ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός 728/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι υπό κρίση: α) από 29-10-2019 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …/29-10-2019 έφεση της εταιρίας «……………….» κατά της εταιρίας «……………….» και β) από 18-11-2019 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …/21-11-2019 έφεση της εταιρίας «……………….» κατά της εταιρίας «……………….», οι οποίες στρέφονται κατά της ίδιας πρωτόδικης απόφασης [και δη κατά της με αριθ. 3135/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591 και 614 αριθ. 1 επ. Κ.Πολ.Δ, με τη συνεφαρμογή των ειδικών διατάξεων για τις μισθωτικές διαφορές των άρθρων 615 έως 620 Κ.Πολ.Δ, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 – Φ.Ε.Κ. Α’ 87’/23-7-2015 και εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου, για τα κατατιθέμενα από τις 1-1-2016 ένδικα μέσα και αγωγές), αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 11-4-2019 και με Γ.Α.Κ. … και Ε.Α.Κ. …../11-4-2019 αγωγής (απόδοσης της χρήσης μισθωμένου επαγγελματικού τουριστικού σκάφους αναψυχής λόγω καταγγελίας της μίσθωσης κατ’ άρθρα 597, 594, 361 Α.Κ.) της εκκαλούσας στη β’ έφεση – εφεσίβλητης στην α’ έφεση], είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 και 246 του Κ.Πολ.Δ). Οι εφέσεις αυτές έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ.1, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), με την κατάθεση των δικογράφων τους στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 29-10-2019 και 21-11-2019 αντίστοιχα, προ πάσης επιδόσεως της πρωτόδικης απόφασης (αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε προκύπτει άλλωστε από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα), αλλά σε κάθε περίπτωση εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. [όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 87) και ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου, για τα ένδικα μέσα που ασκούνται μετά την 1-1-2016] προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης που έλαβε χώρα στις 17-10-2019, αρμόδια δε καθ’ ύλη και κατά τόπον φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ.), ενώ για το παραδεκτό τους καταβλήθηκε από τις εκκαλούσες, κατά την κατάθεσή τους, το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδάφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ. παράβολο. Πρέπει, επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών που εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, αφού η προκείμενη διαφορά απόδοσης της χρήσης μισθίου είναι μισθωτική, καθώς η σύμβαση μίσθωσης εξοπλισμένου ή όχι πλοίου διέπεται από τις διατάξεις περί μισθώσεως κινητού – συνήθως ως προσοδοφόρου αντικειμένου – του Αστικού Κώδικα (Λεων. Γεωργακόπουλου, Ναυτικό Δίκαιο, 2006, σ. 171, Αλίκη Κιάντου – Παμπούκη, Ναυτικό δίκαιο, έκδ. ΣΤ, σ. 26, π.ρ.β.λ. Απ. Γεωργιάδη / Μιχ. Σταθόπουλου, αστικός κώδιξ, υπ’ άρθρο 638, αριθ. 2, σ. 399, Β. Βαθρακοκοίλη, Αναλυτική Ερμηνεία – Νομολογία Αστικού Κώδικα, Γ’ έκδ, υπ’ άρθρο 638, σ. 818, Ι. Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο, 2004, υπ’ άρθρο 1, αριθ. 6, σ. 33, Δ. Καμβύση, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, 1982, υπ’ άρθρο 107, σ.σ. 332, 334). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση κατέληξε στην ίδια κρίση και με παρόμοια αιτιολογία απέρριψε ως αβάσιμο τον ισχυρισμό της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας ότι εν προκειμένω προσήκουσα διαδικασία είναι η τακτική επειδή πρόκειται για σύμβαση ναύλωσης «γυμνού» πλοίου κατά τις διατάξεις του Κ.Ι.Ν.Δ, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, απορριπτομένου ως αβασίμου του πρώτου λόγου έφεσης της ανωτέρω εκκαλούσας με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα.
Με την προαναφερθείσα αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της, η εκκαλούσα στη β’ έφεση – εφεσίβλητη στην α’ έφεση εξέθετε ότι, δυνάμει του από 30-3-2018 «ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης πλοίου με σκοπό τον εφοπλισμό», το οποίο καταρτίστηκε μεταξύ της ιδίας ως εκμισθώτριας και της εναγομένης ως μισθώτριας, εκμίσθωσε στην τελευταία για χρονικό διάστημα τριών ετών (και συγκεκριμένα από 30-3-2018 έως 29-3-2021 αλλά για χρήση μόνον από 10 Μαΐου έως 30 Σεπτεμβρίου εκάστου των άνω μισθωτικών ετών, πλην του πρώτου, κατά το οποίο για χρήση μόνον από 20 Απριλίου έως 30 Σεπτεμβρίου) το υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφος αναψυχής «Β», πλοιοκτησίας της, αντί μισθώματος 20.000,00 ευρώ ετησίως, καταβλητέου κατά το πρώτο μισθωτικό έτος κατά ποσά 7.000,00 ευρώ στις 15-7-2018, 7.000,00 ευρώ στις 15-8-2018 και 6.000,00 ευρώ στις 15-9-2018 και κατά αντίστοιχα ποσά σε αντίστοιχες ημερομηνίες των δυο επομένων ετών, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και συμφωνίες που περιέχονταν στο άνω συμφωνητικό, οι οποίοι περιελάμβαναν, εκτός άλλων, και την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει τα ασφάλιστρα του σκάφους που θα αναλογούσαν στις άνω περιόδους παραχώρησης της χρήσης του. Ότι η εναγόμενη παρέλαβε το άνω σκάφος σε άριστη κατάσταση, αφού εξέτασε αυτό επιμελώς και λεπτομερώς και το βρήκε της τέλειας αρεσκείας της και διαπίστωσε, μετά και από δοκιμαστικούς πλόες του, ότι δεν έχρηζε καμίας επισκευής, βελτίωσης ή μετατροπής,. Ότι αν και έκανε ακώλυτη χρήση του σκάφους κατά την πρώτη άνω μισθωτική περίοδο χρήσης του (από 20-4-2018 έως 30-9-2018), η εναγόμενη καθυστερεί να της καταβάλει το αντίστοιχο οφειλόμενο μίσθωμα (20.000,00 ευρώ) και τα αναλογούντα ασφάλιστρα (606,00 ευρώ). Ότι, κατά παράβαση των όρων των συμφωνητικού και της επιβαλλόμενης επιμελείας, η εναγόμενη προέβη σε κακή χρήση του σκάφους κατά την πρώτη άνω μισθωτική περίοδο χρήσης του, με αποτέλεσμα να αρθεί η εγγύηση της αντιοσμωτικής προστασίας του, να προκληθούν ζημιές στην άτρακτο αυτού στην περιοχή της πλώρης, στο κατάστρωμα, στην άτρακτο της βοηθητικής λέμβου και στον εξωλέμβιο κινητήρα, να απολεσθεί η σχάρα του αριστερού αγωγού εξαερισμού του μηχανοστασίου, να προκληθούν πολλαπλά χτυπήματα περιμετρικά του σκάφους, να περιέλθουν σε κάκιστη κατάσταση τα περιμετρικά μπαλόνια του, να σπάσει το μασίφ ξύλο του μόρσα όπου κάθεται το φουσκωτό και να περιέλθει το μηχανοστάσιο και η ταπετσαρία των εσωτερικών χώρων σε άθλια κατάσταση εξαιτίας της έλλειψης καθαρισμού και της υγρασίας. Ότι ακόμα, από κακή χρήση (υπερφόρτωση) της μηχανής του, η εναγόμενη προκάλεσε σ’ αυτή σημαντική ζημία στις 3-7-2018, ενώ στις 11-9-2018, από βαριά αμέλεια, αδεξιότητα και κακό χειρισμό εντός του λιμένος της Κυλλήνης, προκάλεσε σημαντική ζημία στο δεξί ποδάρι της (μηχανής). Ότι το κόστος επισκευής των αμέσως ανωτέρω ζημιών στη μηχανή και το ποδάρι της ανήλθαν σε 12.900,00 ευρώ και 7.558,02 ευρώ αντίστοιχα, για το οποίο η ίδια εισέπραξε στις 19-12-2018 από την ασφαλιστική της εταιρία ποσά 9.450,00 και 5.258,02 ευρώ αντίστοιχα, ενώ η εναγόμενη καθυστερεί να της καταβάλει τα υπόλοιπα ποσά (3.450,00 και 2.300,00 ευρώ αντίστοιχα), τα οποία αποτελούσαν αφαιρετέα απαλλαγή (deductible) της ασφαλιστικής εταιρίας και με βάση το άνω ιδιωτικό συμφωνητικό βάρυναν αυτή (μισθώτρια). Ότι επιπλέον η εναγόμενη, μετά τη λήξη στις 30-9-2018 της πρώτης συμφωνηθείσας περιόδου χρήσης του σκάφους, αρνείται να το βγάλει από τη θάλασσα προκειμένου να του παρασχεθεί η απαιτούμενη χειμερινή συντήρηση και να αποκατασταθούν οι άνω ζημιές που προκλήθηκαν σ’ αυτό από την κακή χρήση του, γεγονός που εγκυμονεί σοβαρότατο κίνδυνο περαιτέρω ζημιών του. Ότι για τους λόγους αυτούς η ίδια κατήγγειλε την άνω σύμβαση μίσθωσης με εξώδικο που επέδωσε στην εναγόμενη στις 30-11-2018, καλώντας την να της αποδώσει άμεσα τη χρήση του μισθίου, να της καταβάλει το οφειλόμενο μίσθωμα και την αναλογία ασφαλίστρων που τη βάρυνε για την περίοδο χρήσης του και να αποκαταστήσει και τις ζημιές από την κακή χρήση του. Με βάση τα πραγματικά περιστατικά αυτά η ενάγουσα ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγόμενη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να της αποδώσει τη χρήση του ως άνω σκάφους και να καταδικαστεί στα δικαστικά της έξοδα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε ότι η αγωγή είναι αρκούντος ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 361, 574, 594, 595, 597, 599 Α.Κ, 176, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2, 907, 910 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. και ακολούθως δέχθηκε αυτήν ως βάσιμη και κατ’ ουσία και υποχρέωσε την εναγόμενη, με διάταξη που κήρυξε προσωρινά εκτελεστή, να αποδώσει στην ενάγουσα τη χρήση του άνω σκάφους, για το λόγο ότι η μίσθωση λύθηκε στις 31-12-2018 συνεπεία της ανωτέρω καταγγελίας της ενάγουσας κατ’ άρθρο 597 Α.Κ. επειδή η εναγόμενη δεν κατέβαλε το μίσθωμα 20.000,00 ευρώ για το πρώτο μισθωτικό έτος και τα αναλογούντα ασφάλιστρα (606,00 ευρώ) στην πρώτη μισθωτική περίοδο χρήσης. Προηγουμένως, με την ίδια απόφαση απορρίφθηκαν ως ουσιαστικά αβάσιμοι οι επικαλούμενοι από την ενάγουσα λόγοι καταγγελίας της μίσθωσης κατ’ άρθρα 594, 361 Α.Κ. Επίσης, απορρίφθηκε η ένσταση συμψηφισμού της άνω οφειλής (συνολικού ποσού 20.606,00 ευρώ), που προέβαλε η εναγόμενη με τις προτάσεις της, με ανταπαιτήσεις της i) ποσού 9.095,78 ευρώ για συμφωνηθείσα αμοιβή της για επιμέλεια και δαπάνες της για τη σύσταση και δημοσίευση της ενάγουσας, τη νηολόγηση του άνω σκάφους στα νηολόγια Πειραιά και την έκδοση γι’ αυτό άδειας επαγγελματικού σκάφους αναψυχής και ii) ποσού 28.035,00 ευρώ για δαπάνες της για επισκευή της μηχανής πρόωσης του σκάφους και του ποδαριού της λόγω βλαβών αυτών που εκδηλώθηκαν εντός του χρόνου της μίσθωσης και προήλθαν από κρυμμένα ελαττώματα που προϋπήρχαν του χρόνου παράδοσης του σκάφους, κατά μεν το πρώτο σκέλος της ως ουσιαστικά αβάσιμη, κατά δε το δεύτερο σκέλος της ως αόριστη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με τις κρινόμενες εφέσεις η εναγόμενη και η ενάγουσα, για λόγους που στο σύνολο τους ανάγονται σε μη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, αιτούμενες την εξαφάνισή της και την απόρριψη της αγωγής στο σύνολό της και την παραδοχή της αγωγής της ως και κατ’ ουσία βάσιμης στο σύνολό της αντίστοιχα.
Σύμφωνα με όσα γίνονται δεκτά από τη θεωρία και τη νομολογία, καθώς και από τη διεθνή ναυτιλιακή πρακτική, είδος της υπό ευρεία έννοια ναύλωσης (άρθρο 107 Κ.Ι.Ν.Δ.) είναι και η χρονοναύλωση γυμνού πλοίου (bareboat charter ή charter by demise, affretement, coque nue), κατά την οποία ο εκναυλωτής θέτει έναντι ανταλλάγματος στη διάθεση του ναυλωτή, προς χρήση για ορισμένο χρόνο, πλοίο κατάλληλο μεν για θαλασσοπλοΐα, αλλά χωρίς εξοπλισμό και επάνδρωση ή με ατελή επάνδρωση και εξοπλισμό (Εφ.Πειρ. 529/2014, Εφ.Πειρ. 662/2012, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Αλίκη Κιάντου – Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, 2007, Τόμ. 2ος, παρ. 115, σ. 20). Στην έννοια της χρήσης περιλαμβάνεται κάθε νόμιμος τρόπος εκμετάλλευσης του πλοίου ή του πλωτού ναυπηγήματος από τους γνωστούς στο ναυτικό δίκαιο και στη ναυτιλιακή πρακτική, το είδος δε αυτό της ναύλωσης προσομοιάζει, κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη, με την απλή μίσθωση πράγματος (Εφ.Πειρ. 529/2014, Εφ.Πειρ. 452/2008, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Αλίκη Κιάντου – Παμπούκη, ό.α, παρ. 116, σ. 26). Η ναύλωση αυτή δε ρυθμίζεται εξαντλητικά στον Κ.Ι.Ν.Δ, με αποτέλεσμα, όπως προαναφέρθηκε, να εφαρμόζονται οι διατάξεις του Α.Κ. για τη μίσθωση πράγματος, καθώς και αυτές για την ανώμαλη εξέλιξη των ενοχών από τη σύμβαση, όπως η υπερημερία και η αδυναμία παροχής (Εφ.Πειρ. 529/2014, Εφ.Πειρ. 76/2008, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 του ν. 2743/1999, «η εκτέλεση ταξιδιών αναψυχής ή και περιήγησης με ολική ναύλωση πραγματοποιείται, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στον παρόντα νόμο, από πλοία αναψυχής υπό ελληνική σημαία, που έχουν χαρακτηριστεί επαγγελματικά κατά τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου», ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του ίδιου νόμου «η σύμβαση ολικής ναύλωσης έχει ως αντικείμενο τη χρήση του επαγγελματικού πλοίου αναψυχής μόνο για αναψυχή ή και περιήγηση. Η σύμβαση αποδεικνύεται εγγράφως με την κατάρτιση ναυλοσύμφωνου…». Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 574 Α.Κ, με τη σύμβαση της μίσθωσης πράγματος ο εκμισθωτής έχει υποχρέωση να παραχωρήσει στο μισθωτή τη χρήση του πράγματος για όσο χρόνο διαρκεί η σύμβαση και ο μισθωτής να καταβάλει το συμφωνημένο μίσθωμα. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 340, 341 και 342 Α.Κ, σαφώς προκύπτει ότι κύρια υποχρέωση του μισθωτή για την ομαλή λειτουργία της μισθωτικής σχέσης είναι η καταβολή του μισθώματος κατά το χρόνο που έχει συμφωνηθεί, διαφορετικά ο μισθωτής γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ορισμένης ημέρας και χωρίς όχληση, η δε υπαιτιότητα του μισθωτή, που αποτελεί στοιχείο της υπερημερίας, τεκμαίρεται εκ μόνης της παρελεύσεως του χρόνου καταβολής. Σύμφωνα δε με το άρθρο 595 Α.Κ, το μίσθωμα καταβάλλεται στις συμφωνημένες ή στις συνηθισμένες προθεσμίες. Αν δεν υπάρχουν τέτοιες προθεσμίες, καταβάλλεται κατά τη λήξη της μίσθωσης και αν συμφωνήθηκε καταβολή σε μικρότερα διαστήματα κατά τη λήξη τους. Επιπλέον, κατά το άρθρο 597 Α.Κ, αν ο μισθωτής καθυστερεί το μίσθωμα ολικά ή μερικά, ο εκμισθωτής δικαιούται να καταγγείλει τη μίσθωση τουλάχιστον πριν από ένα μήνα, αν πρόκειται για μίσθωση που η διάρκειά της συμφωνήθηκε για ένα χρόνο ή περισσότερο και πριν από δέκα ημέρες στις άλλες μισθώσεις… Η καταγγελία μένει χωρίς αποτέλεσμα αν ο μισθωτής πριν περάσει η προθεσμία αυτή καταβάλλει το καθυστερούμενο μίσθωμα μαζί με τα τυχόν έξοδα της καταγγελίας. Εξάλλου, κατά το άρθρο 601 Α.Κ, ο μισθωτής, για όσο χρόνο παρακρατεί το μίσθιο μετά τη λήξη της μίσθωσης, οφείλει ως αποζημίωση το συμφωνημένο μίσθωμα, χωρίς αυτό να αποκλείει δικαίωμα του εκμισθωτή να απαιτήσει και άλλη περαιτέρω ζημία. Η αμέσως, κατά το παραπάνω άρθρο, αξίωση του εκμισθωτή για αποζημίωση σε περίπτωση παρακράτησης του μισθίου από τον μισθωτή μετά τη λήξη της μίσθωσης δεν αφορά μισθώματα, διότι δεν έχει βάση τη μισθωτική σύμβαση αλλά το γεγονός της παρακράτησης μετά τη λήξη της μίσθωσης και εντεύθεν εξαιτίας της παράβασης αυτής προκύπτει υποχρέωση αποζημιώσεως (Α.Π. 852/2018, Α.Π. 7/2010, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 575, 576 επ, 584 επ. και 591 εδάφ. α’ Α.Κ. προκύπτει ότι ο εκμισθωτής έχει την υποχρέωση να παραδώσει στο μισθωτή το μίσθιο κατάλληλο για τη συμφωνημένη χρήση και να το διατηρεί κατάλληλο σε όλη τη διάρκεια της μίσθωσης. Εάν κατά τη διάρκεια της μίσθωσης αναφανεί ελάττωμα που έχει ως συνέπεια τη μερική ή πλήρη παρακώλυση της χρήσης, ο μισθωτής έχει δικαίωμα να απαιτήσει σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 335, 336 και 343 Α.Κ. την εκτέλεση της σύμβασης (δηλαδή την αποκατάσταση της χρήσης) και αντίστοιχα ο εκμισθωτής έχει υποχρέωση να αποκαταστήσει τη χρήση και να προβεί στις απαιτούμενες για το σκοπό αυτό δαπάνες. Αναγκαίες δαπάνες είναι αυτές που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση του μισθίου κατάλληλου για τακτική εκμετάλλευση και χρήση. Ο μισθωτής εξάλλου έχει δικαίωμα να προβεί ο ίδιος κατά τη διάρκεια της μίσθωσης στις αναγκαίες δαπάνες, οπότε ο εκμισθωτής έχει υποχρέωση να τις αποδώσει στο μισθωτή, εφόσον παραμένουν σε όφελος του μισθίου, με βάση τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλοτρίων (Α.Π. 1254/2017, Εφ.Πειρ. 562/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Σύμφωνα δε με τις διατάξεις των άρθρων 730 παρ. 1 και 736 Α.Κ, όποιος διοικεί χωρίς εντολή ξένη υπόθεση έχει υποχρέωση να την διεξάγει προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του κυρίου. Αν ο διοικητής αλλοτρίων ανέλαβε τη διοίκηση προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του κυρίου, έχει δικαίωμα να ζητήσει από αυτόν τις δαπάνες της διοικήσεως και την ανόρθωση των ζημιών κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται αναλόγως. Αν, όμως, η δαπάνη δεν έγινε σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του κυρίου, τότε ο διοικητής μπορεί, κατά την Α.Κ. 737, να ζητήσει την απόδοσή τους, με βάση τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ήτοι σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 904 παρ. 1 εδ. α’ Α.Κ. Στοιχεία, επομένως, της αγωγής για δαπάνες που πρέπει να εκθέτει και να αποδεικνύει ο ενάγων διοικητής αλλοτρίων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 106, 111 παρ. 2, 118 περ. 4 και 216 παρ. 1α’ Κ.Πολ.Δ, είναι, εφόσον η αξίωσή του στηρίζεται στην διάταξη του άρθρου 737 Α.Κ, ο πλουτισμός του εναγομένου κυρίου της υποθέσεως, η επέλευσή του σε βάρος του ενάγοντος (άρα και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στον πλουτισμό του πρώτου και την επιβάρυνση του δευτέρου) και η έλλειψη νόμιμης αιτίας (Α.Π. 1254/2017, Α.Π. 326/2006, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Επειδή δε οι άνω διατάξεις περί απόδοσης δαπανών είναι ενδοτικού χαρακτήρα, μπορεί να συμφωνηθεί ότι οι δαπάνες για άρση ελαττωμάτων που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της μίσθωσης και καθιστούν το μίσθιο ακατάλληλο για τη συμφωνημένη χρήση θα καταβάλλονται από τον μισθωτή, οπότε ο εκμισθωτής απαλλάσσεται από τη σχετική, κατά το άρθρο 575 Α.Κ, υποχρέωσή του να το διατηρεί κατάλληλο σε όλη τη διάρκεια της μίσθωσης (Α.Π. 1254/2017, Α.Π. 1222/2015, Α.Π. 1807/2012, Α.Π. 1474/2004, Εφ.Δωδ. 52/2015, Εφ.Πειρ. 169/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Απ. Γεωργιάδη, Ενοχικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, παρ. 25, αριθ. 47). Προσέτι, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 325, 327, 450 Α.Κ. συνάγεται ότι αν ο οφειλέτης έχει κατά του δανειστή ληξιπρόθεσμη αξίωση συναφή με την οφειλή του, έχει δικαίωμα να προβάλει την ένσταση επίσχεσης, να αρνηθεί δηλαδή την εκπλήρωση της παροχής ωσότου δανειστής εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει. Συναφή δε με την οφειλή αξίωση έχει όχι μόνο ο υπόχρεος να αποδώσει ένα πράγμα για δαπάνες που έκανε πάνω σ’ αυτό ή για ζημία που έπαθε απ’ αυτό (326 Α.Κ.) αλλά και όταν ο υπόχρεος έχει οποιαδήποτε άλλη αξίωση κατά του δανειστή, που κατά τους κανόνες της συναλλακτικής καλής πίστης έχει κάποια συνάφεια ή σχέση με το πράγμα που πρέπει να παραδώσει (Α.Π. 884/2004, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 720/1988, ΕλλΔνη 1989, 1165), ή όταν οι δύο απαιτήσεις προέρχονται από την ίδια νομική σχέση ή εξ αφορμής αυτής (Α.Π. 1561/2003, ΕλλΔνη 2005, 1686, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) ή προέρχονται από την ίδια βιοτική σχέση (Εφ.Αθ. 1578/2011, Εφ.Αθ. 6023/2001, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, οι διατάξεις των άρθρων 195 και 196 Α.Κ, που αφορούν την τύχη της σύμβασης, αναφέρονται η μεν πρώτη στις περιπτώσεις της φανερής ασυμφωνίας, εκφράζουσα τον κανόνα ότι για την κατάρτιση σύμβασης απαιτείται η πρόταση και η αποδοχή να καλύπτονται αμοιβαίως, δηλαδή να υπάρχει συμφωνία των μερών ως προς όλα τα σημεία της συμφωνίας, ουσιώδη και επουσιώδη, επί των οποίων κατά την επίγνωση των μερών έπρεπε να υπάρχει συμφωνία, άλλως η σύμβαση εν αμφιβολία δεν είναι καταρτισμένη, η δε δεύτερη στις περιπτώσεις λανθάνουσας ασυμφωνίας, όπου, ενώ υπάρχει ασυμφωνία ως προς κάποιον επουσιώδη όρο, τα μέρη ή το ένα εξ αυτών διατηρούν την εντύπωση ότι έχει καταρτισθεί συμφωνία, οπότε ισχύει το συμφωνηθέν, υπό την προϋπόθεση ότι συνάγεται από τις περιστάσεις ότι η σύμβαση θα καταρτιζόταν και χωρίς τα μέρη να συμφωνήσουν επί του μη συμφωνηθέντος ως άνω επουσιώδους όρου. Εάν αντιθέτως στην τελευταία περίπτωση υπάρχει ασυμφωνία ως προς κάποιον ουσιώδη όρο, η σύμβαση δεν έχει καταρτισθεί (Α.Π. 1080/2018, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε δε περίπτωση κατά την οποία υπάρχει κενό στη δικαιοπραξία ή γεννιέται αμφιβολία για τη δήλωση βουλήσεως, εφαρμόζονται οι ερμηνευτικοί κανόνες των άρθρων 173 και 200 Α.Κ, με τους οποίους ορίζεται, αφενός, ότι, κατά την ερμηνεία της δήλωσης βουλήσεως αναζητείται η αληθινή βούληση χωρίς προσήλωση στις λέξεις, και αφετέρου, ότι οι συμβάσεις ερμηνεύονται όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη (Α.Π. 51/2020, Α.Π. 1149/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, το έγγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει τα κατά τα άρθρα 118 -120 στοιχεία και τους λόγους της έφεσης, οι οποίοι συνίστανται σε αιτιάσεις κατά της εκκαλουμένης απόφασης, που αναφέρονται είτε σε πραγματικά ή νομικά σφάλματα του δικαστηρίου είτε ενίοτε και του ίδιου του εκκαλούντος. Οι λόγοι της έφεσης πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, πρέπει δηλαδή να καθορίζονται με πληρότητα οι αποδιδόμενες στην εκκαλούμενη απόφαση αιτιάσεις, ώστε να μπορεί να οριοθετηθεί η εξουσία του Εφετείου (ενόψει μάλιστα της διάταξης του άρθρου 522 Κ.Πολ.Δ, που ορίζει ότι η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατά τα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης), να είναι σε θέση το δικαστήριο αυτό να κρίνει για τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά τους, αλλά και να μπορεί ο εφεσίβλητος να αμυνθεί αποκρούοντας αυτούς. Έτσι, είναι αόριστος και κατά συνέπεια απορριπτέος ως απαράδεκτος ο λόγος της έφεσης περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου από την εκκαλούμενη απόφαση, όταν δεν καθορίζεται ο κανόνας ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου που παραβιάστηκε (Σ. Σαμουήλ, Η έφεση κατά τον Κ.Πολ.Δ, 2003, παρ. παρ. 540, 541, Μαργαρίτης, σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ. Κ.Πολ.Δ, τ. ΙΙ, σ. 926-7, Α.Π. 824/2007, Α.Π. 172/2003, Α.Π. 859/2002, Α.Π. 1129/1995, Εφ.Πειρ. 241/2015, Εφ.Δωδ. 201/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Η αοριστία του δικογράφου της έφεσης (εφετηρίου) δεν μπορεί να συμπληρωθεί με τις προτάσεις, ούτε να αναπληρωθεί με την παραπομπή σε άλλο δικόγραφο και της αυτής ακόμα δίκης, οι δε αόριστοι λόγοι έφεσης εξομοιώνονται με ανύπαρκτους και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου (Α.Π. 647/2007, ΕλλΔνη 44, 475, Α.Π. 305/2001, ΕλλΔνη 42, 1318, Α.Π. 1271/1995, ΕλλΔνη 38, 781). Περαιτέρω, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 440 και 441 Α.Κ, το διαπλαστικό δικαίωμα της πρότασης συμψηφισμού δημιουργείται από τότε που δύο αντίθετες απαιτήσεις, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του συμψηφισμού, θα συνυπάρξουν. Από το χρονικό αυτό σημείο, παρέχεται κατά νόμο η δυνατότητα αφενός στο δικαιούχο της (αντ)απαίτησης να αποσβέσει μονομερώς την απαίτηση του δανειστή του, προτείνοντας την ανταπαίτησή του σε συμψηφισμό, αφετέρου στους δανειστές και οφειλέτες να προβούν σε συμβατικό συμψηφισμό. Η πρόταση του συμψηφισμού επιφέρει απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων αναδρομικά, δηλαδή από τότε που συνυπήρξαν. Από τις παραπάνω διατάξεις, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 262 παρ. 1 και 222 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι, για να είναι ορισμένη η ένσταση συμψηφισμού, όπως και κάθε ένσταση, πρέπει να γίνεται αναφορά με τρόπο σαφή και ορισμένο των περιστατικών που θεμελιώνουν κατά νόμο την προβλεπόμενη σε συμψηφισμό ληξιπρόθεσμη και ομοειδή ανταπαίτησή του κατά του δανειστή, χωρίς να υφίσταται δυνατότητα αναπλήρωσης και κατ’ ακολουθία θεραπείας της, για το λόγο αυτόν, αοριστίας της ένστασης με αναφορά σε άλλα έγγραφα, που αναφέρονται τα περιστατικά αυτά, με ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή των όσων ισχύουν για το ορισμένο της αγωγής (Α.Π. 1057/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Β. Βαθρακοκοίλης, ΕΡΝΟΜΑΚ, τόμος 1ος, σ. 613), ώστε ο ενάγων να μπορεί ν’ αμυνθεί αποτελεσματικά. Ειδικότερα, για να είναι ορισμένη η ένσταση συμψηφισμού, πρέπει να διαλαμβάνεται σαφής έκθεση των δικαιοπαραγωγικών της ανταπαίτησης γεγονότων, ήτοι πρέπει να αναφέρεται: α) περιγραφή, χρόνος γέννησης και το ποσό των αμοιβαίων απαιτήσεων που προτείνονται σε συμβιβασμό (Α.Π. 84/2019, Α.Π. 793/2005, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), β) ότι οι απαιτήσεις είναι ομοειδείς (Α.Π. 123/2020, Α.Π. 1057/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), γ) ότι οι απαιτήσεις είναι υποστατές και έγκυρες (Α.Π. 181/1995, ΕλλΔνη 1996, 1344) και δ) ότι οι αξιώσεις είναι ληξιπρόθεσμες και αγώγιμες (Α.Π. 84/2019, Εφ.Πατρ. 297/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Κατράς, Αγωγές και ενστάσεις ΑΚ, 2008, παρ. 159, σ. 1170). Ειδάλλως, ήτοι εφόσον δεν εξειδικεύονται τα παραγωγικά της ανταπαίτησης πραγματικά περιστατικά ή δεν καθορίζονται επακριβώς τα επιμέρους χρηματικά κονδύλια που απαρτίζουν την ανταπαίτηση κατά του δανειστή, ώστε να καταστεί εφικτό στον ενάγοντα να απαντήσει σ’ αυτή, στο δε Δικαστήριο να τάξει τις δέουσες αποδείξεις, ο σχετικός ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αόριστος (Α.Π. 7/1976, Νο.Β. 24, 537, Α.Π. 789/1975, Νο.Β. 24, 755, Εφ.Πειρ. 152/2018, δημοσ. www.efeteio-peir.gr, Εφ.Λαρ. 391/2014, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2016, 422, Εφ.Αθ. 717/2018, Εφ.Πειρ. 511/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, η εναγόμενη μισθώτρια και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη, απαντώντας στην ένδικη αγωγή της ενάγουσας εκμισθώτριας και ήδη εφεσίβλητης – εκκαλούσας περί απόδοσης του μισθίου σκάφους της λόγω καταγγελίας της μίσθωσης κατ’ άρθρα 597, 594, 361 Α.Κ, πλην άλλων, πρόβαλε και τον ισχυρισμό ότι για την αμοιβή της για τη σύσταση της ενάγουσας, τη μετατροπή του σκάφους της σε επαγγελματικό με ελληνική σημαία προκειμένου να μπορεί να κάνει επαγγελματικούς πλόες εντός Ελλάδος (καθώς πριν τη μίσθωση ήταν ιδιωτικό σκάφος αναψυχής υπό σημαία Αγγλίας), τη χορήγηση σ’ αυτό άδειας επαγγελματικού σκάφους αναψυχής, καθώς και για την αποκατάσταση ζημιών στη δεξιά μηχανή πρόωσης και στο ποδάρι της λόγω κρυφών ελαττωμάτων τους τα οποία ανέκυψαν κατά τη διάρκεια της μίσθωσης, κατέβαλε προς τρίτους ποσά 7.961,94, 16.705,00 και 12.463,94 ευρώ αντίστοιχα (συνολικά 37.130,78 ευρώ), κατόπιν συμφωνίας της με την ενάγουσα εκμισθώτρια – πλοιοκτήτρια να καταβάλει τα ποσά αυτά για λογαριασμό της και να συμψηφιστούν αυτά με το μίσθωμα των 20.000,00 ευρώ για το πρώτο μισθωτικό έτος και την αναλογία της στα ασφάλιστρα 660,00 ευρώ για την πρώτη περίοδο χρήσης του σκάφους και συνακόλουθα έχει εξοφλήσει τις οφειλές της αυτές, επιφυλασσόμενη να προτείνει σε συμψηφισμό το υπερβαίνον ποσό κατά τα επόμενα μισθωτικά έτη. Επικουρικά, ζήτησε να καταλογισθούν οι άνω καταβολές στην ένδικη οφειλή της για μίσθωμα πρώτου μισθωτικού έτους και για αναλογούντα ασφάλιστρα στην περίοδο χρήσης του σκάφους κατά το ίδιο μισθωτικό έτος, επιφυλασσόμενη να προτείνει σε συμψηφισμό το υπερβαίνον ποσό κατά τα επόμενα μισθωτικά έτη. Η πρωτόδικη απόφαση εκτίμησε τον πρώτο ισχυρισμό, με τον οποίο γίνεται επίκληση συμβατικού συμψηφισμού, ως ένσταση εξόφλησης του μισθώματος και της αναλογίας των ασφαλίστρων (άρθρο 416 Α.Κ. – Α.Π. 411/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) κατά το μέρος που αυτή αφορά την καταγγελία της σύμβασης λόγω μη καταβολής του μισθώματος και ως αρνητικό της αγωγής ισχυρισμό κατά τα λοιπά και το δεύτερο ισχυρισμό, με τον οποίο προτείνεται μονομερώς σε συμψηφισμό ανταπαίτηση της εναγομένης, ως ένσταση συμψηφισμού (άρθρ. 440, 441 Α.Κ.) και ακολούθως απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς, το μεν πρώτο ως αβάσιμο κατ’ ουσία, το δε δεύτερο, κατά το μέρος που αφορά ανταπαίτηση της εναγομένης για τη σύσταση της ενάγουσας εταιρίας, τη νηολόγηση του σκάφους της στον Πειραιά και τη μετατροπή του σε επαγγελματικό τουριστικό με ελληνική σημαία, ως αβάσιμο κατ’ ουσία και κατά το μέρος που αφορά ανταπαίτηση της εναγομένης για δαπάνες της για την επισκευή της μηχανής πρόωσης του σκάφους και του ποδαριού της ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας. Με το δεύτερο λόγο της έφεσής της η εναγόμενη μισθώτρια επαναφέρει την άνω ένστασή της κατά το σκέλος της περί μονομερούς συμψηφισμού και παραπονείται α) για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων όσον αφορά το πρώτο σκέλος της ένστασής της, ως προς το οποίο η τελευταία απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη και β) για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της ένστασής της, ως προς το οποίο αυτή απορρίφθηκε ως αόριστη. Κατά το πρώτο σκέλος της (το αφορών ανταπαίτηση της εναγομένης για διαδικαστικές της ενέργειες για την ενάγουσα και το σκάφος της) η άνω ένσταση είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 440, 441, 442 Α.Κ. και 262 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, όπως ορθά κρίθηκε και πρωτόδικα και θα εκτιμηθεί κατ’ ουσία σε προσήκον σημείο της παρούσας. Κατά το δεύτερο όμως σκέλος της (το αφορών ανταπαίτησή της για δαπάνες επισκευής της μηχανής πρόωσης και του ποδαριού της) είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, διότι δε γίνεται σαφής έκθεση των δικαιοπαραγωγικών της ανταπαίτησης της εναγομένης γεγονότων και συγκεκριμένα η εναγόμενη μισθώτρια δεν αναφέρει με σαφήνεια εάν οι άνω ανταπαιτήσεις της που προβάλει σε συμψηφισμό είναι ληξιπρόθεσμες και αγώγιμες και οι σχετικές δαπάνες της παραμένουν σε όφελος του μισθίου, ούτε εάν αιτείται την απόδοση των δαπανών αυτών κατ’ άρθρο 591 Α.Κ. ως αναγκαίων για τη διατήρηση και εξασφάλιση της μηχανής πρόωσης του σκάφους και του ποδαριού της ή κατ’ άρθρο 736 Α.Κ. ως επωφελών, δηλαδή ως διοικητής αλλοτρίων, ενεργήσασα προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση της ενάγουσας εκμισθώτριας και σε περίπτωση που ούτε τούτο αιτείται, δεν επικαλείται πλουτισμό της ενάγουσας σε βάρος της (εναγομένης), άρα και ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στον πλουτισμό της ενάγουσας και την επιβάρυνσή της (εναγομένης), καθώς και έλλειψη νόμιμης αιτίας για τη διατήρηση από την ενάγουσα του πλουτισμού αυτού, ενώ δεν επικαλείται και έλλειψη συμφωνίας της με την ενάγουσα να απαλλάσσεται η τελευταία από την, κατά το άρθρο 575 Α.Κ. (ενδοτικού δικαίου) υποχρέωσή της να διατηρεί σε όλη τη διάρκεια της μίσθωσης το μίσθιο σκάφος κατάλληλο για τη συμφωνημένη χρήση, με συνέπεια ο άνω ισχυρισμός της να μη δύναται να εκτιμηθεί ούτε ως ένσταση επίσχεσης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση κατέληξε στην ίδια κρίση και με παρόμοια, αν και λιγότερο σαφή αιτιολογία, που αντικαθίσταται με αυτή της παρούσας (άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.), απέρριψε κατά το δεύτερο σκέλος της την άνω ένσταση ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ο άνω λόγος έφεσης της εναγομένης με τον οποίο αορίστως υποστηρίζονται τα αντίθετα (και δη χωρίς παράθεση του κανόνα δικαίου που ερμηνεύτηκε εσφαλμένα και παραβιάστηκε και των σημείων που εντοπίζεται η εσφαλμένη ερμηνεία και παράβασή του) πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας και σε κάθε περίπτωση ως αβάσιμος.
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης (ενός από κάθε πλευρά), που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά του, τα οποία τηρήθηκαν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και προσκομίζονται με επίκληση σε επίσημο αντίγραφο, απ’ όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε ως δικαστικά τεκμήρια [συμπεριλαμβανομένων των υπ’ αριθ. …../16-5-2019 και ……/16-5-2019 ενόρκων βεβαιώσεων μαρτύρων απόδειξης ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ………. και της υπ’ αριθ. …./16-5-2019 ένορκης βεβαίωσης μάρτυρος ανταπόδειξης ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, εκ των οποίων οι δυο πρώτες συντάχθηκαν με την επιμέλεια της ενάγουσας – εκκαλούσας – εφεσίβλητης και η τελευταία με την επιμέλεια της εναγομένης – εκκαλούσας – εφεσίβλητης, άπασες κατόπιν σχετικών προφορικών δηλώσεων των πληρεξουσίων δικηγόρων των διαδίκων οι οποίες καταχωρήθηκαν στα πρακτικά του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και προς αντίκρουση των ισχυρισμών του αντιδίκου του διαδίκου που επιμελήθηκε εκάστη απ’ αυτές], σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο τούτο και χωρίς απόδειξη (άρθρο 336 παρ. 4 του Κ.Πολ.Δ), αποδείχθηκαν πλήρως τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του από 30-3-2018 «ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης πλοίου με σκοπό τον εφοπλισμό του κατ’ άρθρο 105 Κ.Ι.Ν.Δ.», που καταρτίστηκε στη Γλυφάδα Αττικής μεταξύ των διαδίκων και προσκομίζεται με επίκληση απ’ αυτούς, η ενάγουσα εταιρία «……………….» παραχώρησε στην εναγόμενη εταιρία «…………..» τη χρήση του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφους αναψυχής «Β» πλοιοκτησίας της (νηολογίου Πειραιά …, με ΔΔΣ …….), άνευ πληρώματος, για το χρονικό διάστημα από 30-3-2018 έως 29-3-2021, αντί ετησίου μισθώματος – ναύλου 20.000,00 ευρώ, το οποίο ορίστηκε για χρήση του μισθίου κατά την περίοδο από 10 Μαΐου έως 30 Σεπτεμβρίου εκάστου έτους, με εξαίρεση το πρώτο έτος, για το οποίο η παραχωρούμενη χρήση συμφωνήθηκε από 20 Απριλίου έως 30 Σεπτεμβρίου (όρος 2.2.). Επίσης συμφωνήθηκε ότι το μίσθωμα θα καταβάλλονταν από την εναγόμενη τμηματικά ως εξής: 7.000,00 ευρώ στις 15-7-2018, 7.000,00 ευρώ στις 15-8-2018 και 6.000,00 ευρώ στις 15-9-2018 και κατά αντίστοιχα ποσά σε αντίστοιχες ημερομηνίες κατά τα δυο επόμενα έτη, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και συμφωνίες που περιέχονται στο άνω συμφωνητικό και εκτίθενται παρακάτω, οι οποίοι περιελάμβαναν, εκτός άλλων, και την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει τα ασφάλιστρα του σκάφους που θα αναλογούσαν στις άνω περιόδους χρήσης του. Σύμφωνα με νομική σκέψη που προαναφέρθηκε, η άνω σύμβαση χρονοναύλωσης «γυμνού» σκάφους έχει το χαρακτήρα της σύμβασης μίσθωσης πράγματος και ρυθμίζεται από τις σχετικές διατάξεις του Α.Κ. που προαναφέρθηκαν. Επιπλέον, με το άνω ιδιωτικό συμφωνητικό συμφωνήθηκαν τα ακόλουθα: «η καταβολή του μισθώματος θα αποδεικνύεται είτε με γραπτή απόδειξη της πλοιοκτήτριας είτε με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό που θα δώσει η πλοιοκτήτρια στην εφοπλίστρια, αποκλειομένου κάθε άλλου αποδεικτικού μέσου (όρος 3), το πλοίο μισθώνεται σήμερα (ενν. 30-3-2018) από την εφοπλίστρια για να χρησιμοποιηθεί ως επαγγελματικό τουριστικό στην περιοχή του Ιονίου πελάγους ή σε κάθε άλλη περιοχή που θεωρεί πρόσφορη η εφοπλίστρια, σε κάθε περίπτωση εντός της ελληνικής επικράτειας….. (όρος 4), η εφοπλίστρια υποχρεούται καθ’ όλη τη διάρκεια της χρήσης του πλοίου να καταβάλει στην πλοιοκτήτρια ή στις αρμόδιες αρχές τυχόν λιμενικά τέλη, την αναλογία των ασφαλίστρων του ασφαλιστικού συμβολαίου του πλοίου και κάθε άλλο βάρος για την λειτουργία του, κάθε δαπάνη συντήρησης και λειτουργίας σε όλα τα μέρη του πλοίου, μηχανικά και μη, βαρύνει την πλοιοκτήτρια εξ ολοκλήρου, το γυάλισμα, το κόστος των υφαλοχρωμάτων και η εφαρμογή τους επί του πλοίου (μουράβιασμα) βαρύνει την εφοπλίστρια (όρος 5), η εφοπλίστρια επισκέφτηκε το πλοίο, εξέτασε αυτό επιμελώς και λεπτομερώς και το βρήκε της τέλειας αρεσκείας της, σε καλή κατάσταση και κατάλληλο για το σκοπό τον οποίο το προορίζει (όρος 6), η εφοπλίστρια υποχρεούται να κάνει καλή χρήση του πλοίου και να το διατηρεί πάντοτε σε άριστη κατάσταση (όρος 7), το πλοίο δεν χρήζει καμίας επισκευής, βελτίωσης ή και μετατροπής, η εφοπλίστρια μπορεί να κάνει βελτιώσεις και προσθήκες σ’ αυτό με την έγγραφη συναίνεση της πλοιοκτήτριας, οποιεσδήποτε βελτιώσεις και προσθήκες γίνουν θα παραμείνουν υπέρ του πλοίου και της πλοιοκτήτριας μετά την καθ’ οιονδήποτε τρόπο λύση ή λήξη της σύμβασης, χωρίς η εφοπλίστρια να έχει οποιαδήποτε σχετική αξίωση αποζημίωσης, ακόμη και για τις επωφελείς δαπάνες, παραιτούμενη ρητώς του σχετικού δικαιώματος, σε κάθε περίπτωση η εκμισθώτρια δικαιούται να αξιώσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτεραία κατάσταση με δαπάνες αποκλειστικά της μισθώτριας, η εκμισθώτρια δεν έχει υποχρέωση να προβαίνει σ’ όλη τη συμβατική ή αυτοδίκαιη διάρκεια της μισθώσεως σε προσθήκες ή βελτιώσεις, ούτε έχει ευθύνη για τυχόν κλοπές, καταστροφές ή άλλες ζημιές της μισθώτριας από οπουδήποτε και αν προέρχονται (όρος 8), η πλοιοκτήτρια υποχρεούται να έχει ασφαλίσει, με την υπογραφή της σύμβασης, το πλοίο σε ασφαλιστική εταιρία της επιλογής της, έναντι κάθε ναυτικού ατυχήματος, όπως ζημίες από κακοκαιρία, αβαρίες, βυθίσεις – ναυαγίου, προσαράξεις, συγκρούσεις, προσκρούσεις, πυρκαγιές, εκρήξεις, εσωτερικές ζημίες (π.χ. διαρροή, απώλεια, αγκύρων), καθώς και κατά του κινδύνου ολικής ή μερικής κλοπής, υλικών ζημιών, πρόκλησης ζημιών προς τρίτους είτε υλικών, είτε κατά προσώπων, του τραυματισμού και του θανάτου συμπεριλαμβανομένου, με δικαιούχο και λήπτη του ασφαλίσματος την πλοιοκτήτρια εταιρία, ……για κάθε τυχόν ζημιά που θα προκληθεί κατά τη διάρκεια της χρήσης του πλοίου, το ποσό της απαλλαγής αποζημίωσης από την ασφαλιστική εταιρία βαρύνει την εφοπλίστρια (όρος 10), κατά τη λήξη της μίσθωσης η μισθώτρια υποχρεούται να παραδώσει το πλοίο ελεύθερο προς χρήση προς την εκμισθώτρια στην ίδια καλή κατάσταση που το παρέλαβε, χωρίς υπέρβαση ουδεμιάς ημέρας (όρος 12), κάθε τυχόν τροποποίηση των όρων του παρόντος, καθώς και η αναμίσθωση ή η παράταση της μίσθωσης θα αποδεικνύονται αποκλειστικά και μόνον εγγράφως, αποκλειομένου οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού μέσου, τυχόν δε μη έγκαιρη άσκηση από την εκμισθώτρια οποιουδήποτε δικαιώματός της, εφάπαξ ή κατ’ επανάληψη, δεν θα σημαίνει παραίτηση από το δικαίωμα αυτό (όρος 13), …. όλοι οι όροι του παρόντος συμφωνούνται ουσιώδεις και σπουδαίοι, παράβαση δε οποιουδήποτε απ’ αυτούς, επιφέρει την άμεση λύση της μίσθωσης και το δικαίωμα στην εκμισθώτρια να ζητήσει την απόδοση της χρήσης του πλοίου (όρος 15). Περαιτέρω, όμως, δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός της ενάγουσας εκμισθώτριας ότι υπήρξε συμφωνία της με την εναγόμενη ότι με τη λήξη κάθε συμφωνημένης περιόδου χρήσης, δηλαδή την 1η Οκτωβρίου κάθε μισθωτικού έτους, θα επιστρέφονταν το σκάφος στο νόμιμο εκπρόσωπό της ……………………………… για να το χρησιμοποιεί για ατομική του αναψυχή μέχρι την έναρξη της επόμενης συμφωνημένης περιόδου χρήσης, δηλαδή το Μάιο του επόμενου έτους, οπότε ο ……………… θα το παρέδιδε εκ νέου στη μισθώτρια, καθώς δεν προκύπτει τέτοια συμφωνία υπό την έννοια της πρότασης και της αποδοχής των συμβαλλόμενων μερών. Επιπλέον, ο προαναφερθείς σχετικός όρος 2.2. του συμφωνητικού, ερμηνευόμενος κατά τα άρθρα 173 και 200 Α.Κ, σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, ήτοι με βάση την καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος, αλλά και τη γραμματική του ερμηνεία, εφόσον η μίσθωση ορίσθηκε τριετής και είθισται τα επαγγελματικά τουριστικά σκάφη στην Ελλάδα να μισθώνονται τη θερινή περίοδο μόνο και να μη χρησιμοποιούνται ιδιωτικά κατά τη χειμερινή περίοδο, θα ήταν επισφαλής και ασύμφορος για την εναγόμενη μισθώτρια και δεν γίνονταν αποδεκτός απ’ αυτή, σύμφωνα και με όσα κατέθεσε και ο μάρτυρας ανταπόδειξης ………, ο οποίος εξετάσθηκε ένορκα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Σε αντίθετη περίπτωση, εφόσον δηλαδή υπήρχε εξαρχής συμφωνία των μερών για τέτοιον όρο, θα εμπεριέχονταν στο άνω ιδιωτικό συμφωνητικό και δεν θα χρησιμοποιούνταν σχετικά ο όρος «χρήση» από τη μισθώτρια αλλά ο όρος «κατοχή» του πλοίου. Αντίθετη κρίση δεν μπορεί να προκύψει άνευ ετέρου απ’ όσα κατέθεσε ένορκα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ο μάρτυρας απόδειξης ………………., ο οποίος δεν επικαλείται ότι υπήρξε αυτήκοος μάρτυς τέτοιας συμφωνίας και κατέθεσε ότι δεν γνωρίζει γιατί μπορεί να υπήρχε αυτή η απόκλιση προφορικού λόγου κι έγγραφης συμφωνίας. Περαιτέρω, δεν υπάρχει στο άνω ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης ρητός έγγραφος όρος για την επ’ αμοιβή διεκπεραίωση της διαδικασίας έκδοσης άδειας του πλοίου ως επαγγελματικού, αλλαγής της σημαίας του από αγγλική σε ελληνική και σύστασης της ενάγουσας πλοιοκτήτριας αυτού, ούτε προκύπτει ότι καταρτίστηκε σχετική έγγραφη ή προφορική σύμβαση έργου μεταξύ των διαδίκων μερών. Άλλωστε, η εκμετάλλευση του σκάφους ως επαγγελματικού εκ μέρους της εναγομένης εφοπλίστριας θα ήταν δυνατή μόνο ως τέτοιου και όχι ως ιδιωτικού αναψυχής, ως ήταν προ της μίσθωσης, ενώ η χωρίς αμοιβή διεκπεραίωση των ως άνω αναγκαίων διαδικασιών από την εναγόμενη προκειμένου να αρχίσει ως μισθώτρια την εκμετάλλευση του σκάφους δικαιολογείται, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και από το χαμηλό ύψος του συμφωνηθέντος ετησίου μισθώματος για τις συνεχόμενες θερινές σεζόν 2018, 2019 και 2020, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η ενάγουσα, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, κατά τη διάρκεια της μίσθωσης βαρύνονταν με διάφορα πάγια ετήσια έξοδα και έξοδα συντήρησης. Επομένως τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος ο αντίθετος ισχυρισμός της εναγομένης, που επαναφέρεται με το δεύτερο λόγο της έφεσής της, μη αρκούσης προς αντίθετη κρίση της κατάθεσης της μάρτυρος – υπαλλήλου της ……………., η οποία, σημειωτέον, αντικρούεται πειστικά και από την κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης ……………….. Σε διαφορετική άποψη δεν μπορεί να οδηγήσει ούτε η καταχώρηση στα λογιστικά βιβλία της ενάγουσας για το έτος 2018 του σχετικού με την επικαλούμενη αμοιβή της εναγομένης τιμολογίου της στο όνομα της ενάγουσας, ενόψει του πειστικού ισχυρισμού της τελευταίας, με βάση και την κατάθεση του άνω μάρτυρά της, ότι η καταχώρηση αυτή έγινε, σύμφωνα με τις συμβουλές του λογιστή της, αποκλειστικά και μόνο για φορολογικούς λόγους, προκειμένου να μην υπάρξει κίνδυνος εμπλοκής της με τις φορολογικές αρχές συνεπεία των διενεργούμενων από την Εφορία διασταυρώσεων των φορολογικών στοιχείων και παραστατικών και όχι προς συνομολόγηση σχετικής οφειλής της, αφού τα σχετικά έξοδα είχε συμφωνηθεί ότι θα τα επωμιζόταν η μισθώτρια, η οποία χρειάζονταν την επαγγελματική άδεια του σκάφους για να το δουλέψει. Εξάλλου, παρά τη μίσθωση του σκάφους στις 30-3-2018 και την πρόβλεψη στο άνω ιδιωτικό συμφωνητικό ότι η χρήση του από τη μισθώτρια θα γίνει από την 20η-4-2018, στην προκειμένη περίπτωση αποδεικνύεται ότι δεν έγινε παράδοση της χρήσης του στην εναγομένη ούτε έναρξη του εφοπλισμού απ’ αυτήν κατά το χρόνο υπογραφής του από 30-3-2018 άνω ιδιωτικού συμφωνητικού, ούτε στις 20-4-2018, δεδομένου ότι η επαγγελματική του άδεια εκδόθηκε, μετά από αίτηση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας …………………., στις 18-5-2018, το έγγραφο εθνικότητας του σκάφους φέρει ημερομηνία 27-4-2018, το πρωτόκολλο γενικής επιθεώρησης, σύμφωνα με το οποίο κρίθηκε αρμοδίως ότι το πλοίο είναι κατάλληλο να καταστεί επαγγελματικό, έχει ημερομηνία 17-5-2018 και η έναρξη εφοπλισμού εκ μέρους της εναγομένης, κατόπιν υποβολής στις 14-5-2018 στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά της δήλωσης εφοπλισμού, αναφέρεται ότι έγινε στις 21-5-2018 και θα διαρκέσει έως τις 10-5-2021. Αντίθετα αποδεικνύεται ότι η παράδοση της χρήσης του σκάφους στην εναγόμενη έγινε στην πραγματικότητα στη μαρίνα Γλυφάδας στις 17-5-2018 χωρίς την επαγγελματική του άδεια (η οποία εκδόθηκε από το Υ.Ε.Ν. στις 5-6-2018) και μετά από δοκιμαστικό πλου αυτού, έστω και 300 μ, όπως αναφέρει ο μάρτυρας ανταπόδειξης, κατά τον οποίον η εναγόμενη το έλεγξε χωρίς να διατυπώσει κάποιο παράπονο ή επιφύλαξη (βλ. όρο 6 του συμφωνητικού) και συμφωνώντας ότι αυτό δεν έχρηζε καμίας επισκευής, βελτίωσης ή και μετατροπής (βλ. όρο 8 του συμφωνητικού) και στη συνέχεια άρχισε την εκμετάλλευσή του ως εφοπλίστρια στις 7-6-2018, μεταβαίνοντας στην Κυλλήνη. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια της εκμετάλλευσής του από την εναγομένη στην Κυλλήνη, το άνω μίσθιο σκάφος α) στις 3-7-2018 υπέστη ζημία στο δεξιό κινητήρα του λόγω στιγμιαίας αστοχίας χρονισμού και β) στις 11-9-2018 υπέστη ζημία στο δεξί πόδι της μηχανής του λόγω εμπλοκής σχοινιού επί του έλικος του δεξιού συστήματος πρόωσης και πηδαλιουχίας (βλ. τις υπ’ αριθ. …/12-10-2018, …./15-11-2018 και …./20-11-2018 εκθέσεις επιθεώρησης της ενεργούσας κατ’ εντολή της ασφαλίστριας εταιρίας του σκάφους εταιρίας πραγματογνωμόνων – μηχανολόγων – μηχανικών – ναυπηγών «……….», τις οποίες προσκομίζει με τις προτάσεις της η ενάγουσα). Την επισκευή των ζημιών αυτών η εναγόμενη ανέθεσε στην εταιρία «………….» που εδρεύει στην Πάτρα και για την αποκατάστασή τους κατέβαλε σ’ αυτή συνολικά ποσά 16.705,00 ευρώ και 11.330,19 ευρώ αντίστοιχα. Ακολούθως, στις 19-12-2018, η ασφαλίστρια του σκάφους ασφαλιστική εταιρία «………….» κατέβαλε στην ενάγουσα για τις ζημιές αυτές ασφαλιστική αποζημίωση ποσών 9.450,00 ευρώ και 5.258,02 ευρώ αντίστοιχα, αφού αφαίρεσε από τα συνολικά αποδοτέα για τις ζημιές αυτές ποσά (12.900,94 ευρώ και 7.881,97 ευρώ αντίστοιχα), ποσά 3.450,00 ευρώ και 2.300,00 ευρώ αντίστοιχα, που συνιστούσαν, κατά τον όρο 10 του συμφωνητικού, την αντίστοιχη συμφωνημένη αφαιρετέα απαλλαγή της (βλ. τις άνω εκθέσεις επιθεώρησης της εταιρίας πραγματογνωμόνων «…………..»). Σημειωτέον ότι, κατά το συμφωνητικό μίσθωσης, η αποκατάσταση των άνω ζημιών που ανέκυψαν κατά τη συνήθη χρήση του σκάφους από την εναγόμενη μισθώτρια και για τις οποίες το σκάφος ήταν ασφαλισμένο, δεν βάρυνε την ενάγουσα εκμισθώτρια (όρος 8), η οποία δικαιούταν του άνω καταβληθέντος ασφαλίσματος (όρος 10). Πλην όμως η εναγόμενη, παρότι προέβη σε ανενόχλητη χρήση του σκάφους μέχρι την 30η-9-2018, ήτοι την τελευταία ημέρα της μισθωτικής σεζόν για το έτος 2018, δεν κατέβαλε στην ενάγουσα το μίσθωμα των 20.000,00 ευρώ (όρος 3), ως είχε συμφωνήσει να καταβάλει τμηματικά κατά τις προαναφερόμενες ημέρες, με τελευταία δήλη ημέρα την 15η-9-2018, ούτε κατέβαλε το ποσό των 606,00 ευρώ που αντιστοιχούσε στα ασφάλιστρα του σκάφους για την περίοδο από 20-4-2018 έως 30-9-2018, ως όφειλε να καταβάλει άνευ οχλήσεως από την ενάγουσα (όρος 5). Μετά από δύο μήνες από τη λήξη της πρώτης αυτής μισθωτικής σεζόν και συγκεκριμένα στις 30-11-2018, η ενάγουσα επέδωσε στην εναγόμενη την από 20-11-2018 εξώδικη δήλωση (βλ. την υπ’ αριθ. …/30-11-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……….), με την οποία κατήγγειλε την άνω σύμβαση μίσθωσης, επικαλούμενη αντισυμβατική συμπεριφορά της εναγομένης, συνισταμένη στη μη καταβολή εκ μέρους της (εναγομένης) του οφειλομένου μισθώματος και της αναλογίας των ασφαλίστρων, ήτοι την παράβαση των όρων 3 και 5 του συμφωνητικού, στην («ιδιαίτερα» όπως αναφέρει επί λέξει) κακή χρήση του μίσθιου σκάφους εκ μέρους της εναγομένης μισθώτριας, κατά παράβαση των όρων 7 και 8 του συμφωνητικού και στην άρνησή της να επιστρέψει το πλοίο στις 1-10-2018 με τη λήξη της πρώτης μισθωτικής περιόδου χρήσης. Επικαλούμενη δε το ότι όλοι οι ως άνω όροι θεωρούνται ουσιώδεις, όπως ρητά προβλέφθηκε στον όρο 15 του συμφωνητικού, γεγονός που της παρείχε το δικαίωμα άμεσης καταγγελίας της σύμβασης μίσθωσης, κατήγγειλε αυτή (σύμβαση μίσθωσης) και κάλεσε την εναγομένη να της αποδώσει πάραυτα τη χρήση του ενδίκου μισθίου πλοίου και επιπλέον να της καταβάλει τα οφειλόμενα, ήτοι το μίσθωμα των 20.000,00 ευρώ και την αναλογία των ασφαλίστρων, ποσού 606,00 ευρώ, που τη βάρυναν και να αποκαταστήσει τη ζημία της για τις φθορές που προκάλεσε στο σκάφος εξαιτίας της υπαίτιας κακής χρήσης. Η ως άνω καταγγελία, στηριζόμενη στο άρθρο 597 Α.Κ. όσον αφορά τη μη καταβολή του μισθώματος, επιφέρει τα νόμιμα αποτελέσματά της (λύση της μίσθωσης) μετά την πάροδο ενός μηνός από την επομένη της επίδοσής της, αφού η διάρκεια της σύμβασης μίσθωσης γυμνού πλοίου συμφωνήθηκε για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους. Επομένως, από τις 31-12-2018 λύθηκε η ένδικη σύμβαση μίσθωσης και έκτοτε έπαυσε η υποχρέωση της εναγομένης για καταβολή στην ενάγουσα του μισθώματος, διότι τέθηκε σε εφαρμογή το άρθρο 601 Α.Κ, που προβλέπει δικαίωμα του εκμισθωτή για αποζημίωση χρήσης όσο χρόνο ο μισθωτής παρακρατεί το μίσθιο μετά τη λήξη της μίσθωσης. Παράλληλα, έπαυσε και το δικαίωμα της μισθώτριας να κατέχει νόμιμα και να μην αποδίδει το μίσθιο στην εκμισθώτρια. Σημειωτέον ότι κατά το άρθρο 598 ΑΚ είναι άκυρη κάθε συμφωνία αυτόματης λύσης της μίσθωσης μόλις ο μισθωτής γίνει υπερήμερος ως προς την καταβολή του μισθώματος, επομένως είναι άκυρη η σχετική πρόβλεψη στον όρο 15 που αφορά εν γένει την παράβαση όλων των όρων του συμφωνητικού, ενόψει και της αναγκαστικού δικαίου διάταξης του άρθρου 597 Α.Κ. περί της επέλευσης των αποτελεσμάτων της καταγγελίας ένα μήνα μετά από αυτή, όταν η καταγγελία της μίσθωσης έχει ως δικαιολογητικό λόγο τη μη καταβολή ή την καθυστερημένη καταβολή του μισθώματος. Επομένως, από τις 31-12-2018 κι εφεξής, ως εκ τούτου και κατά το χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής (η οποία κατατέθηκε στις 11-4-2019, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. …………../11-4-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……….), λόγω της κατ’ άρθρο 597 Α.Κ. καταγγελίας της μίσθωσης από την ενάγουσα, έχει λυθεί η σχετική σύμβαση και ενεργοποιείται ο όρος 12 του από 30-3-2018 συμφωνητικού και η διάταξη του άρθρου 599 Α.Κ, ήτοι η εναγομένη υποχρεούται να αποδώσει τη χρήση του μισθίου πλοίου στην εκμισθώτρια ενάγουσα. Αποδεικνύεται επομένως ότι η λύση της επίδικης σύμβασης μίσθωσης δεν επήλθε από παράβαση του όρου περί απόδοσης της χρήσης του μισθίου στην εκμισθώτρια, ως εσφαλμένα η τελευταία υπολαμβάνει ότι όφειλε να κάνει η μισθώτρια στις 1-10-2018 και για το λόγο αυτό είχε λάβει προσφορά για ανέλκυση του σκάφους από την εταιρία «………….» στις 19-10-2018 και είχε προγραμματίσει ανέλκυση του σκάφους στις 25-10-2018 από την εταιρία «……………..», αλλά από τη μη καταβολή του οφειλομένου μισθώματος και των συναφών αυτού υποχρεώσεων από την εναγομένη μισθώτρια, όπως η καταβολή της οφειλομένης αναλογίας των ασφαλίστρων. Λόγω δε της λύσης της σύμβασης μίσθωσης με την ως άνω καταγγελία κατ’ άρθρο 597 Α.Κ. και ενόψει του ότι η εξόφληση του μισθώματος και του ποσού των ασφαλίστρων του σκάφους (που αποτέλεσε παρεπόμενη υποχρέωση από τη μίσθωση) ουδέποτε έλαβε χώρα και δη με έναν από τους ορισμένους περιοριστικά στον όρο 3 του από 30-3-2018 ιδιωτικού συμφωνητικού τρόπους, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσία η ένσταση εξόφλησης που προέβαλε πρωτόδικα η εναγόμενη και την οποία επαναφέρει με σχετικό σκέλος του δεύτερου λόγου της έφεσής της, επικαλούμενη τις αναφερόμενες στις προτάσεις της δαπάνες που κατέβαλε υπέρ του μισθίου σκάφους και οφείλει να αποδώσει τη χρήση του στην ενάγουσα. Περαιτέρω, όσον αφορά την καταγγελία της μίσθωσης από την ενάγουσα κατ’ άρθρο 594 Α.Κ. λόγω κακής χρήσης του σκάφους της από την εναγόμενη, κατά παράβαση του όρου 7 του συμφωνητικού (καταγγελία που ορίζεται απρόθεσμη και άμεση και έχει το ίδιο αποτέλεσμα με την κατά το άρθρο 597 Α.Κ. καταγγελία και η οποία απορρίφθηκε πρωτόδικα ως αβάσιμη κατ’ ουσία), ανεξάρτητα από το ότι η μη καταβολή του οφειλόμενου μισθώματος επαρκεί για την πρόωρη λύση της μίσθωσης και την ικανοποίηση του αξιούμενου δικαιώματος της ενάγουσας, πρέπει, ενόψει των αιτιάσεων της τελευταίας με την έφεσή της κατά των σχετικών παραδοχών της πρωτόδικης απόφασης, να αναφερθούν στο σημείο αυτό τα εξής: Η ενάγουσα, επικαλούμενη την από 15-11-2018 έκθεση επιθεωρήσεως γενικής καταστάσεως της εταιρίας «……………», την οποία προσκομίζει, αποδίδει στην εναγόμενη μισθώτρια κακή χρήση του μισθίου, κατά παράβαση του όρου 7 του συμφωνητικού διότι: 1) δεν χρησιμοποίησε πιστοποιημένα υλικά (μουράβια, κ.λ.π.), με αποτέλεσμα να αρθεί η εγγύηση της αντιοσμωτικής προστασίας από την εταιρία που τη διενήργησε την προηγούμενη σαιζόν, 2) προκάλεσε ζημιές στην άτρακτο του σκάφους στην περιοχή της πλώρης, στο κατάστρωμα, στην άτρακτο της βοηθητικής λέμβου και στον εξωλέμβιο κινητήρα, 3) απώλεσε τη σχάρα του αριστερού αγωγού εξαερισμού του μηχανοστασίου χωρίς να έχει προβεί σε κατασκευή και τοποθέτηση νέας σχάρας, 4) προξένησε στο μηχανοστάσιο διάσπαρτους υγρούς λιπαρούς λεκέδες, 5) προκάλεσε πολλαπλά χτυπήματα περιμετρικά του σκάφους, παρότι υπάρχουν πολλά περιμετρικά μπαλόνια, τα οποία περιήγαγε σε κάκιστη κατάσταση (ήταν ξεφούσκωτα και σχισμένα), 6) έσπασε το μασίφ ξύλο του μόρσα όπου κάθεται το φουσκωτό και 7) περιήγαγε την ταπετσαρία των εσωτερικών χώρων του σκάφους σε τραγική κατάσταση εξαιτίας της έλλειψης καθαρισμού της και της υγρασίας, που οφείλεται στο ότι, για λόγους εξοικονόμησης ελαχίστων ευρώ δεν χρησιμοποιούσε τον αφυγραντήρα που η ίδια (η ενάγουσα) είχε τοποθετήσει για τη συλλογή της υγρασίας, με αποτέλεσμα να υπάρχει διάβρωση των μοκετών στις καμπίνες του σκάφους και να μυρίζει μούχλα. Επικαλείται επίσης ότι οι ως άνω ζημιές στην πλώρη του σκάφους, αν δεν επισκευασθούν, εγκυμονούν σοβαρό κίνδυνο αποκοπής της πλώρης και βύθισης του σκάφους, με αποτέλεσμα την ολική του απώλεια κι ότι η δαπάνη που θα απαιτηθεί για την αποκατάσταση αυτών των ζημιών και δη μέρους αυτών μόνο, όπως προκύπτει από την προσφορά της «…………….» υπερβαίνει το ποσό των 11.771,00 ευρώ. Περαιτέρω, αποδίδει στην κακή χρήση του σκάφους εκ μέρους της εναγομένης τη ζημιά που προκλήθηκε στη μηχανή του σκάφους στις 3-7-2018 και τη ζημιά που προκλήθηκε στις 11-9-2018 εντός του λιμανιού της Κυλλήνης στο δεξί πόδι της μηχανής του σκάφους, που προαναφέρθηκαν. Καταρχήν, εκτός του ότι οι ως άνω ζημιές, την πρόκληση των οποίων αποδίδει η ενάγουσα στην εναγομένη, δεν αποδεικνύονται ότι προκλήθηκαν από την κακή χρήση του πλοίου από την τελευταία ως εφοπλίστρια, δεν προκύπτει, μέχρι τη στιγμή της από 20-11-2018 εξώδικης δήλωσης της ενάγουσας και της από 31-12-2018 λύσης της σύμβασης μίσθωσης, σχετική διαμαρτυρία ή όχληση αυτής προς την εναγομένη να τις αποκαταστήσει, παρά μόνο πολύ αργότερα, ήτοι με την υποβολή α) των υπ’ αριθ. ../2019 και ……. /2019 αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον αρχικά του Ειρηνοδικείου Πειραιά, το οποίο με τη με αριθ. 7/2019 απόφασή του παρέπεμψε προς εκδίκαση την εν λόγω διαφορά στο Ειρηνοδικείο Αθηνών και το τελευταίο απέρριψε τις ανωτέρω αιτήσεις με τη με αριθ. 398/12-4-2019 οριστική απόφασή του, β) της από 16-1-2019 εξώδικης δήλωσης της ενάγουσας, με την οποία κάλεσε την εναγομένη να της αποδώσει τη νομή του επίδικου σκάφους, το οφειλόμενο μίσθωμα, την αναλογία των ασφαλίστρων και να αποκαταστήσει τη ζημία από την κακή χρήση και γ) των από 8-5-2019 και 10-5-2019 ηλεκτρονικών μηνυμάτων του νομίμου εκπροσώπου της ……………………… προς τον ……….. Ειδικότερα, με το μεν πρώτο ως άνω ηλεκτρονικό μήνυμα η ενάγουσα ζήτησε από την εναγομένη να προβεί στην αποκατάσταση των ζημιών, επισημαίνοντάς της επιπλέον ότι δεν έχει προβεί στη χειμερινή συντήρηση του σκάφους, ότι βάσει πρωτοκόλλου αυτό θα έπρεπε να μείνει εκτός νερού τουλάχιστον για 6-8 εβδομάδες για να στεγνώσει και να εφαρμοστούν τα υφαλοχρώματα και ότι η παράλειψη των εν λόγω ενεργειών μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία στη γάστρα του σκάφους αποκλειστικά εξ υπαιτιότητας της εναγομένης, με το δε ως άνω δεύτερο μήνυμα η ενάγουσα επεσήμανε στην εναγομένη ότι, παρά την από τον Οκτώβριο του 2018 ενημέρωσή της, αυτή (η εναγομένη) δεν έχει αντικαταστήσει, όπως όφειλε, την αριστερή σχάρα του μηχανοστασίου που απώλεσε, επισυνάπτοντάς της την προσφορά – προτιμολόγιο από την αντιπροσωπεία «……….», ποσού 3.372,80 ευρώ και ότι πρέπει να καταθέσει το εν λόγω ποσό άμεσα στον εκεί αναφερόμενο λογαριασμό για να δοθεί η παραγγελία, να αντικατασταθεί η σχάρα και να αποπλεύσει το σκάφος. Περαιτέρω, οι ως άνω ισχυρισμοί της ενάγουσας περί κακής χρήσης του μισθίου από την εναγομένη και με υπαιτιότητά της πρόκλησης ζημιών στο μίσθιο που υπερβαίνει τη συμφωνηθείσα χρήση τυγχάνουν αναπόδεικτοι. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι η εναγομένη δεν χρησιμοποίησε πιστοποιημένα υλικά με αποτέλεσμα να χαθεί δήθεν η εγγύηση της αντιοσμωτικής προστασίας είναι αβάσιμος, καθώς, εκτός του ότι ουδόλως αναφέρεται σχετική υποχρέωση της εναγομένης στο από 30-3-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό, παρά μόνο ότι επιβαρύνεται αυτή με τη δαπάνη των υφαλοχρωμάτων και την εφαρμογή τους επί του πλοίου (μουράβιασμα), σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει από το από 14-5-2018 τιμολόγιο της εταιρίας «…………», χρησιμοποιήθηκαν χρώματα της εταιρίας «………..», τα οποία είναι πιστοποιημένα με ISO 9001: 2015, δεν προκύπτει ότι χάθηκε η πενταετούς ισχύος εγγύηση αντιόσμωσης του σκάφους και επιπλέον η εναγομένη προέβη στην εφαρμογή των υφαλοχρωμάτων και στο γυάλισμα των εξωτερικών επιφανειών του στις 12-5-2018 με εξουσιοδοτημένο συνεργείο, όπως βεβαιώνεται στην υπ’ αριθ. …../5-3-2019 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Λαυρίου ………. του τεχνίτη για την εφαρμογή των χρωμάτων ……., ο οποίος μάλιστα ανέφερε ότι κατά την εργασία του στο πλοίο παρατήρησε αμυχές περιμετρικά στα πλαστικά μέρη του σκάφους και μερεμέτια με στόκο. Επίσης, αβάσιμοι τυγχάνουν και οι ισχυρισμοί της ενάγουσας ότι η εναγομένη, λόγω κακού χειρισμού του σκάφους, προκάλεσε ζημιές στην άτρακτό του στην πλώρη, καθώς καμία από τις ζημιές αυτές δεν διαπιστώθηκε από τον αρμόδιο φορέα για τον έλεγχο του σκάφους, δηλαδή το νηογνώμονα του πλοίου «…………» στην από 18-12-2018 επιθεώρηση του πλοίου, αντιθέτως αναφέρεται ότι πρώρα του εργάτη άγκυρας εντοπίστηκαν περιορισμένης έκτασης εκδορές στο χρώμα (gelcoat) μερικών τετραγωνικών εκατοστών σε επιφάνεια, οι οποίες δεν επηρεάζουν την ασφάλεια και την αξιοπλοΐα του σκάφους και αφορούν μόνο την αισθητική, ενώ και οι μάρτυρες της εναγομένης ……. και ……….., στις ένορκες βεβαιώσεις τους που χρησιμοποιήθηκαν στη δίκη των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων της ενάγουσας κατά της εναγομένης ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, κατέθεσαν ότι στη θέση του εργάτη της άγκυρας υπήρχε πριν από την παράδοση του σκάφους ένα μερεμέτι καλυμμένο με στόκο το οποίο ήταν παλιό και δεν επηρεάζει την ικανότητα του σκάφους. Περαιτέρω και ο πραγματογνώμονας Ναυπηγός Μηχανολόγος Μηχανικός ………., ενεργών κατ’ εντολή της ασφαλιστικής εταιρίας του πλοίου (………) και για λογαριασμό της ενάγουσας πλοιοκτήτριας, στην υπ’ αριθ. …../15-11-2018 έκθεση επιθεώρησης του σκάφους της εταιρίας «.………» αναφέρει ότι αυτό και ο εξοπλισμός του ευρίσκονται γενικά σε ικανοποιητική κατάσταση για τον προβλεπόμενο σκοπό αυτού, ήτοι επιβατικό – τουριστικό, χρήζον ωστόσο την εκτέλεση των συνιστώμενων εργασιών επισκευής ή αισθητικής αποκατάστασης και πουθενά δεν αναφέρεται ότι υπάρχει κίνδυνος και μάλιστα σοβαρότατος αποκοπής της πλώρης και ότι το πλοίο κινδυνεύει να βυθιστεί, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η ενάγουσα. Επίσης, ο ναυπηγός ……… της εταιρίας επιθεωρητών «…………..», στην από 5-3-2018 έκθεση επιθεώρησης του σκάφους αναφέρει ότι στην πλώρη παρατηρήθηκε επισκευή με στόκο μικρής έκτασης περίπου 20 εκατοστών και ότι η συγκεκριμένη επισκευή είναι καθαρά διακοσμητική και σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει τη δομική αντοχή του σκάφους, ότι ύστερα από λεπτομερή έλεγχο της επισκευής διαπιστώθηκε ότι η επιφάνεια του στόχου είναι πολυκαιρισμένη και παρουσιάζει επιφανειακές ρωγμές, γεγονός που καταδεικνύει ότι η επισκευή πραγματοποιήθηκε προ πολλών ετών. Περαιτέρω, ο ίδιος ναυπηγός – επιθεωρητής, στη σελίδα 5 της από 5-3-2019 έκθεσης επιθεώρησής του σκάφους στην οποία προέβη με εντολή της εναγομένης, αναφέρει ότι τα μπαλόνια του πλοίου βρέθηκαν χωρίς ζημία, πέραν της φυσιολογικής φθοράς από την πολυετή χρήση και ότι τα καλύμματα των μπαλονιών βρέθηκαν πολυκαιρισμένα, ξασπρισμένα και σκισμένα από την πολυετή χρήση και έκθεση στη θάλασσα και τον ήλιο, γεγονός το οποίο δικαιολογείται από το ότι το σκάφος είναι 13 ετών. Μάλιστα, η ίδια η ενάγουσα ζήτησε από την εναγομένη να πάρει προσφορά για τις εργασίες αποκατάστασης των περιμετρικών χτυπημάτων στον πολυεστέρα και γι’ αυτό στις 14-5-2018 η εταιρία «…………», μετά από επιθεώρηση στο σκάφος, χορήγησε στην εναγόμενη δελτίο διαγνωστικού ελέγχου – προσφορά για την αποκατάσταση των περιμετρικών χτυπημάτων στον πολυεστέρα, ύψους 682,00 ευρώ. Περαιτέρω, αβάσιμος τυγχάνει στην ουσία του και ο ισχυρισμός της ενάγουσας περί ευθύνης της εναγομένης στο το ότι η ταπετσαρία των εσωτερικών χώρων είναι σε κακή κατάσταση λόγω έλλειψης καθαρισμού της υγρασίας επειδή δεν λειτουργούσε τον αφυγραντήρα, καθώς, από την επιθεώρηση που έκανε ο νηογνώμονας του πλοίου «………….» στις 18-12-2018 στη μαρίνα Αλίμου, δεν διαπιστώθηκαν τέτοια κακή κατάσταση της ταπετσαρίας των εσωτερικών χώρων του σκάφους, αλλά αντιθέτως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι οι χώροι ενδιαίτησης και υγιεινής επιβατών και πληρώματος βρέθηκαν καθαροί και σε καλή κατάσταση και πληρούν τις απαιτήσεις των κανονισμών και διατάξεων που ισχύουν. Ομοίως, στην από 5-3-2019 έκθεσή του (σελίδα 7) ο ναυπηγός ……… αναφέρει ότι τα χαλιά και οι ταπετσαρίες βρέθηκαν καθαρά και σε καλή κατάσταση, όπως βρέθηκαν καθαρές και σε καλή κατάσταση και οι καμπίνες, ότι οι ταπετσαρίες στους τοίχους βρέθηκαν μερικώς αποκολλημένες σε κάποια σημεία, ότι το φαινόμενο αυτό έχει παρατηρηθεί σε πολλά σκάφη του συγκεκριμένου ναυπηγείου (………..) και είναι αποτέλεσμα χρησιμοποίησης αδύναμης κόλλας η οποία με τα χρόνια ξεκολλάει. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι η εναγόμενη, λόγω κακής χρήσης του σκάφους, απώλεσε τη σχάρα του αριστερού αγωγού εξαερισμού του μηχανοστασίου κι ότι ευθύνεται για το ότι το μηχανοστάσιο είναι σε άθλια κατάσταση, με διάσπαρτους υγρούς ρυπαρούς λεκέδες δεν αποδεικνύεται βάσιμος, καθώς, σύμφωνα με την έκθεση του νηογνώμονα του πλοίου που επιθεώρησε το σκάφος στις 18-12-2018 και την από 5-3-2019 έκθεση επιθεώρησης του πλοίου από το ναυπηγό επιθεωρητή ……… της εταιρίας επιθεωρητών «……..», που συνέταξε την έκθεσή του μετά από τον με ίδια ημερομηνία δοκιμαστικό πλου, διαπιστώθηκε ότι το μίσθιο σκάφος ήταν σε άριστη κατάσταση και πιο συγκεκριμένα ότι ο χώρος του μηχανοστασίου βρέθηκε καθαρός και σε καλή κατάσταση, το μηχανοστάσιο ελέγχθηκε και βρέθηκε σε καλή κατάσταση, καθαρό και χωρίς σκουριές, ενδεικτικό σωστής συντήρησης. Μάλιστα, για τον καθαρισμό του μηχανοστασίου των μηχανών η εναγόμενη απευθύνθηκε στα συνεργεία των ……… και ………., όπως προκύπτει από τα τιμολόγια με αριθμούς …/ 13-8-2018 και ……../ 25-10-2018 που προσκομίζει και επικαλείται η εναγόμενη. Ομοίως αβάσιμος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι από κακή χρήση η εναγομένη προκάλεσε πολλά χτυπήματα περιμετρικά του σκάφους, καθώς από το νηογνώμονα του πλοίου (. ….), μετά την από 18-12-2018 επιθεώρηση του σκάφους στη θάλασσα, δεν διαπιστώθηκε ότι τα περιμετρικά μπαλόνια του ήταν ξεφούσκωτα και σκισμένα, αλλά αντιθέτως ότι ο ναυτιλιακός εξοπλισμός του ήταν πλήρης και σε καλή κατάσταση. Όσον δε αφορά τη ζημία της μηχανής στις 3 Σεπτεμβρίου 2018, όπως διαπίστωσε ο εξουσιοδοτημένος μηχανικός που κάλεσε η εναγόμενη από την Πάτρα …………, αυτή οφειλόταν σε παρατεταμένη οξείδωση στους κυλίνδρους και στην κεφαλή, που δείχνει ότι προϋπήρχε οξείδωση για μεγάλο χρονικό διάστημα και οι ψεκαστήρες καυσίμου ήταν κολλημένοι στην κεφαλή από σκουριά (βλ. την από 7-8-2018 τεχνική έκθεση του συνεργείου «……….»). Στο ίδιο δε συμπέρασμα κατέληξε και ο υπεύθυνος της εταιρίας «………» …….., όπως αναφέρει στην τεχνική έκθεση που συνέταξε κατόπιν ελέγχου που έκανε στις 25 και 26 Ιουλίου 2018 στον κινητήρα μάρκας …………. του σκάφους, παρόντος και του εμπειρογνώμονα της ασφαλιστικής εταιρίας που ήταν αυτό ασφαλισμένο, ήτοι ότι οι σκουριές και το ψωρίασμα στους κυλίνδρους χρονολογούνται πέραν του έτους και οφείλονται σε εισροή νερού από το εσωτερικό κύκλωμα και σε παραμονή στο πρόσωπο της μηχανής και στο χώρο καύσεως για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μάλιστα η ζημιά αυτή αποκαταστάθηκε στις 7-8-2018 και γι’ αυτή η ενάγουσα εισέπραξε από την ασφαλιστική εταιρία το ποσό των 9.450,00 ευρώ, όπως προκύπτει από την από 12-10-2018 έκθεση επιθεώρηση ζημιάς της άνω ασφαλιστικής εταιρίας του σκάφους. Όσον δε αφορά τη ζημιά στο πόδι της δεξιάς μηχανής πρόωσης του σκάφους, όπως προκύπτει από την από 25-10-2018 τεχνική έκθεση και την υπ’ αριθ. ……………/5-3-2019 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………. του επισκευαστή της ζημιάς αυτής …………, αυτή προϋπήρχε της μίσθωσης και προέρχεται από παλιά πρόσκρουση με μεγάλη ταχύτητα σε σταθερό αντικείμενο προκάλεσε κρακ στο γρανάζι του κάθετου άξονα κίνησης στρέβλωση στον κάθετο άξονα κίνησης που με τον καιρό δημιούργησε φθορά σε αυτό. Ο ίδιος δε μηχανικός, όταν ξανακλήθηκε από την εναγόμενη προς επισκευή των ζημιών στις 15-9-2018 κατά τους πλόες στην Κυλλήνη και στις 5-3-2019 στη μαρίνα Αλίμου, διαπίστωσε ότι όλα τα μηχανικά μέρη του σκάφους ήταν άψογα. Τέλος, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και με βάση και όσα κατέθεσε ο μάρτυρας ανταπόδειξης ……. ., κρίνεται απόλυτα φυσιολογική η ύπαρξη τραγάνας στα ύφαλα του πλοίου όταν παραμένει ακίνητο για 15 μέρες μέσα στο θαλασσινό νερό κι εύκολα απομακρύνεται με την κίνηση του σκάφους και τον καθαρισμό από δύτη. Αντίθετη κρίση δεν μπορεί να προκύψει άνευ ετέρου από τις από 9-5-2019 φωτογραφίες που επισκοπούνται από το Δικαστήριο και τις οποίες έλαβε ο δύτης ……….. με επιμέλεια της ενάγουσας και τα όσα κατέθεσε στην υπ’ αριθ. ………/16-5-2019 ένορκη βεβαίωσή του ο μάρτυρας της ενάγουσας …………. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ………, ήτοι ότι, όπως πληροφορήθηκε, μετά τη χρήση του σκάφους από την εναγομένη τα ύφαλα ήταν σε οικτρή κατάσταση, γεμάτα χόρτα, φύκια και στρειδώνα. Σε κάθε δε περίπτωση οι ως άνω ζημιές – φθορές του σκάφους, λόγω του είδους τους, θεωρούνται ότι οφείλονται στην συμφωνημένη χρήση του από την εφοπλίστρια μισθώτρια υπό την έννοια του άρθρου 592 Α.Κ, δεν το καθιστούν αναξιόπλοο και δεν χαρακτηρίζουν κακή τη χρήση του από την εναγόμενη, ώστε να δικαιολογούν την καταγγελία της σύμβασης μίσθωσης για τον λόγο αυτό, λαμβανομένου υπόψη και του ότι στην κρινόμενη αγωγή η ενάγουσα δεν αιτείται αποζημίωσης λόγω των ζημιών στο μίσθιο που προκλήθηκαν από την εναγόμενη, η δε τελευταία αλυσιτελώς επικαλείται ότι αποκατέστησε με δικές της δαπάνες όποιες ζημίες προκλήθηκαν κατά τη χρήση του σκάφους, καθόσον είχε παραιτηθεί από το σχετικό δικαίωμα αποζημίωσης (όρος 8). Περαιτέρω, δεδομένου ότι η εναγομένη δεν αιτήθηκε τη, με βάση τη διάταξη του άρθρου 576 επ. Α.Κ, απαλλαγή της εκ της καταβολής του οφειλομένου μισθώματος ή το δικαίωμα μείωσής του, αλυσιτελώς προβάλλονται και σε κάθε περίπτωση αντικρούονται από την ενάγουσα αποδεικτικά οι ισχυρισμοί της εναγομένης περί ύπαρξης κρυφών ελαττωμάτων στο σκάφος, τα οποία μάλιστα, κατά τους ισχυρισμούς της, τα γνώριζε ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας …………………… και τα απέκρυψε από τον πατέρα του δικού της νομίμου εκπροσώπου ……… Πιο συγκεκριμένα, τα όσα αναφέρουν οι μάρτυρες ανταπόδειξης μηχανικοί που προέβησαν σε επισκευές στο σκάφος …………, ήτοι ότι οι ζημιές που επικαλείται η ενάγουσα και επισκεύασαν υπήρχαν πολύ πριν τη μίσθωση του σκάφους και αποκαταστάθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής, αντικρούονται από τα όσα κατέθεσαν στις υπ’ αριθ. …./16-5-2019 και …./16-5-2019 ένορκες βεβαιώσεις τους οι μάρτυρες της ενάγουσας …….. και …. . ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά …….., ήτοι ο μεν πρώτος – ηλεκτρολόγος που έκανε το ετήσιο σέρβις τον Μάιο του 2018 και άλλαξε τις μπαταρίες – και ο δεύτερος – μηχανικός που προέβαινε κάθε χρόνο στη συντήρηση του σκάφους και τον Μάιο του 2017 έκανε την αντιοσμωτική προστασία – ήτοι ότι το σκάφος ήταν σε άριστη κατάσταση από κάθε άποψη όταν το παρέλαβε η εναγομένη. Επίσης, αντικρούονται από το γεγονός ότι όλα τα πιστοποιητικά του πλοίου βρίσκονταν σε πλήρη ισχύ προ, κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη της μίσθωσης και απ’ όσα διαπιστώθηκαν στις από 12-10-2018 και 20-11-2018 εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης της εταιρίας «………» που ενήργησε κατ’ εντολή της ασφαλίστριας του σκάφους εταιρίας «…..» που ενέκρινε την πληρωμή της ασφαλιστικής αποζημίωσης και την από 26-4-2018 προσφορά και το υπ’ αριθ. …./26-6-2018 τιμολόγιο του εξουσιοδοτημένου από την κατασκευάστρια μηχανών «……….» συνεργείου της «………» που έκανε το ετήσιο σέρβις των μηχανών του σκάφους μέχρι την παράδοσή του στην εναγόμενη. Εξάλλου, ναι μεν δεν ήταν δυνατόν να διαπιστωθούν κρυφά ελαττώματα του σκάφους κατά την παράδοσή του στην τελευταία λόγω του σύντομου δοκιμαστικού πλου που διενεργήθηκε, ομοίως όμως, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, εφόσον δεν μπόρεσαν να γίνουν αντιληπτά από τον ασχολούμενο επί χρόνια με τις ναυλώσεις πλοίων αναψυχής μάρτυρα ανταπόδειξης …., που ήταν παρών στην παράδοση του σκάφους από την ενάγουσα προς την εναγομένη και σε όλες ή τουλάχιστον στις πιο κρίσιμες διαπραγματεύσεις και συμφωνίες με την ενάγουσα ως εκπροσωπείτο από τον ………………….., πολύ περισσότερο δεν θα μπορούσε να τα γνωρίζει ή να τα διαγνώσει ο τελευταίος (…………………), που επαγγέλλεται οδοντοτεχνίτης, ήτοι δεν έχει συναφή επαγγελματική ιδιότητα και εμπειρία. Κατόπιν όλων αυτών δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι η εναγόμενη προέβη σε κακή χρήση ή ότι προκάλεσε φθορές στο μίσθιο σκάφος αναψυχής που οφείλονται σε μη συμφωνημένη χρήση, επομένως ότι παρέβη τον όρο 7 του από 30-3-2018 ιδιωτικού συμφωνητικού. Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται ο σχετικός λόγος καταγγελίας της σύμβασης μίσθωσης κατά το άρθρο 594 ΑΚ. Επίσης, δεν αποδεικνύεται ότι κατά το χρόνο της παράδοσης του μισθίου στην μισθώτρια εναγομένη αυτό είχε ελλείψεις ή κρυφά πραγματικά ελαττώματα που εμπόδιζαν τη συμφωνημένη χρήση του, λόγος για τον οποίο άλλωστε η εναγομένη δεν έκανε χρήση εν προκειμένω του σχετικού δικαιώματός της περί μείωσης ή μη καταβολής του μισθώματος κατά το άρθρο 576 ΑΚ κατά τις διατάξεις των άρθρων 576, 577 και 578 Α.Κ. Οι αναγκαίες και επωφελείς δαπάνες στις οποίες προέβη η τελευταία στο μίσθιο κατά τη διάρκεια της μίσθωσης, λόγω της αντίθετης συμφωνίας της κατά τις ενδοτικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 361 και 591 Α.Κ. και της ρητής παραίτησής της από τη διεκδίκησή τους (όρος 8), δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγο μη καταβολής του οφειλομένου μισθώματος ούτε εξόφλησης με συμψηφισμό εκ μέρους της, είτε συμβατικού, που ουδόλως απεδείχθη, είτε μονομερούς, ως αορίστως προβλήθηκε. Αντίθετη κρίση δεν μπορεί να συναχθεί απ’ όσα έκρινε η με αριθ. 398/2019 οριστική απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που εκτιμάται ως δικαστικό τεκμήριο με το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, καθότι το προσωρινό δεδικασμένο εξ αυτής περιορίζεται στο πλαίσιο της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων και έπαυσε να ισχύει με την έκδοση αντίθετης απόφασης επί της κύριας δίκης (Α.Π. 1077/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Π. Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, 1980, σ. 68, αριθ. 24). Εφόσον δε η εκκαλούμενη απόφαση έκρινε όμοια, δεχόμενη την αγωγή ως βάσιμη κατ’ ουσία μόνον όσον αφορά το λόγο καταγγελίας της μίσθωσης κατ’ άρθρο 597 Α.Κ, επειδή η εναγόμενη δεν κατέβαλε το μίσθωμα 20.000,00 ευρώ για την πρώτη συμφωνηθείσα ετήσια περίοδο χρήσης και τα αναλογούντα στην περίοδο αυτή ασφάλιστρα (606,00 ευρώ) και υποχρεώνοντας την εναγόμενη να αποδώσει στην ενάγουσα τη χρήση του μισθίου σκάφους, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα με τους σχετικούς λόγους των κρινόμενων εφέσεων είναι αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και οι εφέσεις αυτές στο σύνολό τους. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων στο σύνολό τους και για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρα 179 περ. γ’, 183 εδάφ. τελευτ. και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ), ενώ πρέπει να διαταχθεί και η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των υπ’ αριθ. ………. και ………. e – παραβόλων άσκησης των άνω εφέσεων, ποσού εκατό (100,00) ευρώ εκάστου (άρθρο 495 αριθ. 3 Κ.Πολ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις αναφερόμενες στο σκεπτικό εφέσεις κατά της με αριθ. 3468/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία περιουσιακών διαφορών).
Δέχεται τις εφέσεις τυπικά και απορρίπτει αυτές κατ’ ουσία.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.
Διατάσσει την εισαγωγή των παραβόλων άσκησης των άνω εφέσεων στο δημόσιο ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 3-12-2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ