Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 30/2021

Αριθμός    30 /2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Δ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η κρινόμενη από 4-1-2016 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ.  …./5-1-2016 έφεση του ηττηθέντος πρωτοδίκως ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος κατά της υπ’ αριθμ. 1619/2015 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε επί της αναφερόμενης παρακάτω ένδικης αγωγής κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά τη διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρ. 663-676 Κ.Πολ.Δ.), αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθρ. 19 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 2 το άρθρου 4 του ν.3994/2011), έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι από την επίδοση της απόφασης την 7-12-2015 (βλ. την επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………… που καταγράφηκε επί του αντιγράφου αυτής) έως την άσκηση εφέσεως την 5-1-2016 δεν παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 30 ημερών (άρθρ. 495 παρ.1, 498,  511, 513 παρ.1, 516 παρ.1, 517,  518 παρ. 1, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015  και 591 παρ.1 Κ.Πολ.Δ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρ.533 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.).

Με την από 4-8-2014  και υπ’ αριθμ. εκθεσ. καταθ. ………/4-8-2014 αγωγή, που άσκησε  ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ο ενάγων εκκαλών ισχυρίσθηκε τα εξής κατ΄ ορθή  εκτίμηση του περιεχομένου της: Προσλήφθηκε από την εναγόμενη εταιρεία και ήδη εφεσίβλητη, στις 7-9-1998, με  σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, για να παρέχει τις υπηρεσίες του ως υπεύθυνος λογιστηρίου και από το έτος 2008 και ως οικονομικός διευθυντής, με τα καθήκοντα που περιγράφονται στην αγωγή και παράλληλα με τις αναφερόμενες αποφάσεις του Δ.Σ. της εναγομένης τα έτη 2010 και 2013 του ανατέθηκαν, από κοινού με μέλη του Δ.Σ., εξουσίες εκπροσώπησης και διαχείρισης των κεφαλαίων της. Αν και  δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα στην εκτέλεση της εργασίας του, η εναγόμενη την 15-5-2014 τον απέλυσε. Η καταγγελία της εργασιακής του συμβάσεως είναι άκυρη α) ως καταχρηστική, διότι έγινε από λόγους εχθρότητας και  εμπάθειας προς το πρόσωπό του,  επειδή πίεζε τον Πρόεδρο του Δ.Σ. και Διευθύνοντα Σύμβουλο της εναγομένης να δώσει εξηγήσεις για τις αναλήψεις των μετρητών που έκανε από το ταμείο της εταιρείας και επειδή   διαμαρτυρήθηκε για τη διακριτική μεταχείριση αυτού και άλλων συναδέλφων του, οι οποίοι παρέμειναν απλήρωτοι για μήνες, ενώ σε άλλους συναδέλφους του καταβάλλονταν κανονικά οι μηνιαίες αποδοχές του και ακόμη τους δίνονταν προκαταβολές για τους επόμενους μήνες, β) διότι η εναγόμενη, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, προέβη στο έσχατο μέτρο της απόλυσης, ενώ θα μπορούσε να λάβει εις βάρος του ηπιότερα μέτρα, κατά τα ειδικότερα στην αγωγή αναφερόμενα και γ) του καταβλήθηκε μειωμένη αποζημίωση απόλυσης. Με βάση το παραπάνω περιεχόμενο της αγωγής και  μετά τον παραδεκτό περιορισμό των αιτουμένων ποσών και τον εν μέρει περιορισμό  του αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ο ενάγων ζήτησε να αναγνωριστεί η ακυρότητα της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας του, να υποχρεωθεί η εναγόμενη, επ’ απειλή χρηματικής ποινής, να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του και να τον απασχολεί στο μέλλον με τους αυτούς μισθολογικούς και εν γένει εργασιακούς όρους ως και προ της 15-5-2014,  να υποχρεωθεί  η εναγόμενη να του καταβάλει α) το ποσό  των  17.550 ευρώ για μισθούς υπερημερίας (3.900 ευρώ μικτές μηνιαίες αποδοχές), από 15-5-2014 έως 31-12-2015,  άλλως σε περίπτωση που κριθεί ότι οι μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 2.900 ευρώ, να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει για την ως άνω αιτία το ποσό των 13.050 ευρώ, β) να αναγνωρισθεί ότι η εναγόμενη του οφείλει το ποσό των 16.000 ευρώ, εκ του οποίου να του καταβάλει το ποσό των 2.000 ευρώ, για διαφορές μεταξύ των νομίμων και των καταβληθεισών αποδοχών από 1-4-2013 έως 15-5-2014 και διαφορές επιδόματος  Πάσχα και Χριστουγέννων και επιδόματος αδείας του έτους 2013 και επιδόματος Πάσχα του έτους 2014, με το νόμιμο τόκο, όλων των ως άνω ποσών, από την ημερομηνία που κατέστη απαιτητό κάθε επί μέρους ποσό, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση και γ) το ποσό των 15.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προσβολή της προσωπικότητάς του, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, άλλως σε περίπτωση που κριθεί νόμιμη η ως άνω καταγγελία, να αναγνωρισθεί ότι του οφείλει τα ως άνω ποσά για τις ως άνω αιτίες, εκ των οποίων να του καταβάλει τα προαναφερόμενα ποσά, πλην των μισθών υπερημερίας, καθώς και το υπόλοιπο αποζημίωσης απόλυσης, ποσού 38.450 ευρώ, εκ του οποίου να του καταβάλει το ποσό των 17.550 ευρώ, με το νόμιμο τόκο όπως παραπάνω. Επίσης, ο ενάγων ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στα δικαστικά του έξοδα.  Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και καταδίκασε τον ενάγοντα στα δικαστικά έξοδα της εναγομένης. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την υπό κρίση έφεση o εκκαλών για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτή και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, προκειμένου να  γίνει δεκτή η αγωγή.

Από τα άρθρα 669 παρ. 2 Α.Κ., 1 του Ν.2112/1920 και 1 και 5 του Ν. 3198/1955 προκύπτει ότι η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία και συνεπώς το κύρος αυτής δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή την ελαττωματικότητα της αιτίας για την οποία έγινε, αλλά αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και του εργαζόμενου. Η άσκηση όμως του δικαιώματος αυτού, όπως και κάθε δικαιώματος, υπόκειται στον περιορισμό του άρθρου 281 Α.Κ., δηλαδή της μη υπερβάσεως των ορίων που επιβάλλει η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, η υπέρβαση δε των ορίων αυτών καθιστά άκυρη την καταγγελία, σύμφωνα με τα άρθρα 174 και 180 Α.Κ. Εξάλλου η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας από τον εργοδότη είναι άκυρη ως καταχρηστική, όταν υπαγορεύεται από ταπεινά ελατήρια που δεν εξυπηρετούν το σκοπό του δικαιώματος, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις που η καταγγελία οφείλεται σε εμπάθεια, μίσος ή έχθρα ή σε λόγους εκδικήσεως συνεπεία προηγηθείσας νόμιμης αλλά μη αρεστής στον εργοδότη συμπεριφοράς του εργαζόμενου ή όταν γίνεται για οικονομικοτεχνικούς λόγους, δηλαδή για την αναδιοργάνωση της επιχειρήσεως του εργοδότη που καθιστά αναγκαία τη μείωση του προσωπικού, αλλά δεν έγινε επιλογή των απολυομένων με αντικειμενικά κριτήρια (υπηρεσιακά ή κοινωνικά). Δεν υπάρχει, όμως, περίπτωση καταχρηστικής καταγγελίας, όταν δεν υπάρχει γι΄αυτή κάποια αιτία, αφού, ενόψει των όσων εκτέθηκαν για τον αναιτιώδη χαρακτήρα της καταγγελίας και την άσκηση αυτής καθ΄υπέρβαση των ορίων του άρθρου 281 Α.Κ., για να θεωρηθεί η καταγγελία άκυρη ως καταχρηστική, δεν αρκεί ότι οι λόγοι που επικαλέστηκε γι΄αυτή ο εργοδότης είναι αναληθείς ή ότι δεν υπήρξε εμφανής αιτία. Αντίθετα ο εργαζόμενος πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει συγκεκριμένους λόγους, εξαιτίας των οποίων η άσκηση του σχετικού δικαιώματος του εργοδότη υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλει το άρθρο 281 Α.Κ. Αν, λοιπόν, δεν αποδειχθούν τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προβλήθηκαν από τον απολυθέντα μισθωτό προς θεμελίωση του καταχρηστικού χαρακτήρα της απολύσεώς του, ο υπό του άρθρου 281 του Α.Κ. ισχυρισμός του απορρίπτεται κατ΄ουσίαν, χωρίς να χρειάζεται να ερευνηθούν και να καθοριστούν τα πραγματικά κίνητρα της καταγγελίας (Α.Π. 429/2016, Α.Π. 22/2014, Α.Π. 809/2014, Α.Π. 1694/2012, Α.Π. 414/2008, Α.Π. 341/2008, Α.Π. 561/2007, Α.Π. 280/2007). Εξάλλου προφανής υπέρβαση των ορίων της καλής πίστεως και των χρηστών (συν/κών) ηθών συντρέχει και σε περίπτωση παράβασης της αρχής της αναλογικότητας (με τη μερικότερη έκφανσή της ότι τα επαχθέστερα μέτρα αποτελούν έσχατη λύση-ULTIMA RATIO), που εξειδικεύει την τηρητέα καλή πίστη, όταν από τα περιστατικά της συγκεκριμένης περίπτωσης προκύπτει πως η αποκατάσταση της έννομης τάξης στην επιχείρηση και η ικανοποίηση των συμφερόντων του εργοδότη μπορούσε αποτελεσματικά να εξασφαλιστεί με την επιβολή ηπιότερων μέτρων (επιβολή ανάλογης πειθαρχικής ποινής, μετάθεση, ανάθεση άλλων καθηκόντων), ώστε να διαφυλάσσεται παράλληλα και το συμφέρον του μισθωτού στη διατήρηση της εργασίας του, ως μέσον βιοπορισμού και ανάπτυξης της επαγγελματικής και προσωπικής υπόστασής του (Ζερδελή Καταγγελία Σύμβασης Εργασίας σελ. 148, Α.Π. 380/2000 ΔΕΝ 57.15, Α.Π. 520/1998 ΔΕΝ 56.15).

Στην εξεταζόμενη υπόθεση, από τις καταθέσεις των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ενόρκως στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδριάσεως αυτού, τα έγγραφα τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, την υπ’ αριθμ. …../10-10-2014 ένορκη βεβαίωση, που ελήφθη, με επιμέλεια του ενάγοντος, εντός της κατ΄άρθρ. 591 παρ. 1γ’ Κ.Πολ.Δ., όπως ίσχυε πριν το Ν. 4335/2015, προθεσμίας,  μετά από σχετική κλήση της εναγόμενης, με προφορική δήλωση του ενάγοντος που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, και τις υπ’ αριθμ…../6-10-2014, …./6-10-2014 και ……/6-10-2014 ένορκες βεβαιώσεις, που ελήφθησαν, με επιμέλεια της εναγομένης, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……, κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως του ενάγοντος (βλ. υπ΄αριθμ. …../1-10-2014 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….), των υπ’ αριθμ. …., …. και …../10-10-2014 ενόρκων βεβαιώσεων, που αναφέρονται στην εκκαλουμένη απόφαση, μη προσκομιζομένων από την εναγόμενη, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εναγόμενη εταιρεία με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στον Πειραιά και επί της οδού ………, ιδρύθηκε το έτος 1919 και, έκτοτε μέχρι και σήμερα, δραστηριοποιείται στον τομέα επιθεώρησης και κατάταξης των υπό ελληνική ή ξένη σημαία πλοίων, την εκπόνηση και έγκριση μελετών, την έκδοση πιστοποιητικών κατ’ εξουσιοδότηση Κυβερνήσεων ή Οργανισμών σύμφωνα με τις Διεθνείς Συμβάσεις ή την κατά τόπους νομοθεσία ή τους κανονισμούς των ανωτέρω φορέων, την εκπόνηση, έλεγχο και έγκριση σχεδίων και μελετών πλοίων, πλοιαρίων και πλωτών ναυπηγημάτων, την εποπτεία, επιθεώρηση και έλεγχο, παρακολούθηση και δοκιμή κατασκευών, μετασκευών και επισκευών πλοίων, περιοδικές η μη επιθεωρήσεις για τη διατήρηση της κλάσης Ελληνικού Νηογνώμονα πλοίων, πλοιαρίων και πλωτών ναυπηγημάτων κάθε τύπου, καθώς και την επιθεώρηση, εποπτεία, έλεγχο, δοκιμή και πιστοποίηση της καταστάσεως πλοίων, έχοντας από την ίδρυσή της αναπτύξει διεθνές δίκτυο επιθεωρητών αποκλειστικής απασχόλησης, εξυπηρετώντας τη διεθνή ναυτιλιακή και βιομηχανική κοινότητα, προσφέροντας πληθώρα υπηρεσιών πιστοποίησης. Μάλιστα, για πολλά έτη κατείχε ηγετικό ρόλο στην έρευνα και την ανάπτυξη της ναυτιλιακής βιομηχανίας, καθώς έχει συμμετάσχει σε αρκετά ερευνητικά προγράμματα, σε συνεργασία με ελληνικά και ξένα ιδρύματα, ενώ κατά καιρούς έχει υπογράψει επίσης συμφωνίες με τους σημαντικότερους διεθνείς νηογνώμονες, για την αμοιβαία εκπροσώπηση και ανταλλαγή τεχνολογίας. Από το 1992 μέχρι και το έτος 2008, μέρος του μετοχικού κεφαλαίου της εναγομένης κατείχε ο …………., ο οποίος επί σειρά ετών είχε και την ιδιότητα του τεχνικού και, κατόπιν, του διοικητικού διευθυντή αυτής. Όμως, το έτος 2008, μετά το θάνατό του, μέχρι και την 20-12-2013, βασική μέτοχος της εναγομένης ήταν η ………, που από 23-11-2012, κατείχε ποσοστό 70,15% του μετοχικού κεφαλαίου της εναγομένης, ενώ στις 6-2-2013, κατόπιν αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της τάξης των 200.000 ευρώ, η συμμετοχή της στο μετοχικό κεφάλαιο της εναγομένης εταιρείας ανήλθε σε ποσοστό 92,10%. Ο ενάγων, ο οποίος είναι πτυχιούχος του τμήματος Οικονομικών Επιστημών της Α.Σ.Ο.Ε.Ε., έχοντας ήδη 15ετή προϋπηρεσία στην παροχή λογιστικών υπηρεσιών σε άλλες εταιρίες,  προσλήφθηκε από την εναγόμενη στις 7-9-1998, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου,  προκειμένου να απασχοληθεί, με το σύστημα της πενθήμερης εργασίας ως Υπεύθυνος του λογιστηρίου της, στο οποίο απασχολούνταν ως βοηθοί λογιστές ο ………. και ……….., των οποίων  προΐστατο, έναντι μηνιαίου μισθού 800.000 δρχ. Τα κύρια καθήκοντά του  συνίσταντο στη διενέργεια και έλεγχο των λογιστικών εγγραφών και παραστατικών της εναγομένης, στο συντονισμό και την ιεράρχηση των εργασιών του τμήματος λογιστηρίου, στη σύνταξη ισολογισμών, στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων (φόρου εισοδήματος, ΦΠΑ, φόρου ακίνητης περιουσίας κλπ), στη συνεργασία με ορκωτούς ελεγκτές, στη συνεννόηση και διεκπεραίωση των αναγκαίων λογιστικών και φορολογικών εργασιών στις αρμόδιες υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ., ταμεία ασφάλισης προσωπικού κ.λ.π.), στην εκκαθάριση της μισθοδοσίας, στην παρακολούθηση της εξέλιξης των οικονομικών στοιχείων της εναγομένης, στην εκπόνηση οικονομικών μελετών και στην παροχή σχετικών αναφορών στη Διοίκηση της εναγόμενης. Από της προσλήψεώς του ο ενάγων παρείχε τις υπηρεσίες του στην εναγόμενη, πραγματοποιώντας συστηματικά εργασία πέραν του οκταώρου, καθώς και Σάββατα και Κυριακές, εξαιτίας δε της αποδοτικότητας και του ζήλου που επεδείκνυε, στο τέλος του 2008, η εναγομένη του ανέθεσε πρόσθετα καθήκοντα, επιφορτίζοντάς τον με την παρακολούθηση των παρουσιών των εργαζομένων και την τήρηση του ωραρίου, την κατάστρωση της μισθοδοσίας των εργαζόμενων, την προμήθεια της εταιρείας με υλικά ή υπηρεσίες απαραίτητες για τη λειτουργία της, τη διενέργεια των απαραίτητων επισκευών και εργασιών συντήρησης της εταιρείας, καθώς και την εποπτεία των εξωτερικών συνεργατών-αντιπροσώπων, με τους οποίους συνεργαζόταν η εναγομένη για τη διενέργεια πιστοποιήσεων στους διάφορους λιμένες της χώρας. Επιπλέον, δυνάμει του από 9-12-2010 πρακτικού του Δ.Σ. της εναγομένης (ΦΕΚ ΑΕ- ΕΠΕ 14299/20-12-2010) αποφασίστηκε η ανάθεση σε μέλη του ΔΣ, από κοινού ή χωριστά ο καθένας, από κοινού μαζί με τον ενάγοντα ή το συνάδελφό του, ………., όπως με την υπογραφή αυτών, εκπροσωπούν και δεσμεύουν την εταιρεία ενώπιον παντός διεθνούς Οργανισμού, Ασφαλιστικής Εταιρείας, Οργανισμούς και Εταιρείες Κοινής Ωφέλειας και να τοποθετούν τα διαθέσιμα κεφάλαια της εταιρείας σε προθεσμιακούς και μη λογαριασμούς, να πωλούν και αγοράσουν συνάλλαγμα, αγοράζουν εταιρικά μερίδια, μετοχές εταιρειών εισηγμένων ή μη στο χρηματιστήριο, πωλούν μετοχές εταιρειών που έχει η εταιρεία στο χαρτοφυλάκιο της και εταιρικών μεριδίων, δεσμεύουν μετοχές του χαρτοφυλακίου της εταιρείας, αγοράζουν ή πωλούν κρατικά ή τραπεζικά και άλλα ομόλογα και χρεόγραφα γενικώς, ορίζουν και αλλάζουν χειριστές κεφαλαίων και μετοχών μέρους ή όλου του χαρτοφυλακίου της εταιρείας, εγκρίνουν έξοδα και αγορές της εταιρείας που αφορούν ποσά άνω των 20.000 ευρώ, καθώς και να τοποθετούν και διορίζουν πληρεξουσίου δικηγόρους, υπογράφουν συμβάσεις με φυσικά ή νομικά πρόσωπα και αυτό ενδεικτικά και όχι περιοριστικά. Επίσης με τα από  27-1-2011 πρακτικό του ΔΣ της εναγομένης (ΦΕΚ 2031/14-4-2011), ανατέθηκε σε δυο μέλη του Δ.Σ. από κοινού ή ο καθένας χωριστά, από κοινού μαζί με τον ενάγοντα ή το συνάδελφό του ………., με την υπογραφή αυτών να καταρτίζουν συμβάσεις με τράπεζες και πιστωτικούς οργανισμούς, για το άνοιγμα ή το κλείσιμο λογαριασμών, την ανάληψη ή την αποστολή χρημάτων μέσω εμβάσματος, την έκδοση τραπεζικών ή μη επιταγών, την έκδοση εγγυητικών επιστολών, τη σύναψη δανείων και χορήγηση εγγυήσεων σε πιστωτικά ιδρύματα. Ωστόσο, τα ως άνω πρόσθετα καθήκοντα που ανατέθηκαν στον ενάγοντα από το έτος 2009 και εντεύθεν, όπως περιγράφονται ανωτέρω, ως εκ του είδους τους, δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της θέσης του Οικονομικού Διευθυντή, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων, καθόσον στη θέση αυτή προσιδιάζουν καθήκοντα κυρίως στον τομέα της ανάλυσης των οικονομικών στοιχείων της εταιρίας και οικονομικού προγραμματισμού αυτής, όπως α) η παρακολούθηση και ανάλυση των ταμειακών ροών και πρόβλεψη των μελλοντικών τάσεων β) η ανάλυση λογιστικών και φορολογικών αλλαγών και παροχή σχετικών συμβουλών προς την Διοίκηση, γ) η διαμόρφωση στρατηγικών και μακροχρονίων επιχειρηματικών σχεδίων, δ) η διερεύνηση και αναφορά των παραγόντων που επηρεάζουν την απόδοση της επιχείρησης, στ) η ανάλυση των ανταγωνιστών και τάσεων της αγοράς, ε) η ανάπτυξη μηχανισμών οικονομικής διαχείρισης που ελαχιστοποιούν τον οικονομικό κίνδυνο, στ) η διεξαγωγή ελέγχων και αξιολογήσεων για τη μείωση του κόστους, στ) η οικονομική διαχείριση και παρακολούθηση πληροφοριακών συστημάτων, ζ) η συνεργασία με εσωτερικούς και εξωτερικούς ελεγκτές, προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή αξιολόγηση της εταιρείας και η τήρηση των διαδικασιών, η) η ανάπτυξη εξωτερικών σχέσεων με κατάλληλες επαφές, θ) η προετοιμασία αξιόπιστων οικονομικών εκθέσεων σε συγκεκριμένες προθεσμίες, ι) η προετοιμασία και διαχείριση προϋπολογισμών, ια) η αναζήτηση νέων πηγών χρηματοδότησης για την κάλυψη των δανειακών και άλλων χρηματοδοτικών αναγκών της εταιρείας, ιβ) η επίβλεψη, εκπαίδευση και αξιολόγηση του προσωπικού του τμήματος, ενώ το γεγονός ότι ο ενάγων αναφέρεται μόνο ως Προϊστάμενος Λογιστηρίου (accounting department supervisor) στον κατάλογο (directory) της εναγομένης του 2009 και ως Οικονομικός διευθυντής (finance division director) και προϊστάμενος λογιστηρίου (accounting department supervisor) στους καταλόγους της εναγόμενης του 2010, 2011 και 2012, δεν αρκεί από μόνο του για να του προσδώσει την εν λόγω υπηρεσιακή ιδιότητα. Περαιτέρω, από το μήνα  Αύγουστο του έτους 2010, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έπαυσε να αναγνωρίζει την εναγομένη, με αποτέλεσμα η τελευταία να περιέλθει σε δυσχερή οικονομική θέση, διότι απώλεσε μεγάλο μέρος της πελατείας της, δημιουργήθηκαν δε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τρίτους, Δημόσιο και ΙΚΑ, ενώ είχαν συσσωρευτεί και υποχρεώσεις προς τους εργαζόμενους, λόγω μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών πολλών μηνών. Ενόψει αυτής της οικονομικής κατάστασης της εναγομένης, οι μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, που στις αρχές του έτους 2012 ανέρχονταν σε 4.400 ευρώ, μετά από έγγραφη τροποποίηση της σύμβασης εργασίας του, από 4-4-2012, μειώθηκαν σε 2.904,40 ευρώ, με ρητή πρόβλεψη στο έγγραφο της τροποποίησης, ότι στις 31-3-2013 τα μέρη θα διαπραγματεύονταν εκ νέου το ύψος των μηνιαίων αποδοχών του (βλ. αντίγραφο της από 4-4-2012 τροποποίησης σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου), ενώ ανάλογες μειώσεις μηνιαίων αποδοχών έγιναν και σε άλλους υπαλλήλους της εναγομένης. Προκειμένου να αντιμετωπίσει τη δυσμενή οικονομική κατάσταση, στην οποία είχε περιέλθει η εναγόμενη, αναζήτησε επενδυτή, που θα έφερνε κεφάλαια και για το λόγο αυτό κατέστη αναγκαία η εκπόνηση νέου επιχειρησιακού σχεδίου, σύνταξη προϋπολογισμών, διαμόρφωση, επεξεργασία και προβλέψεις στοιχείων και ανάλυση μεγεθών της αγοράς και των οικονομικών μεγεθών, δηλαδή οικονομικός προγραμματισμός, ενώ, προκειμένου να ενημερώνονται οι πιθανοί επενδυτές για τα οικονομικά και εμπορικά δεδομένα της επιχείρησης, τα οικονομικά στοιχεία (ισοζύγιο, ισολογισμός, ανάλυση παγίων, άυλες αξίες, συμβάσεις προσωπικού, συμβάσεις με εξωτερικούς συνεργάτες και αντιπροσώπους, πλήρη ανάλυση μισθοδοσίας, ανάλυση ρίσκου), θα έπρεπε να καταρτισθούν στην αγγλική γλώσσα, για να μπορούν να καταστούν γνωστά στους επενδυτές ή μετόχους του εξωτερικού. Την εκπόνηση του νέου επιχειρησιακού σχεδίου ανέθεσε η εναγόμενη κατά το έτος το 2011 στον …………, τον οποίο στις 2-11-2012 προσέλαβε ως οικονομικό σύμβουλο, αναθέτοντας σε αυτόν καθήκοντα πραγματοποίησης αναλύσεων των οικονομικών στοιχείων και προϋπολογισμών προς τη διοίκηση. Στα ίδια αυτά πλαίσια, της αναζήτησης του νέου επενδυτή, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2012, η εναγόμενη, με απόφαση της Γενικής της Συνέλευσης και του Διοικητικού της Συμβουλίου, όρισε νέο Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο, το …………, ο οποίος διέθετε μακρόχρονη εμπειρία ως επικεφαλής μεγάλων επιχειρήσεων του Δημοσίου και του ιδιωτικού Τομέα (Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος στην Ολυμπιακή Αεροπορία και στις Θυγατρικές του Ομίλου, Διοικητής της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας), προκειμένου να συνδράμει με το διεθνές του κύρος, τις γνώσεις και την εμπειρία του στο έργο της ανάκτησης της αξιοπιστίας της εναγομένης και ανέθεσε σε αυτόν όλες τις αρμοδιότητες σχετικά με τη διαχείριση των οικονομικών θεμάτων και των θεμάτων προσωπικού και ειδικότερα, ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος να δίνει εντολές πληρωμής για λογαριασμό της εταιρίας και να διαχειρίζεται την εταιρική περιουσία, να χειρίζεται όλα τα θέματα του προσωπικού της εναγομένης, να χορηγεί αποζημιώσεις στο προσωπικό, να υπογράφει εντολές για ανάληψη, κατάθεση και αποστολή χρημάτων, να υπογράφει εντολές και/ή επιταγές εκδόσεως της εναγομένης για την πληρωμή της μισθοδοσίας της, καθώς και την πληρωμή των εργοδοτικών εισφορών σε ασφαλιστικά ταμεία. Τελικά, η αναζήτηση νέου επενδυτή ολοκληρώθηκε στις 20-12-2013, με τη μεταβίβαση της πλειοψηφίας των μετοχών στον …………., ο οποίος ενίσχυσε κεφαλαιακά την εναγομένη εταιρεία και κατέχει σήμερα ποσοστό  85% του μετοχικού κεφαλαίου της (βλ. το από 20-12-2013 συμφωνητικό πώλησης και μεταβίβασης 231.200 μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο ονομαστικών μετοχών). Κατά το χρόνο που ορίστηκε Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εναγόμενης ο ως άνω αναφερόμενος, η εναγομένη εταιρία λόγω της δυσχερούς οικονομικής της κατάστασης, καθυστερούσε για μήνες την καταβολή των δεδουλευμένων μισθών των υπαλλήλων της, του ενάγοντος συμπεριλαμβανομένου, προβαίνοντας σε καταβολές έναντι, ακολουθώντας, όμως, συγκεκριμένη διαδικασία και ειδικότερα, κάθε μήνα υποβάλλονταν από τους υπαλλήλους αιτήσεις σε συγκεκριμένη ΄΄φόρμα΄΄ (έτοιμο έγγραφο αίτησης με στερεότυπες εκφράσεις) είτε απευθείας στη διοίκηση, είτε στο λογιστήριο, για καταβολή προκαταβολών έναντι των μηνιαίων μισθών τους, για την κάλυψη υποχρεώσεών τους, οι οποίες εγκρίνονταν από τον ως άνω Διευθύνοντα Σύμβουλο της εναγόμενης, με κριτήριο την ιεράρχηση των οικονομικών αναγκών κάθε υπαλλήλου, με την έννοια ότι δινόταν προτεραιότητα στην καταβολή των αποδοχών τους, στους υπαλλήλους που είχαν αυξημένες οικογενειακές και οικονομικές ανάγκες και είχαν κύριο ή μοναδικό πόρο διαβίωσης τις αποδοχές από την εργασία τους και στη συνεχεία, ανάλογα με τη ρευστότητα της εναγομένης, τα αιτήματα προωθούνταν στο ταμείο για την πληρωμή των υπαλλήλων. Εξάλλου, η κατά τα προαναφερόμενα καταβολή στους υπαλλήλους της εναγομένης έναντι των μηνιαίων αποδοχών τους και μάλιστα κατά τον ανωτέρω τρόπο, που είχε ως αποτέλεσμα κάποιοι υπάλληλοι να λαμβάνουν περισσότερα χρήματα από άλλους συναδέλφους τους, διότι κατά την εκτίμηση του ως άνω Διευθύνοντος Συμβούλου είχαν αυξημένες ανάγκες σε σχέση με άλλους υπαλλήλους, είχε προκαλέσει τη δυσαρέσκεια ορισμένων υπαλλήλων, που θεωρούσαν ότι η ανωτέρω συμπεριφορά τους αδικούσε  και επειδή ο ενάγων ήταν υπεύθυνος για μισθοδοσία των υπαλλήλων, είχε γίνει αποδέκτης σχετικών παραπόνων. Για το λόγο αυτό, αλλά και επειδή και ο ίδιος ο ενάγων θεωρούσε τον εαυτό του αδικημένο από την ίδια ως άνω ιεράρχηση της καταβολής των μηνιαίων μισθών των υπαλλήλων της εναγομένης, στις 8-10-2013, με μήνυμα που απέστειλε στον ως άνω Διευθύνοντα Σύμβουλο της εναγομένης, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τον ενημέρωνε για τα ποσά που είχαν προκαταβληθεί από το ταμείο της εναγομένης στον τελευταίο και σε άλλους δυο συναδέλφους του (τους …. και ……) και στη συνέχεια, στις 19-11-2013, του απέστειλε νέο μήνυμα, με το οποίο αυτή τη φορά διαμαρτυρόταν για την διακριτική μεταχείριση ορισμένων συναδέλφων του, του ιδίου συμπεριλαμβανομένου, οι οποίοι λάμβαναν κανονικά το μισθό τους, σε βάρος, των υπολοίπων, στους οποίους η εναγομένη δεν προέβαινε στην καταβολή των μηνιαίων αποδοχών τους, περασμένων μηνών, επισυνάπτοντας και σχετική κατάσταση. Επίσης, με νέο μήνυμά που του απέστειλε στις 16-12-2013 ο ενάγων, του ζητούσε να τον ενημερώσει πότε θα του καταβληθούν οι καθυστερούμενοι μισθοί του μηνύματος (16-11-2013) και έπειτα διακόπηκε κάθε επικοινωνία του ενάγοντος με τον ως άνω Πρόεδρο της εναγομένης. Πλην, όμως, η εναγόμενη, προκειμένου να προβεί στις έναντι καταβολές των δεδουλευμένων μισθών των υπαλλήλων της ελάμβανε υπόψη τα ταμειακά της διαθέσιμα σε συνάρτηση με τις ανάγκες κάθε υπαλλήλου και  η ικανοποίηση των σχετικών αιτημάτων γίνονταν με αντικειμενικά κριτήρια και δεν γίνονταν διακρίσεις στους εργαζόμενους ως προς την καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών τους, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων. Περαιτέρω, εξ ουδενός αποδεικτικού στοιχείου  προκύπτει ότι ο ως άνω Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εναγομένης, από την ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων του, ελάμβανε από το ταμείο της εταιρίας, διάφορα ποσά ύψους 500-2.000 ευρώ, για την αιτία ανάληψης των οποίων, προκειμένου να γίνει λογιστική τους απεικόνιση, δεν ενημέρωνε τον ενάγοντα,  παρά τις επανειλημμένες και επίμονες οχλήσεις του, διαβεβαιώνοντάς τον ότι έχει την έγκριση της τότε βασικής μετόχου ………, πιέζοντάς τον να κάνει εξωλογιστικές καταχωρήσεις, πράγμα που αρνείτο να κάνει ο ενάγων και ο σχετικός ισχυρισμός του τελευταίου είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Εξάλλου αποδείχθηκε ότι ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εναγομένης,  στις 2-1-2014 κατάρτισε σύμβαση παροχής λογιστικών υπηρεσιών με τη λογιστική εταιρία με την επωνυμία «…………», με μηνιαία αμοιβή 850 ευρώ (βλ. το από 2-1-2014. ιδιωτικό συμφωνητικό παροχής υπηρεσιών μεταξύ της εναγομένης και της προαναφερόμενης εταιρίας).  Επιπλέον, στις 3-2-2014, με επιστολή του, ενημέρωσε το προσωπικό ότι καθήκοντα Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών και Διευθυντή Προσωπικού αναλαμβάνει από την ίδια ημερομηνία ο …………, τον οποίο είχε προσλάβει η εναγόμενη στις 29-1-2014, με μηνιαίες αποδοχές 2.242 ευρώ (βλ. αντίγραφο της από 29-1-2014 έγγραφης σύμβασης εργασίας υπαλλήλου), ο οποίος και εκπόνησε το νέο επιχειρησιακό σχέδιο της εναγομένης, την κατάρτιση του οποίου απαίτησε ο νέος μέτοχος και κατόπιν αυτών, στις 5-2-2014, επικοινώνησε με τον ενάγοντα και του ανακοίνωσε προφορικά ότι επιθυμία του νέου μετόχου είναι να απομακρυνθεί από την εταιρία και ότι η απομάκρυνσή του γίνεται για οικονομοτεχνικούς λόγους. Εν τέλει, στις 15-5-2014, η εναγόμενη κατήγγειλε εγγράφως τη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος, την οποία παρέλαβε ο τελευταίος, υπολόγισε δε την αποζημίωση απόλυσης στο ποσό των 37.217 ευρώ. Τα ανωτέρω προκύπτουν από τις καταθέσεις των μαρτύρων ανταποδείξεως, οι οποίοι ως εργαζόμενοι στην εναγόμενη έχουν ιδία αντίληψη των γεγονότων και οι καταθέσεις τους κρίνονται πειστικές. Ο μάρτυρας αποδείξεως που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ο οποίος ήταν υπάλληλος της εναγομένης κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, κατέθεσε ότι ο ενάγων εργαζόταν στην εναγομένη ως Προϊστάμενος Λογιστηρίου, χωρίς να αλλάξουν τα καθήκοντά του και ότι ήταν σαν Οικονομικός Διευθυντής, χωρίς να εξειδικεύει τα ειδικότερα καθήκοντα  που ασκούσε από τη θέση του Οικονομικού Διευθυντή. Επίσης η κατάθεση της μάρτυρος αποδείξεως, συζύγου του ενάγοντος, που περιέχεται στην προαναφερόμενη υπ’ αριθμ. ……/2014 ένορκη βεβαίωση, είναι εντελώς γενικόλογη, αφού καταθέτει  ότι ο σύζυγός της, εκτός από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου Λογιστηρίου, ασκούσε και καθήκοντα Οικονομικού Διευθυντή και Διοικητικού Διευθυντή, χωρίς να εξειδικεύει τα εν λόγω καθήκοντα, ενώ το γεγονός ότι στο οργανόγραμμα της εταιρίας (directory), καθώς και σε έγγραφα της εταιρίας και στις επαγγελματικές του κάρτες, ο ενάγων αναφερόταν ως οικονομικός σύμβουλος, όπως αναφέρει η ως άνω μάρτυρας, δεν σημαίνει αυτόματα ότι ο ενάγων ασκούσε τα καθήκοντα της θέσης αυτής. Περαιτέρω προκειμένου να πετύχει τον περιορισμό των πάγιων εξόδων της, η εναγόμενη  προέβη και σε μείωση του προσωπικού της, για το λόγο αυτό, από 1-1-2013 έως 30-9-2013 απέλυσε 17 υπαλλήλους της και, συγκεκριμένα απέλυσε τους ………….. Ενόψει των ανωτέρω η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος δεν έγινε από λόγους εχθρότητας και  εμπάθειας προς στο πρόσωπό του, επειδή πίεζε τον Πρόεδρο του Δ.Σ. και Διευθύνοντα Σύμβουλο της εναγομένης να δώσει εξηγήσεις για τις αναλήψεις των μετρητών που έκανε από το ταμείο της εταιρείας και επειδή  διαμαρτυρήθηκε για τη διακριτική μεταχείριση συναδέλφων του, όσον αφορά τις καταβολές των αποδοχών του, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων, αλλά έγινε για οικονομοτεχνικούς λόγους και ως εκ τούτου δεν είναι καταχρηστική. Επιπλέον, ο ενάγων ως Προϊστάμενος Λογιστηρίου ήταν ο μόνος υπάλληλος της εναγομένης που ασκούσε τέτοια καθήκοντα, συνεπώς δεν ελέγχεται η επιλογή από την εναγόμενη της δικής του απόλυσης, μεταξύ άλλων υπαλλήλων της, που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και ειδικότητα και είναι του ιδίου επιπέδου από άποψη ικανότητος, προσόντων και υπηρεσιακής απόδοσης, ώστε συνεκτιμωμένων των κοινωνικών και οικονομικών κριτηρίων της διάρκειας της απασχόλησής του στη συγκεκριμένη επιχείρηση, της ηλικίας, της οικογενειακής του κατάστασης, της αποδοτικότητας και της δυνατότητας εξεύρεσης από αυτόν άλλης θέσης εργασίας, να κριθεί ότι η απόλυσή του είναι καταχρηστική. Επισημαίνεται δε ότι, στο ………….., που προσλήφθηκε από την εναγομένη στις 29-1-2014, ανατέθηκαν καθήκοντα Οικονομικού Διευθυντή, όπως αναφέρονται ανωτέρω και όχι Προϊσταμένου Λογιστηρίου, δηλαδή ο προαναφερόμενος υπάλληλος δεν προσλήφθηκε για να αντικαταστήσει τον ενάγοντα, μετά την απόλυση του οποίου η θέση του καταργήθηκε από την εναγόμενη και τα καθήκοντά του ανατέθηκαν από την τελευταία, σε εξωτερική συνεργάτιδα και συγκεκριμένα την εταιρία «………», ενώ οι υπάλληλοι ………… και ……., απασχολούνται στην εναγομένη στη θέση του βοηθού λογιστή, δηλαδή σε θέση υποδεέστερη από αυτήν του ενάγοντος, ήταν δηλαδή όλοι υπάλληλοι διαφορετικής βαθμίδας θέσεων, τυπικών και ουσιαστικών προσόντων και στην εναγόμενη δεν υπήρχε άλλη κενή θέση στην οποία θα μπορούσε να μετατεθεί ο ενάγων αντί να απολυθεί, τη στιγμή μάλιστα που η τελευταία απέλυε προσωπικό, καταργώντας τις αντίστοιχες θέσεις. Με βάση τα παραπάνω, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος δεν έγινε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται και δεν είναι καταχρηστική. Επομένως το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση κατέληξε στην ίδια κρίση  δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και οι περί του αντιθέτου συναφείς λόγοι της εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι.  Εξάλλου, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, με την από 4-4-2012 έγγραφη τροποποίηση της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος, ο μηνιαίος μισθός του μειώθηκε από 4.400 ευρώ σε 2.909,40 ευρώ για το χρονικό διάστημα μέχρι 3-3-2013 και στις 26-4-2013 υπεγράφη μεταξύ των διαδίκων σύμβαση αναπροσαρμογής των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, στο ποσό των 2.900 ευρώ. Ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι από την τελευταία μείωση των αποδοχών του (26-4-2013), μέχρι την καταγγελία της σύμβασης εργασίας του (15-5-2014), συμφωνήθηκε  αύξηση του μισθού του κατά το ποσό των 1.000 ευρώ εξ ουδενός αποδεικτικού στοιχείου προέκυψε βάσιμος, δεδομένου ότι προς απόδειξη του ισχυρισμού του αυτού ο ενάγων δεν προσκομίζει τις σχετικές αποδείξεις πληρωμής. Με βάση τα προαναφερόμενα, εφόσον οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές του ενάγοντος κατά το χρόνο της απόλυσής του ανέρχονταν σε 2.900ευρώ, ορθά η εναγόμενη υπολόγισε την αποζημίωση απόλυσής του στο ποσό των [2.900 X 11 μήνες =31.900 + (31900 Χ1/6=) 5,317=] 37.217 ευρώ, το οποίο ο ενάγων με την υπό κρίση έφεση δεν αμφισβητεί ότι το εισέπραξε και επομένως δεν είναι άκυρη η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του λόγω καταβολής μικρότερου από το νόμιμο ποσού αποζημίωσης απόλυσης και εντεύθεν δεν υφίσταται βάσιμη αξίωση του ενάγοντος για συμπλήρωση του ποσού αποζημίωσης απόλυσής του, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται. Τέλος, εφόσον δεν υπήρξε μεταξύ του ενάγοντος και  της εναγομένης οποιαδήποτε συμφωνία για αύξηση του μισθού του κατά 1.000 ευρώ από το μήνα  Απρίλιο του έτους 2013 και με δεδομένο ότι η τελευταία έχει εξοφλήσει το σύνολο των μηνιαίων τακτικών αποδοχών του ενάγοντος μέχρι την απόλυσή του, που ανέρχονταν στο ποσό των 2.900        ευρώ μηνιαίως, ο ενάγων δε δικαιούται διαφορές καταβαλλόμενων και καταβλητέων μισθών, με συνυπολογισμό του ποσού των 1.000 ευρώ μηνιαίως. Επομένως το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση κατέληξε στην ίδια κρίση  και απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμα τα αιτήματα της αγωγής περί μειωμένης αποζημίωσης απόλυσης και διαφορών δεδουλευμένων αποδοχών  δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και οι περί του αντιθέτου συναφείς λόγοι της εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι. Συνεπώς, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η τελευταία ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων του παρόντος δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ιδιαίτερα δυσχερούς ερμηνείας των νομικών διατάξεων που εφαρμόσθηκαν (άρθρ. 179Κ.Πολ.Δ.)  και να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ. η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των  παραβόλων, που κατατέθηκαν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 4-1-2016 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. …../5-1-2016 έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 1619/2015 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών.

Διατάσσει την εισαγωγή των παραβόλων, που κατατέθηκαν,  στο Δημόσιο Ταμείο.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων του παρόντος δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις   18 Ιανουαρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ