Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 747/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αριθμός     747/2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

           Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, …….. Εφέτη, Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Με την από 28-2-2018 και με αριθ. κατάθ. …………κλήση των εφεσίβλητων …….. και 5) …….. φέρονται προς συζήτηση: α) η από 20-7-2017 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……… έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος ……….., η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε στο παρόν Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. . πράξη της Γραμματέως του Δικαστηρίου αυτού, αρχικά για τη δικάσιμο της 15-2-2018 και μετ’ αναβολή για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (20-9-2018) και β) οι από 11-7-2018 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …… πρόσθετοι λόγοι έφεσης του ανωτέρω εκκαλούντος – ενάγοντος, η συζήτηση των οποίων προσδιορίστηκε εξαρχής για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (20-9-2018). Επομένως, ενόψει του ότι οι πρόσθετοι λόγοι, παρά την αυτοτέλειά τους, τελούν σε εξάρτηση από την έφεση και φέρουν σε σχέση με αυτήν παρακολουθηματικό χαρακτήρα {Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση κατά τον Κ.Πολ.Δ, έκδ. Ε’ (2003), παρ. 584, σ. 240) και δικάζονται υποχρεωτικά μαζί με την έφεση (Μαργαρίτης, σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ, I [2000], υπ’ άρθρο 520, αριθ. 36, σ. 930), ενώ δεν μπορεί να νοηθεί χωριστή συζήτησή τους (Εφ.Πατρ. 142/2018, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Ε. Μπαλογιάννης, σε X. Απαλαγάκη, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 3η έκδ. [2013], υπ’ άρθρο 520, αριθ. 14, σ. 1043)}, η ανωτέρω έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης πρέπει να συνεκδικαστούν, καθόσον άλλωστε αφορούν στους ίδιους διαδίκους, υπάγονται στην ίδια διαδικασία, αναφέρονται στα κεφάλαια της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση και σ’ εκείνα που συνέχονται αναγκαίως με αυτά και κατά την κρίση του Δικαστηρίου αυτού διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της όλης δίκης (άρθρα 520 παρ. 2, 524 παρ. 1 και 246 Κ.Πολ.Δ.).

Η υπό κρίση από 20-7-2017 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……. έφεση του ηττηθέντος πρωτοδίκως ενάγοντος κατά της με αριθ. 1855/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατ’ άρθρο 19 περ. β’ Κ.Πολ.Δ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 3994/2011 [αφού κατατέθηκε από τον εκκαλούντα στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την 20-7-2017, όπως προκύπτει από την παρά πόδας του εφετήριου δικογράφου υπ’ αριθ. ….. έκθεση κατάθεσης της Γραμματέως του άνω Δικαστηρίου (Πολυμελούς  Πρωτοδικείου Πειραιά)] και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τα άρθρα 511, 513 παρ. 1 εδ. α’ στοιχ. β’, 516 παρ.  1, 517 εδ. α’, 518 παρ. 1 ημιπ. α’ και γ’, σε συνδ. με άρθρα 144 επ. και 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, και συνεπώς, παραδεκτά, κατ’ άρθρο 532 Κ.Πολ.Δ, καθόσον: α) κατά την από 20-7-2017 άσκησή της – με την κατάθεσή της στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά – καταβλήθηκε από τον εκκαλούντα το προσήκον παράβολο ποσού 150,00 ευρώ (κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ, όπως η παρ. 4 αντικαταστάθηκε: i] από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 [Φ.Ε.Κ. Α’ 87/23-7-2015] που εφαρμόζεται για τα κατατεθειμένα από την 1-1-2016 ένδικα μέσα και ii] με τα άρθρα 35 παρ. 2γ’ και 45 του ν. 4446/2016 [Φ.Ε.Κ. Α’ 240/22-12-2016], με έναρξη ισχύος από 23-1-2017 και β) η εκκαλούμενη απόφαση, καθώς και η με αριθ. 3348/2017 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου με την οποία διορθώθηκε σφάλμα από παραδρομή στο εισαγωγικό τμήμα της εκκαλούμενης απόφασης) επιδόθηκαν στον εκκαλούντα στις 21-6-2017 και 1-8-2017 αντίστοιχα, όπως προκύπτει από τη με αριθμό …….. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……. και τις με αριθ. …….. και ……. εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………., ενώ η ένδικη έφεση ασκήθηκε από τον εκκαλούντα, με την κατάθεσή της στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, την 20-7-2017, όπως προκύπτει από την παρά πόδας του εφετήριου δικογράφου υπ’ αριθ. 427/20-7-2017 έκθεση κατάθεσης της Γραμματέως του Δικαστηρίου αυτού (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), ασκήθηκε δηλαδή εντός της γνήσιας προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών, η οποία άρχεται από την επομένη της επίδοσης σ’ αυτόν της εκκαλουμένης (κατ’ άρθρο 518 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. σε συνδ. με 144 παρ.  1 Κ.Πολ.Δ.), μη υπολογιζόμενου του χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου στην άνω προθεσμία (άρθρο 147 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).  Επομένως, πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία, ήτοι ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 522, 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ).

Κατά το άρθρο 520 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, «πρόσθετοι λόγοι έφεσης ως προς τα κεφάλαια της απόφασης που έχουν προσβληθεί με την έφεση και εκείνα που αναγκαστικά συνέχονται με τα κεφάλαια αυτά ασκούνται μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και αφού συνταχθεί έκθεση κάτω από το δικόγραφο αυτό, κοινοποιείται στον εφεσίβλητο τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει με σαφήνεια ότι για την άσκηση των πρόσθετων λόγων της έφεσης απαιτείται να συντελεσθούν και οι δύο ως άνω, συμπλεκτικώς οριζόμενες, διαδικαστικές πράξεις, της κατάθεσης δηλαδή του περιέχοντος αυτούς δικογράφου στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και της κοινοποίησης στον εφεσίβλητο, οι οποίες αποτελούν την έγγραφη προδικασία της άσκησης, κατά την έννοια του άρθρου 111 Κ.Πολ.Δ. και, εφόσον δεν ορίζεται άλλως, πρέπει αμφότερες να λάβουν χώρα πριν από την τιθέμενη αποκλειστική προθεσμία των τριάντα ημερών πριν από τη συζήτηση της έφεσης. Από την ίδια ως άνω διάταξη του άρθρου 520 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 242 παρ. 1 και 281 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει περαιτέρω ότι, ως ημέρα συζήτησης της υπόθεσης για τον υπολογισμό της προθεσμίας κατάθεσης και κοινοποίησης του δικογράφου των πρόσθετων λόγων έφεσης, νοείται εκείνη, κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση και άρχισε η εκδίκασή της, ανεξάρτητα αν αυτή είναι η, κατά τα άρθρα 226 παρ. 1 και 498 παρ. 1 του αυτού Κώδικα από το γραμματέα του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, αρχικώς ορισθείσα προς συζήτηση ή μεταγενέστερη που προσδιορίστηκε μετά από αναβολή ή ματαίωση (Ολ.Α.Π. 27/2007 – Α.Π. 365/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).            Στην προκειμένη περίπτωση, οι κρινόμενοι πρόσθετοι λόγοι έφεσης, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι με ιδιαίτερο δικόγραφο του εκκαλούντος που κατατέθηκε την 18-7-2018 στη Γραμματεία του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, συνταχθείσης σχετικώς της υπ’ αριθ. ……… έκθεσης κατάθεσης της Γραμματέως του Πολυμελούς Εφετείου Πειραιά κάτω από το εν λόγω δικόγραφο, το οποίο ο εκκαλών επέδωσε στους εφεσίβλητους στις 18-7-2018 (όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες από τον εκκαλούντα υπ’ αριθ. …….. εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή  της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά ………), ήτοι τριάντα (30) πλήρεις ημέρες πριν από τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης (20-9-2018), κατά την οποία συζητήθηκε μετ’ αναβολή η έφεση και περαιτέρω, πλήττουν τα ήδη εκκληθέντα κεφάλαια της πρωτόδικης απόφασης. Επομένως, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν, πρέπει, συνεκδικαζόμενοι με την έφεση (άρθρο 246 Κ.Πολ.Δ.), οι κρινόμενοι πρόσθετοι λόγοι έφεσης να γίνουν τυπικά δεκτοί και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το νομικά και ουσιαστικά βάσιμο αυτών.             Το άρθρο 389 Α.Κ. ορίζει ότι στη σύμβαση μπορεί κάποιος να επιφυλάξει στον εαυτό του το δικαίωμα της υπαναχώρησης, οπότε με την υπαναχώρηση επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων για παροχή που πηγάζουν από τη σύμβαση και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Το άνω δικαίωμα υπαναχώρησης είναι σύνηθες να προβλέπεται στα εργολαβικά ανέγερσης πολυκατοικίας επί αντιπαροχή, όπου αυτό συμφωνείται ως δικαίωμα των οικοπεδούχων να κηρύξουν έκπτωτο τον εργολάβο, και ρυθμίζεται από τις 389 επ. Α.Κ, επί πλειόνων δε εργοδοτών πρέπει τούτο να ασκείται από όλους, σύμφωνα με το άρθρο 396 ΑΚ (βλ. Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, Ειδ. Ενοχικό, υπ’ άρθρο 686 Α.Κ, σ.σ. 629, 630). Ειδικότερα, το άρθρο 399 Α.Κ. ορίζει ότι, αν στη σύμβαση συνομολογήθηκε ότι ο οφειλέτης που δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του εκπίπτει από τα συμβατικά του δικαιώματα (ρήτρα έκπτωσης), θεωρείται ότι ο δανειστής επιφύλαξε για την περίπτωση αυτή δικαίωμα υπαναχώρησης. Πρόκειται για κανόνα ερμηνευτικό της βούλησης των μερών, ο οποίος όμως είναι ενδοτικού χαρακτήρα (Α.Π. 696/1982, Α.Π. 1484/2009) και μπορεί έτσι να συμφωνηθεί ότι σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του οφειλέτη, η οποία, εν αμφιβολία, πρέπει κατά το άρθρο 397 Α.Κ. να οφείλεται σε υπαιτιότητά του, η έκπτωση δεν θα αφορά όλα τα δικαιώματά του από τη σύμβαση, αλλά ορισμένα μόνον από αυτά (ρήτρα μερικής έκπτωσης) και θα επέρχεται είτε αυτοδικαίως είτε κατόπιν αντίστοιχης μερικής υπαναχώρησης του δανειστή από τη σύμβαση ή ότι δεν θα ενεργεί αναδρομικά, αλλά μόνο για το μέλλον, οπότε θα πρόκειται για καταγγελία της σύμβασης. Σε κάθε περίπτωση, ο επικαλούμενος ότι η συμφωνημένη ρήτρα έκπτωσης του οφειλέτη από τα συμβατικά του δικαιώματα έχει έννοια διαφορετική από αυτήν του άρθρου 399 Α.Κ, δηλαδή δεν θεμελιώνει δικαίωμα υπαναχώρησης του δανειστή από την όλη σύμβαση, οφείλει να το επικαλεσθεί και να το αποδείξει (Α.Π. 288/2016, Α.Π. 338/2016, Α.Π. 274/2008, Α.Π. 938/2005, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).             Στην προκειμένη περίπτωση, με την από 5-7-2010 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……… αγωγή, όπως εκτιμάται από το Δικαστήριο τούτο μετά και την παραδεκτή διευκρίνισή της με τις πρωτόδικες προτάσεις του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, ο τελευταίος ζητεί να αναγνωρισθεί άκυρη η από τους εναγομένους και ήδη εφεσίβλητους εργοδότες προς αυτόν, με την από 4-6-2010 εξώδικη δήλωσή τους, ασκηθείσα υπαναχώρησή τους από τη μεταξύ τους καταρτισθείσα, κατά το σύστημα της αντιπαροχής, από 23-5-2002 σύμβαση εργολαβίας ανέγερσης σε οικόπεδό τους πολυώροφης οικοδομής, υπαναχώρηση, την οποία στήριξαν σε συνομολογηθείσα στην άνω σύμβαση ρήτρα έκπτωσής του σε περίπτωση υπαίτιας καθυστέρησής του να παραδώσει το έργο για περισσότερες από 160 εργάσιμες ημέρες από τη συμφωνηθείσα προθεσμία, κυρίως μεν διότι η καθυστέρηση οφειλόταν σε γεγονότα, για τα οποία δεν είχε ευθύνη από τη σύμβαση (και δη σε απαγόρευση των οικοδομικών εργασιών από 28-2-2005 έως 30-4-2007 με βάση δικαστικές αποφάσεις, καθώς και σε πρόσθετες εργασίες που οι εναγόμενοι του παρήγγειλαν να εκτελέσει και για τις οποίες δεν έχει πληρωθεί) και επικουρικά, διότι η εξώδικη δήλωση των εναγομένων, με την οποία υπαναχώρησαν και τον κήρυξαν έκπτωτο, υπερέβη προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη, καθόσον πραγματοποιήθηκε, ενώ είχε ήδη ουσιαστικά αποπερατωθεί το έργο και απέμειναν προς εκτέλεση ελάχιστες επουσιώδεις εργασίες, αποσκοπούσε δε αποκλειστικά στην άσκηση πίεσης προς αυτόν, ώστε να δεχθεί να μην του καταβληθούν  τα οφειλόμενα για τις πρόσθετες εργασίες που εκτέλεσε. Επί της ανωτέρω αγωγής, εκδόθηκε η εκκαλούμενη με αριθ. 1855/2017 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, αφού έκρινε επαρκώς ορισμένη και νόμιμη την αγωγή κατά την κύρια βάση της, την απέρριψε στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσία, χωρίς ειδική αναφορά  στην επικουρική βάση της και καταδίκασε τον ενάγοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη ο εκκαλών εναγόμενος με την κρινόμενη έφεσή του και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτή λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, προκειμένου να γίνει δεκτή κατ’ ουσία η αγωγή του.            Aπό τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης (ενός για κάθε πλευρά), που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς και από τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι επικαλούμενες και προσκομιζόμενες φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του υπ’ αριθ. ……… προσυμφώνου μεταβίβασης ποσοστών οικοπέδου και εργολαβικής σύμβασης της συμβολαιογράφου Πειραιά Β.Δ., οι εναγόμενοι  …………, συγκύριοι κατά ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου πλήρους κυριότητας έκαστη των τριών πρώτων, κατά ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου ψιλής κυριότητας ο τέταρτος και επικαρπώτρια κατά ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου η πέμπτη, ενός οικοπέδου, έκτασης κατά τους τίτλους κτήσης 390,70 τ.μ. και κατά νεώτερη καταμέτρηση 397,72 τ.μ, κειμένου στη …….. Αττικής και επί της οδού ………., ανέθεσαν στον ενάγοντα, που είναι διπλωματούχος αρχιτέκτων μηχανικός και εργολάβος οικοδομών, το έργο της ανέγερσης στο άνω οικόπεδο (όπου προϋπήρχε ισόγεια, ήδη κατεδαφισθείσα οικία), κατά το σύστημα της αντιπαροχής, πολυώροφης οικοδομής, αποτελούμενης από υπόγειο, ισόγειο – πυλωτή, έξι ορόφους και δώμα, σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες του άνω εργολαβικού  προσυμφώνου. Η ανωτέρω οικοδομή υπήχθη μεταγενέστερα στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 Α.Κ. και καταρτίσθηκε ο κανονισμός αυτής, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. ……. πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας της συμβολαιογράφου Πειραιά Β.Δ. και τις υπ’ αριθ. ……. τροποποιητικές πράξεις αυτής της συμβολαιογράφου Πειραιά Ε.Λ., που έχουν νόμιμα καταχωρηθεί στα τηρούμενα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου του Δήμου …… Με το ανωτέρω εργολαβικό  προσύμφωνο οι εναγόμενοι οικοπεδούχοι συμφώνησαν να παρακρατήσουν κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή τα 368/1000 εξ αδιαιρέτου επί του ανωτέρω οικοπέδου, και ειδικότερα τα 91/1000 εξ αδιαιρέτου έκαστη των τριών πρώτων εξ αυτών και τα 93/1000 εξ αδιαιρέτου οι τέταρτος και πέμπτη εξ αυτών, κατά τις διακρίσεις της ψιλής κυριότητας και της επικαρπίας αντίστοιχα, τα οποία αντιστοιχούν στις παρακάτω  αναφερόμενες οριζόντιες ιδιοκτησίες της πολυκατοικίας, ενώ ανέλαβαν την υποχρέωση να μεταβιβάσουν τα υπόλοιπα 632/1000 εξ αδιαιρέτου του ως άνω οικοπέδου τους, μετά των αντιστοιχούντων σε αυτά οριζοντίων ιδιοκτησιών, καθώς και της αναλογίας τους στα κοινόχρηστα και κοινόκτητα μέρη της οικοδομής, στον ενάγοντα ή σε τρίτα πρόσωπα που αυτός θα τους υποδείκνυε, ως εργολαβικό αντάλλαγμα, για την κατασκευή απ’ αυτόν, με δαπάνη και επιμέλειά του, όλης της οικοδομής μετά των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων αυτής. Ειδικότερα συμφωνήθηκε ότι στους εναγόμενους θα περιέλθουν οι παρακάτω οριζόντιες ιδιοκτησίες: 1) στην πρώτη εναγόμενη,  η υπό στοιχεία ΑΠ-4 αποθήκη του υπογείου και το υπό στοιχεία Γ-1 διαμέρισμα του τρίτου πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου, στο οποίο ανήκει κατ’ αποκλειστική χρήση και ως παράρτημα και παρακολούθημα η υπό στοιχεία ΑΧΣ6 ανοικτή θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του ακαλύπτου και ο υπό στοιχεία ΑπΧ1 χώρος της πυλωτής, 2) στη δεύτερη εναγόμενη, η υπό στοιχεία ΑΠ-5 αποθήκη του υπογείου, το υπό στοιχεία Γ-2 διαμέρισμα του τρίτου πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου, στο οποίο ανήκει κατ’ αποκλειστική χρήση και ως παράρτημα και παρακολούθημα η με στοιχεία ΑΧΣ5 ανοικτή θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του ακαλύπτου και ο υπό στοιχεία ΑπΧ2 χώρος της πυλωτής, 3) στην τρίτη εναγόμενη, η υπό στοιχεία ΑΠ-1 αποθήκη υπογείου, το υπό στοιχεία Β-1 διαμέρισμα του δεύτερου πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου και η υπό στοιχεία ΚΧΣ1 θέση στάθμευσης αυτοκινήτου της πυλωτής, 4) στους τέταρτο και πέμπτη των εναγομένων, κατά τις διακρίσεις της ψιλής κυριότητας και επικαρπίας αντίστοιχα, η υπό στοιχεία ΑΠ-2 αποθήκη υπογείου, το υπό στοιχεία Β-2 διαμέρισμα του δεύτερου πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου και η υπό στοιχεία ΚΧΣ2 θέση στάθμευσης αυτοκινήτου της πυλωτής, καθώς και ότι στα ως άνω διαμερίσματα θα ανήκει κατ’ αποκλειστική χρήση, κοινώς και αδιαιρέτως, ο υπό στοιχεία κ.λ.μ.β.κ. χώρος του δώματος. Σε εκτέλεση του άνω εργολαβικού προσυμφώνου οι εναγόμενοι οικοπεδούχοι μεταβίβασαν σταδιακά σε τρίτους, καθ’ υπόδειξη του ενάγοντος, από τα 632/1000 εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου τους, που αποτελούσαν το εργολαβικό αντάλλαγμα, συνολικά 424/1000 εξ αδιαιρέτου και απέμειναν έτσι προς μεταβίβαση στον ενάγοντα τα 208/1000 εξ αδιαιρέτου.  Περαιτέρω, με το άνω εργολαβικό συμφωνήθηκαν, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα: α) ότι ο εργολήπτης εγγυάται την ανέγερση της οικοδομής κατά τους κανόνες της τέχνης, της επιστήμης, των μελετών της αδείας οικοδόμησης και των ισχυουσών κατά την εκτέλεση του έργου πολεοδομικών κανονισμών (άρθρο 7), β) ότι ο εργολήπτης αναλαμβάνει την υποχρέωση όπως: βα) εντός προθεσμίας 24 μηνών από της λήψεως της αδείας οικοδομήσεως περαιώσει προσηκόντως και παραδώσει τις περιερχόμενες στους οικοπεδούχους ιδιοκτησίες πλήρως περαιωμένες και έτοιμες προς χρήση «με το κλειδί» και ββ) εντός προθεσμίας 26 μηνών από της λήψεως της ως άνω αδείας περαιώσει προσηκόντως τους κοινόχρηστους χώρους, μετά λειτουργούσης της κεντρικής θερμάνσεως και του τυχόν προβλεπόμενου ανελκυστήρος (άρθρο 12), γ) ότι εάν η καθυστέρηση στην παράδοση των εργασιών οφείλεται σε ανωτέρα βία και μόνο τότε οι ανωτέρω προθεσμίες (άρθρου 12) θα αναστέλλονται μέχρι άρσεως του κωλύματος, δ) ότι για καθυστερήσεις περαίωσης οικοδομικών εργασιών και παραδόσεως των αντιπαρεχόμενων ιδιοκτησιών στους οικοπεδούχους, συνομολογείται υπέρ των οικοπεδούχων και σε βάρος του εργολήπτη ποινική ρήτρα 9 ευρώ μηνιαίως ανά τετραγωνικό μέτρο διαμερίσματος μη περαιωθέντος, ενώ η καθυστέρηση παράδοσης παρά του εργολήπτη των κοινόχρηστων χώρων συνεπάγεται την υποχρέωση καταβολής στους οικοπεδούχους ποινικής ρήτρας 3 ευρώ ημερησίως (άρθρο 14.ΙΙ) και ότι, σε περίπτωση που η υπαίτια καθυστέρηση παράδοσης υπερβεί τις 160 εργάσιμες ημέρες από της τασσόμενης προθεσμίας του έργου ή παρέλθει άπρακτος η χορηγούμενη υπό στοιχείο Ι του άρθρου 14 του ως άνω εργολαβικού προθεσμία εκτελέσεως τμηματικών εργασιών, οι οικοπεδούχοι δικαιούνται όπως, δια μονομερούς δηλώσεως, κοινοποιούμενης νομίμως στον εργολήπτη, κηρύξουν αυτόν έκπτωτο και συνεχίσουν επιμελεία και μερίμνη τους την αποπεράτωση της οικοδομής, με δαπάνες όμως του εργολήπτη. Ότι τυχόν αμφισβήτηση του εργολήπτη, αιτιολογημένη δεόντως και εγγράφως, περί της έκπτωσής του, του παρέχει το δικαίωμα να ζητήσει την επίλυση της διαφοράς με τους οικοπεδούχους στα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια, εντός αποσβεστικής προθεσμίας 30 ημερών από την κοινοποίηση σ’ αυτόν της δήλωσης έκπτωσης (άρθρο 14.ΙΙΙ). Ότι, συνεπεία της έκπτωσης, οι οικοπεδούχοι απαλλάσσονται της εκτιθέμενης στο κεφάλαιο τρία του εργολαβικού υποχρεώσεώς των προς μεταβίβαση στον εργολήπτη ή σε τρίτους τη υποδείξει του, ποσοστών του άνω οικοπέδου, πλην των μέχρι της εκπτώσεως υπογραφέντων προσυμφώνων μεταβιβάσεως οριζοντίων ιδιοκτησιών, τα οποία παραμένουν ισχυρά και υποχρεώνουν τους οικοπεδούχους, εφόσον έχουν συμβληθεί ούτοι εις αυτά, χωρίς όμως να υποχρεούνται στην αποπεράτωση των οριζοντίων ιδιοκτησιών  (άρθρο 15), ε)  ότι τα ποσοστά 632/1000 εξ αδιαιρέτου του ως άνω οικοπέδου, που συνιστούν το εργολαβικό αντάλλαγμα, οι οικοπεδούχοι υποχρεούνται να τα μεταβιβάσουν στον εργολήπτη ή στα υπ’ αυτού υποδειχθησόμενα τρίτα πρόσωπα, σταδιακώς και αναλόγως της προόδου κατασκευής των επί μέρους εργασιών του όλου έργου και συγκεκριμένα ως εξής: α) Με την έκδοση της αδείας οικοδομής τα πενήντα χιλιοστά  (50/1000) εξ αδιαιρέτου, β) Με την τοποθέτηση της πλάκας οροφής του Α’ ορόφου τα ογδόντα χιλιοστά (80/1000) εξ αδιαιρέτου, γ) με την τοποθέτηση του εκ μπετόν αρμέ σκελετού της πολυκατοικίας τα εβδομήντα χιλιοστά (70/1000) εξ αδιαιρέτου, δ) με την ολοκλήρωση των χονδρών επιχρισμάτων και την τοποθέτηση των υδραυλικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων τα εκατόν τριάντα χιλιοστά (130/1000) εξ αδιαιρέτου, ε) με την τοποθέτηση των δαπέδων, ειδών υγιεινής και αποπεράτωσης των ψιλών επιχρισμάτων τα εκατό χιλιοστά (100/1000) εξ αδιαιρέτου, στ) με την τοποθέτηση των κουφωμάτων, αλουμινίων, σιδηρουργικών τα ογδόντα χιλιοστά (80/1000) εξ αδιαιρέτου, ι) με την ολοκλήρωση των ελαιοχρωματισμών και την τοποθέτηση ντουλαπιών, πριζών και διακοπτών τα εβδομήντα δύο χιλιοστά (72/1000) εξ αδιαιρέτου και ια) με την παράδοση των κοινοχρήστων τα πενήντα χιλιοστά (50/000) εξ αδιαιρέτου. Ότι ο εργολήπτης μπορεί να ζητήσει την προς αυτόν πρόωρη μεταβίβαση χιλιοστού, πλην του πρώτου και τελευταίου σταδίου, μόνο για να μην απολέσει ευκαιρία πωλήσεως, με τον όρο να χορηγήσει στους οικοπεδούχους εγγυητική επιστολή ή επιταγή, κατά την κρίση του εργολήπτη, ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ για κάθε πρόσθετο αιτούμενο χιλιοστό. Η εγγύηση θα επιστρέφεται σ’ αυτόν αμέσως μόλις εκτελεστεί το στάδιο των εργασιών, για το οποίο εχορηγήθη (άρθρο 22), στ) ότι, μετά την εκτέλεση εκάστης των ανωτέρω σταδιακών εργασιών, σύμφωνα με τα σχέδια, τη συγγραφή υποχρεώσεων και εν γένει τις διατάξεις και συμφωνίες του άνω εργολαβικού, ο εργολήπτης δικαιούται να ζητήσει από τους οικοπεδούχους τη μεταβίβαση των αντίστοιχων προς τις εκτελεσθείσες οικοδομικές εργασίες ποσοστών του οικοπέδου, καλώντας προηγουμένως, εγγράφως τους οικοπεδούχους, κατά τις ειδικότερες αναφερόμενες στο άρθρο 21 του εργολαβικού διατυπώσεις, ζ) ότι προς αποφυγή πάσης αμφισβήτησης εκ μέρους των οικοπεδούχων του δικαιώματος του εργολήπτη για τη μεταβίβαση ποσοστών εξ αδιαιρέτου, αυτός πρέπει να συγκοινοποιεί μετά της ως άνω προσκλήσεως, υπεύθυνη δήλωση του επιβλέποντος το έργο μηχανικού περί εκτελέσεως του οικείου σταδίου κατασκευής. Ότι πάσα τυχόν παρά ταύτα αμφισβήτηση υποχρεώνει τους οικοπεδούχους όπως, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 10 ημερών από την κοινοποίηση της ως άνω πρόσκλησης, γνωστοποιήσουν αιτιολογημένα τις αντιρρήσεις τους, συγκοινοποιώντας στον εργολήπτη υπεύθυνη δήλωσή τους περί μη εκτελέσεως του έργου (άρθρο 22), η) ότι στην περίπτωση μη προσέλευσης των οικοπεδούχων για την υπογραφή του οικείου συμβολαίου μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου ή προσέλευσης αλλά αρνήσεως αυτών την υπογραφή, άνευ ταυτοχρόνου καταθέσεως δηλώσεως περί μη εκτελέσεως του οικείου σταδίου εργασιών, ο εργολήπτης δικαιούται, μετά τη σύνταξη σχετικής πράξης μη εμφανίσεως ή εμφανίσεως και αρνήσεώς του, στην οποία πρέπει να επισυνάψει τη σχετική βεβαίωση του επιβλέποντος το έργο μηχανικού περί εκτελέσεως των οικείων σταδιακών εργασιών, να προβεί στη μεταβίβαση αυτών με αυτοσύμβαση (άρθρο 23). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, δυνάμει της υπ’ αριθ. ………… αδείας οικοδομής της Δ/νσης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Πειραιά, την 12-1-2005 ξεκίνησαν οι εργασίες ανοικοδόμησης της άνω πολυκατοικίας, οι οποίες διακόπηκαν την 3-2-2005, δυνάμει του υπ’ αριθ. πρωτ. Π. ……… εγγράφου της άνω Δ/νσης Πολεοδομίας, λόγω δικαστικής διαμάχης που ξεκίνησε με αίτηση ακύρωσης ιδιοκτητών ομόρων ακινήτων (………., κ.λ.π.), με την οποία αυτοί προσέβαλαν τη νομιμότητα της άνω οικοδομικής άδειας. Η αίτηση ακύρωσης απορρίφθηκε με τη με αριθ. 147/2006 απόφαση του Α2 Ακυρωτικού Τμήματος του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά. Οι εργασίες ανοικοδόμησης συνεχίσθηκαν κανονικά από 1-11-2006, δυνάμει του υπ’ αριθ. πρωτ. ……….. εγγράφου της άνω Δ/νσης Πολεοδομίας προς το Α/Τ. Δραπετσώνας, το οποίο εκδόθηκε μετά από αίτηση του ενάγοντος και στο οποίο ρητά αναφέρεται ότι έπαυσαν να υφίστανται οι λόγοι, για τους οποίους επιβλήθηκε η άνω διακοπή οικοδομικών εργασιών. Ο ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του ότι η αναστολή των οικοδομικών εργασιών δυνάμει της άνω αίτησης ακύρωσης διήρκεσε μέχρι τις 30-4-2007, οπότε εκδόθηκε η με αριθ. 756/2007 απόφαση του Α1 Ακυρωτικού Τμήματος του Εφετείου Πειραιά που την απέρριψε. Όμως ο ισχυρισμός του αυτός, τον οποίο αμφισβήτησαν και πρωτόδικα οι εναγόμενοι, κρίνεται αβάσιμος, καθώς δεν τεκμηριώνεται με σχετική βεβαίωση της αρμόδιας Δ/νσης Πολεοδομίας περί διακοπής των οικοδομικών εργασιών από 1-11-2006 έως 30-4-2007, ούτε από τις καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης ή ανταπόδειξης, ενώ αναιρείται από την προαναφερθείσα υπ’ αριθ. πρωτ. …….. βεβαίωση της αρμόδιας Δ/νσης Πολεοδομίας περί συνέχισης εργασιών από 1-11-2006 έως 30-4-2007, οπότε φέρεται να εκδόθηκε η επικαλούμενη με αριθ. 756/2007 απόφαση, η οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν προσκομίζεται. Ενόψει των στοιχείων αυτών η επικαλούμενη από τον ενάγοντα αναφορά των εναγόντων στην από 28-11-2008 εξώδικη επιστολή τους προς αυτόν ότι «Κατόπιν μιας δικαστικής διαμάχης η οποία άρχισε με την από 28.2.2005 αίτηση ακύρωσης των …….. και λοιπών με την οποία προσέβαλαν τη νομιμότητα της με αριθμό …… οικοδομικής αδείας της Δ/σης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Πειραιά που είχε εκδοθεί για την ανέγερση της ως άνω οικοδομής, και έληξε με την έκδοση της με αριθμό 756/2007 αποφάσεως του Α1 Ακυρωτικού Τμήματος του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς η οποία και απέρριψε την ως άνω αίτηση των αντιδίκων, όπως ήταν επόμενο η πρόοδος του έργου είχε ανασταλεί σημαντικά για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, οπότε και οι ως άνω προθεσμίες ανεστάλησαν. Ήδη όμως έως σήμερα μετά την πάροδο τόσων μηνών από την έκδοση της ανωτέρω αποφάσεως στις 30/4/2007, και ενώ έχει τελεσιδικήσει και οι εργασίες συνεχίσθηκαν κανονικά …» δεν αρκεί προς απόδειξη του  ισχυρισμού του ότι «οι προθεσμίες εκτέλεσης του έργου ξεκίνησαν την 1-5-2007, με συνέπεια το χρονικό διάστημα των 24 μηνών που προβλέπεται από το εργολαβικό να λήγει την 30-4-2009 και των 26 μηνών αντίστοιχα την 30-6-2009», λαμβανομένου υπόψη και του ότι, με την άνω εξώδικη επιστολή προσδιορίζεται μεν χρονικά η δικαστική διαμάχη του ενάγοντος με τους τρίτους που προσέβαλαν τη νομιμότητα της οικοδομικής άδειας του επίδικου ακινήτου, χωρίς, όμως, να ταυτίζεται η διάρκεια της διαμάχης αυτής με τη διάρκεια αναστολής των σχετικών οικοδομικών εργασιών, για την οποία γίνεται απλώς γενικόλογη αναφορά ότι ήταν σημαντική και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν καθορίζεται επακριβώς. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε κατ’ ουσία τον ανωτέρω ισχυρισμό του ενάγοντος, χωρίς ειδική αιτιολογία, που συμπληρώνεται με αυτήν της παρούσας, δεν έσφαλε κατ’ αποτέλεσμα ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτόμενου ως ουσιαστικά αβάσιμου, του σχετικού λόγου (δεύτερου, κατά το σχετικό σκέλος του) της έφεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Σύμφωνα δε με τα παραπάνω, χωρίς να υπολογίζεται το χρονικό διάστημα της αναστολής των οικοδομικών εργασιών από 3-2-2005 έως 1-11-2006, ο ενάγων έπρεπε να είχε περαιώσει προσηκόντως και παραδώσει τις περιερχόμενες στους εναγόμενους οριζόντιες ιδιοκτησίες έτοιμες προς χρήση την 10-10-2008 και τους κοινόχρηστους χώρους, μετά λειτουργούσης της κεντρικής θερμάνσεως και του προβλεπομένου ανελκυστήρος, την 10-12-2008. Ωστόσο, χωρίς υπαιτιότητα των εναγομένων εργοδοτών αλλά από αποκλειστικά δική του υπαιτιότητα, επιβράδυνε τον ρυθμό εκτέλεσης του συμφωνηθέντος έργου, με συνέπεια να καταστεί ανέφικτη η έγκαιρη αποπεράτωση και παράδοσή του κατά τον συμφωνηθέντα χρόνο, χωρίς να αποδεικνύεται ότι συνέτρεχε κάποιος σοβαρός λόγος ή κάποιο τυχαίο γεγονός, για το οποίο αυτός δεν έφερε ευθύνη. Σημειωτέον ότι ο ενάγων οφειλέτης, ο οποίος ισχυρίζεται ότι εκπλήρωσε τις συμβατικές του υποχρεώσεις, έχει το βάρος απόδειξης της έλλειψης της υποκειμενικής προϋπόθεσης της ευθύνης του για μη εκτέλεση της σύμβασης (Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, αστικός κώδιξ, τόμ. ΙΙ, υπ’ άρθρο 397, σ. 391, αριθ.4). Ο τελευταίος από την πλευρά του ισχυρίζεται με την αγωγή του ότι κατά το συμφωνηθέντα χρόνο παράδοσης είχε  αποπερατωμένο το έργο, του οποίου η μη παραλαβή οφείλεται σε υπαιτιότητα των εναγομένων και επικαλείται και προσκομίζει έγγραφα με ημερομηνίες 9-9-2008, 30-11-2008, 3-12-2008, 12-12-2008, 17-12-2008, 14-1-2009, 18-2-2009, 26-2-2009, 6-3-2009 και 26-3-2009 τα οποία κατ’ αυτόν αποδεικνύουν ότι οι εναγόμενοι ζήτησαν πρόσθετες εργασίες, οι οποίες καθυστέρησαν το έργο και για τις οποίες δεν έχει ακόμα πληρωθεί. Ο ισχυρισμός του, όμως, αυτός, που επαναφέρεται με σχετικό λόγο έφεσης, που αφορά εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, είναι αβάσιμος, αφού από κανένα αποδεικτικό στοιχείο (συμπεριλαμβανομένων των άνω εγγράφων) δεν αποδεικνύεται συμφωνία του με τους εναγόμενους για πρόσθετες εργασίες συγκεκριμένου είδους και κόστους στις οριζόντιες ιδιοκτησίες τους και για αναστολή της προθεσμίας παράδοσης του έργου μέχρι να περατωθούν οι εργασίες αυτές, όπως απαιτούσε το εργολαβικό (άρθρο 9 παρ. 3) και η γενική συγγραφή υποχρεώσεων (άρθρο 5), πολύ δε περισσότερο δεν αποδεικνύεται ότι εκτέλεσε τέτοιες πρόσθετες εργασίες κατ’ εντολή τους και μάλιστα επί πιστώσει. Τα επικαλούμενα δε απ’ αυτόν άνω έγγραφα (σχετικά 11 έως 25 των προτάσεών του ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου), τα οποία αφορούν αλλαγή διαρρύθμισης σε ντουλάπια κουζίνας και επένδυση με μάρμαρο των τζακιών στις ιδιοκτησίες των εναγομένων, με υλικά και έξοδα δικά τους, κατόπιν αδείας του, δεν φέρουν την υπογραφή του και δεν τον δεσμεύουν, ενώ δεν αποδεικνύουν και ότι αυτός εκτέλεσε τις σχετικές εργασίες και συνεπώς, δεν αρκούν, για να δικαιολογήσουν την άνω υπερημερία του στην παράδοση του έργου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, με τις από 18-11-2008 και 13-4-2009 εξώδικες διαμαρτυρίες τους, που κοινοποίησαν στον ενάγοντα στις 24-11-2008 και 15-4-2009 αντίστοιχα, οι εναγόμενοι διαμαρτυρήθηκαν για την καθυστέρηση στην παράδοση του έργου, καθώς και για κακοτεχνίες και αυθαίρετες κατασκευές και προσθήκες στους χώρους της οικοδομής και τον κάλεσαν να τους παραδώσει άμεσα τις οριζόντιες ιδιοκτησίες τους, μετά των παραρτημάτων τους, έτοιμες προς χρήση, καθώς και τους κοινοχρήστους και κοινοκτήτους χώρους, όπως συμφωνήθηκε με το άνω εργολαβικό και τη γενική συγγραφή υποχρεώσεων και επιπλέον να τους καταβάλει τις προβλεπόμενες ποινικές ρήτρες για την καθυστέρηση, άλλως του δήλωσαν ότι θα ασκήσουν το δικαίωμά τους να τον κηρύξουν έκπτωτο από το άνω έργο. Ο ενάγων, αντί άλλου, με την από 27-4-2009 εξώδικη απάντηση – διαμαρτυρία – πρόσκληση – δήλωσή του, που κοινοποίησε στους εναγόμενους την 30-4-2009, μαζί με τη συγκοινοποιούμενη από 10-4-2009 υπεύθυνη δήλωσή του ως επιβλέποντος μηχανικού, δήλωσε αναληθώς ότι η εκ μέρους του αποπεράτωση των οριζοντίων ιδιοκτησιών τους μετά των παραρτημάτων τους είχε ολοκληρωθεί κατά τα συμφωνηθέντα και ότι απέμενε μόνο η παράδοση των κοινοχρήστων χώρων και τους κάλεσε, αφενός να του μεταβιβάσουν, σε εκτέλεση του άνω προσυμφώνου εργολαβικού, συνολικά 159/1000 εξ αδιαιρέτου επί του άνω οικοπέδου και των κοινοχρήστων και κοινοκτήτων χώρων και αφετέρου να παραλάβουν τις οριζόντιες ιδιοκτησίες της αντιπαροχής, αφού προηγουμένως του καταβάλουν πρόσθετα ποσά που τους ενημέρωσε ότι τους χρέωσε κατόπιν επιμετρήσεων πρόσθετων οικοδομικών εργασιών που εκτέλεσε κατ’ εντολή τους για τη διαφοροποίηση της διαρρύθμισης των διαμερισμάτων τους σε σχέση με τα σχέδια του εργολαβικού, της σύστασης και της άδειας οικοδομής  (ειδικότερα, ζήτησε να του καταβάλουν 8.521,08 ευρώ οι ιδιοκτήτες της ιδιοκτησίας Β1, 10.894,45 ευρώ οι ιδιοκτήτες της ιδιοκτησίας Β2, 7.569,08 ευρώ οι ιδιοκτήτες της ιδιοκτησίας Γ1 και 10.184,45 ευρώ οι ιδιοκτήτες της ιδιοκτησίας Γ2). Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, από το ίδιο άνω αποδεικτικό υλικό προκύπτει ότι κατά το χρόνο της άνω εξώδικης δήλωσής του o ενάγων είχε καταστεί υπερήμερος ως προς την εκπλήρωση της παροχής του. Ειδικότερα, στις 7-7-2009 πραγματοποιήθηκε η διενέργεια αυτοψίας στην άνω οικοδομή από αρμόδιους υπάλληλους της Δ/νσης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Πειραιά και διαπιστώθηκε ότι κατά τον άνω χρόνο η οικοδομή βρισκόταν στο στάδιο των χρωματισμών στο υπόγειο, την πυλωτή και στους Α’, Β’ Γ’ και Δ’ ορόφους, στο στάδιο εσωτερικών διαρρυθμίσεων στους Ε’ και ΣΤ’ ορόφους και στο δώμα ήταν σε εξέλιξη τοποθέτηση μηχανολογικού εξοπλισμού κολυμβητικής δεξαμενής και ο περιβάλλον χώρος ήταν σε εξέλιξη (βλ. σχετ. το με αριθ. πρωτ. ………. έγγραφο του Προϊσταμένου Τ.Ε.Κ. Δ/νσης Πολεοδομίας της Νομαρχίας Πειραιά ………..).  Στις 10-9-2009 διενεργήθηκε αυτοψία στην άνω οικοδομή από το διορισθέντα από τους εναγόμενους πολιτικό μηχανικό ………., η οποία όμως περιορίσθηκε στο επίπεδο του ισογείου – πυλωτής και στα εμφαινόμενα επί των όψεων του κτιρίου, διότι ο ενάγων δεν επέτρεψε την είσοδο του άνω πολιτικού μηχανικού στους εσωτερικούς χώρους της οικοδομής. Σύμφωνα δε με την από 3-11-2009 τεχνική έκθεση του τελευταίου, διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι «δεν έχει κατασκευαστεί κεντρικό φρεάτιο ακαθάρτων υδάτων, το οποίο να είναι έτοιμο να συνδεθεί με το δίκτυο της Ε.Υ.Δ.Α.Π, ως φαίνεται στην εγκεκριμένη υδραυλική μελέτη. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει δυνατότητα σύνδεσης του εσωτερικού δικτύου της πολυκατοικίας με το κεντρικό αποχετευτικό δίκτυο του οικείου δήμου, άρα και λειτουργία της πολυκατοικίας. Εναλλακτικά και σε περίπτωση μη ύπαρξης δημοσίου δικτύου απορροής ακαθάρτων υδάτων, επιβάλλεται η κατασκευή σηπτικού βόθρου εντός του νομίμου περιγράμματος του οικοπέδου, το οποίο να εξασφαλίζει την αποχετευτική λειτουργία και την υγιεινή της πολυκατοικίας. Αντιθέτως, στην εν λόγω πολυκατοικία, το εσωτερικό δίκτυο ακαθάρτων υδάτων συνδέεται με το δημόσιο δίκτυο όμβριων, κάτι το οποίο απαγορεύεται αυστηρά από τους ισχύοντες κανονισμούς». Τα παραπάνω επιβεβαιώθηκαν μεταγενέστερα από το με αρ. πρωτ. …. έγγραφο της Ε.Υ.Δ.Α.Π. με θέμα «Αποχέτευση ακινήτου …… στο Δήμο Δραπετσώνας», το οποίο αναφέρει, εκτός άλλων, ότι «συνεργείο της υπηρεσίας έκανε έρευνα – αυτοψία στις 31-10-11 και διαπίστωσε ότι: 1) Έμπροσθεν από το εν θέματι ακίνητο δεν διέρχεται οριστικό δίκτυο ακαθάρτων αλλά διέρχεται ένας αγωγός ομβρίων (προφανώς κατασκευής Δήμου Δραπετσώνας) και το ακίνητο είναι συνδεδεμένο σε αυτόν, με φρεάτιο ελέγχου στο πεζοδρόμιο και χωρίς δικλείδα ασφαλείας». Επιπλέον, σύμφωνα με την ίδια άνω τεχνική έκθεση «Επί του ακάλυπτου του ισογείου έχουν χωροθετηθεί παράπλευρα οι ανοιχτές θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων με στοιχεία ΑΧΣ 5 και ΑΧΣ 6. Σύμφωνα με την εγκεκριμένη αρχιτεκτονική μελέτη η πρόσβαση στις συγκεκριμένες θέσεις στάθμευσης εξασφαλίζεται σε συνολικό πλάτος 4,50 μέτρων ( 2 Χ 2,25 μέτρα / θέση στάθμευσης) και μεταξύ δύο υποστυλωμάτων του ισογείου. Κατά την αντιπαραβολή της θέσης των συγκεκριμένων υποστυλωμάτων στην αρχιτεκτονική μελέτη με την εγκεκριμένη στατική μελέτη και την υλοποιημένη κατάσταση δεν προκύπτει, όπως αυτό επιβάλλεται, ταύτιση. Το πλάτος πρόσβασης περιορίζεται στα 3,50 περίπου μέτρα, έτσι ώστε να καθίσταται αδύνατη η στάθμευση δύο αυτοκινήτων». Σε συνέχεια της άνω αυτοψίας και κατόπιν έκδοσης της με αριθ. 3386/2010 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Διαδικασία Ασφαλιστικών μέτρων),  με την οποία υποχρεώθηκε ο ενάγων να επιτρέψει την είσοδο των μηχανικών των εναγομένων στις οριζόντιες ιδιοκτησίες της πολυκατοικίας, συντάχθηκε η από 11-2-2011 τεχνική έκθεση του άνω πολιτικού μηχανικού (……..), καθώς και του μηχανολόγου μηχανικού ………, σύμφωνα με την οποία διαπιστώθηκε, πέραν των ανωτέρω, ότι σε τμήμα του ισογείου χωροθετούνταν, σύμφωνα με την οικοδομική άδεια, δύο κλειστές θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων, οι οποίες είχαν μετατραπεί σε χώρο κύριας χρήσης (διαμέρισμα κατοικίας) και στο διαμέρισμα Α-1 του Α’ ορόφου έχει προσαρτηθεί, ως χώρος παταριού, τμήμα του Α’ ορόφου, το οποίο στην αρχιτεκτονική μελέτη χαρακτηρίζεται ως «κενός χώρος» και είναι χώρος άβατος και κοινόχρηστος. Επίσης, διαπιστώθηκε ως προς τις οριζόντιες ιδιοκτησίες των εναγομένων και όσον αφορά στα μπάνια και τα w.c, ότι τα είδη υγιεινής δεν ήταν, σύμφωνα με τη συγγραφή υποχρεώσεων, της φίρμας Ideal Standard αλλά της φίρμας Huida και οι ξυλουργικές εργασίες (πόρτες των ντουλαπών των κοιτώνων και των ερμαρίων των κουζινών) δεν ήταν κατασκευασμένες σύμφωνα με τη συγγραφή υποχρεώσεων από βακελίτη αλλά από μελαμίνη. Περαιτέρω, ο ενάγων δεν απέδειξε ότι υλοποίησε, κατ’ εντολή των εναγομένων,  συγκεκριμένες διαφοροποιήσεις στη διαρρύθμιση των διαμερισμάτων τους, κατά παράβαση των προβλεπομένων στα σχέδια του εργολαβικού, της σύστασης και της άδειας οικοδομής, ώστε να μπορούν να δικαιολογηθούν τα αναφερόμενα άνω ποσά πρόσθετης αμοιβής του (τα οποία, σημειωτέον, ουδέποτε διεκδίκησε δικαστικά, δεν επικαλείται ότι ήταν ληξιπρόθεσμα και δεν προσκομίζει γι’ αυτά φορολογικά παραστατικά), αφού δεν προσκόμισε έγγραφο υπογεγραμμένο απ’ αυτόν, με το οποίο να ανέλαβε σχετική υποχρέωση, ούτε εγκεκριμένα από την πολεοδομία σχέδια μηχανικού, που εφήρμοσε για διαφοροποιήσεις στη διαρρύθμιση των διαμερισμάτων, ενώ, πέραν του μάρτυρος των εναγομένων ……… και ο μάρτυράς του …………, ο οποίος έκανε τα ξυλουργικά στην άνω οικοδομή, δεν επιβεβαίωσε τον άνω ισχυρισμό του. Σε διαφορετική κρίση δεν οδηγεί το επικαλούμενο από τον ενάγοντα από 23-6-2008 έγγραφο – δήλωση των εναγομένων, στο οποίο οι τελευταίοι αναφέρουν (η δεύτερη με πάσα επιφύλαξη παντός δικαιώματός της) ότι κατόπιν επιθυμίας και παραγγελίας τους έγιναν τροποποιήσεις στα διαμερίσματά τους σε σχέση με τα σχέδια του εργολαβικού, της σύστασης και της άδειας οικοδομής και ότι αυτούς μόνο βαρύνουν οι συνέπειες των τροποποιήσεων αυτών, καθώς το άνω έγγραφο – που δεν έχει βέβαιη χρονολογία και είναι προφανές εκ του περιεχομένου του ότι συντάχθηκε από τον ενάγοντα εργολάβο – επιβλέποντα αρχιτέκτονα μηχανικό που κατασκεύασε την άνω οικοδομή – είναι εντελώς αόριστο ως προς το είδος των επικαλούμενων διαφοροποιήσεων στη διαρρύθμιση των διαμερισμάτων των εναγομένων και ως προς το κόστος υλοποίησης αυτών και συνακόλουθα κρίνεται ότι εγχειρίστηκε προσχηματικά στους εναγόμενους προς υπογραφή, ως δήθεν τυπικό προαπαιτούμενο, ώστε ο ενάγων να αποπερατώσει και παραδώσει σ’ αυτούς τα διαμερίσματά τους, μετά και τις πολεοδομικές παραβάσεις στις οποίες προέβη κατά την ανέγερση της οικοδομής εν αγνοία τους, ώστε να υφαρπάξει εκ των υστέρων τη συναίνεσή τους στις άνω αποκλίσεις του από τα εγκεκριμένα από την Πολεοδομία σχέδια και να μπορέσει αργότερα να δικαιολογήσει την καθυστέρησή του στην αποπεράτωσή της και να αποτρέψει την έκπτωσή του από το έργο λόγω καθυστέρησης και ταυτόχρονα να αυξήσει το εργολαβικό του αντάλλαγμα και να αποφύγει την ευθύνη του για τις πολεοδομικές του παραβάσεις (βλ. σχετικά με τις τελευταίες ιδίως την από 3-11-2009 τεχνική έκθεση του πολιτικού μηχανικού …….. και τη συμπληρωματική αυτής από 11-2-2011 τεχνική έκθεση του ιδίου και του μηχανολόγου μηχανικού ……….). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, προς απάντηση του από 27-4-2009 άνω εξωδίκου του ενάγοντος, οι εναγόμενοι την 8-5-2009 του κοινοποίησαν την από 7-5-2009 εξώδικη πρόσκληση –  δήλωσή τους, με την οποία του γνωστοποίησαν την άρνησή τους για την αιτούμενη μεταβίβαση συνολικά 159/1000 εξ αδιαιρέτου επί του άνω οικοπέδου και των κοινοχρήστων και κοινοκτήτων χώρων της οικοδομής, αφενός διότι η εκτέλεση του έργου δεν έγινε κατά τα συμφωνημένα, ήτοι σύμφωνα με τις προδιαγραφές της οικοδομικής άδειας, τα σχέδια ανεγέρσεως της οικοδομής, τη σύσταση και τους όρους του άνω προσυμφώνου και μάλιστα επέσυραν σε βάρος τους, ως οικοπεδούχων, διοικητικές και ποινικές κυρώσεις και τους στερούσαν τη δυνατότητα συνδέσεως των διαμερισμάτων τους με τα δίκτυα της Δ.Ε.Η. και της Ε.Υ.Δ.Α.Π, καθώς και της αποχετεύσεως και αφετέρου διότι δεν είχε αποπερατώσει ο ενάγων την οικοδομή, όπως ανακριβώς ισχυριζόταν, αφού δεν είχε ολοκληρώσει τους ελαιοχρωματισμούς, δεν είχε τοποθετήσει τα ντουλάπια και τις ντουλάπες στις οριζόντιες ιδιοκτησίες τους από βακελίτη σύμφωνα με τη Γενική Συγγραφή Υποχρεώσεων, δεν είχε χωροθετήσει τις θέσεις σταθμεύσεως αυτοκινήτου του ακαλύπτου της πρώτης και δεύτερης των εναγομένων, όπως προβλέπονταν στα σχέδια της συστάσεως, δεν είχε συνδέσει την οικοδομή με τα δίκτυα Δ.Ε.Η, Ε.Υ.Δ.Α.Π, αποχετεύσεως, κ.ά. Παράλληλα, κάλεσαν τον ενάγοντα να αποκαταστήσει άμεσα τις αυθαίρετες κατασκευές και προσθήκες στους χώρους της εν λόγω οικοδομής, ώστε αυτή να είναι σύμφωνη με την άδεια οικοδομήσεως και τους ισχύοντες κατά την εκτέλεση του έργου πολεοδομικούς κανονισμούς και του δήλωσαν ότι θα του μεταβίβαζαν τα ποσοστά εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου τους, σύμφωνα με τους όρους του ως άνω εργολαβικού προσυμφώνου, μόλις τους χορηγούσε βεβαίωση της αρμόδιας Πολεοδομικής Αρχής περί της ανοικοδομήσεως σύμφωνα με την οικοδομική άδεια. Την ίδια εξώδικη απάντηση – γνωστοποίηση – πρόσκληση – δήλωσή τους κοινοποίησαν και στη συμβολαιογράφο Πειραιά Ε.Δ. στις 8-5-2009, προς ενημέρωσή της ότι για τους προαναφερθέντες λόγους δεν προτίθενται να μεταβιβάσουν τα άνω ποσοστά εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου τους που ζητούσε ο ενάγων. Παρά την ανωτέρω γνωστοποίηση της αρνητικής απάντησης των εναγομένων οικοπεδούχων, στην οποία οι τελευταίοι προέβησαν εντός της 10ήμερης προθεσμίας του άρθρου 22 του εργολαβικού, ο ενάγων στις 28-5-2009 προέβη μονομερώς, με αυτοσύμβαση, παριστάμενος για μεν το εαυτό του ατομικά, το δε ως πληρεξούσιος των εναγομένων, επικαλούμενος την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα που του παρασχέθηκε με το άνω προσύμφωνο και σε εκτέλεση αυτού, στη σύνταξη του υπ’ αριθ. ………. πωλητηρίου 158/1000 εξ αδιαιρέτου οικοπέδου κατά Ν. 3741/1929, της συμβολαιογράφου Πειραιά Ε.Δ., που έχει καταχωρηθεί στα τηρούμενα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου του Δήμου Δραπετσώνας, με αριθμό καταχώρησης ……., στις 29-5-2009, με το οποίο μεταβίβασε προς τον εαυτό του, λόγω πώλησης, τα 158/1000 εξ αδιαιρέτου του άνω οικοπέδου κατά πλήρη κυριότητα νομή και κατοχή (λόγω εργολαβικού ανταλλάγματος), με τις αντιστοιχούσες στα ποσοστά αυτά και αποτελούσες αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, για τη σύνταξη δε του άνω συμβολαίου δήλωσε αναληθώς, με υπεύθυνη δήλωσή του ως επιβλέπων μηχανικός, την οποία κατέθεσε στην άνω συμβολαιογράφο, ότι η εκ μέρους του ανέγερση και αποπεράτωση της οικοδομής είχε ολοκληρωθεί σύμφωνα με το άνω εργολαβικό και απέμενε μόνον η παράδοση των κοινοχρήστων. Κατόπιν τούτων οι εναγόμενοι, κάνοντας χρήση του διαπλαστικού δικαιώματος υπαναχώρησης που τους παρείχε η συνομολογηθείσα στο εργολαβικό «ρήτρας έκπτωσης» του ενάγοντος εργολάβου σε περίπτωση υπαίτιας καθυστέρησής του να παραδώσει το έργο για περισσότερες από 160 ημέρες από την τασσόμενη προθεσμία εκτέλεσής του (άρθρο 14.ΙΙ εργολαβικού), με την από 25-5-2010 εξώδικη δήλωσή τους κατ’ άρθρο 390 Α.Κ, την οποία του κοινοποίησαν στις 4-6-2010 (βλ. σχετ. την υπ’ αριθ. …….. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά …….), υπαναχώρησαν από τη σύμβαση ως προς το μη εκτελεσθέν τμήμα του έργου και τον κήρυξαν έκπτωτο, καλώντας τον όπως, εντός τριημέρου από της άνω κοινοποιήσεως, τους παραδώσει το χώρο εκτέλεσης του έργου ελεύθερο, καθώς και το φάκελο της άδειας οικοδομής (σχεδιαγράμματα και μελέτες). Η κοινή αυτή δήλωση των εναγομένων ασκήθηκε, κατά τα προαναφερθέντα, πριν την παράδοση σ’ αυτούς του έργου προσηκόντως εκτελεσμένου και εντός της προβλεπόμενης άνω προθεσμίας του άρθρου 14.ΙΙ του εργολαβικού, περιείχε δε το λόγο της υπαναχώρησης (καθυστέρηση παράδοσης του έργου που δικαιολογεί έκπτωση του εργολάβου από το μη εκτελεσθέν τμήμα του, με βάση σχετική ρήτρα του εργολαβικού) και μάλιστα προηγήθηκε αυτής η άνω όχληση του ενάγοντος δεκατρείς μήνες νωρίτερα (συγκεκριμένα στις 15-4-2009), η οποία επιβάλλονταν από την αρχή της καλής πίστης. Να σημειωθεί εδώ ότι η άνω υπαναχώρηση των εναγομένων εργοδοτών, η οποία θεμελιώνεται στη συμβατική βούληση των μερών (άρθρο 399 Α.Κ.), λειτουργεί εν προκειμένω ως καταγγελία της σύμβασης, αφού ενεργεί για το μέλλον και δεν θίγει τη σύμβαση σε σχέση με το μέρος του έργου που εκτελέστηκε έως την άσκησή της, το οποίο (εκτελεσθέν μέρος του έργου) παραμένει προς όφελος του ενάγοντος εργολάβου, σύμφωνα με το άρθρο 15 του εργολαβικού. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του ενάγοντος στην αγωγή του (προς θεμελίωση του αιτήματός της να αναγνωριστεί η ακυρότητα της έκπτωσής του ως εργολάβου λόγω συμβατικής υπαναχώρησης των εναγομένων) ότι δεν παρέδωσε στους τελευταίους τις οριζόντιες ιδιοκτησίες τους που είχε αποπερατώσει, επειδή αυτοί δεν πλήρωναν την αντιπαροχή τους για τις πρόσθετες εργασίες που εκτέλεσε, κατ’ ενάσκηση νομίμου δικαιώματός του εκ του άρθρου 374 Α.Κ, είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι την άνω ένσταση δύναται να προβάλει μόνο ο εναγόμενος σε περίπτωση που ενάγεται από αμφοτεροβαρή σύμβαση που διατηρεί την ισχύ της (Γεωργιάδη / Σταθόπουλου, αστικός κώδιξ, τόμ. ΙΙ, υπ’ άρθο 374, σ. 336, αριθ. 4), περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω και επιπλέον, διότι η άνω διάταξη δεν εφαρμόζεται στη σχέση που δημιουργείται μεταξύ των συμβαλλομένων αμφοτεροβαρούς σύμβασης με την υπαναχώρηση του ενός (Γεωργιάδη / Σταθόπουλου, ό.α, υπ’ άρθο 374, σ. 337, αριθ. 4, όπου και αναφορά σε σχετική νομολογία). Ο περαιτέρω ισχυρισμός του ενάγοντος στην αγωγή του ότι η υπαναχώρηση των εναγομένων από τη σύμβαση ήταν μη νόμιμη, επειδή ο ίδιος είχε ολοκληρώσει εμπρόθεσμα το συμφωνηθέν έργο, χωρίς να υπολογίζεται χρονικό διάστημα αναστολής οικοδομικών εργασιών από 3-5-2005 έως 1-5-2007, είναι απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, καθόσον εσφαλμένα υπολαμβάνεται ότι κατά το τελευταίο αυτό διάστημα υπήρξε αναστολή των οικοδομικών εργασιών του έργου, γεγονός που δεν αποδείχθηκε, κατά τα προαναφερθέντα. Επίσης απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση είναι και ο υποβαλλόμενος  επικουρικά περαιτέρω ισχυρισμός του ενάγοντος ότι τα ελαττώματα, που έφερε το προς παράδοση έργο, ήταν επουσιώδη και δεν το καθιστούσαν άχρηστο και διάφορο του αρχικού συμφωνηθέντος και συνακόλουθα δεν έδιναν στους εναγόμενους το δικαίωμα υπαναχώρησης αλλά μόνο δικαίωμα διόρθωσης των ελαττωμάτων ή μείωσης του τιμήματος, καθόσον στην προκειμένη περίπτωση οι εναγόμενοι δεν άσκησαν δικαίωμα νόμιμης υπαναχώρησης αλλά συμβατικής, με βάση προσυμφωνηθείσα με τον ενάγοντα ρήτρα έκπτωσής του από το απομένον προς εκτέλεση έργο λόγω παρόδου ειδικά προβλεπόμενης καταληκτικής προθεσμίας παράδοσής του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε κατ’ ουσία τους ανωτέρω ισχυρισμούς του ενάγοντος, χωρίς ειδική αιτιολογία που συμπληρώνεται με αυτήν της παρούσας, δεν έσφαλε κατ’ αποτέλεσμα και πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της έφεσής του και οι πρόσθετοι λόγοι της, κατά το σκέλος τους, με το οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Εξάλλου, εφόσον το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι, από υπαιτιότητα του ενάγοντος εργολάβου υπήρξε επιβράδυνση στην εκτέλεση του έργου, αντίθετα με τη σύμβαση, με τελικό επακόλουθο τη μη έγκαιρη παράδοση αυτού, χωρίς υπαιτιότητα των εναγομένων, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο δεύτερος λόγος της έφεσης, κατά το σκέλος του με το οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Ωστόσο, η εκκαλούμενη εσφαλμένα υπολαμβάνει ότι η ανωτέρω εξώδικη δήλωση των εναγομένων περιέχει και έγκυρη δήλωση υπαναχώρησης κατ’ άρθρο 690 ΑΚ, αφού ο ενάγων δεν επικαλείται στην αγωγή του (και δεν   αποδείχθηκε) δήλωση νόμιμης υπαναχώρησης των εναγομένων (επικαλείται μόνο συμβατική τους υπαναχώρηση, η οποία στηρίζεται στα άρθρα 389, 396, 399 Α.Κ.). Πλην όμως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατ’ αποτέλεσμα δεν έσφαλε, αφού έκρινε στη συνέχεια, όπως προαναφέρθηκε, ότι, με βάση το εργολαβικό προσύμφωνο ρητά συμφωνήθηκε ότι το δικαίωμα συμβατικής υπαναχώρησης των εναγομένων από την επίδικη σύμβαση γεννάται με μόνη την παρέλευση της προαναφερθείσας προθεσμίας, χωρίς να απαιτείται τήρηση οποιασδήποτε άλλης προθεσμίας και ότι περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο της υπαναχώρησης η οικοδομή δεν είχε αποπερατωθεί, ότι από υπαιτιότητα του εργολάβου υπήρξε επιβράδυνση στην εκτέλεση του έργου αντίθετα με τη σύμβαση, με τελικό επακόλουθο τη μη έγκαιρη παράδοση αυτού χωρίς υπαιτιότητα των εναγομένων και επομένως η εξώδικη δήλωση των εναγομένων ασκήθηκε στα πλαίσια των νομίμως και συμβατικώς καθοριζομένων από το εργολαβικό προσύμφωνο δικαιωμάτων τους. Συνεπώς, πρέπει μόνο να αντικατασταθεί η αιτιολογία της εκκαλουμένης ως προς τα εφαρμοστέα άρθρα 389, 396 και 399 Α.Κ. για τη διάγνωση του αγωγικού δικαιώματος, αντί του άρθρου 690 Α.Κ. που παραπέμπει σε νόμιμη υπαναχώρηση), διότι μόνη η εσφαλμένη αναγραφή του τελευταίου άρθρου δεν επιδρά στην έκταση του δεδικασμένου, που απορρέει από την απόφαση (άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.). Γι’ αυτό ο πρώτος λόγος της έφεσης και ο πρώτος πρόσθετος λόγος της, με τον οποίο ο εκκαλών – ενάγων υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει, κατά το σχετικό σκέλος τους, να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Τέλος, δεν αποδείχθηκαν τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία επικαλέστηκε ο ενάγων για τη θεμελίωση του επικουρικού ισχυρισμού του περί άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης των εναγομένων με προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλουν τα χρηστά και συναλλακτικά ήθη, ο οποίος στηρίζεται στο άρθρο 281 Α.Κ. (Α.Π. 444/1995, Α.Π. 1147/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) και επαναφέρεται με το δεύτερο λόγο της έφεσής του (τελευταίο σκέλος του). Ειδικότερα, δεν αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι οικοπεδούχοι υπαναχώρησαν από το εργολαβικό προσύμφωνο, κατά το μη εκτελεσθέν σκέλος του, προκειμένου να ασκήσουν πίεση στον ενάγοντα, ώστε να δεχθεί να μην του καταβάλουν τα επικαλούμενα ποσά αμοιβής του για πρόσθετες εργασίες διαρρύθμισης που εκτέλεσε στα διαμερίσματά τους, αφού δεν αποδείχθηκε, κατά τα προαναφερθέντα, ότι ο ενάγων εκτέλεσε στα διαμερίσματα των εναγομένων πρόσθετες εργασίες που δικαιολογούν την καθυστέρηση στην παράδοση και την επικαλούμενη αμοιβή του. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, χωρίς ειδική αιτιολογία, απέρριψε ως αβάσιμη κατ’ ουσία την άνω επικουρική βάση της αγωγής, ορθά κατ’ αποτέλεσμα έκρινε και συνεπώς, πρέπει απλώς να συμπληρωθεί η αιτιολογία της εκκαλουμένης ως προς το εφαρμοστέο άρθρο για τη θεμελίωση της νομιμότητας της άνω επικουρικής βάσης (281 Α.Κ.) και τους ουσιαστικούς λόγους απόρριψής της, παραλείψεις που δεν επιδρούν στην έκταση του δεδικασμένου που απορρέει από την εκκαλούμενη απόφαση (άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.). Γι’ αυτό ο δεύτερος λόγος της έφεσης κατά το σχετικό σκέλος του, με τον οποίο ο εκκαλών – ενάγων υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Κατόπιν όλων αυτών, αφού αποδεικνύεται ότι οι εναγόμενοι νόμιμα προέβησαν στις 4-6-2010 σε δήλωση συμβατικής υπαναχώρησής τους σε σχέση με το τμήμα του έργου που απέμενε να τους παραδοθεί (και που ήταν παραδοτέο, κατά τα προαναφερθέντα, όσον αφορά τις οριζόντιες ιδιοκτησίες τους στις 10-10-2008 και όσον αφορά τους κοινόχρηστους χώρους, μετά λειτουργούσης της κεντρικής θερμάνσεως και του προβλεπομένου ανελκυστήρος, την 10-12-2008), πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι η έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι της. Τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176 και 183 Κ.Πολ.Δ.), ενώ πρέπει να διαταχθεί και η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του  παραβόλου της απορριφθείσας έφεσης (495 Κ.Πολ.Δ.), ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ, με κωδικό e – παραβόλου ΓΓΠΣ 157224403957 0918 0014/18-9-2017.ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ            Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων: α) την από 20-7-2017 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ………) έφεση κατά της με αριθμό 1855/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) και β) τους από 11-7-2018 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ………… πρόσθετους λόγους αυτής.                   Δέχεται την έφεση τυπικά και απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσία.          Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.          Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου άσκησης της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις  15 Νοεμβρίου 2018 και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στις  13 Δεκεμβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ