Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 57/2021

Αριθμός    57/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρεται προς κρίση ενώπιον του παρόντος, αρμόδιου κατά το άρθρο 19 ΚΠολΔ, Δικαστηρίου, η με  αριθμ. έκθ. κατάθ. ……./26-11-2019 (και με αντίστοιχο αριθμό στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ……../2019) έφεση  κατά της 2566/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατόπιν συζήτησης της με αριθμ. κατάθ. …./13-2-2013 αγωγής, με την ειδική διαδικασία των εργατικών  διαφορών (663 επ. ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν τον 4335/2015) και αντιμωλία των διαδίκων,  συμπροσβαλλομένης με την έφεση και της προηγουμένως εκδοθείσας, μη οριστικής απόφασης  με αριθμό 3786/2019, που διέταξε την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (513 ΚΠολΔ). Ενόψει του ότι η έφεση  ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τα  άρθρα 495 (που εξαιρεί τις εργατικές διαφορές από την υποχρέωση καταβολής του προβλεπόμενου στις διατάξεις του παραβόλου για την άσκηση ένδικου μέσου), 511, 513, 516 παρ.1, 517, 518 παρ. 1 σε συνδ. με το άρθρο 591 παρ.1  ΚΠολΔ (σχετ. η από 6-11-2019 επισημείωση στο επιδοθέν αντίγραφο της εκκαλουμένης, του επιδόσαντος αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ………..),  πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτούς (άρθρο 522 και 533  ΚΠολΔ).

Με την από 13-2-2013 αγωγή τους οι ενάγουσες, σύζυγοι ναυτικών που απεβίωσαν στις 25-12-2009 κατά την διάρκεια πυρκαγιάς στο με ελληνική σημαία φ/γ πλοίο «AW» της πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης  που αντιπροσωπευόταν νόμιμα από την δεύτερη  εναγόμενη εταιρία, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο τρίτος εναγόμενος,  ενώ αυτό έπλεε σε θαλάσσια περιοχή ανοιχτά της Βενεζουέλας, ενεργούσες  ατομικά αλλά και για λογαριασμό των ανήλικων παιδιών τους, επικαλούνται  στο δικόγραφό της  υπαίτιες πράξεις  και παραλείψεις των μελών του πληρώματος και προστηθέντων των εναγομένων (πλοιάρχου, πρώτου και δεύτερου μηχανικού) που συνιστούν παραβιάσεις ειδικών διατάξεων, διεθνών συμβάσεων καθώς και των νομίμων καθηκόντων τους, οι οποίες οδήγησαν αιτιωδώς στην απώλεια της ζωής των οικείων τους και   ζητούν, κατά τα αναλυτικότερα εκτιθέμενα σ’ αυτήν, κατά μεν την κύρια βάση της αγωγής πλήρη αποζημίωση για στέρηση διατροφής των ίδιων και των ανήλικων παιδιών τους κατά δε την επικουρική βάση την προβλεπόμενη στο άρθρο 3 του ν.551/1915 αποζημίωση και επιπρόσθετα, όπως ορθά εκτιμάται το αγωγικό δικόγραφο, τη  χρηματική ικανοποίηση της ψυχικής τους οδύνης, επικαλούμενες υπαιτιότητα των ανωτέρω, αξίωση η οποία σωρεύεται παραδεκτά με αμφότερες τις ανωτέρω βάσεις της αγωγής (ΟλΑΠ 1117/1986, ΑΠ 88/2018, ΑΠ 81/2013, ΑΠ 425/2018, ΑΠ 517/2017, ΑΠ 910/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 412/2008).Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατόπιν της παραδεκτής παραίτησης των εναγουσών από την αγωγή ως προς τους τέταρτο, πέμπτο και έκτο των εναγομένων στους οποίους η αγωγή είχε αποδώσει την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης, ο τέταρτος εξ αυτών και της πρώτης οι λοιποί, απέρριψε ως απαράδεκτο το αίτημα αυτής για καταβολή αποζημίωσης λόγω στέρησης διατροφής κατά την κύρια βάση της κρίνοντας αυτό ως αόριστο, στη συνέχεια απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημα για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης της ψυχικής οδύνης κατά την επικουρική βάση, εσφαλμένα ωστόσο, όπως εκτέθηκε ανωτέρω και διέταξε την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης με την 3786/2015, μη οριστική, απόφασή του τάσσοντας τα αναφερόμενα στο διατακτικό της θέματα. Μετά την ολοκλήρωση της πραγματογνωμοσύνης, η υπόθεση επανήλθε προς συζήτηση με την από 29-12-2016 κλήση των εναγομένων και κατά την ορισθείσα  δικάσιμο οι ενάγουσες δήλωσαν παραίτηση από την αγωγή, η οποία ωστόσο δεν έγινε δεκτή από το Δικαστήριο το οποίο, ορθά  προχώρησε στην αντιμωλία συζήτησή της μετά την προβολή αντιρρήσεων από τις  εναγόμενες (σύμφωνα με το άρθρο 296 σε συνδ με 591) ΚΠολΔ)  και με την 2566/2019 απόφασή του απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή κατά την  κύρια βάση της κρίνοντας ότι δεν υφίσταται υπαιτιότητα των εναγομένων στην πρόκληση και την επέκταση της πυρκαγιάς, στη συνέχεια απέρριψε λόγω της έλλειψης υπαιτιότητας την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση της ψυχικής οδύνης και, τέλος,   την αποζημίωση του ν. 551/1915 ομοίως ως ουσιαστικά αβάσιμη αποδεχόμενο ότι οι ενάγουσες έχουν λάβει αποζημίωση από τις εναγόμενες εταιρίες.  Ήδη οι ενάγουσες με την κρινόμενη έφεσή τους, επικαλούμενες, όπως εκτιμάται ορθά από το Δικαστήριο το δικόγραφό της, εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων παραπονούνται α] για την παραδοχή από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι  ο θάνατος των οικείων τους δεν οφείλεται σε υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων καθώς η πρόκληση αυτού  οφείλεται στην μη έγκαιρη ανίχνευση της πυρκαγιάς από τον ναύτη βάρδιας, αφού αυτή εκδηλώθηκε σε κλειστό χώρο – καμπίνα μετά την κατάρρευση των τοιχωμάτων της οποίας επεκτάθηκαν ταχύτατα στα καταστρώματα του  πλοίου τα εξ αυτής προκληθέντα τοξικά αέρια από την εισπνοή των οποίων απεβίωσαν οι οικείοι των εναγουσών και β] για την αποδοχή από την εκκαλουμένη του ισχυρισμού περί εξόφλησης των εναγομένων με την καταβολή των αναφερομένων στις ενάγουσες  ποσών και την από μέρους των τελευταίων εξόφληση των απαιτήσεών τους. Οι λόγοι έφεσης τρίτος, τέταρτος, πέμπτος και έκτος είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι καθώς οι εκκαλούσες δεν επικαλούνται με αυτούς εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία συγκεκριμένων νομικών διατάξεων  περιοριζόμενες να ισχυριστούν με αυτούς ότι εσφαλμένα δεν λήφθηκαν υπόψη οι διατάξεις που εκθέτουν στο περιεχόμενό τους. Αυτό διότι σύμφωνα με το άρθρο  520 παρ. 1 KΠολΔ, το έγγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει, εκτός των απαιτουμένων, κατά τα άρθρα 119 έως 120 του ιδίου Κώδικα στοιχείων, και τους λόγους έφεσης, δηλαδή  τις  αποδιδόμενες στην εκκαλούμενη απόφαση πλημμέλειες και ελλείψεις, που συνίστανται ως επί το πλείστον σε παραδρομές του πρωτοδίκως δικάσαντος Δικαστηρίου και ανάγονται  είτε στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου είτε στην εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 1962/2006 Νόμος). Οι λόγοι της έφεσης πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, ώστε να μπορεί να οριοθετηθεί η εξουσία του Εφετείου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 522 KΠολΔ, που ορίζει ότι η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση (και τους τυχόν πρόσθετους λόγους αυτής) και να είναι σε θέση το δευτεροβάθμιο δικαστήριο να κρίνει για τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά τους, αλλά και να μπορεί ο εφεσίβλητος να αμυνθεί, αποκρούοντας και ανασκευάζοντας αυτούς. Οι αόριστοι λόγοι έφεσης εξομοιώνονται με ανύπαρκτους και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου (ΑΠ 202/2019, ΑΠ 574/2018, ΑΠ 1130/2015, ΑΠ 1709/2013, ΑΠ 104/2013, ΑΠ 297/2013, ΑΠ 1709/2013, ΑΠ 738/2013 ΑΠ 864/2010 Νόμος). Ειδικότερα, όταν αποδίδεται στην εκκαλούμενη απόφαση η πλημμέλεια της παραβίασης κανόνα ουσιαστικού δικαίου, πρέπει να αναφέρεται στο δικόγραφο της έφεσης όχι μόνο ο κανόνας δικαίου που φέρεται ότι παραβιάσθηκε αλλά και τα περιστατικά που κατά τον εκκαλούντα στοιχειοθετούν την αποδιδομένη νομική πλημμέλεια (ΑΠ 1657/2002, Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση με τους προαναφερόμενους λόγους έφεσης οι εκκαλούσες αναφέρουν διατάξεις που δεν λήφθηκαν υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο,  άνευ άλλου στοιχείου το οποίο να στοιχειοθετεί συγκεκριμένη πλημμέλεια της εκκαλουμένης ως προς την εφαρμογή και ερμηνεία διάταξης.Από την εκτίμηση των ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων, του συνόλου των νόμιμα προσκομισθέντων με επίκληση εγγράφων, της κατάθεσης του μάρτυρα των εναγομένων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου-οι ενάγουσες δεν εξέτασαν μάρτυρα, η οποία  εμπεριέχεται στα με αριθμό 3786/2015 πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου καθώς και των ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προσκομισθέντων, νόμιμα, αποδεικτικών μέσων σε συνδυασμό με την προσκομιζόμενη από τις εκκαλούσες …../6-3-2020 ένορκη ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς βεβαίωση του ………, κατόπιν εμπρόθεσμής και νομότυπης  κλήτευσης των αντιδίκων τους (σχετ. η …../4-12-2019 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ………, άρθρα 529 παρ. 1 και 270  ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:  Οι …………., σύζυγοι αντίστοιχα των εναγουσών-εκκαλουσών και πατέρες των ανηλίκων παιδιών τους που οι ίδιες εκπροσωπούν στην παρούσα δίκη, είχαν ναυτολογηθεί με την ιδιότητα του εφαρμοστή, ναύτη και ναυτόπαιδα (αντίστοιχα) στο υπό ελληνική σημαία φ/γ πλοίο «ΑW» που ανήκει στην πλοιοκτησία της πρώτης εναγομένης-εργοδότριας εταιρίας, η οποία εκπροσωπείται από την δεύτερη εναγόμενη εταιρία της οποίας ο τρίτος εναγόμενος είναι νόμιμος εκπρόσωπος. Στις 24-12-2009 το πλοίο έπλεε βόρεια των ακτών της Βραζιλίας με προορισμό τις ΗΠΑ με 24μελές πλήρωμα μεταξύ των οποίων και οι συγγενείς των εναγουσών – εκκαλουσών, όπως δεν αμφισβητείται από τους εναγομένους, οι οποίοι, άλλωστε, συνομολογούν τόσο την ιδιότητα των τελευταίων όσο και αυτό καθεαυτό το περιστατικό και τις  συνθήκες υπό τις οποίες απεβίωσαν οι οικείοι τους, πλην της υπαιτιότητάς τους στην πρόκληση και ιδίως στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς που εκδηλώθηκε στο πλοίο αργά τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων 2009 προς την 25η Δεκεμβρίου. Όπως αποδεικνύεται με βάση τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, το πλοίο διέθετε το κύριο κατάστρωμα (upper deck) στο οποίο βρίσκονταν οι καμπίνες του πληρώματος καθώς και οι καμπίνες με τα διακριτικά στοιχεία Μ.Μ.(3), Μ.Μ.(2) και Μ.Μ.(1) εκ των οποίων η πρώτη είχε παραχωρηθεί στον ηλεκτρολόγο του πλοίου και την χρησιμοποιούσε ως γραφείο αποθήκη ενώ στη δεύτερη είχαν αποθηκευτεί υλικά μηχανοστασίου τα οποία δεν χαρακτηρίζονταν ως εύφλεκτα για αυτό και δεν είχε δημιουργηθεί θέμα από τις αρμόδιες αρχές (είτε του κράτους της σημαίας του πλοίου είτε λιμένων προσέγγισης είτε του οικείου, αμερικανικού, Νηογνώμονα) τόσο ως προς τον τρόπο φύλαξης όσο και στην -μη- παροχή ειδικής άδειας για την τοποθέτηση των εν λόγω υλικών στην Μ.Μ. (3) καμπίνα. Στο πρώτο αυτό, κύριο, κατάστρωμα οι έξοδοι των καμπινών και λοιπών χώρων που διέθετε, γίνονταν σε  διάδρομο που σχημάτιζε τετράγωνο σχήμα και είχε ελάχιστο πλάτος 1,60 μέτρα έως μέγιστο 2,30 και ύψος 2,90 ενώ  υπήρχαν τρία ανοίγματα-κλιμακοστάσια που οδηγούσαν στο επόμενο κατάστρωμα, το επίστεγο  ή poop deck. Στο δεύτερο αυτό κατάστρωμα  βρίσκονταν μεταξύ άλλων χώρων και o χώρος αναψυχής (το καπνιστήριο) των μελών του πληρώματος καθώς και δυο έξοδοι-κλιμακοστάσια προς το επόμενο κατάστρωμα των λέμβων ή boat deck όπου βρισκόταν ο αντίστοιχος χώρος αναψυχής-καπνιστήριο των αξιωματικών του πλοίου και στο οποίο υπήρχε μία έξοδος-κλιμακοστάσιο προς το επόμενο κατάστρωμα της γέφυρας  (bridge deck) από το οποίο με μία επίσης έξοδο-κλιμακοστάσιο υπήρχε πρόσβαση στο captain  bridge deck και από το τελευταίο με ομοίως μία έξοδο-κλιμακοστάσιο ανέρχονταν στο navigation deck-πιλοτήριο. Κατά τον προαναφερόμενο χρόνο καθήκοντα αξιωματικού φυλακής από ώρα 24.00 έως 04.00 εκτελούσε στη γέφυρα διακυβέρνησης ο ανθυποπλοίαρχος ……… με ναύτη-οπτήρα τον ………… ενώ μετά την κατανάλωση ποτών στο καπνιστήριο των μελών του πληρώματος και των αξιωματικών οι οποίοι ήταν έλληνες και γιόρταζαν τα Χριστούγεννα, το σύνολο σχεδόν του πληρώματος είχε αποσυρθεί στις καμπίνες του και κοιμόταν με ελάχιστους αξιωματικούς να παραμένουν στο καπνιστήριο. Περί ώρα 2.00 ο ναύτης ………. αποχώρησε από το navigation deck όπου όπως αναφέρεται παραπάνω εκτελούσε βάρδια και μέσω των κλιμακοστασίων κατέβηκε και κατευθύνθηκε στο καπνιστήριο των μελών του πληρώματος στο  poop deck οπότε και για πρώτη  φορά αντιλήφθηκε οσμή καπνού στο χώρο χωρίς μετά από έλεγχο που έκανε να εντοπίσει  καπνό στο καπνιστήριο. Όταν όμως βγήκε από εκεί στο διάδρομο, αντιλήφθηκε να έρχεται από το αριστερό κλιμακοστάσιο από κάτω, από το κυρίως κατάστρωμα, καπνός που εξαπλωνόταν με μεγάλη ταχύτητα στο διάδρομο. Όπως διαπιστώθηκε από τον καταγραφέα δεδομένων ταξιδιού (vdr) και τις καταθέσεις των μελών του πληρώματος ο εν λόγω ναύτης έτρεξε αμέσως στο τηλέφωνο που υπήρχε στην τραπεζαρία, κάλεσε τη γέφυρα και ενημέρωσε τον αξιωματικό φυλακής για αυτό που είχε διαπιστώσει. Περί ώρα (τοπική) 2.07.35 σήμανε συναγερμός πυρκαγιάς και περί ώρα 2.07.48 έγινε  αναγγελία μέσω μεγαφώνων και αμέσως μετά ενεργοποιήθηκε το «emergency stop» που είχε ως αποτέλεσμα την διακοπή εξαερισμού των χώρων ενδιαίτησης ο οποίος μέχρι τότε λειτουργούσε κανονικά. Από τις διεξαχθείσες πραγματογνωμοσύνες η πρώτη του ………., αξιωματικού του λιμενικού σώματος, μηχανολόγου-μηχανικού ο οποίος διορίστηκε από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς και πραγματοποίησε αυτοψία στο πλοίο από 9-1-2010 έως και 12-1-2010 και του …………., μηχανολόγου-μηχανικού πραγματογνώμονα τον οποίο όρισε η εκκαλουμένη (3786/2015 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου) σε συνδυασμό και με τα λοιπά έγγραφα που προσκόμισαν οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Από τις έρευνες που έγιναν δεν έχει διακριβωθεί η ακριβής αιτία έναρξης της πυρκαγιάς που προκλήθηκε στο πλοίο των εναγομένων κατά τον προαναφερόμενο χρόνο ωστόσο είναι βέβαιο ότι ο χώρος όπου αυτή εκδηλώθηκε είναι η με στοιχείο Μ.Μ.(3) καμπίνα η οποία χρησιμοποιούνταν από τον ηλεκτρολόγο του πλοίου ως γραφείο και αποθήκη και όπως διαπιστώθηκε αυτό το γεγονός, της χρήσης της από τον ηλεκτρολόγο, τελούσε σε γνώση των αρμοδίων προϊσταμένων του τελευταίου, των αρμόδιων για την επιθεώρηση του πλοίου αρχών καθώς και του Νηογνώμονα χωρίς οποιοσδήποτε εξ αυτών να εκφράσει αντιρρήσεις καθώς δεν χρησιμοποιείτο με επικίνδυνο για την ασφάλεια του πλοίου τρόπο. Η φωτιά που ξέσπασε στο συγκεκριμένο περίκλειστο χώρο, χωρίς να γίνει αντιληπτή από κανένα μέλος του πληρώματος οδήγησε, ενισχυόμενη από την λειτουργία του συστήματος παροχής αέρα στο εσωτερικό του πλοίου,  σε ολική ανάφλεξη της Μ.Μ.3,  μεταδόθηκε στις παρακείμενες καμπίνες με αριθμούς Μ.Μ. 2 και Μ.Μ. 1 ενώ  από την  έκλυση μεγάλου θερμικού φορτίου κατέρρευσαν τα εξωτερικά τοιχώματα της Μ.Μ.3 από όπου πλέον τόσο η φωτιά όσα και τα εξ αυτής προκληθέντα με τη μορφή μαύρου πυκνού θερμά αέρια, ανεμπόδιστα κατέκλυσαν τους χώρους του κυρίως καταστρώματος και συνέχισαν την ανοδική τους πορεία μέσω των κλιμακοστασίων προς τα ανώτερα καταστρώματα με μεγάλη ταχύτητα, επιφέροντας αύξηση της θερμοκρασίας των καύσιμων υλικών που «συναντούσαν» κατά την πορεία τους. Αυτή η «επαφή»  επέφερε ανάφλεξη ή πυρόλυση ή μικτή καύση των υλικών από τις οποίες προκαλούνταν και άλλα αέρια προϊόντα καύσης που ενίσχυαν και ενδυνάμωναν το ήδη υπάρχον μίγμα και την τοξική σύνθεσή του.  Στο επίστεγο (poop deck) οι φλόγες ανήλθαν από το κεντρικό κλιμακοστάσιο και επεκτάθηκαν αριστερά και δεξιά του διαδρόμου, από το πλαϊνό κλιμακοστάσιο ανήλθαν σε μικρότερη έκταση  ενώ ο πυκνός καπνός με τα θερμά αέρια κατέκλυσε όλο το διάδρομο στο ίδιο κατάστρωμα. Στο boat deck, το επόμενο κατάστρωμα, φλόγες ανέβηκαν από το ένα κλιμακοστάσιο χωρίς να επεκταθούν σ’ αυτό, αντίθετα θερμά αέρια αλλά και καπνός κατέκλυσαν τους διαδρόμους του, το καπνιστήριο των αξιωματικών καθώς και άλλους χώρους μέσα από το σύστημα αερισμού του πλοίου. Ομοίως και στο bridge deck θερμά αέρια και καπνός ανήλθαν από το ένα κλιμακοστάσιο κατακλύζοντας τους διαδρόμους του και ορισμένους χώρους, ενώ τέλος, το ίδιο συνέβη και στο επόμενο κατάστρωμα, στο δε τελευταίο το πιλοτήριο  η παρουσία θερμών αερίων ήταν περιορισμένη στο άνοιγμα του κλιμακοστασίου. Σύμφωνα με τα ίδια όπως και παραπάνω αποδεικτικά  μέσα, από την έναρξη της φωτιάς μέχρι την ολική ανάφλεξη της καμπίνας Μ.Μ.3 παρήλθαν περί τα τέσσερα λεπτά της ώρας ενώ από την έναρξή της μέχρι την κατάρρευση των πλευρικών τοιχωμάτων της από την οποία εξήλθαν τα θερμά αέρια και αφού διαπέρασαν τους διαδρόμους αλλά και τις σχάρες εξαερισμού, ανήλθαν στα επόμενα καταστρώματα όπως περιγράφεται παραπάνω και μέχρι να γίνει αντιληπτή, περί ώρα 2.06, από τον ναύτη ………… που είχε μεταβεί στο poop deck, πέρασαν 19 λεπτά τουλάχιστον, ενώ χρειάστηκαν περί τα 19,17 δευτερόλεπτα μέχρι να κατακλυστεί το κυρίως κατάστρωμα από τα θερμά αέρια τα οποία χρειάστηκαν 8,17 δευτερόλεπτα για να φθάσουν στο   poop deck, το οποίο κατακλύστηκε από τα θερμά αέρια  46,51  δευτερόλεπτα μετά την κατάρρευση του τοίχου της Μ.Μ.3 (19,17 το πρώτο κατάστρωμα + 8,17 η άνοδος + 19,17 το δεύτερο κατάστρωμα).  Οι θερμοκρασίες που αναπτύχθηκαν στο χώρο έναρξης της φωτιάς  ήταν εξαιρετικά υψηλές καθώς εξαιτίας τους έλιωσε ο υαλοβάμβακας  στις άνω καμπίνες ο οποίος έχει θερμοκρασία τήξεως 700 βαθμούς Κελσίου, επομένως οι προκληθείσες θερμοκρασίες ξεπέρασαν τους 700 βαθμούς Κελσίου με συνέπεια να προκληθεί το φαινόμενο της ολικής ανάφλεξης,  η δε θερμοκρασία των αερίων που εξήλθαν στους διαδρόμους του πλοίου εκτιμήθηκαν από τους πραγματογνώμονες σε 815 βαθμούς Κελσίου, τιμές που καθιστούν αδύνατη την επιβίωση ανθρώπου παρά ελάχιστα δευτερόλεπτα. Εξαιτίας δε του μεγάλου πυροθερμικού φορτίου επηρεάστηκαν υλικά του πλοίου τα οποία ήταν πολυμερή ώστε από την τέλεια καύση τους να παραχθεί, ιδίως, διοξείδιο του άνθρακα ενώ από την ατελή καύση και την πυρόλυσή τους να παραχθεί, ιδίως, μονοξείδιο του άνθρακα, η εισπνοή των οποίων  επέφερε το θάνατο εννέα ναυτικών μετά από ένα λεπτό της ώρας (από την εισπνοή των αερίων). Με δεδομένο τον ελάχιστο αυτό χρόνο λαμβανομένου υπόψη του χρόνου που αναφέρεται παραπάνω ως εκτιμώμενο για την διαφυγή και εξάπλωση της φωτιάς και των αερίων στα καταστρώματα (περί τα 75 δευτερόλεπτα για να κατακλύσει τα καταστρώματα όπου βρέθηκαν οι σοροί των αποβιωσάντων ναυτικών) δεν υφίστατο χρονική δυνατότητα για οποιαδήποτε αντίδραση που θα απέτρεπε το θάνατο των ναυτικών στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνεκτιμωμένου ότι οι περισσότεροι από αυτούς κοιμούνταν λόγω του προχωρημένου της ώρας. Όταν ο ναύτης ………… αντιλήφθηκε μυρωδιά καπνού περί ώρα 2.06 ευρισκόμενος στο επίστεγο, ήδη οι ευρισκόμενοι στις καμπίνες τους στο κυρίως κατάστρωμα τέσσερις ναυτικοί είχαν εισπνεύσει τα θανατηφόρα τοξικά αέρια το ίδιο και οι τρείς που βρίσκονταν στο ίδιο με αυτόν κατάστρωμα και ελάχιστα δευτερόλεπτα μετά, οι δυο που βρέθηκαν στο boat deck. Ενισχυτικό της παντελούς έλλειψης δυνατότητας προς αποτροπή του εν λόγω αποτελέσματος είναι το γεγονός ότι η φωτιά στο κυρίως κατάστρωμα απέκλειε την πρόσβαση στον εκεί ευρισκόμενο πυροσβεστικό σταθμό (fire station) καθώς και το ότι η δημιουργία αγήματος φωτιάς το οποίο θα έφερε πυράντοχες στολές και κατάλληλες μάσκες, η ενεργοποίηση της αντλίας νερού και η παροχή νερού στις μάνικες, απαιτούσε χρονικό διάστημα 12 με 15 λεπτών της ώρας.  Επομένως  12 με 15 λεπτά μετά από τότε που έγινε αντιληπτή η φωτιά από τον ναύτη  ήδη είχε επέλθει ο θάνατος των ναυτικών. Άλλωστε ήταν ανέφικτη η συγκρότηση αυτή καθεαυτή αγήματος πυρκαγιάς υπό τις επικρατούσες συνθήκες-ταχύτατη εξάπλωση φωτιάς και αερίων που καθιστούσε αδύνατη την κυκλοφορία των μελών του πληρώματος στους διαδρόμους των καταστρωμάτων που είχαν κατακλυστεί από πυκνό μαύρο καπνό, εγκλωβισμός αρκετών εξ αυτών. Αντίθετη κρίση δεν μπορεί να συναχθεί με βάση τα όσα αναφέρονται από τον μάρτυρα στην προσκομισθείσα από τις ενάγουσες,  οψίμως, ένορκη βεβαίωσή του, η οποία λαμβάνεται υπόψη καθώς το Δικαστήριο κρίνει ότι η καθυστερημένη προσκόμισή της δεν οφείλεται σε πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια. Ο εν λόγω μάρτυρας ωστόσο δεν εκθέτει σ’ αυτήν περιστατικά αλλά την κρίση του επί των όσων έχει πληροφορηθεί για το ένδικο περιστατικό από την ανάγνωση των εγγράφων της ποινικής δικογραφίας καθώς  ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά, μεταξύ άλλων,  των νομίμων εκπροσώπων των εναγομένων, του πλοιάρχου  και των αξιωματικών του μηχανοστασίου του πλοίου για  ανθρωποκτονία εξ αμελείας κατά συρροή, εμπρησμό εξ αμελείας κατά συρροή από τον οποίο επήλθε ο θάνατος ανθρώπων και διατάραξη υδάτινης συγκοινωνίας, κατηγορίες από τις οποίες αθωώθηκαν αμετάκλητα (σχετ. η από 10-10-2017 βεβαίωση του Τμήματος Ενδίκων Μέσων του Εφετείου Πειραιώς ότι δεν ασκήθηκε αναίρεση κατά της 153/2017 απόφασης του δευτεροβάθμιου Ποινικού Δικαστηρίου). Επίσης πληροφορίες άντλησε από τη συμμετοχή του ως τακτικό μέλος,  κατά την πειθαρχική διαδικασία για το ένδικο ατύχημα, στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό  Συμβούλιο Εμπορικού Ναυτικού,  Ναυτικών Ατυχημάτων και από την ανάγνωση της πραγματογνωμοσύνης του ………… Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε ότι  η αλλαγή χρήσης της Μ.Μ.3  συνδέεται αιτιωδώς με την πρόκληση της φωτιάς στο εσωτερικό της αφού, όπως διαπιστώθηκε από τους πραγματογνώμονες το συμπέρασμα των οποίων δεν αντικρούεται από άλλο αποδεικτικό μέσο, χωρίς να αρκούν για αυτό πιθανολογήσεις και εικασίες, δεν είχε αυτή καταγραφεί ως παρατήρηση προς αποκατάσταση στο πιστοποιητικό ασφαλείας του πλοίου από τον Αμερικανικό  Νηογνώμονα που το επιθεωρούσε, ούτε από τις ελεγκτικές αρχές του κράτους της σημαίας του πλοίου ή των λιμένων προσέγγισης, τελούσε σε γνώση του πλοιάρχου και των εναγομένων ενώ δεν διαπιστώθηκε από τις αναλύσεις που ακολούθησαν σε ληφθέντα δείγματα από την εστία της φωτιάς, η ύπαρξη στο εσωτερικό της εύφλεκτων και επικίνδυνων υλικών. Οι αποβιώσαντες οικείοι των εναγουσών όπως και οι λοιποί έξι ναυτικοί εισέπνευσαν τοξικά αέρια εγκλωβισθέντες οι περισσότεροι στις καμπίνες τους ενώ όσοι διασώθηκαν ευρισκόμενοι στο ίδιο κατάστρωμα το κατάφεραν εξερχόμενοι από τα φινιστρίνια των καμπινών τους. Τέλος, αποδείχθηκε ότι το πλοίο των εναγομένων τηρούσε τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα κατά τον επίδικο χρόνο νομοθεσία ασφαλούς πλεύσης και αντιμετώπισης κινδύνων, είχε υποβληθεί σε όλους τους προβλεπόμενους ελέγχους και επιθεωρήσεις είχε σε ισχύ τα πιστοποιητικά του, όπως διαπιστώθηκε από τον ενεργήσαντα αυτοψία σ’ αυτό αξιωματικό του Λιμενικού Σώματος – πραγματογνώμονα (…………) ο οποίος στην έκθεσή του αναφέρει ότι το πλοίο τηρούσε όλους τους προβλεπόμενους κανονισμούς πυρασφάλειας  για την κατηγορία του, πιστοποίησης και τήρησης διαδικασιών ασφαλούς διαχείρισης, ενώ διεξάγονταν τα προβλεπόμενα γυμνάσια πυρκαγιάς, κάθε μήνα, το δε πλήρωμα είχε εκπαιδευτεί σύμφωνα με το σχέδιο ελέγχου πυρός και τη χρήση των μέσων πυρόσβεσης. Δεν μπορεί δε να συναχθεί αντίθετο αποτέλεσμα από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι επικράτησε πανικός στο πλήρωμα μετά τη σήμανση συναγερμού πυρκαγιάς λαμβανομένου υπόψη της προχωρημένης ώρας που αυτό συνέβη και πολλά από τα μέλη του κοιμούνταν ενώ είχε επικρατήσει τις προηγηθείσες βραδινές ώρες γιορτινή ατμόσφαιρα με (περιορισμένη) κατανάλωση ποτών λόγω της εορτής των Χριστουγέννων και περαιτέρω του ασφυκτικού,  σκοτεινού και με ιδιαίτερα αυξημένη θερμοκρασία περιβάλλοντος στο οποίο έπρεπε να αντιδράσουν. Ενόψει όλων όσων εκτέθηκαν παραπάνω, η διαπίστωση της φωτιάς περί τα 19, τουλάχιστον, λεπτά μετά την έναρξή της,  καθυστέρηση που δεν οφείλεται σε οποιαδήποτε αμέλεια – και συνακόλουθα η καθυστερημένη σήμανση συναγερμού πυρκαγιάς είχε ως συνέπεια την ταχύτατη μετάδοσή της σε όλα τα καταστρώματα του πλοίου που κατακλύστηκαν με θερμά τοξικά αέρια με περαιτέρω συνέπεια να μην υφίσταται δυνατότητα αποτελεσματικής αντιμετώπισής της. Με βάση αυτό το συμπέρασμα το Δικαστήριο κρίνει ότι η πρόκληση και η επέκταση της φωτιάς στο πλοίο των εναγομένων από την οποία απώλεσαν τη ζωή τους εννέα μέλη του πληρώματός του, δεν οφείλεται σε υπαίτιες πράξεις ή παραλείψεις των εναγομένων ούτε συνδέεται αιτιωδώς με την καθυστερημένη αντίδραση του πλοιάρχου στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς και επομένως δεν μπορεί να θεμελιωθεί σε βάρος τους η ένδικη αξίωση των εναγουσών για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Στην ίδια κρίση κατέληξε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και συγκεκριμένα ότι δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην καθυστερημένη έναρξη της πυρόσβεσης και του επελθόντος αποτελέσματος και επομένως δεν έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και όσα αντίθετα υποστηρίζουν οι εκκαλούσες με τους οικείους λόγους της έφεσής τους είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα. Περαιτέρω αποδείχθηκε και άλλωστε συνομολογήθηκε από τις ενάγουσες ότι στις 12-2-2010 έλαβαν από τους εναγόμενους ως αποζημίωση για το θάνατο των οικείων τους η μεν πρώτη το συνολικό ποσό των 64.000 δολαρίων ΗΠΑ, η δε δεύτερη το ποσό των 57.000 δολαρίων ΗΠΑ και η τρίτη το ποσό των 71.000 δολαρίων ΗΠΑ, τα οποία με βάση την ισοτιμία των δυο νομισμάτων κατά το χρόνο του ατυχήματος, (1 ευρώ = 1,435 δολ ΗΠΑ), την οποία λαμβάνει υπόψη το Δικαστήριο με βάση το άρθρο 336 παρ. 1 ΚΠολΔ, ανέρχονταν αντίστοιχα σε 44.600 ευρώ, 39.721 ευρώ και 49.477 (αντίστοιχα σε 47.197 ευρώ, 52.359 ευρώ και 42.035 ευρώ κατά το χρόνο καταβολής). Για την αιτία αυτή η πρώτη ζητά την καταβολή του συνολικού ποσού των 34.890,22 ευρώ, η δεύτερη του ποσού των 30.457,12 ευρώ και η τρίτη του ποσού των 22.377,07 ευρώ   ως αποζημίωση με βάση το άρθρο 3 του ν. 551/1915,επομένως ενόψει και όσων έγιναν δεκτά ανωτέρω οι ενάγουσες τόσο ατομικά όσο και ως νόμιμοι εκπρόσωποι των ανήλικων τέκνων τους έχουν λάβει τα ποσά που δικαιούνται ως αποζημίωση με βάση τον κ.ν. 551/15  και η ένδικη αξίωσή τους είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη όπως ορθά έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.Κατόπιν αυτών και εφόσον δεν υφίστανται άλλοι λόγοι προς έρευνα θα πρέπει η έφεση αφού γίνει τυπικά να απορριφθεί αυτή ως ουσιαστικά αβάσιμη, επιβαλλομένων, κατόπιν σχετικού αιτήματος, των δικαστικών εξόδων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλουσών κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της απόφασης (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την  με  αριθμ. έκθ. κατάθ. ………./26-11-2019 (και με αντίστοιχο αριθμό στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ……/2019) έφεση  κατά της 2566/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και της συμπροσβαλλομένης μη οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου με αριθμό 3786/2015, οι οποίες εκδόθηκαν κατόπιν συζήτησης της με αριθμ. κατάθ. ……/13-2-2013 αγωγής, με την ειδική διαδικασία των εργατικών  διαφορών (663 επ. ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν τον 4335/2015)

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ουσίαν

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλουσών και τα ορίζει σε (300).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 27 Ιανουαρίου   2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ