Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 660/2020

[print-me}

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης

660/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Η από 2.1.2020 έφεση της ενάγουσας Α.Ε., κατά της οριστικής απόφασης 3419/2019 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία απορρίφθηκε η από 11.7.2014 αγωγή της τελευταίας, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495§§1, 2, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), ενώ έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο, κατ’ άρθρο 495 §3Α. περ. γ´ του Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του Κ.Πολ.Δ.) και να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία.

ΙΙ.  Κατά τη διάταξη του άρθρου 57 Α.Κ., όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε το άρθρο 59 του ίδιου Κώδικα και στην περίπτωση του άρθρου 57 του Α.Κ.,το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού έχει λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη (αυτού που έχει προσβληθεί). Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα και σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις διατάξεις αυτές καθιερώνεται αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος ως προς την άρση της προσβολής, ενώ για την αξίωση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης απαιτείται η παράνομη προσβολή να είναι και υπαίτια. Τέτοιο προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι και η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 914 του Α.Κ., όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, ενώ κατά το άρθρο 932 του ίδιου Κώδικα, σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 920 του Α.Κ., όποιος γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας, υποστηρίζει ή διαδίδει αναληθείς ειδήσεις που εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον άλλου, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της είναι: α) υποστήριξη ή διάδοση αναληθών ειδήσεων. Ως «υποστήριξη» νοείται ο ισχυρισμός των ειδήσεων ενώπιον τρίτων με επιχειρηματολογία υπέρ της αλήθειας τούτων, ενώ ως «διάδοση» νοείται η απλή ανακοίνωση των ισχυρισμών. Η υποστήριξη ή η διάδοση των ειδήσεων μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο, δηλαδή γραπτώς ή προφορικώς,προς ένα ή περισσότερα πρόσωπα Ως ειδήσεις νοούνται οι πληροφορίες που αναφέρονται σε οποιαδήποτε περιστατικά, σχέσεις ή καταστάσεις, οι οποίες, κατά το χρόνο της υποστήριξης ή διάδοσης, εκθέτουν σε κίνδυνο ένα απότα περιοριστικά αναφερόμενα στη διάταξη αγαθά, δηλαδή την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του θιγομένου. Οι υποστηριζόμενες ή διαδιδόμενες ειδήσεις πρέπει να είναι σαφείς και συγκεκριμένες και να αναφέρονται σε ορισμένα γεγονότα, επιπλέον δε να αποδεικνύονται και αναληθείς, με την έννοια να μην αληθεύει εξ ολοκλήρου το σχετικό γεγονός ή να παρουσιάζεται αυτό παραποιημένο. Αν το σχετικό γεγονός αληθεύει, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της ως άνω διάταξης. β) Γνώση ή υπαίτια άγνοια της αναλήθειας. Δηλαδή, αυτός που υποστηρίζει ή διαδίδει τις αναληθείς ειδήσεις πρέπει να γνωρίζει ή υπαίτια (από αμέλεια) να αγνοεί την αναλήθεια αυτών. Το στοιχείο αυτό ανταποκρίνεται στην έννοια του πταίσματος και με τις δύο γνωστές μορφές (330 Α.Κ.), δηλαδή του δόλου (γνώση της αναλήθειας) και της αμέλειας(άγνοια της αναλήθειας, επειδή δεν καταβλήθηκε η απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια). Πρόθεση του διαδίδοντος να προξενήσει βλάβη στον θιγόμενο δεν απαιτείται. Η ζημία του βλαπτόμενου πρέπει να προήλθε αιτιωδώς από τη διάδοση ή την υποστήριξη των αναληθών ειδήσεων, γ) Κίνδυνος για την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του προσώπου. Οι διαδιδόμενες αναληθείς ειδήσεις πρέπει επιπλέον να εκθέτουν αιτιωδώς και πραγματικά σε κίνδυνο ένα από τα περιοριστικά διαλαμβανόμενα στο πιο πάνω άρθρο αγαθά του φυσικού ή νομικού προσώπου. Δεν αρκεί η διαπίστωση ότι αφηρημένα είναι ικανές να εκθέσουν σε κίνδυνο τα εν λόγω αγαθά. Ως πίστη του προσώπου νοείται η καλή γνώμη και υπόληψη την οποία έχουν τρίτοι σχετικά με την οικονομική και επαγγελματική κατάσταση του φυσικού ή νομικού προσώπου. Ως μέλλον αυτού νοείται η οικονομική και επαγγελματική βελτίωση. Η πίστη, το μέλλον ή το επάγγελμα ενός προσώπου θεωρείται ότι βρίσκονται σε κίνδυνο, όταν δημιουργούνται δυσμενείς παραστάσεις σε τρίτους και ειδικότερα σ’ εκείνους με τους οποίους σχετίζεται κοινωνικά, οικονομικά ή επαγγελματικά και δ) Ζημία. Τελευταία προϋπόθεση για την ύπαρξη αξίωσης από το άρθρο 920 του Α.Κ., είναι η απόδειξη ζημίας, η οποία προκαλείται αιτιωδώς από την έκθεση σε κίνδυνο ενός από τα πιο πάνω αγαθά. Με βάση το άρθρο αυτό ο θιγόμενος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) μπορεί να ζητήσει χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπραξία κατ’ άρθρο 932 Α.Κ. (Α.Π. 718/2017 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Εξάλλου, χρηματική ικανοποίηση δικαιούνται και τα νομικά πρόσωπα, εφόσον προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη ή το εμπορικό τους μέλλον ή η φήμη τους και, επομένως, τις περιπτώσεις αυτές, με τα αντίστοιχα θεμελιωτικά αυτών συγκεκριμένα περιστατικά, πρέπει να επικαλείται ειδικά (και στην συνέχεια να αποδεικνύει) το ενάγον νομικό πρόσωπο, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο συναίσθημα που ανάγεται στον εσωτερικό κόσμο και κρίνεται με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής, αλλά σε συγκεκριμένη βλάβη, που έχει υλική υπόσταση, διαφορετικά η αγωγή είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 111 και 216 §1 του Κ.Πολ.Δ., αόριστη (Α.Π. 730/2015 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”,  Α.Π. 382/2011 Νο.Β. 2011, σελ. 2158, Εφ.Αθ.3258/2018 Νο.Β. 2018, σελ. 1677, Εφ.Πειρ. 541/2015 και Μον.Εφ.Θεσ. 626/2014 αμφότερες στην Τ.Ν.Π.“ΝΟΜΟΣ”, Στυλ. Πατεράκης Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης Εκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλα 1995, σελ. 148 και Γεωργιάδης σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλου Αστικός Κώδιξ (κατ’ άρθρο ερμηνεία), Εκδόσεις Αφοι Σάκκουλα 1982, Τόμος ΙV, άρθρο 932 αρ. 13). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 522 του Κ.Πολ.Δ., με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους. Από το μεταβιβαστικό αυτό αποτέλεσμα της έφεσης το εφετείο αποκτά την εξουσία να εξετάσει όλους τους ισχυρισμούς που υποβάλλονται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 525 έως 527 του ίδιου Κώδικα, τόσο από τη μια πλευρά, όσο και από την άλλη και, παρά το ότι ο εκκαλών, με την έφεση, παραπονιέται γιατί η αγωγή του απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, μπορεί να κρίνει, μετά και από αυτεπάγγελτη μάλιστα έρευνα, ότι η αγωγή είναι μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη. Στην περίπτωση αυτή, μη επιτρεπόμενης, κατά τη διάταξη του άρθρου 534 του άνω κώδικα, της αντικατάστασης των αιτιολογιών της εκκαλούμενης απόφασης, διότι η αντικατάσταση αυτή οδηγεί σε διαφορετικό, κατά το αποτέλεσμα, διατακτικό, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση και απορρίπτεται η αγωγή ως μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη και μάλιστα χωρίς ειδικό γι’ αυτό παράπονο, κατά τη διάταξη του άρθρου 533 §1 του Κ.Πολ.Δ., δεδομένου ότι η απόφαση αυτή είναι επωφελέστερη για τον εκκαλούντα από την εκκληθείσα (άρθρα 68, 536 του Κ.Πολ.Δ. – Α.Π. 769/2017, Α.Π. 1344/2015, Α.Π. 258/2015 και Α.Π. 356/2013 όλες σε Τ.Ν.Π. «Νόμος»).

ΙΙΙ.  Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα (ήδη εκκαλούσα) – ανώνυμη εταιρεία, με την από 11.7.2014 αγωγή της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ισχυρίστηκε ότι η εναγόμενη, η οποία ήταν υπάλληλός της, απηύθυνε ενώπιον πολλών υπαλλήλων της την ειδικά αναφερόμενη εξυβριστική φράση. Ότι, στη συνέχεια, μετά την καταγγελία της σύμβασης εργασίας της, κατέθεσε στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας, αρχικά την από 6.6.2014 αίτηση για τη διενέργεια εργατικής διαφοράς και ακολούθως την από 17.6.2014 νέα αίτηση, με την οποία ανασκεύασε μέρος της πρώτης. Ότι  των αιτήσεων αυτών, οι οποίες περιείχαν ψευδή γεγονότα, εν γνώσει του ψεύδους τους, που μπορούσαν να βλάψουν τη φήμη και την εμπορική της πίστη, έλαβαν γνώση και τρίτα πρόσωπα (όπως πολλοί υπάλληλοί της, δικηγόροι της και ο διευθυντής και η υπάλληλος της ως άνω Επιθεώρησης). Ότι από την παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας της υπέστη σημαντική ηθική βλάβη. Κατόπιν τούτων, ζήτησε να υποχρεωθεί η τελευταία να της καταβάλει το ποσό των 150.000 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, απέρριψε την αγωγή, ως μη νόμιμη, όσον αφορά στους σε βάρος της εξυβριστικούς χαρακτηρισμούς, κατά τους λοιπούς δε ισχυρισμούς, τη δέχθηκε ως νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 59, 299, 914, 920, 932 του Α.Κ. και 362 – 363 του Π.Κ., την απέρριψε όμως ως αβάσιμη κατ’ ουσία. Ήδη, κατά της ως άνω απόφασης παραπονείται η ενάγουσα, με την υπό κρίση έφεσή της, για τους διαλαμβανόμενους σ’αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε να γίνει δεκτή η από 11.7.2014 αγωγή της, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη. Ωστόσο, με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή, ως προς το μέρος για το οποίο πλήττεται, έπρεπε να απορριφθεί προεχόντως ως αόριστη, αφού αναφέρεται ότι, από την επικαλούμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης, επλήγη αορίστως η εμπορική της πίστη, η επαγγελματική της υπόληψη και γενικά το εμπορικό της μέλλον, χωρίς ωστόσο καμία αναφορά στο ότι η συμπεριφορά αυτή (της εναγομένης) είχε ως αποτέλεσμα να υποστεί συγκεκριμένη βλάβη, που έχει υλική υπόσταση, περιστατικά αναγκαία για το ορισμένο του αιτούμενου κονδυλίου της χρηματικής ικανοποίησης, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην ως άνω μείζονα σκέψη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο έκρινε νόμιμη την αγωγή και στη συνέχεια την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και πρέπει το Δικαστήριο τούτο αυτεπάγγελτα (Α.Π. 1210/1995 Ελλ.Δ/νη 1997, σελ. 1782), να κάνει δεκτή την έφεση και ως ουσιαστικά βάσιμη, ώστε να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη οριστική απόφαση 3419/2019 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς το κεφάλαιο για το οποίο πλήττεται. Επιπλέον, πρέπει, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.) και ερευνηθεί η από 11.7.2014 αγωγή, ν’ απορριφθεί αυτή, ως αόριστη. Εξάλλου, η απόφαση δε αυτή του Δικαστηρίου τούτου, σύμφωνα και με όσα ορίζονται στη μείζονα σκέψη, δεν είναι επιβλαβέστερη για την εκκαλούσα – ενάγουσα, ώστε κατά το άρθρο 536 §1 του Κ.Πολ.Δ., να μην μπορεί να την εκδώσει το Εφετείο, διότι η τελευταία παραπονούνταν για την κατ’ ουσία απόρριψη της αγωγής. Περαιτέρω, εφόσον έγινε δεκτή η έφεση και εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη απόφαση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατέθεσε με το ηλεκτρονικό παράβολο με αριθμό ……………….. Και τούτο διότι, εάν το ένδικο μέσο γίνει δεκτό και εξαφανισθεί εν όλω ή εν μέρει η απόφαση, ο διάδικος που το άσκησε θεωρείται, για την τύχη του κατατεθέντος παραβόλου, νικήσας, κατ’ άρθρο 495 του Κ.Πολ.Δ. (εφόσον η νίκη του καταθέσαντος το παράβολο πρέπει να κρίνεται σε σχέση με το διατακτικό της απόφασης που εκδίδεται επί του ενδίκου μέσου) και δικαιούται να του επιστραφεί, ανεξαρτήτως εάν η τελική κρίση του δικαστηρίου επί της ουσίας της υπόθεσης είναι ή όχι ευνοϊκή γι’ αυτόν (Α.Π. 532/2016 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επιπλέον, η εκκαλούμενη απόφαση πρέπει να εξαφανιστεί ως προς τη διάταξή της για τη δικαστική δαπάνη για όλα τα κεφάλαια της απόφασης, που αφορά στην ως άνω αγωγή, ενόψει της αναγκαιότητας ενιαίου καθορισμού αυτής (Α.Π. 192/1998 Ελλ.Δ/νη 1998, σελ. 825, Α.Π. 748/1984 Ελλ.Δ/νη 1985, σελ. 642, Μαργαρίτης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Τόμος Ι, άρθρα 535 αρ. 1 και 522 αρ. 13 και Βασ. Βαθρακοκοίλης ΚΠΟΛΔ Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση (κατ’ άρθρο), Τόμος Γ, άρθρο 535, αρ. 4) και να καταδικαστεί η ενάγουσα – εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της εναγόμενης – εφεσίβλητης, κατόπιν του σχετικού αιτήματος της τελευταίας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρα176, 183, 191 §2 του Κ.Πολ.Δ., 63 §1 περ. i στοιχ. α, 68 §1 και 69 §1 του ν. 4194/2013), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό. Σημειώνεται ωστόσο, ότι επειδή το αίτημα της  αγωγής, κρίνεται υπέρογκο, αλλά δεν μπορούσε να έχει αξιολογηθεί από τον δικηγόρο, ελλείψει πραγματικών στοιχείων, το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα, κατά την εκτίμηση του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 58 §5 του ν. 4194/2013, προσδιορίζει την νόμιμη αμοιβή με βάση το ποσό που έπρεπε να ζητηθεί με την αγωγή (60.000 ευρώ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό. Εξάλλου, η διάταξη για τα δικαστικά έξοδα, με την οποία η ενάγουσα – εκκαλούσα, ως ηττηθείσα διάδικος, καταδικάζεται στην πληρωμή τους, λόγω της απόρριψης της δικής της αγωγής, δεν αντιφάσκει με τη διάταξη με την οποία γίνεται δεκτή η έφεση του ιδίου και εξαφανίζεται η εκκληθείσα πρωτόδικη απόφαση. Και τούτο, διότι, σύμφωνα με τα άρθρα 176 – 183 του Κ.Πολ.Δ., ως προς την τελική κατανομή των δικαστικών εξόδων των διαδίκων, καθιερώνεται η αρχή της ήττας, η οποία ισχύει και στο δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, με συνέπεια,όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εκδικάζει την αίτηση παροχής έννομης προστασίας, να λογίζεται ως ηττηθείς διάδικος, που βαρύνεται με την πληρωμή των δικαστικών εξόδων, εκείνος ως προς τον οποίο αποβαίνει δυσμενής η κατάληξη της δίκης, με την παραδοχή ή την απόρριψη της αίτησης, ανεξαρτήτως του εάν άσκησε το ένδικο μέσο αυτός ή ο αντίδικός του (Α.Π. 692/2004 Ελλ.Δ/νη 2006, σελ. 1015).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 2.1.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2020 έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 3419/2019 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ως προς το σκέλος της κατά το οποίο κρίθηκε νόμιμη και αφορά στους συκοφαντικούς ισχυρισμούς, που μπορούσαν να βλάψουν τη φήμη και την εμπορική της πίστη.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 29.12.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2015 αγωγή ως προς το ανωτέρω σκέλος    της.

Απορρίπτει αυτήν ως αόριστη, ως προς το ανωτέρω σκέλος της.

Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατέθεσε και αναφέρεται στο σκεπτικό.

Καταδικάζει την ενάγουσα – εκκαλούσα, στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της εναγόμενης- εφεσίβλητης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων (3.600)ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 6Νοεμβρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

            Ο   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ