ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Περίληψη
Η αξίωση της διατροφής λόγω διακοπής της έγγαμης συμβίωσης παύει με την αμετάκλητη λύση του γάμου.Η μετά την αμετάκλητη λύση του γάμου αξίωση του συζύγου προς διατροφή από τον άλλο, σύμφωνα με το άρθρο 1442 του ΑΚ, συνιστά νέα διαφορετική αξίωση, η ικανοποίηση της οποίας απαιτεί την άσκηση άλλης νέας αγωγής.
Αριθμός 577/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Ιωάννη Αποστολόπουλο Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Δικαστηρίου τούτου, και από τη Γραμματέα Ε.Τ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση, η οποία στρέφεται κατά της υπ’αριθ. 1622/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 592 παρ. 3, 593 – 602, 610 – 613 του ΚΠολΔ, επί της από 2-8-2016 (υπ’ αριθ. ……/11-8-2016 εκθέσεως καταθέσεως) αγωγής της ενάγουσαςκαι ήδη εκκαλούσας, έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, ενόψει του ότι η επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως διενεργήθηκε στις 18-4-2018 (βλ. την υπ’ αριθ. …./18-4-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……..) και η έφεση κατατέθηκε στις 18-5-2018 (βλ. την υπ’ αριθ. ………../18-05-2018 έκθεση κατάθεσης της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιώς), καικατά τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 19, 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517,518 παρ. 1και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει η υπό κρίση έφεση να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση (άρθρα 533 και 591 παρ. 7 του ΚΠολΔ). Επίσης, πρέπει, να εξετασθεί ως προς τη βασιμότητά του και ο πρόσθετος λόγος εφέσεως, τον οποίο η εκκαλούσα, παραδεκτώς (άρθρο 591 παρ. 1 εδ. ζ΄ του ΚΠολΔ), άσκησε, με ιδιαίτερο δικόγραφο, το οποίο επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στον εφεσίβλητο (βλ. την υπ’ αριθ. ……/26-3-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……………), ενόψει του ότι αφορά κεφάλαιο της προαναφερθείσας οριστικής αποφάσεως, που έχει προσβληθεί με την έφεση και σε κάθε περίπτωση συνέχεται αναγκαστικώς με αυτό (βλ. Χ. Τριανταφυλλίδη σε «Η ΕΦΕΣΗ» επιμ. Κ.Οικονόμου σελ. 158 επ.), συνεκδικαζόμενος με την ως άνω έφεση (άρθρα 31 και 246 του ΚΠολΔ).
Με την προαναφερθείσα αγωγή (όπως παραδεκτώς συμπληρώθηκε και διορθώθηκε το δικόγραφό της), η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, ενεργούσα τόσο ατομικώς όσο και ως ασκούσα την επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων της, … και ….., τα οποία έχει αποκτήσει από το γάμο της με τον εναγόμενο, η έγγαμη συμβίωσή της με τον οποίο έχει διακοπεί οριστικώς για εύλογη ως προς αυτήν αιτία, ζήτησε (όπως παραδεκτώς περιορίστηκε εν μέρει το αίτημα της από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό), να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγομένου: α) να της προκαταβάλλει, με την ανωτέρω ιδιότητά της και για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους, εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, ως μηνιαία διατροφή τους (ανηλίκων) σε χρήμα, καθώς τα ίδια (ανήλικα) αδυνατούν να διαθρέψουν τον εαυτό τους και στερούνται περιουσίας και εισοδημάτων, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, 1) για τον …………., το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως από 18-7-2016 μέχρι 17-7-2017, το ποσό των 100 ευρώ κάθε μήνα από 18-7-2017 μέχρι 17-9-2019 και για τις δεκατρείς ημέρες από 18-9-2019 μέχρι και 30-9-2019 το ποσό των 43,29 ευρώ, και 2) για τον …………., το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως από 18-7-2016 μέχρι 17-7-2017, το ποσό των 100 ευρώ κάθε μήνα από 18-7-2017 μέχρι 17-9-2019 και για τις δεκατρείς ημέρες από 18-9-2019 μέχρι και 30-9-2019 το ποσό των 43,29 ευρώ, και β) να της προκαταβάλλει, υπό τους αυτούς όρους του ως άνω αιτήματος, ως τακτική διατροφή της ίδιας, το ποσό των 40 ευρώ μηνιαίως από 18-7-2016 μέχρι 17-7-2017, το ποσό των 50 ευρώ κάθε μήνα από 18-7-2017 μέχρι 17-9-2019 και για τις δεκατρείς ημέρες από 18-9-2019 μέχρι και 30-9-2019 το ποσό των 21,58 ευρώ, για το λόγο ότι δεν μπορεί να εξασφαλίσει από δικούς της πόρους τη διατροφή της, την οποία δικαιούνταν και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής της με τον εναγόμενο, καθώς και να υποχρεωθεί ο τελευταίος (εναγόμενος), για τις ίδιες ως άνω αιτίες, α)να της προκαταβάλλει, με την ανωτέρω ιδιότητά της και για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους, εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, ως μηνιαία διατροφή τους (ανηλίκων) σε χρήμα, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, 1) για τον …………., το ποσό των 380 ευρώ μηνιαίως από 18-7-2016 μέχρι 17-7-2017, το ποσό των 410 ευρώ κάθε μήνα από 18-7-2017 μέχρι 17-9-2019 και για τις δεκατρείς ημέρες από 18-9-2019 μέχρι και 30-9-2019 το ποσό των 177,58 ευρώ, και 2) για τον …………., το ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως από 18-7- 2016 μέχρι 17-7-2017, το ποσό των 380 ευρώ κάθε μήνα από 18-7-2017 μέχρι 17-9-2019 και για τις δεκατρείς ημέρες από 18-9-2019 μέχρι και 30-9-2019 το ποσό των 164,58 ευρώ, και β) να της προκαταβάλλει, υπό τους αυτούς όρους του ως άνω αιτήματος, ως τακτική διατροφή της ίδιας, το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως από 18-7-2016 μέχρι 17-7-2017, το ποσό των 210 ευρώ κάθε μήνα από 18-7-2017 μέχρι 17-9-2019 και για τις δεκατρείς ημέρες από 18-9-2019 μέχρι και 30-9-2019 το ποσό των 91 ευρώ. Με την εκκαλούμενη απόφαση η ανωτέρω αγωγή, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή, δηλαδή υποχρεώθηκε ο εναγόμενος – εφεσίβλητος να καταβάλλειστην ενάγουσα, ως διατροφή σε χρήμα, α) το ποσό των 250 ευρώ για έκαστο από τα ανήλικα τέκνα του …………. και …………. ., υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας την επιμέλεια αυτών και για λογαριασμό τους, και β) για την ίδια ατομικώς το ποσό των 100 ευρώ, προκαταβολικώς εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός και για το χρονικό διάστημα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής έως την 30-9-2019, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας χρηματικής παροχής έως την εξόφλησή της, συμψηφιζομένης της δικαστικής δαπάνης (πέραν των προκαταβληθέντων εξόδων), ενώ απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα το αίτημα περί καταβολής διατροφής για το χρονικό διάστημα από την 18-7-2016 έως την επίδοση της αγωγής (11-8-2016), καθώς και το αίτημα περί επιδικάσεως τόκων από την επίδοση της αγωγής. Κατά της ανωτέρω αποφάσεως παραπονείται η εκκαλούσα με την κρινόμενηέφεση τηςκαι τον πρόσθετο λόγο αυτής, που αφορούν σε λόγους, οι οποίοι στο σύνολο τους ανάγονται σε μη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε εσφαλμένη εκτίμηση των σχετικών αποδείξεων και ζητείνα εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς τα κεφάλαια που προσβάλλεται, αντιστοίχως, όπωςειδικότερα εκτίθεται στην έφεση και τον πρόσθετο λόγο αυτής.
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 1390, 1485, 1486, 1489 και 1493 του ΑΚ, προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν είτε έχει διακοπεί η συμβίωσή τους, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματα από αυτήν, ή το προϊόν της εργασίας του, ή άλλα τυχόν εισοδήματά του, δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται βάσει των αναγκών του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη συντήρησή του έξοδα και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβιώσεως, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαιδεύσεως και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υποχρέου. Εξάλλου, η κατά τα ως άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 παρ. 2 του ΑΚ, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Η αναγωγή της υποχρεώσεως συνεισφοράς στις δυνάμεις των γονέων και τις συνθήκες της οικογενειακής τους ζωής, σημαίνει θέσπιση υποχρεώσεως αυτών για εργασία, στο μέτρο της ατομικής και οικογενειακής δυνατότητάς τους. Περαιτέρω ο εναγόμενος γονέας, προς καταβολή ολόκληρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ’ ένσταση, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε με την απόδειξη των στοιχείων της ένστασης αυτής, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγόμενου γονέα κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στη βάσει αυτής υποχρέωσης συνεισφοράς του άλλου γονέα.(βλ. ΑΠ 416/200, ΑΠ884/2003, ΑΠ 782/2003, ΕφΠειρΜον 486/2015, ΕφΘεσ 2944/2004 άπασες εις NOMOΣ). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1389,1390, 1391 επ. του ΑΚ, 223, 224, 269 παρ. 2, 334, 525, 526 και 527 του ΚΠολΔ προκύπτει, ότι οι προϋποθέσεις επιδικάσεως διατροφής και ο καθορισμός της έκτασης και του ύψους αυτής κρίνονται από το χρόνο έγερσης της αγωγής ή επί αιτήματος για την επιδίκαση από την υπερημερία από το χρόνο επέλευσής της, το σχετικό πάντως δικαίωμα πρέπει να έχει γεννηθεί κατά την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου(βλ. ΑΠ 2070/2007 ΝοΒ 2008 290, ΑΠ 905/2005 ΕλλΔνη 2005 1078, ΕφΠειρ 292/2015 ΕλλΔνη 2018 148, ΕφΛαρΜον 106/2014 Δικογραφία 2015 312, ΕφΘρακ 74/2014 ΝΟΜΟΣ).
ΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 1389,1390,1391, 1392 εδ.2 και 1495 του ΑΚ προκύπτει ότι σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, οπότε εξακολουθεί μεν ο μεταξύ των συζύγων γάμος, αλλά δεν μπορεί να γίνει λόγος περί συνεισφοράς αυτών προς αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, μεταξύ των οποίων και η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή, αφού με τη διακοπή της συμβίωσης έπαυσε να υπάρχει και να λειτουργεί κοινός οίκος και να δημιουργούνται οικογενειακές ανάγκες, εκείνος από τους συζύγους που για εύλογη στο πρόσωπο του αιτία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση, δικαιούται από τον άλλο, ανεξαρτήτως του εάν ο ένας είναι εύπορος και ο άλλος άπορος, διατροφή σε χρήμα, που προκαταβάλλεται μηνιαίως και υποκαθιστά τη συνεισφορά του υπόχρεου υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής. Επίσης, η υποχρέωση για καταβολή κατά μήνα διατροφής σε χρήμα, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, είναι συνέπεια της κατά το άρθρο 1389 του ΑΚ υποχρέωσης συνεισφοράς των συζύγων στην αμοιβαία διατροφή αυτών κατά τη διάρκεια του γάμου και δεν εξομοιώνεται με την κατά τα άρθρα 1485 επ. του ΑΚ διατροφή, ούτε με την κατά τα άρθρα 1442 επ. του ΑΚ οφειλόμενη μετά το διαζύγιο. Επίσης, από τις ίδιες ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 1389, 1390 και 1391 του ΑΚ προκύπτει ότι, το μέτρο της μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης οφειλόμενης στο δικαιούχο διατροφής, προσδιορίζεται βάσει των αναγκών του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής, σε συνδυασμό με εκείνες που ανέκυψαν από τη χωριστή διαβίωση λαμβανομένων υπόψη των εκατέρωθεν οικονομικών δυνάμεων μεταξύ των οποίων και η περιουσία. Μάλιστα, δεν απαιτείται να αναφέρεται στην αγωγή, ούτε στην απόφαση με την οποία επιδικάζεται διατροφή λόγω διακοπής της έγγαμης συμβίωσης η αποτίμηση της συνεισφοράς καθενός από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογενείας. Οι οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων που προσδιορίζουν την αναλογία συνεισφοράς καθενός από τους συζύγους στη διατροφή του δικαιούχου ενδέχεται να αποτελέσουν τη βάση σχετικής ένστασης του εναγομένου, καταλυτικής εν όλω ή εν μέρει της αγωγής. Ειδικότερα, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 1391 του ΑΚ, η υποχρέωση διατροφής της παρ. 1 του άρθρου αυτού παύει ή το ποσό της αυξάνεται ή μειώνεται, όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις, έτσι,στον εναγόμενο απόκειται να επικαλεσθεί και να αποδείξει την ύπαρξη περιστάσεως στο πρόσωπο της ενάγουσας, που ικανοποιεί ολικώς ή εν μέρει την περί διατροφής αξίωσή της (βλ. ΑΠ 528/2018 ΧρΙΔ 2019 104, ΑΠ 873/2017 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθΜον 389/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρΜον 454/2016 ΝΟΜΟΣ). Πάντως, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 1391 και 1392 του ΑΚ σε δίκη διατροφής μεταξύ συζύγων δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 1487 εδ. α του ΑΚ κατά την οποία «Δεν έχει υποχρέωση διατροφής εκείνος που ενόψει των λοιπών υποχρεώσεών του, δεν είναι σε θέση να τη δώσει χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή» (βλ. ΑΠ 687/2004 ΕλλΔνη 2006 1022). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1391, 1394 και 1438 του ΑΚ προκύπτει ότι η υπάρχοντος του γάμου, περί διατροφής, αξίωση της συζύγου, παύει από τότε που καταστεί αμετάκλητη η κηρύττουσα την λύση του γάμου δικαστική απόφαση, ενώ, η μετά το διαζύγιο,τυχόν, αξίωση της συζύγου περί διατροφής κατά το άρθρο 1442 του ΑΚ, συνιστά νέα διάφορο αξίωση, της οποίας η άσκηση χρήζει νέας αγωγής (βλ. ΑΠ 2070/2007 ΝοΒ 2008 890, ΕφΔωδΜον 256/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 687/2003 ΑχαΝομ 2004 167).
Στην προκείμενη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, που εξετάστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά του ίδιου Δικαστηρίου, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, χωρίς, όμως να ληφθεί υπόψη η από 6-11-2017 υπεύθυνη δήλωση του ………., που προσκομίζει ο εφεσίβλητος- εναγόμενος, γιατί κρίνεται ότι αυτή συντάχθηκε ειδικώς για να χρησιμοποιηθεί στην προκείμενη δίκη ως αποδεικτικό μέσο (βλ. ΑΠ 370/2004 ΕλλΔνη 46 1408, ΑΠ 355/2001 ΕλλΔνη 43 112),αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο (πολιτικό) γάμο στον Κορυδαλλό Αττικής, στις 24-3-2011, και απέκτησαν δύο τέκνα, τον …………. , που γεννήθηκε στις 5-6-2011 και τον …………. , που γεννήθηκε στις 20-1-2013. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων, όμως, δεν εξελίχθηκε ομαλώς, αφού υπήρχαν μεταξύ τους διενέξεις και προκλήθηκαν από τον εναγόμενο διάφορα επεισόδια, όπως τον Οκτώβριο, τον Ιούλιο και το Δεκέμβριο του έτους 2010, καθώς και το Σεπτέμβριο του έτους 2013, μάλιστα, κατά τέλη Δεκεμβρίου του έτους 2013, αυτός (εναγόμενος) εγκατέλειψε την ενάγουσα, αποχωρώντας από τη συζυγική οικία. Έτσι, από τα τέλη Ιανουαρίου του έτους 2014, διασπάσθηκε οριστικώς η έγγαμη σχέση των διαδίκων, και επήλθε σχετική διάσταση αυτών. Ως εκ τούτου, η ενάγουσα ήταν σε κατάσταση διακοπής της έγγαμη συμβιώσεως για εύλογη αιτία και κατ’ επέκταση αυτή δικαιούται κατ’ αρχήν να ζητήσει διατροφή σε χρήμα, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις (υπό στοιχείο ΙΙ), όπως κρίθηκε με ισχύ δεδικασμένου (άρθρα 321 επ. του ΚΠολΔ), δυνάμειτηςυπ’ αριθ. 484/2017 τελεσίδικης αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. Επίσης, δυνάμει της ανωτέρω αποφάσεως (υπ’ αριθ. 484/2017), ανατέθηκε οριστικώς στην ενάγουσα η επιμέλεια των προαναφερθέντων ανήλικων τέκνων της και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να της καταβάλλει, ως μηνιαία διατροφή σε χρήμα για την ίδια ατομικώς το ποσό των 150 ευρώ και για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους το ποσό των 225 ευρώ για έκαστο εξ αυτών, για το χρονικό διάστημα από 19-7-2014 μέχρι 18-7-2016. Ωστόσο, ήδη, ο ανωτέρω γάμος των διαδίκων λύθηκε, δυνάμει της υπ’αριθ. 2665/2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία κατέστη αμετάκλητη στις 23-5-2019, που οι διάδικοι παραιτήθηκαν από τα σχετικά ένδικα μέσα κατ’ αυτής (όπως συνομολογείται από τους διαδίκους, σε συνδυασμό με το υπ’ αριθ. ……./23-5-2019 πιστοποιητικό της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιώς). Επομένως, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις (υπό στοιχείο ΙΙ) και κατά το σχετικό βάσιμο ισχυρισμό του εφεσίβλητου – εναγομένου, που υποβάλλεται με τις προτάσεις που αυτός, νομίμως, κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου,από την ως άνω ημερομηνία (23-5-2019) της λύσεως του γάμου των διαδίκων, έπαυσε η υπάρχοντος του γάμου τους, ανωτέρω, αξίωση περί διατροφής της εκκαλούσας – ενάγουσας, όπως άλλωστε και η τελευταία συνομολογεί με την προσθήκη των προτάσεων (σελ. 3),που αυτή, νομίμως, κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Ως εκ τούτου, η ενάγουσα (ατομικώς) έχει αξίωση για την εν λόγω διατροφή μόνο για το χρονικό διάστημα από την επομένη ημέρα επίδοσης της ένδικης αγωγής μέχρι την ως άνω λύση του γάμου των διαδίκων, δηλαδή από την 12-8-2016 μέχρι την 23-5-2019 (βλ. την υπ’ αριθ. …../11-8-2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ………….). Συνακόλουθα, ως προς το χρονικό διάστημα αυτό είναι απορριπτέα ως αβάσιμη η ένσταση περί ελαττωμένης διατροφής της ενάγουσας (άρθρα 1392 και 1495 του ΑΚ), που προέβαλε πρωτοδίκως ο εναγόμενος και την οποία επαναφέρει με τις προτάσεις που αυτός, νομίμως, κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, χωρίς, όμως, να εκθέτει κάποιο περιστατικό που να δικαιολογεί κατά το νόμο τον περιορισμό ή την παύση του δικαιώματος της ενάγουσας περί διατροφής της. Επίσης, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις (υπό στοιχείο ΙΙ), απορριπτέα είναι η ένσταση που ο εναγόμενος προέβαλε (κατά τον ίδιο ως άνω τρόπο) περί αδυναμίας του καταβολής της εν λόγω διατροφής κατ’ άρθρο 1487 εδ. α του ΑΚ.Κατά το ως άνω κρίσιμο χρονικό διάστημα (δηλαδή με αφετηρία την επομένη ημέρα της επίδοσης της αγωγής), ο εναγόμενος είχε την ιδιότητα του μονίμου υπαξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού και οι μηνιαίες αποδοχές του από την απασχόλησή του αυτή ανέρχονταν: α)κατά το έτος 2016, που αυτός είχε το βαθμό του κελευστή, στο ποσό των 1.298,08 ευρώ (15.577,07 ευρώ :12 μήνες=1.298,08, βλ. την από 31-3-2017 βεβαίωση αποδοχών), β)κατά το έτος 2016, που αυτός είχε το βαθμό του επικελευστή, στο ποσό των 1.323,97 ευρώ (15.887,64 ευρώ :12 μήνες=1.323,97, βλ. την από 30-3-2018 βεβαίωση αποδοχών), γ)κατά το έτος 2018, που αυτός είχε το βαθμό του επικελευστή, στο ποσό των 1.479,43 ευρώ (15.450,96+2.302,24=17.753,20 ευρώ :12 μήνες=1.479,43, βλ. την από 28-3-2019 βεβαίωση αποδοχών) και δ)κατά το έτος 2019, που αυτός είχε το βαθμό του επικελευστή, στο ποσό των 1.288,33 ευρώ (11.594,97 ευρώ : 9 μήνες=1.288,33, βλ. τη μηχανογράφηση μισθοδοσίας για το χρονικό διάστημα Ιανουάριος 2019 με Σεπτέμβριο 2019), έτσι, κατά το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα, οι μηνιαίες αποδοχές του εναγομένου ήταν, κατά μέσο όρο, στο ποσό των 1.350 ευρώ περίπου. Σημειωτέον ότι στις ανωτέρω αποδοχές του εναγομένου περιλαμβάνεται το σύνολο των ληφθεισών αμοιβών του, ενόψει του ότι αυτές προκύπτουν από τις σχετικές βεβαιώσεις της ανωτέρω υπηρεσίας του, στις οποίες υπάρχει υπηρεσιακή υποχρέωση του αρμοδίου υπαλλήλου που εκδίδει αυτές να αναφέρει το σύνολο των αποδοχών του. Ως εκ τούτου, τυχόν επιπλέον χρηματικά ποσά (αποζημιώσεις), τα οποία έλαβε ο εναγόμενος, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα, για σχετικές δαπάνες του (οδοιπορικά), δεν αποτελούν μέρος των αποδοχών του, όπως αντιθέτως αλλά αβασίμως ισχυρίζεται η εκκαλούσα – ενάγουσα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι ο εφεσίβλητος – εναγόμενος είχε μηνιαίες αποδοχές περί τα 1.200 ευρώ, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αντίστοιχων αποδείξεων, κατά το σχετικό βάσιμο (μερικώς) λόγο (1ο) της εφέσεως. Επίσης, ο εναγόμενος είχε λάβει δάνειο από την «Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος» για το οποίο, κατά το ως άνω κρίσιμο χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα μέχρι την 28-12-2017, που αυτό εξοφλήθηκε ολοσχερώς, κατέβαλε προς τούτο μηνιαίες δόσεις ποσού 152,17 ευρώ (βλ. την από 18-12-2018 βεβαίωση της «Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος» και την κατάσταση αναλυτικής κίνησης καταθετικού λογαριασμού …………… της ίδιας Τράπεζας). Σημειωτέον ότι ητελευταία δαπάνη του εναγομένου δεν προαφαιρείται από τα εισοδήματά του, αλλά λαμβάνεται υπόψη, ως στοιχείο προσδιοριστικό της αξίας της περιουσίας του, η οποία πρέπει να εκληφθεί ότι μειώνεται κατά το αντίστοιχο ποσό, καθώς και ως στοιχείο προσδιοριστικό των συνθηκών διαβίωσής του (βλ. ΑΠ 1663/2014, ΕφΠειρΜον 780/2014, ΕφΠειρΜον 749/2014 άπασες εις ΝΟΜΟΣ). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι ο εφεσίβλητος – εναγόμενος κατέβαλε, καθ’ όλο το ως άνω κρίσιμο διάστημα (και όχι μέχρι την 28-12-2017), το ποσό των 150 ευρώ ως μηνιαία δόση για την αποπληρωμή του ανωτέρω δανείου, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αντίστοιχων αποδείξεων, κατά το σχετικό βάσιμο (μερικώς) λόγο (4ο) της εφέσεως.Ακόμη, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, ο εναγόμενος, αρχικώς, φιλοξενείτο στην οικία που μισθώνουν οι γονείς του, χωρίς να επιβαρύνεται με ιδιαίτερες δαπάνες για συμμετοχή του στα λειτουργικά έξοδά της, και στη συνέχεια, κατά το χρονικό διάστημα από το Φεβρουάριο του έτους 2017 μέχρι και τον Ιούλιο του έτους 2019, αυτός (εναγόμενος) διέμενε σε μισθωμένη οικία (επιφανείας 57,30 τ.μ.) ευρισκόμενη επί της οδού ……… στο Χαϊδάρι Αττικής, για τη χρήση της οποίας κατέβαλε μηνιαίο μίσθωμα ποσού 250 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. …../1-2-2017 απόδειξη υποβολής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και τις από 31-1-2017, 1-3-2017, 30-3-2017, 5-6-2017, 1-7-2017 και 26-8-2017 αποδείξεις καταβολής μισθώματος). Ήδη, ο εναγόμενος διαμένει σε μισθωμένη οικία (επιφανείας 97,97 τ.μ.) ευρισκόμενη επί της οδού ………….. στο Περιστέρι Αττικής, για τη χρήση της οποίας καταβάλει μηνιαίο μίσθωμα ποσού 330 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. ……./10-9-2019 απόδειξη υποβολής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και την από 6-9-2019 απόδειξη). Σημειωτέον ότι, κατά το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα, ο εναγόμενος επιβαρύνετο με τις λειτουργικές δαπάνες των ανωτέρω κατοικιών του, αντιστοίχως, χωρίς, όμως, να αποδειχθεί ότι υπήρχε συμμετοχή σ’ αυτές και τρίτων προσώπων, ενόψει του ότι δεν προέκυψε από κάποιο στοιχείο η χρήση των κατοικιών αυτών του εναγομένου, από κοινού με έτερα πρόσωπα. Μάλιστα, η τελευταία κρίση δεν αναιρείται από το ότι στις υπ’ αριθ. …/18-4-2018 και …/8-6-2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών . …. αναγράφεται ότι τα σχετικώς επιδοθέντα προς τον εναγόμενο, με επιμέλεια της ενάγουσας, έγγραφα παρελήφθησαν από τα αναφερόμενα, αντιστοίχως, πρόσωπα (.. και …………. …..), που φέρονται να συνοικούσαν με τον εναγόμενο, δοθέντος ότι δεν αποδείχθηκε ότι τα πρόσωπα αυτά χρησιμοποιούσαν την ανωτέρω κατοικία του εναγομένου (επί της οδού …….. στο Χαϊδάρι Αττικής) ως μόνιμο τόπο της διαμονής τους, ώστε να υποχρεούνται και στη συμμετοχή της δαπάνης για τη λειτουργία αυτής. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι ο εφεσίβλητος – εναγόμενος επιβαρύνετο με τις λειτουργικές δαπάνες της ανωτέρω κατοικίας του, χωρίς τη συμμετοχή σ’ αυτές τρίτων προσώπων, δεν έσφαλε κατά την εκτίμηση των αντίστοιχων αποδείξεων, κατά συνέπεια ο περί του αντιθέτου λόγος (5ος) της εφέσεως, καθώς και ο πρόσθετος λόγος αυτής είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος διαθέτει άλλα περιουσιακά στοιχεία, ούτε ότι έχει και άλλες υποχρεώσεις προς τρίτους, πλην των σχετικών για ταανήλικα τέκνα του.Επίσης, η ενάγουσα, κατά τη διάρκεια της εν λόγω έγγαμης συμβίωσης, ήταν ιδιωτική υπάλληλος, εργαζόμενη στην εταιρία με την επωνυμία «…. .», με μηνιαίες αποδοχές ποσού 640 ευρώ, και αφού, στις 24-7-2014, απολύθηκε από την εργασία της αυτή, εργαζόταν, με καθεστώς μερικής απασχόλησης, ως υπάλληλος γραφείου στην ιδιωτική εταιρία με την επωνυμία «…………..», με μηνιαίες αποδοχές ποσού 450 ευρώ περίπου, μέχρι την 18-10-2018, που αυτή κατέστη άνεργη και εγγράφηκε στο μητρώο ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ. προς σχετική επιδότηση (βλ. τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως βεβαιώσεις του Ο.Α.Ε.Δ.), εκτός χρονικού διαστήματος ολίγων ημερών, δηλαδή από 5-3-2019 έως 13-3-2019, που αυτή απασχολήθηκε ως υπάλληλος γραφείου στην εταιρία με την επωνυμία «…………….» με μηνιαίο μισθό 780 ευρώ (βλ. την από 13-3-2019 καταγγελία σύμβασης εργασίας). Πάντως, ενόψει του ότι η ενάγουσα δεν διαθέτει κάποια επαγγελματική κατάρτιση ή εμπειρία και οι γραμματικές της γνώσεις περιορίζονται στη βασική εκπαίδευση, σε συνδυασμό με την ως άνω μικρή ηλικία των εν λόγω τέκνων της, των οποίων ασκεί την επιμέλεια, καθώς και λόγω της σύγχρονης κρίσης στον τομέα της απασχόλησης και της ύπαρξης σημαντικού ποσοστού ανέργων στον πληθυσμό της Ελλάδος, καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερές να απασχοληθεί αυτή επαγγελματικώς, χωρίς,όμως, να αποκλείεται εντελώς τέτοια περίπτωση, έστω καιμε αποδοχές που δεν θα καλύπτουν πλήρως της ανάγκες της διατροφής της. Εξάλλου, η ενάγουσα διαμένει με τα ανωτέρω ανήλικα τέκνα της στο διαμέρισμα που αποτελούσε την οικογενειακή στέγη στον Κορυδαλλό Αττικής, (οδός ………..), το οποίο είχε μισθώσει ο εναγόμενος από τη μητέρα της ενάγουσας και η τελευταία (ενάγουσα) συνεχίζει πλέον,για λογαριασμό της, τη σχετική μίσθωση, καταβάλλοντας μηνιαίο μίσθωμα ποσού 300 ευρώ (βλ. τουπ’ αριθ. ……./13-7-2017 αντίγραφο της υποβληθείσας δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης και την υπ’ αριθ. …../29-7-2014 απόδειξη υποβολής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τα από 29-6-2014 και 30-6-2017 ιδιωτικά συμφωνητικά κατοικίας, καθώς και τις από 28-12-2016, 29-6-2017, 29-10-2027 και 30-10-2017, 5-6-2017, 1-7-2017 και 26-8-2017 αποδείξεις καταβολής μισθώματος). Σημειωτέον ότι δεν προέκυψε από κάποιο στοιχείο ότι η χρήση της ανωτέρω οικίας της ενάγουσας γίνεται κατά δωρεάν παραχώρηση από τη μητέρα της, χωρίς την καταβολή μισθώματος, όπως αβασίμως ισχυρίζεται ο εναγόμενος, ενόψει του ότι σε τέτοια περίπτωση δεν θα υπήρχε η δήλωση της σχετικής μισθώσεως προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη φορολογική επιβάρυνση της μητέρας της ενάγουσας. Επιπλέον, η ενάγουσα επιβαρύνεται με τις λοιπές δαπάνες που αφορούν την κατοικία της (για τη χρήση των εγκαταστάσεων οργανισμών κοινής ωφέλειας, δαπάνες κοινοχρήστων, εν γένει οικιακές ανάγκες κλπ). Τέλος, δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα διαθέτει κάποια περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ενώ αυτή δεν βαρύνεται με άλλες ιδιαίτερες δαπάνες, πλην των συνήθων για τη διατροφή και τη συντήρηση της ίδιας και των προαναφερθέντων ανήλικωντέκνων της, στα οποία παρέχει, άλλωστε, τις συνδεόμενες με τη συνοίκηση προσωπικές υπηρεσίες της (παροχή τροφής, φροντίδα της ενδύσεως κλπ) που είναι αποτιμητές σε χρήμα. Σημειωτέον ότι από τις φωτογραφίες της ενάγουσας και οικείων προσώπων αυτής, που προσκομίζει ο εναγόμενος, οι οποίες έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδα μέσου κοινωνικού δικτύωσης (χωρίς να προκύπτει περιορισμός στην ελεύθερη πρόσβαση σ’ αυτές), δεν μπορεί να συναχθεί ότι η ενάγουσα δαπανά σημαντικά χρηματικά ποσά για την προσωπική αναψυχή της, όπως αβασίμως αυτός (εναγόμενος) ισχυρίζεται, ενόψει του ότι στις φωτογραφίες αυτές απεικονίζονται περιστάσεις συνήθης ψυχαγωγικής δραστηριότητας του μέσου κοινωνικώς ατόμου.Ως εκ τούτου, ενόψει των ως άνω οικονομικών δυνατοτήτων των διαδίκων και των εν γένει περιστάσεων, η ενάγουσα έχει αξίωση διατροφής κατά του εναγομένου συζύγου της, η οποία (διατροφή) πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των 130 ευρώ μηνιαίως. Το ποσό αυτό είναι ανάλογο με τις ανάγκες αυτής, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής της (οίκηση, τροφή, ένδυση κλπ) και αποτελεί την αναλογία που ο εναγόμενος σύζυγος της (ήδη τέως) ήταν υποχρεωμένος να συνεισφέρει στα πλαίσια της έγγαμης συμβίωσης τους, με μέτρο τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής τους. Εξάλλου, η ένσταση περί καταχρηστικής ασκήσεως της εν λόγω αξίωσης διατροφής της ενάγουσας (άρθρο 281 του ΑΚ), που προέβαλε πρωτοδίκως ο εναγόμενος και την οποία επαναφέρει με τις προτάσεις που αυτός, νομίμως, κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ισχυριζόμενος ότι η διακοπή της έγγαμης συμβίωσης οφείλεται αποκλειστικώς σ’ αυτήν (ενάγουσα) και ότι η τελευταία διαθέτει εισοδήματα με τα οποία μπορεί να καλύπτει εξ’ ολοκλήρου τις δικές της ανάγκες, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα σχετικά περιστατικά, είναι απορριπτέα ως αβάσιμη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι η ενάγουσα δικαιούται λόγω της ως άνω διατροφής της το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως έσφαλε ως προς εκτίμηση των αποδείξεων, κατά το σχετικό βάσιμο (μερικώς) λόγο (3ο) της εφέσεως.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, κατά τον ως άνω κρίσιμο χρόνο, από τα προαναφερθέντα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, ο …………… ήταν μαθητής δημόσιου δημοτικού σχολείου και ο ………….. συμμετείχε σε ολοήμερο επιδοτούμενο πρόγραμμα παιδικού σταθμού («…..»), στον Κορυδαλλό Αττικής, χωρίς να υπάρχει υποχρέωση καταβολής σχετικών διδάκτρων. Επίσης, τα προαναφερθέντα ανήλικα τέκνα συμμετείχαν σε διάφορες αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες στον «………..» με συνδρομή ποσού 48 ευρώ έκαστο (βλ. τις από 3-9-2018 αποδείξεις είσπραξης) και στον «………» με μηνιαία δίδακτρα ποσού 28 ευρώ (και για τα δύο τέκνα βλ. τις από 31-10-2018, 5-12-2018 και 23-1-2019 αποδείξεις είσπραξης). Ακόμη, το τέκνο ………….. παρουσιάζει σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητα συμπεριφοράς, με αποτέλεσμα μαθησιακές δυσκολίες και για το λόγο αυτό έχει ανάγκη σχετικής θεραπείας (βλ. το υπ’ αριθ. ……/….-2018 ιατρικό πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Πεντέλης). Μάλιστα, ήδη, παρέχεται σ’ αυτόν (………….) σχετική θεραπεία από την εταιρία με την επωνυμία «…………….», το κόστος της οποίας ανέρχεται στο ποσό των 1.800 ευρώ για χρονικό διάστημα 12 μηνών (βλ. το από 17-9-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό σύμβασης παροχής υπηρεσιών θεραπείας-εκπαίδευσης ορισμένου χρόνου). Επιπλέον, υφίστανται δαπάνες για την ιατρική περίθαλψη των τέκνων αυτών και συγκεκριμένα για την τακτική εξέτασή τους απόπαιδίατρο, ποσού 40 ευρώ για εκάστη (βλ. τις υπ’ αριθ. ………. αποδείξεις παροχής υπηρεσιών του παιδίατρου …………..), ανεξαρτήτως, της μερικής κάλυψης τέτοιων δαπανών από τον οικείο φορέα κοινωνικής ασφάλισης. Σημειωτέον ότι οι ως άνω δαπάνες, οι οποίες αφορούν τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, δεν κρίνονται υπερβολικές, καθόσον, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, αποτελούν συνήθεις δαπάνες της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας, αναγκαίες για την ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη των ανηλίκων τέκνων. Εξάλλου, τα προαναφερθέντα ανήλικα τέκνα των διαδίκων στερούνται περιουσίας και λόγω της ηλικίας τους δεν μπορούν να εργασθούν για να αποκτήσουν εισόδημα από εργασία, έτσι, η αντιμετώπιση των δαπανών για την εν γένει διαβίωση τους (διατροφή, ένδυση, εκπαίδευση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ψυχαγωγία, μετακίνηση κλπ) εξαρτάται αποκλειστικά από τους γονείς τους, κατά συνέπεια υπάρχει, καταρχήν, νόμιμη υποχρέωση των διαδίκων γονέων τους για τη διατροφή τους.
Σύμφωνα με τις προεκτεθείσες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων και τις ως άνω ανάγκες των ανηλίκων τέκνων τους, η μηνιαία διατροφή των τελευταίων, για το ως άνω χρονικό διάστημα, προσδιορίζεται μηνιαίως στο ποσό των 370 ευρώ για τον …………. και στο ποσό των 350 ευρώ για τον ………….. Το ποσό αυτό επαρκεί για την κάλυψη των ως άνω αναγκών των προαναφερθέντων ανηλίκων τέκνων, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής και ανταποκρίνονται στις απαραίτητες ως προς την ηλικία τους δαπάνες για την εν γένει ανατροφή, συντήρηση και εκπαίδευσή τους, δηλαδή για διατροφή, ένδυση, εκπαίδευση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ψυχαγωγία, μετακίνηση κλπ. Περαιτέρω, από τα ως άνω ποσά (των 370 και 350 ευρώ) ο εφεσίβλητος – εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει ως μηνιαία διατροφή για τα προαναφερθέντα ανήλικα τέκνα του το ποσό των 270 ευρώ για τον …………. και το ποσό των 250 ευρώ για τον …………., ενόψει του ότι το υπόλοιπο, δηλαδή το ποσό των 100 ευρώ για κάθε τέκνο, αποτελεί την ανάλογη συνεισφορά της ενάγουσας μητέρας τους, γενομένης κατά ένα μέρος δεκτήςτης σχετικής ένστασης (άρθρο 1489 παρ. 2 ΑΚ), που προέβαλε πρωτοδίκως ο εφεσίβλητος – εναγόμενος, η οποία επαναφέρεται με τις προτάσεις που νομίμως αυτός κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι η προαναφερθείσα συνεισφορά της εφεσίβλητης – ενάγουσας διενεργείται με την παροχή των υπηρεσιών της, που αφορούν την προσωπική ενασχόλησή της με την περιποίηση και φροντίδα των ανηλίκων τέκνων της, η οποία αποτιμάται σε χρήμα, με την παροχή στέγης σ’ αυτά (συμπεριλαμβανομένων των συναφών δαπανών της συνοίκηση). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι ο εκκαλών – εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει ως μηνιαία διατροφή για τα προαναφερθέντα ανήλικα τέκνα του το ποσό των 250 ευρώ για το καθένα, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά το σχετικό βάσιμο (μερικώς) λόγο (2ο υπό στοιχείο Α) της υπό κρίση εφέσεως, όσον αφορά στο τέκνο …………., ενώ δεν έσφαλε όσον αφορά στο τέκνο …………., απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου (2ου υπό στοιχείο Β) της εφέσεως.
Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη έφεση, ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, ως προς τους προαναφερθέντες λόγους της, και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς όλα τα κεφάλαιά της, για την ενότητα της εκτέλεσης (βλ. ΑΠ 1279/2004 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26 642, ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔνη 48 1507, Β. Βαθρακοκοίλη «Η έφεση» σελ. 595 παρ. 2383), αφού δε η εν λόγω υπόθεση κρατηθεί προς εκδίκαση κατ’ ουσίαν στο Δικαστήριο αυτό (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνει μερικώς δεκτή η ανωτέρωαγωγή και να υποχρεωθεί ο εφεσίβλητος -εναγόμενος να καταβάλλει στην εκκαλούσα – ενάγουσα, α)με την ιδιότητά της ως ασκούσας την επιμέλεια των προαναφερθέντων ανηλίκων τέκνων της και για λογαριασμό τους, ως μηνιαία διατροφή τους, το ποσό των 270 ευρώ για τον …………. . και το ποσό των 250 ευρώ για τον …………. ., εντός των πρώτων πέντε ημερών κάθε μήνα, για το χρονικό διάστημα από την επομένη (ημέρα) επίδοσης της αγωγής (12-8-2016) έως την 30-9-2019, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε ως άνω χρηματικής παροχής έως την εξόφλησή της και β)στην ίδια (ενάγουσα) ατομικώς ως μηνιαία διατροφή της, το ποσό των 130 ευρώ, εντός των πρώτων πέντε ημερών κάθε μήνα, για το χρονικό διάστημα από την επομένη (ημέρα) επίδοσης της αγωγής έως την 23-5-2019, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε ως άνω χρηματικής παροχής έως την εξόφλησή της. Επίσης, ο ανωτέρω πρόσθετος λόγος της εφέσεως πρέπει να απορριφθεί κατ’ ουσίαν. Εξάλλου, ενόψει του ότι κατά το χρόνο έκδοσης της παρούσας αποφάσεως οι διάδικοι δεν έχουν πλέον την ιδιότητα των συζύγων (βλ. ΕφΑθ 4127/2011 ΕλλΔνη 2012 491), τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ αυτών (διαδίκων), αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 παρ. 1 του ΚΠολΔ), και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας – ενάγουσας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της (άρθρο 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ) και κατά το σχετικό βάσιμο λόγο (6ο) της εφέσεως, εις βάρος του εφεσίβλητου – εναγομένου (άρθρα 176, 183 του ΚΠολΔ), συνυπολογιζομένων των προκαταβληθέντων, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει όσα στο σκεπτικό κρίθηκαν ως απορριπτέα.
Δέχεται τυπικώς και κατ’ ουσίαν την έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλούμενη υπ’αριθ.1622/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,
Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση, η οποία αφορά στην από 2-8-2016 (υπ’ αριθ. ………./11-8-2016 εκθέσεως καταθέσεως)αγωγή.
Δέχεται κατά ένα μέρος την ανωτέρω αγωγή.
Υποχρεώνει τον εφεσίβλητο – εναγόμενο να καταβάλλει στην εκκαλούσα – ενάγουσα, α)με την ιδιότητά της ως ασκούσας την επιμέλεια των ακολούθως αναφερομένων ανηλίκων τέκνων της και για λογαριασμό τους, ως μηνιαία διατροφή τους, το ποσό των διακοσίων εβδομήντα (270) ευρώ για τον …………. . και το ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ για τον …………. ., εντός των πρώτων πέντε ημερών κάθε μήνα, για το χρονικό διάστημα από την επομένη (ημέρα) επίδοσης της αγωγής έως την 30-9-2019, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε ως άνω χρηματικής παροχής έως την εξόφλησή της και β)στην ίδια (ενάγουσα) ατομικώς ως μηνιαία διατροφή της, το ποσό των εκατόν τριάντα (130) ευρώ, εντός των πρώτων πέντε ημερών κάθε μήνα, για το χρονικό διάστημα από την επομένη (ημέρα) επίδοσης της αγωγής έως την 23-5-2019, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε ως άνω χρηματικής παροχής έως την εξόφλησή της.
Καταδικάζει τον εφεσίβλητο – εναγόμενο στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας – ενάγουσας, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, στο οποίο περιλαμβάνεται και το ποσό που έχει ήδη προκαταβάλει ο εφεσίβλητος – εναγόμενος.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στις 21-9-2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ