ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αριθμός 744/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ. Δ..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 272 παρ. 1-2 και 524 παρ. 1-3 του Κ.Πολ.Δ, όπως αντικαταστάθηκαν από τα άρθρα 30 και 44 παρ. 1 του Ν.3994/2011 αντίστοιχα (και ίσχυαν κατά το χρόνο άσκησης της ένδικης έφεσης), συνάγεται ότι επί ερημοδικίας του εκκαλούντος στην κατ’ έφεση δίκη, εφαρμόζονται ως προς την έφεση οι διατάξεις που ισχύουν επί ερημοδικίας του ενάγοντος κατά τη συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και συνεπώς το δικαστήριο ερευνά εάν τη συζήτηση επισπεύδει ο εκκαλών ή ο εφεσίβλητος και η έφεση απορρίπτεται ερήμην του εκκαλούντος, που επιμελήθηκε για τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως γι’ αυτή. Ειδικότερα, εάν τη συζήτηση επισπεύδει ο εφεσίβλητος, ερευνάται εάν ο απολειπόμενος εκκαλών κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα και στη μεν αποφατική περίπτωση κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση και διατάσσεται νέα κλήτευση (άρθρα 524 παρ. 1 και 3, 272 παρ. 1 και 2, 271 του Κ.Πολ.Δ.), στη δε καταφατική περίπτωση απορρίπτεται η έφεση ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ερευνηθεί η ουσία της υπόθεσης. Προϋπόθεση του παραδεκτού της συζήτησης της έφεσης είναι η, κατά τους ορισμούς του άρθρου 271 του Κ.Πολ.Δ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 524 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, έρευνα της νόμιμης κλήτευσης του απολειπόμενου διαδίκου ή της επίσπευσης της συζήτησης από τον τελευταίο για την ορισθείσα νομίμως δικάσιμο, αλλιώς είναι απαράδεκτη η συζήτηση. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 226 παρ.4 εδάφ. 3 και 4 του Κ.Πολ.Δ, που εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη, κατ’ άρθρο 498 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας είναι υποχρεωμένος, αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης, να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιμο που ορίστηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη μετ’ αναβολή δικάσιμο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και επομένως δεν χρειάζεται νέα κλήτευση των διαδίκων. Προϋπόθεση, όμως, της εγκυρότητας της κλήτευσης αυτής, συνεπεία της αναβολής της υπόθεσης και της εγγραφής αυτής στο πινάκιο, είναι ότι ο απολειπόμενος κατά τη μετ’ αναβολή δικάσιμο διάδικος, είτε είχε επισπεύσει εγκύρως τη συζήτηση, είτε είχε νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί να παραστεί για τη δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση, είτε είχε παραστεί νομίμως κατά την πρώτη αυτή δικάσιμο και, επομένως, με τη νόμιμη παράσταση και τη μη εναντίωσή του, καλύφθηκε η ακυρότητα της κλητεύσεώς του κατά την αρχική δικάσιμο (Α.Π. 12/2011, Α.Π. 640/2007, Α.Π. 1261/2007, Τριμ.Εφ.Πατρ. 62/2017, Τριμ.Εφ.Λαρ. 101/2015, Τριμ.Εφ.Πειρ. 14/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Η απόρριψη της έφεσης, λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος, γίνεται κατ’ ουσία και όχι για τυπικό λόγο, διότι, παρότι στην πραγματικότητα οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται κατά πλάσμα νόμου ότι είναι αβάσιμοι και για το λόγο αυτό είναι πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίνεται στο δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (Ολ.Α.Π. 16/1990, Ελλ.Δνη 41, 804, Α.Π. 268/2016, Α.Π. 355/2016, Α.Π. 467/2016, Α.Π. 322/2015, Α.Π. 1192/2015, Α.Π. 1192/2015, Α.Π. 693/2014, Α.Π. 2221/2014, Τριμ.Εφ.Πατρ. 26/2018, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τη συζήτηση της από 20-10-2014 και με αριθ. κατάθ. ……. έφεσης των εκκαλούντων 1) Ανώνυμος εταιρία «………..» και 2) …………. κατά της με αριθ. 4645/2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) που εκδόθηκε ερήμην τους, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 12-3-2012 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …….. αγωγής της εφεσίβλητης εταιρίας εναντίον τους – οι τελευταίοι (εκκαλούντες) δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο κατά την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, ενώ η εφεσίβλητη παραστάθηκε νόμιμα δια του προαναφερόμενου πληρεξούσιου δικηγόρου της. Από το αντίγραφο της άνω έφεσης, με την κάτω από αυτήν με Γ.Α.Κ. …….. πράξη προσδιορισμού δικασίμου, η οποία γράφηκε στο σχετικό πινάκιο με αριθμό 27, σύμφωνα με τα άρθρα 498 παρ. 1 εδ. α’ και 2 εδ. β’ και 226 παρ. 2 και 3 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι η συζήτηση της έφεσης επισπεύστηκε από την εφεσίβλητη και προσδιορίστηκε για την 3-12-2015, ενώ αντίγραφο αυτής επιδόθηκε, με επιμέλεια της εφεσίβλητης, νομότυπα και εμπρόθεσμα την 6-2-2015 στους εκκαλούντες (βλ. σχετ. τις υπ’ αριθ. …. και ……. εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……, τις οποίες η εφεσίβλητη νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται). Ενόψει δε του ότι κατά την άνω ορισθείσα δικάσιμο η υπόθεση αναβλήθηκε εκ του πινακίου, αρχικά για τις 20-10-2016 και κατόπιν νομίμων αναβολών για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η αναβολή εκ του πινακίου επέχει θέση κλήτευσης ως προς όλους τους διαδίκους που είχαν νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί για να παραστούν κατά την αρχική δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση, δεν απαιτείτο νέα κλήτευση αυτών για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Συνεπώς, οι εκκαλούντες πρέπει να δικαστούν ερήμην και να απορριφθεί η έφεσή τους, χωρίς περαιτέρω έρευνα αυτής (άρθρο 524 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.). Ακόμη, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης από τους εκκαλούντες ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής (άρθρα 501, 502 παρ. 1, 505 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, εφόσον η έφεση απορρίπτεται, πρέπει, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ’ Κ.Πολ.Δ, που προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4055/2012, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης ποσού διακοσίων (200,00) ευρώ, που καταβλήθηκε από τους εκκαλούντες, όπως προκύπτει από τα υπ’ αριθ. 075627 και 075626 παράβολα ΤΑΧ.ΔΙΚ, ποσού εξήντα (60,00) ευρώ εκάστου και τα υπ’ αριθ. 1654678 και 1654679 παράβολα Δημοσίου, ποσού σαράντα (40,00) ευρώ εκάστου, τα οποία προσαρτώνται στην έκθεση κατάθεσης της έφεσης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην των εκκαλούντων.
Ορίζει το παράβολο, για την περίπτωση άσκησης από τους εκκαλούντες ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής, στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290,00) ευρώ.
Απορρίπτει την έφεση κατά της με αριθ. 4645/2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας παραβόλου άσκησης έφεσης, ποσού διακοσίων (200,00) ευρώ. Και
Καταδικάζει τους εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 13 Δεκεμβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξούσιου δικηγόρου της εφεσίβλητης.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ