Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 734/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης

734/2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Γ. Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από την έκθεση επίδοσης με αριθμό …… του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ………, την οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι εκκαλούντες, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση για τη δικάσιμο της 18ης Οκτωβρίου 2018, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εφεσίβλητη (άρθρα 122 §1, 123, 124 §1, 126 §1 περ. γ, 127 §1, 139 και 498 §2 του Κ.Πολ.Δ.). Η τελευταία όμως, δεν εκπροσωπήθηκε στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά που ήταν γραμμένη στο πινάκιο και κατά συνέπεια πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 §4 εδ. α του Κ.Πολ.Δ.).

ΙΙ. Κατά το άρθρο 193 του Κ.Πολ.Δ. δεν επιτρέπεται προσβολή της απόφασης με ένδικο μέσο ως προς τα έξοδα, αν δεν περιλαμβάνει και την ουσία της υπόθεσης. Σκοπός της διάταξης αυτής είναι ο αποκλεισμός της δυνατότητας αυτοτελούς άσκησης ενδίκων μέσων και επομένως και εκείνου της έφεσης, μόνο για το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, χωρίς ταυτόχρονη προσβολή της απόφασης και ως προς το κεφάλαιο αυτής επί της ουσίας της υπόθεσης, καθώς και η αποτροπή εξαναγκασμού του ανώτερου δικαστηρίου για έρευνα της ουσίας (της υπόθεσης) από την προσβολή και μόνο της απόφασης για τα έξοδα, η κρίση για την επιδίκαση των οποίων συνάπτεται με την ουσία της υπόθεσης. Ο περιορισμός αυτός ισχύει και όταν ο διάδικος που ηττήθηκε ως προς το έξοδα δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση ως προς την ουσία της υπόθεσης επειδή, μετά από προηγούμενη έρευνά της από το δικαστήριο, νίκησε ως προς αυτήν. Εάν όμως, εξαιτίας παραίτησης του ενάγοντος από τα κύρια αγωγικά αιτήματά του ή από oποιαδήποτε άλλη αιτία, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί της ουσίας της υπόθεσης, αλλά, κατόπιν σχετικής αίτησης (αποφάνθηκε) μόνο επί του παρεπομένου αιτήματος της αγωγής για τα έξοδα, τα οποία επιδίκασε σε βάρος του υπαιτίου για την άσκηση της αγωγής και την πρόκληση των εξόδων, το κεφάλαιο αυτό των δικαστικών εξόδων αποτελεί αυτοτελές επίδικο αντικείμενο της δίκης και, συνεπώς, είναι επιτρεπτή η προσβολή της πρωτόδικης απόφασης με έφεση, χωρίς να προσκρούει η άσκησή της στην ως άνω απαγόρευση του άρθρου 193 του Κ.Πολ.Δ. και να είναι απαράδεκτη, κατά το άρθρο 532 του ίδιου Κώδικα (Α.Π. 617/2008 Εφ.Α.Δ 2008, σελ. 705, με παρατηρήσεις Άν. Πλεύρη, Εφ.Αθ. 881/2011 και Εφ.Θεσ. 2000/2017 σε Τ.Ν.Π. «Νόμος» και Βασ. Βαθρακοκοίλης Η Έφεση, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα – Θεσσαλονίκη, 2015, αρ. 275 και 342).

ΙΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση φέρεται προς συζήτηση η από 20.12.2017 έφεση των εναγομένων, κατά της οριστικής απόφασης 4294/2017 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και δίκασε επί της από 25.4.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… αγωγής της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης. Η τελευταία, με την από 1.9.2016 δήλωσή της, που επιδόθηκε στους εναγομένους στις 2.9.2016, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της αγωγής της, πριν τη συζήτησή της, η οποία είχε προσδιοριστεί για τη δικάσιμο της 5.10.2016. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί της ουσίας της υπόθεσης, ωστόσο, μετά από υποβολή σχετικού αιτήματος, αφού θεώρησε ως μη ασκηθείσα την ως άνω αγωγή, αποφάνθηκε μόνο για τα δικαστικά έξοδα και με την ως άνω 4294/2017 οριστική του απόφαση συμψήφισε αυτά, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων. Ήδη, ο δεύτερος και ο τρίτος εναγόμενοι – εκκαλούντες ζητούν, αφού γίνει δεκτή η έφεσή τους, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, κατά το μέρος που τους αφορά και να γίνει δεκτό το ως άνω αίτημά τους για την καταδίκη της ενάγουσας στη δαπάνη αυτή. Η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον οι εκκαλούντες δεν επικαλούνται ούτε προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης και δεν έχει παρέλθει διετία από την έκδοση της τελευταίας (άρθρα 495, 511, 513, 516 §1, 517 και 518 §2 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, ασκείται παραδεκτά, κατά τα άρθρα 193 και 516 του Κ.Πολ.Δ., από τους εναγομένους, οι οποίοι έχουν προς τούτο έννομο συμφέρον, εφόσον, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί της ουσίας της υπόθεσης, λόγω της παραίτησης της ενάγουσας από το δικόγραφο της αγωγής, αλλά μόνο επί του αιτήματος των δεύτερου και τρίτου εναγομένων για τα δικαστικά έξοδα, τα οποία συμψήφισε, απορρίπτοντας το (αίτημα για την καταδίκη της ενάγουσας στη δικαστική τους δαπάνη). Επομένως, το κεφάλαιο αυτό των δικαστικών εξόδων αποτελεί αυτοτελές αντικείμενο της δίκης και ως εκ τούτου είναι επιτρεπτή η προσβολή της ως άνω πρωτόδικης απόφασης με έφεση, χωρίς να προσκρούει η άσκησή της στην απαγόρευση του άρθρου 193 του Κ.Πολ.Δ. Κατόπιν τούτων, η υπό κρίση έφεση αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), ενώ έχει κατατεθεί, από τον πρώτο εκκαλούντα, το σχετικό παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, κατ’ άρθρο 495 §4 του Κ.Πολ.Δ., όπως προκύπτει από το με αριθμό κωδικού ……….. ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με την από 9.1.2018 βεβαίωση εξόφλησης της Τράπεζας …….., αρκούντος ενός μόνο παραβόλου (άρθρο 495 §4 εδ. β΄ του ίδιου Κώδικα). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του Κ.Πολ.Δ.) και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 του ίδιου Κώδικα).

ΙV. Η ενάγουσα – ήδη εφεσίβλητη – άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 25.4.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……. αγωγή της κατά του ……….. – μη εκκαλούντος – και κατά των εδώ εκκαλούντων. Ωστόσο, μετά την κατάθεση προτάσεων από τους εναγομένους αλλά πριν τη συζήτηση της αγωγής, με δικόγραφο, που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και επέδωσε στους εναγομένους, η ενάγουσα παραιτήθηκε από το δικόγραφο της αγωγής της. Οι εναγόμενοι, δεδομένου ότι είχαν καταθέσει προτάσεις, δεν προέβαλαν αντιρρήσεις για την παραίτηση αυτή, ωστόσο, με την προσθήκη τους, ζήτησαν να καταδικαστεί η τελευταία στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη 4294/2017 απόφασή του, έκρινε νόμιμη την αίτηση των εναγομένων, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 188 §1, 189, 191 §2 και 192 του Κ.Πολ.Δ. και, αφού θεώρησε ως μη ασκηθείσα την ως άνω από 25.4.2016 αγωγή, αποφάνθηκε πως πρέπει να συμψηφιστούν, στο σύνολό τους, τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, κατ’ άρθρο 179 του Κ.Πολ.Δ. Κατά την απόφασης αυτής ο δεύτερος και ο τρίτος εναγόμενοι, με την έφεσή τους, παραπονούνται, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ζητούν δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης ως προς την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της, ώστε να γίνει δεκτό το αίτημά τους και να καταδικαστεί η ενάγουσα στη δαπάνη αυτή, ποσού 29.620,39 ευρώ στον καθένα, άλλως σε 8.106,50 ευρώ για τον πρώτο και 18.963,01 για το δεύτερο.

  1. Από όλα τα έγγραφα που οι εκκαλούντες επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα (μεταξύ των οποίων και τα υπό στοιχεία Ε, Ε1, ΣΤ, ΣΤ1, ΣΤ2 και Ζ έγγραφα, τα οποία, εκτός του ότι μπορούν να προσκομισθούν το πρώτον και στην κατ’ έφεση δίκη, κατ’ άρθρο 529 §1 του Κ.Πολ.Δ., δεν προσκομίζονται στο Δικαστήριο τούτο από στρεψοδικία ή από βαριά αμέλεια, καθόσον είναι μεταγενέστερα της συζήτησης στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ενώ δεν συνιστούν νέους ισχυρισμούς) είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς έμμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, ανώνυμη εταιρεία, άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 17.9.2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… αγωγή της, στην οποία ιστορούσε ότι, στα πλαίσια του εταιρικού της σκοπού (κατασκευή, και εκμετάλλευση σταθμών αυτοκινήτων), σύναψε με τους εναγομένους (εκκαλούντες και …… ………. – μη εκκαλούντα), προσύμφωνα, για τη μεταβίβαση από τους τελευταίους σ’ αυτήν του ειδικά αναφερόμενου ακινήτου, του οποίου είχαν την κυριότητα. Ότι, αν και εκείνη προέβη σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την άρση των εμποδίων (αποδέσμευση από τον Οργανισμό Σχολικών Κτηρίων, μη χαρακτηρισμός του ως νεώτερο μνημείο, έγκριση ίδρυσης σταθμού αυτοκινήτων, άδεια κατεδάφισης και αίτηση για τη χορήγηση άδειας ανέγερσης σταθμού αυτοκινήτων από την Πολεοδομία και αίτηση προς Τράπεζα για την έγκριση δανείου), και την ολοκλήρωση της μεταβίβασης του ως άνω ακινήτου, οι εναγόμενοι δεν προσήλθαν για την υπογραφή του οριστικού συμβολαίου. Κατόπιν τούτων, ζητούσε να υποχρεωθούν οι τελευταίοι να της καταβάλουν, εις ολόκληρον, ως θετική ζημία το ποσό των 702.443,32 ευρώ (200.000 ευρώ ως αρραβώνα που συμφωνήθηκε με το προσύμφωνο και 502.443,32 ευρώ για δαπάνες για το προς πώληση ακίνητο) και ως αποθετική ζημία το ποσό των 3.037.703 ευρώ, το οποίο, υπό τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα αποκόμιζε κατά τα πέντε πρώτα έτη λειτουργίας του σταθμού αυτοκινήτων. Τέλος, ζητούσε και το ποσό των 50.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, την οποία υπέστη, από την προσβολή της φήμης της, λόγω της αναφερόμενης αντισυμβατικής, παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των εναγομένων, που αντίκειται στα χρηστά ήθη. Στις 30.10.2015, κατά τη συζήτηση της αγωγής, η οποία συνεκφωνήθηκε με την από 26.10.2013 παρεμπίπτουσα αγωγή, η ενάγουσα, με δήλωσή της στα πρακτικά, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της αγωγής όσον αφορά στα κονδύλια της αποθετικής ζημίας (των 3.037.703 ευρώ) και μέρος αυτού της θετικής ζημίας, ποσού 470.000 ευρώ, ενώ περιόρισε το αιτούμενο ποσό της χρηματικής ικανοποίησης στις 20.000 ευρώ. Σημειωτέον ότι επί της αγωγής αυτής έχει εκδοθεί η απόφαση 411/2016 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα. Ακολούθως, η ενάγουσα, άσκησε την από 25.4.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……….. (ένδικη) αγωγή κατά των ιδίων εναγομένων και με την ίδιες νομικές βάσεις, για τα ως άνω κονδύλια από τα οποία παραιτήθηκε με την πρώτη αγωγή της, καθώς και, εκ νέου, για το ποσό των 50.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση. Η αγωγή αυτή κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 26.4.2016 και από την επομένη ξεκίνησε η προθεσμία των 100 ημερών για την κατάθεση των προτάσεων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 237 του Κ.Πολ.Δ. Λαμβανομένου υπόψη ότι ο μήνας Αύγουστος δεν υπολογίζεται για την ως άνω προθεσμία (άρθρο 147 §2 του Κ.Πολ.Δ.), οι διάδικοι όφειλαν να καταθέσουν τις προτάσεις τους μέχρι τις 5.9.2016, δεδομένου ότι η 100η ημέρα (4.9.2016), ως Κυριακή, ήταν εξαιρετέα (άρθρο 144 §1 του ίδιου Κώδικα). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, ενώ ο δεύτερος και ο τρίτος εναγόμενοι, στις 28.7.2016, κατέθεσαν προτάσεις επί της αγωγής αυτής, η ενάγουσα, την προτελευταία ημέρα πριν από τη λήξη της προθεσμίας για την κατάθεση προτάσεων (Παρασκευή 2.9.2016), κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου το από 1.9.2016 δικόγραφο παραίτησης από την ίδια αγωγή, το οποίο και επέδωσε αυθημερόν στους εναγομένους. Στην παραίτηση αυτή, η οποία, υπό τα εκτιθέμενα στο ίδιο έγγραφο αυτής, έλαβε χώρα λόγω αδυναμίας καταβολής του δικαστικού ενσήμου, υπήρχε δε ρητή επιφύλαξη της ενάγουσας για την επαναφορά του δικογράφου της αγωγής της, κάτι το οποίο άλλωστε έκανε τρεις φορές (α) στις 24.2.2017, με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …….. αγωγή, από την οποία παραιτήθηκε με το από 31.5.2017 και αριθμό ………. δικόγραφο που επιδόθηκε στους εναγομένους την 1.6.2017, β) στις 28.11.2017, με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… αγωγή, από την οποία παραιτήθηκε με την από 5.3.2018 εξώδικη δήλωση, που επιδόθηκε στους εναγομένους στις 6.3.2018 και γ) στις 5.9.2018, με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… αγωγή). Επιπλέον, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι η παραίτηση της ενάγουσας από το δικόγραφο της αγωγής, πλην της αδυναμίας καταβολής δικαστικού ενσήμου, ήταν επιλογή της, λόγω του ότι εκκρεμούσε η έκδοση απόφασης επί της αρχικής από 17.9.2012 αγωγής της. Και τούτο διότι, σε περίπτωση που κριθεί αμετάκλητα ότι η μη κατάρτιση της οριστικής σύμβασης πώλησης του ακινήτου των εναγομένων δεν οφείλεται σε λόγους που αφορούν στους τελευταίους, δεν θα είχε νόημα η συζήτηση της υπό κρίση αγωγής και η αναζήτηση θετικής και αποθετικής ζημίας. Εξάλλου, η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής από την ενάγουσα έλαβε χώρα μόλις μία ημέρα πριν τη λήξη της προθεσμίας για την κατάθεση των προτάσεων και ενώ οι εναγόμενοι είχαν ήδη καταθέσει προτάσεις. Για το λόγο αυτό μάλιστα, τα έξοδα, στα οποία υποβλήθηκαν ο δεύτερος και ο τρίτος εναγόμενοι, δεν οφείλονταν σε υπερβολική πρόνοια, εφόσον έγιναν εντός της τασσόμενης από το νόμο προθεσμίας (άρθρο 237 §1 του Κ.Πολ.Δ.). Και μπορεί να υπάρχει η δυνατότητα συμψηφισμού των δικαστικών εξόδων σε περίπτωση παραίτησης ενός διαδίκου από το δικόγραφο της αγωγής, κατ’ άρθρο 192 Κ.Πολ.Δ., όμως, η διακριτική αυτή ευχέρεια του δικαστηρίου υφίσταται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου (άρθρο 179 του Κ.Πολ.Δ.), δηλαδή εφόσον η ερμηνεία του κανόνα δικαίου είναι ιδιαίτερα δυσχερής. Στην προκείμενη όμως περίπτωση, η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που επρόκειτο να εφαρμοστούν, πάντα υπό τα εκτιθέμενα στην από 17.9.2012 αγωγή της ενάγουσας, δεν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής, σε βαθμό ώστε να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων, εφόσον ως προς τους εφαρμοστέους κανόνες δικαίου αυτούς δεν κυμαίνεται η νομολογία ούτε υφίστανται περισσότερες ερμηνευτικές εκδοχές ούτε το ζήτημα έχει παραπεμφθεί προς κρίση στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου (Ε. Μπαλογιάννη / Μ. Γεωργιάδου σε Χαρούλα Απαλαγάκη ΚΠΟΛΔ, Έκδοση 4η, 2016, Τόμος 1ος, άρθρο 179 αρ. 3, σελ. 569 και Μιχ. Μαργαρίτης / Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Τόμος Ι, Έκδοση 2η, 2018, άρθρο 179 αρ. 3, σελ. 309). Τέτοιος συμψηφισμός, μάλιστα, δε θα μπορούσε να δικαιολογηθεί ούτε από την αρχή της επιείκειας ούτε από τον επιδιωκόμενο με την παραίτηση σκοπό της κατάργησης των δικών, αφού στο δικόγραφο της παραίτησης της ενάγουσας υπάρχει ρητή αναφορά για επιφύλαξη άσκησης εκ νέου της αγωγής, που όπως προαναφέρθηκε, ήδη έλαβε χώρα. Κατά συνέπεια, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με το να συμψηφίσει, στο σύνολό του, τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των ως άνω διαδίκων, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος έφεσης του πρώτου και του δεύτερου εναγομένων. Κατόπιν τούτων, πρέπει να καταδικαστεί η ενάγουσα, λόγω της παραίτησής της από το δικόγραφο της από 25.4.2016 αγωγής, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων σε καθένα από τους πρώτο και δεύτερο εναγόμενους – εκκαλούντες (άρθρα 68 §1, 63 §1 περ. i του ν. 4194/2013, 176, 180 §1, 183 και 191 §2 του Κ.Πολ.Δ.), ήτοι από 9.873,46 ευρώ (29.620,39 ευρώ η δικαστική δαπάνη με βάση το αιτούμενο με την αγωγή ποσό : 3 όλοι οι εναγόμενοι), γενομένου εν μέρει δεκτού του κύριου αιτήματος των τελευταίων.

VΙ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη η από 20.12.2017 έφεση των εναγομένων, …………, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση 4294/2017 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ως προς τη διάταξη, που αφορά στη δικαστική δαπάνη κατά το μέρος που αφορά στους ως άνω διαδίκους και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), να καταδικαστεί η ενάγουσα να πληρώσει σε καθένα από τον πρώτο και δεύτερο εναγόμενο το ποσό των 9.873,46 ευρώ. Επιπλέον, εφόσον έγινε δεκτή η έφεση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον πρώτο εκκαλούντα του παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που κατέθεσε με το με αριθμό κωδικού …….. ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών (άρθρο 495 §3 εδ. ε΄ του Κ.Πολ.Δ.). Επιπλέον, πρέπει να ορισθεί παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την ερημοδικαζόμενη εφεσίβλητη (άρθρα 501, 502 §1 και 505 §2 του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστεί η τελευταία, ανάλογα με την έκταση της ήττας της, στη δικαστική δαπάνη των εκκαλούντων (πλην του πρώτου βαθμού, για τον οποίο αφορούσε η υπό κρίση έφεση) και για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 178 §1, 183, 191 §2 του Κ.Πολ.Δ. 69 §1, 68 §1 και 63 §1 περ. i.α του ν. 4194/2013), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της εφεσίβλητης.

Ορίζει το παράβολο στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής από αυτήν (εφεσίβλητη).

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 20.12.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 4294/2017 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ως προς τη διάταξη των δικαστικών εξόδων, κατά το μέρος που αφορά στους εναγομένους, ………………

Kρατεί την υπόθεση και δικάζει επί του αιτήματος των εναγομένων αυτών για την καταβολή των δικαστικών τους εξόδων.

Δέχεται εν μέρει αυτήν.

Καταδικάζει την ενάγουσα στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης των εναγομένων, ………….. και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει, για τον καθένα, στο ποσό των δέκα χιλιάδων διακοσίων εξήντα οκτώ ευρώ και σαράντα (10.268,40) λεπτών (από 9.873,46 ευρώ για τον πρώτο βαθμό και από 394,94 ευρώ για το δεύτερο βαθμό).

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα, …………, του κατατεθέντος από αυτόν παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 15 Νοεμβρίου 2018.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου των εκκαλούντων, στις 7 Δεκεμβρίου 2018.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ