Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 633/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός: 633/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

NAYTIKO TMHMA

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στα άρθρα 196 παρ.1 198, 199, 200, 202 και 203 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζονται τα εξής: «Το ευεργέτημα της πενίας δίνεται ύστερα από αίτηση από τον ειρηνοδίκη, το δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου ή τον πρόεδρο του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η δίκη και, αν πρόκειται για πράξεις που είναι άσχετες με τη δίκη, από τον ειρηνοδίκη της κατοικίας του αιτούντος» (άρθρο 196 παρ.1). «Το ευεργέτημα της πενίας δίνεται χωριστά για κάθε δίκη, ισχύει για κάθε βαθμό δικαιοδοσίας για κάθε δικαστήριο και περιλαμβάνει την αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης». (άρθρο 198). «1. Όποιος έλαβε το ευεργέτημα της πενίας απαλλάσσεται προσωρινά από την υποχρέωση να καταβάλει τα έξοδα της δίκης και γενικά της διαδικασίας, ιδίως τα τέλη χαρτοσήμου, το τέλος δικαστικού ενσήμου, το τέλος του απογράφου και τις προσαυξήσεις τους, τα δικαιώματα των συμβολαιογράφων και των δικαστικών επιμελητών, των μαρτύρων και άλλων δικαστικών πληρεξουσίων, καθώς και από την υποχρέωση εγγυοδοσίας για τα έξοδα αυτά. 2. Με την απόφαση που χορηγεί το ευεργέτημα της πενίας μπορεί να οριστεί ότι ο άπορος απαλλάσσεται προσωρινά από την προκαταβολή ενός μέρους μόνο από τα έξοδα αυτά. 3. Η παραχώρηση του ευεργετήματος της πενίας δεν επηρεάζει την υποχρέωση να πληρωθούν τα έξοδα που επιδικάστηκαν στον αντίδικο». (άρθρο 199). «1. Ύστερα από αίτηση του διαδίκου, η απόφαση που χορηγεί το ευεργέτημα της πενίας ή και μεταγενέστερη απόφαση διορίζει ένα δικηγόρο, ένα συμβολαιογράφο και ένα δικαστικό επιμελητή, με την εντολή να υπερασπιστούν τον άπορο, να τον εκπροσωπήσουν στο δικαστήριο και να του δώσουν τη βοήθεια που χρειάζεται για να γίνουν οι διάφορες πράξεις. Αυτοί έχουν υποχρέωση να δεχτούν την εντολή και να δίνουν τη βοήθειά τους στον άπορο χωρίς αξίωση προκαταβολής αμοιβής ή δικαιωμάτων. 2. Ο διορισμός δικηγόρου με την απόφαση ισχύει ως παροχή δικαστικής πληρεξουσιότητας από τον άπορο, στην έκταση που ορίζει το άρθρο 97, εκτός αν η απόφαση, ύστερα από αίτηση του απόρου, την περιορίζει ή την επεκτείνει». (άρθρο 200). «Το ευεργέτημα της πενίας μπορεί να ανακληθεί ή να περιοριστεί με απόφαση του αρμόδιου δικαστή, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως εφόσον αποδεικνύεται ότι οι προϋποθέσεις της παροχής του είτε δεν υπήρχαν εξαρχής, είτε έπαψαν να υπάρχουν αργότερα, είτε μεταβλήθηκαν». (άρθρο 202). «Αν η απόφαση επιβάλλει τα έξοδα σε βάρος του αντιδίκου του απόρου, η είσπραξη των τελών χαρτοσήμου, του δικαστικού ενσήμου, του απογράφου και του αντιγράφου, καθώς και των προσαυξήσεών τους γίνεται σύμφωνα με το νόμο για την είσπραξη των δημόσιων εσόδων, ενώ εκείνων που οφείλονται στον άπορο, στον δικηγόρο ή άλλους δικαστικούς πληρεξουσίους και στους άλλους δικαστικούς υπαλλήλους επιδικάζονται στα πρόσωπα αυτά και εισπράττονται κατά τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης. Με τον ίδιο τρόπο γίνεται η είσπραξη των εξόδων, αν επιβληθούν σε βάρος του απόρου, αμέσως μόλις πάψουν να υπάρχουν όλες ή μερικές από τις προϋποθέσεις για την παροχή του ευεργετήματος της πενίας και βεβαιωθεί αυτό με τον τρόπο που ορίζει το άρθρο 202» (άρθρο 203 παρ.2). Όμοια ρύθμιση περιλαμβάνεται στα άρθρα 1, 2, 4, 8, 9 και 16 παρ.1 του ν. 3226/2004 “νομική βοήθεια σε πολίτες χαμηλού εισοδήματος”. Ειδικότερα ορίζεται: «1. Δικαιούχοι νομικής βοήθειας είναι οι χαμηλού εισοδήματος πολίτες κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δικαιούχοι είναι, επίσης, οι χαμηλού εισοδήματος πολίτες τρίτου κράτους και ανιθαγενείς, εφόσον έχουν, νομίμως, κατοικία ή συνήθη διαμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 2. Ως πολίτες χαμηλού εισοδήματος για την παροχή νομικής βοήθειας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις θεωρούνται εκείνοι, των οποίων το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα δεν υπερβαίνει τα δύο τρίτα των κατώτατων ετήσιων ατομικών αποδοχών, που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία…» (άρθρο 1). «1. Η νομική βοήθεια παρέχεται ύστερα από αίτηση του δικαιούχου. Η αίτηση αναφέρει συνοπτικά το αντικείμενο της δίκης ή της πράξης και τα στοιχεία που βεβαιώνουν τη συνδρομή των προϋποθέσεων για την παροχή βοήθειας. 2. Στην αίτηση επισυνάπτονται τα αναγκαία δικαιολογητικά αποδεικτικά της οικονομικής καταστάσεως (ιδίως αντίγραφο φορολογικής δήλωσης ή βεβαίωση του εφόρου ότι δεν υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης, αντίγραφο δήλωσης περιουσιακής καταστάσεως, εκκαθαριστικού σημειώματος, Α.Φ.Μ., βεβαιώσεις υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας, ένορκες βεβαιώσεις) και αποδεικτικά της κατά την πρώτη παράγραφο του άρθρου 1 κατοικίας ή διαμονής, εάν πρόκειται για πολίτη τρίτου κράτους. 3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 6, η αίτηση και τα δικαιολογητικά υποβάλλονται δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δίκη ή την πράξη για την οποία ζητείται η παροχή νομικής βοήθειας. Η προθεσμία μπορεί να συντμηθεί σε περίπτωση μεταγενέστερης κλήτευσης. Η Διαδικασία διεξάγεται ατελώς και δεν είναι υποχρεωτική η παράσταση με δικηγόρο. 4. Για την παραδοχή της αίτησης αρκεί πιθανολόγηση. Ο αρμόδιος για την εξέτασή της δικαστής μπορεί να εξετάσει μάρτυρες, καθώς και τον αιτούντα, με όρκο ή χωρίς όρκο, να συγκεντρώσει κάθε αναγκαία πληροφορία και στοιχείο και να διατάξει την κλήτευση του αντιδίκου.» (άρθρο 2). «2. Η νομική βοήθεια μπορεί να ανακληθεί ή να περιορισθεί με απόφαση του αρμόδιου δικαστή, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα, εφόσον αποδεικνύεται ότι οι προϋποθέσεις της παροχής είτε δεν υπήρχαν είτε εξέλιπαν είτε μεταβλήθηκαν ουσιωδώς. 3. Ο αιτών που πέτυχε την παροχή νομικής βοήθειας με αναληθή αίτηση ή στοιχεία υποχρεούται σε απόδοση των δαπανών, από τις οποίες απαλλάχθηκε. Ο καταλογισμός των παραπάνω δαπανών γίνεται με απόφαση που εκδίδεται από τον ειδικώς ορισθέντα πρωτοδίκη της παρ. 1 του άρθρου 7. Η είσπραξη των σχετικών ποσών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων» (άρθρο 4). «1. Αρμόδια Αρχή για την εξέταση της αίτησης παροχής νομικής βοήθειας σε υποθέσεις αστικού και εμπορικού χαρακτήρα είναι ο Ειρηνοδίκης, ο δικαστής του Μονομελούς Πρωτοδικείου ή ο Πρόεδρος του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η δίκη και, εάν πρόκειται για πράξεις που είναι άσχετες με δίκη, ο Ειρηνοδίκης της κατοικίας του αιτούντος.» (άρθρο 8 παρ.1 εδ.1). «1. Η παροχή νομικής βοήθειας σε υποθέσεις αστικού και εμπορικού χαρακτήρα συνίστανται στην απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής μέρους ή του συνόλου των εξόδων της διαδικασίας και εφόσον, ειδικώς ζητηθεί, στο διορισμό δικηγόρου, συμβολαιογράφου και δικαστικού επιμελητή, με την εντολή να υπερασπιστούν τον δικαιούχο, να τον εκπροσωπήσουν στο δικαστήριο και να του δώσουν τη βοήθεια που χρειάζεται για να γίνουν οι αναγκαίες πράξεις 2. Η απαλλαγή περιλαμβάνει ιδίως τα τέλη χαρτοσήμου, το τέλος δικαστικού ενσήμου, το τέλος απογράφου και τις προσαυξήσεις τους, τα δικαιώματα των μαρτύρων, των πραγματογνωμόνων, τα δικαιώματα ή την αμοιβή του διοριζόμενου δικηγόρου, συμβολαιογράφου και δικαστικού επιμελητή, καθώς και την υποχρέωση εγγυοδοσίας για τα έξοδα αυτά 3. Η νομική βοήθεια παρέχεται χωριστά για κάθε δίκη, ισχύει για κάθε βαθμό δικαιοδοσίας για κάθε δικαστήριο και αφορά και την αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης. 4. Προϋπόθεση για την παροχή νομικής βοήθειας σε περιπτώσεις άσκησης και υποστήριξης ένδικων μέσων και βοηθημάτων είναι να είναι αυτά παραδεκτά και να μην είναι προφανώς αβάσιμα ή ασύμφορα. Συνεκτιμάται και η σημασία της υπόθεσης για τον αιτούντα.  5. Ο διορισμός δικηγόρου ισχύει ως παροχή δικαστικής πληρεξουσιότητας από τον δικαιούχο, στην έκταση που ορίζει το άρθρο 97 Κ.Πολ.Δ., εκτός εάν η απόφαση, με αίτηση του δικαιούχου, την επεκτείνει ή την περιορίζει. 6. Η παροχή νομικής βοήθειας δεν επηρεάζει την υποχρέωση καταβολής των εξόδων που επιδικάσθηκαν στον αντίδικο…» (άρθρο 9). «1. Για την παροχή νομικής βοήθειας σε υποθέσεις αστικού και εμπορικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, αποκλείεται η εφαρμογή του εικοστού δεύτερου κεφαλαίου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρα 194 έως 204)…» (άρθρο 16 παρ.1). Με τις παραπάνω παρόμοιες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του ν. 3226/2004 δεν εισάγονται στο ελληνικό δικονομικό σύστημα δύο αλληλοκαλυπτόμενες διαδικασίες παροχής νομικής βοήθειας σε χαμηλού εισοδήματος διαδίκους ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων, ώστε να προκαλούνται ασάφειες και αμφιβολίες ως προς το ποια διαδικασία πρέπει κάθε φορά να επιλέγεται και να ακολουθείται, καθώς σαφώς στην Εισηγητική έκθεση στο σχέδιο νόμου «Παροχής νομικής βοήθειας σε πολίτες χαμηλού εισοδήματος» που αφορά στο ν. 3226/2004 διευκρινίζεται ότι «Με το άρθρο 16…ορίζεται ότι σε υποθέσεις αστικού και εμπορικού χαρακτήρα δεν εφαρμόζεται το κεφάλαιο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για το ευεργέτημα της πενίας, καθώς το σχέδιο νόμου οργανώνει ένα πλήρες σύστημα νομικής βοήθειας. Επιλέχθηκε αυτή η νομοτεχνική διαρρύθμιση αντί της καταργήσεως του κεφαλαίου, ώστε να μην επηρεαστεί η ανάλογη εφαρμογή των οικείων διατάξεων περί ευεργετήματος της πενίας από δικαστήρια άλλων δικαιοδοσίων…». Επομένως, όταν ζητείται παροχή νομικής βοήθειας από διάδικο χαμηλού εισοδήματος για τη συμμετοχή του σε πολιτική δίκη προς επίλυση αστικής διαφοράς, η βοήθεια αυτή χορηγείται υπό τους όρους και τη διαδικασία του ν. 3226/2004 και όχι με βάση τα άρθρα 194 επ. του ΚΠολΔ για το ευεργέτημα πενίας (έτσι και Νίκας, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, έκδοση 2005, σελ. 771). Αν παρόλα αυτά, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου διαδίκου παρασχεθεί σε αυτόν ευεργέτημα πενίας από τον αρμόδιο κατ’ άρθρο 196 ΚΠολΔ δικαστή, κατ’ εφαρμογή της διαδικασίας των άρθρων 194επ ΚΠολΔ και όχι αυτής του ν. 3226/2004, προκειμένου να ανακληθεί το ευεργέτημα, πρέπει να τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 202 ΚΠολΔ, καθώς εξαρχής έχει ακολουθηθεί η διαδικασία των άρθρων 194 επ. του παραπάνω Κώδικα για το ευεργέτημα της πενίας, η οποία προβλέπει σε ποιες περιπτώσεις και από ποιο δικαστήριο μπορεί να γίνει ανάκληση της σχετικής απόφασης. Σημειώνεται δε ότι όταν το άρθρο 202 ΚΠολΔ ορίζει ότι το ευεργέτημα της πενίας μπορεί να ανακληθεί με απόφαση του αρμόδιου δικαστή παραπέμπει στο άρθρο 196 του ίδιου Κώδικα που προβλέπει ότι το ευεργέτημα της πενίας δίνεται ύστερα από αίτηση, από τον ειρηνοδίκη, το δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου ή τον πρόεδρο του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η δίκη. Έτσι σε περίπτωση που ζητείται το πρώτον το ευεργέτημα πενίας, προκειμένου ο μη έχων τα απαιτούμενα οικονομικά μέσα διάδικος να διεξάγει δίκη ενώπιον του πολιτικού μονομελούς εφετείου, πρόεδρος του δικαστηρίου αυτού νοείται ο οριζόμενος κατά το άρθρο 4 παρ.1 του Οργανισμού Δικαστηρίων (ν. 1756/1988) δικαστής. Συγκεκριμένα το άρθρο αυτό ορίζει ότι «1. Τα πολιτικά – ποινικά δικαστήρια συγκροτούνται ως εξής:…δ. το μονομελές εφετείο (πολιτικό ή ποινικό) από πρόεδρο εφετών ή εφέτη». Συνεπώς, εφόσον και Εφέτης δικαστής συγκροτεί το μονομελές εφετείο, μπορεί και αυτός να ανακαλέσει απόφαση περί χορήγησης ευεργετήματος πενίας σε δίκη που εκκρεμεί ενώπιον του μονομελούς εφετείου, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την ανάκληση, έστω κι αν η ανακαλούμενη απόφαση για τη χορήγηση του ευεργετήματος είχε εκδοθεί από Πρόεδρο Εφετών, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είχε δικάσει τη σχετική αίτηση, ως δικαστής του μονομελούς εφετείου. Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι το άρθρο 202 ΚΠολΔ για την ανάκληση του ευεργετήματος της πενίας δε νομιμοποιεί ενεργητικά τον αντίδικο στην κύρια δίκη του διαδίκου που ζήτησε και έλαβε το ευεργέτημα πενίας να ζητήσει αυτός την ανάκληση του ευεργετήματος, καθώς η σχετική διάταξη προβλέπει ότι το ευεργέτημα μπορεί να ανακληθεί από τον αρμόδιο δικαστή, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως, εφόσον αποδεικνύεται ότι οι προϋποθέσεις της παροχής του είτε δεν υπήρχαν εξαρχής, είτε έπαψαν να υπάρχουν αργότερα, είτε μεταβλήθηκαν. Ωστόσο, τυχόν υποβαλλόμενη αίτηση από τον αντίδικο του λαβόντος το ευεργέτημα διαδίκου για ανάκληση του ευεργετήματος, στρεφόμενη κατά του τελευταίου και απευθυνόμενη ενώπιον του προέδρου του δικαστηρίου της κύριας δίκης, μπορεί να εκτιμηθεί ως αναφορά προς τον αρμόδιο δικαστή ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου, ώστε αυτός να επιληφθεί αυτεπαγγέλτως και να ανακαλέσει το ευεργέτημα (πρβλ. Ορφανίδη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ Ι, έκδοση 2000, σελ. 442, παρ.3 που παραπέμπει σε Τ. Οικονομόπουλο Ι/Ι 389, βλ. επίσης Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση κατ’ άρθρο, τόμος Α’, έκδοση 1996, σελ. 1074, άρθρο 202 που υποστηρίζει ότι δεν αποκλείεται η υποβολή αίτησης από τον ενδιαφερόμενο και η συνεπεία αυτής αυτεπάγγελτη του δικαστηρίου ενέργεια). Εξάλλου, σε περίπτωση που με την ως άνω αναφορά του αντιδίκου του λαβόντος το ευεργέτημα προβάλλεται ότι με την απόφαση που το χορήγησε εσφαλμένα κρίθηκαν εφαρμοστέες οι διατάξεις των άρθρων 194 επ. ΚΠολΔ, καίτοι έπρεπε να ελεγχθεί το παραδεκτό και η βασιμότητα της αίτησης κατά τις διατάξεις του ν. 3226/2004, ο δικαστής του αρμόδιου δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της αναφοράς για τυχόν ανάκληση της απόφασης, δεν εμποδίζεται να εξετάσει αν συνέτρεχαν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση νομικής βοήθειας κατά τις διατάξεις του ν. 3226/2004 που ήταν εξαρχής εφαρμοστέες, και σε καταφατική περίπτωση, διατηρεί το παρασχεθέν ευεργέτημα, δεδομένου ότι οι παραπάνω δύο θεσμοί, παρά τις μικροδιαφορές τους, επιτελούν τον ίδιο σκοπό, ήτοι την παροχή των μέσων για την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος δικαστικής ακρόασης και προστασίας σε πρόσωπα χαμηλού εισοδήματος. Ωστόσο, κριτήριο για την οικονομική αδυναμία του αιτηθέντος το ευεργέτημα διαδίκου σε αστική διαφορά και για τη χορήγηση σε αυτόν νομικής βοήθειας είναι το προβλεπόμενο στο άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3226/2004 που ορίζει ότι ως πολίτες χαμηλού εισοδήματος για την παροχή νομικής βοήθειας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις θεωρούνται εκείνοι, των οποίων το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα δεν υπερβαίνει τα δύο τρίτα των κατώτατων ετήσιων ατομικών αποδοχών, που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία. Σε περίπτωση που πιθανολογηθεί ότι ο λαβών το ευεργέτημα πενίας διάδικος είχε μεγαλύτερο εισόδημα από το ως άνω προβλεπόμενο στην αμέσως παραπάνω διάταξη πρέπει να ανακαλείται το ευεργέτημα που του χορηγήθηκε. Τονίζεται δε ότι για να κριθεί αν ο διάδικος που ζητεί την παροχή νομικής βοήθειας, δικαιούται αυτή κατά το ν. 3226/2004, λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο οικογενειακό του εισόδημα, που δεν ταυτίζεται με το ετήσιο ατομικό εισόδημα του αιτούντος διαδίκου, αλλά συνυπολογίζεται σε αυτό το εισόδημα του συζύγου του, όπως τυχόν έσοδα από σύνταξη ή μισθό, μισθώματα, τόκοι ή άλλες απολαβές. Περαιτέρω, από τις πιο πάνω διατάξεις των άρθρων 194 επ. ΚΠολΔ και του ν. 3226/2004 προκύπτει σαφώς ότι η παροχή του ευεργετήματος της πενίας ή της παροχής νομικής βοήθειας δεν εμποδίζει το δικαστήριο, σε περίπτωση ήττας εκείνου που έτυχε του ευεργετήματος της πενίας ή έλαβε τη νομική βοήθεια, να επιβάλει σε βάρος του τα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου του, η είσπραξη, όμως, αυτών δεν μπορεί να επιδιωχθεί με αναγκαστική εκτέλεση πριν πάψουν να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την παροχή του ευεργετήματος πενίας ή της νομικής βοήθειας και βεβαιωθεί τούτο με απόφαση του αρμοδίου δικαστή (βλ. ΑΠ 895/2018  που παραπέμπει στις ΑΠ 724/2017, 2069/2013, 1403/2012 στην ΤΝΠ Νόμος). Εφόσον ανακληθεί το ευεργέτημα, οι συνέπειες της ανακλήσεως επέρχονται για το μέλλον, του διαδίκου υποχρεούμενου στην εφεξής καταβολή των δικαστικών εξόδων, της δε ανακλήσεως μη έχουσας τον χαρακτήρα ένδικου μέσου (βλ. Ορφανίδη, ό.π., σελ. 442 παρ.4, Β. Βαθρακοκοίλη, ό.π., σελ. 1075, παρ.3, Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ Ι, έκδοση 2018, σελ. 324, Τριανταφυλλίδη, Γεωργιάδου σε Χ. Απαλαγάκη, ΚΠολΔ Ερμηνεία κατ’ άρθρο, άρθρα 1-590, 4η έκδοση, σελ. 609). Προβλέπεται, ωστόσο, με το άρθρο 204 του ΚΠολΔ, ότι αν κάποιος διάδικος πέτυχε την παροχή του ευεργετήματος της πενίας με αναληθείς δηλώσεις και στοιχεία, το δικαστήριο που αποφασίζει την ανάκληση του ευεργετήματος, πέραν της χρηματικής ποινής που υποχρεωτικά επιβάλλει στον παραπάνω διάδικο, μπορεί να τον υποχρεώσει και στην καταβολή των ποσών από τα οποία είχε απαλλαγεί χάρη στη χορήγηση του ευεργετήματος πενίας.

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου εισάγεται προς συζήτηση η από 11.9.2020 (με Γ.Α.Κ. ……../2020 και Ε.Α.Κ. ……../2020) αίτηση του ….. κατά του …….. με την οποία ο πρώτος ζητεί να διαταχθεί αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο τούτο η ανάκληση της υπ’ αριθ. 431/2020 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά και η απόρριψη της από 11.6.2020 (Γ.Α.Κ. …./2020 και Ε.Α.Κ. …../2020) αίτησης του δεύτερου με βάση την οποία χορηγήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της πενίας, για να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής των εξόδων της δίκης που ανοίχθηκε με την κατάθεση της από 10.7.2019 (με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ. …../2019) έφεσής του κατά της υπ’ αριθ. 2247/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με εφεσίβλητο τον νυν αιτούντα επί αστικής διαφοράς και η οποία (έφεση) εκκρεμεί ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, καθώς εσφαλμένα έγινε δεκτή η παραπάνω αίτηση και χορηγήθηκε στον καθ’ου το παραπάνω ευεργέτημα κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 194 επ. του ΚΠολΔ, ενώ εφαρμοστέες διατάξεις για την παροχή νομικής βοήθειας διαδίκου σε αστικές υποθέσεις είναι αποκλειστικά αυτές του ν. 3226/2004, επιπλέον δε καθώς απατηλά ο αιτών απέκρυψε το συνυπολογιζόμενο στο οικογενειακό εισόδημα, ετήσιο εισόδημα της συζύγου του από συντάξεις συνολικού ποσού 9.000 ευρώ, τα έσοδά του ως μοναδικού μετόχου σε εξωχώρια εταιρία που εκμεταλλεύεται μισθωμένο ακίνητο στον Πειραιά και τα ποσά που κατά καιρούς έχει λάβει ως δωρεές από τον πατέρα του και ως δάνειο από τον αιτούντα αδελφό του, έτσι ώστε να μην πληροί τα εισοδηματικά κριτήρια του άρθρου 1 του ν. 3226/2004 για λήψη νομικής βοήθειας ως χαμηλού εισοδήματος πολίτης. Επίσης ζητεί να καταδικαστεί ο καθ’ ου στη δικαστική του δαπάνη και να υποχρεωθεί αυτός σε απόδοση των δαπανών από τις οποίες απαλλάχθηκε με την έκδοση της υπ’ αριθ. 431/2020 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά. Με το παραπάνω περιεχόμενο η ως άνω αίτηση, η οποία έχει επιδοθεί και στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά για τυχόν δικές του ενέργειες (βλ. την υπ’ αριθ. ………/15.9.2020 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών …….. προς την Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά ……) επέχει θέση αναφοράς προς τον Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου, προκειμένου να ενεργήσει αυτεπαγγέλτως και να ανακαλέσει το ως άνω χορηγηθέν στον …………… ευεργέτημα πενίας στη δίκη όπου αυτός είναι εκκαλών κατόπιν άσκησης της από 10.7.2019 έφεσής του ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά κατά της 2247/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και του νυν αιτούντος-αναφέροντος ……………., δεδομένου ότι στο άρθρο 202 ΚΠολΔ δεν προβλέπεται ανάκληση του ευεργετήματος πενίας με αίτηση του αντιδίκου του λαβόντος το ευεργέτημα στην κύρια δίκη, έτσι ώστε να διεξάγεται μεταξύ τους κατ’ αντιδικία διαδικασία. Ο δικαστής αυτού του Δικαστηρίου φέροντος τον βαθμό του Εφέτη νομίμως επιλαμβάνεται της σχετικής αναφοράς και είναι αρμόδιος να ενεργήσει αυτεπαγγέλτως στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του για να κρίνει αν συντρέχει περίπτωση ανακλήσεως του χορηγηθέντος ευεργετήματος πενίας με την 431/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, καθώς είναι ο πρόεδρος του Δικαστηρίου αυτού, νομίμως ορισθέντος από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά για τη σημερινή δικάσιμο, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 196 σε συνδυασμό με το άρθρο 202 του ΚΠολΔ και σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 του Οργανισμού Δικαστηρίων που ορίζει ότι το Μονομελές Εφετείο συγκροτείται είτε από Εφέτη, είτε από Πρόεδρο Εφετών και δεν ασκεί οποιαδήποτε επιρροή το γεγονός ότι η 431/2020 απόφαση εκδόθηκε από Πρόεδρο Εφετών, απορριπτομένου του αντίθετου ισχυρισμού του καθ’ου η αίτηση-αναφορά. Επομένως, νομίμως, εξετάζονται από το παρόν Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) οι αιτιάσεις που περιέχονται στην ως άνω από 11.9.2020 αίτηση-ήδη εκτιμώμενη ως αναφορά του …………. περί μη συνδρομής των προϋποθέσεων για την παροχή ευεργετήματος πενίας στον ……….., που του χορηγήθηκε με την 431/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου. Οι παραπάνω αιτιάσεις ερευνώνται υπό το πρίσμα του ν. 3226/2004, καθώς η έφεση για την οποία, εν προκειμένω, ζητήθηκε και δόθηκε το ευεργέτημα πενίας στον εκκαλούντα, αφορά σε αστική υπόθεση και δη σε απαιτήσεις από επικαλούμενη σύμβαση δανείου, οπότε με βάση το άρθρο 16 παρ.1 του ως άνω νόμου αποκλειόταν η εφαρμογή των άρθρων 194-204 ΚΠολΔ.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που αφενός επικαλείται και προσκομίζει ο καθ’ου-λαβών το ευεργέτημα πενίας, αφετέρου συνοδεύουν την ως άνω από 11.9.2020 αίτηση-αναφορά του ………., μαζί με τα σχετικά σημειώματα, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την 431/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε επί της από 11.6.2020 (με Γ.Α.Κ. …./2020 και Ε.Α.Κ. …./2020) αίτησης του ………… παρασχέθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της πενίας και το Δικαστήριο α) διόρισε τον δικηγόρο Πειραιά, …….. ως πληρεξούσιο δικηγόρο του, προκειμένου να δώσει σε αυτόν τη νομική βοήθεια που χρειάζεται και, ειδικότερα, να τον εκπροσωπήσει ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά κατά τη συζήτηση της από 10.7.2019 (με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ. …../2019) έφεσής του κατά της υπ’ αριθ. 2247/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, μέχρι και το πέρας της όλης διαδικασίας, β) διόρισε τον δικαστικό επιμελητή Αθηνών, …………… προκειμένου να επιδώσει όλα τα σχετικά δικόγραφα και τις σχετικές αποφάσεις, όπου απαιτείται και γ) απάλλαξε προσωρινά τον αιτούντα από την υποχρέωση καταβολής όλων των δικαστικών εξόδων της σχετικής διαδικασίας επί της έφεσης αυτής. Σχετικά με την οικονομική κατάσταση του λαβόντος το ευεργέτημα της πενίας, ………. σημειώνεται ότι αυτός, ηλικίας σήμερα 62 ετών και έγγαμος, είναι άνεργος και πατέρας ενός ενήλικου τέκνου. Ειδικότερα είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ από τις 14 Οκτωβρίου 2015, χωρίς όμως να λαμβάνει επίδομα ανεργίας και δεν διαθέτει στο όνομά του, ως φυσικό πρόσωπο, ακίνητη περιουσία. Τυγχάνει, όμως, μοναδικός μέτοχος και διευθυντής της διαθέτουσας ακίνητη περιουσία εταιρείας με την επωνυμία «……….» (“………..”), η οποία συστάθηκε τυπικά στις 22.4.1992 σύμφωνα με τη νομοθεσία της Δημοκρατίας της Λιβερίας και έως και τα μέσα Φεβρουαρίου του έτους 2020 διατηρούσε την καταστατική της έδρα στη Μονρόβια της Λιβερίας, ενώ από τις 13.2.2020 η καταστατική της έδρα έχει μεταφερθεί στην Πολιτεία Ντέλαγουερ των Η.Π.Α. (βλ. τη συνοδεύουσα την αίτηση ανάκλησης ευεργετήματος πενίας Βεβαίωση Διευθυντικών Στελεχών και Μετόχων της Συμβ/φου Πολιτείας Ντέλαγουερ ……… σε συνδυασμό με την από 16.6.2020 Υπεύθυνη Δήλωση του ……… προς το Κτηματολογικό Γραφείο Πειραιώς). Η εν λόγω εταιρία τυγχάνει κυρία ενός καταστήματος επιφάνειας 68,41 τ.μ. με πατάρι επιφάνειας 52,5 τ.μ. στο ισόγειο πολυκατοικίας που βρίσκεται στο εμπορικό λιμάνι του Πειραιά, στη συμβολή των οδών …… και ……….., το οποίο (κατάστημα) είναι εκμισθωμένο, όπως παραδέχθηκε ο ίδιος ο …………, εξετασθείς ανωμοτί ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά τη συζήτηση με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων στις 11.9.2020, της από 15.6.2020 (με Γ.Α.Κ. …../2020 και Ε.Α.Κ. ……/2020) αιτήσεώς του για χορήγηση του ευεργετήματος πενίας σε άλλη υπόθεση, υποστηρίζοντας τότε μη πειστικά ότι τις μετοχές της ανωτέρω εταιρίας τις έχει τρίτο πρόσωπο, καίτοι στην προαναφερόμενη από 16.6.2020 υπεύθυνη δήλωσή του προς το Κτηματολογικό Γραφείο Πειραιώς διέλαβε ότι τυγχάνει διευθυντής και μοναδικός μέτοχος της εν λόγω εταιρίας (βλ. τα προσκομιζόμενα από 11.9.2020 πρόχειρα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά από τη συζήτηση της παραπάνω αίτησης περί χορήγησης ευεργετήματος πενίας σε επικυρωμένο από τον δικηγόρο Αθηνών, ……….. αντίγραφο που αποτελούν παραδεκτό αποδεικτικό μέσο κατά την παρούσα διαδικασία κατ’ άρθρο 347 ΚΠολΔ). Ο ανωτέρω κατά την υποβολή και εκδίκαση της από 11.6.2020 αιτήσεώς του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για τη χορήγηση στον ίδιο του ευεργετήματος της πενίας στη δίκη στην οποία αφορά η από 10.7.2019 (με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ. …./2019) έφεσή του, ουδέν ανέφερε για την παραπάνω εταιρία και για έσοδά του από μερίσματα που τυχόν λαμβάνει ως μοναδικός μέτοχος της εταιρίας αυτής. Αυτός φιλοξενείται σε διαμέρισμα στην οδό ……….., στη Γλυφάδα Αττικής, από τη θυγατέρα του ………., 29 ετών, η οποία, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων για την προστασία του κορωνοϊού covid-19 δεν εργάζεται από τα τέλη Μαρτίου του 2020, ενώ ο ίδιος πάσχει από αποφρακτική άπνοια του ύπνου λίαν σοβαρού βαθμού. Περαιτέρω, όμως, από τα αντίγραφα των φορολογικών δηλώσεων (Ε1) που προσκομίζει ο ……….. για τα φορολογικά έτη 2017 και 2018, καθώς και από τις πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου για τα φορολογικά έτη 2016, 2017, 2018 και 2019, έγγραφα που είχε προσκομίσει ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και κατά τη συζήτηση της αιτήσεως για την παροχή ευεργετήματος πενίας στις 11.6.2020 (βλ. την ως άνω 431/2020 απόφαση), δεν προκύπτουν και τα εισοδήματα της συζύγου του, ………… ., με την οποία εκείνος εξακολουθεί να είναι παντρεμένος σύμφωνα με το προσκομιζόμενο από 3.6.2020 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Δημοτολογίου του Δήμου Κιμώλου του Νομού Κυκλάδων. Όπως ο ίδιος παραδέχθηκε στην πιο πάνω αναφερόμενη συνεδρίαση της 11.9.2020 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά για την παροχή ευεργετήματος πενίας σε άλλη υπόθεση, η σύζυγός του λαμβάνει σύνταξη και δύο ενοίκια, το δε συνολικό μηνιαίο της εισόδημα αυτός προσδιόρισε στα 700-800 ευρώ (βλ. τα από 11.9.2020 ως άνω πρόχειρα πρακτικά ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά τη συζήτηση αιτήσεως του ………… για τη χορήγηση ευεργετήματος πενίας). Πιθανολογείται, λοιπόν, ότι κατά μέσο όρο τα μηνιαία εισοδήματα της συζύγου του ανέρχονται σε 750 ευρώ και τα ετήσια εισοδήματα αυτής σε 9.000 ευρώ (=750 ευρώ x 12 μήνες). Κατά τα λοιπά δεν πιθανολογήθηκε από κάποιο αποδεικτικό μέσο η διατήρηση στην περιουσία του και η μη ανάλωση ποσών 67.145.825 δραχμών, 1.953.996 δολαρίων Η.Π.Α. και 409.281 ευρώ που κατά τον αιτούντα-αναφέροντα του δόθηκαν για χαριστική αιτία, σύμφωνα με την από 18.2.2010 δήλωση του πρώτου από τον πατέρα τους, …….. Ο …….. υποστηρίζει με το σημείωμά του ότι τα ποσά αυτά ουδέποτε περιήλθαν στα χέρια του, αλλά αφορούσαν υποχρεώσεις των εταιριών του, τις οποίες πλήρωνε απευθείας ο ίδιος ο πατέρας του με καταβολές που έγιναν προ 15 και 20 ετών. Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν στοιχεία για την τύχη των παραπάνω χρημάτων, το Δικαστήριο αυτό δεν μπορεί να τα συνυπολογίσει στην παρούσα περιουσία του λαβόντος το ευεργέτημα πενίας διαδίκου. Ομοίως το παρόν Δικαστήριο δεν διαθέτει τα απαιτούμενα στοιχεία για να διαλάβει κρίση επί των επικαλούμενων από τον αιτούντα την ανάκληση ποσών των 64.302,56 ευρώ και 5.085 δολαρίων Η.Π.Α. που φέρεται ότι δάνεισε στον αδελφό του ………… κατά το διάστημα από 17.8.2010 έως 10.7.2012 και τα οποία αποτελούν και το αντικείμενο της μεταξύ τους διαφοράς στην κύρια δίκη, επί της οποίας εκκρεμεί η έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο κατόπιν συζήτησης στις 9.7.2020 της από 10.7.2019 έφεσης του λαβόντος το ευεργέτημα της πενίας εκκαλούντος κατά της 2247/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Ενόψει των ανωτέρω, το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του ………. ανέρχεται κατ’ ελάχιστο στο ποσό των 9.000 ευρώ που αντιστοιχεί, κατά παραδοχή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, στα ετήσια εισοδήματα της συζύγου του, . ……………, ποσό που υπερβαίνει το όριο που προβλέπει το άρθρο 1 παρ.2 του ν. 3226/2004 για να θεωρηθεί κάποιος χαμηλού εισοδήματος πολίτης, ήτοι τα δύο τρίτα των κατώτατων ετήσιων ατομικών αποδοχών, που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, δηλαδή εν προκειμένω το άρθρο μόνο της υπ’ αριθ. οικ. 4241/127/30.1.2019 απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΦΕΚ Β’ 173/30.1.2019) σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 103 του ν. 4172/2013, που προβλέπει νόμιμο κατώτατο μισθό ύψους 650 ευρώ τον μήνα για τους υπαλλήλους, οπότε τα 2/3 των κατώτατων ετήσιων αποδοχών ενός υπαλλήλου ανέρχονται στο ποσό των 6.066,67 ευρώ [=650 ευρώ x 14 μήνες x 2/3] και μόνο πολίτες που έχουν ετήσιο οικογενειακό εισόδημα από αυτό το ποσό και κάτω δικαιούνται παροχή νομικής βοήθειας στα πολιτικά δικαστήρια. Επομένως, εξαρχής κατά την υποβολή και τη συζήτηση της από 11.6.2020 αίτησης του ………. ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου για την παροχή σε αυτόν ευεργετήματος πενίας δεν συνέτρεχε το ποσοτικό κριτήριο για το ελάχιστο ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, ώστε να δικαιούται ο ανωτέρω να λάβει νομική βοήθεια, ούτε βέβαια ευεργέτημα πενίας και να απαλλαγεί από την καταβολή των εξόδων της δίκης που ανοίχθηκε με την κατάθεση της από 10.7.2019 (με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ. …../2019) έφεσής του κατά της 2247/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που απευθύνεται ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά. Η κρίση αυτή του παρόντος Δικαστηρίου δεν μεταβάλλεται από το επικαλούμενο στο σημείωμα του ………. γεγονός ότι ο αιτούμενος την ανάκληση του ευεργετήματος-αναφέρων ……….. στις από 29.7.2019 προτάσεις του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά τα συζήτηση της από 19.4.2019 αγωγής του πρώτου κατά αυτού και άλλων εναγόμενων, είχε υποβάλει αίτημα υποχρέωσης του ενάγοντος σε εγγυοδοσία για τα έξοδα εκείνης της δίκης κατ’ άρθρο 169 ΚΠολΔ, καθώς από το προσκομιζόμενο αντίγραφο των προτάσεων αυτών προκύπτει ότι ο …….. είχε στηρίξει το αίτημά του στο ότι ο ………….. στερείται εντελώς εμφανών περιουσιακών στοιχείων (χωρίς να γίνεται λόγος για τα αφανή, όπως είναι οι μετοχές του στην ως άνω offshore εταιρία “………..” που είναι κυρία καταστήματος στον Πειραιά, το οποίο κι εκμεταλλεύεται με μίσθωση) και στο ότι τυγχάνει αναξιόχρεος και αφερέγγυος, όχι όμως στο ότι η σύζυγός του δεν έχει κάποιο εισόδημα-απεναντίας αναφέρει στις εν λόγω προτάσεις του ο …………. ότι η σύζυγος του αδελφού του είναι συνταξιούχος- και δεδομένου ότι με βάση το ν. 3226/2004 λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα (δηλαδή και αυτό της συζύγου) και όχι το ετήσιο ατομικό. Συνακόλουθα, πρέπει κατ’ άρθρο 202 ΚΠολΔ, επιλαμβανόμενου αυτού του Δικαστηρίου αυτεπαγγέλτως, να ανακληθεί το ευεργέτημα της πενίας που παρασχέθηκε στον ………. με την 431/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου. Επίσης, επειδή ο ανωτέρω πέτυχε την παροχή του ευεργετήματος με αναληθείς δηλώσεις και στοιχεία και δη αποκρύπτοντας ότι τυγχάνει διευθυντής και μοναδικός μέτοχος της παραπάνω offshore εταιρίας και του εισοδήματος που λαμβάνει ως μέτοχος από αυτή, πρέπει κατ’ άρθρο 204 ΚΠολΔ να καταδικασθεί σε χρηματική ποινή 100 ευρώ που περιέρχεται στο Δημόσιο ως δημόσιο έσοδο και να υποχρεωθεί να αποδώσει τα ποσά για τα οποία είχε απαλλαγεί με την ως άνω 431/2020 απόφαση, σύμφωνα με το διατακτικό. Αντίγραφο της παρούσας απόφασης πρέπει να γνωστοποιηθεί στο Υπουργείο Οικονομικών με επιμέλεια της γραμματείας αυτού του Δικαστηρίου. Δικαστικά έξοδα υπέρ του αιτούντος την ανάκληση-αναφέροντος δεν επιδικάζονται, καθώς αυτός κατά την παρούσα διαδικασία δεν τυγχάνει διάδικος.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει επί της από 11.9.2020 αίτησης, εκτιμώμενης ως αναφοράς περί ανάκλησης της 431/2020 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, δυνάμει της οποίας παρασχέθηκε στον …….. . το ευεργέτημα της πενίας στη δίκη επί της από 10.7.2019 (με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ. …./2019) εφέσεως ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου.

Ανακαλεί, ενεργώντας αυτεπαγγέλτως, το ευεργέτημα πενίας που παρασχέθηκε στον ………….. με την ως άνω 431/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου.

Επιβάλλει στον παραπάνω λαβόντα το ευεργέτημα πενίας διάδικο χρηματική ποινή ποσού εκατό (100) ευρώ.

Υποχρεώνει τον ανωτέρω λαβόντα το ευεργέτημα πενίας διάδικο στην απόδοση των εξόδων της δίκης από τις οποίες απαλλάχθηκε με την ως άνω 431/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου.

Διατάσσει τη γνωστοποίηση της παρούσας στον Υπουργό Οικονομικών με επιμέλεια της γραμματείας αυτού του Δικαστηρίου.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία του καθ’ ου η αίτηση-αναφορά και του πληρεξούσιου δικηγόρου του, στις 22.10.2020.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ