Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 738/2018

Αριθμός  738/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Δ. Π..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, Α) η από 2-9-2016 (με αριθμ. κατάθ. ………..) έφεση του εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος, ……… και Β) η από 23-2-2017 (με αριθμ. κατάθ. ………) αντίθετη έφεση της εν μέρει ηττηθείσας τρίτης εναγόμενης, ασφαλιστικής εταιρίας, με την επωνυμία «……., εφέσεις, οι οποίες στρέφονται, αμφότερες, κατά της υπ’ αριθμ. 3714/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημιές από αυτοκίνητο (άρθρο 681Α σε συνδ. με τα άρθρα 666, 667 και 670-676 ΚΠολΔ), και οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).

IΙ. Οι υπό κρίση αντίθετες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ), αρμοδίως, δε, φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011). Σημειώνεται, ότι έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες εκάστης των ως άνω εφέσεων το νόμιμο παράβολο, εκ ποσού διακοσίων (200) ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (όπως η διάταξη αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, με έναρξη ισχύος την 2-4-2012). Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις αυτές να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού συνεκδικασθούν, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο Ι της παρούσας.

Eπειδή η αξίωση αποζημίωσης που έχει ο εργαζόμενος μισθωτός κατά του ζημιώσαντος τρίτου, όταν συνεπεία αδικοπραξίας του τελευταίου περιήλθε σε πρόσκαιρη ανικανότητα παροχής της εργασίας του στον εργοδότη, με αποτέλεσμα να απολέσει το εισόδημα που θα αποκόμιζε από αυτήν, περιλαμβάνει, κατά την κρατούσα στη νομολογία ορθότερη άποψη, μόνο τις καθαρές αποδοχές, που ο παθών-εργαζόμενος θα αποκόμιζε, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, από την εργασία του, αν δεν συνέβαινε το ατύχημα, ήτοι το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση των υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών. Και τούτο διότι, αν η αποζημίωση περιλάμβανε και τις εν λόγω εισφορές(εργατικές και εργοδοτικές), τότε ο παθών θα περιερχόταν σε καλύτερη θέση από εκείνη στην οποία θα ήταν αν δεν συνέβαινε το ατύχημα (βλ. ΕφΑθ1291/1993 ΕΣυγκΔ1993, 255, ΕφΑθ1281/95        ΕΣ 1 (1996), 435, Κρητικού, Αποζημίωση από Αυτοκινητικά Ατυχήματα, έκδ.1998, 113, όπου και οι σχετικές λοιπές παραπομπές στη νομολογία). Επιπλέον, όπως δέχεται η ΑΠ 582/92 ΕλΔνη34, 1483, δικαιούχος των εισφορών αυτών είναι ο παραπάνω Ασφαλιστικός Οργανισμός και όχι ο παθών ενάγων (ΕφΘρ 478/2000 Αρμ2001, 323).

ΙΙΙ. Με την από 25-2-2015 αγωγή, που ασκήθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) και ύστερα από παραδεκτό και νόμιμο μερικό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό, ο ενάγων ιστορούσε ότι κατά τον αναφερόμενο σ’αυτήν τόπο και χρόνο, ο πρώτος εναγόμενος, οδηγώντας το με αριθμ.κυκλ………… Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο (ΤΑΞΙ), που ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την κυκλοφορία του στην τρίτη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, προκάλεσε από αποκλειστική του υπαιτιότητα, τροχαίο αυτοκινητικό ατύχημα, ήτοι, από αμέλειά του, όπως ειδικότερα περιγράφεται στην αγωγή, έγινε υπαίτιος σύγκρουσης του απ’αυτόν οδηγούμενου αυτοκινήτου, με τη με αριθμ. κυκλ. …………. δίκυκλη μοτοσυκλέτα, με αποτέλεσμα να τραυματισθεί ο ίδιος και να προκληθούν υλικές ζημίες στην μοτοσυκλέτα του. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, α) για απωλεσθέντα εισοδήματα, μετά την καταβολή εκ μέρους του ΙΚΑ, λόγω της επιδότησής του, του ποσού των 5.849,81 ευρώ, το ποσό των 4.984,39 ευρώ, β)για δαπάνη απωλεσθέντων ενσήμων ΙΚΑ, το ποσό των 7.364,50 ευρώ, γ) για δαπάνη αποκλειστικής νοσοκόμου-οικιακής βοηθού, το ποσό των 2.800 ευρώ, δ) για δαπάνη βελτιωμένης διατροφής, το ποσό των 960 ευρώ, ε) για δαπάνη αγοράς φαρμακευτικών ειδών, το ποσό των 75,40 ευρώ, στ) για μεταφορικά έξοδα, το ποσό των 180 ευρώ, ζ) για δαπάνη ολοσχερώς καταστραφέντων ατομικών ειδών, το ποσό των 190 ευρώ και η) το ποσό των 19.950 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη, λόγω της σε βάρος του αδικοπρακτικής συμπεριφοράς και συνολικά, για τις ως άνω αιτίες, το ποσό των 37.701,29 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι του οφείλουν, ομοίως, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, οι εναγόμενοι το ποσό των 40.000 ευρώ, ως υπόλοιπο χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και α)υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 27.409,70 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση και β)αναγνώρισε την υποχρέωση της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 10.050 ευρώ, ομοίως, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται α) ο εν μέρει ηττηθείς ενάγων  και β) η εν μέρει ηττηθείσα τρίτη εναγόμενη, ασφαλιστική εταιρεία,  με τις κρινόμενες αντίθετες εφέσεις τους και ζητούν, ο, μεν, ενάγων να εξαφανιστεί, άλλως μεταρρυθμιστεί η απόφαση αυτή ως προς τα εκκληθέντα κεφάλαια, με σκοπό να γίνει εξολοκλήρου δεκτή η αγωγή του, η, δε, τρίτη από τους εναγόμενους, να μεταρρυθμιστεί η ίδια απόφαση, ως προς τα εκκληθέντα με την έφεση αυτή κεφάλαιά της.

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα της τρίτης εναγόμενης, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και την ανωμοτί εξέταση του ενάγοντος, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, απ` όλα ανεξαιρέτως, τα έγγραφα, που επαναπροσκομίζουν νόμιμα οι διάδικοι, με τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προτάσεις τους (βλ. και ΟλΑΠ 14/2005, ΟλΑΠ 9/2000 δημ. ΝΟΜΟΣ), είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ 3, 339, 395, 591 παρ. 1 και 529 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία (έγγραφα) γίνεται ειδική αναφορά πιο κάτω, χωρίς, όμως, να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς και από τις προσαγόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων και δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αριθμ. 3, 448 παρ. 2, 457 παρ. 4, 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα και χωρίς απόδειξη (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, το οποίο, κατά την προκειμένη διαδικασία, μπορεί να λάβει υπόψη του (άρθρα 671 παρ. 1 και 681 A΄ ΚΠολΔ)και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Στις 28-1-2014 και περί ώρα  06.00΄, ο ενάγων, οδηγώντας την με αριθμ.κυκλ……….. δίκυκλη μοτοσυκλέτα ιδιοκτησίας του, εκινείτο επί της οδού ………, στην περιοχή του Κερατσινίου, με κατεύθυνση από την οδό ……… προς την οδό ………… Στον ίδιο τόπο και χρόνο, επί της οδού ……….., η οποία διασταυρώνεται με την οδό …….., εκινείτο ο πρώτος εναγόμενος, ο οποίος οδηγούσε το υπ’αριθμ……… ταξί, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην τρίτη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία. Παρά το γεγονός ότι στη διασταύρωση των ανωτέρω οδών υπάρχει επί της οδού ………… ρυθμιστική της κυκλοφορίας πινακίδα, η οποία επιβάλλει την υποχρεωτική διακοπή πορείας (Ρ-2), ο πρώτος εναγόμενος, φθάνοντας στο συγκεκριμένο σημείο δεν διέκοψε την πορεία του, όπως ήταν υποχρεωμένος και εισερχόμενος στη διασταύρωση παρεμβλήθη προ του οχήματος του ενάγοντος, ο οποίος επέπεσε με το εμπρόσθιο τμήμα του οχήματός του στο πλάγιο αριστερό μέρος του αυτοκινήτου του εναγόμενου. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά αποδείχθηκε ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ένδικου ατυχήματος ήταν ο πρώτος εναγόμενος, ο οποίος προκάλεσε αυτό από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλε και μπορούσε να επιδείξει υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, αφού δεν σταμάτησε προ της πινακίδας υποχρεωτικής διακοπής πορείας (ΣΤΟΠ), που υπήρχε στην πορεία του οχήματός του (άρθρ.4 παρ.3, 12 Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας), υποπίπτοντας στην παράβαση των ως άνω διατάξεων του Κ.Ο.Κ., η οποία συνδέεται αιτιωδώς με την πρόκληση του ατυχήματος, ως μόνη αιτία αυτού. Αποτέλεσμα της ένδικης σύγκρουσης ήταν ο σοβαρός τραυματισμός του ενάγοντος,  ο οποίος υπέστη κάταγμα διάφυσης δεξιού μηριαίου, διατροχαντήριο κάταγμα δεξιού μηριαίου, κάταγμα δεξιάς ωμοπλάτης και κάταγμα δεξιάς ποδοκνημικής. Τα δύο κατάγματα του μηριαίου αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά με ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση, ενώ τα λοιπά κατάγματα συντηρητικά, όπως προκύπτει από το από 10-2-2014  ιατρικό εξιτήριο και από το υπ’αριθμ.πρωτ……… πιστοποιητικό νοσηλείας του Γενικού Νοσοκομείου Νίκαιας «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ», στο οποίο μεταφέρθηκε και παρέμεινε νοσηλευόμενος, μέχρι την 10-2-2014.Κατά την έξοδό του από το νοσοκομείο του δόθηκαν οδηγίες για αντιπηκτική αγωγή, αντιβίωση, βάδιση χωρίς φόρτιση και αναρρωτική άδεια τεσσάρων(4)μηνών και επανεξέταση στο τακτικό ορθοπαιδικό ιατρείο. Ωστόσο, μετά την πάροδο τετραμήνου, κατά την 30-6-2014, στο άνω νοσοκομείο, διαπιστώθηκε πλημμελής πώρωση του κατάγματος του μηριαίου και του δόθηκαν οδηγίες και περαιτέρω αναρρωτική άδεια, όπως προκύπτει από το υπ’αριθμ. πρωτ. …….. πιστοποιητικό εξέτασης. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι, κατά τον προ του ατυχήματος χρόνο, ο ενάγων εργαζόταν, ως εργάτης καθαριότητας στον Δήμο ……., με καθαρό μηνιαίο μισθό 833,40 ευρώ. Μάλιστα, κατά την ημέρα του ατυχήματος, ο ενάγων μαζί με τη σύζυγό του μετέβαιναν στο χώρο της εργασίας τους, με την ως άνω δίκυκλη μοτοσυκλέτα του. Για το χρονικό διάστημα από τον χρόνο του ατυχήματος(28-1-2014) έως και τις 24-2-2015, δηλαδή, για δεκατρείς (13) μήνες ο ενάγων, λόγω της ανικανότητάς του να εργαστεί, απώλεσε το ποσό των 10.834,20 ευρώ, το οποίο θα αποκόμιζε με βεβαιότητα και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, εάν δεν είχε προκληθεί το ένδικο τροχαίο συμβάν. Από το ανωτέρω ποσό, μετά την αφαίρεση απ’τον ενάγοντα, του ποσού των 5.849,81 ευρώ, με το οποίο επιδοτήθηκε από το ΙΚΑ, το υπόλοιπο ποσό, που πρέπει να του επιδικαστεί ανέρχεται στο ποσό των 4.984,39 ευρώ.

Eπειδή η αξίωση αποζημίωσης που έχει ο εργαζόμενος μισθωτός κατά του ζημιώσαντος τρίτου, όταν συνεπεία αδικοπραξίας του τελευταίου περιήλθε σε πρόσκαιρη ανικανότητα παροχής της εργασίας του στον εργοδότη, με αποτέλεσμα να απολέσει το εισόδημα που θα αποκόμιζε από αυτήν, περιλαμβάνει, κατά την κρατούσα στη νομολογία ορθότερη άποψη, μόνο τις καθαρές αποδοχές, που ο παθών-εργαζόμενος θα αποκόμιζε, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, από την εργασία του, αν δεν συνέβαινε το ατύχημα, ήτοι το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση των υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών. Και τούτο διότι, αν η αποζημίωση περιλάμβανε και τις εν λόγω εισφορές(εργατικές και εργοδοτικές), τότε ο παθών θα περιερχόταν σε καλύτερη θέση από εκείνη στην οποία θα ήταν αν δεν συνέβαινε το ατύχημα (βλ. ΕφΑθ 1291/1993ΕΣυγκΔ1993, 255, ΕφΑθ1281/95        ΕΣ 1 (1996), 435, Κρητικού, Αποζημίωση από Αυτοκινητικά Ατυχήματα, έκδ.1998, 113, όπου και οι σχετικές λοιπές παραπομπές στη νομολογία).Επιπλέον, όπως δέχεται η ΑΠ 582/92 ΕλΔνη 34, 1483, δικαιούχος των εισφορών αυτών είναι ο παραπάνω Ασφαλιστικός Οργανισμός και όχι ο παθών ενάγων (ΕφΘρ 478/2000 Αρμ 2001, 323).

Ο ενάγων ισχυρίζεται ότι, κατά το διάστημα της ανικανότητας και αποχής του από την εργασία του, δεν καταβλήθηκαν προς το ΙΚΑ, οι νόμιμες εισφορές για τα ένσημά του (ασφαλιστικές εισφορές), εξ ευρώ 22,66 την ημέρα, με αποτέλεσμα να ζημιωθεί κατά το αντίστοιχο ποσό και για το διάστημα των δεκατριών μηνών, η ζημία του, για την αιτία αυτή ανέρχεται στο ποσό των 7.364,50 ευρώ, το οποίο ζητούσε, ως θετική του ζημία. Το αγωγικό, όμως, αυτό αίτημά του, κρίνεται απορριπτέο, ως μη νόμιμο, καθώς, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ως άνω νομική σκέψη η αξίωση αποζημίωσης που έχει ο εργαζόμενος μισθωτός κατά του ζημιώσαντος τρίτου, όταν συνεπεία αδικοπραξίας του τελευταίου περιήλθε σε πρόσκαιρη ανικανότητα παροχής της εργασίας του στον εργοδότη, με αποτέλεσμα να απολέσει το εισόδημα που θα αποκόμιζε από αυτήν, περιλαμβάνει μόνο τις καθαρές αποδοχές, που ο παθών-εργαζόμενος θα αποκόμιζε, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, από την εργασία του, αν δεν συνέβαινε το ατύχημα, ήτοι το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση των υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών, επειδή αν η αποζημίωση περιλάμβανε και τις εν λόγω εισφορές (εργατικές και εργοδοτικές), τότε ο παθών θα περιερχόταν σε καλύτερη θέση από εκείνη στην οποία θα ήταν αν δεν συνέβαινε το ατύχημα, επιπλέον, δε, δικαιούχος των εισφορών αυτών είναι ο παραπάνω ασφαλιστικός οργανισμός και όχι ο παθών ενάγων. Πρέπει, επομένως, το σχετικό αγωγικό κονδύλιο, ως μη νόμιμο να απορριφθεί.

Επειδή από την διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ που ορίζει ότι “η αξίωση αποζημίωσης δεν αποκλείεται από το λόγο ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε” και η οποία αποτελεί εκδήλωση της νομοθετικής βούλησης να μην αποβεί προς όφελος του ζημιώσαντος το γεγονός ότι κάποιος άλλος υποχρεούται εκ του νόμου ή εξ άλλου λόγου να διατρέφει τον παθόντα, συνάγεται ότι ο τραυματισθείς από αδικοπραξία τρίτου, ο οποίος δέχεται τις αναγκαίως αυξημένες περιποιήσεις και φροντίδες των γονέων του ή άλλου στενού συγγενούς του για την αποκατάσταση της υγείας του, δικαιούται να απαιτήσει από τον υπόχρεο, ως αποζημίωση, το ποσό που θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει σε τρίτον που για τον σκοπό αυτό θα προσελάμβανε, έστω και αν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν κατέβαλε κανένα ποσό στους παραπάνω οικείους του (ΑΠ 833/2005, ΑΠ 1379/2004, ΑΠ 371/2001, ΕφΘεσ742/2016, Εφ Λαμίας 264/2006 δημοσιευμένες σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών “Νόμος”, ΕφΑΘ 5163/1996 Ανη 1997. 651 και Αθ. Κρητικός, παρ. 195 επόμενα, σελίδα 77 και παρ. 254, σελίδα 100).Από τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύεται, ακόμη, ότι ο ενάγων, για χρονικό διάστημα 4 μηνών από την έξοδό του από το νοσοκομείο, δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί για την κάλυψη των βασικών αναγκών του, αλλά έχρηζε βοήθειας τρίτου προσώπου. Τη βοήθεια αυτή του παρείχε η μητέρα του, με εντατικοποίηση των υπηρεσιών της. Στην παραπάνω συγγενή του ο ενάγων δεν κατέβαλε, βέβαια, αμοιβή, αλλά δικαιούται να λάβει αποζημίωση, η οποία εκτιμάται, λαμβανομένων υπόψη και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, στο ποσό των 600 ευρώ, μηνιαίως, ήτοι ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 2.400 ευρώ.

Αναφορικά με τους σχετικούς ισχυρισμούς της τρίτης εναγόμενης και ήδη, εκκαλούσας ασφαλιστικής εταιρίας πρέπει να σημειωθούν τα εξής: ΄Οπως είναι κοινώς γνωστό, το ύψος της αμοιβής, που αντιστοιχεί στις υπηρεσίες μίας αποκλειστικής νοσοκόμου κατά οκτάωρο συνήθως, υπερβαίνει το ποσό των ευρώ 70 ανά ημέρα. (ΕφΑθ5163/1996 ΕλλΔνη 38.650, Αθ.Κρητικός “Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα”, παρ.403, σελ.153).Ωστόσο, το μέσο μηνιαίο κόστος πρόσληψης αποκλειστικής νοσοκόμου χωρίς εξειδικευμένες γνώσεις, για 24ωρη απασχόληση, ανέρχεται στο ποσό των 700 ευρώ, ποσό, που αντιστοιχεί στην καθαρή αμοιβή της de facto παροχής υπηρεσιών ενός τρίτου προσώπου, το οποίο αναπλή­ρωσε την προς πρόσληψη βοηθό και όχι στην μικτή αμοιβή του, περιλαμ­βάνοντας τυχόν εργοδοτικές εισφορές. Ως εκ τούτου, απορριπτέος τυγχάνει ο σχετικός ισχυρισμός ότι από το ανωτέρω ποσό πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 150 ευρώ, για τις αντίστοιχες εργοδοτικές εισφορές. Ομοίως αβάσιμος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της τρίτης εναγόμενης και ήδη, εκκαλούσας ότι η εργασιακή αξία του ρόλου της μητέρας του ενάγοντος υπολείπεται της εργασιακής αξίας τρίτου ατόμου, για το λόγο ότι οι υπηρε­σίες που παρείχε στον ενάγοντα η μητέρα του συνίσταντο στις συνεχείς φροντίδες της προς εξυπηρέτησή του και δη για τη διατροφή, την καθαριότητα, την εκτέλεση των απαραίτητων φαρμακευτικών οδηγιών, τις αναγκαίες μετακινήσεις του, την ψυχολογική του υποστήριξη αλλά και την αμέριστη σε 24ωρη βάση βοήθειά της προς πραγματοποίηση όλων των βασικών του αναγκών με τη συνδρομή και της θυγατέρας του (βλ.χωρίς όρκο εξέταση του ενάγοντος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου). Συνεπώς, οι ανωτέρω υπηρεσίες πραγματοποιήθηκαν με υπερένταση των προσπαθειών της μητέρας του ενάγοντος και με περιορισμό των αναγκών της, καθ’ υπέρβαση της συνήθους ηθικής υποχρέωσης έναντι αυτού, λόγω του συγγενικού τους δεσμού. Αναφορικά, τέλος, με τον χρόνο της προσφοράς των υπηρεσιών της μητέρας του ενάγοντος, όπως προκύπτει από την επ’ ακροατηρίου κατάθεση του, τούτη με την αρωγή της θυγατέρας του τον φρόντιζε τουλάχιστον για 5-6 μήνες λόγω των εκτεταμένων σε καίρια σημεία του σώματός του κακώσεων και των σοβαρών μετατραυματικών και μετεγχειρητικών συμπτωμάτων, εκ των οποίων επί τρεις (3) μήνες παρέμενε, συνεχώς κλινήρης, η ανικανότητά του, όμως προς αυτοεξυπηρέτηση συνεχίστηκε και πέραν του τριμήνου, αφού, όπως είναι λογικό, το επόμενο στάδιο ήταν να προσπαθεί με τη βοήθεια της μητέρας του και τη χρήση βακτηριών να ανασηκώνεται για ελάχιστο χρόνο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν ικανός να αυτοεξυπηρετηθεί. Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε τα ίδια και επιδίκασε για την αιτία αυτή, το ποσό των 600 ευρώ, μηνιαίως και συνολικά, αυτό των 2.400 ευρώ, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης της εκκαλούσας ασφαλιστικής εταιρείας, ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.

Αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι η αντιμετώπιση των πολλαπλών καταγμάτων και δη σε καίρια μέρη του σώματος του ενάγοντος απαιτούσαν τη λήψη ιδιαίτερα βελτιωμένης τροφής, συνισταμένης σε αυξημένη ποσότητα κρέατος, αυγών, ψαριών, φρούτων, γαλακτοκομικών ειδών, χυμών κλπ σε καθημερινή βάση,κατόπιν σύστασης των θεραπόντων ιατρών μου, προ­κειμένου ταχύτερα και επιτυχέστερα να αποκατασταθούν οι κακώ­σεις του.Και τούτο διότι η λήψη της ποιοτικά και ποσοτικά καλύτερης τροφής ήταν επιβεβλημένη, με εμπλουτισμό του διαιτολογίου του με ιδιαίτερα θρεπτικές τροφές (σί­δηρο, πρωτεΐνες, βιταμίνες κλπ.), ενόψει του ότι μετά από τέτοιας φύ­σης τραυματισμούς, με πολλαπλά κατάγματα, την υποβολή του ενάγοντος σε χειρουργι­κή επέμβαση και σε ισχυρή φαρμακευτική αγωγή, στην οποία συμπεριλαμβανόταν και αντιπηκτική αγωγή, υφίστατο αναγκαιότητα ενίσχυσης του όλου ανοσοποιητικού του συστήματος και υποβοήθησης για τη συντομότερη πώρωση των καταγμάτων. Άλλωστε,σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής αλλά και κατά τις ιατρικές επιταγές,η εξειδικευμένη τροφή επιβάλλεται ειδι­κά σε περιπτώσεις με βαριές οστικές βλάβες, μυοσκελετικές κακώσεις,πα­ραμορφώσεις (κατάγματα,κλπ) στα πλαίσια της θεραπευτικής αγωγής.Εξάλλου, για τον μέσο υγιή άνθρωπο δεν απαιτείται καθημερινά η συνεχής λήψη των υψηλής διαθρεπτικής αξίας τροφών,σε αντίθεση με το άτομο, το οποίο διανύει το στάδιο της ανάρρωσης από τραυματισμό τέτοιας φύσης, όπως, κατά τα ως άνω, αυτόν του ενάγοντος. Η αναγκαιότητα της λήψης της βελτιωμένης τροφής δικαιολογείται κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (ΑΠ 95/2005 δημ.ΝΟΜΟΣ), από την φύση και την έκταση των τραυμάτων του ενάγοντος και την τόνωση του οργανισμού του από την ταλαιπωρία ως μέρος της θεραπείας και της ανάρρωσης, χωρίς να είναι αναγκαίο να προκύπτει τούτο από ιατρικά πιστοποιητικά ή να αναφέρεται στην αγωγή ότι η λήψη της έγινε κατόπιν σύστασης των θεραπόντων ιατρών (ΕφΑθ 5942/2014).

Πριν από το επίδικο ατύχημα το ποσό της ημερήσιας κατανάλωσης διατροφής του ενάγοντος ανερχόταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, κατά μέσο όρο, σε 8 ευρώ, όμως μετά το ένδικο συμβάν και κατά το πρώτο 4μηνο η καθημερινή δαπάνη ανερχόταν σε 15 ευρώ. Επομένως, μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο και για τέσσε­ρεις (4) μήνες, ο ενάγων κατέβαλε τουλάχιστον 7 ευρώ, ημερησίως, πέραν της συνή­θους μέχρι του ατυχήματος λαμβανομένης τροφής του και έτσι, για το ως άνω διάστημα, δαπάνησε συνο­λικά, (7 Χ 30 ημέρες= 210 ευρώΧ 4 μήνες=) 840 ευρώ.Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε, εν όλω, ως κατ’ουσίαν αβάσιμο, το σχετικό αγωγικό κονδύλιο, συνολικού ύψους 960 ευρώ, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός, ως κατ’ουσίαν βάσιμος, ο δεύτερος λόγος της έφεσης του ενάγοντος.Αποδεικνύεται, ακόμη, ότι ο ενάγων κατέβαλε το ποσό των 75,40 ευρώ για αγορά φαρμάκων, το οποίο πρέπει να του επιδικαστεί. Η εξ ευρώ 180 δαπάνη μετακινήσεων δεν αποδείχθηκε και συνεπώς, το συγκεκριμένο κονδύλιο πρέπει, ως κατ’ουσίαν αβάσιμο να απορριφθεί. Εξαιτίας της ανατροπής της μοτοσυκλέτας του ενάγοντος και της βίαιης πτώσης και σύρσης του στο έδαφος καταστράφηκε η ολόσωμη φόρμα εργασίας του, την οποία και απέκοψαν, όπως συνηθίζεται, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, οι ιατροί κατά την είσοδό του στο νοσοκομείο για την άμεση συντηρητική και χειρουργική αντιμετώπιση των τραυμάτων του. Καταστράφηκαν, επίσης, το κράνος, καθώς  και οι μπότες του (βλ. χωρίς όρκο εξέταση του ενάγοντος).Ωστόσο, η αξία των κατεστραμμένων από το ένδικο ατύχημα προσωπικών ειδών του ενάγοντος, δεν αποδείχθηκε από οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο και, συνεπώς, το συγκεκριμένο κονδύλιο, συνολικού ύψους 190 ευρώ(70 ευρώ, για το κράνος, 50 ευρώ, για τη φόρμα εργασίας και 70 ευρώ, για τις μπότες), πρέπει, ως κατ’ουσίαν αβάσιμο να απορριφθεί, όπως και ο περί του αντιθέτου, τρίτος λόγος της έφεσης, ο οποίος, πρέπει, ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.

Δεν αποδείχθηκε, εξάλλου, ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι το όχημά του κατεστράφη ολοσχερώς, τόσο από τεχνική όσο και από οικονομική άποψη, χωρίς ωστόσο να προσκομίζεται κάποια τεχνική έκθεση, πραγματογνωμοσύνη ή εκτίμηση, συνεπώς το συγκεκριμένο κονδύλιο πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμο.

Αποδεικνύεται, ακόμη, ότι η δίκυκλη μοτοσυκλέτα του ενάγοντος, εργοστασίου κατασκευής “…….”, τύπου “…. .”, 97 κυβ.εκατ., μοντέλο 25-2-2002 (βλ. προσκομιζόμενη άδεια κυκλοφορίας), διατηρείτο σε καλή κατάσταση, γι’αυτό η εμπορική της αξία, λαμβανομένης υπόψη και της κυκλοφοριακής της ηλικίας, σε συνδυασμό με τις προσκομιζόμενες απ’τους εναγόμενους, αγγελίες πώλησης μεταχειρισμένων μοτοσυκλετών, ίδιας μάρκας, τύπου και κυβισμού και ανάλογης παλαιότητας με την επίδικη μοτοσυκλέτα, που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «ΧΡΥΣΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ», φύλλο ………., ανερχόταν, κατά το χρόνο της επίδικης σύγκρουσης, στο ποσό των 800 ευρώ. Συνεπεία της σφοδρής σύγκρουσης των δύο ως άνω οχημάτων, η εν λόγω μοτοσυκλέτα υπέστη εκτεταμένες, σημαντικές και πολλαπλές φθορές στο εμπρόσθιο τμήμα της και περιμετρικά (βλ. από 28-1-2014 έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος του Ανθ/νόμου Σ.Β.), με αποτέλεσμα, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, να απωλεσθεί η αναγκαία και απαραίτητη κατασκευαστική διάρθρωση των μερών της, αλλά και να θεωρείται οικονομικά μη συμφέρουσα η τυχόν προσπάθεια επισκευής της, καθώς το τελικό κόστος των απαραίτητων ανταλλακτικών και επισκευαστικών εργασιών θα υπερέβαινε το ποσό της εμπορικής του αξίας. ΄Ετσι, η επισκευή του ως άνω βλαβέντος οχήματος δεν ήταν τεχνικά εφικτή, ούτε οικονομικά συμφέρουσα, με συνέπεια αυτό να θεωρείται ολοσχερώς κατεστραμμένο. Από το ως άνω ποσό, που αποτελεί την αξία της μοτοσυκλέτας του ενάγοντος πρέπει να αφαιρεθεί ποσό, ύψους 100 ευρώ, που αντιστοιχεί, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, στην αξία των διασωθέντων μερών της μοτοσυκλέτας, γενομένης εν μέρει δεκτής, ως και κατ’ουσίαν βάσιμης της νόμιμης ένστασης συμψηφισμού ζημίας και οφέλους, που πρότεινε η τρίτη εναγόμενη και επομένως, η ζημία, που υπέστη ο ενάγων, εξαιτίας της ολοσχερούς καταστροφής της μοτοσυκλέτας του ανέρχεται στο ποσό των 700 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε ως κατ’ουσίαν αβάσιμο το σχετικό κονδύλιο, που αφορά στη ζημία του ενάγοντος από την ολοσχερή καταστροφή της μοτοσυκλέτας του, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και ο σχετικός τέταρτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός, ως κατ’ουσίαν βάσιμος. Επομένως, η συνολική περιουσιακή ζημία, που  υπέστη ο ενάγων, εξαιτίας του επίδικου ατυχήματος ανέρχεται στο συνολικό ποσό των (4.984,39+2.400+840+75,40+700=)8.999,79 ευρώ.

Τέλος, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι εξαιτίας του επίδικου ατυχήματος και του εξ αυτού τραυματισμού του, ο, κατά το χρόνο του ατυχήματος, ηλικίας 44 ετών, ενάγων υπέστη ηθική βλάβη για την χρηματική ικανοποίηση της οποίας, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του ατυχήματος, των πολλαπλών καταγμάτων σε διαφορετικά σημεία του σώματός του, των χειρουργικών επεμβάσεων, στις οποίες υποβλήθηκε με τοποθέτηση ήλων, του μακρόχρονου της αποθεραπείας του, της αρνητικής μετεγχειρητικής επιπλοκής (πλημμελής πώρωση) και της έλλειψης υπαιτιότητας αυτού στην πρόκληση του ατυχήματος, πρέπει να επιδικαστεί σ’ αυτόν το ποσό των 33.050 ευρώ και μετά την αφαίρεση, ποσού, ύψους 50 ευρώ, το οποίο επιφυλάσσεται να ζητήσει για την ίδια αιτία, παριστάμενος ως πολιτικώς ενάγων, ενώπιον του αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου, το εύλογο ποσό των 33.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που επιδίκασε στον ενάγοντα, για την ως άνω αιτία το ποσό των 30.000 ευρώ, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και ο σχετικός πέμπτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο ισχυρίζεται ότι η χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής του βλάβης έπρεπε να προσδιοριστεί στο ποσό των 59.950 ευρώ, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός, ως και κατ’ουσίαν βάσιμος. Πρέπει, επομένως, αφού γίνουν εν μέρει δεκτοί,  ως κατ’ουσίαν βάσιμοι οι λόγοι της έφεσης, όπως και η υπό στοιχεία Α΄έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, ως κατ’ουσίαν βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, στο σύνολό της και, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 § 1 του ΚΠολΔ),  να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας στον ενάγοντα το ποσό των (8.999,79 +19.950=) 28.949,79 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι του οφείλουν εις ολόκληρον το ποσό των (33.000-19.950=) 13.050 ευρώ, όλα, δε, τα ανωτέρω ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της τρίτης εναγόμενης και ήδη, εφεσίβλητης μειωμένα, όμως, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 183 και 178 παρ.1 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος με την άσκηση της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης παραβόλου στον καταθέσαντα αυτό, εκκαλούντα, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ).

Αναφορικά, με την υπό στοιχείο Β΄ έφεση, ενόψει του ότι απορρίφθηκαν όλοι οι λόγοι της, ως κατ’ουσίαν αβάσιμοι πρέπει και η έφεση, ως κατ’ουσίαν αβάσιμη να απορριφθεί, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο και λόγω της ήττας της, να επιβληθούν σε βάρος της τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Πρέπει, τέλος, λόγω της ήττας της να καταδικαστεί η εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρ. 176 και 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 2-9-2016 (με αριθμ. κατάθ. ………) έφεση και την από 23-2-2017 (με αριθμ. κατάθ. ……………) έφεση κατά της υπ΄αριθμ 3714/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ  τυπικά και εν μέρει κατ’ουσίαν την από 2-9-2016 έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την από 25-2-2015 αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας στον ενάγοντα το ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων εννιακοσίων σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα εννέα λεπτών (28.949,79€), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι οφείλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα το ποσό των δέκα τριών χιλιάδων ευρώ και πενήντα λεπτών (13.050€), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας σε βάρος της εφεσίβλητης και τα προσδιορίζει μειωμένα στο ποσό των  χιλίων επτακοσίων ευρώ (1.700€)

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος με την άσκηση της υπό στοιχείο Α΄έφεσης παραβόλου στον καταθέσαντα αυτό, εκκαλούντα.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 23-2-2017 έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500€).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  7 Δεκεμβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ