Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 748/2020

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Γ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

                       

Αριθμός  αποφάσεως    748/2020

ΤΟ  ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους δικαστές Ζωή Καραχάλιου, προεδρεύουσα εφέτη, Μαρία Κωττάκη, εφέτη-εισηγήτρια και Ευαγγελία Πανταζή, εφέτη , που όρισε το Τριμελές Συμβουλιο Διοικήσεως και τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ  ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ  ΚΑΤΑ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ.2896/2010 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε την ένδικη διαφορά κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (666επ. ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν τον Ν. 4335/2015) έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση του δικογράφου της στη Γραμματεία του εκδόντος την εκκαλουμένη δικαστηρίου και εμπρόθεσμα. Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια διαδικασία.

ΙΙ. Το άρθρο 528 του ΚΠολΔ ορίζει ότι «Αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από την διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της εφέσεως κατά της αποφάσεως, που εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, πλην όμως, ερευνήθηκε η αγωγή σαν αυτός να ήταν παρών, προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αλλά δικάστηκε σαν να ήταν παρών, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, να ακουσθεί και να προβάλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως, επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που, ενδεχομένως, επέφερε η απουσία του. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανισθεί ως προς όλες τις διατάξεις της. Μετά την εξαφάνιση της αποφάσεως χωρεί νέα συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, κατά την οποία ο εκκαλών μπορεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους είχε δικαίωμα να προτείνει και πρωτοδίκως, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527 του ΚΠολΔ. Τέλος, η αντιμετώπιση αυτή ισχύει αδιαφόρως αν η ερήμην απόφαση στον πρώτο βαθμό εκδόθηκε κατά την τακτική ή την ειδική διαδικασία (ΑΠ 1075/2013, ΕφΛαμ. 54/2013 – “Νόμος”).

ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, η εφεσίβλητη άσκησε κατά της εκκαλούσας, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την  από 22-9-2009 αγωγή  της (αριθ.κατ………../23.9.2009), με την οποία εξέθεσε ότι κατά το χρονικό διάστηµα από 01.01.2005 µέχρι και τον Αύγουστο 2009 εργαζόταν µε σύµβαση εργασίας αορίστου χρόνου ως δηµοσιογράφος-συντάκτρια στη δηµοτική επιχείρηση ραδιοφωνίας Πειραιά. Ότι σύµφωνα µε την ιδιότητά της, της δηµοσιογράφου και το είδος της προσφερόµενης εργασίας προς την εναγοµένη δηµοτική επιχείρηση, στον ραδιοφωνικό σταθµό που η τελευταία διατηρούσε στον Πειραιά, θα έπρεπε να αµείβεται σύµφωνα µε τους όρους της εκάστοτε ισχύουσας κλαδικής ΣΣΕ «περί των όρων αµοιβής και εργασίας των δηµοσιογράφων συντακτών που εργάζονται σε ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθµούς». Ζήτησε δε να αναγνωριστεί ότι η εναγόµενη και ήδη εκκαλούσα οφείλει να την αµείβει µε βάση τις παραπάνω ΣΣΕ και να υποχρεωθεί να της καταβάλλει ως διαφορές καταβαλλοµένων από καταβλητέες µηνιαίες αποδοχές, για το χρονικό διάστηµα από 01.01.2005 µέχρι και τον Αύγουστο 2009, το συνολικό ποσό των 50.054,77 ευρώ µε το νόµιµο τόκο υπερηµερίας από την ηµέρα που έκαστο επιµέρους κονδύλιο κατέστη ληξιπρόθεσµο και απαιτητό. Η αγωγή συζητήθηκε ερήμην της εναγομένης ενώπιον του ανωτέρω πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε την αγωγή και επιδίκασε σε βάρος της εναγομένης και υπέρ της ενάγουσας το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως κατά τα σε αυτή αναφερόμενα. Κατά της αποφάσεως αυτής, η εκκαλούσα-εναγομένη, ως ηττηθείσα διάδικος, άσκησε την υπό κρίση έφεση, νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρ. 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518, 520 παρ. 1, 522, 524 παρ. 1, 2, 525 παρ. 1, 532 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ). Εφόσον, λοιπόν, η έφεση ασκήθηκε από διάδικο, ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, δικάσθηκε ερήμην (ωσεί παρών), πρέπει, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά παραδοχή της τυπικώς δεκτής εφέσεως, με την οποία η εναγομένη – εκκαλούσα παραπονείται για κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, επιδιώκοντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της εναντίον της αγωγής, να εξαφανισθεί μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιουμένης της εκκαλούσας να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, περαιτέρω δε να διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο και να δικασθεί και ερευνηθεί η ένδικη αγωγή ως προς το νόμιμο και βάσιμο αυτής (άρθρο 533 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

ΙV. Από τις διατάξεις των άρθρων 22 παρ. 2 Συντάγματος, 3 παρ. 1, 7 παρ. 1, 8 παρ. 2, 9 παράγραφοι 1 , 2, 4 και 5, 1 1 και 16 παρ. 3 v. 1876/1990 (ΦΕΚ Α` 27/8.3.1990) -και όπως o v. 1876/1990 ίσχυσε στο έτος 2009- προκύπτουν (και) τα εξής: Όλες οι Συμβάσεις Εργασίας (Σ.Σ.Ε.) και Διαιτητικές Αποφάσεις (Δ.Α.), που εξομοιώνονται με τις Σ.Σ.Ε., συμπληρώνουν τους γενικούς όρους εργασίας, όπως αυτοί καθορίζονται από το νόμο, ενώ οι κανονιστικοί όροι τους (Σ.Σ.Ε. ή Δ.Α.) έχουν άμεση και αναγκαστική ισχύ δηλαδή επιδρούν επί της ατομικής συμβάσεως εργασίας, κατά τρόπο άμεσο και ως κανόνες δικαίου, χωρίς να καθίστανται περιεχόμενο της συμβάσεως εργασίας. Έτσι, με συνταγματική παραχώρηση, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις ασκούν, κατά την κατάρτιση Σ.Σ.Ε. ή την έκδοση Δ.Α., εξουσία κανονιστική (νομοθετική), εφ` όσον οι Σ.Σ.Ε. και Δ.Α., ως προς το κανονιστικό τους μέρος, έχουν ισχύ ουσιαστικού νόμου. Οι Σ.Σ.Ε., που αφορούν τους εργαζόμενους περισσοτέρων ομοειδών ή συναφών εκμεταλλεύσεων ή επιχειρήσεων (κλαδικές Σ. Σ. Ε.) ή τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος και των συναφών προς το επάγγελμα αυτό ειδικοτήτων (ομοιεπαγγελματικές Σ. Σ. Ε.) καθώς και οι αντίστοιχες Δ.Α., δεσμεύουν, μόνο, τους εργοδότες και τους εργαζόμενους, μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων, που κατήρτισαν τη Σ.Σ.Ε. ή μεταξύ των οποίων εκδόθηκε η Δ.Α. Ο Υπουργός Εργασίας, όμως, έχει τη δυνατότητα, υπό προϋποθέσεις, να κηρύξει γενικώς υποχρεωτική ορισμένη ομοιοεπαγγελματική Σ.Σ.Ε. ή κλαδική Σ.Σ.Ε. ή αντίστοιχη Δ.Α., οπότε δεσμεύονται από αυτή και εργοδότες και εργαζόμενοι, μη μέλη των οικείων συνδικαλιστικών οργανώσεων, υπό την προυπόθεση ότι θα μπορούσαν, με τις δραστηριότητές τους, να είναι μέλη (ΑΠ 149/2019, ΑΠ 931/2017, ΑΠ 1409/2014, ΑΠ 127/2012 – “Nόμος”). Στην περίπτωση αυτή, η ισχύς της ΣΣΕ επεκτείνεται στους προαναφερόμενους, από το χρόνο εκδόσεως (δηλαδή δημοσιεύσεως στο ΦΕΚ) της σχετικής υπουργικής αποφάσεως και όχι αναδρομικώς (ΑΠ 1869/2008, ΑΠ 1561/2011 – “Νόμος”). Η Σ.Σ.Ε. καταρτίζεται ή η Δ.Α. εκδίδεται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, θεωρείται ότι έχει αόριστη χρονική διάρκεια, εάν προβλέπει διάρκεια ισχύος της πέρα από ένα έτος, ενώ η διάρκεια της ισχύος της δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα έτος. οι κανονιστικοί όροι Σ.Σ.Ε. και Δ.Α., μετά τη λήξη τους, ήτοι (και) με την πάροδο του ορισμένου χρόνου, εφ` όσον είναι ορισμένης διάρκειας, εξακολουθούν να ισχύουν επί εξάμηνο  ενώ, μετά την πάροδο του εξαμήνου από την ως άνω λήξη τους (“μετενέργεια”, το χρονικό διάστημα δηλ., μετά το εξάμηνο), οι κανονιστικοί όροι της Σ.Σ.Ε. ή της Δ.Α. εξακολουθούν να επηρεάζουν την ατομική σύμβαση εργασίας, ως ενδοτικοί κανόνες δικαίου. Πλην όμως, η επί εξάμηνο καθώς και πέραν του εξαμήνου (“μετενέργεια”) εξακολούθηση της ισχύος των όρων αυτών, ως κανονιστικών ή ως ενδοτικού δικαίου κανόνων, Σ.Σ.Ε. και Δ.Α., που έληξε, με την πάροδο του ορισμένου χρόνου διαρκείας της, ως άνω, δεν εκτείνεται επί ατομικής συμβάσεως εργασίας, στην οποία ο εργαζόμενος ή ο εργοδότης ή αμφότεροι δεν είναι μέλη των οικείων συνδικαλιστικών οργανώσεων (ΑΠ 493/2019 , ΑΠ 737/2020- “Νόμος”). Για τη νομική επάρκεια αγωγής περί καταβολής ή συμπληρώσεως των νομίμων αποδοχών και λοιπών παροχών του εργαζομένου, δεν απαιτείται να αναφέρονται, ειδικά, προκειμένου να είναι το δικόγραφό της ορισμένο και η αγωγή παραδεκτή [άρθρα 216 παρ. 1 στοιχείο (α), 118 παρ.4, 111 ΚΠολΔ], οι εφαρμοστέες Σ.Σ.Ε. ή Δ.Α., εφ` όσον εφαρμόζονται αυτές, αυτεπαγγέλτως, εάν εκτίθενται στο δικόγραφο τα πραγματικά περιστατικά, που επισύρουν την εφαρμογή τους, δηλ. η εργασιακή σχέση των διαδίκων μερών, το είδος της επιχειρήσεως που ο εργοδότης ασκεί, το επάγγελμα ή η ειδικότητα του εργαζομένου και ο χρόνος για τον οποίο αξιώνονται οι αποδοχές (ΑΠ 931/2017, ΑΠ 1409/2014 – “Νόμος”). Η ιδιότητα των διαδίκων, ως μελών των συμβληθεισών συνδικαλιστικών οργανώσεων, είναι στοιχείο προσδιοριστικό των υποκειμενικών ορίων της κανονιστικής ισχύος κλαδικής ή ομοιοεπαγγελματικής Σ.Σ.Ε., που δεν έχει κηρυχθεί, αρμοδίως, γενικώς υποχρεωτική και αποτελεί προϋπόθεση της γενέσεως των από αυτήν εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, συνεπώς, είναι αναγκαίο στοιχείο για τη νομική θεμελίωση της οικείας αγωγής. Δεν είναι απαραίτητο, όμως, το συγκεκριμένο στοιχείο να αναφέρεται ειδικώς στο δικόγραφο, αρκεί να συνάγεται από το περιεχόμενό του, εφ` όσον δια της αγωγής διώκονται αποδοχές ή άλλες παροχές από συγκεκριμένη κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική Σ. Σ. Ε στην οποία οι αξιώσεις θεμελιώνονται. Αν ο εναγόμενος εργοδότης αμφισβητήσει την ιδιότητα του ιδίου ή του ενάγοντος εργαζομένου, ως μελών των συνδικαλιστικών οργανώσεων, που κατήρτισαν τη Σ.Σ.Ε., ο ενάγων εργαζόμενος δικαιούται και οφείλει να επικαλεσθεί, με τις νόμιμες έγγραφες προτάσεις του, κατ` επιτρεπτή συμπλήρωση της αγωγής του [άρθρο 224 εδ. (β) ΚΠολΔ] και να αποδείξει ότι ο ίδιος και ο εναγόμενος είναι μέλη των οικείων συνδικαλιστικών οργανώσεων. (ΑΠ 149/2019 , ΑΠ 737/2020- “Νόμος”). Τούτο όµως δεν απαιτείται στην περίπτωση κατά την οποία η ισχύς της Σ.Σ.Ε. ή Δ.Α., στην οποία ο ενάγων στηρίζει την αγωγή του, έχει επεκταθεί, κατά τα πιο πάνω, µε την κήρυξή της ως γενικώς υποχρεωτικής µε υπουργική απόφαση, και πέραν από τα πρόσωπα που είναι µέλη των εργατικών και εργοδοτικών οργανώσεων που την έχουν συνάψει, οπότε αρκεί να αναφέρονται στην αγωγή τα πραγματικά γεγονότα που επισύρουν την εφαρμογή της, όπως είναι, όπως ήδη προαναφέρθηκε, η υφιστάμενη μεταξύ των διαδίκων εργασιακή σχέση, το είδος της ασκούμενης από τον εργοδότη επιχειρήσεως, το επάγγελμα ή η ειδικότητα του εργαζομένου και ο χρόνος για τον οποίο αξιώνονται οι αποδοχές, ενώ για το προηγούμενο της κηρύξεως της Σ.Σ.Ε. ή Δ.Α., ως γενικώς υποχρεωτικής χρονικό διάστημα ισχύει η αυτεπαγγέλτως εφαρμοζόμενη, προηγουμένως ισχύουσα Σ.Σ.Ε. ή Δ.Α., που ήδη είχε κηρυχθεί ως γενικώς υποχρεωτική από το χρόνο κηρύξεώς της ως γενικώς υποχρεωτικής (AΠ ( ΑΠ 43/2017, ΑΠ 1405/2014, ΑΠ 1137/2013, ΑΠ 723/2011, ΑΠ 1561/2011 – “Νόμος”). Το δικαστήριο αναζητεί αυτεπαγγέλτως και εφαρμόζει την προσήκουσα ΣΣΕ ή ΔΑ, με βάση τα πραγματικά γεγονότα που εκτίθενται στην αγωγή και αποδεικνύονται, όπως η υφισταμένη μεταξύ των διαδίκων εργασιακή σχέση, ο κλάδος της οικονομικής ζωής στον οποίο αυτή λειτουργεί, το επάγγελμα ή η ειδικότητά του εργαζόμενου και ο χρόνος για τον οποίο εκάστοτε ζητείται η παροχή δικαστικής προστασίας (ΑΠ 49/2011, ΑΠ 1143/2004, ΑΠ 251/2019 – “Νόμος”).

V.Eνόψει των προαναφερθέντων, η υπό κρίση αγωγή, με το ανωτέρω υπό στοιχείο ΙΙΙ περιεχόµενο και αίτηµα είναι επαρκώς ορισμένη, χωρίς να είναι απαραίτητο να αναφέρει η ενάγουσα την ιδιότητά της ή αυτή της εναγομένης, ως μελών των αντίστοιχων επαγγελματικών οργανώσεων ή το εάν και πότε οι σε αυτή αναφερόμενες ως εφαρμοστέες ΣΣΕ κηρύχθηκαν υποχρεωτικές και για τρίτους μη συμβληθέντες, όπως αβασίμως υποστηρίζει η εναγομένη επικαλούμενη αοριστία της αγωγής. Είναι δε νόµιµη, ερειδομένη επί των διατάξεων των 340, 341, 345, 648 επ. Α.Κ, 176  ΚπολΔ, 5 παρ. 4 και 5 του α.ν. 539/1945, όπως αντικ/θηκε από τα άρθρα 1 παρ. 1 και 3 του ν. 1346/1983, 1 Ν. 3385/2004, 3 παρ. 16 του ν. 4504/1966, 18310/1946 και 19040/81 κοινές αποφάσεις Υπουργών Εργασίας και Οικονοµικών καθώς και στις ρυθµίσεις των από 21.12.2004, 04.07.2006 και από 08.12.2008, αντίστοιχα ΣΣΕ μεταξύ αφ’ ενός της ………… και αφετέρου της ………………., «περί των όρων αµοιβής και εργασίας των δηµοσιογράφων – συντακτών που εργάζονται στους ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθµούς» που κηρύχθηκαν υποχρεωτικές µε τις υπ’ αριθµ. 10217/18.01.2005 (ΦΕΚ 76 Β/25.01.2005), 12607/31.08.2006 (ΦΕΚ 1383/14.09.2006) και 10636/822/06.03.2009 (ΦΕΚ482/16.03.2009) υπουργικές αποφάσεις αντίστοιχα. Πρέπει εποµένως να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιµότητα δεδομένου ότι όπως βεβαιώθηκε στην ως άνω πρωτόδικη απόφαση έχει καταβληθεί  το τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων εισφορές.

VI. Από την εκτίµηση της ένορκης μαρτυρικής καταθέσεως που περιέχεται στα ταυτάριθµα της εκκαλουμένης πρακτικά συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που προσκομίζονται με επίκληση σε νομίμως επικυρωμένο αντίγραφο και όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ΄επικλήσεως προσκομιζομένων από αμφότερα τα διάδικα μέρη εγγράφων, σε μερικά από τα οποία ενδεικτικώς μόνο γίνεται μνεία κατωτέρω, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Η ενάγουσα  είναι δηµοσιογράφος και µέλος της Ένωσης Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου. Η εναγοµένη είναι δηµοτική επιχείρηση που λειτουργεί ραδιοφωνικό σταθµό στον …., με την ονομασία “…………..”. Η ενάγουσα, δηµοσιογράφος, εργαζόταν,  κατά τον ένδικο χρόνο, με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, στον ανωτέρω ραδιοφωνικό σταθμό, με αντικείμενο την παραγωγή, επιμέλεια και παρουσίαση “ζωντανής” ραδιοφωνικής εκποµπής. Η εργασιακή της σχέση με την εναγομένη είχε ξεκινήσει το έτος 1998. Η ενάγουσα δεν ήταν κατά τον ένδικο χρόνο μέλος της ΕΣΗΕΑ αλλά μέλος της Ενωσης Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου. Τα κατώτατα όρια µηνιαίων αποδοχών της ενάγουσας µε δεδοµένο την ιδιότητά της ως δηµοσιογράφου, την ιδιότητα του εργοδότη της (εναγοµένης), ως ιδιοκτήτη ραδιοφωνικού σταθµού και το είδος της προσφερόµενης εργασίας (επιµέλεια και παρουσίαση ραδιοφωνικής εκποµπής) προβλέπονται στις προαναφερόμενες κλαδικές ΣΣΕ που συνήφθησαν μεταξύ της ΕΣΗΕΑ και της Ε.Ι.Ι.Ρ.Α. και των οποίων η ισχύς επεκτάθηκε σε όλους τους εργαζομένους του κλάδου με αντίστοιχες υπουργικές αποφάσεως, όπως κατωτέρω αναφέρεται. Πάρα ταύτα η εναγοµένη της κατέβαλε µηνιαίες αποδοχές που υπολείπονταν των ανωτέρω κατωτέρων νοµίµων ορίων. Σηµειωτέον ότι η ενάγουσα δικαιούται επίδοµα γάµου (ο σύζυγός της έχει αποβιώσει) και επίδοµα πολυετίας στον ίδιο εργοδότη. Σύµφωνα µε τα προαναφερόμενα, η ενάγουσα θα έπρεπε να λαµβάνει για τα επίδικα χρονικά διαστήµατα τις νόµιµες αποδοχές που παρατίθενται κατωτέρω, πάρα ταύτα έλαβε λιγότερες, ως εκ τούτου τις οφείλονται οι προκύπτουσες διαφορές, όπως όλα τα ανωτέρω αναλύονται στους ακόλουθους πίνακες.  1. Kατά το έτος 2005, ίσχυε η από 21.12.2004 κλαδική ΣΣΕ «Περί των όρων αµοιβής και εργασίας των δηµοσιογράφων-συντακτών που εργάζονται σε ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθµούς»,  που καταρτίστηκε μεταξύ της ΕΣΗΕΑ και της Ε.Ι.Ι.Ρ.Α. και σύμφωνα με το άρθρο 18ο αυτής, ίσχυε από 1.1.2004 έως 31.12.2005. Η ανωτέρω σύμβαση κηρύχθηκε υποχρεωτική για όλους τους  εργοδότες και εργαζομένους του επαγγέλματος στον κλάδο που αφορά αυτή, µε την Υπουργική Απόφαση 10217/2005 (ΦΕΚ 76 Β 72005), ρητή διάταξη (αρθ.2) της οποίας ορίζει ότι η ισχύς της αρχίζει από 23.12.2004, δηλαδή, στην προκειμένη περίπτωση , καταλαμβάνει τον ένδικο χρόνο, ανεξάρτητα από το χρόνο δημοσιεύσεώς της στο ΦΕΚ. Σύμφωνα με την ανωτέρω ΣΣΕ, ο µηνιαίος µισθός του εργαζόµενου µε έξι έτη προϋπηρεσίας , όπως η ενάγουσα, ήταν (από 1/1 έως 31/7) 1.070 € ενώ η ενάγουσα ελάµβανε 586,94 €, ως µεικτές µηνιαίες αποδοχές, ενώ από 1/8 έως 31/12 ήταν 1.093 € ενώ η ενάγουσα ελάµβανε 586,94 €. Ειδικότερα:

ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2005 ΜΕΙΚΤΕΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΣΕ ΕΥΡΩ ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΣΕ ΕΥΡΩ

ΣΣΕ

22.12.2004

ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ 10%

Βάσει της από 31.7.2002 ετήσιας κλαδικής ΣΣΕ

(αρθρ. 5α)

ΕΠΙΔΟΜΑ ΠΟΛΥΕΤΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ βάσει της από 22.12.2004 ΣΣΕ 6% ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ-ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 586,94 1070 107 64,20 1241,2 654,26
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 586,94 1070 107 64,20 1241,2 654,26
ΜΑΡΤΙΟΣ 586,94 1070 107 64,20 1241,2 654,26
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 586,94 1070 107 64,20 1241,2 654,26
ΔΩΡΟ ΠΑΣΧΑ 305,70 557,30

(1070/2=535

535*1,041

666)

55,73 16,719 629,749 324,049
ΜΑΪΟΣ 586,94 1070 107 64,20 1241,2 654,26
ΙΟΥΝΙΟΣ 586,94 1070 107 64,20 1241,2 654,26
ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ 293,47 535

(1070/2)

53,5 16,05 604,55 311,08
ΙΟΥΛΙΟΣ 586,94 1070 107 64,20 1241,2 654,26
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 586,94 1093 109,3 65,58 1267,88 680,94
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 586,94 1093 109,3 65,58 1267,88 680,94
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 586,94 1093 109,3 65,58 1267,88 680,94
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 586,94 1093 109,3 65,58 1267,88 680,94
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 586,94 1093 109,3 65,58 1267,88 680,94
ΔΩΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 611,39 1138,54

(1093*1,04

166

113,85 34,16 1286,55 675,16

Σύνολο διαφορών που οφείλονται για το έτος 2005: 9.294,09 Ευρώ.

  1. Το έτος 2006 καταρτίστηκε μεταξύ της ΕΣΗΕΑ και της Ε.Ι.Ι.Ρ.Α. η από 4.7.2006 κλαδική ΣΣΕ «Περί των όρων αµοιβής και εργασίας των δηµοσιογράφων-συντακτών που εργάζονται σε ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθµούς», με διάρκεια ισχύος (Άρθρο 10ο) από 1ης Ιανουαρίου 2006 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2007. Η ανωτέρω ΣΣΕ κηρύχθηκε υποχρεωτική µε την ΥΑ 12599/2006 (ΦΕΚ 1383 Β/2006) με έναρξη ισχύος από 17.7.2006, σύμφωνα με ρητή πρόβλεψη αυτής (άρθρο 4 αριθ. 2) . Συνεπώς, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα υπό στοιχείο V. , έως τις 16.7.2006 εφαρμοστέα, στην προκειμένη περίπτωση, ήταν η προηγούμενη ΣΣΕ έτους 2004. Επομένως, ο µηνιαίος µισθός της ενάγουσας από 1.1. έως 16.7 ήταν 1093 ευρώ, όσος δηλαδή κι ο τελευταίος καταβλητέος μηνιαίος μισθός της σύμφωνα με την ΣΣΕ έτους 2004, ενώ η ενάγουσα ελάµβανε 586,94 €, ως µεικτές μηνιαίες αποδοχές, ενώ από 17/7 έως 31/12 ήταν 1.162€ ενώ η ενάγουσα ελάµβανε 586,94 €. Ειδικότερα:
ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2006 ΜΕΙΚΤΕΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΣΕ ΕΥΡΩ ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΣΕ ΕΥΡΩ

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ 10%

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΠΟΛΥΕΤΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 6% ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ-ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 586,94 1093  109,30  65,58  1267,88  680,94
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 586,94 1093  109,30  65,58 1267,88  680,94
ΜΑΡΤΙΟΣ 586,94 1093  109,30  65,58 1267,88  680,94
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 586,94 1093  109,30  65,58 1267,88  680,94
ΔΩΡΟ ΠΑΣΧΑ 305,70 569,27

1093/2=546,50

Χ1,041666

56,92 34,15 660,34 354,64
ΜΑΪΟΣ 586,94  1093 109,30  65,58  1267,88 680,94
ΙΟΥΝΙΟΣ 586,94  1093 109,30  65,58  1267,88  680,94
ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ 293,47  546,50

(1093/2)

 54,65  32,79  604,55  311,08
ΙΟΥΛΙΟΣ 586,94  582,93

από 1.7 έως 16.7 και

542,26

Από 17.7  έως1.12

5,20

112,51  67,51 1.30

5,22

 718,28
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 586,94  1162 116,20  69,72  1347,92  760,98
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 586,94  1162 116,20  69,72  1347,92  760,98
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 586,94  1162 116,20  69,72  1347,92  760,98
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 586,94  1162 116,20  69,72  1347,92  760,98
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 586,94  1162 116,20  69,72  1347,92  760,98
ΔΩΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 611,39  1210,41

(1162*1,041666)

121,04  36,31   1367,76  756,37

Σύνολο διαφορών που οφείλονται για  το έτος 2006 : 9.365,19  ευρώ.

  1. Για το έτος  2007  ίσχυε ομοίως η προαναφερόμενη υπό στοιχείο 2 ΣΣΕ βάσει  της οποίας ο  μηνιαίος  μισθός  του εργαζομένου με  οκτώ έτη προϋπηρεσίας ήταν ( από 1/1 έως  30/6 ) 1.288 €  ενώ  η  ενάγουσα  ελάμβανε  586,94 € , ως  μεικτές   μηνιαίες  αποδοχές, ενώ  από  1/7  έως  31/12  ήταν  1.316  ενώ   η ενάγουσα  ελάμβανε  586,94 €  πλην των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου, που έλαβε 700 ευρώ μηνιαίως, όπως η ίδια συνομολογεί στην αγωγή της. Ειδικότερα:
 ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2007 ΜΕΙΚΤΕΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΣΕ ΕΥΡΩ ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΣΕ ΕΥΡΩ

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ 10%

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΠΟΛΥΕΤΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 6% ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ-ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 586,94 1288,00  128,8  77,28  1494,08  907,14
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 586,94 1288,00 128,8  77,28 1494,08  907,14
ΜΑΡΤΙΟΣ 586,94 1288,00  128,8  77,28 1494,08  907,14
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 586,94 1288,00  128,8  77,28 1494,08  907,14
ΔΩΡΟ ΠΑΣΧΑ 305,10 671

[1288/2=644

644*1,041666]

67,1 40,26 778,36 472,66
ΜΑΪΟΣ 586,94  1288,00  128,8   77,28  1494,08  907,14
ΙΟΥΝΙΟΣ 586,94  1288,00  128,8   77,28  1494,08   907,14
ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ 293,47  644  64,4  38,64  747,04  453,57
ΙΟΥΛΙΟΣ 586,94  1316,00  131,6   78,96  1526,56   939,6
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 586,94  1316,00  131,6   78,96   1526,56   939,6
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 586,94  1316,00   131,6   78,96   1526,56   939,6
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ  700,00  1316,00  131,6   78,96   1526,56  826,56
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ  700,00  1316,00  131,6   78,96   1526,56  826,56
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ  700,00  1316,00  131,6   78,96   1579,2   879,2
ΔΩΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 729,16  1371,00

(1316*1,041666)

 137,10   82,26    1590,36   861.2

Σύνολο διαφορών που οφείλονται για το 2007 : 12.581.45 ευρώ.

  1. Το έτος 2008 συνήφθη μεταξύ της ΕΣΗΕΑ και της Ε.Ι.Ι.Ρ.Α. η από 8.12.2008 ΣΣΕ «Περί των όρων αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων σε ραδιοφωνικούς σταθμούς», με διάρκεια ισχύος (αρθ. 9ο) από 1ης Ιανουαρίου 2008 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2009. Αυτή η ΣΣΕ κηρύχθηκε υποχρεωτική με την 10636/822/06.03.2009 (ΦΕΚ 482/16.03.2009) υπουργική απόφαση, η οποία όρισε ως χρόνο ενάρξεως της ισχύος της την 11.12.2008 (αρθ. 2 αυτής). Επομένως και σύμφωνα με τα αναφερόμενα ανωτέρω υπό στοιχείο V, οι ρυθμίσεις της σύμβασης αυτής δεσμεύουν τους διαδίκους από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2008 ενώ μέχρι τότε ισχύουν οι ρυθμίσεις της προηγούμενης ΣΣΕ, δηλαδή η ενάγουσα κατά το έτος 2008 και έως τις 10.12.2008 έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως το μισθό που ελάμβανε  σύμφωνα με την προϊσχύσασα σύμβαση έτους 2006, όπως αναφέρεται πιο πάνω. Η ενάγουσα ελάμβανε 1017,97 €, ως μεικτές μηνιαίες αποδοχές, ενώ έπρεπε να λαμβάνει τα ακόλουθα:
ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2008 ΜΕΙΚΤΕΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΣΕ ΕΥΡΩ ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΣΕ ΕΥΡΩ

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ 10%

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΠΟΛΥΕΤΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ βάσει της από 22.12.2004 ΣΣΕ 10% ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ-ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ  1017,97  1316  131,60  131,60  1579,20  561,23
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ  1017,97  1316  131,60  131,60  1579,20  561,23
ΜΑΡΤΙΟΣ  1017,97  1316  131,60  131,60  1579,20  561,23
ΑΠΡΙΛΙΟΣ  1017,97  1316  131,60  131,60  1579,20  561,23
ΔΩΡΟ ΠΑΣΧΑ  530,20  685,41

1316/2=658Χ1,04166

 68,54  68,54  822,50  292,29
ΜΑΪΟΣ  1017,97  1316  131,60  131,60  1579,20  561,23
ΙΟΥΝΙΟΣ  1017,97  1316  131,60  131,60  1579,20  561,23
ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ  508,99  6,58  65,80  65,80  789,60 280,61
ΙΟΥΛΙΟΣ  1017,97  1316  131,6   131,60  1579,20 561,23
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ  1017,97  1316  131,6    131,60  1579,20  561,23
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ  1017,97  1316  131,6    131,60  1579,20  561,23
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ  1017,97  1316  131,6    131,60  1579,20  561,23
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ  1017,97  1316  131,6    131,60  1579,20  561,23
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ  1017,97  438,66

Από 1.12 έως 10.12 και

941,33 από  11.12 έως 31.12=

379,99

 137,99  137,99  1.655,97  638
ΔΩΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ  1060,39  1.43

7,48

 

(1.379,99Χ 1.041,666)

 143,74  143,74  1.724,97  664,58

Σύνολο διαφορών που οφείλονται για το 2008:  8.049,01 Ευρώ .

  1. Για το έτος 2009 βάσει της προαναφερόμενης από 8.12.2008 ΣΣΕ «Περί των όρων αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων σε ραδιοφωνικούς σταθμούς», με διάρκεια ισχύος (αρθ. 9ο) από 1ης Ιανουαρίου 2008 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2009, που κηρύχθηκε υποχρεωτική με την 10636/822/06.03.2009 (ΦΕΚ 482/16.03.2009 υπουργική απόφαση, η οποία όρισε ως χρόνο ενάρξεως της ισχύος της την 11.12.2008 (αρθ. 2 αυτής), ο µηνιαίος µισθός του εργαζόµενου µε δέκα έτη προϋπηρεσίας ήταν (από 1/1 έως 30/6) 1483 € ενώ η ενάγουσα ελάµβανε 1017,97 €, ως µεικτές µηνιαίες αποδοχές. Ειδικότερα, έπρεπε να λαμβάνει αλλά έλαβε τα ακόλουθα ποσά:
ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2009 ΜΕΙΚΤΕΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΣΕ ΕΥΡΩ ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΣΕ ΕΥΡΩ

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ 10%

 

ΕΠΙΔΟΜΑ ΠΟΛΥΕΤΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ βάσει της από 22.12.2004 ΣΣΕ 10% ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΒΛΗΤΕΩΝ-ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ   1017,97   1573,00 157,30   157,30  1887,60  869,63
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ   1017,97   1573,00 157,30   157,30  1887,60  869,63
ΜΑΡΤΙΟΣ   1017,97   1573,00 157,30   157,30   1887,60   869,63
ΔΩΡΟ ΠΑΣΧΑ  530,1   819,26

[1573,0012=

786,5*1,04166]

  81,92   81,92    983,1   453,00
ΑΠΡΙΛΙΟΣ  1017,97  1573,00 157,30   157,30    1887,60   869,63
ΜΑΪΟΣ   1017,97   1573,00  157,30   157,30   1887,60   869,63
ΙΟΥΝΙΟΣ   1017,97   1573,00 157,30   157,30   1887,60   869,63
ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ   508,985   786,5   78,65   78,65   943,80  434,815
ΙΟΥΛΙΟΣ   1017,97   1601,00  160,10  160,10  1921,20 903,23
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ   1017,97    1601,00  160,10  160,10  1921,20  903,23

Σύνολο διαφορών που οφείλονται για το έτος  2009: 7.912,55 ευρώ.

Επομένως, το σύνολο των  διαφορών για δεδουλευμένες αποδοχές που δικαιούται η ενάγουσα για το ένδικο χρονικό διάστημα ανέρχεται στο ποσό των (9.294,09 + 9.365,19 + 12.581,45 + 8.049,01 + 7.912,55=)  47.202,29 ευρώ.

Ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι η ενάγουσα από το έτος 2008 και μετά δεν δικαιούται οποιασδήποτε αμοιβής διότι τότε (2008) η ενάγουσα κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας της καθόσον έπαυσε να προσέρχεται σε αυτή και να παρέχει υπηρεσίες είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, γιατί από τα έγγραφα που η ίδια η εναγομένη προσκομίζει αποδεικνύεται ότι τόσο το έτος 2008 όσο και το έτος 2009 αλλά και μετέπειτα, η εναγομένη κατέβαλε διάφορα ποσά στην ενάγουσα έναντι της μηνιαίας αμοιβής της, συνεπώς δεν είχε ακόμα λυθεί η ένδικη σύμβαση εργασίας. Ο ισχυρισμός της εναγομένης περί  εξοφλήσεως της ενάγουσας είναι απορριπτέος προεχόντως ως αόριστος διότι αναφέρεται σε μέρος μόνο του ένδικου χρονικού διαστήματος, των ετών 2008 και 2009, χωρίς μνεία των οφειλόμενων κατά τα προηγούμενα έτη,  με την επίκληση εξοφλητικών αποδείξεων από 13.6.2008 έως 4.8.2009, οι οποίες, όμως, αναφέρονται σε ποσά που έχουν καταβληθεί μετά την αφαίρεση των κρατήσεων (“καθαρές” αποδοχές) και δεν μπορούν να εκτιμηθούν από το δικαστήριο, το οποίο υπολογίζει και επιδικάζει τα οφειλόμενα χωρίς να αφαιρεί τις νόμιμες κρατήσεις. Σε κάθε περίπτωση,  τα ποσά που επικαλείται η εναγομένη ότι κατέβαλε, αφορούν μισθούς και λοιπές αποδοχές (δώρα, επιδόματα) που και η ίδια η ενάγουσα συνομολογεί στην αγωγή της ότι έχει λάβει από την εναγομένη και τα αφαιρεί από τα ποσά που αξιώνει και δεν αφορούν τα ποσά που έπρεπε η ενάγουσα να λάβει με βάση τις προαναφερόμενες συλλογικές συμβάσεις, την εφαρμογή των οποίων αρνείται η εναγομένη. Τα δε ποσά που η εναγομένη επικαλείται, προσκομίζοντας αντίστοιχες αποδείξεις, ότι έχει καταβάλει  στην ενάγουσα, από τον Σεπτέμβριο του έτους 2009 έως και τον Απρίλιο του έτους 2011, αφορούν μεταγενέστερο χρονικό διάστημα και όχι το ένδικο, επομένως οι ανωτέρω καταβολές δεν ασκούν έννομη επιρροή στην υπό κρίση διαφορά. Η εναγομένη τέλος ζητεί να θεωρηθεί ότι για τις ένδικες οφειλές επιβαρύνεται με επιτόκιο 6% επικαλούμενη το γεγονός ότι  είναι δημοτική επιχείρηση και ότι συνεπώς πρέπει να επεκταθεί και σε αυτή το αντίστοιχο προνόμιο του Δημοσίου. Το αίτημα αυτό δεν είναι νόμιμο, γιατί από το σύνολο των διατάξεων του άρθρου 276 του νόμου 3463/2006 σαφώς προκύπτει ότι ο νομοθέτης θέλησε την επέκταση του προνομίου του Δημοσίου, σχετικά με το ποσοστό του νόμιμου τόκου και του τόκου υπερημερίας κάθε οφειλής του, μόνο στους ΟΤΑ και όχι στις δημοτικές επιχειρήσεις, ιδίως δε όταν αυτές είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, όπως η εναγομένη.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη, να αναγνωριστεί ότι η εναγοµένη οφείλει να αµείβει την ενάγουσα σύµφωνα µε τους όρους αµοιβής των εκάστοτε ισχυουσών κλαδικών ΣΣΕ «για τους όρους αµοιβής και εργασίας των δηµοσιογράφων που εργάζονται σε ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθµούς», που κηρύσσονται υποχρεωτικές µε υπουργικές αποφάσεις και να υποχρεωθεί να της καταβάλλει το συνολικό ποσό των 47.202,29 ευρώ, µε το νόµιµο τόκο για έκαστο επιµέρους επιδικαζόµενο κονδύλιο που αφορά σε µηνιαίους µισθούς από την εποµένη του τέλους του µήνα µέσα στον οποίο παρασχέθηκε η εργασία, σε δώρα Χριστουγέννων από την 22η Δεκεµβρίου του έτους που αντιστοιχούν, σε δώρα Πάσχα, από την Μ. Πέµπτη του έτους που αντιστοιχούν και σε επιδόµατα αδείας από την πρώτη ηµέρα του εποµένου έτους στο οποίο αντιστοιχούν.

Τέλος, η δικαστική δαπάνη της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας θα πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγοµένης (αρ. 176, 183, 189, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ   ΤΟΥΣ  ΛΟΓΟΥΣ  ΑΥΤΟΥΣ

-Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

-Δέχεται την έφεση τυπικώς και κατ΄ουσίαν.

-Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 2896/2010 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

-Κρατεί και δικάζει την από 22-9-2009 αγωγή (αριθ. κατ. ……./23.9.2009).

-Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

-Αναγνωρίζει ότι η εναγοµένη οφείλει να αµείβει την ενάγουσα σύµφωνα µε τους όρους αµοιβής των εκάστοτε ισχυουσών κλαδικών ΣΣΕ «για τους όρους αµοιβής και εργασίας των δηµοσιογράφων που εργάζονται σε ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθµούς», που κηρύσσονται υποχρεωτικές µε υπουργικές αποφάσεις.

-Υποχρεώνει την εναγοµένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των σαράντα επτά χιλιάδων διακοσίων δύο ευρώ και είκοσι εννέα λεπτών (47.202,29), µε το νόµιµο τόκο για έκαστο επιµέρους επιδικαζόµενο κονδύλιο, όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας.

-Επιβάλλει σε βάρος της εναγοµένης τη δικαστική δαπάνη της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε  στον Πειραιά, στις  24 Νοεμβρίου 2020  και δημοσιεύθηκε σε  έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση,  απόντων των διαδίκων και  των  πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις   10 Δεκεμβρίου 2020.

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ                                 Η   ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ