσα και το οποίο (έργο) ολοκληρώθηκε με την ως άνω απάντληση των πετρελαιοειδών και των λοιπών ρυπογόνων ουσιών κατά τον παραπάνω χρόνο, χωρίς να αποδεικνύεται από κανένα αποδεικτικό μέσο ότι μετά την ενέργεια αυτή είχαν απομείνει και άλλες ρυπογόνες ουσίες εντός του σκάφους, οι οποίες υπήρχε κίνδυνος τις επόμενες ημέρες και μέχρι και την 23.5.2017 να διαρρεύσουν στη θάλασσα, ώστε να υπάρχει ανάγκη να συνεχίσει να προσφέρει τις υπηρεσίες της η ενάγουσα. Τη θέση αυτή υιοθετεί στην από 18.1.2018 ιδιωτική του γνωμοδότηση- έκθεση τεχνικής αξιολόγησης υπηρεσιών προληπτικής αντιμετώπισης ενδεχόμενης ρύπανσης κι ο ναυτικός επιθεωρητής ……….., ο οποίος στα καταληκτικά σχόλια- συμπεράσματά του αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «Το έργο που είχε ανατεθεί στον εργολάβο H.W.M. από την Πλοιοκτήτρια ολοκληρώθηκε την 13.05.2017, 15.30 ώρα μετά την απάντληση του πετρελαίου κίνησης περίπου των 200 λίτρων από την δεξαμενή καυσίμου του σκάφους και την απομάκρυνση από αυτό στην ξηρά πέντε (5) συσσωρευτών (Μπαταριών). Μετά την 13.05.2017, 15.30 ώρα μέχρι και την 23.05.2017, 13.30 ώρα, όταν το σκάφος ανελκύστηκε στην ξηρά, ο εργολάβος αντικειμενικά δεν προσέφερε καμία υπηρεσία και δεν ήταν αναγκαία η παρουσία του συνεργείου του αυτό το χρονικό διάστημα.» (βλ. σελίδα 22 της σχετικής έκθεσης). Κρίνοντας διαφορετικά η εκκαλούμενη και επιδικάζοντας αμοιβή στην ενάγουσα και για το διάστημα από 14.5.2017 μέχρι 23.5.2017 έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, τυχόν δε αμοιβές που θα οφείλονταν στα πλαίσια άλλων συμβάσεων έργου, όπως για παράδειγμα για υπηρεσίες για την αποκόλληση του προσαραγμένου σκάφους από το σημείο της δεύτερης προσάραξης, δεν μπορούν να στηριχθούν στην ένδικη σύμβαση πρόληψης ρύπανσης και καταπολέμησης τυχόν ρύπανσης, ώστε να μπορούν να επιδικασθούν με βάση την ένδικη αγωγή. Παρακάτω, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα, κατά το χρονικό διάστημα από 7.5.2017 έως 13.5.2017, δικαιούται τα ακόλουθα ποσά, σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο υπηρεσιών και χρήσης εξοπλισμού, ο οποίος είναι συνημμένος στην από 1.6.2016 προσφορά της ενάγουσας προς το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας για την παροχή υπηρεσιών προστασίας θαλάσσιου περιβάλλοντος και ειδικότερα, για την ως άνω αιτία δικαιούται: 1) Για τις υπηρεσίες που παρείχε την 7.5.2017 από ώρα 19.40 έως 23.59, δηλαδή για την ενεργοποίηση του σχεδίου αντιμετώπισης (contingency plan) περιστατικού ρύπανσης από πετρελαιοειδή και λοιπές επιβλαβείς ουσίες, για τη φόρτωση και μεταφορά με δύο φορτηγά οχήματα, ιδιοκτησίας της ενάγουσας, αντιρρυπαντικού εξοπλισμού, αποτελούμενου από πλωτό φράγμα και απορροφητικά υλικά, εργαλεία περισυλλογής και χειρός, σακούλες απορριμμάτων υψηλής αντοχής, σχοινί ναυτικού τύπου και μέσα ατομικής προστασίας, αντλία και σετ σωληνώσεων, για προετοιμασία της λέμβου εργασίας και τη μεταφορά της, για επιθεώρηση της ευρύτερης περιοχής στην οποία προσάραξε το σκάφος της εναγόμενης:i) Για τη χρήση των υπ’ αριθ. κυκλοφορίας …… και . ……. φορτηγών οχημάτων, ιδιοκτησίας της ενάγουσας (βλ. αντίστοιχα τις υπ’ αριθ. ….. και … άδειες κυκλοφορίας), το ποσό των 150 ευρώ για κάθε όχημα, ήτοι συνολικά το ποσό των (150 ευρώ ανά όχημα ανά ημέρα χρήσης x2 οχήματα=) 300ευρώ. Εντούτοις, η ενάγουσα δεν δικαιούται το αιτούμενο ποσό των 50 ευρώ για καθένα από τα υπ’ αριθ. …….. και ……… οχήματα, τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς της χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του προσωπικού της, διότι δεν αποδείχθηκε ότι αυτά ανήκαν στον εξοπλισμό της, ούτε ότι είχε μισθώσει η ίδια τα εν λόγω αυτοκίνητα για να τα χρησιμοποιεί για τις ανάγκες της, απορριπτομένου ως αβάσιμου του συνολικά αιτούμενου ποσού των (50 ευρώ ανά όχημα x 2 οχήματα=) 100 ευρώ. Ομοίως δεν αποδείχθηκε το αιτούμενο ποσό των 50 ευρώ για δαπάνη καυσίμων, σύμφωνα με όσα κατέθεσε ο ενόρκως βεβαιώσας για την ενάγουσα ………. με την υπ’ αριθ. …./17-1-2018 ένορκη βεβαίωσή του, καθώς δεν γίνεται ανάλυση στην αγωγή, ούτε προκύπτει ποιο μέρος του ποσού αυτού αφορά στα δύο φορτηγά που πράγματι χρησιμοποίησε η ενάγουσα και ποιο στα Ι.Χ. αυτοκίνητα που ανήκαν σε φερόμενους συνεργάτες της. Απορρίπτοντας τα παραπάνω κονδύλια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει σχετικά, με τον δεύτερο λόγο έφεσης η εκκαλούσα-ενάγουσα τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους.ii)Για το προσωπικό που απασχολήθηκε, ήτοι τον Επιχειρησιακό Διευθυντή, ………., με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 550 ευρώ ανά ημέρα και τους τεχνικούς ………. και ………., οι οποίοι απασχολήθηκαν για 3 ώρες ο καθένας, προς 35 ευρώ ανά ώρα, το ποσό των [550 ευρώ + (2 τεχνικοί x 3 ώρες απασχόλησηςx 35 ευρώ ανά ώρα απασχόλησης=) 210 ευρώ=] 760 ευρώ, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ισχυρισμού ότι οι παραπάνω τεχνικοί απασχολήθηκαν πέραν των τριών ωρών, παρά τα αντίθετα προβαλλόμενα με τον δεύτερο λόγο έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας. Περαιτέρω, όμως, αποδείχθηκε, κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου, ότι η εκκαλούσα-ενάγουσα δικαιούται και το αιτηθέν ποσό των 400 ευρώ για την απασχόληση του ………., ως επικεφαλής τεχνικού, παρότι στο προσαγόμενο ήδη από αυτή πρωτοδίκως, έντυπο 4- πίνακα προσωπικού προέκυπτε η απασχόληση αυτού με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου με την ειδικότητα του υπαλλήλου, με κωδικό ……. οδηγοί φορτηγών και βαρέων φορτηγών, ήτοι τον είχε ασφαλισμένο για άλλη ειδικότητα, λαμβανομένου όμως υπόψη ότι στο σχέδιο απάντλησης καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών από το ένδικο πλοίο που απέστειλε η ενάγουσα στις 8.5.2017 στο Λιμεναρχείο Θήρας προς έγκριση, με κοινοποίηση στο Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας και στον δεύτερο εναγόμενο, νόμιμο εκπρόσωπο της πλοιοκτήτριας προβλεπόταν ότι στο προσωπικό που θα χρησιμοποιηθεί από αυτή θα περιλαμβανόταν και επικεφαλής τεχνικός, χωρίς να προκύπτει ότι χρησιμοποιήθηκε εντέλει τρίτο πρόσωπο, αντί του ……….. στη θέση αυτή. Απορρίπτοντας το σχετικό κονδύλιο η εκκαλουμένη, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων κατά τη σχετική βάσιμη αιτίαση του δεύτερου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας. Ορθά, περαιτέρω, έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι για την παραπάνω ημέρα, η ενάγουσα δεν δικαιούται το αιτούμενο ποσό των 1.000 ευρώ για τη χρήση λέμβου εργασίας της για 4 ώρες προς 250 ευρώ ανά ώρα, διότι λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών στις 7.5.2017 δεν έγινε τέτοια χρήση. Παρά τα όσα υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με τον σχετικό λόγο έφεσής της, κατά τον παραπάνω χρόνο που οι κακές καιρικές συνθήκες δεν επέτρεπαν τη χρήση της λέμβου στο έργο, η παρουσία και δέσμευση αυτής από την εργολάβο στο σημείο της προσάραξης δεν ήταν απαραίτητη, ούτε προέκυψε ότι τότε έγινε χρήση αυτής. Επομένως αβάσιμα τυγχάνουν τα όσα αντίθετα υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα. Συνακόλουθα, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα στις 7.5.2017, στο πλαίσιο του ανατεθέντος σ’ αυτήν έργου, δικαιούται το συνολικό ποσό των (300 + 760 + 400=) 1.460 ευρώ, γενομένου εν μέρει δεκτού του δεύτερου λόγου έφεσής της. ΙΙ) Για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα στις 8.5.2017, δηλαδή για την επιθεώρηση της ευρύτερης περιοχής του τόπου προσάραξης του σκάφους, την εκπόνηση και υποβολή σχεδίου απάντλησης καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών, τη φόρτωση εξοπλισμού επί της λέμβου εργασίας για τη διενέργεια εργασιών απάντλησης καυσίμων, την έναρξη εργασιών για την ανάπτυξη πλωτού φράγματος περιμετρικά του σκάφους και την τοποθέτηση εσωτερικά αυτού απορροφητικού φράγματος, οι οποίες δεν ολοκληρώθηκαν, κατόπιν εντολής του δεύτερου εναγόμενου, επειδή επρόκειτο να επιχειρηθεί αποκόλληση του σκάφους, την εκ νέου ανάπτυξη πλωτού φράγματος και απορροφητικού φράγματος, κατόπιν αποτυχημένων επιχειρήσεων αποκόλλησης του σκάφους, αυτή δικαιούται: i) Για τη χρήση της λέμβου εργασίας, που ανήκει στον εξοπλισμό της ενάγουσας, το ποσό των (250 ευρώ την ώρα x 6 ώρες=) 1.500 ευρώ, απορριπτομένου ως αβάσιμου του αγωγικού ισχυρισμού, όπως και της σχετικής αιτίασης στον τρίτο λόγο έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας ότι έγινε χρήση της λέμβου εργασίας επί 16 ώρες.ii) Για το προσωπικό που απασχολήθηκε, ήτοι τον Επιχειρησιακό Διευθυντή, …….., με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 550 ευρώ ανά ημέρα, τους τεχνικούς ……… και ……., οι οποίοι απασχολήθηκαν για 6 ώρες προς 35 ευρώ ανά ώρα και το δύτη ……., ο οποίος απασχολήθηκε για 2 ώρες προς 300 ευρώ την ώρα, το ποσό των [550 ευρώ + (3 τεχνικοί x 6 ώρες απασχόλησης x 35 ευρώ ανά ώρα απασχόλησης=) 630 ευρώ + (300 x 2=) 600 ευρώ =] 1.780 ευρώ, απορριπτομένου ως αναπόδεικτου του ισχυρισμού ότι απασχολήθηκε και τέταρτος τεχνικός στο έργο και ότι όλοι μαζί οι τεχνικοί απασχολήθηκαν συνολικά εκείνη την ημέρα 48 ώρες, παρά τα αντίθετα προβαλλόμενα με το τέταρτο σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας. Ομοίως αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα απασχόλησε κι ως εκ τούτου δικαιούται την ημερήσια αμοιβή ποσού 400 ευρώ για τον επικεφαλής τεχνικό ………, η δε εκκαλούμενη έσφαλε στο σημείο αυτό απορρίπτοντας πρωτοδίκως το σχετικό κονδύλιο κατά τη σχετική βάσιμη αιτίαση του τρίτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας. Σε ό,τι αφορά τον . ………….. αποδεικνύεται ότι ναι μεν η ενάγουσα τον απασχόλησε ως τεχνικό ασφαλείας (βλ. το προσκομιζόμενο από την εκκαλούσα-ενάγουσα από 1.4.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό «Σύμβαση Έργου Παροχής Υπηρεσιών Τεχνικού Ασφαλείας»), όχι όμως ως υπεύθυνο διοικητικών, ιδιότητα για την οποία εκείνη ζήτησε να της επιδικασθεί το ποσό των 350 ευρώ ημερησίως, επιπλέον δε η ίδια δεν προσδιορίζει ποια αμοιβή ήταν η ειθισμένη για την παροχή αμιγώς υπηρεσιών τεχνικού ασφαλείας, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο αυτό να μη δύναται να επιδικάσει τέτοια αμοιβή, ενώ το αιτούμενο ποσό τυγχάνει απορριπτέο, ως μη αποδειχθέν ως οφειλόμενο για παροχή υπηρεσιών υπεύθυνου διοικητικών, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα με το υπ’ αριθ. 3 σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης και όπως ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε στην ουσία του το παραπάνω κονδύλιο.iii) Για δύο πλωτά φράγματα, τύπου scorpion 500C, το ποσό των 300 ευρώ, για δύο σετ αγκύρωσης, το ποσό των 36 ευρώ, για δύο απορροφητικά φράγματα μεγάλου μεγέθους προς 44 ευρώ ανά τεμάχιο, το ποσό των (44 x 2=) 88 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των (300 + 36 + 88=) 424 ευρώ. Περαιτέρω, η ενάγουσα δεν δικαιούται ως αμοιβή τα επιμέρους αιτούμενα ποσά των 250 ευρώ για χρήση αντλίας και των 55 ευρώ για χρήση σετ σωληνώσεων που χρησιμοποιήθηκαν από την εναγόμενη εταιρία, διότι η εν λόγω χρήση έγινε από την εναγόμενη για την απάντληση των υδάτων ενόψει της αποκόλλησης του σκάφους, με συνέπεια τα εν λόγω αιτούμενα ποσά να μην εμπίπτουν σε δαπάνες συνδεόμενες με το ανατεθέν έργο της πρόληψης θαλάσσιας ρύπανσης. Τα όσα δε υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το πέμπτο σκέλος του τρίτου λόγου έφεσής της ότι η παραπάνω απάντληση αφορούσε σε ύδατα από το εσωτερικό του πλοίου, τα οποία είχαν αναμιχθεί με βρώμικα σεντινόνερα από το μηχανοστάσιό του και άλλες ρυπογόνες ουσίες, οπότε συνιστούσε ενέργεια συνδεόμενη ευθέως με το έργο της πρόληψης, καταπολέμησης και αντιμετώπισης ρύπανσης δεν επιστηρίζεται σε κανένα αξιόπιστο αποδεικτικό μέσο, καθώς από πουθενά δεν προκύπτει η κατά την παραπάνω ημερομηνία ανάμιξη ρυπογόνων ουσιών με θαλάσσιο ύδωρ. Επομένως, στο σημείο αυτό, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και δεν επιδίκασε τα παραπάνω ποσά. Ομοίως, ορθά κρίθηκε πρωτοδίκως ότι τυγχάνει ουσία αβάσιμο το συνολικά αιτούμενο ποσό των 300 ευρώ, για τη χρήση των δύο φορτηγών οχημάτων της ενάγουσας προς 150 ευρώ για κάθε όχημα, γιατί δεν αποδείχθηκε ότι η χρήση τους ήταν αναγκαία την 8.5.2017, ενόψει του ότι ο αντιρρυπαντικός εξοπλισμός της ενάγουσας είχε μεταφερθεί στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας ήδη από την προηγούμενη ημέρα, τα όσα δε κατέθεσε με την ένορκη βεβαίωσή του ο μάρτυρας της ενάγουσας, …………., περί μεταφοράς επιπλέον αντιρρυπαντικού εξοπλισμού από τον αντιρρυπαντικό σταθμό στον Αθηνιό, ελέγχονται αόριστα και μη πειστικά, αφού ο ανωτέρω δεν εξειδικεύει ποιος ήταν ο επιπλέον εξοπλισμός που μεταφέρθηκε. Με τον ως άνω σχετικό λόγο έφεσής της η εκκαλούσα-ενάγουσα παραπονείται ότι εσφαλμένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε το ως άνω αιτούμενο κονδύλιο των 300 ευρώ, καθώς αυτή, ελλείψει χώρου εναποθήκευσης και φύλαξης του εξοπλισμού της στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας, χρησιμοποίησε ως χώρο εναποθήκευσης τα φορτηγά της, ώστε ο εξοπλισμός της να βρίσκεται σε άμεση ετοιμότητα χρησιμοποίησης. Πέραν του ότι τα φορτηγά δεν αποτελούν αποθήκες, ώστε να μπορεί βασίμως η εκκαλούσα-ενάγουσα να τα χρησιμοποιεί ως αποθήκες και να ζητεί αμοιβή για τη χρήση αυτή, δεν αποδείχθηκε η έλλειψη αποθηκευτικού χώρου στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας. Παρακάτω, η ενάγουσα δεν δικαιούται το αιτούμενο ποσό των 50 ευρώ για καθένα από τα υπ’ αριθ. κυκλοφορίας οχήματα ……. και …….. οχήματα, τα οποία κατά τους ισχυρισμούς της χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του προσωπικού της, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι αυτά ανήκαν στον εξοπλισμό της, απορριπτομένου ως ουσιαστικά αβάσιμου του συνολικώς αιτούμενου ποσού των (50 ευρώ ανά όχημαx 2 οχήματα=) 100 ευρώ, τα όσα δε υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το έβδομο σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης ότι είχε συμφωνήσει με τους ιδιοκτήτες των παραπάνω οχημάτων …… και … ………….. αντίστοιχα, να της διαθέσουν τα ως άνω οχήματα κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου για τις ανάγκες αντί ποσού (προφανώς μισθώματος) 50 ευρώ την ημέρα, πλέον της δαπάνης των καυσίμων δεν αποδεικνύονται βάσιμα, απορριπτομένου του ως άνω λόγου έφεσης. Εξάλλου, ως προς το συνολικώς αιτούμενο ποσό των 90 ευρώ για δαπάνη καυσίμων των παραπάνω οχημάτων και της χρησιμοποιηθείσας κατά την παραπάνω ημέρα, λέμβου εργασίας, η ενάγουσα δεν διαχωρίζει στην αγωγή της ποιο ακριβώς ποσό αιτείται για δαπάνη καυσίμων των Ι.Χ. αυτοκινήτων που δεν δικαιούται και ποιο ποσό για την κίνηση της λέμβου εργασίας, το οποίο νομίμως αιτείται, με αποτέλεσμα να μην δύναται το Δικαστήριο αυτό να επιδικάσει το κόστος καυσίμων για την παραπάνω λέμβο, τα όσα δε αντίθετα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα με το όγδοο σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης αβάσιμα τυγχάνουν στην ουσία τους. Συνακόλουθα, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα την 8.5.2017 στο πλαίσιο του ανατεθέντος σ’ αυτήν έργου, δικαιούται το συνολικό ποσό των (1.500 + 1.780 + 400 +424=) 4.104 ευρώ.

Παρακάτω, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα την 9.5.2017, δηλαδή για επιθεώρηση της ευρύτερης περιοχής του τόπου προσάραξης του σκάφους, τη φόρτωση και μεταφορά εξοπλισμού και προσωπικού με τη λέμβο εργασίας για τη διενέργεια εργασιών απάντλησης καυσίμων, την παραμονή συνεργείου της ενάγουσας στο αλιευτικό σκάφος «Κ.» κατά τη διάρκεια της ρυμούλκησης του σκάφους της εναγόμενης, την απομάκρυνση του πλωτού φράγματος και την εκ νέου ανάπτυξή του, την τοποθέτηση απορροφητικού φράγματος, δικαιούται τα παρακάτω ποσά: i)Για τη χρήση της λέμβου εργασίας, που ανήκει στον εξοπλισμό της ενάγουσας, το ποσό των (250 ευρώ ανά ώρα x 8 ώρες=) 2.000 ευρώ, απορριπτομένου ως αβάσιμου του αγωγικού ισχυρισμού που επαναφέρεται με το πρώτο σκέλος του τέταρτου λόγου έφεσης ότι έγινε χρήση της λέμβου εργασίας επί 13 ώρες. ii)Για το προσωπικό που απασχολήθηκε, ήτοι τον Επιχειρησιακό Διευθυντή, ……, με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 550 ευρώ ανά ημέρα, τον επικεφαλής τεχνικό, …….., κατά το βάσιμο τρίτο σκέλος του τέταρτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας κατά της εκκαλούμενης απόφασης, με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 400 ευρώ την ημέρα, τους τεχνικούς ………., ………. και ………., οι οποίοι, κατά την κρίση και του παρόντος Δικαστηρίου, απασχολήθηκαν για 8 ώρες προς 35 ευρώ ανά ώρα, το ποσό των [550 ευρώ +400 ευρώ + (3 τεχνικοί x 8 ώρες απασχόλησηςx 35 ευρώ ανά ώρα απασχόλησης=) 840=] 1.790 ευρώ, απορριπτομένου ως αναπόδεικτου του επιπλέον αιτούμενου ποσού για την αιτία αυτή. Ειδικότερα, ουσιαστικά αβάσιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός ότι απασχολήθηκε ως τέταρτος τεχνικός ο ……., καθώς, αφενός ο μάρτυρας της ενάγουσας ………. τίποτε σχετικό δεν καταθέτει με την ένορκη βεβαίωσή του, αφετέρου ο παραπάνω δεν περιλαμβάνεται στον προσαγόμενο με επίκληση από την ενάγουσα πίνακα προσωπικού, απορριπτομένων των όσων αντίθετων διαλαμβάνει η εκκαλούσα-ενάγουσα στο δεύτερο σκέλος του τέταρτου λόγου της έφεσής της περί απασχόλησης και τέταρτου τεχνικού και περί περισσότερων ωρών απασχόλησης των υπολοίπων. Ομοίως απορριπτέο στην ουσία του τυγχάνει το κονδύλιο για την ημερήσια αμοιβή ποσού 350 ευρώ του ………….. ως υπεύθυνου διοικητικών της ενάγουσας, δυνάμει σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών, καθώς, κατά τα προλεχθέντα, αποδείχθηκε ότι αυτός παρείχε υπηρεσίες τεχνικού ασφαλείας και όχι υπεύθυνου διοικητικών, χωρίς η ενάγουσα να προσδιορίζει στην αγωγή της ποια η αντίστοιχη αμοιβή που κατέβαλε στον τεχνικό ασφαλείας, ιδιότητα υπό την οποία απασχολούσε τον ανωτέρω. Τα όσα αντίθετα υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το τέταρτο σκέλος του τέταρτου λόγου έφεσης αβάσιμα τυγχάνουν στην ουσία τους. iii) Για δύο πλωτά φράγματα, τύπου scorpion 500C, το ποσό των 300 ευρώ, για δύο σετ αγκύρωσης, το ποσό των 36ευρώ, για δύο απορροφητικά φράγματα μεγάλου μεγέθους προς 44 ευρώ ανά τεμάχιο, το ποσό των (44 x 2=) 88 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των (300 + 36 + 88=) 424 ευρώ. Επομένως, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα την 9.5.2017, στο πλαίσιο του ανατεθέντος σ’ αυτήν έργου, δικαιούται το συνολικό ποσό των (2.000 + 1.790 + 424=) 4.214 ευρώ, γενομένου εν μέρει δεκτού του τέταρτου λόγου έφεσης. Αντίθετα, η ενάγουσα δεν δικαιούται αμοιβή για τα επιμέρους ποσά των 250 ευρώ για χρήση αντλίας, των 500 ευρώ για χρήση αντλίας υψηλής απόδοσης, των 50 ευρώ για χρήση σωληνώσεων νερού, καθώς και των 55 ευρώ για σωληνώσεις πετρελαίου, καθώς δεν αποδείχθηκε χρήση τους σε σχέση με το ανατεθέν στην ενάγουσα έργο της πρόληψης θαλάσσιας ρύπανσης. Δεν αποδείχθηκε ότι την παραπάνω ημέρα έγινε από το εσωτερικό του πλοίου απομάκρυνση ρυπογόνων ουσιών, που είχαν αναμιχθεί με βρώμικα σεντινόνερα από το μηχανοστάσιό του και των πετρελαιοειδών και λιπαντελαίων, καθώς απάντληση τέτοιων ουσιών έγινε μόνο στις 13.5.2017, ενώ τα όσα αντίθετα υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το πέμπτο σκέλος του τέταρτου λόγου έφεσης τυγχάνουν ουσία αβάσιμα. Ακόμη, το συνολικά αιτούμενο ποσό των 300 ευρώ για τη χρήση των δύο φορτηγών οχημάτων της ενάγουσας προς 150 ευρώ για κάθε όχημα τυγχάνει απορριπτέο ως αβάσιμο στην ουσία του, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι η χρήση τους ήταν αναγκαία στις 9.5.2017, ούτε τα φορτηγά συνιστούν αποθηκευτικό χώρο, όπως αβάσιμα επιχειρεί η εκκαλούσα-ενάγουσα με το έκτο σκέλος του τέταρτου λόγου της έφεσής της να στηρίξει αξίωση αμοιβής της για χρήση των φορτηγών ως χώρο εναποθήκευσης και φύλαξης του αντιρρυπαντικού εξοπλισμού της κατά την εκτέλεση του έργου, ούτε άλλωστε αποδείχθηκε ότι στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας δεν υπήρχε χώρος να αποθηκεύσει τον εξοπλισμό της. Επομένως απορριπτέος τυγχάνει ο σχετικός λόγος έφεσης. Ομοίως η ενάγουσα δεν δικαιούται το αιτούμενο ποσό των 50 ευρώ για καθένα από τα δύο οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του προσωπικού της, αφού δεν αποδείχθηκε ότι τα οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν, ανήκαν στον εξοπλισμό της, ούτε ότι μισθώθηκαν από αυτή κατά τις ειδικότερες αιτιολογίες που εκτέθηκαν πιο πάνω για το ίδιο αιτηθέν ποσό κατά την προηγούμενη ημέρα. Επομένως, απορριπτέο τυγχάνει το σχετικό έβδομο σκέλος του τέταρτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας. Το ίδιο απορριπτέο ως ουσία αβάσιμο τυγχάνει και το αιτούμενο ποσό των 110 ευρώ για δαπάνη καυσίμων, καθώς τα όσα κατέθεσε ο μάρτυρας της ενάγουσας ……….. δεν ενισχύονται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο, αλλά ούτε καν η ίδια η ενάγουσα διαχωρίζει στην αγωγή της ποιο ποσό θεωρεί ότι πληρώθηκε για καύσιμα αυτοκινήτων και ποιο για τη λέμβο εργασίας που χρησιμοποίησε, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το όγδοο σκέλος του τέταρτου λόγου έφεσης τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους.

Περαιτέρω, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα στις 10.5.2017, δηλαδή για επιθεώρηση της ευρύτερης περιοχής του τόπου προσάραξης του σκάφους, για έλεγχο και συντήρηση του πλωτού φράγματος στις 07.00, 11.00, 15.00 και 19.30, καθώς και για αντικατάσταση απορροφητικών υλικών στις 19.30, δικαιούται: i) Για τη χρήση της λέμβου εργασίας που ανήκει στον εξοπλισμό της ενάγουσας, το ποσό των (250 ευρώx 4 ώρες=) 1.000 ευρώ. ii) Για το προσωπικό που απασχολήθηκε, ήτοι τον Επιχειρησιακό Διευθυντή, ……, με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 550 ευρώ ανά ημέρα, τον Επικεφαλής Τεχνικό, …….., κατά το βάσιμο δεύτερο σκέλος του πέμπτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας, με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 400 ευρώ την ημέρα, τους τεχνικούς ………., οι οποίοι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, απασχολήθηκαν για 3 ώρες προς 35 ευρώ ανά ώρα, το ποσό των [550 ευρώ + 400 ευρώ + (3 τεχνικοί x3 ώρες απασχόλησης x 35 ευρώ ανά ώρα απασχόλησης=) 315 ευρώ=] 1.265 ευρώ, απορριπτομένου ως αναπόδεικτου του επιπλέον αιτούμενου ποσού για την αιτία αυτή. Ειδικότερα, το επιμέρους αιτούμενο ποσό των 350 ευρώ που αφορά στην ημερήσια αμοιβή του . ………….. τυγχάνει απορριπτέο στην ουσία του, καθώς κατά τα προαναφερθέντα, βάσει της αγωγής, η αμοιβή αυτή αντιστοιχεί σε καθήκοντα υπεύθυνου διοικητικών, ενώ αποδείχθηκε ότι ο ανωτέρω εκτελούσε μόνο καθήκοντα τεχνικού ασφαλείας, χωρίς να προσδιορίζει η ενάγουσα ποια θα ήταν η αμοιβή του για την εκτέλεση αμιγώς τέτοιων υπηρεσιών στην εκτέλεση του έργου, απορριπτομένου, έτσι, του τρίτου σκέλους του πέμπτου λόγου της έφεσής της. Επίσης, απορριπτέος ως αβάσιμος τυγχάνει και ο αγωγικός ισχυρισμός ότι απασχολήθηκε αντί αποδοχών ως τέταρτος τεχνικός ο ……., διότι παρά τα όσα σχετικά καταθέτει ο μάρτυρας της ενάγουσας,………….., ο ανωτέρω δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα προσωπικού της ενάγουσας. Ομοίως απορριπτέος ως αβάσιμος τυγχάνει ο αγωγικός ισχυρισμός ότι οι τρεις τεχνικοί απασχολήθηκαν πέραν των τριών ωρών ο καθένας, ενόψει της φύσης και των εκτελεσθεισών εργασιών. Ως εκ τούτων απορριπτέο τυγχάνει το πρώτο σκέλος του πέμπτου λόγου έφεσης, με το οποίο η εκκαλούσα-ενάγουσα υποστηρίζει τα αντίθετα.iii) Για πλωτό φράγμα τύπου scorpion 500C, το ποσό των 275 ευρώ, για δύο σετ αγκύρωσης, το ποσό των 36 ευρώ, για δύο απορροφητικά φράγματα μεγάλου μεγέθους προς 44 ευρώ ανά τεμάχιο (44 x 2=) 88 ευρώ, για καύσιμα κίνησης το ποσό των 30 ευρώ (βλ. το προσαχθέν υπ’ αριθ. …../10-05-2017 δελτίο αποστολής- τιμολόγιο πώλησης καυσίμων, συνολικού ποσού 365 ευρώ), ήτοι συνολικά το ποσό των (275 + 36 + 88 + 30=) 429 ευρώ. Επομένως, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα την 10.5.2017, στο πλαίσιο του ανατεθέντος σ’ αυτήν έργου δικαιούται το συνολικό ποσό των (1.000 + 1.265 + 429=) 2.694 ευρώ. Σημειώνεται ότι η ενάγουσα δεν δικαιούται αμοιβή για τα επιμέρους αιτούμενα ποσά των 250 ευρώ για χρήση αντλίας, των 500 ευρώ για χρήση αντλίας υψηλής απόδοσης, των 50 ευρώ για χρήση σωληνώσεων νερού, καθώς και των 55 ευρώ για σωληνώσεις πετρελαίου, καθώς δεν αποδείχθηκε χρήση τους σε σχέση με το ανατεθέν στην ενάγουσα έργο της πρόληψης της θαλάσσιας ρύπανσης. Με το τέταρτο σκέλος του πέμπτου λόγου έφεσής της η εκκαλούσα-ενάγουσα παραπονείται για την απόρριψη των παραπάνω κονδυλίων από την εκκαλουμένη. Αναφέρει σχετικά ότι η απόφαση έπρεπε να αποδεχθεί ότι το έργο που ανατέθηκε στην ενάγουσα και αυτή εκτέλεσε ήταν η παροχή υπηρεσιών πρόληψης-αντιμετώπισης-καταπολέμησης ρύπανσης στο πλοίο και ότι ως εκ τούτου οι ενέργειες που έγιναν με τη χρήση των μέσων αυτών (αντλιών, σωληνώσεων πετρελαίου κλπ) για την απομάκρυνση από το εσωτερικό του πλοίου, ρυπογόνων ουσιών, που είχαν αναμιχθεί με βρώμικα σεντινόνερα από το μηχανοστάσιό του και των πετρελαιοειδών και λιπαντελαίων ήταν ενέργεια συνδεόμενη με το έργο της πρόληψης, καταπολέμησης και αντιμετώπισης της ρύπανσης που της είχε ανατεθεί και ότι χωρίς την απομάκρυνση αυτών που έγινε με την εκ μέρος της διάθεση και χρήση των παραπάνω μέσων, δεν θα ήταν δυνατή η επιτυχής εκ μέρους της εκτέλεση του έργου και η αντιμετώπιση του κινδύνου θαλάσσιας ρύπανσης και η ανατροπή αυτού. Η παραπάνω αιτίαση τυγχάνει αβάσιμη στην ουσία της. Ο δύτης ……. στην υπ’ αριθ. ……../19.1.2018 ένορκη βεβαίωσή του αναφέρει αναλυτικά τα προληπτικά μέτρα που έλαβε ο ίδιος και ο νόμιμος εκπρόσωπος της πλοιοκτήτριας εταιρίας από την 8.5.2017, ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρξει καμία διαρροή ρυπογόνων ουσιών, κάτι που τελικά απέδωσε. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «…Αρχικό μέλημα του πλοιοκτήτη ήταν να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο για την αποφυγή διαφυγής πετρελαίου στη θάλασσα, όπως του είχαν επισημάνει οι Αρχές…Οι μόνες δίοδοι για τη διαφυγή καύσιμου πετρελαίου στη θάλασσα από την δεξαμενή είναι η τάπα πλήρωσης της δεξαμενής και το εξαεριστικό της. Σε αυτό το σκάφος η τάπα πλήρωσης βρισκόταν στην πάνω αριστερή άκρη του επικλινούς καθρέπτη πρύμης ενώ η τρύπα του εξαεριστικού στην πάνω άκρη και πρύμα της αριστερής πλευράς του σκάφους στα έξαλα. Επιθεώρησα την τάπα πλήρωσης και βεβαιώθηκα ότι ήταν κανονικά βιδωμένη στη θέση της. Στη συνέχεια κατευθύνθηκα στο εξαεριστικό το οποίο έφραξα τοποθετώντας και χώνοντας μέσα βαθιά στο μεταλλικό προφυλακτικό του μια νάιλον σακούλα με το μαχαίρι μου. Στη θέση που βρισκόταν προσαραγμένο το σκάφος δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει ρύπανση από πετρέλαιο γιατί τα νερά ήταν πολύ ρηχά και δεν υπήρχε περίπτωση το σκάφος να βουλιάξει. Χωρίς κατά τη γνώμη μου να χρειάζεται, ο εκπρόσωπος του σκάφους μπήκε στο εσωτερικό του και έκλεισε τις δύο βάνες της δεξαμενής στις γραμμές παροχής και επιστροφής πετρελαίου. Επίσης όπως μου είπε τοποθέτησε μια σακούλα νάιλον γύρω από το φίλτρο λαδιού και στη συνέχεια το φάσκιωσε με μία πετσέτα του μπάνιου…». Επομένως, δεν κρίνεται πειστικός ο ισχυρισμός της εκκαλούσας-ενάγουσας ότι χρειάστηκαν οι παραπάνω αντλίες και σωληνώσεις πετρελαίου για την πρόληψη και καταπολέμηση ρύπανσης κατά την παραπάνω ημερομηνία. Επίσης το συνολικά αιτούμενο ποσό των 300 ευρώ για τη χρήση των δύο φορτηγών οχημάτων της ενάγουσας προς 150 ευρώ για κάθε όχημα τυγχάνει απορριπτέο ως αβάσιμο, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι η χρήση τους ήταν αναγκαία την 10.5.2017, ούτε όμως η ενάγουσα δικαιούται το αιτούμενο ποσό των 50 ευρώ για καθένα από τα δύο οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του προσωπικού της, διότι δεν αποδείχθηκε ότι τα οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν, ανήκαν στον εξοπλισμό της, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού αιτούμενου ποσού, καθώς και του πέμπτου σκέλους του πέμπτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας, για τους ίδιους λόγους που αναπτύχθηκαν στην παρούσα, για την απόρριψη των ίδιων κονδυλίων κατά την αμέσως προηγούμενη ημερομηνία της 9.5.2017.

Στη συνέχεια, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα στις 11.5.2017, δηλαδή για επιθεώρηση της ευρύτερης περιοχής του τόπου προσάραξης του σκάφους, για έλεγχο και συντήρηση του πλωτού φράγματος στις 07.00, 12.00, 17.00 και 20.30, καθώς και για αντικατάσταση απορροφητικών υλικών στις 20.15, δικαιούται: i) Για τη χρήση της λέμβου εργασίας, που ανήκει στον εξοπλισμό της, το ποσό των (250 ευρώ ανά ώρα x4 ώρες=) 1.000 ευρώ, καθώς ορθά κρίθηκε πρωτοδίκως ότι η λέμβος χρησιμοποιήθηκε επί 4 ώρες την παραπάνω ημέρα, απορριπτομένου του πρώτου σκέλους του έκτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας, με το οποίο παραπονείται η τελευταία για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από την εκκαλούμενη που δεν δέχθηκε τον ισχυρισμό της για εξάωρη χρήση της λέμβου. ii) Για το προσωπικό που απασχολήθηκε, ήτοι τον Επιχειρησιακό Διευθυντή, ….., με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 550 ευρώ ανά ημέρα, τον Επικεφαλής τεχνικό, …….., που πράγματι απασχολήθηκε υπό την παραπάνω ειδικότητα κατά το βάσιμο τρίτο σκέλος του έκτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας που παραπονείται ότι εσφαλμένα απορρίφθηκε το σχετικό κονδύλιο από την εκκαλούμενη, με αμοιβή υπολογιζόμενη στο ποσό των 400 ευρώ και τους τεχνικούς ………. και ……., οι οποίοι κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου, απασχολήθηκαν για 3 ώρες προς 35 ευρώ την ώρα, το συνολικό ποσό των [550 ευρώ + 400 ευρώ + (3 τεχνικοί x 3 ώρες απασχόλησης x 35 ευρώ ανά ώρα απασχόλησης=) 315 ευρώ=] 1.265 ευρώ, απορριπτομένου ως αναπόδεικτου του επιπλέον αιτούμενου ποσού για την απασχόληση του προσωπικού της ενάγουσας. Ειδικότερα, το επιμέρους αιτούμενο ποσό των 350 ευρώ που αφορά στην ημερήσια αμοιβή του . ………….. τυγχάνει απορριπτέο σύμφωνα με όσα παραπάνω αναφέρθηκαν καθώς δεν αποδείχθηκε ότι απασχολήθηκε ως υπεύθυνος διοικητικών και ειδικότερα με τα καθήκοντα που αναφέρει στο τέταρτο σκέλος του έκτου λόγου έφεσης της η εκκαλούσα-ενάγουσα, ήτοι να φροντίζει για την προμήθεια και τις τροφοδοσίες του προσωπικού, για την προμήθεια των καυσίμων της λέμβου εργασίας, των οχημάτων μεταφοράς προσωπικού και των φορτηγών μεταφοράς και εναποθήκευσης εξοπλισμού, τη διεκπεραίωση της αλληλογραφίας με το Λιμεναρχείο Θήρας, τις τοπικές Αρχές και τα λοιπά εμπλεκόμενα μέρη και την ενημέρωση επί των ανωτέρω του Επιχειρησιακού Διευθυντή και του Επικεφαλής Τεχνικού. Αποδείχθηκε ότι ο ανωτέρω εκτελούσε μόνο καθήκοντα τεχνικού ασφαλείας, για την παροχή των οποίων όμως δεν αποδεικνύεται, ούτε η ενάγουσα προσδιορίζει ποια ήταν η ειθισμένη αμοιβή. Επομένως, ορθά απέρριψε το σχετικό κονδύλιο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έστω με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, την οποία αντικαθιστά το παρόν Δικαστήριο κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα με τον παραπάνω λόγο έφεσης τυγχάνουν ουσία αβάσιμα. Επίσης αβάσιμος τυγχάνει και ο αγωγικός ισχυρισμός ότι κατά τον παραπάνω χρόνο η ενάγουσα απασχόλησε έναντι αποδοχών, ως τέταρτο τεχνικό, τον ………., διότι παρά τα όσα σχετικά καταθέτει ο μάρτυρας της ενάγουσας ……., ο παραπάνω δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα προσωπικού της ενάγουσας, όπως αναπόδεικτα τυγχάνουν και τα αναφερόμενα στην αγωγή ότι οι πιο πάνω τεχνικοί της ενάγουσας απασχολήθηκαν περισσότερες ώρες στο ένδικο έργο στις 11.5.2017, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το δεύτερο σκέλος του έκτου λόγου έφεσης τυγχάνουν απορριπτέα στην ουσία τους. iii) Για πλωτό φράγμα, τύπου scorpion 500C, το ποσό των 275 ευρώ, για δύο σετ αγκύρωσης, το ποσό των 36 ευρώ, για δύο απορροφητικά φράγματα μεγάλου μεγέθους προς 44 ευρώ το τεμάχιο, το ποσό των (44x 2=) 88 ευρώ, για καύσιμα κίνησης το αιτούμενο ποσό των 90 ευρώ (βλ. το προσαχθέν υπ’ αριθ. ////10-05-2017 δελτίο αποστολής- τιμολόγιο πώλησης καυσίμων, συνολικού ποσού 365 ευρώ), ήτοι συνολικά το ποσό των (275 + 36 + 88 +90=) 489 ευρώ. Συνεπώς, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα την 11.5.2017 στο πλαίσιο του ανατεθέντος σ’ αυτήν έργου δικαιούται το συνολικό ποσό των (1.000 + 1.265 + 489=) 2.754 ευρώ, γενομένου εν μέρει δεκτού του ένατου σκέλους του έκτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας. Αντίθετα, η ενάγουσα δεν δικαιούται αμοιβή για τα επιμέρους αιτούμενα ποσά των 250 ευρώ για χρήση αντλίας, των 500 ευρώ για χρήση αντλίας υψηλής απόδοσης, των 50 ευρώ για χρήση σωληνώσεων νερού, καθώς και των 55 ευρώ για σωληνώσεις πετρελαίου, σύμφωνα με όσα αναλυτικά εκτέθηκαν παραπάνω για την προηγούμενη μέρα, καθώς δεν αποδείχθηκε χρήση τους σε σχέση με το ανατεθέν στην ενάγουσα έργο της πρόληψης θαλάσσιας ρύπανσης, ενώ τα όσα αντίθετα υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το πέμπτο σκέλος του έκτου λόγου έφεσής της τυγχάνουν απορριπτέα ως ουσία αβάσιμα. Ούτε η τελευταία δικαιούται το ποσό των 120 ευρώ για τη χρήση γερανοφόρου οχήματος, διότι αφενός δεν προέκυψε ότι το γερανοφόρο όχημα που χρησιμοποιήθηκε, ανήκε στον εξοπλισμό της ενάγουσας, αφετέρου η χρήση αυτού δεν κρίνεται ότι συνδέεται με το ανατεθέν στην ενάγουσα έργο της πρόληψης ρύπανσης, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει αυτή με το έκτο σκέλος του έκτου λόγου έφεσης κατά της σχετικής παραδοχής της εκκαλούμενης τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους κι ως εκ τούτου απορριπτέα. Ομοίως, το συνολικά αιτούμενο ποσό των 300 ευρώ για τη χρήση των δύο φορτηγών οχημάτων της ενάγουσας προς 150 ευρώ για κάθε όχημα τυγχάνει απορριπτέο ως αβάσιμο, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι η χρήση τους ήταν αναγκαία την 11.5.2017, ούτε όμως η ενάγουσα δικαιούται το αιτούμενο ποσό των 50 ευρώ για καθένα από τα δύο οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του προσωπικού της, καθώς δεν αποδείχθηκαν ότι τα οχήματα αυτά ανήκαν στον εξοπλισμό της, ούτε τα είχε μισθώσει, όπως αναλυτικά εκτέθηκε και για τις προηγούμενες μέρες, τα όσα δε αντίθετα προβάλλονται από την εκκαλούσα-εναγόμενη με το έβδομο και όγδοο σκέλος του έκτου λόγου έφεσης τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους.

Αναφορικά με τις υπηρεσίες που παρείχε η εκκαλούσα-ενάγουσα στις 12.5.2017, δηλαδή για επιθεώρηση της ευρύτερης περιοχής του τόπου προσάραξης του σκάφους, για έλεγχο και συντήρηση του πλωτού φράγματος στις 7.00, 11.00, 15.00 και 19.30, για φόρτωση και μεταφορά επιπλέον πλωτού φράγματος λόγω αναμενόμενης επιδείνωσης των καιρικών συνθηκών, καθώς και για αντικατάσταση απορροφητικών υλικών στις 19.30, για κατάρτιση και υποβολή νέου σχεδίου απάντλησης καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών, αυτή δικαιούται: i) Για τη χρήση της λέμβου εργασίας που ανήκει στον εξοπλισμό της ενάγουσας, το ποσό των (250 ευρώ ανά ώρα x 4 ώρες=) 1.000 ευρώ. ii) Για το προσωπικό που απασχολήθηκε, ήτοι τον Επιχειρησιακό Διευθυντή, ………., με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 550 ευρώ την ημέρα, τον Επικεφαλής τεχνικό, ……., ως προς τον οποίο αποδεικνύεται ότι πράγματι παρείχε τις σχετικές υπηρεσίες στο ένδικο έργο κι εσφαλμένα απορρίφθηκε από την εκκαλουμένη το κονδύλιο που αφορά στην αμοιβή του κατά το βάσιμο δεύτερο σκέλος του έβδομου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας, με αμοιβή υπολογιζόμενη στο ποσό των 400 ευρώ την ημέρα, τους τεχνικούς …………., οι οποίοι, κατά την κρίση και αυτού του Δικαστηρίου, απασχολήθηκαν για 4 ώρες, ενόψει της φύσης και του είδους των εκτελεσθεισών εργασιών, προς 35 ευρώ ανά ώρα και συνολικά το ποσό των [550 ευρώ + 400 ευρώ + (3 τεχνικοί x 4 ώρες απασχόλησης x 35 ευρώ ανά ώρα απασχόλησης=) 420 ευρώ=] 1.370 ευρώ, απορριπτομένου ως αναπόδεικτου του επιπλέον αιτούμενου ποσού για την απασχόληση του προσωπικού της ενάγουσας. Ειδικότερα, το επιμέρους αιτούμενο ποσό των 350 ευρώ, που αφορά στην ημερήσια αμοιβή του . ………….. είναι απορριπτέο, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι αυτός απασχολήθηκε στο έργο ως υπεύθυνος διοικητικών, όπως ορθά δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, απορριπτόμενου του τρίτου σκέλους του έβδομου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας, με το οποίο αυτή υποστηρίζει τα αντίθετα. Περαιτέρω, απορριπτέος ως αβάσιμος τυγχάνει και ο ισχυρισμός ότι απασχολήθηκε ως τέταρτος τεχνικός αντί αποδοχών, ο ………., καθώς παρά τα όσα σχετικά καταθέτει ο μάρτυρας της ενάγουσας ………, ο παραπάνω δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα προσωπικού της ενάγουσας. Το υποστηριζόμενο με το πρώτο σκέλος του έβδομου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας ότι η εκκαλούμενη απόφαση όφειλε να αποδεχθεί τη ρητή αναφορά στο προσαχθέν από εκείνη Έντυπο Ημερήσιας Αναφοράς και Περιγραφής των Εργασιών της και να είχε δεχθεί ότι απασχολήθηκαν τέσσερις τεχνικοί της την παραπάνω ημέρα επί 37 συνολικά ώρες δεν ευσταθεί, καθώς το σχετικό έντυπο συντάσσεται από την ίδια την εργολάβο ενάγουσα εταιρία και περιέχει τις προβαλλόμενες από αυτή αξιώσεις για την αμοιβή της καθημερινά από το έργο, χωρίς, όμως, τούτο να σημαίνει ότι το παραπάνω έντυπο έχει γίνει αποδεκτό από την εργοδότρια εταιρία. Ορθά, δε, διέλαβε η εκκαλούμενη απόφαση ότι ενόψει της φύσης και του μεγέθους των εκτελεσθεισών από την ενάγουσα εργασιών, την παραπάνω ημέρα, δεν δικαιολογείται ο ισχυρισμός της τελευταίας ότι οι πιο πάνω τρεις τεχνικοί της, για τους οποίους γίνεται δεκτό ότι εργάσθηκαν, απασχολήθηκαν πέραν των τεσσάρων ωρών ο καθένας. iii) Για πλωτό φράγμα, τύπου scorpion 500C, το ποσό των 275 ευρώ, για δύο σετ αγκύρωσης, το ποσό των 36 ευρώ, για δύο απορροφητικά φράγματα μεγάλου μεγέθους προς 44 ευρώ ανά τεμάχιο, το ποσό των (44 x 2=) 88 ευρώ, για καύσιμα κίνησης το ποσό των 30 ευρώ (βλ. το προσαχθέν υπ’ αριθ. …../10-05-2017 δελτίο αποστολής- τιμολόγιο πώλησης καυσίμων, συνολικού ποσού 365 ευρώ), ήτοι συνολικά το ποσό των (275 + 36 + 88 + 30=) 429 ευρώ. iv)Για τη χρήση ενός φορτηγού οχήματος για τη μεταφορά του επιπλέον πλωτού φράγματος, λόγω επικείμενης επιδείνωσης των καιρικών συνθηκών, το ποσό των 150 ευρώ, απορριπτομένου ως αβάσιμου του αγωγικού κονδυλίου που αντιστοιχεί στη χρήση και δεύτερου φορτηγού οχήματος, καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι τούτο ήταν αναγκαίο και απορριπτομένου ως αναπόδεικτου του τέταρτου σκέλους του έβδομου λόγου έφεσης ότι χρησιμοποιήθηκε και δεύτερο φορτηγό ως χώρος εναποθήκευσης του εξοπλισμού της εκκαλούσας-ενάγουσας, ελλείψει αποθηκευτικών χώρων και σχετικών υποδομών αποθήκευσης στο αλιευτικό καταφύγιο Βλυχάδας. Συνακόλουθα, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα την 12.5.2017 στο πλαίσιο του ανατεθέντος σ’ αυτήν έργου, δικαιούται το συνολικό ποσό των (1.000 + 1.370 + 429 + 150=) 2.949 ευρώ, γενομένου εν μέρει δεκτού του έβδομου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας.Σημειώνεται ότι η ενάγουσα δεν δικαιούται αμοιβή για το επιμέρους αιτούμενο ποσό των 120 ευρώ για τη χρήση γερανοφόρου οχήματος, γιατί αφενός δεν προέκυψε ότι το γερανοφόρο όχημα που χρησιμοποιήθηκε, ανήκε στον εξοπλισμό της ενάγουσας, αφετέρου η χρήση αυτού δεν κρίνεται ότι συνδέεται με το έργο της πρόληψης ρύπανσης που είχε ανατεθεί στην ενάγουσα. Τα όσα δε υποστηρίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα με το πέμπτο σκέλος του έβδομου λόγου της έφεσής της ότι έγινε χρήση του οχήματος αυτού την ημέρα εκείνη (12.5.2017), κατόπιν επικοινωνίας και συμφωνίας του Επιχειρησιακού Διευθυντή της με το δεύτερο εναγόμενο, νόμιμο εκπρόσωπο της πρώτης εναγόμενης, ο οποίος είχε το «τελικό πρόσταγμα» και ο οποίος μαζί με τους δύο δύτες από το καταδυτικό συνεργείο του κ. ……….., επέβαλε τη χρήση του δημοσίας χρήσης γερανοφόρου οχήματος με αριθμό κυκλοφορίας …………, το οποίο μετέφερε αντλίες και εξοπλισμό από τον αντιρρυπαντικό σταθμό της τυγχάνουν αόριστα, καθώς η ενάγουσα δεν προσδιορίζει για ποια εργασία προοριζόταν ο παραπάνω εξοπλισμός και σε ποια εντέλει χρησιμοποιήθηκε, για να μπορεί και το Δικαστήριο αυτό να κρίνει αν η μεταφορά εξοπλισμού εξυπηρετούσε το έργο που είχε αναλάβει η ενάγουσα, ώστε να δικαιολογείται η αιτούμενη αμοιβή για το γερανοφόρο όχημα. Ούτε, άλλωστε, δικαιούται η ενάγουσα το αιτούμενο ποσό των 50 ευρώ για καθένα από τα οχήματα που χρησιμοποίησε το προσωπικό της για να μετακινηθεί, γιατί δεν αποδείχθηκε ότι τα οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν, ανήκαν στον εξοπλισμό της, ούτε ότι αυτή τα είχε μισθώσει από τους ιδιοκτήτες τους, ενώ τα αντίθετα υποστηριζόμενα με το έκτο σκέλος του έβδομου λόγου έφεσης τυγχάνουν απορριπτέα στην ουσία τους.

Παρακάτω, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα στις 13.5.2017, δηλαδή για επιθεώρηση της ευρύτερης περιοχής του τόπου προσάραξης του σκάφους, για έλεγχο και συντήρηση του πλωτού φράγματος στις 07.00, 16.00 και 19.30, για τοποθέτηση επιπλέον απορροφητικών υλικών, για εργασίες απάντλησης των καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών μειγμάτων με νερό, ποσότητας 1.520 λίτρων, τεσσάρων λίτρων λιπαντικών και πέντε συσσωρευτών, για συσκευασία των αποβλήτων σε προβλεπόμενες κατά UN συσκευασίες και φόρτωσή τους προς νόμιμη διάθεση, δικαιούται: i) Για τη χρήση της λέμβου εργασίας που ανήκει στον εξοπλισμό της ενάγουσας, το ποσό των (250 ευρώ ανά ώραx 10 ώρες=) 2.500 ευρώ, όπως ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μη αποδεικνυόμενης της επικαλούμενης από την εκκαλούσα-ενάγουσα δωδεκάωρης χρήσης της λέμβου και γι’ αυτό απορριπτομένου ως ουσία αβάσιμου του πρώτου σκέλους του όγδοου λόγου έφεσης, με το οποίο υποστηρίζεται ότι έσφαλε η εκκαλούμενη στην παραπάνω κρίση της, ii) Για το προσωπικό που απασχολήθηκε, ήτοι τον Επιχειρησιακό Διευθυντή, ………, με αμοιβή υπολογιζόμενη σε 550 ευρώ την ημέρα, τον Επικεφαλής Τεχνικό, ………, κατά το βάσιμο τρίτο σκέλος του όγδοου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας με το οποίο αυτή βάσιμα παραπονείται για την απόρριψη του σχετικού κονδυλίου από την εκκαλούμενη, με αμοιβή υπολογιζόμενη στο ποσό των 400 ευρώ την ημέρα, τους τεχνικούς …………, οι οποίοι, κατά την κρίση και του παρόντος Δικαστηρίου, απασχολήθηκαν επί 7 ώρες προς 35 ευρώ ανά ώρα, το συνολικό ποσό των [ 550 ευρώ + 400 ευρώ + (3 τεχνικοί x 7 ώρες απασχόλησης x 35 ευρώ ανά ώρα απασχόλησης=) 735=] 1.685 ευρώ, απορριπτόμενου ως αναπόδεικτου του επιπλέον αιτούμενου ποσού για την απασχόληση του προσωπικού της ενάγουσας. Ομοίως δεν αποδείχθηκε η απασχόληση του………….. ως υπεύθυνου διοικητικών, ώστε να δικαιούται η ενάγουσα την ημερήσια αμοιβή ποσού 350 ευρώ για τέτοιου είδους παροχή υπηρεσιών κατά την παραπάνω ημερομηνία. Ουσιαστικά αβάσιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός ότι στις 13.5.2017, απασχολήθηκε αντί αποδοχών ως τέταρτος τεχνικός ο …….., καθώς δεν αποδείχθηκε κάτι τέτοιο. Ούτε, εξάλλου, βάσιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός ότι οι ως άνω τρεις τεχνικοί που πράγματι απασχολήθηκαν στο παραπάνω έργο, την παραπάνω ημερομηνία, εργάσθηκαν πέραν των επτά ωρών, ενόψει της φύσης και του μεγέθους των εκτελεσθεισών εργασιών, όπως ορθά κρίθηκε πρωτοδίκως. Επομένως, τα όσα αντίθετα προβάλλει η εκκαλούσα-ενάγουσα στο δεύτερο σκέλος του όγδοου λόγου έφεσης αβάσιμα τυγχάνουν στην ουσία τους.iii) Για πλωτό φράγμα, τύπου scorpion 500C, το ποσό των 275 ευρώ, για δύο σετ αγκύρωσης, το ποσό των 36 ευρώ, για δύο απορροφητικά φράγματα μεγάλου μεγέθους προς 44 ευρώ το τεμάχιο, το ποσό των (44x 2=) 88 ευρώ, για απορροφητικό ρολό, το ποσό των 125 ευρώ, για 2 φορητές δεξαμενές 1 κυβικού, το ποσό των (2 x 170 ευρώ=) 340 ευρώ, για καύσιμα κίνησης το αιτούμενο ποσό των 90 ευρώ (βλ. το προσαχθέν υπ’ αριθ. …./10-05-2017 δελτίο αποστολής- τιμολόγιο πώλησης καυσίμων συνολικού ποσού 365 ευρώ), για χρήση μίας αντλίας υψηλής απόδοσης επί 6 ώρες προς 100 ευρώ την ώρα, το ποσό των (6 ώρεςx 100 ευρώ ανά ώρα=) 600 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των (275 + 36 + 88 + 125 + 340 + 90 + 600=) 1.554 ευρώ. Αντίθετα η ενάγουσα δεν δικαιούται το επιμέρους αιτούμενο ποσό των 100 ευρώ για τη μεταφορά του προσωπικού της με δύο οχήματα, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι τα οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν, ανήκαν στον εξοπλισμό της, ούτε ότι είχαν μισθωθεί από αυτή, παρά τα όσα αντίθετα υποστηρίζει με το έκτο σκέλος του όγδοου λόγου της έφεσής της η εκκαλούσα-ενάγουσα ότι της τα είχαν διαθέσει οι ιδιοκτήτες τους για τις καθημερινές μετακινήσεις του προσωπικού της αντί του ποσού των 50 ευρώ που τυγχάνουν απορριπτέα στην ουσία τους και όπως ορθά δέχθηκε πρωτοδίκως η εκκαλούμενη απόφαση. iv) Για τη χρήση ενός φορτηγού οχήματος για τη μεταφορά του εξοπλισμού της, το ποσό των 150 ευρώ, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του αγωγικού κονδυλίου που αντιστοιχεί στη χρήση και δεύτερου φορτηγού οχήματος, καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι τούτο ήταν αναγκαίο, απορριπτομένου ομοίως του έβδομου σκέλους του όγδοου λόγου έφεσης, με το οποίο επαναφέρεται το σχετικό αίτημα. Συνεπώς, για τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα στις 13.5.2017, στο πλαίσιο του ανατεθέντος σ’ αυτήν έργου, δικαιούται το συνολικό ποσό των (2.500 + 1.685 + 1.554 + 150=) 5.889 ευρώ. Με τις ενέργειες και τα μέτρα που ελήφθησαν στις 13.5.2017, ολοκληρώθηκε το έργο πρόληψης της ρύπανσης και καταπολέμησης τυχόν ρύπανσης του θαλάσσιου περιβάλλοντος από την προσάραξη του ένδικου σκάφους, θεωρείται δε, σύμφωνα με τη φύση του αναληφθέντος έργου, κατά την καλή πίστη κατ’ άρθρο 288 ΑΚ, ότι με την ολοκλήρωσή του παραδόθηκε, χωρίς να χρειάζεται κάποιος πανηγυρικός τύπος για την παράδοση αυτή από την εργολάβο εταιρία στην εργοδότρια.

Παρακάτω, με τον έκτο λόγο έφεσης της εκκαλούσας- πρώτης εναγόμενης, αυτή παραπονείται γιατί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της περί μη εκτέλεσης, άλλως πλημμελούς εκτέλεσης του έργου και μη εκπληρώσεως της σύμβασης. Ειδικότερα, η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη αναφέρει ότι πρωτοδίκως ισχυρίσθηκε ότι: Α) Στην ανάθεση του έργου προς την ενάγουσα, εκείνη δεν προχώρησε ιδία βουλήσει αλλά λόγω πίεσης και εξαναγκασμού από τις τοπικές αρχές (πρώτον, υπήρχε ήδη σχέδιο ανάληψης ενεργειών αντιρρύπανσης και σύμβαση μεταξύ αυτών και της ενάγουσας, που εν τοις πράγμασι «μετακυλήθηκε» προς την πρώτη εναγόμενη και δεύτερον προτού η τελευταία της αναθέσει το έργο, η ενάγουσα είχε ήδη ενταλθεί από τον Πρόεδρο του Δ.Λ.Τ. Θήρας στις 19.40 της 8.5.2017 να ξεκινήσει τις ενέργειες, όπως ο ίδιος ο Γεν. Διευθυντής της ενάγουσας έχει καταθέσει στο Λιμεναρχείο). Β) Η ενάγουσα ουδεμία ουσιαστική συνεισφορά είχε στην πρόληψη ρύπανσης, αφού όλα είχαν γίνει από το νόμιμο εκπρόσωπο της πρώτης εναγόμενης .. ………….. και τον δύτη με τον οποίο αυτός συνεργάστηκε, τον ………… Γ) Η ενάγουσα δεν ενήργησε τίποτα ουσιαστικό για την αντιμετώπιση ρύπανσης, αφού σε κανένα χρονικό και γεωγραφικό σημείο των όλων γεγονότων δεν διέφυγε στη θάλασσα ούτε μία σταγόνα από ρυπογόνες ουσίες, ούτε διατυπώθηκε σχετικά κατηγορία για κάτι τέτοιο. Δ) Η συνεισφορά της ενάγουσας στα υπόλοιπα ζητήματα (ρυμούλκηση, απάντληση, ανέλκυση) υπήρξε μηδαμινή: η ρυμούλκηση έγινε από άλλους [σκάφη Θ., Κ. και Ρ. (ότι μόνο εδώ συνέδραμε), οι αντλίες που έδωσε στην πρώτη εναγόμενη ήταν ανεπαρκείς/ μη λειτουργικές, η ανέλκυση έγινε από άλλους (γερανό «Χ»), η επίβλεψη και ο συντονισμός έγινε από άλλους (……….- …..- ….). Ε) Η ενάγουσα διενήργησε μια «επιχείρηση» υπερβολική, μόνο για το φαίνεσθαι, έβαλε τα πλωτά και τίποτα άλλο ουσιαστικό, λέει στην αγωγή της ότι «προετοιμαζόταν» κάθε ημέρα για ενέργειες που όμως είτε δεν έκανε, είτε δεν είχαν κανένα απολύτως νόημα, δεν ήταν οι απαραίτητες για τις οποίες της ανέθεσε η πρώτη εναγόμενη το έργο, είναι εξόχως διογκωμένες και τραβηγμένες στην παρουσίασή τους, ακόμα και βλαπτικές για την πρώτη εναγόμενη. Ότι όλα τα ανωτέρω, ιδωμένα υπό το πρίσμα των διατάξεων του ΑΚ περί συμβάσεως έργου, συνεπάγονται τα ακόλουθα: α) Υπάρχει μεν ανάθεση. Αυτή όμως η ανάθεση συνίστατο στο να προβεί η ενάγουσα εταιρία «σε κάθε απαραίτητη ενέργεια για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν θαλάσσιας ρύπανσης». Ότι τούτο δεν εκτέλεσε η ενάγουσα, οπότε υφίσταται περίπτωση πλημμελούς εκτέλεσης του έργου. β) Το έργο, για να θεωρηθεί εκτελεσθέν από την ενάγουσα και παρασχεθέν προς την πρώτη εναγόμενη, θα έπρεπε να εγκριθεί και να παραληφθεί από αυτή. Ότι παραλαβή ουδέποτε έλαβε χώρα, όπως προκύπτει απ’ όλο το ιστορικό και τα αποδεικτικά μέσα που επικαλείται και προσκομίζει η πρώτη εναγόμενη. γ) Όσον αφορά στην έγκριση. Ότι ακόμα και αν θεωρηθεί ότι κατά την έναρξη εκτέλεσης του έργου από την ενάγουσα, είχε εγκριθεί από την πρώτη εναγόμενη, η συνέχισή του και εντέλει η εκτέλεσή του, όχι απλά δεν εγκρίθηκε από αυτή, αλλά υπήρξε ξεκάθαρη μη αποδοχή των ενεργειών που εκτελούσε (ή παρουσιάζει ότι εκτελούσε) η ενάγουσα. Κατά συνέπεια, ότι δυνάμει των άρθρων 688, 689, 690 ΑΚ, καθώς και 374 ΑΚ, η ενάγουσα δεν δικαιούται να εισπράξει αμοιβή για την οιαδήποτε ενέργειά της. Ότι άλλως και επικουρικώς, η ενάγουσα θα δικαιούτο αμοιβής (για το μη προσήκως παραχθέν, μη παρασχεθέν προς την πρώτη εναγόμενη, μη εγκριθέν και παραληφθέν από αυτή έργο), η οποία δεν θα πρέπει να ξεπερνά το κόστος του πλωτού φράγματος που τοποθέτησε (των υλικών από τα οποία αυτό απαρτίζεται και των εργατοωρών που απαιτήθηκαν για την τοποθέτησή του), το μέγιστο χρονικά μέχρι την ημέρα αφαίρεσης του πετρελαίου από το σκάφος (13.5.2017), που κι αυτή όμως η απαίτηση έχει εξοφληθεί δια συμψηφισμού. Επί του λόγου αυτού εφέσεως της εκκαλούσας- πρώτης εναγόμενης λεκτέα τυγχάνουν τα εξής: Στη διάταξη του άρθρ. 681 ΑΚ ορίζεται ότι με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Από την παραπάνω διάταξη συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι η αμοιβή του εργολάβου αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της μίσθωσης έργου, η οποία συνιστά το αντάλλαγμα για την εκτέλεση αυτού. Η υποχρέωση αμοιβής προκύπτει είτε σαφώς από τη σύμβαση είτε λογίζεται σιωπηρά συμφωνημένη, κατ` άρθρο 682 παρ 1 ΑΚ. Στην αμοιβή περικλείεται το εργολαβικό κέρδος, οι δαπάνες κατασκευής του έργου, η αξία της απαιτούμενης προς τούτο εργασίας κλπ. Μπορεί να είναι εκ των προτέρων ορισμένη ή να καταλείπεται ακαθόριστη ως προς το ύψος της και ως προς τον τρόπο υπολογισμού της. Στην τελευταία περίπτωση και μόνον, ο καθορισμός της αμοιβής θα γίνει είτε κατά τα άρθρα 371-373 ΑΚ είτε με αντικειμενικά δεδομένα, όπως με τις ισχύουσες διατιμήσεις ή με την ειθισμένη αμοιβή, αυτή δηλαδή που συνηθίζεται να καταβάλλεται από άλλους εργοδότες για όμοιες εργασίες σε εργολάβους της ίδιας κατηγορίας, με τις ίδιες συνθήκες τόπου και χρόνου. Εάν δεν υπάρχει διατίμηση ή ειθισμένη αμοιβή, τότε εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρ 379 ΑΚ, δηλαδή ο προσδιορισμός της αμοιβής γίνεται από τον εργολάβο με δίκαιη κρίση και σε διαφορετική περίπτωση από το αρμόδιο δικαστήριο. Ως κρίσιμο χρονικό σημείο, από το οποίο κρίνεται κάθε φορά το ειθισμένο της εργολαβικής αμοιβής θεωρείται κατ` αρχήν ο χρόνος κατάρτισης της σύμβασης και όχι ο χρόνος εκπλήρωσης της παροχής από τον εργολάβο. Η αμοιβή είναι συνήθως χρηματική, δεν αποκλείεται όμως να συνίσταται σε είδος ή σε χρήματα και σε είδος (ΑΠ 1367/03 ΕλλΔνη 45.1056, ΑΠ 1693/02 ΧρΙΔ 3.121, ΑΠ 940/02 ΕλλΔνη 44.1359, Γεωργιάδης-Σταθόπουλος ΑΚ, άρθρ 681 αριθ 6-17 και 55-57, όπου παραπέμπει η ΕφΠειρ 953/2005, ΕΝαυτΔ 2006, σελ. 193).Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 688-690 του ΑΚ που καθορίζουν λεπτομερώς την, μετά την αποπεράτωση του έργου και την παράδοσή του στον εργοδότη, ευθύνη του εργολάβου, αναλόγως με την φύση των ελαττωμάτων και ελλείψεων, τα οποία φέρει το έργο που εκτελέσθηκε από αυτόν, προκύπτει ότι ο εργοδότης δικαιούται να απαιτήσει: α) σε περίπτωση επουσιωδών ελαττωμάτων είτε τη διόρθωση αυτών είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής, β) σε περίπτωση ουσιωδών ελαττωμάτων, τα οποία κάνουν το έργο άχρηστο ή έλλειψης των συμφωνημένων ιδιοτήτων, είτε τη διόρθωση, είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής είτε αντί αυτών να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και γ) σε περίπτωση κατά την οποία οι ελλείψεις του έργου, οι οποίες ανάγονται είτε σε ουσιώδη είτε σε επουσιώδη ελαττώματα, όσο και σε συμφωνημένες ιδιότητες, που οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, ο εργοδότης δικαιούται αντί υπαναχώρησης ή μείωσης της αμοιβής να απαιτήσει αποζημίωση για κάθε ζημία, η οποία προήλθε από το γεγονός ότι ο εργολάβος δεν ανταποκρίθηκε από υπαιτιότητά του, στις από τη σύμβαση υποχρεώσεις του να κατασκευάσει έργο που να φέρει τις συμφωνημένες ιδιότητες και χωρίς ελαττώματα (βλ. ΑΠ 203/2019 στην ΤΝΠ Νόμος). Διαγράφεται δηλαδή από τα άρθρα αυτά διαζευκτικά συρροή περισσοτέρων δικαιωμάτων υπέρ του εργοδότη, ο οποίος έχει έτσι το εκλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει οποιοδήποτε από τα παραπάνω παρεχόμενα σε αυτόν δικαιώματα, όταν δε κάνει την επιλογή του, ασκώντας ένα από αυτά, δεν μπορεί να παραιτηθεί από αυτό και να ασκήσει το άλλο. Αυτό δε, διότι σύμφωνα με τον κανόνα του άρθρου 306 ΑΚ, ο οποίος εφαρμόζεται και επί διαζευκτικής συρροής δικαιωμάτων, η ως άνω επιλογή, που μπορεί να γίνει με άτυπη, μονομερή και απευθυντέα δήλωση προς τον εργολάβο, είναι αμετάκλητη και αναλίσκεται με τη δήλωση του εργοδότη ότι ασκεί ένα από τα πιο πάνω δικαιώματα (ΑΠ 935/2019 στην ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, οι γενικές διατάξεις του ΑΚ, για την υπαίτια αδυναμία παροχής και την υπερημερία, οι οποίες εφαρμόζονται αναλογικώς και στις περιπτώσεις της πλημμελούς (ποιοτικά) εκπλήρωσης της παροχής, δεν έχουν εφαρμογή, εκτός αν το έργο που εκτελέσθηκε και παραδόθηκε ή προσφέρθηκε, εξαιτίας της ελλείψεως συμφωνημένων ιδιοτήτων ή λόγω πραγματικών ελαττωμάτων, είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συμφωνήθηκε να εκτελεστεί ή υφίσταται ειδική συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργολάβου που ρυθμίζει τις σχέσεις τους με επιτρεπτή απόκλιση από τις ενδοτικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 688-690 ΑΚ. Εντελώς δε διαφορετικό είναι το έργο όταν εμφανίζει διαφορετική μορφολογική ταυτότητα από εκείνη του συμφωνημένου και φέρει πολύ σημαντικές ελλείψεις, ποιοτικές ή ποσοτικές, σε βαθμό που να καθιστούν την παροχή του εργολάβου εντελώς διαφορετική από τη συμφωνημένη και άχρηστη για τον σκοπό που συνομολογήθηκε. Σ’ αυτή την περίπτωση, δεν υπάρχει ούτε μερική εκπλήρωση της εργολαβικής παροχής (αναγκαία προϋπόθεση για το ληξιπρόθεσμο και απαιτητό της συμφωνημένης αμοιβής) και παρέχεται στον εργοδότη η γενική προστασία των άρθρων 374 και 376 ΑΚ (βλ. ΑΠ 1283/2017 στην ΤΝΠ Νόμος). Τέλος, σχετικά με την ολοκλήρωση της προσήκουσας εκπλήρωσης του έργου με την παράδοση από τον εργολάβο και την αποδοχή του από τον εργοδότη σημειώνονται τα εξής: Η προσπόριση του έργου στον εργοδότη ολοκληρώνεται στην ουσία, σε ορισμένες περιπτώσεις, με μόνη την αποπεράτωση των εργασιών της εκτέλεσής του, χωρίς να χρειάζεται καμία άλλη ενέργεια του εργολάβου, εκτός ίσως από την υποχρέωση που τον βαρύνει ενίοτε, να αναγγέλλει στον εργοδότη τον τερματισμό των εργασιών. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, όταν το αποτέλεσμα που παρήχθη είναι σε θέση να εξυπηρετήσει αυτόματα και από μόνο του τις επιδιώξεις του εργοδότη αμέσως μετά το τέλος των σχετικών εργασιών, είτε γιατί το επιτρέπει αυτή η ίδια η φύση του, είτε γιατί ο εργοδότης δεν είχε αποξενωθεί, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του έργου, από την κατοχή του πράγματος στο οποίο αυτό αναφέρεται. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, με την αποπεράτωση της (προσήκουσας) εκτέλεσης, θεωρείται καταρχήν, σύμφωνα με τις κρατούσες συναλλακτικές συνήθειες, ότι επέρχεται αυτόματα και η απόσβεση της κύριας παροχής του εργολάβου, χωρίς να χρειάζεται προς τούτο οποιαδήποτε σύμπραξη του εργοδότη, είτε με τη μορφή της παραλαβής και της αποδοχής του έργου ως ανταποκρινόμενου σε γενικές γραμμές προς το οφειλόμενο (άρθρο 418 ΑΚ) είτε, πολύ περισσότερο, με τη μορφή της απόλυτης έγκρισής του. Εκτός αν έχει συμφωνηθεί ή αν προκύπτει από τη συναλλακτική συνήθεια η εξάρτηση της απόσβεσης, στη συγκεκριμένη περίπτωση, από μια τέτοια παραλαβή ή έγκριση (έτσι Ιω. Δεληγιάννης σε Δεληγιάννη-Κορνηλάκη, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο ΙΙ, Σύμβαση έργου, έκδοση 1992, σελ. 55, παρ. 175). Με τους παραπάνω ισχυρισμούς της, τους οποίους η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη επανέφερε με την έφεσή της προς κρίση, αμφισβήτησε τη συνεισφορά της ενάγουσας στο ανατεθέν σε αυτή έργο, επικαλούμενη αφενός ότι η πρόληψη της ρύπανσης επιτεύχθηκε χάρη στην επίβλεψη και τον συντονισμό τρίτων προσώπων και χάρη στις ενέργειες του δεύτερου εναγόμενου, αφετέρου ότι οι ενέργειες στις οποίες προέβη η ενάγουσα δεν ήταν αναγκαίες για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης, κατά τα ειδικότερα παραπάνω εκτεθέντα. Με βάση τα ως άνω ιστορούμενα, η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη επιχειρεί να θεμελιώσει ισχυρισμό στις διατάξεις των άρθρων 688 έως 690 ΑΚ. Εντούτοις, ο ισχυρισμός αυτός προβλήθηκε αλυσιτελώς, όπως ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καθώς η πρώτη εναγόμενη δεν ασκεί οποιοδήποτε από τα ειδικά δικαιώματα που προβλέπονται από τις παραπάνω διατάξεις, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη. Επίσης, ο ισχυρισμός, τον οποίο η εκκαλούσα-πρώτη εναγόμενη, με επίκληση των ίδιων πραγματικών περιστατικών, επιχειρεί να θεμελιώσει στο άρθρο 374 ΑΚ, τυγχάνει μη νόμιμος κι απορριπτέος, διότι οι γενικές διατάξεις του ΑΚ για την υπαίτια αδυναμία παροχής και την υπερημερία, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις της πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής, δεν έχουν, εν προκειμένω, εφαρμογή, όπου δεν γίνεται λόγος για παράδοση διαφορετικού έργου από το συμφωνηθέν. Συμπληρωματικά στις σκέψεις της εκκαλουμένης, σημειώνεται ότι το ανατεθέν στην ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη έργο της πρόληψης ρύπανσης και της τυχόν καταπολέμησης της ρύπανσης θαλάσσιου περιβάλλοντος από το προσαραγμένο πλοίο ολοκληρώνεται με την καταρχήν λήψη μέτρων ώστε να μη διαφύγουν καύσιμα, πετρελαιοειδή και άλλες ρυπογόνες ουσίες στη θάλασσα από το σκάφος και εντέλει με την απάντληση των ουσιών αυτών από το πλοίο, ώστε να αποτραπεί κάθε κίνδυνος ρύπανσης, οπότε, λόγω της φύσης του έργου, δεν γίνεται παράδοση- παραλαβή αυτού, αλλά η προσπόριση του έργου στον εργοδότη γίνεται με μόνη την αποπεράτωση των εργασιών της εκτέλεσής του, χωρίς να χρειάζεται καμία άλλη ενέργεια του εργολάβου, κατά τη μείζονα σκέψη. Ως εκ τούτου, μη νόμιμα υποστηρίζει η εκκαλούσα- πρώτη εναγόμενη ότι η εφεσίβλητη-ενάγουσα δεν δικαιούται αμοιβής λόγω μη έγκρισης και παραλαβής του έργου. Εξάλλου ο ισχυρισμός περί συμψηφισμού των απαιτήσεων της ενάγουσας με ανταπαίτηση της πρώτης εναγόμενης ορθά απορρίφθηκε από την εκκαλούμενη απόφαση ως αόριστος. Ειδικότερα, κατά τις παραδοχές της, η πρώτη εναγόμενη ισχυρίσθηκε ότι εξαιτίας των περιγραφόμενων με τις προτάσεις της παραλείψεων της ενάγουσας, το ένδικο σκάφος προσέκρουσε σε λιμενοβραχίονα και παρέμεινε προσαραγμένο έως την 23.5.2017, με αποτέλεσμα την οικονομική επιβάρυνση με έξοδα για την ανέλκυσή του και λοιπά έξοδα. Ότι με βάση το ιστορικό αυτό, επικαλούμενη η πρώτη εναγόμενη ότι διατηρεί ανταπαίτηση σε βάρος της ενάγουσας, που υπερβαίνει το ποσό των 130.000 ευρώ, ζήτησε την απόρριψη της αγωγής λόγω απόσβεσης της ένδικης απαίτησης. Όπως σωστά δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ο εν λόγω ισχυρισμός ως προς την πρώτη εναγόμενη τυγχάνει απορριπτέος ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας, προεχόντως γιατί δεν περιγράφεται η ανταπαίτησή της που προτείνεται σε συμψηφισμό, ούτε προσδιορίζεται το ύψος της.

Εντέλει και σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, η εκκαλούσα-ενάγουσα δικαιούται για αμοιβή και δαπάνες της για το εκτελεσθέν εκ μέρους της έργο της πρόληψης θαλάσσιας ρύπανσης το ποσό των 24.064 ευρώ, απορριπτομένων των ένατου έως και εικοστού λόγων έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας, με τους οποίους αυτή ζητούσε να της επιδικασθούν οι αιτούμενες με την αγωγή της αμοιβές και για το διάστημα από 14 έως και 23.5.2017, γενομένων εν μέρει δεκτών του τέταρτου και του έκτου λόγων έφεσης της εκκαλούσας-πρώτης εναγόμενης, με την οποία αυτή, μεταξύ άλλων, παραπονείτο γιατί επιδικάσθηκε εργολαβική αμοιβή για το πέραν της 13.5.2017 χρονικό διάστημα και απορριπτομένου του τρίτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-πρώτης εναγόμενης με τον οποίο αυτή υποστηρίζει, όπως και πρωτοδίκως, ότι δεν εκτελέστηκε το έργο. Το ως άνω ποσό κρίνεται δίκαιο, εύλογο και ειθισμένο για αντίστοιχο έργο στον αντίστοιχο τόπο και χρόνο, ενώ οι τιμές, βάσει των οποίων υπολογίσθηκαν η αμοιβή και οι δαπάνες της ενάγουσας, είναι σύμφωνες με τον τιμοκατάλογό της που επισυνάπτεται στην από 1.6.2016 προσφορά της για την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών προστασίας θαλάσσιου περιβάλλοντος προς το Λιμενικό Ταμείο Θήρας, απορριπτομένων ως αβάσιμων των ισχυρισμών της πρώτης εναγόμενης ότι οι τιμές είναι υπερβολικές, καθώς και του σχετικού πέμπτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας- πρώτης εναγόμενης, με τον οποίο αυτή υποστηρίζει ότι το υπέρμετρο της ανωτέρω αμοιβής προκύπτει από τη σύγκριση της αμοιβής που η ίδια κατέβαλε στην εταιρία “………” των αδελφών …… για τις γενόμενες εργασίες αποκόλλησης και ανάπλευσης του ίδιου ναυαγίου του ένδικου πλοίου, ποσού 15.000 ευρώ, που όμως κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου πρόκειται για διαφορετικά, άλλης φύσεως, έργα που εκτελέσθηκαν στα πλαίσια του ίδιου ναυαγίου, οπότε δεν μπορεί να υπάρξει σύγκριση μεταξύ τους ως προς την οφειλόμενη γι’ αυτά αμοιβή. Ομοίως απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, κατά τα αναλυτικώς πιο πάνω εκτεθέντα ως προς την οφειλόμενη ανά ημέρα ειθισμένη αμοιβή, τυγχάνει ο τέταρτος λόγος έφεσης της εκκαλούσας- πρώτης εναγόμενης, με τον οποίο αυτή υποστηρίζει ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν εκτίμησε ορθά την προαναφερόμενη τεχνική έκθεση του ναυτικού επιθεωρητή της εταιρίας «………..», ………., ο οποίος καταλήγει ότι με βάση τις ειθισμένες τιμές της αγοράς για αντίστοιχες εργασίες, η αμοιβή της ενάγουσας δεν θα μπορούσε να υπερβεί τις 3.061 ευρώ, κρίση που ωστόσο δεν ενισχύεται π.χ. από τον τιμοκατάλογο άλλων εταιριών που έχουν αντίστοιχο αντικείμενο με την ενάγουσα. Περαιτέρω, η εκκαλούσα-ενάγουσα ισχυρίσθηκε ότι κατά την παροχή των υπηρεσιών της καταστράφηκε εξοπλισμός της συνολικής αξίας (950 + 450 + 200 =) 1.600 ευρώ, αποτελούμενος από μία φορητή βενζινοκίνητη φυγοκεντρική αντλία απάντλησης υδάτων, 10 μέτρα σωλήνων καυσίμου, 30 μέτρα σωλήνων αναρροφήσεως, 20 μέτρα σωλήνα πετρελαίου BT PegasusHD, 12 μέτρα σωλήνα πετρελαίου εύκαμπτη 2’’, 8 μέτρα σωλήνα πετρελαίου εύκαμπτη 3’’, 130 μέτρα σκοινιού πλεκτού πολυεστερικού διαμέτρου 12mm και 60 μέτρα σκοινιού πλεκτού πολυεστερικού διαμέτρου 8 mm. Επίσης ισχυρίσθηκε ότι το πλωτό της φράγμα Scorpion 500CC υπέστη ζημιές, το κόστος των οποίων ανήλθε στο ποσό των 900 ευρώ, καθώς και ότι εξαιτίας ζημιών που υπέστη η λέμβος εργασίας της κατά την εκτέλεση του έργου, δαπάνησε για την αντικατάσταση της προπέλας και την πλαστικοποίηση των περιμετρικών φθορών το ποσό των 1.000 ευρώ. Περαιτέρω, η ίδια υποστήριξε ότι κατά την παροχή των υπηρεσιών της αναλώθηκαν από το προσωπικό της μέσα ατομικής προστασίας, αποτελούμενα από 4 ζεύγη υποδημάτων ασφαλείας, 8 ζεύγη γαντιών πετρελαίου, 12 ζεύγη γαντιών, 6 σετ φορμών τεχνικού και ένα μπουφάν εργασίας, συνολικής αξίας 700 ευρώ. Επιπλέον ισχυρίσθηκε ότι κατά την παροχή των υπηρεσιών υποβλήθηκε σε δαπάνη ποσού 500 ευρώ, για τον καθαρισμό της διαφραγματικής αντλίας, των σωληνώσεων, των συνδέσμων, εργαλείων χειρός και του πλωτού φράγματος. Εντούτοις, το αιτούμενο για τις παραπάνω αιτίες συνολικό ποσό των (950 + 450 + 200 + 900 +1.000 + 700 + 500=) 4.700 ευρώ τυγχάνει απορριπτέο στην ουσία του, διότι μόνο από τα σχετικώς κατατεθέντα στην υπ’ αριθ. …/2018 ένορκη βεβαίωση από τον μάρτυρα της ενάγουσας   ………….., ο οποίος μάλιστα εναρμονίζεται ως προς το σημείο αυτό, απόλυτα με τους αγωγικούς ισχυρισμούς, το Δικαστήριο δεν δύναται να οδηγηθεί με πλήρη δικανική πεποίθηση σε κρίση περί της ουσιαστικής βασιμότητάς του, κυρίως καθώς η παραπάνω κατάθεση δεν ενισχύεται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο, όπως ενδεικτικά από απόδειξη παροχής υπηρεσιών για εργασίες στη λέμβο εργασίας ή το πλωτό φράγμα, απόδειξη αγοράς νέας προπέλας, αποδείξεις προμήθειας υλικών σε αντικατάσταση του εξοπλισμού της ενάγουσας, ο οποίος κατά την ίδια, καταστράφηκε ή αντίστοιχα υπέστη ζημιές. Τα τιμολόγια πώλησης- Δελτία αποστολής με στοιχεία  …. της 25.4.2017 και …….. της 9.5.2017, εκδοθέντα από την επιχείρηση της ………. που εμπορεύεται μέσα ατομικής προστασίας αποδεικνύουν μόνο ότι πριν συμβεί η προσάραξη του ένδικου σκάφους, η ενάγουσα είχε αγοράσει διάφορα μέσα ατομικής προστασίας, χωρίς όμως να προκύπτει από κάπου ότι αυτά αναλώθηκαν κατά τη διάρκεια του εκτελεσθέντος έργου και ότι γι’ αυτό δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ξανά και ότι έπρεπε ν’ αντικατασταθούν. Εξάλλου και τα Νο ….. της 20.9.2017 τιμολόγια για παροχή υπηρεσιών της εταιρίας με την επωνυμία «………….», που αναλαμβάνει serviceσε σκάφη και τα οποία προσκομίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα έχουν εκδοθεί τουλάχιστον τέσσερις μήνες μετά την εκτέλεση του ένδικου έργου, όπως και τα υπ’ αριθ. ……….. της 20.9.2017 δελτία αποστολής-τιμολόγια για πώληση αγαθών, με αποτέλεσμα να μην αποδεικνύεται ότι αφορούν σε υπηρεσίες και αγαθά που χρειάστηκαν να παρασχεθούν λόγω ζημιών που υπέστη ο εξοπλισμός της ενάγουσας κατά την εκτέλεση του παραπάνω έργου. Ομοίως κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση και απορρίπτοντας τα παραπάνω αιτούμενα ποσά, ορθά εφάρμοσε το νόμο κι εκτίμησε τις αποδείξεις, τα δε αντίθετα προβαλλόμενα στον εικοστό δεύτερο λόγο έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας αβάσιμα τυγχάνουν στην ουσία τους. Ωστόσο, η ενάγουσα δικαιούται το συνολικό ποσό των (1.750,80 + 1.219,20=) 2.970 ευρώ, για τη διάθεση 1.167,20 κιλών στερεών αποβλήτων με κωδικό ΕΚΑ ……, καθώς και 1.524 κιλών ελαιωδών υδάτων με κωδικό ……, αντίστοιχα (βλ. τα υπ’ αριθ. …./23-05-2017 και ……../23-05-2017 έντυπα αναγνώρισης για συλλογή και μεταφορά επικίνδυνων αποβλήτων), απορριπτομένου ως αβάσιμου του επιπλέον αιτούμενου ποσού των (450 + 450=) 900 ευρώ για τη διάθεσή τους, καθώς και του αιτούμενου ποσού των (340 + 260 + 330=) 930 ευρώ για τη διάθεση 2 δεξαμενών κυβικού UN, 4 μεγασάκκων UN και 6 μεταλλικών βαρελιών UN, καθώς δεν προσκομίζεται κανένα έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει η διάθεσή αυτών, οπότε απορριπτέος στην ουσία του τυγχάνει ο εικοστός τρίτος λόγος έφεσης της εκκαλούσας-ενάγουσας, με τον οποίο αυτή παραπονείται για την απόρριψη από την εκκαλούμενη των τελευταίων ως άνω κονδυλίων της αγωγής. Σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, η εκκαλούσα-ενάγουσα δικαιούται για τις προαναφερόμενες αιτίες το συνολικό ποσό των (24.064 + 2.970=) 27.034 ευρώ. Τέλος, σχετικά με τον οφειλόμενο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) δεν αποδείχθηκε, ούτε άλλωστε η ενάγουσα επικαλείται ότι έχει εκδώσει το σχετικό φορολογικό παραστατικό για το παραπάνω ποσό. Ενόψει των ανωτέρω, ορθά εκτιμώντας τις αποδείξεις και εφαρμόζοντας το νόμο, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έπρεπε να δεχθεί εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη την ένδικη αγωγή κατά το σκέλος που στρέφεται κατά της πρώτης εναγόμενης κατά το παραπάνω ποσό και να υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 27.034 ευρώ, καθώς και το ποσό των 6.488,16 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε Φ.Π.Α. 24%, υπό τον όρο της έκδοσης των σχετικών φορολογικών στοιχείων ως προς το επιμέρους αυτό ποσό, δηλαδή συνολικά το ποσό των 33.522,16 ευρώ, νομιμότοκα με τις ακόλουθες διακρίσεις: α) ως προς το επιμέρους ποσό των 27.034 ευρώ, από την 24.5.2017 κατά το σχετικό αγωγικό αίτημα, δεδομένου ότι η ενάγουσα δεν υπέβαλε αίτημα για τοκοδοσία από την επομένη της 13.5.2017, ημερομηνία κατά την οποία το Δικαστήριο αυτό έκρινε ότι ολοκληρώθηκε το έργο και β) ως προς το επιμέρους ποσό των 6.488,16 ευρώ, από την έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων και την παράδοσή τους στην πρώτη εναγόμενη, απορριπτομένου του εικοστού πρώτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας ενάγουσας με τον οποίο αυτή υποστηρίζει ότι έπρεπε να της επιδικασθεί το με την αγωγή αιτούμενο ποσό των 123.170,44 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την 24.5.2017. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με τις ίδιες διακρίσεις ως προς τον τόκο, υποχρέωσε την πρώτη εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα για κεφάλαιο ποσό 46.203 ευρώ και για Φ.Π.Α. το ποσό των 11.088,72 ευρώ έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, οπότε γενομένων εν μέρει δεκτών των αντίθετων εφέσεων των διαδίκων, κατά τα ειδικότερα πιο πάνω εκτεθέντα ανά ημέρα και ανά κονδύλιο της αγωγής, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη κατά το μέρος που αφορά στην πρώτη εναγόμενη κι αφού κρατηθεί η αγωγή κατά της ως άνω εναγόμενης για να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσία βάσιμη και να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 33.522,16 ευρώ, νομιμότοκα: α) ως προς το επιμέρους ποσό των 27.034 ευρώ από την 24.5.2017 και β) ως προς το επιμέρους ποσό των 6.488,16 ευρώ, από την έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων και την παράδοσή τους στην πρώτη εναγόμενη. Αντίθετα, η εκκαλούμενη παραμένει σε ισχύ ως προς τις διατάξεις της που αφορούν στον δεύτερο εναγόμενο και στην πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβαίνουσα. Μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας-ενάγουσας τόσο για τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, όσο και αναφορικά με την έφεσή της για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθεί, ανάλογα με την έκταση της νίκης της κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 178 παρ.1 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ σε βάρος της εφεσίβλητης- πρώτης εναγόμενης, ενώ μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας-πρώτης εναγόμενης ως προς την έφεση αυτής πρέπει να επιβληθεί, ανάλογα με την έκταση της νίκης της κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 178 παρ.1 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, σε βάρος της εφεσίβλητης-ενάγουσας και στις δύο περιπτώσεις σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, επειδή αμφότερες οι εφέσεις έγιναν εν μέρει δεκτές, το e- παράβολο που κατέθεσε αντίστοιχα η κάθε μία εκκαλούσα για το παραδεκτό της έφεσής της, πρέπει να επιστραφεί σ’ αυτήν κατ’ άρθρο 495 παρ.4 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει την από 16.5.2019 (κατατεθείσα στο Πρωτοδικείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2019 και Ε.Α.Κ. …../2019 και για προσδιορισμό στο Εφετείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ. …./2019) έφεση και την από 12.6.2019 (κατατεθείσα στο Πρωτοδικείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ. …./2019 και για προσδιορισμό στο Εφετείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ. …./2019) έφεση, αμφότερες κατά της 5175/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-Τακτική Διαδικασία) αντιμωλία των διαδίκων, πλην της τρίτης εφεσίβλητης στην από 16.5.2019 έφεση η οποία δικάζεται ερήμην.

Δέχεται τυπικά τις παραπάνω εφέσεις.

Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 16.5.2019 έφεση κατά των δεύτερου και τρίτης των εφεσίβλητων.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του δεύτερου εφεσίβλητου σε βάρος της παραπάνω εκκαλούσας και ορίζει αυτά στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Απορρίπτει την από 12.6.2019 έφεση κατά της δεύτερης εφεσίβλητης.

Δέχεται εν μέρει κατ’ ουσίαν την από 16.5.2019 έφεση κατά της πρώτης εφεσίβλητης.

Δέχεται εν μέρει κατ’ ουσίαν την από 12.6.2019 έφεση κατά της πρώτης εφεσίβλητης.

Εξαφανίζει την 5175/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-Τακτική Διαδικασία) κατά το μέρος που αφορά στην πρώτη εναγόμενη.

Κρατεί και δικάζει την από 11.10.2017 αγωγή κατά της πρώτης εναγόμενης.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Υποχρεώνει την πρώτη εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των τριάντα τριών χιλιάδων πεντακοσίων είκοσι δύο ευρώ και δεκαέξι λεπτών (33.522,16), νομιμότοκα με τις ακόλουθες διακρίσεις: α) ως προς το επιμέρους ποσό των είκοσι επτά χιλιάδων τριάντα τεσσάρων ευρώ (27.034) από την 24.5.2017 και β) ως προς το επιμέρους ποσό των έξι χιλιάδων τετρακοσίων ογδόντα οκτώ ευρώ και δεκαέξι λεπτών (6.488,16), από την έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων και την παράδοσή τους στην πρώτη εναγόμενη.

Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας-ενάγουσας τόσο για τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, όσο και για την από 16.5.2019 έφεσή της για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος της πρώτης εφεσίβλητης- πρώτης εναγόμενης και ορίζει αυτά στο  ποσό των δύο χιλιάδων τετρακοσίων (2.400) ευρώ.

Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας-πρώτης εναγόμενης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας από την 12.6.2019 έφεσή της σε βάρος της πρώτης εφεσίβλητης-ενάγουσας και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Διατάσσει την επιστροφή του με κωδικό ………. e-παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ στην εκκαλούσα στην από 16.5.2019 έφεση και του με κωδικό ………… e-παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ στην εκκαλούσα της από 12.6.2019 έφεσης.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 31.7.2020.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ