Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 637/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης

637/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Κωττάκη, Εφέτη, Μαρία Δανιήλ, Εφέτη – Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου τα κάτωθι δικόγραφα: α) Η από 29.12.2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …./30.12.2015 και ../…/24.10.2018) έφεση της εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ενάγουσας των ασκηθεισών ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 17.7.2009 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…./17.7.2009) και από 20.1.2010 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…./5.2.2010) αγωγών κατά των  μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………..» και …………. αντίστοιχα, και επίσης ασκήσασας ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου την από 20.1.2010 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …/5.2.2010) ανακοίνωση της εκκρεμούς επί της δεύτερης αγωγής δίκης προς την εναγόμενη της πρώτης αγωγής μονοπρόσωπη εταιρία περιορισμένης ευθύνης, και β) το από 7.10.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/8.10.2019) δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης της εκκαλούσας, αμφότερα απευθυνόμενα κατά της εκδοθείσας επί των προαναφερθεισών αγωγών και ανακοίνωσης δίκης υπ’αριθμ. 5939/2013 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, που απέρριψε καθ’ολοκληρίαν τις αγωγές αυτές ως απαράδεκτες, τα οποία πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της προφανούς μεταξύ τους συνάφειας και προς διευκόλυνση της διεξαγωγής της δίκης (άρθρο 246 του ΚΠολΔ).

Ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ασκήθηκαν τα κάτωθι αναφερόμενα δικόγραφα της ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας με την επωνυμία «…………»: 1) Η από 17.7.2009 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……./17.7.2009) αγωγή, με την οποία ζητήθηκε να καταδικασθεί η εναγόμενη μονοπρόσωπη εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………….» σε δήλωση βούλησης περί επαναμεταβίβασης της κυριότητας του αναφερομένου στο δικόγραφο πλοίου (επαγγελματικού σκάφους αναψυχής) με την ονομασία “Α” στην ενάγουσα, με ταυτόχρονη καταβολή εκ μέρους της τελευταίας προς το μη διάδικο στη δίκη …………  του χρηματικού ποσού, που δικαιούται αυτός να λάβει δυνάμει του από 19.4.2014 ιδιωτικού συμφωνητικού, καταρτισθέντος μεταξύ της ενάγουσας, εκπροσωπηθείσας διά του ειδικά εξουσιοδοτηθέντος προς τούτο μετόχου της (κυρίου της πλειοψηφίας των μετοχών της) ………. και του ανωτέρω ……….., τις απορρέουσες από το εν λόγω συμφωνητικό υποχρεώσεις του οποίου αναδέχθηκε σωρευτικά η εναγόμενη, ως ελεγχόμενη αποκλειστικά απ’αυτόν [είναι κύριος του συνόλου των μετοχών  της μοναδικής εταίρου της (της εναγομένης) αλλοδαπής εταιρίας με την επωνυμία “………” (………..)], όπως το ακριβές ύψος του οφειλομένου από το συμφωνητικό ποσού θα συμφωνηθεί μεταξύ τους ή θα προσδιορισθεί τελεσιδίκως, ή με την περιέλευση του ………. σε κατάσταση υπερημερίας περί την αποδοχή του ποσού αυτού. Eιδικότερα με την αγωγή ζητήθηκε να καταδικασθεί η εναγόμενη σε δήλωση βούλησης, που θα υποκαθιστά α) την υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου της ενώπιον των αρμοδίων Λιμενικών Αρχών, στο συνταχθησόμενο σχετικώς αγοραπωλητήριο έγγραφο, για τη μεταβίβαση της κυριότητας στην ενάγουσα του ως άνω σκάφους, ελευθέρου βαρών, έναντι καταβολής από την τελευταία του ποσού της οφειλής της προς το ………. από το προαναφερθέν ιδιωτικό συμφωνητικό, με το οποίο, όπως εκτίθεται στο δικόγραφο, ανέλαβε αυτός την υποχρέωση να εξοφλήσει το ποσό του δανείου της ενάγουσας προς την τράπεζα ………, που επέσπευδε πλειστηριασμό του εν λόγω σκάφους για την ικανοποίηση της απαίτησής της από τη δανειακή σύμβαση, και σε αντάλλαγμα θα εκμεταλλευόταν το σκάφος ο ίδιος ως εφοπλιστής του διά της εκναύλωσής του (η ενάγουσα θα εδικαιούτο το 50% του καθαρού ναύλου εκάστης ναύλωσης, εκτός εάν ο ……….. εξεδήλωνε τη βούληση να παρακρατήσει το σύνολο του ποσού του ναύλου, προκειμένου να εξοφληθεί η οφειλή της ενάγουσας εκ της εκ μέρους του αποπληρωμής του δανείου της, των τόκων, προμηθειών και εξόδων του δανείου αυτού συμπεριλαμβανομένων στο χρέος της), και θα το μεταβίβαζε σε εταιρία της επιλογής και του ελέγχου του, η οποία και θα συνήπτε σύμβαση δανείου για την αποπληρωμή της οφειλής της ενάγουσας, έχοντας μάλιστα (ο ……….., συμβληθείς στο συμφωνητικό) το δικαίωμα ακόμη και να το πωλήσει προς εξόφληση της σε βάρος της απαίτησής του από το συμφωνητικό, προβλεπομένου όμως δικαιώματος και της ενάγουσας, για όσο χρονικό διάστημα ο αντισυμβαλλόμενός της εκμεταλλευόταν το σκάφος, να το επαναγοράσει ανά πάσα στιγμή αντί τιμήματος ανερχομένου στα διαλαμβανόμενα στο δικόγραφο χρηματικά ποσά, εκ των οποίων το καταβληθέν ποσό του δανείου θα αποδίδετο μειωμένο κατά τα εισπραχθέντα από την εκμετάλλευση απ’αυτόν του σκάφους ποσά, με την περαιτέρω επίκληση ότι σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων συστάθηκε η εναγόμενη, η οποία περιήλθε υπό τον πλήρη και απόλυτο έλεγχο του …………, κατέβαλε το ποσό του δανείου της ενάγουσας από το προϊόν δανειακής σύμβασης, που η ίδια συνήψε με την Τράπεζα Πειραιώς, συσταθείσης απλής ναυτικής υποθήκης υπέρ της τελευταίας σε βάρος του σκάφους για το ποσό των 15.000.000 δολαρίων Η.Π.Α., και απέκτησε την κυριότητα αυτού δυνάμει φερομένης (εικονικής) σύμβασης πώλησης με την ενάγουσα (καταχωρηθείσας στο νηολόγιο), με αναγραφόμενο στο συνταχθέν σχετικώς συμφωνητικό της 10ης.5.2004 τίμημα, το οποίο υπολείπετο της πραγματικής αξίας του, και ταυτιζόταν με το καταβληθέν ποσό της οφειλής της ενάγουσας προς την τράπεζα ………….., ότι η εναγόμενη σωρευτικά με το ………. αναδέχθηκε τις υποχρεώσεις αυτού από το ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό, και τέλος ότι, αν και η ενάγουσα έχει ήδη εξασφαλίσει το χρηματικό ποσό, στο οποίο, κατά τους υπολογισμούς της, ανέρχεται το τίμημα της επαναγοράς του σκάφους με βάση τα συμφωνηθέντα στις 19.4.2004, η εναγόμενη διαπραγματεύεται την πώληση του σκάφους σε τρίτους, αρνούμενη να συμπράξει στην επαναμεταβίβαση της κυριότητας αυτού, όπως υποχρεούται με βάση το ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό, άλλως διότι η μεταξύ τους πώληση είναι άκυρη ως εικονική, καθώς συνήφθη όχι στα σοβαρά, αλλά κατά το φαινόμενο και μόνο, εν γνώσει αμφοτέρων, ενώ έγκυρη είναι η καλυπτόμενη απ’αυτήν δικαιοπραξία, δηλαδή η εξασφαλιστική σύμβαση, που αποτελεί τη νόμιμη αιτία της μεταβίβασης, και όχι η πώληση, αφού στην πραγματικότητα τα συμβαλλόμενα μέρη δε θέλησαν να καταρτίσουν αγοραπωλησία, αλλά απέβλεψαν σε καταπιστευτική μεταβίβαση της κυριότητας του σκάφους, προκειμένου να εξασφαλισθεί η απαίτηση της εναγομένης από το επίμαχο ιδιωτικό συμφωνητικό, με αποτέλεσμα η εναγόμενη να είναι υποχρεωμένη να επαναμεταβιβάσει στην ενάγουσα την κυριότητα του σκάφους με την εξόφληση της ασφαλιζομένης απαίτησης, άλλως επικουρικώς διότι πρόκειται περί πώλησης, στην οποία περιλήφθηκε συμφωνία εξώνησης, β) την υπογραφή πρακτικού εταίρων της εναγομένης, που θα εγκρίνει τη μεταβίβαση του ένδικου σκάφους υπό τους προαναφερθέντες όρους, και θα εξουσιοδοτεί οποιοδήποτε άτομο της επιλογής της ενάγουσας προς υπογραφή του μεταβιβαστικού εγγράφου, και γ) την παροχή εξουσιοδότησης προς το νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας, ή προς οποιονδήποτε ενεργεί κατ’εντολήν του, να προβεί, στο όνομα και για λογαριασμό της εναγομένης, και με δαπάνες της τελευταίας, στις ειδικότερα αναφερόμενες στο δικόγραφο ενέργειες, που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης του σκάφους, καθώς και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να το αποδώσει στην ενάγουσα, ελεύθερο βαρών. Επικουρικώς δε ζητήθηκε με την ανωτέρω αγωγή, σε περίπτωση που κατά το στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης της εκδοθησομένης απόφασης, είτε δεν ανευρεθεί το σκάφος ούτως ώστε να αποδοθεί στην ενάγουσα, είτε αποδοθεί βεβαρημένο με την προαναφερθείσα υποθήκη υπέρ της Τράπεζας Πειραιώς, και, συνεπώς η εναγόμενη αδυνατεί για οποιονδήποτε λόγο να συμμορφωθεί στην επιβληθησόμενη υποχρέωσή της να παραδώσει το σκάφος στην ενάγουσα χωρίς βάρη, να υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στην ενάγουσα, στη μεν πρώτη περίπτωση (της αδυναμίας απόδοσης) το ποσό των 23.000.000 ευρώ, στο οποίο ανέρχεται κατά το χρόνο σύνταξης της αγωγής η αγοραία αξία του σκάφους, και το οποίο θα υποχρεωθεί η ενάγουσα  να δαπανήσει για να το αντικαταστήσει με άλλο σκάφος της αυτής αξίας, στη δε δεύτερη περίπτωση (της αδυναμίας απόδοσης χωρίς βάρη) το σε ευρώ ισόποσο κατά το χρόνο της πληρωμής των 15.000.000 δολαρίων Η.Π.Α., για το οποίο έχει εγγραφεί υποθήκη σε βάρος του σκάφους, πλέον τόκων από του χρόνου της αδυναμίας, και να καταδικασθεί η εναγόμενη στη δικαστική της δαπάνη. 2) Η από 20.1.2010 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …../5.2.2010) αγωγή της ως άνω ανώνυμης εταιρίας (ενάγουσας της πρώτης αγωγής), με την οποία ζητήθηκε, με την επίκληση των αυτών πραγματικών περιστατικών της πρώτης αγωγής, να παράσχει ο εναγόμενος ………. . λογοδοσία στην ενάγουσα, καθώς διαχειρίσθηκε το επίμαχο σκάφος, αρχικά από τις 10.5.2004, όταν και καταχωρήθηκε στο νηολόγιο η (καταπιστευτική) μεταβίβαση της κυριότητας του εν λόγω σκάφους προς την εναγόμενη της πρώτης αγωγής μονοπρόσωπη εταιρία περιορισμένης ευθύνης, σε εκτέλεση των μεταξύ τους συμφωνηθέντων (με το από 19.4.2004 ιδιωτικό συμφωνητικό), που προέβλεπε δικαίωμα αυτού να εκναυλώνει το σκάφος προς εξόφληση της απαίτησής του σε βάρος της ενάγουσας από το ίδιο συμφωνητικό διά των ναύλων, που θα εισέπραττε, και είτε να της καταβάλει το ήμισυ του καθαρού ποσού του ναύλου εκάστης ναύλωσης, είτε, κατόπιν δήλωσής του, να παρακρατεί το σύνολο των ναύλων για την αποπληρωμή της οφειλής της, μέχρι και τις 5.8.2008, οπότε και του επιδόθηκε εξώδικο έγγραφο, με το οποίο ουσιαστικά καταγγέλθηκε από την ενάγουσα η μεταξύ τους εσωτερική σχέση, που, τοιουτοτρόπως, έληξε, και ακολούθως (το διαχειρίσθηκε) αυτοβούλως και εν τοις πράγμασι συνεχώς έκτοτε και στο εξής, χωρίς ουδέποτε να της αποδώσει λογαριασμό, και ειδικότερα ζητήθηκε να υποχρεωθεί αυτός σε λογοδοσία για το χρονικό διάστημα από τις 10.5.2004 έως και την πρώτη στο ακροατήριο συζήτηση της αγωγής, διά της κατάθεσης γραπτού λογαριασμού στο Γραμματέα του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ο οποίος θα περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων (των εισπράξεων από τις συναφθείσες ναυλώσεις του σκάφους) και των εξόδων (το ύψος της απαίτησής του εκ του συμφωνητικού, όπως είχε διαμορφωθεί κατά το χρόνο εκάστης είσπραξης) και το προκύπτον κατάλοιπο, ομού μετά των απαραίτητων δικαιολογητικών, ν’απαγγελθεί σε βάρος του προσωπική κράτηση διαρκείας 1 έτους, και χρηματική ποινή, ποσού 5.900 ευρώ, για την περίπτωση μη εκπλήρωσης της προς λογοδοσία υποχρέωσής του, να υποχρεωθεί να καταβάλει στην ενάγουσα το τυχόν υπέρ αυτής κατάλοιπο του λογαριασμού και να καταδικασθεί στη δικαστική της δαπάνη. 3) Η από 20.1.2010 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……./5.2.2010) ανακοίνωση δίκης της ενάγουσας των ανωτέρω αγωγών, με την οποία η τελευταία ανακοίνωσε την εκκρεμή επί της από 20.1.2010 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ…../5.2.2010) αγωγής της δίκη (με εναγόμενο το ………..) προς την εναγόμενη της από 17.7.2009 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……/17.7.2009) αγωγής της μονοπρόσωπη εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………..». Επί των ανωτέρω αγωγών και ανακοίνωσης δίκης εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η υπ’αριθμ. 4484/2011 μη οριστική απόφαση του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, αφού κρίθηκε ότι η δήλωση παραίτησης από τα δικόγραφα των αγωγών και της ανακοίνωσης δίκης, στην οποία προέβη κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο ο παρασταθείς ως πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας και ανακοινώσασας τη δίκη ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας ………., και στην οποία εναντιώθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εναγομένων εκάστης αγωγής και της καθ’ης η ανακοίνωση της δίκης, ισχυρισθείς ότι ουδεμία έννομη συνέπεια επάγεται, διότι η εν λόγω ανώνυμη εταιρία στερείται διοικητικού συμβουλίου, με αποτέλεσμα να μη συντρέχει η διαδικαστική προϋπόθεση του άρθρου 64 παρ.2 του ΚΠολΔ αφενός, αφετέρου ελλείψει νομίμου εκπροσώπου, το νομικό πρόσωπο αυτής να μη δύναται να διορίζει νομικούς παραστάτες, δεν είναι νόμιμη, ελλείψει σχετικής πληρεξουσιότητας του δηλώσαντος αυτήν δικηγόρου, και, συνακόλουθα, δεν επιφέρει τα αποτελέσματα του άρθρου 294 του ΚΠολΔ, ήτοι την κατάργηση των εκκρεμών δικών επί των προαναφερθέντων δικογράφων, στη συνέχεια αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου να συμπληρωθούν οι ελλείψεις αναφορικά με την ικανότητα δικαστικής παράστασης της ως άνω διαδίκου και της ύπαρξης πληρεξουσιότητας του παρασταθέντος ως πληρεξουσίου δικηγόρου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 67 παρ.1 και 105 του ΚΠολΔ αντίστοιχα, κατόπιν αυτεπάγγελτου ελέγχου, αλλά και υποβολής σχετικού ισχυρισμού των αντιδίκων της, και ειδικότερα, προκειμένου, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την επίδοση της απόφασης α) με επιμέλεια του επιμελεστέρου των διαδίκων να προσκομισθεί βεβαίωση της Διεύθυνσης Εταιριών της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, από την οποία να αποδεικνύεται ότι έχει εκλεγεί διοικητικό συμβούλιο αυτής, το οποίο και την εκπροσωπεί στη δίκη, και β) εντός της ίδιας προθεσμίας να προσκομισθεί συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, με το οποίο παρέχεται πληρεξουσιότητα στον παρασταθέντα δικηγόρο της για τη διεξαγωγή της δίκης επί απάντων των ανωτέρω δικογράφων. Οι εναγόμενοι των αγωγών αυτών και η καθ’ης η ανακοίνωση δίκης (εναγόμενη της πρώτης αγωγής) με την από 20.11.2011 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………./2011) κλήση τους, νόμιμα επανέφεραν προς συζήτηση άπαντα τα δικόγραφα ενώπιον του ανωτέρω Δικαστηρίου, δεδομένου ότι κατά την ορισθείσα προς συζήτηση αυτών δικάσιμο (στις 28.5.2013) είχε ήδη παρέλθει η εξάμηνη προθεσμία, που χορηγήθηκε με την προηγουμένως εκδοθείσα επί της υπόθεσης υπ’αριθμ. 4484/2011 μη οριστική απόφαση, αρξάμενη από την επίδοση αυτής, η οποία έλαβε χώρα στις 6.2.2012 (βλ. σχετ. την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. …/6.2.2012 έκθεση επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δικαστικής Επιμελήτριας ………….) προς συμπλήρωση των ελλείψεων, που αφορούσαν στη ικανότητα δικαστικής παράστασης και τη νόμιμη εκπροσώπηση της ενάγουσας/ανακοινώσασας τη δίκη, ανώνυμης εταιρίας/νομικού προσώπου ούσας, καθώς και στην ύπαρξη πληρεξουσιότητας του παρασταθέντος ως πληρεξουσίου δικηγόρου της προς διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του ανωτέρω Δικαστηρίου στη δικάσιμο της 28ης.5.2013 εμφανίσθηκε η Δικηγόρος …………., η οποία δήλωσε ότι παρίσταται για λογαριασμό της καθ’ης η κλήση – ενάγουσας – ανακοινώσασας τη δίκη ως πληρεξουσία δικηγόρος της, και υπέβαλε αίτημα αναβολής εκδίκασης της υπόθεσης, μετά την απόρριψη του οποίου και αποχώρησε. Εκδόθηκε ακολούθως η υπ’αριθμ.5939/2013 οριστική απόφαση, αντιμωλία των διαδίκων, κατ’εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 280 παρ.4 του ΚΠολΔ, διότι κρίθηκε από το ανωτέρω Δικαστήριο ότι η εκούσια αποχώρηση της διαδίκου αυτής έλαβε χώρα μετά την έναρξη της κατ’ουσίαν συζήτησης της υπόθεσης κατά τη δικάσιμο της 1ης.3.2011 (εκδοθείσης αρχικά της υπ’αριθμ.4484/2011 μη οριστικής απόφασης), και η συζήτηση συνεχίσθηκε κατά τη δικάσιμο της 28ης.5.2013, με την οποία (ως άνω οριστική απόφαση) απορρίφθηκαν οι αγωγές ως απαράδεκτες λόγω έλλειψης των διαδικαστικών προϋποθέσεων των άρθρων 63, 64 και 65 του ΚΠολΔ, αφού έγινε δεκτό ότι η ενάγουσα  – ανώνυμη εταιρία δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος, που της έταξε η προαναφερθείσα μη οριστική απόφαση, και δεν προέβη σε συμπλήρωση των ελλείψεων όσον αφορά την ικανότητα δικαστικής παράστασής της στη δίκη και την ύπαρξη πληρεξουσιότητας του παρασταθέντος δικηγόρου της να την εκπροσωπήσει. Κατά της απόφασης αυτής η ενάγουσα, ως εν όλω ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό διάδικος, άσκησε: 1) Την από 29.12.2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ../30.12.2015 και …./794/24.10.2018) έφεσή της, με την οποία παραπονείται για την ως άνω απορριπτική κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, με την επίκληση των ειδικότερα αναφερομένων στο εφετήριο λόγων, που συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και 2) το από 7.10.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ../…./8.10.2019) δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης, με το οποίο πλήττεται το ήδη εκκληθέν κεφάλαιο, ζητώντας με αμφότερα τα δικόγραφα την καθολική εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την αναδίκαση της υπόθεσης, ούτως ώστε να γίνουν δεκτές οι αγωγές της ως νόμω και ουσία βάσιμες, και η ανακοίνωση δίκης.

Από τη διάταξη του άρθρου 64 § 2 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι τα νομικά πρόσωπα παρίστανται στο δικαστήριο με τα φυσικά πρόσωπα, που τα εκπροσωπούν σύμφωνα με το νόμο ή το καταστατικό ή τη συστατική ή την ιδρυτική πράξη τους. Η αντιπροσωπευτική εξουσία του φυσικού προσώπου, που εκπροσωπεί το νομικό πρόσωπο, αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, η οποία ερευνάται αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 73 του ΚΠολΔ. Κάθε νομικό πρόσωπο και συνεπώς και η ανώνυ­μη εταιρία επιτάσσεται με αναγκαστικού δικαίου διάταξη να έχει διοίκηση, είναι δε αυτό επιτακτική προϋπόθεση (άρθρο 65 του ΑΚ). Χωρίς διοίκηση το νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να υπάρχει σε ενέργεια. Εξάλλου, σύμφωνα με τον νόμο μόνον ο φορέας του αξιούμενου δικαιώματος έχει κατά κα­νόνα την εξουσία να εγείρει αγωγή ή να παραστεί στο δικαστήριο αιτούμενος τη δικαστική προστασία του δικαιώματος αυτού, προκειμένου δε περί νομικού προσώπου διάδικος είναι αυτό τούτο το νομικό πρόσωπο, το οποίο μπορεί να εναγάγει και να παραστεί επί δικαστηρίου με τον κατά νόμο ορισμένο αντιπρόσωπό του, με τον οποίο, ως το αρμόδιο όργανο, εκφράζεται η νόμιμη, έγκυρη προς τούτο βούληση του νομικού προσώπου. Έτσι, η ανώνυμη εταιρία εκπροσωπείται στο δικαστήριο από το διοικητικό της συμβούλιο, το οποίο ενεργεί συλλογικά, εκτός αν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 2190/1920, το οποίο ρυθμίζει την ικανότητα παράστασης στο δικαστήριο αποκλειστικά των ανώνυμων εταιριών που έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα (ΕφΑιγ 161/2011 ΕλλΔνη 2012.217). Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 18 παρ. 1 και 22 παρ. 1 και 3 του Ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιριών» προκύπτει, ότι η δικαστική ή εξώδικη εκπροσώπηση του νομικού προσώπου της ανώνυμης εταιρίας, γενικά ή για ορισμένου είδους πράξεις, ανήκει καταρχήν στο διοικητικό συμβούλιο αυτής, το οποίο ενεργεί για το σκοπό αυτό συλλογικά. Μπορεί, όμως, εφόσον τούτο ορίζεται στο καταστατικό, να ανατεθεί, ευθέως από αυτό ή διά του διοικητικού της συμβουλίου, η εκπροσώπησή της σε ένα ή περισσότερα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή στους διευθυντές της ή άλλα πρόσωπα ή και σε τρίτο (ΑΠ 1913/2013 ΧΡΙΔ 2014/419, ΑΠ 603/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 461/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 704/2010 ΕΕΜΠΔ 2011/385), τα οποία ενεργούν ως όργανα εκπροσώπησης του νομικού προσώπου της εταιρίας, κατά τα άρθρα 65, 67 και 68 του ΑΚ, εκφράζοντας τη βούλησή του. Στην αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας ανήκει η απόφαση για κάθε θέμα σχετικό με τη διοίκηση, διαχείριση της περιουσίας της εταιρίας και γενικά με την πραγματοποίηση του σκοπού της και συνεπώς και η απόφαση για την έγερση αγωγής (ΑΠ 1979/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 186/1989 ΕλλΔνη 31.394, ΕφΑθ 1706/2012 ΕλλΔνη 2012.565, ΕφΑθ 2070/2011 ΔΕΕ 2011.1241), ή την άσκηση ενδίκου μέσου. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 77 παρ.1 του ν.4548/2018 “Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιριών” (ΦΕΚ Α΄104/13.6.2018), από την έναρξη ισχύος του οποίου (την 1η.1.2019, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 190 παρ.1 αυτού), καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 63δ και 90 έως 146 του ν.2190/1920 (άρθρο 189 στοιχείο α΄του ιδίου νόμου): “Την εταιρία διοικεί το διοικητικό συμβούλιο. Η διοίκηση της εταιρίας περιλαμβάνει τη διαχείριση και τη δικαστική και εξώδικη εκπροσώπησή της. Με την επιφύλαξη του άρθρου 87, το διοικητικό συμβούλιο ενεργεί συλλογικά”, ενώ στη διάταξη του άρθρου 86 παρ.1 αυτού ορίζεται ότι:”Το διοικητικό συμβούλιο είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε πράξη που αφορά τη διοίκηση της εταιρείας, τη διαχείριση της περιουσίας της και την εν γένει επιδίωξη του σκοπού της”, και στη διάταξη του άρθρου 87 του εν λόγω νόμου ότι: “1. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αναθέτει τις εξουσίες της διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρίας σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μέλη του ή μη, εφόσον αυτό επιτρέπεται, σύμφωνα με το καταστατικό. Το καταστατικό μπορεί επίσης να επιτρέπει στο διοικητικό συμβούλιο ή να το υποχρεώνει να αναθέτει τον εσωτερικό έλεγχο της εταιρίας σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μη μέλη του. 2. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν, εφόσον δεν το απαγορεύει το καταστατικό και προβλέπεται από τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου, να αναθέτουν περαιτέρω την άσκηση των εξουσιών που τους ανατέθηκαν ή μέρους τούτων σε άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή τρίτους…3…4. Με διάταξη του καταστατικού ή με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, εφόσον το καταστατικό το επιτρέπει, μπορεί επίσης να συγκροτείται εκτελεστική επιτροπή και να ανατίθενται σ αυτήν ορισμένες εξουσίες ή καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή, η σύνθεση, οι αρμοδιότητες, τα καθήκοντα και ο τρόπος λήψης των αποφάσεων της εκτελεστικής επιτροπής, καθώς και κάθε θέμα που αφορά τη λειτουργία της ρυθμίζονται με το καταστατικό ή την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου σχετικά με τη συγκρότησή της”. Εξάλλου, τα νομικά πρόσωπα, σύμφωνα με το άρθρο 64 παρ. 2 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ, παρίστανται στο δικαστήριο με τους νομίμους εκπροσώπους τους (ΑΠ 609/1985 ΝοΒ 1986.402, ΕφΑθ 108/2011 ΕλλΔνη 2011.1074). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 67 παρ. 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ, αν υπάρχουν ελλείψεις σχετικά με την ικανότητα των διαδίκων για δικαστική παράσταση με το δικό τους όνομα ή σχετικά με τη νόμιμη εκπροσώπησή τους και την άδεια ή την εξουσιοδότηση που απαιτείται για τη διεξαγωγή της δίκης, εφόσον μπορούν να συμπληρωθούν, το δικαστήριο αναβάλλει την πρόοδο της δίκης και ορίζει προθεσμία για τη συμπλήρωση των ελλείψεων (ΑΠ 1182/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1473/2009 ΕφΑΔ 2009.1365, ΑΠ 1814/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).  Περαιτέρω, κατά το άρθρο 69 του ΑΚ, καθένας που διαθέτει έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να προκαλέσει το δικαστικό διορισμό προσωρινής διοίκησης νομικού προσώπου αν ελλείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκηση του νομικού προσώπου ή αν τα συμφέροντά τους συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για το διοικητικό συμβούλιο ανώνυμης εταιρίας, με την έννοια ότι κάθε μέτοχος έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει από το Μονομελές Πρωτοδικείο της περιφέρειας, όπου έχει την έδρα της η εταιρία, κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρο 786 παρ. 1 του ΚΠολΔ), το μεταβατικό διορισμό μελών του διοικητικού της συμβουλίου (ΟλΑΠ 18/2001, ΑΠ 765/2005 ΕλλΔνη 2005.1113) όταν αυτά ελλείπουν. Με την ως άνω διάταξη, που έχει εξαιρετικό χαρακτήρα, επιδιώκεται η προστασία των συμφερόντων του νομικού προσώπου και των τρίτων προσώπων (εταίρων, πιστωτών) που σχετίζονται με αυτό, αλλά και του ευρύτερου συνόλου, ενόψει της σημασίας που έχουν τα νομικά πρόσωπα και ιδιαίτερα οι εμπορικές εταιρίες, ως μέσο άσκησης οικονομικής δραστηριότητας. Το λειτούργημα δε των μελών της προσωρινής διοίκησης ανώνυμης εταιρίας που διορίστηκε για ορισμένο χρονικό διάστημα, λήγει με την πάροδο του χρόνου, έστω και αν δεν έπαψε να υπάρχει ο λόγος, που προκάλεσε το διορισμό, λόγου χάρη δεν εκλέχθηκε ακόμη αιρετή διοίκηση. Η μη εκλογή της τελευταίας δεν είναι λόγος για αυτόματη παράταση της θητείας της προσωρινής διοίκησης, που πρέπει να χορηγηθεί απο το Δικαστήριο, που διόρισε την προσωρινή διοίκηση. Συνεπώς, η μη ολοκλήρωση του έργου για το οποίο διορίσθηκε η προσωρινή διοίκηση και μέσα στην προθεσμία που έταξε το Δικαστήριο, δε δικαιολογεί την αυτόματη (χωρίς δικαστική απόφαση) παράταση της θητείας της προσωρινής διοίκησης μέχρι της αντικατάστασής της από το Δικαστήριο, διότι, ναι μεν ο διορισμός έγινε για την επιτέλεση ορισμένου έργου, πλην όμως αυτό πρέπει να επιχειρηθεί μέσα στην προθεσμία, που όρισε η δικαστική απόφαση, που διόρισε την προσωρινή διοίκηση. Η μη ολοκλήρωση του έργου δεν μπορεί να οδηγήσει σε αυτόματη παράταση της προθεσμίας, καθώς αυτό θα προκαλούσε ανασφάλεια δικαίου. Κατά συνέπεια, η πάροδος του χρόνου μέσα στον οποίο έπρεπε να ενεργήσει η προσωρινή διοίκηση, χωρίς να ολοκληρωθεί το έργο οδηγεί στην παύση του λειτουργήματος αυτού και πρέπει να υποβληθεί προς το Δικαστήριο αίτηση παράτασης της θητείας της προσωρινής διοίκησης ή αίτηση διορισμού νέας προσωρινής διοίκησης (ΕφΑθ 8408/1998 ΕλλΔνη 1999.407). Τέλος, με τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ.1, και 104 του ΚΠολΔ ορίζεται, αντιστοίχως: α) Στα πολιτικά δικαστήρια [..] οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, β) η πληρεξουσιότητα δίνεται είτε με συμβολαιογραφική πράξη είτε με προφορική δήλωση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση είτε με ιδιωτικό έγγραφο, εφόσον η υπογραφή εκείνου που παρέχει την πληρεξουσιότητα βεβαιώνεται από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρμόδια αρχή ή από δικηγόρο, μπορεί να αφορά ορισμένες ή όλες τις δίκες εκείνου, που την παρέχει και πρέπει να αναγράφει και τα ονόματα των πληρεξουσίων, γ) για τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τις κλήσεις έως τη συζήτηση στο ακροατήριο θεωρείται, ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, ενώ για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και, αν δεν υπάρχει, κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως. Το δικαστήριο, εξετάζει αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της. Σύμφωνα δε με το άρθρο 105 του ΚΠολΔ, αν αυτός που παρίσταται ως πληρεξούσιος δεν αποδεικνύει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της έλλειψης και να επιτρέψει σε εκείνον που δεν αποδεικνύει την πληρεξουσιότητά του να συμμετάσχει στη δίκη προσωρινά. Το κύρος των πράξεων που επιτράπηκαν εξαρτάται από την εμπρόθεσμη συμπλήρωση της έλλειψης. Η οριστική απόφαση δεν επιτρέπεται να εκδοθεί προτού συμπληρωθεί η έλλειψη ή πριν παρέλθει η προθεσμία που ορίσθηκε. Αν δε συμπληρώθηκε η έλλειψη μέσα στην προθεσμία που ορίσθηκε, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης και καταδικάζει εκείνον που παραστάθηκε χωρίς πληρεξουσιότητα να πληρώσει τα έξοδα που προκλήθηκαν από την παράστασή του (βλ. ΑΠ 1473/2009 ΕφΑΔ 2009.1365, ΑΠ 54/2008 ΕφΑΔ 2008.570, ΑΠ 1509/2004 ΕΕΝ 2005.526, ΕφΠατρ 480/2010 ΑχΝομ 2010.363). Με την ως άνω διάταξη του άρθρου 105 του ΚΠολΔ, η ρύθμιση της οποίας αποτελεί έκφανση της αρχής για την έγκριση των πράξεων από το διάδικο, στο όνομα του οποίου ενεργήθηκαν από το δικηγόρο που δεν είχε πληρεξουσιότητα, διευκολύνεται η απόδειξη της πληρεξουσιότητας κατά τρόπο ανάλογο εκείνου της συμπλήρωσης της ικανότητας για δικαστική παράσταση (άρθρο 67 ΚΠολΔ), προς το σκοπό αποτροπής απόρριψης των αιτήσεων παροχής έννομης προστασίας για τυπικούς λόγους και παρέλκυσης, συνακόλουθα, των δικών. Σημειωτέον ότι ο διάδικος για λογαριασμό του οποίου παραστάθηκε ως πληρεξούσιος δικηγόρος πρόσωπο που δεν είχε σχετική πληρεξουσιότητα δικαιούται να εγκρίνει μεταγενεστέρως τις πράξεις του εν λόγω δικηγόρου (βλ. ΑΠ 835/2010 ΕφΑΔ 2010.1223). Η έλλειψη της αναγκαίας πληρεξουσιότητας και, κατ’επέκταση, το απαράδεκτο ή η ακυρότητα που προκαλεί, καλύπτονται αναδρομικά, αν ο διάδικος, που εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο χωρίς πληρεξουσιότητα, εγκρίνει στη συνέχεια τις μέχρι τότε πράξεις του δικηγόρου, η έγκριση δε αυτή, όταν δεν πρόκειται για ειδική πληρεξουσιότητα, μπορεί να είναι και σιωπηρή, συναγόμενη ιδίως από τη νόμιμη παράσταση του διαδίκου σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, χωρίς επιφύλαξη ως προς το κύρος των προηγούμενων πράξεων, και μάλιστα είναι αδιάφορο αν παρίσταται με τον ίδιο ή άλλο δικηγόρο, αφού η έγκριση αφορά τις πράξεις και όχι το πρόσωπο (ΑΠ 932/2014, 1085/2000, 2018/2009, 36/2006, 1085/2000, 203/2003 άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος).

Οι εφεσίβητοι – καθ’ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης με τις νομότυπα κατατεθείσες προτάσεις τους ισχυρίζονται πρωτίστως ότι η εκκαλούσα/ασκήσασα τους πρόσθετους λόγους έφεσης – ανώνυμη εταιρία στερείται διοίκησης και, επομένως, νόμιμης εκπροσώπησης, διότι ουδέποτε συγκλήθηκε η γενική συνέλευση των μετόχων της προς εκλογή οριστικού διοικητικού συμβουλίου της εντός της προθεσμίας των έξι (6) μηνών, που χορηγήθηκε προς τούτο με την από 11.9.2014 προσωρινή διαταγή του Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου, με την οποία ορίσθηκε προσωρινά, μέχρι τη συζήτηση της με αριθμ.εκθ.καταθ. ……/2014 αίτησης κατά τη δικάσιμο της 18ης.5.2015, και υπό τον όρο της συζήτησης της αίτησης κατά την ανωτέρω δικάσιμο, προσωρινό διοικητικό συμβούλιο αυτής, το οποίο συγκροτήθηκε σε σώμα την 1η.11.2014, όπως προκύπτει από τις αντίστοιχες καταχωρίσεις (που αφορούν στο διορισμό του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου της με την ως άνω προσωρινή διαταγή και στη συγκρότηση αυτού σε σώμα) στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), καθώς και ότι, συνακόλουθα, ελλείψει νομίμου εκπροσώπου της, ο παρασταθείς για λογαριασμό της κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου δικηγόρος κατά τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, δεν είχε νόμιμη πληρεξουσιότητα να την εκπροσωπήσει, με αποτέλεσμα να τυγχάνουν άκυρες όλες οι διενεργηθείσες απ’αυτόν διαδικαστικές πράξεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και η άσκηση των ένδικων έφεσης και δικογράφου των προσθέτων λόγων έφεσης, που ασκήθηκαν κατά της πρωτόδικης οριστικής απόφασης, οι οποίοι (έφεση και πρόσθετοι λόγοι) για το λόγο αυτό πρέπει ν’απορριφθούν ως απαράδεκτοι. Ως προς αμφότερους τους ισχυρισμούς αυτούς λεκτέα τα ακόλουθα: Στις 14.2.2002 καταχωρίσθηκε στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών της Νομαρχίας Αθηνών με αριθμό Μητρώου ……….. η ενάγουσα αμφοτέρων των αγωγών/ασκήσασα την ανακοίνωση δίκης και ήδη εκκαλούσα/ασκήσασα τους πρόσθετους λόγους έφεσης ανώνυμη ναυτιλιακή εταιρία, καθώς επίσης και η υπ’αριθμ. ΕΜ 1665/14.2.2002 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών, με την οποία εκδόθηκε άδεια σύστασης και εγκρίθηκε το καταστατικό της ανωτέρω εταιρίας, όπως καταρτίσθηκε με την υπ’αριθμ…./6.2.2002 πράξη της Συμβολαιογράφου Πειραιά …… ., της καταχώρησης αυτής δημοσιευθείσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε., αριθμ.φύλλου 1310/20.2.2002). Σύμφωνα με το ανωτέρω καταστατικό, περίληψη του οποίου επίσης δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στο προαναφερθέν φύλλο, η εταιρία, που εδρεύει στο Αμαρούσιο Αττικής, διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από τρεις (3) έως επτά (7) συμβούλους, οι οποίοι εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της για πενταετή θητεία, που παρατείνεται αυτόματα μέχρι την πρώτη τακτική γενική συνέλευση μετά τη λήξη της θητείας του, όχι όμως πέραν της εξαετίας (άρθρο 19 παρ.1 και 2 του καταστατικού), στο Διοικητικό Συμβούλιο ανήκει η διοίκηση (διαχείριση και διάθεση) της εταιρικής περιουσίας και η εκπροσώπηση της εταιρίας, αυτό αποφασίζει για όλα γενικά τα ζητήματα, που αφορούν την εταιρία εντός των πλαισίων του εταιρικού σκοπού, με εξαίρεση εκείνα, που σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί, αποκλειστικά και μόνον εγγράφως, να αναθέτει την άσκηση ορισμένων ή και όλων των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του (πλην αυτών που απαιτούν συλλογική ενέργεια), καθώς και την εκπροσώπηση της εταιρίας, σ’ένα ή περισσότερα μέλη του, διευθυντές της εταιρίας ή τρίτους, καθορίζοντας συγχρόνως και την έκταση της ανάθεσης αυτής (άρθρο 20 παρ.1 και 2 του καταστατικού) και τέλος, το Διοικητικό Συμβούλιο, αμέσως μετά την εκλογή του, συνέρχεται και συγκροτείται σε σώμα, εκλέγοντας τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρό του (άρθρο 21 παρ.1 του ιδίου καταστατικού). Στις 11.3.2002 καταχωρίσθηκε στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών της Νομαρχίας Αθηνών το από 20.2.2002 πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου της ανωτέρω εταιρίας, σύμφωνα με το οποίο συγκροτήθηκε σε σώμα το αρχικό Διοικητικό Συμβούλιο αυτής, με θητεία μέχρι τις 30.6.2004, αποτελούμενο από τα ειδικότερα αναφερόμενα σ’αυτό τέσσερα (4) φυσικά πρόσωπα, και ορίσθηκε ότι την εταιρία εκπροσωπεί ο εκ των μελών του …………, η δε σχετική ανακοίνωση δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 13.3.2002 (στο τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε., με αριθμό φύλλου 1936/13.3.2002). Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την ανωτέρω διάδικο εκτύπωση από την ιστοσελίδα του Εθνικού Τυπογραφείου, στην οποία εμφαίνεται το σύνολο των έως τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου δημοσιεύσεων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, που αφορούν στην εν λόγω εταιρία, με φθίνουσα χρονολογική σειρά, αρχής γενομένης από την πλέον πρόσφατη, έως την απώτατη, ως τελευταία (νεότερη) δημοσίευση στοιχείων της αναφέρεται αυτή με ημερομηνία 31.1.2017. Ειδικότερα, στις 31.1.2017 δημοσιεύθηκε στο τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε. της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, με αριθμό φύλλου 242/31.1.2017, ανακοίνωση καταχώρισης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, με Κωδικό Αριθμό Καταχώρισης …., σύμφωνα με την οποία στις 4.2.2015 καταχωρίσθηκε σ’αυτό το από 10.11.2014 πρακτικό του διορισθέντος με την από 11.9.2014 προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου της, με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ………., ως άνω εταιρίας, με το οποίο, αφενός μεν το προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο αυτής συγκροτήθηκε σε σώμα ως εξής: 1) ……….., ως Πρόεδρο και Διευθύνουσα Σύμβουλο, 2) …………, και 3) …………., ως μέλη, αφετέρου δε, ως προς την εκπροσώπηση της εταιρίας, αποφασίσθηκε απ’αυτό ομόφωνα ότι όλες οι αρμοδιότητες, δικαιοδοσίες και εξουσίες, που αναφέρονται στο καταστατικό της, καθώς και η εν γένει διαχείριση του συνόλου των εταιρικών υποθέσεων, μεταβιβάζονται στην Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνουσα Σύμβουλο …………., η οποία ορίσθηκε ότι θα δεσμεύει απεριόριστα την εταιρία, θα αναλαμβάνει έγκυρα υποχρεώσεις και θα αποκτά δικαιώματα με μόνη την υπογραφή της κάτω από την εταιρική επωνυμία, χωρίς να απαιτείται κάτι άλλο ή νεότερη ή για συγκεκριμένο θέμα απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου (βλ. σχετ. τα προσκομιζόμενα ως άνω Φ.Ε.Κ., καθώς και τη δημοσιευθείσα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως υπ’ αριθμ. πρωτ. ………../18.10.2016 ανακοίνωση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. του πρακτικού του Δ.Σ. της εταιρίας με το περιεχόμενο, που προεκτέθηκε).  Η αμέσως προηγούμενη αυτής δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, που αφορά στη συγκεκριμένη εταιρία,  φέρει ημερομηνία 16.1.2015. Ειδικότερα στις 16.1.2015 δημοσιεύθηκε στο τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε. της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, με αριθμό φύλλου 65/16.1.2015, ανακοίνωση καταχώρισης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, με Κωδικό Αριθμό Καταχώρισης …., η από  11.9.2014 προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου, με  την οποία ορίσθηκε προσωρινά μέχρι της συζήτηση της αίτησης της ………….., ως συνδίκου της ένωσης των πιστωτών της πτώχευσης του ………. (με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./2014), κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 18ης.2.2015, και υπό τον όρο συζήτησης της αίτησης κατά την ανωτέρω δικάσιμο, προσωρινή διοίκηση της εταιρίας αυτής, αποτελούμενη από τα προαναφερθέντα φυσικά πρόσωπα (τα οποία απετέλεσαν το προσωρινό Διοικητικό της Συμβούλιο, που ακολούθως συγκροτήθηκε σε σώμα, όπως έχει ήδη εκτεθεί), με μόνη αρμοδιότητα να ενεργήσει τα δέοντα, ώστε να εκπροσωπηθεί νόμιμα η εταιρία ενώπιον κάθε δικαστικής αρχής προς υποστήριξη των αγωγών και της ανακοίνωσης δίκης, επί των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με τα κρινόμενα εν προκειμένω έφεση και δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης απόφαση, και να υποστηρίξει τα αναγκαία ένδικα μέσα ενώπιον των αρμοδίων Δικαστηρίων, καθώς και να πράξει κάθε απαραίτητη ενέργεια για την περαίωση της εντολής αυτής (βλ. σχετ. τα προσκομιζόμενα ως άνω Φ.Ε.Κ., καθώς και τη δημοσιευθείσα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως υπ’αριθμ.πρωτ. ……../12.1.2015 ανακοίνωση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. της προαναφερθείσας προσωρινής διαταγής περί ορισμού προσωρινής διοίκησης της εταιρίας για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα). Πρόκειται επομένως για τις δύο πλέον πρόσφατες δημοσιεύσεις στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αντίστοιχων ανακοινώσεων καταχωρίσεων στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, οι οποίες, αφορούν στην ανωτέρω εταιρία, και ειδικότερα σε διορισμό με προσωρινή διαταγή προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου αυτής, αποτελούμενο από τα προαναφερθέντα φυσικά πρόσωπα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, και με συγκεκριμένη αρμοδιότητα, και στη συγκρότηση τούτου σε σώμα, όπως ήδη εκτέθηκε, ενώ δεν εμφαίνονται έτερες μεταγενέστερες δημοσιεύσεις στο Φ.Ε.Κ. δικών της στοιχείων, που χρήζουν της κατά νόμο προβλεπόμενης δημοσιότητας. Σημειωτέον ότι εκ των προσκομισθέντων από τα διάδικα μέρη εγγράφων ουδόλως προκύπτει κατά πόσον η προαναφερθείσα αίτηση, μέχρι τη συζήτηση της οποίας χορηγήθηκε η προσωρινή διαταγή, και υπό τoν όρο συζήτησής της κατά την ορισθείσα δικάσιμο, και συνακόλουθα προσδιορίσθηκε η διάρκεια της θητείας του διορισθέντος με αυτήν προσωρινού Δ.Σ. της ανωτέρω εταιρίας, όντως συζητήθηκε κατά τη δικάσιμο αυτή, ή όχι, εάν εκδόθηκε τελικά απόφαση επί της αίτησης που να διορίζει προσωρινό Δ.Σ., ή όχι, εάν παρατάθηκε η ισχύς της προσωρινής διαταγής ή όχι, εάν υποβλήθηκε στη συνέχεια νέα αίτηση περί διορισμού προσωρινής διοίκησης, επί της οποίας και εκδόθηκε απόφαση, ή έχει χορηγηθεί άλλη μεταγενέστερη προσωρινή διαταγή, ενόψει της υποβολής άλλης αίτησης με τέτοιο περιεχόμενο, ούτως ώστε κατά τη συζήτηση της παρούσας υπόθεσης η εταιρία να έχει έστω προσωρινή διοίκηση, που να την εκπροσωπεί και να ενεργεί για λογαριασμό της. Εξ όσων έχουν ήδη εκτεθεί, δεν αποδεικνύεται ότι έχει έκτοτε συγκληθεί η γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρίας για την εκλογή οριστικού τακτικού διοικητικού συμβουλίου αυτής, που να την εκπροσωπεί στην παρούσα δίκη, όπως ορίζει το καταστατικό της, διά της προσκομιδής σχετικού πρακτικού της, ή έστω ότι έχει διορισθεί (με απόφαση εκδοθείσα κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, ή με προσωρινή διαταγή) προσωρινό διοικητικό συμβούλιο, του οποίου η καθορισθείσα ως συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας θητεία του δεν είχε λήξει κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και (διά της προσκομιδής) των αντίστοιχων καταχωρίσεων στο Γ.Ε.ΜΗ., αλλά και των σχετικών Φ.Ε.Κ., που αφορούν στη δημοσίευση των καταχωρίσεων αυτών (για την εκλογή οριστικού διοικητικού συμβουλίου ή το διορισμό προσωρινού διοικητικού συμβουλίου) στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, και, επομένως, (δεν αποδεικνεύεται) ότι η εταιρία έχει διοίκηση και νόμιμο εκπρόσωπο, δηλαδή φυσικό ή φυσικά πρόσωπα, με την αντιπροσωπευτική εξουσία να ενεργούν για λογαριασμό της στην παρούσα δίκη και να εκφράζουν, ως το κατά νόμο αρμόδιο όργανο, την έγκυρη βούλησή της, όπως επιτάσσεται να έχει κάθε νομικό πρόσωπο με την αναγκαστικού δικαίου διάταξη του άρθρο 65 του ΑΚ, διότι, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, το νομικό πρόσωπο χωρίς την κατά το νόμο, το καταστατικό, ή τη συστατική ή ιδρυτική πράξη του διοίκηση δε μπορεί σε κάθε περίπτωση να υπάρχει σε ενέργεια, και, συνεπώς, δε μπορεί ούτε να παρασταθεί στο δικαστήριο, αιτούμενο παροχή δικαστικής προστασίας ως φορέας του αξιούμενου δικαιώματος, εφόσον στερείται διοίκησης, η δε αντιπροσωπευτική εξουσία του φυσικού προσώπου, που εκπροσωπεί το νομικό πρόσωπο, το οποίο όταν είναι διάδικος, μπορεί να παραστεί επί δικαστηρίου μόνο με τον κατά νόμο ορισμένο αντιπρόσωπό του, αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, η οποία ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 73 του ΚΠολΔ. Παρέπεται ότι με την ικανότητα δικαστικής παράστασης και τη νόμιμη εκπροσώπηση της ανωτέρω εταιρίας για την παρούσα δίκη συνδέεται κατά λογική και νομική αναγκαιότητα η ύπαρξη πληρεξουσιότητας του παρασταθέντος στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης για λογαριασμό της δικηγόρου να την εκπροσωπήσει, την οποία επίσης αμφισβητούν οι αντίδικοί της, διότι μόνον ο νόμιμος εκπρόσωπος του εν λόγω νομικού προσώπου κατά το χρόνο της συζήτησης δύναται κατά νόμο να χορηγήσει τέτοια πληρεξουσιότητα για τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα επί των ένδικων δικογράφων της έφεσης και των προσθέτων λόγων, που ασκήθηκαν απ’αυτήν σε βάρος της πρωτόδικης οριστικής απόφασης. Επιπροσθέτως, δε μπορεί να γίνει δεκτό ότι έχει όντως χορηγηθεί πληρεξουσιότητα από την ανωτέρω διάδικο στον παρασταθέντα στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, δικηγόρο …… . να την εκπροσωπήσει στη δίκη, με το προσκομιζόμενο απ’αυτήν υπ’αριθμ………/7.5.2013 πληρεξούσιο του Συμβολαιογράφου Αθηνών ………., με το οποίο ο …………, ως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της προσωρινής διοίκησης της εταιρίας, που διορίσθηκε με την υπ’αριθμ.1573/4.4.2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας επί αίτησης του ………, ως κυρίου κατά ποσοστό 99,9% των μετοχών της εταιρίας, και με την οποία παρασχέθηκε στα σ’αυτήν αναφερόμενα τρία φυσικά πρόσωπα της διορισθείσας προσωρινής διοίκησης η εξουσιοδότηση, αφού συγκροτηθούν σε σώμα, α) να συγκαλέσουν μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευσή της γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρίας, προκειμένου να διενεργηθούν εκλογές για την ανάδειξη τακτικού διοικητικού συμβουλίου της, όπως ορίζει το καταστατικό της, και β) να επιμεληθούν έως τότε όλων των υποθέσεων της εταιρίας, που έχουν επείγοντα χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της εκπροσώπησής της ενώπιον δικαστηρίων και αρχών, βλ. σχετ. την ανωτέρω απόφαση, καθώς και το επίσης προσκομιζόμενο υπ’αριθμ. 66/16.1.2015 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε., στο οποίο δημοσιεύθηκε ανακοίνωση της καταχώρισης στο ΓΕ.ΜΗ., που έλαβε χώρα στις 29.5.2013, με Κωδικό Αριθμό Καταχώρισης …., αφενός μεν της ως άνω απόφασης, αφετέρου του από 19.4.2013 πρακτικού της διορισθείσας προσωρινής διοίκησης, περί συγκρότησης αυτής σε σώμα και περί ανάθεσης στον ορισθέντα Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο …………. της ενάσκησης στο σύνολό τους των δικαιωμάτων και αρμοδιοτήτων της προσωρινής διοίκησης, που καθορίσθηκαν με την απόφαση, και σε περίπτωση κωλύματός του στον Αντιπρόεδρο ………..), παρέχει στους σ’αυτό ειδικότερα αναφερόμενους δικηγόρους, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο παρασταθείς ………., την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα, όπως ο καθένας χωριστά, εκπροσωπήσει την εταιρία, κατά την εκδίκαση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, καθώς και παντός άλλου αρμοδίου κατά περίπτωση δικαστηρίου, των εν λόγω αγωγών, που απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες με την εκκαλουμένη απόφαση, και να ενεργεί όλες τις πράξεις και να πράττει ό,τι άλλο είναι αναγκαίο προς υποστήριξη των αγωγών ή των λοιπών ένδικων μέσων, και γενικά για την εκτέλεση της εντολής,  αναγνωρίζοντας τις πράξεις των προσώπων αυτών “ως νόμιμες, έγκυρες, ισχυρές και απρόσβλητες, ως να εγένοντο απ’αυτόν τον ίδιο υπό την ως άνω ιδιότητά του” (σημειωτέον ότι με το ίδιο πληρεξούσιο παρασχέθηκε από τον ανωτέρω με την ιδιότητα αυτή στους συγκεκριμένους δικηγόρους η γενική πληρεξουσιότητα, όπως ο καθένας χωριστά, παρίσταται και αντιπροσωπεύει αυτήν ενώπιον όλων γενικά των Ελληνικών δικαστηρίων, πολιτικών, ποινικών, φορολογικών, διοικητικών, παντός βαθμού και δικαιοδοσίας,  να ασκεί αγωγές, να καταθέτει κάθε είδους δικόγραφα, και να προσβάλει τις δυσμενείς για την εταιρία αποφάσεις με όλα τα ένδικα μέσα, τακτικά και έκτακτα). Και τούτο διότι η θητεία της διορισθείσας με την ανωτέρω απόφαση εκουσίας δικαιοδοσίας προσωρινής διοίκησης, η οποία ανέθεσε την άσκηση όλων των αρμοδιοτήτων, που της παρασχέθηκαν με την απόφαση αυτή, στον ορισθέντα από το συγκροτηθέν σε σώμα προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο Πρόεδρο και Διευθύνοντα ……….., ο οποίος και χορήγησε ακολούθως – μεταξύ άλλων – και στον παρασταθέντα για λογαριασμό της εταιρίας στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης δικηγόρο ………….. γενική πληρεξουσιότητα να την εκπροσωπεί ενώπιον όλων των δικαστηρίων  (αλλά και ειδική να εκπροσωπήσει την εταιρία κατά τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα επί των αγωγών, για τις οποίες εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, και κατά τη συζήτηση των ενδίκων μέσων) έχει πλέον λήξει και παύσει το λειτούργημά της, αφού παρήλθε το χρονικό διάστημα των έξι (6) μηνών από την έκδοση της απόφασης, εντός του οποίου έπρεπε να ενεργήσει, χωρίς να ολοκληρωθεί το έργο, για το οποίο διορίσθηκε, ήτοι να συγκληθεί η γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρίας, προκειμένου να εκλέξει νέο οριστικό Διοικητικό Συμβούλιο (ουδόλως αποδείχθηκε εκ των προσκομισθέντων εγγράφων, και δη από τις δημοσιεύσεις στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ότι μετά τη λήξη της θητείας στις 30.6.2004 του αρχικού κατά τη σύσταση της εταιρίας Δ.Σ. έχει έκτοτε εκλεγεί έστω και για μία φορά οριστικό Δ.Σ. αυτής, ει μη μόνον διορίζονται συνεχώς προσωρινές διοικήσεις για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μάλιστα αποδείχθηκε ότι μετά την ανωτέρω προσωρινή διοίκηση επακολούθησε διορισμός άλλης προσωρινής διοίκησης με την υπ’αριθμ.36/2013 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου, που καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. στις 28.3.2015 και η σχετική καταχώριση δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως επίσης στις 16.1.2015, με αριθμό φύλλου 102/16.1.2015, τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε., αλλά και πλέον πρόσφατα άλλη προσωρινή διοίκηση με την προαναφερθείσα από 11.9.2014 προσωρινή διαταγή), και δεν είναι βέβαιον ότι όντως υφίσταται διοίκηση της εταιρίας (οριστική ή προσωρινή) και νόμιμος εκπρόσωπος αυτής κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, όπως κατά τα προεκτεθέντα απαιτείται ώστε ένα νομικό πρόσωπο να υπάρχει σε οποιαδήποτε ενέργεια και να μπορεί να παρασταθεί ενώπιον δικαστηρίου, ο οποίος και είναι αυτός, που έχει εν προκειμένω κατά νόμο την αντιπροσωπευτική εξουσία να την εκπροσωπήσει στη δίκη επί της κρινόμενης υπόθεσης, και να χορηγήσει πληρεξουσιότητα σε δικηγόρο να παραστεί κατά την εκδίκαση για λογαριασμό της, ή να εγκρίνει ενδεχομένως μεταγενέστερα τις προηγούμενες πράξεις, με συνέπεια να τίθεται σε αμφισβήτηση το νόμιμο ή μη της παράστασης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου της ως άνω διαδίκου, και, συνακόλουθα, του δικαιώματος του συγκεκριμένου δικηγόρου να διεξαξάγει τη δίκη για λογαριασμό της ως πληρεξούσιός της. Ούτε όμως είναι βέβαιον ότι η νυν διοίκηση της εταιρίας (εφόσον υφίσταται) θα χορηγήσει πληρεξουσιότητα στον ίδιο δικηγόρο να εκπροσωπήσει το νομικό πρόσωπο στη δίκη, στον οποίο παρείχε στο παρελθόν την εντολή μία εκ των κατά καιρούς διορισθεισών προσωρινών διοικήσεων, της οποίας η θητεία έχει ήδη λήξει, ή θα εγκρίνει τις εν τω μεταξύ επιχειρηθείσες διαδικαστικές πράξεις, που αφορούν την έως τώρα διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα, ή θα ανακαλέσει το εν λόγω πληρεξούσιο, ούτε σε κάθε περίπτωση μπορεί να γίνει εν προκειμένω λόγος περί σιωπηρής έγκρισης, διότι τούτο προϋποθέτει νόμιμη παράσταση της ανωτέρω διαδίκου στο παρόν στάδιο της διαδικασίας, όπερ αμφισβητείται και τυγχάνει ερευνητέο, αφού δεν προκύπτει από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα. Λεκτέον επίσης ότι τέτοια πληρεξουσιότητα στον παρασταθέντα κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου για λογαριασμό της ως άνω ανώνυμης εταιρίας δικηγόρο δεν εδικαιούτο κατά νόμο να χορηγήσει η Δικηγόρος …………., υπό την ιδιότητα του συνδίκου της ένωσης των πιστωτών του …………, και της διαχειρίστριας της πτωχευτικής περιουσίας του, στην οποία περιλαμβάνεται η πλειοψηφία των μετοχών  (9.900 επί συνόλου 10.000) της συγκεκριμένης εταιρίας, που αντιπροσωπεύουν το 99% του μετοχικού κεφαλαίου της (βλ. σχετ. την προσκομιζόμενη εξουσιοδότηση), διότι δεν εκπροσωπεί νόμιμα την εταιρία αυτή, η οποία δεν έχει πτωχεύσει, ούτε βέβαια η πτώχευση του μετόχου της (που κηρύχθηκε με την υπ’αριθμ. 1444/2003 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών) συνεπάγεται την πτώχευση και της ιδίας (της εταιρίας). Συνεπώς, πρόκειται περί ελλείψεων αναφορικά με την ικανότητα δικαστικής παράστασης και τη νόμιμη εκπροσώπηση της ανωτέρω εταιρίας, καθώς και την ύπαρξη πληρεξουσιότητας του παρασταθέντος για λογαριασμό της δικηγόρου να την εκπροσωπήσει στη δίκη, οι οποίες μπορούν να συμπληρωθούν εντός προθεσμίας, που θα ορισθεί με την παρούσα απόφαση, διά της προσκομιδής από την εν λόγω διάδικο των απαραίτητων εγγράφων, προβλεπομένης σε αμφότερες τις περιπτώσεις της σχετικής δυνατότητας στο Δικαστήριο τούτο ν’ αναβάλλει προς το σκοπό αυτό την πρόοδο της δίκης, και την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπόθεσης, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, αναφορικά με τη νόμιμη εκπροσώπηση της ανωτέρω εταιρίας θα πρέπει, με επιμέλεια της τελευταίας, να προσκομισθούν, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την επίδοση της παρούσας έγγραφα, εκ των οποίων να αποδεικνύεται ότι υφίσταται διοίκηση αυτής (οριστική ή προσωρινή, της οποίας η θητεία δεν έχει λήξει), που την εκπροσωπεί στη δίκη (πρακτικό γενικής συνέλευσης των μετόχων της για την εκλογή διοικητικού συμβουλίου, δικαστική απόφαση ή προσωρινή διαταγή για το διορισμό προσωρινού διοικητικού συμβουλίου, οι αντίστοιχες καταχωρίσεις στο Γ.Ε.Μ.Η., και τα Φ.Ε.Κ. περί δημοσίευσης των ανακοινώσεων των καταχωρίσεων αυτών, ή σχετικό έγγραφο των αρμοδίου Τμήματος της οικείας Περιφέρειας), ενώ όσον αφορά την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, θα πρέπει να προσκομισθεί από την ίδια διάδικο εντός της αυτής προθεσμίας έγγραφο του νομίμου εκπροσώπου της περί παροχής πληρεξουσιότητας προς τον παρασταθέντα για λογαριασμό της κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δικηγόρο. Σημειωτέον ότι η έλλειψη της πληρεξουσιότητας, ενόψει της ειδικής ρύθμισης της προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 105 του ΚΠολΔ, δεν εμπίπτει στις τυπικές παραλείψεις για τις οποίες παρέχεται δυνατότητα συμπλήρωσης και μετά τη συζήτηση (άρθρο 227 του ΚΠολΔ), γιατί, αντίθετη εκδοχή, θα κατέληγε ουσιαστικά στην καταστρατήγηση του άρθρου αυτού (105 ΚΠολΔ, βλ. σχετ. ΕφΠειρ 627/1987 ΕλλΔνη 1998.741). Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 67 παρ.1 και 105 παρ. 1 του ΚΠολΔ και τους σχετικούς ισχυρισμούς των εφεσιβλήτων – καθ’ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης, που εξετάζονται και αυτεπαγγέλτως, αφού επιτραπεί στον ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο της εκκαλούσας – ασκήσασας τους πρόσθετους λόγους έφεσης, η προσωρινή συμμετοχή του στην προκείμενη δίκη, ν’αναβληθεί η πρόοδος αυτής και να ταχθεί προθεσμία προς συμπλήρωση των ως άνω ελλείψεων. Τέλος, δεν πρέπει να περιληφθεί στην παρούσα απόφαση διάταξη περί δικαστικής δαπάνης, γιατί η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ, αντιμωλία των διαδίκων, α) την από 29.12.2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …./30.12.2015 και ………/24.10.2018) έφεση και β) το από 7.10.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………./8.10.2019) δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης κατά της υπ’αριθμ.5939/2013 οριστικής απόφασης του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την πρόοδο της δίκης, προκειμένου να συμπληρωθούν, με επιμέλεια της εκκαλούσας – ασκήσασας τους πρόσθετους λόγους έφεσης ανώνυμης εταιρίας, οι ελλείψεις, που αφορούν τη νόμιμη εκπροσώπησή της και την ύπαρξη της πληρεξουσιότητας του παρασταθέντος για λογαριασμό της δικηγόρου ……….. ενώπιον αυτού του δικαστηρίου για τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα επί της υπόθεσης, διά της προσκομιδής των ειδικότερα αναφερομένων στο αιτιολογικό εγγράφων, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών, αρχομένης από την επίδοση της παρούσας απόφασης.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 25 Iουνίου 2020.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής, λόγω αποχώρησής της

από την υπηρεσία λόγω συμπλήρωσης

του ορίου ηλικίας, η αρχαιότερη της

σύνθεσης Εφέτης,Μαρία Κωττάκη    

 

Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, με άλλη σύνθεση αποτελούμενη από τους Μαρία Κωττάκη, Προεδρεύουσα Εφέτη, Μαρία Δανιήλ και Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτες, λόγω της αποχώρησης από την υπηρεσία λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας της Προέδρου Εφετών Δήμητρας Τσουτσάνη, και με Γραμματέα την Ε.Τ., χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 26 Οκτωβρίου 2020.

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ