Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 749/2020

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩN

Αριθμός     749/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

[ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ]

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ευγενία Τσιώρα, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η ενάγουσα, ………,  άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από 14-2-2013 και με αριθμ. κατάθ. ……/2013 αγωγή της, εναντίον της Ομόρρυθμης Εταιρείας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «…….», που εδρεύει στο …. Αττικής (…. χλμ ……..) και εκπροσωπείται νόμιμα. Επί της αγωγής αυτής, μετά από συζήτηση, που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, εκδόθηκε η με αριθμ. 1246/31-01-2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας κηρύχθηκε εαυτό αναρμόδιο για την εκδίκαση της ως άνω αγωγής και παραπέμφθηκε αυτή προς συζήτηση στο, κατά λειτουργία, καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο Δικαστήριο, Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Κατόπιν δε της από 22-3-2018 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……./2018 κλήσεως της ενάγουσας προς συζήτηση, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), της ως άνω αγωγής, μετά από συζήτηση, που έγινε, στις 29-05-2018, ερήμην της εναγομένης ως προς την αγωγή, κατά την τακτική διαδικασία, καθώς και την υποβληθείσα δια των προτάσεων της ενάγουσας αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, εκδόθηκε η εκκαλουμένη με αριθμ. 912/12.03.2019 οριστική απόφαση, δυνάμει της οποίας διατάχθηκε ο χωρισμός της σωρευόμενης αγωγής περί αναγνώρισης της κυριότητας της ενάγουσας και της απόδοσης του επίδικου σκάφους, παραπέμφθηκε η εμπράγματη αγωγή προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, απορρίφθηκε η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και έγινε δεκτή εν μέρει η αγωγή. Εναντίον δε της ως άνω με αριθμ. 912/12.03.2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) ασκήθηκαν, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: Α) η από 23-4-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, …../23-04-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …/23-04-2019 έφεση της ερημοδικασθείσας εναγομένης, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 23-04-2019, στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …./2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Β) η από 24-4-2019 με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, …./25-04-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …./25-04-2019 έφεση της ενάγουσας, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 25-04-2019, στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019, με τις οποίες προσεβλήθη η εκκαλουμένη, κατά τ’ αναφερόμενα σ’ εκάστη έφεση κεφάλαια, δικάσιμος των οποίων ορίστηκε αυτή, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 115 παρ. 3, 271 παρ. 1 και 524 ΚΠολΔ συνάγεται ότι, για την προσήκουσα παράσταση των διαδίκων στο ακροατήριο του Δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, είναι απαραίτητη η εμπρόθεσμη κατάθεση εγγράφων προτάσεων, η παράλειψη της οποίας (κατάθεσης) συνεπάγεται την ερημοδικία του [υπόχρεου] διαδίκου (ΑΠ 1270/2015 Δημ. Νόμος, ΑΠ 948/2001, ΜονΕφΔωδ 208/2018 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΠειρ 45/2016 Δημ. Νόμος). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 246 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, το Δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσοτέρων εκκρεμών ενώπιον του δικών, ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων. Η συνεκδίκαση αυτή, η οποία είναι δυνητική για το δικαστήριο, δεν επιφέρει ανατροπή της αυτοτέλειας κάθε έννομης σχέσης της σύνθετης δίκης, αλλά κάθε αγωγή ή ένδικο μέσο κρίνεται χωριστά ως προς τις προϋποθέσεις του παραδεκτού και της βασιμότητας του και, επομένως, καμία μεταβολή δεν επέρχεται στις σχέσεις των διαδίκων μεταξύ τους και των διαδίκων με το Δικαστήριο, πλην 1) της διεξαγωγής της σύνθετης δίκης σε κοινή διαδικασία, 2) της έκδοσης κοινής απόφασης, 3) της υποβολής κοινών, μετά όμως τη διαταχθείσα συνεκδίκαση, προτάσεων αφού, πριν απ’ αυτή (συνεκδίκαση), η οποία δεν είναι βέβαιη για τους διαδίκους, ενόψει του ότι η σχετική δυνατότητα εναπόκειται στην κυριαρχική κρίση του Δικαστηρίου, απαιτείται η κατάθεση χωριστών για κάθε συνεκδικαζομένη υπόθεση προτάσεων και 4) της έλλειψης δικαιώματος του αντιδίκου για επίσπευση της μεταγενέστερης συζήτησης για μια μόνο από τις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις (ΑΠ 1270/2015 ό.π., ΜονΕφΔωδ 208/2018 ό.π., ΜονΕφΠειρ 45/2016 ό.π., Β. Βαθρακοκοίλη: ΚΠολΔ, στο άρθρο 246, αριθ. 8). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη δεν έχει καταθέσει ξεχωριστές προτάσεις για την αντίστοιχη ιδιότητα, με την οποία αυτή παρίσταται σε κάθε μία από τις εκκρεμείς ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού ένδικες εφέσεις, δηλαδή της εκκαλούσας και της εφεσίβλητης, όπως έπρεπε, αφού, όπως προαναφέρθηκε, σε περίπτωση περισσοτέρων εκκρεμών ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου δικών, ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, απαιτείται, πριν από την έκδοση απόφασης για την συνεκδίκαση αυτών, η κατάθεση χωριστών, για κάθε εκκρεμή δίκη, εγγράφων προτάσεων, καθόσον δεν είναι δεδομένη η απόφαση του Δικαστηρίου για συνεκδίκαση και, επομένως, οι διάδικοι, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τη σχετική απόφαση του Δικαστηρίου για συνεκδίκαση ή μη των εκκρεμών δικών, οφείλουν, για να αποφύγουν τις συνέπειες της μη προσήκουσας παράστασης, να καταθέσουν χωριστές για κάθε υπόθεση έγγραφες προτάσεις και μόνο μετά την έκδοση της σχετικής για συνεκδίκαση απόφασης θα είναι επιτρεπτή η κατάθεση κοινών προτάσεων. Αντίθετα, προκύπτει ότι η εκκαλούσα – εφεσίβλητη – εναγομένη κατέθεσε επί της έδρας, στις 16-01-2020, ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, τις από 16-01-2020 κοινές προτάσεις της τόσο ως εκκαλούσα προς υπεράσπιση της από την ίδια ασκηθείσας από 23-04-2019 ένδικης έφεσής της, όσο και ως εφεσίβλητη προς απόκρουση της κατ’ αυτής ασκηθείσας από 24-04-2019 αντίθετης ένδικης έφεσης της ενάγουσας – εκκαλούσας, ζητώντας να γίνουν δεκτές η έφεσή της και οι προτάσεις της αυτές και ν’ απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η ένδικη έφεση της αντιδίκου της και οι προτάσεις αυτής, ενώ η εκκαλούσα – εφεσίβλητη – ενάγουσα κατέθεσε επί της έδρας, στις 16-01-2020, τις από 15-01-2020 χωριστές προτάσεις της, ως εκκαλούσα προς υπεράσπιση της από την ίδια ασκηθείσας από 24-04-2019 ένδικης έφεσής της, και ως εφεσίβλητη προς απόκρουση της κατ’ αυτής ασκηθείσας από 23-04-2019 αντίθετης ένδικης έφεσης της εκκαλούσας – εναγομένης εταιρίας. Η έλλειψη αυτή της μη κατάθεσης προτάσεων από την εκκαλούσα – εφεσίβλητη – εναγομένη χωριστά για κάθε υπόθεση, η οποία επισημαίνεται και στο προοίμιο της από 21-01-2020 προσθήκης και αντίκρουσης της εκκαλούσας – εφεσίβλητης – ενάγουσας για εκάστη έφεση, δεν καλύπτεται από την από μέρους της εκκαλούσας – εφεσίβλητης – εναγομένης κατάθεση των από 16-01-2020 κοινών προτάσεων μαζί με την από 21-01-2021 προσθήκη-αντίκρουση αυτής, διότι η κατάθεση των κοινών προτάσεων έγινε στις 16-01-2020, πριν από κάθε απόφαση για συνεκδίκαση των εφέσεων και στο στάδιο αυτό απαιτείται χωριστή κατάθεση προτάσεων για κάθε μία έφεση, αφού η δίκη για κάθε μία από τις δύο εφέσεις είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη της άλλης. Ενόψει των προεκτεθέντων και της συνακόλουθης αδυναμίας του παρόντος Δικαστηρίου να κρίνει για την προσήκουσα ή μη παράσταση της εν λόγω διαδίκου είτε ως εκκαλούσας είτε ως εφεσίβλητης –διότι, εαν μεν ήθελε γίνει δεκτό ότι οι κατατεθείσες προτάσεις αφορούν την απόκρουση της έφεσης της αντιδίκου της, θα ανακύψει θέμα πλασματικής ερημοδικίας αυτής ως εκκαλούσας, συνεπαγομένης την απόρριψη ως ανυποστήρικτης της εκ μέρους της ασκηθείσας έφεσης, εαν δε ήθελε γίνει δεκτό ότι οι εν λόγω προτάσεις αφορούν την τελευταία (τη δική της δηλαδή έφεση), θα ανακύψει θέμα ερημοδικίας αυτής ως εφεσίβλητης στην κατ` αυτής ασκηθείσα ως άνω έφεση της αντιδίκου της- και της, εν συνεχεία, αδυναμίας του Δικαστηρίου να εκφέρει κρίση επί της ορθότητας της πρω­τόδικης απόφασης, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς αμφοτέρων των διαδίκων μερών (βλ. σχετ. ΜονΕφΔωδ 208/2018 ό.π., ΜονΕφΠειρ 45/2016 ό.π.), για τους παραπάνω λόγους, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση: Α) της από 23-4-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 εφέσεως και Β) της από 24-4-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019, εφέσεως. Τέλος, περίπτωση επιβολής δικαστικών εξόδων, σε βάρος κάποιου διαδίκου, δεν συντρέχει, εν προκειμένω, διότι η παρούσα δεν είναι οριστική, εφόσον δεν τέμνει ολοκληρωτικά τη διαφορά της δίκης μεταξύ αυτών (βλ. άρθρα 183, 191 § 1 του ΚΠολΔ) (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 4/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1254/2019 Δημ. Νόμος, ΤριμΕφΚρητ 42/2017 Δημ. Νόμος, ΕφΔωδ 288/2017 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 371/2014 Δημ. Νόμος).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση: Α) της από 23-4-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……/2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 εφέσεως και Β) της από 24-4-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019, εφέσεως.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 11/12/2020, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ