Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 698/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης

698 /2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Ανδρεοπούλου, Εφέτη, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Τριανταφυλλιά Λαμπροπούλου.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 724 §§1 και 2 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πέμπτο παρ. 2 του ν. 4335/2015 ορίζεται ότι ο δανειστής μπορεί, με βάση οριστική απόφαση,        καθώς και με διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων, να ζητήσει εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που επιδικάζεται με την απόφαση ή ορίζεται ότι πρέπει να καταβληθεί με τη διαταγή πληρωμής. Το δικαστήριο που εξέδωσε την οριστική απόφαση ή τη διαταγή πληρωμής μπορεί, με αίτηση εκείνου κατά του οποίου στρέφονται και κατά την διαδικασία του άρθρου 702 §1του Κ.Πολ.Δ., να αναστείλει ολικά ή εν μέρει την εκτέλεση των ασφαλιστικών μέτρων που αναφέρονται στην παρ. 1, αν πιθανολογείται η εξόφληση ή η ανυπαρξία, ολικά ή εν μέρει, της απαίτησης για την οποία έχει εκδοθεί η οριστική απόφαση ή η διαταγή πληρωμής ή να περιορίσει την εκτέλεση σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, αν πείθεται ότι τα στοιχεία αυτά είναι επαρκή για την εξασφάλιση της απαίτησης. Εξάλλου, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν. 4335/2015, κρίθηκε αναγκαία από το νομοθέτη η εισαγωγή της υφιστάμενης ρύθμισης, με την οποία καθιερώνεται η οριστική απόφαση ως τίτλος για την αυτοδύναμη εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης. Περαιτέρω, οι διαφορές σχετικά με το κύρος, την απόσβεση ή τον περιορισμό και την εξάλειψη ή διόρθωση της προσημείωσης υποθήκης ή της συντηρητικής κατάσχεσης που επιβλήθηκε με τίτλο δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο της ανακοπής, κατ’ άρθρο 702 του Κ.Πολ.Δ., από το δικαστήριο που εξέδωσε την οριστική απόφαση ή τη διαταγή πληρωμής, μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον. Μετά την άσκηση ενδίκων μέσων ή βοηθημάτων κατά της    οριστικής απόφασης ή της διαταγής πληρωμής (π.χ. έφεσης κατά της    οριστικής απόφασης ή ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής), αρμόδιο για την ανάκληση ή τη μεταρρύθμιση της συντηρητικής κατάσχεσης είναι, κατ’ άρθρο 697 του ίδιου Κώδικα, το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ασκήθηκε το ένδικο μέσο ή βοήθημα, ως δικαστήριο της κύριας δίκης (Κράνης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα,ΚΠολΔ Τόμος ΙΙ (2000), άρθρα 724 αρ. 4 και 697 αρ. 4). Εξάλλου, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν.4335/2015, που αφορά στη διάταξη του άρθρου 697του Κ.Πολ.Δ., η τελευταία δεν θέτει περιορισμούς για την ανάκληση ή τη μεταρρύθμιση απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, που δεν εκδόθηκε από το δικαστήριο της κύριας δίκης και, προπάντων, δεν απαιτεί μεταβολή των πραγμάτων. Έτσι, η ανάκληση ή η μεταρρύθμιση ενεργεί ως υποκατάστατο των καταρχήν απαγορευμένων, από το άρθρο 699του ίδιου Κώδικα, ένδικων μέσων, δηλαδή μπορεί να βασίζεται και σε νομικά ή ουσιαστικά σφάλματα της απόφασης, εξαιτίας των οποίων δεν είναι πλέον δικαιολογημένη η συνέχιση των μέτρων, που διέταξε. Ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος επέβαλε, κατά το νομοθέτη, τον έλεγχο απόφασης, που απέρριψε ασφαλιστικό μέτρο, προς αποκατάσταση της ισότητας των όπλων μεταξύ των διαδίκων. Έτσι, με τη συμπληρωματική ρύθμιση του ν. 4335/2015, το δικαστήριο της κυρίας δίκης έχει την δυνατότητα και ευχέρεια, εκτιμώντας το ενώπιον του εισφερθέν αποδεικτικό υλικό, να καταστήσει ανενεργή, εν όλω ή εν μέρει, την απόφαση που εσφαλμένα απέρριψε το ασφαλιστικό μέτρο  και να διατάξει, κατόπιν σχετικού υποβληθέντος αιτήματος, τη λήψη νέου ή τροποποιημένου ασφαλιστικού μέτρου. Επίσης, από το ίδιο το άρθρο 697 του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι το δικαστήριο, το οποίο δικάζει την κυρία υπόθεση, μπορεί ύστερα από αίτηση του διαδίκου, που έχει έννομο συμφέρον και υποβάλλεται είτε σε κάποια στάση της δίκης για την εκκρεμή κύρια υπόθεση είτε και αυτοτελώς, δηλαδή κατά πάντα χρόνο και ανεξάρτητα από την ύπαρξη ήμη στάσης δίκης για την πιο πάνω υπόθεση και χωρίς ακόμη επίκληση και πιθανολόγηση νέων στοιχείων (μεταβολή πραγμάτων), να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση, που διατάζει ασφαλιστικά μέτρα, με βάση μόνο τα στοιχεία της δικογραφίας. Η ανακλητική αίτηση, που απευθύνεται, σύμφωνα με το άρθρο 697του Κ.Πολ.Δ., στο δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την κύρια δίκη, στο πλαίσιο της εκκρεμοδικίας της αγωγής, λειτουργεί ως υποκατάστατο των ενδίκων μέσων, που απαγορεύονται κατά το άρθρο 699 του ίδιου Κώδικα (Κράνης «Συμβολή στην ερμηνεία του άρθρου 724 ΚΠΟΛΔ» Αρμ. 2020, σελ. 1, Απαλαγάκη ΚΠΟΛΔ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο,4η έκδοση 2016, άρθρο 724, αρ. 3,σχετ. Α.Π. 168/2019 στην ιστοσελίδα areiospagos.gr και Κράνης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ,Τόμος ΙΙ 2000, άρθρο 724 αρ. 4). Για το λόγο αυτό η ανακλητική αυτή αίτηση παύει να ασκεί αυτή τη λειτουργία (του υποκατάστατου των απαγορευμένων ενδίκων μέσων) εκεί που επιτρέπεται η άσκηση έφεσης, όπως για την προσωρινή ρύθμιση της νομής ή κατοχής (άρθρο 734 §3του Κ.Πολ.Δ.),όπου απαιτείται επίκληση και πιθανολόγηση νέων στοιχείων. Και ναι μεν στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 697 του ίδιου Κώδικα γίνεται λόγος μόνο για το Πολυμελές Πρωτοδικείο, γίνεται όμως δεκτό ότι αρμόδιο να δικάσει ανακλητική αίτηση είναι και το Εφετείο, εάν εκκρεμεί σ’ αυτό η κύρια υπόθεση, ενόψει του ότι το πρώτο εδάφιο της πιο πάνω διάταξης δεν κάνει καμία διάκριση (Μον.Εφ.Αθ. 300/2019 ΤΝΠ. «ΝΟΜΟΣ», Μον.Εφ.Αθ. 2647/2018Νο.Β. 2018, σελ. 1658,Μον.Εφ.Θεσ. 2480/2017, Μον.Εφ.Δωδ. 158/2019,Μον.Εφ.Λαρ. 6/2019 και οι τρεις στην ΤΝΠ. «ΝΟΜΟΣ» και Κράνης ‘Συμβολή στην ερμηνεία του άρθρου 724 Κ.Πολ.Δ.’ Αρμ. 2020, σελ. 13).Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, αρκεί, κατά το γράμμα της, αλλά και την τελολογία της, η έκδοση μίας απλώς οριστικής δικαστικής απόφασης και ως τέτοια νοείται(κατά μία άποψη)η καταψηφιστική απόφαση, χωρίς να απαιτείται επιπροσθέτως, η τελευταία να έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή. Εξάλλου, η συντηρητική κατάσχεση, όπως και η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, ως ασφαλιστικά μέτρα, αποτελούν μορφή προσωρινής δικαστικής προστασίας του δανειστή, για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση χρηματικής απαίτησής του, αν ληφθεί υπόψη η καθυστερημένη οπωσδήποτε οριστική του προστασία και η εξαιτίας τούτου, ύπαρξη κινδύνου αποξένωσης του οφειλέτη από την κατασχετή του περιουσία, με αποτέλεσμα την αδυναμία του δανειστή να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση, όταν θα έχει αποκτήσει εκτελεστό τίτλο(Α.Π. 251/2020 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»).

ΙΙ.  Στην προκείμενη περίπτωση, η Α´ αιτούσα Α.Ε., με την από 17.7.2020 αίτηση, ιστορεί ότι οι καθ’ ων, δυνάμει της απόφασης 73/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που επιδίκασε στους τελευταίους ποσό 391.821,55 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, επέβαλαν συντηρητική κατάσχεση σε τέσσερις λογαριασμούς της στις αντίστοιχες συστημικές Τράπεζες, μέχρι του ποσού των 493.669,30 ευρώ σε καθεμία. Ότι έχει την κυριότητα και διαχείριση του νοσοκομείου ….., με ετήσιο τζίρο άνω των 100.000.000 ευρώ και αυξημένη κερδοφορία τα δύο τελευταία οικονομικά έτη, άνω του 50% κατ’ έτος, που, σε συνδυασμό με το ότι η απαίτηση των καθ’ ων είναι ασφαλισμένη σε φερέγγυες ασφαλιστικές εταιρείες, σύμφωνα με ασφαλιστήρια συμβόλαια (όπως και των συνεναγομένων της με τους οποίους ενέχεται εις ολόκληρον για το ίδιο ποσό) και ότι έχει μεγάλα περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα και ιατρικά μηχανήματα), επαρκούν για την εξασφάλισή της. Ότι άσκησαν ανακοπή, κατά τα άρθρα 724 §2 και 702 §1 του Κ.Πολ.Δ. και το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά, με την απόφασή του 2391/2020 (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), περιόρισε την επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση στους ως άνω λογαριασμούς, από το συνολικό ποσό των 2.000.000 ευρώ, σ’ αυτό των 493.669,30 ευρώ, έχει δε ασκηθεί έφεση κατά της οριστικής απόφασης 73/2020 του τελευταίου δικαστηρίου. Κατόπιν τούτων, ζητεί, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου της, να ανακληθεί πλήρως η απόφαση 2391/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία περιορίστηκε η συντηρητική κατάσχεση στους λογαριασμούς της στο ποσό των 493.669,30 ευρώ. Εξάλλου, με τις από 16.7.2020 δύο αιτήσεις, οι Β´ και Γ´ αιτούντες ……. και ……… ιστορούν ότι οι καθ’ ων, δυνάμει της ίδιας ως άνω απόφασης (73/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), που τους επιδίκασε (καθ’ ων)το ίδιο ως άνω ποσό, εις ολόκληρον σε βάρος αυτών και της συνεναγόμενής τους – ως άνω Α.Ε, επέβαλαν συντηρητική κατάσχεση στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, για το ποσό των 493.669,30 ευρώ. Ότι με την απόφαση 2391/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), οι επιβληθείσες συντηρητικές κατασχέσεις περιορίστηκαν, κατά τις διατάξεις των άρθρων 724 2§ και 702 §1 του Κ.Πολ.Δ., μέχρι το ποσό των 40.000 ευρώ. Ότι η απαίτηση των καθ’ ων είναι πλήρως εξασφαλισμένη, επειδή, με την ως άνω απόφαση 73/2020, οι ασφαλιστικές εταιρείες, με τις οποίες είχαν συνάψει ασφαλιστήρια συμβόλαια έχουν την υποχρέωση να τους καταβάλουν, λόγω των παρεμπιπτουσών αγωγών, που άσκησαν,όποιο ποσό καταβάλουν στους καθ’ ων έως τις 300.000 ευρώ ο Β´ αιτών και έως τις 250.000 ευρώ ο Γ´ αιτών. Ότι ο πρώτος εξ αυτών διαθέτει και άλλο ασφαλιστήριο συμβόλαιο για το τυχόν επιπλέον ποσό, που επιδικαστεί, έως και 1.000.000 ευρώ, ενώ και για την άλλη συνεναγόμενή τους, με την ίδια απόφαση (73/2020), η ασφαλιστική της εταιρεία υποχρεώθηκε να της καταβάλει όποιο ποσό αυτή καταβάλει στους καθ’ ων μέχρι τις 750.000 ευρώ. Ότι ήδη, άσκησαν εφέσεις, κατά της οριστικής απόφασης 73/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ενώ για την ικανοποίηση της όποιας απαίτησης επιδικαστεί τελεσίδικα σε βάρος τους, έχουν και ακίνητη περιουσία. Κατόπιν τούτων, ζητούν, κατ’ ορθή εκτίμηση των δικογράφων τους, να ανακληθεί η απόφαση 2391/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία περιορίστηκε η συντηρητική κατάσχεση στους λογαριασμούς τους στο ποσό των 40.000 ευρώ, άλλως να διαταχθεί αντί της συντηρητικής κατάσχεσης των τραπεζικών λογαριασμών τους αυτή των ειδικά αναφερόμενων ακινήτων τους, άλλως να περιοριστεί σε λογαριασμούς που διατηρούν μόνο σε μία από τις τέσσερις Τράπεζες, στις οποίες έλαβαν χώρα οι κατασχέσεις. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, οι τρεις αιτήσεις, οι οποίες είναι αρκούντος ορισμένες, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού των καθ’ ων, αρμοδίως φέρονται για συζήτηση, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. του Κ.Πολ.Δ.),ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπο (άρθρα 724 §2, 702 §1 και 697 του Κ.Πολ.Δ.), σύμφωνα και με όσα ορίζονται στη μείζονα σκέψη, δεδομένου ότι αποτελεί το Δικαστήριο της κύριας δίκης, μετά την άσκηση έφεσης κατά της απόφασης 73/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία αποτελεί τον τίτλο,δυνάμει του οποίου επιβλήθηκαν οι αναφερόμενες συντηρητικές κατασχέσεις και είναι νόμιμες, στηριζόμενες στη διάταξη του άρθρου 724 §2 του Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο ισχυρισμός των καθ’ ων περί αναρμοδιότητας του Δικαστηρίου τούτου και αφού συνεκδικαστούν και οι τρεις αιτήσεις, επειδή είναι συναφείς μεταξύ τους, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του Δικαστηρίου διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης (άρθρα 31 §3 και 246 του Κ.Πολ.Δ.), να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσία. Σημειωτέον ότι είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός των καθ’ ων, πως δεν επιτρέπεται η ανάκληση της απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, χωρίς τη μεταβολή των συνθηκών, κατ’ άρθρο 696 §3 του Κ.Πολ.Δ., αφού, στην προκείμενη περίπτωση, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, δεν εφαρμόζεται η τελευταία διάταξη, αλλά αυτή του άρθρου 697 του ίδιου Κώδικα. Επίσης, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός των καθ’ ων ότι το Δικαστήριο τούτο, έχει τη δυνατότητα, ως δικαστήριο της κύριας δίκης, να ανακαλέσει την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, ανεξαρτήτως της μεταβολής των πραγμάτων, μόνο όταν συζητείται συγχρόνως με την κύρια υπόθεση ή μεταγενέστερα, κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας, ώστε να έχει την πλήρη εποπτεία του νομικού και πραγματικού υλικού της υπόθεσης, αφού κάτι τέτοιο ισχύει, μόνο όταν το δικαστήριο της κύριας δίκης είναι ισόβαθμο με αυτό που εξέδωσε την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων. Αντίθετα, εάν το δικαστήριο της κύριας δίκης, όπως το Δικαστήριο τούτο, είναι ανώτερο του τελευταίου, λειτουργώντας ως υποκατάστατο δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, μπορεί να ελέγξει και νομικά ή ουσιαστικά σφάλματα της απόφασης και δεν απαιτείται η εξέταση της αίτησης ανάκλησης να συζητηθεί μαζί με την κύρια υπόθεση (Κράνης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα,ΚΠολΔ, Τόμος ΙΙ (2000), άρθρο 697 αρ. 4). Για τον ίδιο λόγο (υποκατάστασης από το δικαστήριο της κύριας δίκης των απαγορευμένων,κατ’ άρθρο 699 του Κ.Πολ.Δ., ενδίκων μέσων) δεν μπορεί να γίνει δεκτός ούτε ο ισχυρισμός ότι υφίσταται οιονεί δεδικασμένο από την απόφαση του δικαστηρίου, που εξέδωσε την υπό ανάκληση απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, αφού δεν πρόκειται για το ίδιο αίτημα, αλλά για νέα αίτηση, με την οποία ζητείται η ανάκληση της απόφασης αυτής.

ΙΙΙ.  Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και απ’ όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι προσκόμισαν, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την οριστική απόφαση 73/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, οι αιτούντες ……, ……. και ……., υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν εις ολόκληρον στην πρώτη καθ’ ης το ποσό των 50.000 ευρώ και στον δεύτερο καθ’ ου το ποσό των 86.000 ευρώ, καθώς και αυτό των 30.000 ευρώ, επειδή συνεχίζει τη δίκη, που ανοίχθηκε στο όνομα της αρχικά ενάγουσας …….., η οποία αποβίωσε. Επιπλέον, με την ίδια απόφαση, αναγνωρίστηκε ότι οι αιτούντες αυτοί οφείλουν να καταβάλλουν εις ολόκληρον α) στην πρώτη καθ’ ης το ποσό των 44.779,12 ευρώ και από 1.000 ευρώ μηνιαίως για χρονικό διάστημα εφτά ετών από την άσκηση της αγωγής, καθώς και αυτό των 1.875 ευρώ, επειδή συνεχίζει τη δίκη που ανοίχθηκε στο όνομα του αρχικά ενάγοντος ……., ο οποίος αποβίωσε και β) στον δεύτερο καθ’ ου το ποσό των 61.667,33 ευρώ και από 1.500 ευρώ μηνιαίως για χρονικό διάστημα εφτά ετών από την άσκηση της αγωγής, όλα δε τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο. Με βάση, λοιπόν, την πιο πάνω απόφαση, η πρώτη και ο δεύτερος καθ’ ων έχουν, σε βάρος των συνεναγόμενων – αιτούντων, εις ολόκληρον απαίτηση ποσού 226.389,41 ευρώ και 267.279,89 ευρώ αντίστοιχα(συνολικά και οι δύο 493.669,30 ευρώ), συνυπολογιζόμενης της δικαστικής δαπάνης, ποσού 11.000 ευρώ και των τόκων έως τις 31.5.2020. Επιπλέον, με την ίδια απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (73/2020) έγιναν δεκτές οι παρεμπίπτουσες αγωγές, που άσκησαν οι αιτούντες, κατά των ασφαλιστικών εταιρειών «……» και «……….», υποχρεώθηκαν δε, να τους καταβάλουν και αναγνωρίστηκε ότι τους οφείλουν, τα ποσά που επιδικάστηκαν σε βάρος τους, μέχρι του ποσού των 300.000 ευρώ ως προς τον Β´ αιτούντα, μέχρι αυτού των 250.000 ευρώ ως προς τον Γ´ αιτούντα και των 750.000 ευρώ ως προς την Α´ αιτούσα, πλην του αυτού των 200.000 ευρώ, όσον αφορά στην τελευταία, σύμφωνα με τον σχετικό όρο απαλλαγής, που συμφωνήθηκε με το σχετικό ασφαλιστήριο,ότι εκπίπτει. Προς εξασφάλιση της απαίτησής τους αυτής, οι καθ’ ων επέβαλαν συντηρητική κατάσχεση στους λογαριασμούς, που οι ανωτέρω διατηρούσαν εις χείρας τρίτων (των Τραπεζών ……..), με αποτέλεσμα να δεσμευτούν οι λογαριασμοί που διατηρούσαν στις τέσσερις ανωτέρω Τράπεζες ,έως προς το ποσό των 493.669,30 ευρώ. Κατόπιν τούτων, οι αιτούντες άσκησαν τις από 11.6.2020 και από 15.6.2020 (δύο) αιτήσεις, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με τις οποίες ζητούσαν την αναστολή της συντηρητικής κατάσχεσης των τραπεζικών αυτών λογαριασμών τους. Το τελευταίο δικαστήριο, με την απόφασή του 2391/2020, δέχθηκε εν μέρει τις αιτήσεις και περιόρισε τις επιβληθείσες συντηρητικές κατασχέσεις, ως προς τους Β´ και Γ´ αιτούντες, στο ποσό των 40.000 ευρώ και ως προς την Α´ αιτούσα σ’ αυτό των 493.669,30 ευρώ,ωστόσο, τη διατήρησε σε όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, με αποτέλεσμα για την τελευταία, η οποία είχε μεγάλες καταθέσεις και  στις τέσσερις ως άνω Τράπεζες, να παραμείνει δεσμευμένο το ποσό των 493.699,30 ευρώ, σε καθένα από τους τέσσερις λογαριασμούς της. Εξάλλου, απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός των καθ’ ων ότι η υπό κρίση αίτηση ασκείται καταχρηστικά, αφού οι αιτούντες διώκουν με νόμιμα ένδικα βοηθήματα(η Α´έστω και όχι με ιδιαίτερα επιτυχημένη διατύπωση), να αποδεσμευτούν οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί, που έχουν κατασχεθεί συντηρητικά. Περαιτέρω,πιθανολογήθηκε ότι το ποσό, τουλάχιστον ως προς το καταψηφιστικό του μέρος (166.000 ευρώ), πλέον τόκων και εξόδων, για το οποίο έχει επιβληθεί συντηρητική κατάσχεση, είναι μεγάλο, αφορά δε σε τόκους, μόνο έως το Μάιο του 2020. Και τούτο ανεξαρτήτως των ποσών, που έχει αναγνωριστεί ότι οφείλονται στους καθ’ων (225.821,45 ευρώ), πλέον των τόκων. Σημειώνεται ότι έχει ασκηθεί και έτερη αγωγή από τον δεύτερο καθ’ ου και αφορά σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, με την οποία ζητείται το ποσό των 310.441,25 ευρώ.Εξάλλου, δεν πιθανολογήθηκε η ανυπαρξία, ούτε η εξόφληση της απαίτησης για την οποία έχει εκδοθεί η οριστική απόφαση 73/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, τουλάχιστον ως προς το καταψηφιστικό της μέρος.Επιπλέον, μπορεί η αιτούσα Α.Ε. να αποτελεί κερδοφόρο εταιρεία, ωστόσο, δεν πρέπει να παραβλέπεται η ύπαρξη δανείων άνω των 60.000.000 ευρώ, δανεισμός ο οποίος αυξήθηκε το έτος 2019, ούτε η ύπαρξη εμπράγματων εξασφαλίσεων στα ακίνητά της, όπως προκύπτει από την ετήσια οικονομική έκθεση αυτής, γεγονός το οποίο, άλλωστε, επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο μάρτυρας, που εξετάστηκε, με επιμέλειά της, στο ακροατήριο. Άλλωστε, με την άσκηση, σε κάθε περίπτωση, νόμιμων ένδικων μέσων, επιμηκύνεται ο χρόνος ύπαρξης εκτελεστού τίτλου, που σε συνδυασμό με το μεγάλο ύψος της απαίτησης των καθ’ ων δημιουργεί αβεβαιότητα ως προς την ικανοποίηση της τελευταίας (απαίτησης). Επιπλέον, μόνο η ύπαρξη δικονομικών εγγυητών (όλων των αιτούντων) δεν καθιστά βέβαιη την πληρωμή των ποσών, που τυχόν επιδικαστούν τελεσίδικα στους καθ’ ων. Και τούτο, όχι μόνο λόγω του ύψους της απαίτησης, αλλά και του γεγονότος ότι οι καθ’ ων δεν έχουν ευθεία αξίωση κατά των ασφαλιστικών εταιρειών, ενώ δεν αποκλείεται, μέχρι  το χρόνο απόκτησης εκτελεστού τίτλου, να έχει ήδη καλυφθεί το ανώτατο όριο της ασφαλιστικής τους κάλυψης. Εξάλλου, από την ασφαλιστική σύμβαση της Α´ αιτούσας υπάρχει απαλλαγή του ασφαλιστή για το ποσό των 200.000 ευρώ,το οποίο πρέπει να καλυφθεί από αυτήν. Σημειωτέον ότι η αναφορά περί ύπαρξης επιπλέον ασφαλιστικής κάλυψης, ποσού 1.000.000 ευρώ, ως προς τον Γ´ αιτούντα, από την ασφαλιστική εταιρεία «…», δεν ευσταθεί, τουλάχιστον στο πλαίσιο της δίκης που έχει ανοιγεί, αφού η τελευταία ασφαλιστική εταιρεία, δεν έχει προσεπικληθεί στη δίκη αυτή και δεν θα δεσμεύεται από το δεδικασμένο της απόφασης, όταν τελεσιδικήσει. Ωστόσο, από τη διάταξη του άρθρου 724 §1 του Κ.Πολ.Δ. όπως αυτή ισχύει, μετά την τροποποίησή της με το ν. 4335/2015, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, προκύπτει ότι τίτλο για την αυτοδύναμη εκ μέρους του δανειστή επιβολή και του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης, ως εξασφαλι­στικό μέτρο για την ικανοποίηση της απαίτησης που επιδικάστηκε, αποτελεί, κατά την κρατούσα άποψη, τόσο στη θεωρία όσο και στη νομολογία, εκτός της διαταγής πληρωμής, που ίσχυε υπό την προϊσχύον νομοθετικό καθεστώς και η οριστική απόφαση, που δεν είναι προσωρινώς εκτελεστή, μόλις εκδοθεί, χωρίς να χρειάζεται η προηγούμενη επίδοσή της στον οφειλέτη, η οποία πάντως πρέπει, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, να είναι καταψηφιστική. Επομένως, πλην των ποσών των 50.000 χιλιάδων ευρώ για την πρώτη καθ’ ης και των 116.000 ευρώ για τον δεύτερο καθ’ ου (86.000 ευρώ γι’ αυτόν και 30.000 ευρώ, επειδή συνεχίζει τη δίκη στο όνομα της αρχικά ενάγουσας ……….), με τους νόμιμους  τόκους, δεν υπήρχε δυνατότητα, σύμφωνα με την διάταξη αυτή, να επιβληθεί συντηρητική κατάσχεση για το ποσό της απόφασης 73/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, για το οποίο δεν ήταν καταψηφιστικό το αίτημά της και αναγνωρίστηκε ότι η Α´αιτούσα οφείλει να καταβάλλει στους καθ’ ων τα ειδικά αναφερόμενα ποσά. Ωστόσο, το ανωτέρω ποσό, με τους τόκους έως τις 31.5.2020, ανέρχεται ήδη σε 220.000 ευρώ, του οποίου όμως, η συντηρητική κατάσχεση πρέπει να περιοριστεί μόνο σε ένα λογαριασμό της Α´ αιτούσας, σ’ αυτόν της ……… Επομένως, είναι εν μέρει βάσιμος και κατ’ ουσία ο ισχυρισμός της Α´ αιτούσας για την ανάκληση της απόφασης 2391/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Σημειωτέον ότι, λόγω της απόφασης αυτής του Δικαστηρίου, πρέπει να απορριφθεί το αίτημα των καθ’ ων για την αναβολή της έκδοσης της απόφασής του, κατ’ άρθρο 249 του Κ.Πολ.Δ., μέχρι την έκδοση της απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, επί της από 24.8.2020 αίτησης διόρθωσης, που κατέθεσε η Α´ αιτούσα Α.Ε., με την οποία ζητεί να διορθωθεί/συμπληρωθεί το διατακτικό της απόφασης 2391/2020 του τελευταίου δικαστηρίου, ώστε η συντηρητική κατάσχεση του ποσού των 493.669,30 ευρώ, να δεσμεύει μόνο τον έναν λογαριασμό της στην …. . και όχι τους τέσσερις λογαριασμούς, που διατηρεί, σε όλες τις συστημικές Τράπεζες. Αντίθετα, για τους άλλους δύο αιτούντες(Β´ και Γ´), τα ποσά που κατασχέθηκαν συντηρητικά στους λογαριασμούς τους δεν ανέρχονται σε τόσο μεγάλο ύψος, όσο της Α´. Ειδικότερα, οι λογαριασμοί, που έχουν κατασχεθεί συντηρητικά (περισσότεροι σε κάθε επιμέρους Τράπεζα), περιέχουν τα ακόλουθα ποσά :α) ως προς τον Β´ αιτούντα 305 ευρώ στην …….., 21.628,58 ευρώ στην ….., 13.597,41 ευρώ στην ……. και 8.731,96 ευρώ στην …. και β) ως προς τον Γ´ αιτούντα 1.749,81 ευρώ στην ……,16.077,67 ευρώ στην …… και 9.753 ευρώ στην …… Στους τραπεζικούς λογαριασμούς των αιτούντων αυτών υπάρχουν και άλλα ποσά, τα οποία δεν έχουν κατασχεθεί, είτε επειδή είναι ακατάσχετα (μισθοί) είτε ανήκουν σε συνδικαιούχους, οπότε τεκμαίρεται ότι ανήκουν σε όλους κατ’ ίσα μέρη, με αποτέλεσμα να μην αποδεικνύεται βάσιμος ο ισχυρισμός τους ότι, από τις συντηρητικές κατασχέσεις αυτών, υφίστανται επαχθείς συνέπειες,τόσο για τους ίδιους, όσο και για τους συνδικαιούχους των λογαριασμών. Σημειωτέον ότι ως προς τους τραπεζικούς λογαριασμούς δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή άλλη έννοια του επικείμενου κινδύνου, καθώς δεν υπάρχουν προπαρασκευαστικές πράξεις εκποίησης, η δε κατάργησή τους, μέσω της ανάληψης των ποσών τους από τους δικαιούχους– οφειλέτες, μπορεί να γίνει από τη μία στιγμή στην άλλη. Επομένως, το επικουρικό αίτημα του Γ´ αιτούντος περί συντηρητικής κατάσχεσης ενός ή περισσοτέρων λογαριασμών από αυτούς που περιλαμβάνονται στις δηλώσεις τρίτου των τραπεζικών ιδρυμάτων, πρέπει να απορριφθεί.Αντίθετα, ως προς τον Β´ αιτούντα, το ίδιο αίτημα θα πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό και να περιοριστούν οι συντηρητικές κατασχέσεις στους λογαριασμούς του, εκτός από το ποσό των 4.168 ευρώ, που περιέχεται στον κοινό λογαριασμό της Τράπεζας ……… (κατάστημα ….), επειδή το συνολικό ποσό των συντηρητικά κατασχεθέντων λογαριασμών του (44.262,95 ευρώ), υπερβαίνει αυτό των 40.000 ευρώ, που ορίστηκε με την απόφαση 2391/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Σημειωτέον ότι πρέπει να απορριφθεί το επικουρικό αίτημα των τελευταίων αυτών αιτούντων, με το οποίο ζητούν να διαταχθεί,αντί της συντηρητικής κατάσχεσης των τραπεζικών τους λογαριασμών, αυτή των αναφερόμενων ακινήτων τους, αφού δεν αναφέρεται ούτε κατά προσέγγιση η αξία τους σε περίπτωση αναγκαστικής εκποίησής τους, ανεξαρτήτως της νέας δαπάνης, στην οποία θα πρέπει να υποβληθούν οι καθ’ ων και της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος για την εκποίησή τους αναγκαστικά. Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, θα εξασφαλιστεί η χρηματική απαίτηση των καθ’ ων, αν ληφθεί υπόψη η καθυστερημένη προστασία τους και η εξαιτίας αυτής ύπαρξη κινδύνου αποξένωσης των αιτούντων – οφειλετών από την κατασχετή τους περιουσία,με αποτέλεσμα την αδυναμία των δανειστών να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση, όταν θα έχουν αποκτήσει εκτελεστό τίτλο.

ΙV. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, θα πρέπει να απορριφθεί η     αίτηση του Γ´ αιτούντος και να γίνουν εν μέρει δεκτές οι αιτήσεις των Α´ και       Β´ αιτούντων. Ακολούθως, αφού ανακληθεί η απόφαση 2391/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς τους αιτούντες αυτούς, πρέπει να περιοριστεί η επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση των Τραπεζικών λογαριασμών που επιβλήθηκαν, δυνάμει του από 9.6.2020 κατασχετήριου εγγράφου, στους λογαριασμούς, που διαθέτουν : α) η Α´ αιτούσα, μέχρι του ποσού των 220.000 ευρώ και μόνο στο λογαριασμό της στην Τράπεζα ……., προς αποφυγή δέσμευσης του ίδιου ποσού σε όλες τις Τράπεζες, που διατηρεί λογαριασμούς η αιτούσα αυτή και β) ο Γ´ αιτών μέχρι του ποσού των 40.000 ευρώ, σε όλους τους λογαριασμούς του, στις Τράπεζες …….. ….., πλην αυτού (κοινού), που διατηρεί στην ….. (κατάστημα .). Τέλος, θα πρέπει να συμψηφιστεί στο σύνολό της η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων, επειδή η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε, με αντικρουόμενες απόψεις στη θεωρία και αντίθετες δικαστικές αποφάσεις στη νομολογία, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 179 του Κ.Πολ.Δ.).

 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, τις από 17.7.2020, 16.7.2020 και 16.7.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2020, ……/2020 και ……./2020 αντίστοιχα αιτήσεις των ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “……”, ……… και ……….

Απορρίπτει την από 16.7.2020 αίτηση του Γ´ αιτούντος –……

Συμψηφίζει στο σύνολό της τη δικαστική δαπάνη μεταξύ του αιτούντος αυτού και των καθ’ ων.

Δέχεται εν μέρει την από 17.7.2020 αίτηση της Α´ αιτούσας – εταιρείας με την επωνυμία “……..” και την από 16.6.2020 αίτηση του Β´ αιτούντος – ……..

Ανακαλεί εν μέρει την οριστική απόφαση 2391/2020 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς τους ανωτέρω Α´ και Β´ αιτούντες.

Περιορίζει την επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση των Τραπεζικών λογαριασμών που επιβλήθηκαν, δυνάμει του από 9.6.2020 κατασχετήριου εγγράφου, στους λογαριασμούς, που διαθέτουν : α) η Α´ αιτούσα, μέχρι του ποσού των 220.000 ευρώ και μόνο στο λογαριασμό της στην Τράπεζα ….. και β) ο Β´ αιτών, μέχρι του ποσού των 40.000 ευρώ, σε όλους τους λογαριασμούς του, στις Τράπεζες ……., πλην αυτού (κοινού λογαριασμού), που διατηρεί στην Τράπεζα …..(κατάστημα …).  Και

Συμψηφίζει στο σύνολό της τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των Α´ και Β´αιτούντων και των καθ’ ων.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις    Νοεμβρίου 2020.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις  24-11-2020.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ