Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 28/2021

Αριθμός     28/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(3ο Τμήμα)

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ζωή Καραχάλιου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Κατά το άρθρο 528 ΚΠολΔ «αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, αν ασκηθεί έφεση από εναγόμενο που δικάστηκε ερήμην, με συνέπεια να θεωρηθούν ομολογημένοι, κατά το άρθρο 271 παρ. 3 ΚΠολΔ οι αγωγικοί πραγματικοί ισχυρισμοί και να γίνει δεκτή η αγωγή, η εκκαλούμενη απόφαση, με μόνη την, κατ` άρθρο 532 ΚΠολΔ, τυπικά παραδεκτή άσκηση της έφεσης, εξαφανίζεται, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους τυχόν πρόσθετους αυτής λόγους, προκειμένου να ανατραπεί το σε βάρος του εναγομένου τεκμήριο ομολογίας. Επομένως, αν στην έφεση περιέχεται άρνηση της αγωγής, η απόφαση εξαφανίζεται στο σύνολό της, χωρίς να απαιτείται να γίνει προηγουμένως δεκτός κάποιος λόγος έφεσης και η υπόθεση συζητείται εκ νέου στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, στο οποίο ο εκκαλών – εναγόμενος μπορεί να προβάλει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, που θα μπορούσε να είχε προτείνει στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αν είχε παραστεί (ΑΠ 230/2020, 579/2018, ΑΠ 11/2016). Κατά δε το άρθρο 524 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, «η προφορική συζήτηση είναι υποχρεωτική μόνο στην περίπτωση του άρθρου 528. Η κατάθεση των προτάσεων και της προσθήκης σε αυτές γίνεται στις προθεσμίες του εδάφιου β΄της § 1». Πράγματι στην περίπτωση αυτή, εφόσον η έφεση εξακολουθεί να λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργημένης αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, επιφέρει -χωρίς έρευνα των λόγων της- την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης, ανεξάρτητα πλέον από το είδος της διαδικασίας, και την εκδίκαση της υπόθεσης από το εφετείο. Έτσι αυτό μετατρέπεται, στην περίπτωση αυτή, ουσιαστικά σε πρωτοβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 1015/2005 ΕλλΔνη 46 (2005) σελ. 1100). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 523 § 1 ΚΠολΔ, ο εφεσίβλητος μπορεί, και αφού περάσει η προθεσμία της έφεσης, να ασκήσει αντέφεση ως προς τα κεφάλαια της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση και ως προς εκείνα που συνέχονται αναγκαστικά με αυτά, ακόμη και αν αποδέχτηκε την απόφαση ή παραιτήθηκε από την έφεση.

ΙΙ.Στην προκείμενη περίπτωση εισάγονται προς εκδίκαση : α) η από 29-11-2018 (αρ.εκθ.κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ …./29-11-2018) έφεση της ηττηθείσας εναγομένης και  β) η από 11-11-2019  (αρ.εκθ.κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αντέφεση της ενάγουσας κατά της υπ’ αρ. 5052/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-μισθωτικών διαφορών, ερήμην της εναγομένης, επί της από 17-7-2018 (αρ.εκθ.κατ. ……../2018) αγωγής της ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης-αντεκκαλούσας. H ως άνω έφεση έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρ. 19, 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β΄, 516 παρ.1, 517 και 591 παρ.1 του ΚΠολΔ) και εμπροθέσμως (άρθρα 144 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), ενόψει του ότι κανένας διάδικος δεν επικαλείται επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε παρήλθε διετία από τη δημοσίευση αυτής, η οποία έλαβε χώρα στις 20-11-2018 και η έφεση ασκήθηκε στις 29-11-2018 (βλ. τη με αριθμό ……../2018 έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς). Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή, για την οποία έχει καταβληθεί και το νόμιμο παράβολο (βλ. τα με κωδικό πληρωμής ….., …….. παράβολα)   σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.4055/6-7-2012, να γίνει τυπικά δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη στο σύνολό της, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην άνω νομική σκέψη και τις εκεί αναφερόμενες διατάξεις που εφαρμόζονται και στην προκείμενη διαδικασία των μισθωτικών διαφορών (ΑΠ 1075/2014 Τρ.Ν.Πλ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 933/2011, ΕΔΠολ 2011/143), ανεξαρτήτως της κατ΄ ουσίαν βασιμότητας ή μη των λόγων της, με τους οποίους προβάλλεται εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, να διαταχθεί η απόδοση του παραβόλου στην εκκαλούσα, να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και να ερευνηθεί περαιτέρω η ως άνω αγωγή της εφεσίβλητης, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ίδια διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλούμενη απόφαση (άρθρα 524 παρ. 1, 532, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επίσης, η αντέφεση, έχει ασκηθεί νομοτύπως, κατ΄ άρθρο 523 παρ. 1,2 του ΚΠολΔ, με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο κοινοποιήθηκε στην εκκαλούσα εμπροθέσμως (βλ. την υπ΄ αριθμ. ….΄/12-11-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …………), και συνεπώς, αφού συνεκδικασθεί με την έφεση, λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους (άρθρο 246 σε συνδ. με 524 παρ.1 ΚΠολΔ), να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω κατ΄ ουσίαν.   ΙΙΙ.Α.Σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 611 Α. Κ. «η μίσθωση που συνομολογήθη­κε για ορισμένο χρόνο λογίζεται ότι ανανεώθηκε για αόριστο χρόνο, αν μετά την παρέλευση του χρόνου που συμφωνήθηκε ο μισθωτής εξακολουθήσει να χρη­σιμοποιεί το μίσθιο και ο εκμισθωτής το γνωρίζει και  δεν εναντιώνεται». Εκ τούτου συνάγεται ότι ουσιώδης προϋπόθεση της εις το άρθρο 611 ΑΚ  θεμελιουμένης ex lege αναμίσθωσης συνιστά η ενσυνείδητη ανοχή του εκμισθωτή στη χρήση του μισθίου από τον μισθω­τή και μετά τη λήξη της μίσθωσης . Στην περίπτωση αυτή, η μίσθωση θεωρείται ανανεωθείσα για αόριστο χρόνο, δυνάμενη να λήξει πλέον, πέραν των λοιπών προβλεπομένων στον ΑΚ περιπτώσεων, και με την καταγγελία του άρ­θρου 608§2, τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται κατά τα διαγραφόμενα στο άρθρο 609 ΑΚ, δηλαδή αν πρόκειται για μίσθωμα ακινήτου που έχει οριστεί κατά μήνα, η καταγγελία γίνεται τουλάχιστον πριν από δεκαπέντε ημέρες και ισχύει για το τέλος του ημερολογιακού μηνός, οπότε και παύει να υφίσταται υπέρ του εκμι­σθωτή αγώγιμη αξίωση αναζήτησης μισθωμάτων. Β.Κατά τη διάταξη του άρθρου 599 παρ. 1 ΑΚ, ο μισθωτής κατά τη λήξη της μίσθωσης έχει υποχρέωση να αποδώσει το μίσθιο στην κατάσταση που το παρέλαβε. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 592 του ίδιου Κώδικα, ο μισθωτής δεν ευθύνεται για φθορές ή μεταβολές που οφείλονται στη συμφωνημένη χρήση. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 574, 594, 330, 297 και 298  ΑΚ, που εφαρμόζονται και στις εμπορικές μισθώσεις (άρθρ. 44 π.δ. 34/1995), προκύπτει ότι ο μισθωτής είναι υποχρεωμένος να αποζημιώσει τον εκμισθωτή για κάθε θετική και αποθετική ζημία που υφίσταται ο τελευταίος, υπό την προϋπόθεση να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια, για τις φθορές ή μεταβολές που προκλήθηκαν στο μίσθιο, με εξαίρεση αυτές που οφείλονται στη συμφωνημένη χρήση. Ειδικά, σε περίπτωση καταστροφής ή αφαίρεσης πράγματος του μισθίου, η αποζημίωση περιλαμβάνει τη δαπάνη για την αντικατάστασή του (ΑΠ 495/2008). Ως συμφωνημένη χρήση νοείται εκείνη που ανταποκρίνεται στις ειδικότερες συμφωνίες και στους συγκεκριμένους σκοπούς των συμβαλλομένων, το είδος και τον προορισμό του μίσθιου πράγματος και, συμπληρωματικά, στην καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Η έννοια αυτή είναι ευρύτερη από την απλώς συνηθισμένη χρήση, η οποία ισχύει αν δεν υπάρχει ιδιαίτερη συμφωνία, η οποία επιτρέπεται, κατ` άρθρ. 361  ΑΚ, λόγω του ότι οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 591, 592 και 599 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα είναι ενδοτικού δικαίου. Σύμφωνα με αυτά, ο εκμισθωτής, ασκώντας, πριν ή κατά ή μετά τη λύση της μίσθωσης (ΑΠ 1413/2008), με αγωγή αποζημίωσης (ή με ένσταση συμψηφισμού), την αξίωσή του για τις φθορές ή μεταβολές που προκλήθηκαν στο μίσθιο κατά τη διάρκεια της μίσθωσης, οφείλει, για το ορισμένο της αγωγής του, κατ` άρθρ. 118 εδάφ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, να επικαλεστεί και αποδείξει τις εν λόγω φθορές και μεταβολές και το ποσό της ζημίας που υφίσταται από αυτές, ενώ απόκειται στον εναγόμενο μισθωτή να επικαλεστεί, κατ` ένσταση, ότι αυτές οφείλονται στη συμφωνημένη χρήση ή σε γεγονός για το οποίο δεν υπέχει ευθύνη ή σε ανώτερη βία (ΑΠ 397/2020, ΑΠ 681/2015, ΑΠ 1807/2012). Συμφωνημένη χρήση είναι αυτή που ανταποκρίνεται στις ειδικότερες συμφωνίες των μερών στους σκοπούς των συμβαλλομένων, το είδος και τον προορισμό του μισθίου, λαμβανομένης υπόψη της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών [ΑΠ 499/2015, ΑΠ 633/2010 Τ.Ν.Π. Νόμος]. Για την αξίωση αποζημίωσης λόγω φθορών του μισθίου, ο εκμισθωτής με την αγωγή του πρέπει να επικαλεστεί τη σύμβαση μίσθωσης, επιπλέον δε πρέπει να αναφέρει λεπτομερώς τις κατά την απόδοση του μισθίου υφιστάμενες κατ’ είδος και έκταση φθορές ή μεταβολές του και το ποσό της ζημίας που υφίσταται από αυτές (βλ. ΑΠ 1597/1995 Δνη 38. 1120, ΕφΘεσ 151/2004 Αρμ 2004. 988, ΕφΑΘ 1139/2000 Δνη 43. 226), προσδιορίζοντας συγκεκριμένα την απαιτούμενη προς αποκατάσταση καθεμιάς από αυτές δαπάνη και μάλιστα χωριστά τη δαπάνη για την αγορά των αναγκαίων υλικών και χωριστά τη δαπάνη για την αμοιβή της απαιτούμενης κάθε επιμέρους εργασίας (βλ. ΑΠ 125/1992 ΝοΒ 41. 475, ΕφΛαρ 16/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 5215/2002 ΕΔΠ 2003. 171, ΕφΘεσ 1983/2001 Αρμ 2003. 513, ΕφΑΘ 4598/1999 ΕΔΠ 1999. 273, ΕφΑΘ 6923/1993 Δνη 35. 1117). Η αοριστία αυτή του δικογράφου της αγωγής, δεν μπορεί να συμπληρωθεί με την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 842/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 81/2004 ΔΕΕ 2004.1274, ΕφΔωδ 323/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), εξετάζεται δε και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, γιατί ανάγεται στην προδικασία, η οποία αφορά τη δημόσια τάξη (ΑΠ 1056/2002 Δνη 45. 84, ΑΠ 1581/2000 Δνη 42.1326, ΑΠ 762/2000 Δνη 42. 142, ΑΠ 365/2000 Δνη 41.1301, ΑΠ 265/2000 Δνη 41. 1303, ΕφΘρ 241/2004 Δνη 45. 927, ΕφΑΘ 4126/2001 Δνη 42.845). ΙΙΙ. Με την προαναφερόμενη αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη- αντεκκαλούσα, ισχυρίσθηκε ότι με το από 21-5-2009 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης, εκμίσθωσε στην εναγομένη, ήδη εκκαλούσα-αντεφεσίβλητη, μία μονοκατοικία αποτελούμενη από τρία (3) υπνοδωμάτια, σαλόνι-κουζίνα, wc και μεγάλη πέτρινη αποθήκη, που βρίσκεται στο ……. της Αίγινας, εμβαδού 140 τ.μ., μετά του περιβάλλοντος αυτήν χώρου, εμβαδού 1.200 τ.μ., για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, δηλαδή από 1-6-2009 έως 31-5-2012, για να χρησιμοποιηθεί από την εναγομένη ως κύρια κατοικία της, έναντι μηνιαίου μισθώματος 1.000 ευρώ, καταβλητέου την πρώτη ημέρα εκάστου μισθωτικού μηνός. Ότι, μετά την παρέλευση της 31ης Μαΐου 2012, η μίσθωση παρατάθηκε σιωπηρά για αόριστο χρόνο, έναντι μειωμένου μισθώματος 700 ευρώ. Ότι, η εναγόμενη, αν και παρέλαβε και χρησιμοποιούσε το μίσθιο, από δυστροπία, δεν της έχει καταβάλει- παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της- τα μισθώματα των μηνών Μαρτίου 2016 έως και Μαΐου 2017, συνολικού ποσού 10.500 ευρώ (16 μήνες Χ 700€). Ότι, αρχές Ιουνίου 2017, η εναγόμενη αιφνιδιαστικά και άνευ λόγου εγκατέλειψε το μίσθιο, χωρίς να παραδώσει τα κλειδιά του μισθίου και να καταγγείλει τη σύμβαση μίσθωσης, η οποία δεν έχει λυθεί. Ότι, ως εκ τούτου η εναγόμενη της οφείλει, λόγω δυστροπίας, και τα μισθώματα των μηνών Ιουνίου 2017 έως Ιουνίου 2018, συνολικού ποσού 9.100 ευρώ (13 μήνες Χ 700 €). Ότι, επιπλέον, κατά παράβαση των συμβατικών της υποχρεώσεων, της οφείλει το συνολικό ποσό των 4.310,79 ευρώ, για την κατανάλωση ύδατος στο μίσθιο κατά τη χρονική περίοδο από Ιούνιο 2009 έως Απρίλιο 2018, αφού δεν εξόφλησε στο Δήμο Αίγινας τον σχετικό ληξιπρόθεσμο λογαριασμό, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται η ίδια (ενάγουσα) ως οφειλέτρια, δοθέντος ότι λογαριασμός εκδιδόταν στο όνομά της. Περαιτέρω, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι, κατά παράβαση του 6γ όρου του ως άνω συμφωνητικού μίσθωσης, η εναγόμενη προκάλεσε σοβαρότατες φθορές στο μίσθιο ακίνητο, που υπερβαίνουν τη συνήθη χρήση, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η περαιτέρω λειτουργία και εκμίσθωσή του σε τρίτο πρόσωπο. Ότι, συγκεκριμένα, λόγω μη έγκαιρης λήψης των κατάλληλων μέτρων συντήρησης του μισθίου και του περιβάλλοντος αυτού χώρου από την εναγομένη: α) η εξωτερική κεντρική μονάδα των τεσσάρων κλιματιστικών τύπου LG (inverter), που εξυπηρετούν το μίσθιο, έχει καταστραφεί ολοκληρωτικά, εξαιτίας υπερκάλυψης του εσωτερικού μοτέρ αυτής με όμβρια ύδατα, για την αντικατάσταση δε της μονάδας αυτής απαιτείται το ποσό των 2.500 ευρώ, πλέον 100 ευρώ για την εργασία τοποθέτησής της για μία ημέρα, ήτοι συνολικά 2.600 ευρώ, β) οι εξωτερικές πέργκολες, που υπάρχουν στις βεράντες του ισογείου ορόφου, επιφανείας 15 τ.μ. η καθεμία, έχουν σαπίσει, για την επισκευή δε αυτών απαιτείται ολική αφαίρεση παλαιάς βαφής, αντικατάσταση σάπιων τμημάτων, 4 χέρια βαφή με βερνίκι- film συνολικού πάχους 300 micron με πιστόλι ή πινέλο, με συνολικό κόστος 360 ευρώ (12 ευρώ ανά τ.μ. Χ 30 τ.μ.) πλέον 200 ευρώ για την εργασία επισκευής τους για δύο ημέρες, ήτοι συνολικά 560 ευρώ και γ) η αντλία και τα τοιχώματα της πισίνας υπέστησαν τις αναφερόμενες στο δικόγραφο φθορές, για την αποκατάσταση των οποίων απαιτείται άδειασμα αυτής (πισίνας), βάψιμο, καθαρισμός και το γέμισμά της ξανά με φρέσκο νερό, με απασχόληση τεχνίτη για πέντε ημέρες, συνολικού κόστους 2.000 ευρώ, πλέον 600 ευρώ για υλικά (χρώματα, χημικά απολύμανσης), ενώ το κόστος για την αντικατάσταση της αντλίας ανέρχεται στα 300 ευρώ, πλέον 100 ευρώ για εργασία τοποθέτησής της για μία ημέρα, ήτοι συνολικά 3.000 ευρώ. Ότι, επιπλέον, ένα έπιπλο- αντίκα, τύπου «μπουφέ» δρύινο, όπως ειδικότερα περιγράφεται στην αγωγή, μεγάλης συναισθηματικής αξίας για την ενάγουσα, αλλά και εμπορικής αξίας, η οποία εκτιμάται στις 3.500 ευρώ, έχει καταστραφεί πλήρως. Ότι η εναγόμενη αρνείται να της καταβάλει τα παραπάνω ποσά. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζήτησε, όπως τα αιτήματά της περιορίστηκαν με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, αλλά και με τις έγγραφες προτάσεις της, να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει α) το συνολικό ποσό των 19.600 ευρώ για τα οφειλόμενα μισθώματα των μηνών από Μάρτιο του 2016 έως τον Ιούνιο του 2018, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μίσθωμα κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ήτοι από τη δεύτερη ημέρα κάθε μισθωτικού μηνός, άλλως από την επίδοση της αγωγής, β) επικουρικά, το ποσό των 10.500 ευρώ, ως αποζημίωση χρήσης, κατ΄ άρθρο 601 ΑΚ, για το χρονικό διάστημα από Μάρτιο του 2016 έως Μάϊο του 2017, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, γ) το συνολικό ποσό των 4.310,79 ευρώ για ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς κατανάλωσης ύδατος του Δήμου Αίγινας, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και δ) το συνολικό ποσό των 9.660 ευρώ (2.600+560+3.000+3.500), ως αποζημίωση για τη θετική ζημία που υπέστη από τις ανωτέρω αναφερόμενες φθορές στο μίσθιο, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Επίσης, ζήτησε να απαγγελθεί σε βάρος της εναγομένης προσωπική κράτηση, διάρκειας ενός έτους, λόγω της προαναφερόμενης αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της και να καταδικασθεί στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε ότι η αγωγή είναι αρκούντως ορισμένη και νόμιμη ως προς τα αιτούμενα κονδύλια των 19.600 ευρώ για οφειλόμενα μισθώματα και 4.310,79 ευρώ για τους ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς ύδρευσης του Δήμου Αίγινας, ενώ αντιθέτως απέρριψε ως αόριστη την αγωγή ως προς το αιτούμενο ποσό των 9.660 ευρώ, που αφορά την αποζημίωση της ενάγουσας για τις δαπάνες αποκατάστασης των φθορών που κατά τα ιστορούμενα στην αγωγή προξένησε στο μίσθιο η εναγόμενη, ως μισθώτρια και ως μη νόμιμο το παρεπόμενο αίτημα περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης. Ακολούθως,  λόγω της τεκμαιρόμενης από την ερημοδικία της εναγομένης ομολογίας των περιεχομένων στην αγωγή πραγματικών ισχυρισμών της ενάγουσας, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 23.910,79 ευρώ, εκ των οποίων :α) ποσό 19.600 ευρώ για οφειλόμενα μισθώματα για το χρονικό διάστημα από Μάρτιο 2016 έως Ιούνιο 2018 με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μίσθωμα κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ήτοι από τη δεύτερη ημέρα εκάστου μισθωτικού μηνός και β) ποσό 4.310,79 ευρώ για ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς ύδρευσης του Δήμου Αίγινας για το χρονικό διάστημα από Ιούνιο του 2009 έως Απρίλιο του 2018, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα και η ενάγουσα και ήδη αντεκκαλούσα, με τις υπό κρίση έφεση και αντέφεση αντίστοιχα, παραπονούνται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν η μεν εκκαλούσα να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη, ενώ η αντεκκαλούσα να γίνει δεκτή στο σύνολό της η αγωγή της, δηλαδή και κατά το μέρος που απορρίφθηκε ως αόριστη.

Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή, η οποία παραδεκτά εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), ως καθ΄ ύλην και κατά τόπον αρμοδίου (άρθρ. 14 παρ. 1β, 16 αριθμ. 1 και 29 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών- μισθωτικών διαφορών, είναι ορισμένη και νόμιμη κατά το μέρος της, με το οποίο ζητείται η καταψήφιση των 19.600 ευρώ για οφειλόμενα μισθώματα και 4.310,79 ευρώ για ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς ύδρευσης του Δήμου Αίγινας, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 574 επ. 611, 346, 176 ΚΠολΔ. Ωστόσο, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη και κατά εν μέρει παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού της εναγομένης, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αθεράπευτης αοριστίας, η οποία (αοριστία) ερευνάται και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, ως προς το μέρος της αγωγής, με το οποίο ζητείται η καταψήφιση ποσού 9.660 ευρώ, ως αποζημίωση της ενάγουσας για τις δαπάνες στις οποίες θα υποβληθεί για την αποκατάσταση των φθορών, που κατά τους ισχυρισμούς της προκάλεσε η εναγόμενη μισθώτρια στο μίσθιο ακίνητο. Και τούτο διότι περιγράφονται γενικά οι φθορές αυτές και δεν προσδιορίζεται η έκτασή τους ή ο αριθμός και το είδος των φθαρμένων υλικών και του εξοπλισμού του μισθίου, ούτε αναφέρονται αναλυτικά κατ΄ είδος, ποσότητα και τιμή μονάδας, τα υλικά και ο ειδικότερος εξοπλισμός που πρέπει να αγοράσει η ενάγουσα, καθώς και οι εργασίες που απαιτούνται, ούτε προσδιορίζεται η απαιτούμενη προς αποκατάσταση κάθε μιας απ΄ αυτές δαπάνη. Συγκεκριμένα, δεν αναφέρει ποιες φθορές υπέστη η κεντρική μονάδα των κλιματιστικών, ώστε να θεωρηθεί ότι έχει υποστεί ολική φθορά και απαιτείται η αντικατάστασή της από νέα, η οποία στοιχίζει 2.500 ευρώ, ούτε αναφέρει ξεχωριστά τις εργασίες και το κόστος κάθε μίας εξ αυτών για την επισκευή των περγκολών (ολική αφαίρεση παλαιάς βαφής, αντικατάσταση σάπιων τμημάτων, βαφή με βερνίκι) και της πισίνας (άδειασμα, βάψιμο και γέμισμα με φρέσκο νερό), καθώς και την αμοιβή της απαιτούμενης κάθε επιμέρους εργασίας, αναφέροντας και το εργατοτεχνικό προσωπικό που θα χρησιμοποιήσει (αριθμό, ειδικότητα προσωπικού). Περαιτέρω, αναφορικά με την επικαλούμενη στην αγωγή θετική ζημία της ενάγουσας, λόγω καταστροφής του επίπλου- «αντίκα», ουδόλως μνημονεύεται η συγκεκριμένα φθορά που η εναγόμενη προκάλεσε στο ως άνω έπιπλο, ώστε να θεωρηθεί ως «καταστροφή», ενώ ο καθορισμός της εμπορικής αξίας αυτού στο ποσό των 3.500 ευρώ, κρίνεται εντελώς αυθαίρετος, αφού δεν περιγράφονται με τρόπο ορισμένο τα γνωρίσματα αυτού που το χαρακτηρίζουν ως «αντίκα». Σύμφωνα όμως και με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής με την οποία ζητείται αποζημίωση για την αποκατάσταση των φθορών που ο μισθωτής προκάλεσε στο μίσθιο, ο εκμισθωτής οφείλει να εκθέσει σ’ αυτό λεπτομερώς τις υφιστάμενες κατ’ είδος και έκταση φθορές προσδιορίζοντας συγκεκριμένα την απαιτούμενη προς αποκατάσταση κάθε φθοράς δαπάνη και μάλιστα χωριστά τη δαπάνη για την αγορά των αναγκαίων υλικών και χωριστά τη δαπάνη για την αμοιβή της απαιτούμενης κάθε επιμέρους εργασίας. Ενόψει των ανωτέρω, οι λόγοι της αντέφεσης της ενάγουσας, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα και δη ότι κατά το παραπάνω μέρος της η αγωγή είναι αρκούντως ορισμένη, είναι απορριπτέοι και συνεπώς και η αντέφεση στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη. Επίσης, το αίτημα περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης είναι μη νόμιμο και απορριπτέο, αφού η επικαλούμενη συμπεριφορά της εναγομένης συνιστά παράβαση των συμβατικών της υποχρεώσεων και δεν συνιστά αδικοπραξία. Επομένως, κατά το μέρος που η αγωγή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ΄ ουσίαν, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το προσήκον δικαστικό ένσημο με τις νόμιμες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (βλ. το υπ΄ αριθμ. ……… e παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων με τη συνημμένη σ΄ αυτό απόδειξη πληρωμής της Alpha Web Banking).

Η εναγόμενη, ήδη εκκαλούσα, με την έφεσή της και  τις προτάσεις που νόμιμα κατέθεσε, συνομολόγησε μεν την κατάρτιση της μίσθωσης και το ύψος του μισθώματος, αρνήθηκε όμως αιτιολογημένα την αγωγή, καθώς και τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια, ως αόριστη, νόμω και ουσία αβάσιμη.

IV.Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με επιμέλεια των διαδίκων και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από τα αποδεικτικά μέσα, που οι διάδικοι προσκόμισαν στο Δικαστήριο προς ενίσχυση των εκατέρωθεν προβαλλόμενων ισχυρισμών τους, από την εκτίμηση των νομίμως και με επίκληση, εκατέρωθεν προσκομιζομένων εγγράφων, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 339, 395 ΚΠολΔ),- οι υπ΄ αριθμ. … και …/24-1-2019 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, που προσκομίζει και επικαλείται η εκκαλούσα και λήφθηκαν στα πλαίσια άλλης δίκης και δη στα πλαίσια της από 18-10-2018 αγωγής της εκκαλούσας κατά της εφεσίβλητης ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, λαμβάνονται υπόψη μόνο για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 5/2020 Τρ.Ν.Πλ. ΝΟΜΟΣ)-  από τα ανεπικύρωτα φωτοαντίγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν (ΑΠ 315/1995 ΕλλΔνη 1996.352, ΕφΛαρ 70/2001 ΕλλΔνη 2004.526), από τις προσκομιζόμενες από τους διαδίκους φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 παρ. I περ. γ’, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), μερικά μάλιστα από τα οποία (έγγραφα), λόγω της ιδιαίτερης σημασίας τους, μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, χωρίς σε καμία περίπτωση να παραγνωρίζεται η αποδεικτική δύναμη των λοιπών, από τους ισχυρισμούς των διαδίκων που ανέπτυξαν με τις έγγραφες προτάσεις τους, από τα εκατέρωθεν συνομολογούμενα κατ’ άρθρο 261 ΚΠολΔ και την εν γένει διαδικασία, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του από 21 Μαΐου 2009 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης, αρμόδια θεωρημένου από τη Δ.Ο.Υ με αριθμό θεώρησης ……/4-5-2010, η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη- αντεκκαλούσα εκμίσθωσε στην εναγομένη, ήδη εκκαλούσα-αντεφεσίβλητη μία μονοκατοικία, αποτελούμενη από τρία (3) υπνοδωμάτια, σαλόνι- κουζίνα και w.c., που βρίσκεται στο …… της Αίγινας, εμβαδού 140 τετραγωνικών μέτρων μετά του περιβάλλοντος αυτή χώρου, για χρονικό διάστημα  από την 1η Ιουνίου 2009 έως  την 31η Μαΐου 2012, για να χρησιμοποιηθεί από την τελευταία ως κατοικία της. Το μηνιαίο μίσθωμα ορίσθηκε στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, καταβλητέο την πρώτη (1η) ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα είτε στην εκμισθώτρια – της καταβολής αυτής αποδεικνυομένης με έγγραφη απόδειξη της εκμισθώτριας ή του νομίμου εκπροσώπου της- είτε σε τραπεζικό λογαριασμό που υπέδειξε η εκμισθώτρια. Μετά τη λήξη της συμβατικής της διάρκειας στις 31-5-2012 δεν συμφωνήθηκε εγγράφως η παράταση της, ούτε συνήφθη νέα μίσθωση, αλλά η εναγόμενη συνέχισε να κάνει χρήση του μισθίου με τη γνώση και τη μη εναντίωση της ενάγουσας-εκμισθώτριας και έτσι ανανεώθηκε η μίσθωση για αόριστο χρόνο, ενώ συμφωνήθηκε προφορικώς  η μείωση του μηνιαίου μισθώματος στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ. Κατά τα λοιπά, οι υπόλοιποι όροι του ιδιωτικού συμφωνητικού διατηρήθηκαν ως είχαν. Η εναγόμενη παρέλαβε το μίσθιο ακίνητο και χρησιμοποιούσε αυτό με την οικογένειά της ως εξοχική κατοικία κατά το διάστημα των θερινών μηνών, καθώς η μόνιμη κατοικία της βρίσκεται στο ….. Αττικής, παρέμεινε δε  στη χρήση του επιδίκου μισθίου μέχρι αρχές Ιουνίου του έτους 2017, οπότε και εγκατέλειψε τούτο (μίσθιο), χωρίς να συντρέχει προς τούτο νόμιμος ή συμβα­τικός λόγος και χωρίς να παραδώσει τα κλειδιά στην ενάγουσα. Η από την εναγομένη αυτό­βουλη και χωρίς προηγούμενη νόμιμη καταγγελία της ένδικης μίσθωσης εγκατάλειψη του μισθίου δεν επέφερε τη λύση της μίσθωσης. Ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι η ένδικη μίσθωση είχε ήδη καταγγελθεί από την εκμισθώτρια από τον Φεβρουάριο του 2017, δυνάμει σχετικής δήλωσης του πληρεξουσίου δικηγόρου της κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας τους, ο οποίος την ενημέρωσε ότι πρέπει να αποχωρήσει από το μίσθιο, διότι τούτο έχει πωληθεί, δεν κρίνεται βάσιμος. Από τα προσκομιζόμενα από την εναγομένη αντίγραφα των γραπτών, μέσω κινητού τηλεφώνου, μηνυμάτων που αντάλλαξε με τον δικηγόρο της ενάγουσας ………, καθώς και με το σύζυγο της ενάγουσας, ………, προκύπτει ότι η εναγόμενη ανέφερε στον δικηγόρο …… . στις 10-3-2017 ότι «τέλος του μήνα αφήνω το σπίτι», στις 22-5-2017, στις 24-5-2017, στις 12-6-2017, 20-6-2017 ότι «το σπίτι της Αίγινας είναι άδειο. Πείτε μου που να σας στείλω τα κλειδιά», στις 14-7-2017 «δεν έχω καταλάβει τι πρέπει να γίνει με το κλειδί του σπιτιού. Είναι η τελευταία φορά που ενοχλώ αν το θέλετε πάρτε το αλλιώς βγάλετε καινούρια κλειδαριά» και την 1-10-2018 «έχω ενοχλήσει επανειλημμένες φορές για τα κλειδιά του σπιτιού της Αίγινας. Δεν έχω καταλάβει γιατί υπάρχει τόσο καθυστέρηση…», ενώ στις 7-6-2017 στον ……. ότι « ..έχω πάρει το δικηγόρο πολλές φορές το σπίτι είναι άδειο εδώ και καιρό να σας δώσω τα κλειδιά». Ωστόσο, δεν αποδείχθηκε τόσο ότι υπήρξε καταγγελία της μίσθωσης εκ μέρους της εκμισθώτριας, μέσω του πληρεξουσίου δικηγόρου της, σε τηλεφωνική επικοινωνία με τη μισθώτρια, αλλά ούτε ότι ο δικηγόρος ………. ή ο σύζυγός της  εκπροσωπούσαν με οποιοδήποτε τρόπο την εκμισθώτρια ή ενεργούσαν κατ΄ εξουσιοδότηση ή κατ΄ εντολή αυτής. Συνεπώς, εφόσον δεν υπήρξε νόμιμη καταγγελία της μίσθωσης από την εναγομένη, η επίδικη σύμβαση μίσθωσης εξακολουθούσε να είναι ενεργή μέχρι και τον Ιούνιο του έτους 2018.           Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εναγόμενη, παρά τις συνεχείς οχλήσεις και διαμαρτυρίες της ενάγουσας, δεν έχει καταβάλει τα μισθώματα των μηνών του χρονικού διαστήματος από Μάρτιο του έτους 2016 έως και Μάϊο 2017, συνολικού ποσού 10.500 ευρώ (700 ευρώ Χ 15 μήνες). Τούτο προκύπτει ιδίως από την προσκομιζόμενη από 21-1-2019 αναλυτική κατάσταση κίνησης του καταθετικού λογαριασμού της ενάγουσας με αριθμό …….. στην Εθνική Τράπεζα, η οποία άρχεται από το μήνα Απρίλιο του 2014, κατά τον οποίο η εναγόμενη κατέβαλε το μίσθωμα του μηνός Απριλίου 2014. Στη συνέχεια, προκύπτει καθυστερημένη καταβολή των μισθωμάτων, λόγω δε της καθυστέρησης αυτής, η πληρωμή κάθε φορά του μισθώματος δεν αφορούσε το μήνα καταβολής ,αλλά προηγούμενους οφειλόμενους μήνες. Συγκεκριμένα, η καταβολή το μήνα Απρίλιο 2016 (700 ευρώ) αφορούσε το μίσθωμα του μηνός Ιουλίου 2015, η καταβολή το μήνα Ιούνιο του 2016 (700 ευρώ) αφορούσε το μίσθωμα του μηνός Αυγούστου 2015, η καταβολή το μήνα Αύγουστο του 2016 (700 ευρώ) αφορούσε το μίσθωμα του μηνός Σεπτεμβρίου 2015, η καταβολή το μήνα Σεπτέμβριο του 2016 (1.400 ευρώ) αφορούσε τα μισθώματα των μηνών Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2015, η καταβολή το μήνα Δεκέμβριο του 2016 (1.400 ευρώ) αφορούσε τα μισθώματα των μηνών Δεκεμβρίου 2015 και Ιανουαρίου του 2016, η καταβολή το μήνα Μάρτιο του 2017 (700 ευρώ) αφορούσε το μίσθωμα του μηνός Φεβρουαρίου 2016. ΟΙ  καταβολές των παραπάνω χρηματικών ποσών για μισθώματα  αποδεικνύονται και ταυτίζονται πλήρως με αυτές που προκύπτουν από τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη αποδείξεις είσπραξης της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος και τις αποδείξεις συναλλαγής- μεταφοράς σε άλλη τράπεζα της Eurobank Ergasias A.E..Άλλα χρηματικά ποσά για μισθώματα δεν αποδείχθηκε ότι κατέθεσε η εναγόμενη, ούτε ότι υπήρξε συμψηφισμός με δαπάνες που πραγματοποίησε στο μίσθιο ακίνητο, όπως απαραδέκτως και αορίστως  ισχυρίζεται με την προσθήκη των προτάσεών της. Επιπλέον, λόγω της αυτόβουλης εκκένωσης, χωρίς καταγγελία, του μισθίου, η οποία, ως ελέχθη ανωτέρω, δεν επέφερε τη λύση της μίσθωσης, η εναγόμενη, είναι υποχρεωμένη να καταβάλει τα μισθώματα του χρονικού διαστήματος από Ιούνιο 2017 έως και Ιούνιο 2018, συνολικού ποσού 9.100 ευρώ (700 ευρώ Χ 13 μήνες), έστω και αν δεν έκανε χρήση του μισθίου για λόγους που αφορούσαν την ίδια, ενόψει του ότι το μίσθωμα καταβάλλεται όχι για την πραγματική χρήση του μισθίου, αλλά για την παρεχόμενη δυνατότητα άσκησης της χρήσης, την οποία παρέχει ο εκμισθω­τής (ΑΠ 585/1997 Δνη 1998.113, ΕφΔωδ 90/2005 αδημ., ΕφΑΘ 280/2005 ΕΔΠολ 2005. 371, ΕφΛαρ 669/2004 Δικογρ 2005. 105, ΕφΠατρ 165/2004 ΑχαΝομ 2005.529, ΕφΑΘ 9482/2000 ΕΔΠολ 2004. 161). Δη­λαδή, η εναγόμενη οφείλει στην ενάγουσα για καθυστερούμενα μισθώματα το συνο­λικό ποσό των (10.500 + 9.100 =) 19.600 ευρώ.Περαιτέρω, σύμφωνα με τον 6β όρο της σύμβασης μίσθωσης, «η μισθώτρια υποχρεούται να καταβάλλει τη δαπάνη καταναλώσεως ύδατος που αντιστοιχεί στο μίσθιο καθώς και πάσα άλλη δαπάνη που βαρύνει και αφορά το μίσθιο, ως και πάντα φόρο δημοτικό που βαρύνει κατά νόμο ή συνήθως αποκλειστικά την μισθώτρια». Κατά το χρονικό διάστημα από 1η Ιουνίου του 2009 έως 31 Ιουνίου του 2017, το οφειλόμενο ποσό στο Δήμο Αίγινας για κατανάλωση ύδατος στο μίσθιο ακίνητο που βαρύνει, κατά τη σύμβαση μίσθωσης, την εναγομένη, σύμφωνα με τις αναλυτικές καταστάσεις οφειλών παροχής ύδρευσης του ως άνω Δήμου για τον κωδικό παροχής ……. και αριθμό υδρόμετρου ……., τις οποίες προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, ανέρχεται σε 4.310,79 ευρώ. Από το ανωτέρω οφειλόμενο ποσό η εναγόμενη κατέβαλε στις 26-2-2015 ποσό 400 ευρώ, στις 2-3-2015 ποσό 400 ευρώ και εν συνεχεία, κατόπιν ρύθμισης που πραγματοποίησε με το Δήμο Αίγινας στις 5-5-2015  για ποσό 3.476,30 ευρώ σε 20 δόσεις, κατέβαλε, στις 8-6-2015 ποσό 194,09 ευρώ, στις 21-7-2015 188,40 ευρώ, στις 18-8-2015 187,29 ευρώ, στις 22-9-2015 187,29 ευρώ, στις 28-1-2016 1.400 ευρώ, στις 31-5-2016 181,20 ευρώ, στις 1-7-2016 178,41 ευρώ, στις 3-8-2016 177,29 ευρώ, στις 2-9-2016 172,92 ευρώ και στις 28-11-2016 176,42 ευρώ (βλ. τις προσκομιζόμενες αποδείξεις καταβολής των ως άνω ποσών της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και της τράπεζας Eurobank Ergasias Α.Ε.). Συνολικά, κατέβαλε για την ως άνω αιτία 3.843,17 ευρώ και οφείλει το ποσό των (4.310,79-3.843,17=) 467,62 ευρώ. Επιπλέον, για το χρονικό διάστημα από 1η Ιουλίου 2017, δηλαδή από την ημέρα εγκατάλειψης του μισθίου έως 31-4-2018, οφείλει στο Δήμο Αίγινας για την παροχή ύδρευσης στο μίσθιο ακίνητο το ποσό των 88,96 ευρώ (βλ. την προσκομιζόμενη κατάσταση οφειλών της παροχής ύδρευσης για το ανωτέρω χρονικό διάστημα).    V.  Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω αποδειχθέντων, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 20.156,58 ευρώ (19.600+467.62+88,96), εκ των οποίων: α) ποσό 19.600 ευρώ για οφειλόμενα μισθώματα, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μίσθωμα κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ήτοι από τη δεύτερη (2η) ημέρα εκάστου μισθωτικού μήνα και β) ποσό 556,58 ευρώ (467.62+88,96) για ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς ύδρευσης του Δήμου Αίγινας, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης – ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ηττηθείσας εναγομένης – εκκαλούσας, μειωμένα όμως κατά την έκταση της ήττας της (άρθρα 106, 178, 183, 191 παρ. 2ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων : α) την από 29-11-2018 (αρ.εκθ.κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./29-11-2018) έφεση της εκκαλούσας- εναγομένης και  β) την από 11-11-2019 (αρ.εκθ.κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019) αντέφεση της εφεσίβλητης- ενάγουσας κατά της υπ’ αρ. 5052/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  (διαδικασία περιουσιακών- μισθωτικών διαφορών), που εκδόθηκε ερήμην της εκκαλούσας- εναγομένης.

Δέχεται τυπικά την έφεση και την αντέφεση.

Απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την αντέφεση.

Δέχεται κατ΄ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση.

Διατάσσει την απόδοση στην εκκαλούσα του παραβόλου, που μνημονεύεται στο σκεπτικό.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 17-7-2018 (αριθμ. κατ. ……../2018)  αγωγής της εφεσίβλητης- ενάγουσας.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε ως απορριπτέο.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει την εκκαλούσα- εναγομένη να καταβάλει στην εφεσίβλητη- ενάγουσα το συνολικό ποσό των είκοσι χιλιάδων εκατόν πενήντα έξι ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών (20.156,58€), εκ των οποίων α) ποσό δέκα εννέα χιλιάδων εξακοσίων (19.600) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μίσθωμα κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ήτοι από τη δεύτερη ημέρα εκάστου μισθωτικού μηνός και  β) ποσό πεντακοσίων πενήντα έξι ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών (556,58), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει την εκκαλούσα- εναγομένη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης- ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε χίλια τριακόσια (1.300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  15 Ιανουαρίου  2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ