Αριθμός 679/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 παρ. 1 και 2 και 528 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ενώπιον των δευτεροβάθμιων Δικαστηρίων είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση μόνον στην περίπτωση κατά την οποία η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από τον διάδικο, ο οποίος δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, οπότε, με την τυπική παραδοχή της έφεσης, που λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης (ΑΠ 280/2012, ΑΠ 866/2008, ΑΠ 1015/2005). Στην περίπτωση αυτή, ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Έτσι αναδικάζεται η υπόθεση από το Εφετείο, ενώπιον του οποίου η συζήτηση γίνεται πλέον προφορικά. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση αυτή, που είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση ενώπιον του Εφετείου, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έτσι δεν είναι επιτρεπτή η παράσταση κατά τη συζήτηση με κοινή δήλωση των διαδίκων, που υπογράφεται από τους πληρεξούσιους Δικηγόρους τους ή με δήλωση του ενός ή ορισμένων μόνον πληρεξουσίων Δικηγόρων, ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης. Η απαγόρευση της παράστασης με δήλωση πληρεξούσιου Δικηγόρου στην περίπτωση του άρθρου 528 του ΚΠολΔ ισχύει όχι μόνο για τον διάδικο, ο οποίος δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, αλλά και για τον αντίδικό του, ο οποίος είχε παραστεί κανονικά στον πρώτο βαθμό. Αυτό προκύπτει με σαφήνεια από τις προαναφερόμενες διατάξεις, διότι διαφορετικά, χωρίς δηλαδή την πραγματική παράσταση όλων των διαδίκων, δεν νοείται προφορική συζήτηση, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα εκατέρωθεν ακροάσεως και κατ΄ αντιδικία συζητήσεως της υποθέσεως, για να εξασφαλίζεται η αρχή της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ (ΑΠ 1478/2019, ΑΠ 476/2017, ΑΠ 1040/2013, ΑΠ 93/2013, ΑΠ 280/2012,ΑΠ 251/2009, ΑΠ 866/2008, ΕφΠειρ 668/2009). Η υποβολή τέτοιας δήλωσης από μη παριστάμενο πληρεξούσιο στο Δικαστήριο διαδίκου κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, για την οποία είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση, συνιστά μη προσήκουσα παράσταση αυτού έστω και αν έχει καταθέσει προτάσεις, συνεπαγόμενη την ερημοδικία του (ΕφΑθ 3137/2009 ΕλλΔνη 2009.1520, ΕφΑθ 3287/2008 ΕλλΔνη 2008.1514, ΕφΑθ 726/2006 ΕλλΔνη 2007.632, Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα: Ερμηνεία ΚΠολΔ, Συμπλήρωμα, στο άρθρο 271). Εάν ο μη προσηκόντως παριστάμενος και γι΄ αυτό ερήμην δικαζόμενος διάδικος είναι ο εκκαλών, τότε η έφεσή του απορρίπτεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 3 του ΚΠολΔ και η απόρριψη συντελείται, ανεξάρτητα από την υποβολή ή μη σχετικού αιτήματος του εφεσίβλητου, διότι ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του θεωρείται ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση (ΑΠ 476/2017, ΑΠ 2150/2014ΑΠ 1858/2014, ΕφΔυτΜακεδ 17/2020). Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ΄ αρ. 2667/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος, μεταξύ άλλων, απορρίφθηκε ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό, έγινε δεκτή η από 23-6-2014 (αρ. καταθ. ……./2014) αγωγή της ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης, κατά την πρώτη επικουρική βάση της και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 28.227,53 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Κατά της πρωτόδικης αυτής απόφασης ο εναγόμενος άσκησε την από 5-5-2017 (αρ. καταθ. …./2017) έφεσή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 8-5-2017, η συζήτηση της οποίας, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 21-11-2019. Από την υπ΄ αρ. …/6-3-2019 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …………., που επικαλείται και προσκομίζει η εφεσίβλητη, προκύπτει ότι τη συζήτηση της κρινόμενης εφέσεως επισπεύδει η ίδια (εφεσίβλητη), η οποία επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εκκαλούντα, ακριβές αντίγραφο της ως άνω εφέσεως, με εκθέσεις καταθέσεως, πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση να παραστεί (ο εκκαλών) κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 21-11-2019, οπότε, αφού οι διάδικοι εμφανίστηκαν στο ακροατήριο δια των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους, αντίστοιχα, αναβλήθηκε η συζήτηση αυτής, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά την ως άνω τελευταία δικάσιμο της 8-10-2020, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα από τη σειρά του οικείου πινακίου, η εφεσίβλητη εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια Δικηγόρο της, ενώ ο εκκαλών εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του με δήλωση κατά το άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Σύμφωνα, όμως, με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, στην περίπτωση, κατά την οποία η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από τον διάδικο, που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση, είναι υποχρεωτική ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου η προφορική συζήτηση της υπόθεσης και δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Επομένως, εφόσον ο εκκαλών-εναγόμενος δεν μετέχει κανονικά στη συζήτηση της έφεσης, πρέπει αυτός να δικασθεί ερήμην, δεδομένου ότι είχε νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 21-11-2019, κατά τα προαναφερόμενα, ενόψει και του ότι η αναβολή της συζήτησης από το οικείο πινάκιο και η αναγραφή της υπόθεσης, στη συνέχεια, σ΄ αυτό ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 226 παρ. 4 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ΄ έφεση δίκη κατ΄ άρθρο 498 παρ. 2 του ιδίου Κώδικα (ΕφΚρητ183/2009). Κατά συνέπεια η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας. Πρέπει, επίσης, για την περίπτωση που ο εκκαλών ασκήσει κατά της παρούσας ανακοπή ερημοδικίας, να οριστεί το νόμιμο παράβολο (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας. Λόγω δε, της ήττας του (εκκαλούντος), πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που κατατέθηκε, κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, από αυτόν (εκκαλούντα) μετο e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ με κωδικό …../2017, ποσού 100 ευρώ και είδους παραβόλου: e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ, καθώς επίσης, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην του εκκαλούντος την από 5-5-2017 (αρ. καταθ. …../2017) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 2667/2016 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).
Ορίζει παράβολο, για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας από τον εκκαλούντα, το ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Απορρίπτει την έφεση.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε με το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ με κωδικό ………/2017, ποσού εκατό (100) ευρώ και είδους παραβόλου: e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ, στο Δημόσιο Ταμείο.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 16 Νοεμβρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και της πληρεξούσιας Δικηγόρου της εφεσίβλητης.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ