Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 71/2021

Αριθμός  71/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη και Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη-Εισηγήτρια  και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Α.Η κρινόμενη από 22.3.2018 (αριθ.καταθ. …./2018) έφεση κατά της υπ’ αριθ. 883/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της απόφασης που περάτωσε τη δίκη (16.2.2018), εφόσον από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθ. 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθ. 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25.7.2011). Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί από τις εκκαλούσες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, το νόμιμο παράβολο, όπως προκύπτει από τη με ημερομηνία 20.4.2018 πράξη κατάθεσης παραβόλου της αρμοδίας Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά.

Β.Η κρινόμενη από 20.4.2018 (αριθ.καταθ. ………/2018) έφεση κατά της υπ’ αριθ. 883/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού κοινοποιήθηκε στο εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο την 2.8.2018 (όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ………… επί αυτής – εκκαλουμένης απόφασης) και η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε την 26.4.2018, ήτοι πριν την πάροδο τριάντα ημερών, από την ως άνω κοινοποίησή της, όπως προκύπτει από την από 26.4.2018 πράξη κατάθεσης της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά, (άρθ. 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517, 518 παρ. 1, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθ. 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25.7.2011). Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, από την κατάθεση του οποίου εξαιρείται του εκκαλούν το οποίο απολαμβάνει των ατελειών του Δημοσίου, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 4 του Ν. 2579/1998.

Οι κρινόμενες ως άνω από 22.3.2018 και από 20.4.2018 εφέσεις, πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης συναφείας τους, αλλά και διότι διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρ. 246 και 524 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την από 30.11.2015 (αριθ.καταθ. ………../2015) αγωγή του ο ενάγων ήδη εφεσίβλητος, σε βάρος του οποίου και των εναγομένων και ήδη εκκαλουσών (από 22.3.2018 έφεσης) άσκησε κύρια παρέμβαση το κυρίως παρεμβαίνον και ήδη εκκαλούν της από 20.4.2018 έφεσης, Ελληνικό Δημόσιο, ιστορούσε ότι διατηρεί απαίτηση από την αναφερόμενη σύμβαση πώλησης σε βάρος της πρώτης εναγομένης ανώνυμης αεροπορικής εταιρείας και ήδη πρώτης εκκαλούσας, η οποία (απαίτηση), ανερχόμενη στο ποσό των 80.000 ευρώ πλέον τόκων από 15.5.2009 και εξόδων, έχει αναγνωριστεί και επιδικαστεί σε αυτόν (ενάγοντα ήδη εφεσίβλητο) τελεσίδικα με την υπ’ αριθ. 255/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου. Ότι, η απαίτηση αυτού (ενάγοντος) κατά την 25.5.2009 (χρόνος εξώδικης όχλησης της πρώτης εναγομένης) ανέρχονταν σε 80.000 ευρώ και κατά τον χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής, σε 147.657,24 (νόμιμοι τόκοι από 15.5.2009 και μέρος των δικαστικών εξόδων) ευρώ. Ότι η πρώτη εναγομένη-οφειλέτρια του ενάγοντος και κατά τον χρόνο που είχε γεννηθεί η απαίτηση αυτού (ενάγοντος) και είχε ήδη καταστεί ληξιπρόθεσμη, μεταβίβασε την 1.3.2013, λόγω πωλήσεως, προς τη δεύτερη εναγομένη, της οποίας η νόμιμη εκπρόσωπος και μοναδικός εταίρος είναι η σύζυγος του νομίμου εκπροσώπου της πρώτης των εναγομένων …………, αντί ευτελούς τιμήματος ύψους 10.000 ευρώ, μια μεταλλική λυόμενη κατασκευή (υπόστεγο) μαζί με τον παρελκόμενο εξοπλισμό της, πραγματικής αξίας 50.000 ευρώ και του παρελκόμενου εξοπλισμού της ύψους 500 ευρώ, που βρίσκονται στο Αεροδρόμιο Πάχης Μεγάρων, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σε αυτή (αγωγή). Ότι η μεταβίβαση του ως άνω περιουσιακού του στοιχείου που προέβη η πρώτη εναγομένη ήδη πρώτη εκκαλούσα της από 22.3.2018 εφέσεως, συνιστά απαλλοτρίωση περιουσιακού στοιχείου, με την οποία αυτή (οφειλέτρια) αποστερήθηκε της περιουσίας της προς το σκοπό βλάβης αυτού (δανειστή – εφεσιβλήτου), και ματαίωσης ικανοποίησης της απαίτησής του και ότι η δεύτερη εναγομένη ήδη δεύτερη εκκαλούσα της από 22.3.2018 εφέσεως, γνώριζε κατά το χρόνο της επίδικης μεταβίβασης τον σκοπό βλάβης που επεδίωκε σε βάρος της η πρώτη εναγομένη. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζήτησε να διαρρηχθεί η από 1.3.2013 καταρτισθείσα σύμβαση πώλησης και να καταδικασθούν οι εναγόμενες στη δικαστική του δαπάνη. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την με αριθ. 883/2018 οριστική απόφασή του, το οποίο συνεκδίκασε αντιμωλία των διαδίκων την από 30.11.2015 αγωγή του εφεσιβλήτου και την από 3.5.2017 (αριθ.καταθ. ……../2017) κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου ήδη εκκαλούντος, αφού έκρινε, α)την αγωγή ορισμένη και νόμιμη ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 939, 941, 943, 481, 482, 513, 514, 516 ΑΚ, 68, 76, 936 παρ. 3, 176 ΚΠολΔ και β)την κυρία παρέμβαση νόμιμη ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 953, 954, 1000, 1057, 173, 200, 361, 574 επ. Ακ, 79 και 181 παρ. 1 ΚΠολΔ, δέχθηκε αυτή (αγωγή) ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, απέρριψε την κυρία παρέμβαση ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και απήγγειλε την διάρρηξη στο σύνολό της της απαλλοτριωτικής δικαιοπραξίας, που καταρτίστηκε με την προαναφερόμενη σύμβαση πώλησης. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται με τις προαναφερόμενες εφέσεις οι ηττηθέντες διάδικοι (εναγόμενες/κυρίως παρεμβαίνων), με τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτές (εφέσεις) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική εκτίμηση τους, ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση προκειμένου, α)να απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή και β)να γίνει δεκτή η από 3.5.2017 κυρία παρέμβαση.

1)Από τις διατάξεις των άρθρων 939 έως 942 ΑΚ, προκύπτει, ότι για τη γένεση της αξιώσεως προς διάρρηξη καταδολιευτικής δικαιοπραξίας απαιτείται η συνδρομή των κατωτέρω προϋποθέσεων: α)απαίτηση του δανειστή κατά του οφειλέτη, γεννημένη κατά το χρόνο που ο τελευταίος επιχειρεί την απαλλοτρίωση, β)απαλλοτρίωση από τον οφειλέτη περιουσιακού στοιχείου, γ)πρόθεση βλάβης των δανειστών, δ)γνώση του τρίτου ότι ο οφειλέτης απαλλοτριώνει προς βλάβη των δανειστών, η οποία γνώση τεκμαίρεται όταν ο τρίτος είναι κατά την απαλλοτρίωση σύζυγος ή συγγενής σε ευθεία γραμμή ή σε πλάγια γραμμή εξ αίματος έως και τον τρίτο βαθμό ή από αγχιστεία έως το δεύτερο βαθμό, ενώ η ανωτέρω γνώση δεν απαιτείται αν η απαλλοτρίωση έγινε από χαριστική αιτία (Ολ ΑΠ 6/2003) και ε)αφερεγγυότητα το οφειλέτη, η οποία συντρέχει όταν η υπολειπόμενη εμφανής περιουσία τούτου δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του δανειστή (Ολ ΑΠ 15/2012). Επίσης, από τις διατάξεις των άρθρων 939 και 943 παρ. 1 ΑΚ, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 936 παρ. 3, 953 παρ. 2 και 992 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, για τη γένεση του δικαιώματος του δανειστή προς διάρρηξη της εκ μέρους του οφειλέτη του επιχειρηθείσες καταδολιευτικής απαλλοτριώσεως, προϋποτίθεται, πλην άλλων, ότι η υπόλοιπη περιουσία του τελευταίου δεν επαρκεί για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του πρώτου. Από τη νομοθετική αυτή ρύθμιση συνάγεται ότι η διάρρηξη δύναται να ζητηθεί από τον δανειστή και να διαταχθεί από το δικαστήριο, κατ’ αρχάς, μόνο στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την ικανοποίηση του δανειστή, ο οποίος και δεν έχει έννομο συμφέρον για διάρρηξη πέρα από αυτό το μέτρο. Έτσι, σε περίπτωση που αντικείμενο της καταδολιευτικής απαλλοτριώσεως είναι περισσότερα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, η διάρρηξη περιορίζεται σε όσα (και σε εκείνα που) απαιτούνται για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του δανειστή, ενώ σε περίπτωση που αντικείμενό της είναι μόνο ένα (ενιαίο) περιουσιακό στοιχείο, η διάρρηξη περιορίζεται στο ποσοστό του εκείνο, η αξία του οποίου καλύπτει την αξία της απαιτήσεως του δανειστή (ΑΠ 1300/2019, ΑΠ 243/2019, Εφ.Πειρ. 539/2017, Εφ.Πειρ. 336/2016, Εφ.Αθ. 147/2019, ΑΠ 1349/2018).

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων του ενάγοντος και του κυρίως παρεμβαίνοντος ……… και …………. αντιστοίχως, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα (ειδικώς μνημονευόμενα κατωτέρω ή μη), που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως πλήρη απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, την επισκόπηση των φωτογραφιών, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ. 1 περ.γ΄, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Την 19.7.2018 καταρτίστηκε μεταξύ της πρώτης εναγομένης ανώνυμης αεροπορικής εταιρείας με την επωνυμία «…………», ως πωλήτριας και του ενάγοντος, ……….., ως αγοραστή, ιδιωτικό συμφωνητικό πώλησης ελικοπτέρου, δυνάμει του οποίου «Η πρώτη των συμβαλλόμενων πωλήτρια δήλωσε ότι έχει την αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή και χρήση σε ποσοστό 100% ενός μεταχειρισμένου ελικόπτερου εργοστασίου κατασκευής ………., με αριθμό Ελληνικού νηολογία ……., με χαρακτηριστικό κλήσης …….. και με αριθμό σειράς …….. , έτους κατασκευής 1998. Από το ανωτέρω περιγραφόμενο ελικόπτερο μεταβιβάζει  τη νομή, κατοχή και χρήση κατά ποσοστό πενήντα τις εκατό (50%) στον αγοραστή με τους παρακάτω όρους και συμφωνίες……..2.Το τίμημα συμφωνείται στο ποσό των ογδόντα χιλιάδων ευρώ (80.000 ευρώ + ΦΠΑ 19%) (κατά την έκδοση του τιμολογίου) το οποίο θεωρείται εύλογο και δίκαιο και ανάλογο παροχής και αντιπαροχής και το οποίο θα καταβληθεί από τον Αγοραστή σε οκτώ μηνιαίες δόσεις των δέκα χιλιάδων εκάστη, κάθε 1η του μήνα, αρχόμενη από την 1η Αυγούστου 2008, 1η Σεπτεμβρίου 2008, 1η Οκτωβρίου 2008, 1η Νοεμβρίου 2008, 1η Δεκεμβρίου 2008, 1η Ιανουαρίου 2009, 1η Φεβρουαρίου 2009, 1η Μαρτίου 2009. Η κυριότητα θα αποδοθεί μετά την εξόφληση των παραπάνω προβλεπομένων δόσεων………Ο αγοραστής υπόσχεται ότι θα φροντίζει για την έγκαιρη εξόφληση των δόσεων……..Η πωλήτρια υπόσχεται ότι το πωλούμενο ελικόπτερο είναι ελεύθερο παντός εν γένει βάρους χρέους αναγκαστικής ή συντηρητικής κατασχέσεως ως και ελεύθερο παντός νομικού κωλύματος μέχρι σήμερα…….». Όμως, το ως άνω πωληθέν στον ενάγοντα ελικόπτερο δεν ανήκε κατά κυριότητα στην πρώτη εναγομένη εταιρεία. Τούτο, γιατί η τελευταία – πωλήτρια προς εξυπηρέτηση των καταστατικών της σκοπών είχε ήδη καταρτίσει με την εταιρεία «…………….» την από 31.8.2007 σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, δυνάμει της οποίας η τελευταία εκμίσθωσε σ’ αυτή (πρώτη εναγομένη εταιρεία) το ανωτέρω αναφερόμενο ελικόπτερο για χρονικό διάστημα πέντε ετών έναντι μισθώματος 150.000 ευρώ καταβαλλομένου σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή η πρώτη εναγομένη εταιρεία θα είχε δικαίωμα με την εξόφληση του μισθώματος να ζητήσει τη μεταβίβαση σ’ αυτήν της κυριότητας του ελικοπτέρου αυτού ή να παρατείνει τη διάρκεια της σύμβασης, γεγονός που δεν είχε πραγματοποιηθεί κατά τον παραπάνω χρόνο κατάρτισης της σύμβασης πώλησης με τον ενάγοντα, ο οποίος δεν γνώριζε κατά τον επίμαχο αυτό χρόνο την έλλειψη κυριότητας της πρώτης εναγομένης εταιρείας στο πωλούμενο. Ο ενάγων όμως, τηρώντας τις συμβατικές του υποχρεώσεις, εξόφλησε εμπρόθεσμα ολοσχερώς το συμφωνημένο τίμημα πωλήσεως με την καταβολή και της τελευταίας δόσεως την 1.3.2009. Μετά δε την εξόφληση και της τελευταίας δόσεως η πρώτη εναγομένη – πωλήτρια εταιρεία ήταν υποχρεωμένη να μεταβιβάσει στον ενάγοντα την κυριότητα του πωληθέντος πράγματος (50% εξ αδιαιρέτου κυριότητας ελικοπτέρου), πλην όμως η μεταβίβαση σ’ αυτόν (ενάγοντα) της κυριότητας εκ μέρους της πωλήτριας εταιρείας δεν ήταν δυνατή, λόγω της ύπαρξης του προαναφερθέντος νομικού ελαττώματος δηλαδή της έλλειψης κυριότητας της τελευταίας (πρώτης εναγομένης) επί του πωληθέντος ελικοπτέρου. Για το λόγο αυτό ο ενάγων, αφού η πρώτη εναγομένη εταιρεία αρνείτο να του επιστρέψει το τίμημα των 80.000 ευρώ που αυτός κατέβαλε για την εν λόγω αγορά, αρχικά κοινοποίησε στην τελευταία την 14.5.2009 (βλ. ………/14.5.2009 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……..) την από 12.5.2009 εξώδικη διαμαρτυρία – δήλωση – πρόσκληση – όχληση προς την πρώτη εναγομένη πωλήτρια εταιρεία με την οποία διαμαρτύρονταν για την ως άνω αντισυμβατική συμπεριφορά της και την καλούσε, όπως «είτε να ολοκληρώσετε τις διαδικασίες για τη μεταβίβαση του ποσοστού 50% του ανωτέρω ελικοπτέρου είτε να……επιστρέψετε νομιμοτόκως το ποσό των 80.000 ευρώ το οποίο εισπράξατε…..για τη μεταβίβαση του 50% του ανωτέρω ελικοπτέρου, του οποίου δηλώσατε……ότι είστε κύριοι και συνεχίζετε να δηλώνετε στις σχετικές ερωτήσεις μου ότι έχετε το δικαίωμα μεταβίβασής του». Ακολούθως, αυτός (ενάγων) άσκησε εναντίον της πρώτης εναγομένης – πωλήτριας και των νομίμων εκπροσώπων αυτής (………/……….. – μη διάδικοι στην παρούσα δίκη) την από 20.4.2011 αγωγή του απευθυνόμενη στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά, με την οποία ζήτησε, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθούν οι ανωτέρω, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον να του καταβάλουν το προαναφερόμενο ποσό των 80.000 ευρώ, που αντιστοιχούσε στο καταβληθέν τίμημα της από 19.7.2008 σύμβασης πώλησης. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 766/13.2.2013 οριστική απόφαση του ιδίου ως άνω δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο ενάγων ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου με την από 20.5.2013 (αριθ.καταθ. ……./2013) έφεσή του, δυνάμει της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 244/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία δέχθηκε την έφεση τυπικά και κατ’ ουσίαν, εξαφάνισε την υπ’ αριθ. 766/2013 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, δίκασε εκ νέου την από 20.4.2011 αγωγή, απέρριψε αυτή ως προς τους ……..και ……….., δέχτηκε εν μέρει αυτή (αγωγή) ως προς την πρώτη εναγομένη, την υποχρέωσε να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 80.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 15.5.2009 μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και την καταδίκασε στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία όρισε στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων (4.500) ευρώ. Κατά συνέπεια έχει καταστεί ήδη τελεσίδικη η επιδίκαση της απαίτησης του ενάγοντος έναντι της οφειλέτριας-πρώτης εναγομένης. Ακριβές φωτοτυπικό αντίγραφο του πρώτου απογράφου εκτελεστού της άνω 244/2015 τελεσίδικης απόφασης του Δικαστηρίου τούτου κοινοποιήθηκε στην πρώτη εναγομένη (πρώτη εκκαλούσα) την 6.11.2015 (βλ.την υπ’ αριθ. …….΄/6.11.2015 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πειραιά …………….), η οποία επιτάχθηκε να καταβάλει στον ενάγοντα: «1)80.000 ευρώ για επιδικασθέν κεφάλαιο με το νόμιμο τόκο από 15.5.2009 μέχρι σήμερα, 2)58.057,14 ευρώ για νόμιμους τόκους του κεφαλαίου αυτού από 15.5.2009 μέχρι σήμερα, 3)4.500 ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη και συνολικά το ποσό των 147.657,24 ευρώ, ποσό που οφείλεται έως σήμερα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 27.2.2013 συστάθηκε η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «……………» (ΦΕΚ Αρ.Φύλλου 1372/28.2.2013 Τεύχος ΑΕ-ΕΠΕ) με μοναδικό εταίρο την …….., έδρα τον Δήμο Νίκαιας Αττικής επί της οδού ……. και σκοπό τον καθοριζόμενο στο άρθρο 7 της με αριθ. ……../27.2.2013 πράξης σύστασης, όπως «1)Η παροχή πάσης φύσεως υπηρεσιών που έχουν σχέση με τη διακίνηση και αποθήκευση εμπορευμάτων, όπως και την υπηρεσία διαμεταφοράς εμπορευμάτων, 2)Η διενέργεια πάσης φύσεως μεταφορών δια ξηράς, θαλάσσης και αέρος προς και από το εσωτερικό και το εξωτερικό ως παραγγελιοδόχος (πράκτορας), 3)Η οργάνωση, επίβλεψη και διαχείριση αποθηκεύσεων σε ίδιους χώρους ή χώρους τρίτων και υπηρεσίες διακίνησης φορτίων, 4)Η διανομή εμπορευμάτων ως και η περισυλλογή και διανομή επιστολών και μικροδεμάτων (COURIER), 5,6,7,8,9,10,11,12,13…». Την 1.3.2013, αμέσως μετά την έκδοση (27.2.2013) της υπ’ αριθ. 766/2013 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και πριν την άσκηση της από 20.5.2013 εφέσεως κατά της ως άνω αποφάσεως ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, η πρώτη εναγομένη (πρώτη εκκαλούσα) μεταβίβασε, λόγω πωλήσεως, στη νεοσυσταθείσα δεύτερη εναγομένη (δεύτερη εκκαλούσα), το μοναδικό περιουσιακό της στοιχείο, και ειδικότερα «μια μεταλλική λυόμενη κατασκευή που είναι τοποθετημένη στο Αεροδρόμιο Πάχης Μεγάρων και αποτελείται από «πάνελ 76 τεμ, Δοκούς χάλυβα 13 τεμ, Δοκούς χάλυβα 5,5 μ, 21 τεμ, Δοκούς χάλυβα οροφής 8 τεμ, τεγίδες χάλυβα 27 τεμ, πόρτα συρώμενη 3 τεμ, πόρτες μικρές ασφαλείας 2 τεμ, Ηλεκτρικό ρολό ασφαλείας 1 τεμ, παράθυρα PVC 6 τεμ, Κοχλίες 50 κιλών 1 συσκευασία, λοιπός εξοπλισμός συναρμολόγησης 1 συσκευασία, γραφεία 2 τεμ, Ραφιέρες 3 τεμ, καρέκλα 1 τεμ, πάγκος 1 τεμ, βοηθητικά γραφεία 3 τεμ,», αντί τιμήματος πώλησης με πίστωση αυτού (τιμήματος) ανερχόμενο σε 12.300 ευρώ (βλ. το υπ’ αριθ. 04/1.3.2013 τιμολόγιο πώλησης). Ακολούθως, την ιδία ως άνω ημεροχρονολογία με την ως άνω πώληση, ήτοι την 1.3.2013, καταρτίστηκε μεταξύ της δεύτερης εναγομένης (ήδη δεύτερης εκκαλούσας) και του νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης (ήδη δεύτερης εκκαλούσας) σύμβαση χρησιδανείου δυνάμει της οποίας «……Η ΧΡΗΣΤΗΣ δυνάμει του παρόντος παραχωρεί στην ΧΡΗΣΑΜΕΝΗ, την χρήση της μεταλλικής κατασκευής και του παρελκόμενου εξοπλισμού όπως αυτά αναφέρονται και περιγράφεται στο Παράρτημα Ι,……., χωρίς αντάλλαγμα και η ΧΡΗΣΑΜΕΝΗ αναλαμβάνει την υποχρέωση να χρησιμοποιεί τα ΠΡΑΓΜΑΤΑ και να αποδώσει στην ΧΡΗΣΤΗ τα ΠΡΑΓΜΑΤΑ, σύμφωνα με τους όρους, ρήτρες και προϋποθέσεις του παρόντος. Η ΧΡΗΣΑΜΕΝΗ θα χρησιμοποιεί τα ΠΡΑΓΜΑΤΑ αποκλειστικά και μόνον για τους σκοπούς της εταιρείας «Έλληνας Αεροπόρος Ανώνυμη Αεροπορική Εταιρεία»……..φέρει όλες τις δαπάνες συντήρησης και επισκευής και λειτουργίας των ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ…… Το……….χρησιδάνειο θα έχει διάρκεια πέντε (5) ετών, η οποία από σήμερα και λήγει την 1η Μαρτίου του έτους 2018……..». Την 3.4.2014 η …….. (μοναδική εταίρος της ……… – δεύτερης εναγομένης-δεύτερης εκκαλούσας) τέλεσε νόμιμο γάμο με το νόμιμο εκπρόσωπο της πρώτης εναγομένης – πρώτης εκκαλούσας ……….. Κατά το χρόνο μεταβίβασης (1.3.2013), λόγω πωλήσεως, του επίμαχου περιουσιακού στοιχείου από την πρώτη εναγομένη (ήδη πρώτη εκκαλούσα-πωλήτρια εταιρεία) προς τη δεύτερη εναγομένη, αυτή (πρώτη εναγομένη εταιρεία) είχε ήδη αποκτήσει την ιδιότητα της οφειλέτριας, αφού τα παραγωγικά περιστατικά της απαίτησης είχαν ήδη γεννηθεί από 15.5.2009 (σύμβαση πώλησης 7.9.2008-εξόφληση του τιμήματος-πρόσκληση για επιστροφή του, λόγω μη συντέλεσης της μεταβίβασης του πωληθέντος ποσοστού του ελικοπτέρου) και ο ενάγων (ήδη εφεσίβλητος) είχε ήδη προβεί στην δικαστική διεκδίκηση της απαίτησής του, η οποία (δικαστική διεκδίκηση) δεν είχε κατά τον χρόνο αυτό περατωθεί τελεσίδικα, αφού ήταν ενεργό το δικαίωμα άσκησης έφεσης κατά της υπ’ αριθ. 766/2013 οριστικής απόφασης, το οποίο (δικαίωμα άσκησης έφεσης) άσκησε την 20.5.2013. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι, η μεταβίβαση της επίδικης μεταλλικής λυόμενης κατασκευής έγινε με τίμημα πρόδηλα υπολειπόμενο της πραγματικής αξίας αυτής (λυόμενης κατασκευής), που ανέρχεται, τόσο κατά το χρόνο κατάρτισης της σύμβασης πώλησης αυτής (1.3.2013) όσο και κατά το χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής στο ποσό των 50.000 ευρώ, του δε εξοπλισμού της σε 500 ευρώ, η οποία (πραγματική αξία) ούτε αμφισβητείται από τις εναγόμενες (ήδη εκκαλούσες) αλλά και ούτε μπορεί να συναχθεί διαφορετική κρίση του Δικαστηρίου από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, ενισχύεται από τα κατατεθέντα, με γνώση και πειστικότητα από τον μάρτυρα του ενάγοντος …………. Από όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η πρώτη εναγομένη – πρώτη εκκαλούσα, οφειλέτρια του ενάγοντος (ήδη εφεσιβλήτου) προέβη στην εν λόγω απαλλοτριωτική πράξη γνωρίζοντας ότι έχει γεννηθεί το επίδικο χρέος προς τον ενάγοντα από την μη εκπλήρωση της συμβάσεως πωλήσεως ποσοστού 50% του προαναφερθέντος ελικοπτέρου για το οποίο ήδη είχε οχληθεί να καταβάλει και ότι με τη μεταβίβαση αυτή, η υπόλοιπη περιουσία του δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του ενάγοντος – δανειστή, ο οποίος έτσι θα υποστεί βλάβη από αυτή (απαλλοτρίωση). Ειδικότερα, γνωρίζοντας την οφειλή της, προς τον ενάγοντα – εφεσίβλητο και προβλέποντας ότι μέλλει να επιχειρηθεί (όπως και πραγματικά συνέβη) εναντίον της περιουσίας της αναγκαστική εκτέλεση έσπευσε να μεταβιβάσει το ως άνω κινητό περιουσιακό της στοιχείο με αποκλειστικό σκοπό να αποστερήσει αυτόν (ενάγοντα) από τη δυνατότητα να ικανοποιήσει την απαίτησή του από το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που διέθετε. Και τούτο, διότι, με τη μεταβίβαση αυτού (μοναδικού και σημαντικού περιουσιακού της στοιχείου), δεν διέθετε πλέον περιουσία, για να ικανοποιηθεί η απαίτηση του εφεσίβλητου – ενάγοντος έστω κατά ένα μέρος. Ως εκ τούτου, η επίδικη απαλλοτρίωση του μοναδικού περιουσιακού στοιχείου αυτής (οφειλέτριας) είναι καταδολιευτική (ως ενέχουσα πρόθεση βλάβης του ενάγοντος) και έτσι αυτή (πρώτη εναγομένη εταιρεία – οφειλέτρια – πρώτη εκκαλούσα), τόσο κατά τον χρόνο που κατάρτισε την επίδικη απαλλοτριωτική δικαιοπραξία, όσο και κατά τον χρόνο εγέρσεως της υπό κρίση αγωγής, είχε καταστεί αφερέγγυα. Ο πρόδηλος σκοπός βλάβης της πρώτης εναγομένης να βλάψει, με την απαλλοτρίωση του μοναδικού της περιουσιακού στοιχείου, τον ενάγοντα-δανειστή, συνάγεται ευθέως και από την υπ’ αρ. 899/2016 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε δυνάμει της από 1/12/2015 αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων του ενάγοντος, με την οποία διατάχθηκε, ως ασφαλιστικό μέτρο η δικαστική μεσεγγύηση της μεταλλικής λυόμενης κατασκευής και ορίστηκε μεσεγγυούχος ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης εναγομένης, της οποίας (απόφασης ασφαλιστικών μέτρων) δεν έχει λήξει η ισχύς της. Περαιτέρω, από τα ανωτέρω αναφερόμενα περιστατικά προκύπτει ως προς τη δεύτερη εναγομένη ότι, αυτή (δεύτερη εναγομένη) συστάθηκε 27.2.2013 (ΦΕΚ Αρ.Φύλλου 1372/28.2.2013), ήτοι αμέσως μετά την έκδοση την 13.2.2013 της υπ’ αριθ. 766/2013 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με μοναδική εταίρο την ………. (σύζυγο μετά από μικρό διάστημα 15 μηνών περίπου του νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης) και την 1.3.2013 καταρτίζεται με την πρώτη εναγομένη – οφειλέτρια η επίδικη απαλλοτριωτική δικαιοπραξία της πώλησης της μεταλλικής λυόμενης κατασκευής, όπως ανωτέρω προσδιορίστηκε, χωρίς να αποδεικνύεται για την εν λόγω αγορά συγκεκριμένος λόγος για την εκπλήρωση του καταστατικού σκοπού αυτής (δεύτερης εναγομένης) και την εξυπηρέτηση των αναγκών της νεοσυσταθείσας εταιρείας και μάλιστα με τίμημα αδικαιολόγητα χαμηλό. Ταυτόχρονα με την από 1.3.2013 σύμβαση πωλήσεως καταρτίστηκε από 1.3.2013 σύμβαση χρησιδανείου, δυνάμει της οποίας η δεύτερη εναγομένη παραχώρησε στην πρώτη εναγομένη τη χρήση του άνω μεταβιβασθέντος περιουσιακού στοιχείου για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών προς εξυπηρέτηση των καταστατικών σκοπών της και του αντικειμένου δραστηριότητας της πρώτης εναγομένης. Η ως άνω παραχώρηση συμφωνήθηκε χωρίς αντάλλαγμα, ενώ εάν αυτή (δεύτερη εναγομένη) εκμίσθωνε το μεταβιβασθέν σε αυτή, λόγω πωλήσεως, περιουσιακό στοιχείο, θα εισέπραττε, λόγω της θέσης που βρίσκονταν, μισθώματα ύψους τουλάχιστον «1500-2000» ευρώ, όπως, για το ως άνω πραγματικό περιστατικό, με γνώση, πειστικότητα και σαφήνεια, καταθέτει ο μάρτυρας του ενάγοντα – εφεσιβλήτου, ………. «…..γι’ αυτό…ένας χώρος γύρω στα 250 τμ στον όγκο που έχει να παίρνει 2-3 ελικόπτερα μέσα πρέπει……να ήταν τουλάχιστον 1.500-2.000 το μήνα…….τα οποία μετά βεβαιότητας θα έπαιρνε……ήταν τόσες εταιρείες που ζητάνε υπόστεγα εκεί πέρα…….γιατί δεν είναι εύκολο, είναι στρατιωτικό αεροδρόμιο». Από την συνεκτίμηση όλων των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι, η δεύτερη εναγομένη εταιρεία στην οποία μεταβιβάστηκε το επίδικο κινητό περιουσιακό στοιχείο κυριότητας της πρώτης εναγομένης, είχε θετική, κατά την κατάρτιση της ένδικης αγοραπωλησίας, γνώση της πρόθεσης της οφειλέτριας – πρώτης εναγομένης να βλάψει τον δανειστή της – ενάγοντα με την εσπευσμένη μεταβίβαση του μοναδικού της περιουσιακού στοιχείου και την δημιουργία αφερεγγυότητας αυτής (οφειλέτριας – πρώτης εναγομένης), όπως πρόδηλα καταδεικνύεται και από την άμεση παραχώρηση της χρήσης του πωληθέντος περιουσιακού στοιχείου στην οφειλέτρια προς εξυπηρέτηση των αναγκών της επιχειρήσεώς της (πρώτης εναγομένης), χωρίς αντάλλαγμα, ενώ θα μπορούσε αυτή (δεύτερη εναγομένη) να εκμισθώσει το επίδικο υπόστεγο στην πωλήτρια εταιρεία, αντί μηνιαίου μισθώματος τουλάχιστον χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο σχηματίζει πλήρη δικαστική πεποίθηση ότι η τρίτη στην οποία μεταβιβάστηκε από επαχθή αίτια η προαναφερόμενη μεταλλική λυόμενη κατασκευή που έχει τοποθετηθεί από την πωλήτρια – οφειλέτρια – πρώτη εναγομένη εταιρεία στο αεροδρόμιο Πάχης Μεγάρων σε έκταση 243 τ.μ, προέβη σε αυτή (σύμβαση πωλήσεως) εν γνώσει ότι η αυτή (πωλήτρια – πρώτη εναγομένη) απαλλοτριώνει το μοναδικό της περιουσιακό στοιχείο προς βλάβη του δανειστή της – ενάγοντα. Επομένως, οι σχετικοί λόγοι της υπό κρίση εφέσεως, με τους οποίους οι εκκαλούσες ισχυρίζονται την έλλειψη θετικής γνώσης της δεύτερης εναγομένης εταιρείας κατά την κατάρτιση της ένδικης αγοραπωλησίας περί της καταδολιευτικής πρόθεσης της πρώτης εναγομένης εταιρείας και έλλειψη κατά συνέπεια της προϋπόθεσης για διάρρηξη της επίδικης απαλλοτριωτικής πράξης, είναι κατ’ ουσίαν αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν.

2) Οι γενικοί ερμηνευτικοί κανόνες των άρθρων 173 και 200 ΑΚ εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση που το δικαστήριο της ουσίας, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, διαπιστώνει ότι υφίσταται κενό στη σύμβαση ή ότι γεννιέται αμφιβολία για την έννοια των δηλώσεων βουλήσεως. Παραβιάζονται δε οι κανόνες αυτοί όταν το δικαστήριο, παρά τη διαπίστωση έστω και έμμεσα της υπάρξεως κενού ή αμφιβολίας, σχετικά με την έννοια της δηλώσεως βουλήσεως, παραλείπει να προσφύγει σε αυτούς για την ερμηνευτική αποσαφήνιση του νοηματικού περιεχομένου της δικαιοπρακτικής δηλώσεως βουλήσεως ή να παραθέσει στην απόφασή του τα πραγματικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει η εφαρμογή τους ή προβαίνει σε κακή εφαρμογή τους, με την έννοια ότι ο πόρισμα, στο οποίο κατέληξε μετά από ερμηνεία της δικαιοπραξίας, δεν είναι σύμφωνο με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη (ΟλομΑΠ 26/2004, ΑΠ 71/2016, 1134/2015, 756/2014). Οι διατάξεις των ως άνω άρθρων αποσκοπούν στην ερμηνεία της δηλώσεως βουλήσεως και η μια από αυτές συμπληρώνει την άλλη. Η πρώτη εξαιρεί το υποκειμενικό στοιχείο της δήλωσης, δηλαδή την άποψη του δηλούντος και απαιτεί η ερμηνεία να μην προσκολλάται στις λέξεις της δήλωσης βουλήσεως, αλλά να αναζητεί την αληθινή βούληση του δηλούντος, η δε δεύτερη εξαιρεί το αντικειμενικό στοιχείο, δηλαδή την άποψη των συναλλαγών και επιβάλλει η δήλωση να ερμηνεύεται όπως απαιτεί η καλή πίστη, για τον προσδιορισμό της οποίας και μόνο θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα συναλλακτικά ήθη. Καλή πίστη είναι η συμπεριφορά που επιβάλλεται στις συναλλαγές κατά την κρίση χρηστού και εχέφρονος ανθρώπου και νοείται αντικειμενικά, ενώ συναλλακτικά ήθη είναι οι συνηθισμένοι στις συναλλαγές τρόποι ενέργειας Για τη διαμόρφωση της σχετικής κρίσης, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη, με διαφορετική κατά περίπτωση βαρύτητα, τα συμφέροντα των μερών και κυρίως εκείνου από αυτά, το οποίο αποβλέπει να προστατεύσει ο ερμηνευόμενος όρος, το δικαιοπρακτικό σκοπό, τις συνήθειες και τις λοιπές τυπικές, χρονικές και άλλες συνθήκες, υπό τις οποίες έγιναν οι δηλώσεις βουλήσεως των συμβαλλομένων, καθώς και τη φύση της σύμβασης. Έτσι, κάθε δήλωση βουλήσεως θα πρέπει να ληφθεί με την έννοια που απαιτεί στη συγκεκριμένη περίπτωση η συναλλακτική ευθύτητα και κατά τους κανόνες της οποίας θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή η δήλωση βουλήσεως και από τον τρίτο. Ωστόσο, το δικαστήριο, όταν ερμηνεύει, κατά τις αρχές της καλής πίστης, λαμβάνοντας υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, τη δήλωση βουλήσεως, δεν είναι ανάγκη να αναλύσει και εξειδικεύσει τις αρχές αυτές ή τα συναλλακτικά ήθη και δεν δεσμεύεται στην κρίση του από τους ισχυρισμούς των διαδίκων, όταν είναι απλά επιχειρήματα, χωρίς να οδηγούν υποχρεωτικά στην παραδοχή της προβαλλόμενης ερμηνευτικής άποψης (ΑΠ 448/2020, ΑΠ 898/2019 δημ.ΝΟΜΟΣ).

3) Σύμφωνα με το άρθρο 953 ΑΚ: “Συστατικό μέρος πράγματος,  που δεν μπορεί να αποχωριστεί από το κύριο πράγμα χωρίς βλάβη αυτού του ίδιου ή του κυρίου πράγματος ή χωρίς αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού τους δεν μπορεί να είναι χωριστό αντικείμενο κυριότητας ή άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος”. Η διάταξη αυτή περιέχει το γενικό κριτήριο της έννοιας του συστατικού που εφαρμόζεται σε κινητά και ακίνητα και εξαρτά την αναγνώριση της ιδιότητας αυτής από τις συνέπειες που θα έχει ο αποχωρισμός του μέρους από το κύριο πράγμα. Ειδικότερα ο χαρακτηρισμός ενός πράγματος ως συστατικού δεν είναι νοητός παρά μόνον όταν υπάρχει σύνθετο πράγμα. Συστατικό δε, είναι το μέρος του πράγματος που δεν μπορεί να αποχωριστεί από το κύριο πράγμα χωρίς βλάβη δική του ή του κυρίου πράγματος κ.λ.π. Μεταξύ των συστατικών πράγματος πρέπει να υπάρχει σωματική σύνδεση. Κατά το αποχωρισμό δε, να υπάρχει βλάβη ή αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού. Βλάβη κατά την έννοια του άνω άρθρου είναι η ολική ή μερική καταστροφή του μέρους που αποχωρίστηκε ή του σύνθετου πράγματος. Η βλάβη πρέπει να είναι ουσιώδης. Εάν ο αποχωρισμός προκαλεί μόνο σωματική βλάβη, τότε το μέρος που αποχωρίζεται δεν είναι συστατικό σύμφωνα με τον όρο αυτό (βλ.Σπυριδάκη/Περάκη, ΑΚ 953 αρ. 4). Το μέρος πράγματος υφίσταται αλλοίωση της ουσίας του όταν με τον αποχωρισμό από το υπόλοιπο πράγμα αίρεται εντελώς ή μειώνεται σοβαρά η δυνατότητα χρησιμοποιήσεως που είχε αυτό μέχρι τον αποχωρισμό. Αλλοίωση της ουσίας του κυρίου πράγματος επέρχεται όταν με τον αποχωρισμό του τμήματος γίνεται αδύνατη ή δυσχεραίνεται σοβαρά η χρησιμοποίησή του. Η αλλοίωση της ουσίας του μέρους του πράγματος ή του συνθέτου πράγματος πρέπει αν ερευνάται με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης και να κρίνεται σύμφωνα με την αντίληψη των συναλλαγών, με τεχνικοοικονομικά κριτήρια. Προορισμός είναι ο οικονομικός προορισμός του τμήματος ή του κυρίου πράγματος, δηλ. εκείνος τον οποίο το πράγμα είναι προορισμένο να εξυπηρετεί. Ως προς την νομική δε φύση πρέπει να λεχθεί ότι, σύμφωνα με την άνω 953 ΑΚ διάταξη, τα συστατικά δεν μπορούν να είναι αντικείμενα ιδιαίτερου εμπράγματου δικαιώματος. Ο κύριος του σύνθετου πράγματος μπορεί βεβαίως να καταλύσει τον σύνδεσμο του συστατικού με το κύριο πράγμα, μέχρι την αποσύνδεση όμως ούτε ιδιαίτερη κυριότητα, ούτε περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα μπορεί να υπάρξει πάνω στο συστατικό. Ο κανόνες δε της διατάξεως το άρθρο 953 ΑΚ είναι δημοσίας τάξεως και κάθε αντίθετη συμφωνία είναι άκυρη (Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ, Εμπράγματο Δίκαιο, ς.470-53, Εφ.Αθ. 995/2010 δημ.ΝΟΜΟΣ).

Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 955 ΑΚ δεν θεωρούνται συστατικά του ακινήτου πράγματα που έχουν συνδεθεί με το έδαφος για παροδικό μόνο σκοπό, έστω και αν υπάρχει σύνδεση ή συναρμογή κατά τους όρους των άρθρων 953 και 954 ΑΚ πράγμα που συμβαίνει και όταν η σύνδεση ή η προσαρμογή έγινε από αυτόν που έχει ενοχικό δικαίωμα χρήσεως του ακινήτου ή του οικοδομήματος παρεκτός του ότι στην περίπτωση αυτή μπορεί να τύχει ανάλογης εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 955 παρ. 1 εδ.β ΑΚ, σύμφωνα με την οποία δεν θεωρούνται συστατικά του ακινήτου πράγματα που έχουν συνδεθεί με το έδαφος για παραμικρό μόνο σκοπό, έστω και αν υπάρχει σύνδεση ή συναρμογή κατά τους όρους των άρθρων 953 και 954 ΑΚ πράγμα που συμβαίνει και όταν η σύνδεση ή προσαρμογή έγινε από αυτόν που έχει ενοχικό δικαίωμα χρήσεως του ακινήτου ή του οικοδομήματος παρεκτός του ότι στην περίπτωση αυτή μπορεί να τύχει ανάλογης εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 955 παρ. 1 εδ.β΄ΑΚ ,σύμφωνα με την οποία δεν θεωρούνται συστατικά τα οικοδομήματα ή κτίσματα γενικώς που ανεγέρθηκαν σε ξένο ακίνητο από αυτόν που έχει εμπράγματο δικαίωμα επάνω σε αυτό για την άσκηση του δικαιώματός του, συνεπώς δεν, κατ’ αναλογίαν, και τα ανεγερθέντα από το νόμιμο κάτοχο για την άσκηση του ενοχικού δικαιώματός του για χρήση του ακινήτου (για όλα αυτά βλ.Γ.Μπαλή, Γεν.Αρχ.Αστικού Δικαίου παρ. 191, 192, 193, 194, Γεωργιάδη/Σταθόπουλου Αστ.Κώδιξ, άρθ. 955 αρθ. 7, 12, 25 σχετ. ΑΠ 1795/1988, ΑΠ 46/1994, Εφ.Αθ. 6795/1993 δημ.ΝΟΜΟΣ).

4)Σύμφωνα με το άρθρο 516 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, δικαίωμα έφεσης έχουν εφόσον νικήθηκαν ολικά ή εν μέρει στην πρωτόδικη δίκη, ο ενάγων, ο εναγόμενος, εκείνοι που άσκησαν κύρια παρέμβαση ή πρόσθετη παρέμβαση, οι καθολικοί διάδοχοί τους, οι ειδικοί διάδοχοί τους, εφόσον απέκτησαν την ιδιότητα αυτή μετά την άσκηση της αγωγής και οι εισαγγελείς Πρωτοδικών, αν ήταν διάδικοι. Περαιτέρω, ο αντιποιούμενος το αντικείμενο της μεταξύ άλλων εκκρεμούς δίκης και κυρίως, κατά το άρθρο 79 παρ. 1 παρεμβαίνων σε αυτή καθίσταται μεν κύριος διάδικος, πλην ως αντιδικών προς όλους τους αρχικούς διαδίκους έναντι των οποίων επιδιώκει με την παρέμβαση του να εξέλθει νικητής, δεν τελεί σε σχέση ομοδικίας, απλής ή αναγκαστικής, με κάποιον από αυτούς. Αυτός δεσμεύεται από το δεδικασμένο που δημιουργείται από την απόφαση επί της κυρίας παρεμβάσεώς του, το οποίο εκτείνεται και στους αρχικούς (κυρίους) διαδίκους, δεν μετέχει όμως στη δίκη επί της αγωγής και συνεπώς, δεν δεσμεύεται από το επ’ αυτής δεδικασμένο, εκτός αν συντρέξει άλλος πέραν της ιδιότητάς του ως κυρίως παρεμβαίνοντος λόγος επεκτάσεως του εν λόγω δεδικασμένου και σε αυτόν. Ο κυρίως παρεμβαίνων δηλαδή δεν καθίσταται διάδικος στην δίκη που έχει ανοιχτεί με την αγωγή (ΑΠ 1423/1998, ΕλΔ 40.806). Συνεπεία τούτων είναι ότι, επί παραδοχής της αγωγής και απορρίψεως της κυρίας παρεμβάσεως, ο κυρίως παρεμβαίνων νομιμοποιείται σε άσκηση εφέσεως μόνο καθ’ ο μέρος απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη η κυρία παρέμβαση, δεν νομιμοποιείται δε να ζητήσει την εξαφάνιση της διάταξης της εκκαλουμένης με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή αφού δεν μετέχει εις την επί της αγωγής δίκη και επομένως δεν κατέστη διάδικος σ’ αυτήν (Εφ.Δυτ.Στερ.Ελλάδος 51/2009, Εφ.Αθ. 855/2011, Εφ.Αθ 2424/2004 ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι με την υπ’ αριθμ. Φ.551/10/442751 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας (ΦΕΚ Β΄ 773/2005) εγκρίθηκε η χρησιμοποίηση του Στρατιωτικού Αεροδρομίου (ΑΙΔ) Πάχης Μεγάρων από κοινού από το Γενικό Επιτελείο Στρατού και την “ΥΠΑ” για την κάλυψη των αναγκών των αεροπορικών μέσων της Γενικής Αεροπορίας σε έκταση 100 στρεμμάτων στο νοτιοανατολικό άκρο του Στρατοπέδου. Οι λεπτομέρειες της μεταφοράς των δραστηριοτήτων της Γενικής Αεροπορίας στο Στρατιωτικό Αεροδρόμιο Πάχης Μεγάρων καθορίστηκαν με το από 12.72005 Μνημόνιο Συνεργασίας μεταξύ “ΓΕΣ” και της “ΥΠΑ”. Η τελευταία στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της με την υπ’ αριθ. Δ11/Γ/21762/8107/2.6.2008 απόφασή της, εκμίσθωσε με το από 5.6.2008 μισθωτήριο συμφωνητικό στην εταιρεία “………..” (δτ “……….” (δεύτερη των καθ’ ών – πρώτη εναγομένη της υπό κρίση αγωγής) υπαίθριο χώρο του αεροδρομίου Πάχης Μεγάρων, εμβαδού 40,15 τ.μ (5,50 μ Χ 7,30 μ), για την εγκατάσταση λυόμενου οικίσκου μετά χώρου WC τύπου ISOBOX, για την διευκόλυνση των πτήσεων (σχεδίαση, παρακολούθηση, εκτέλεσης). Η μίσθωση ορίστηκε αόριστης διάρκειας και το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε σε 37,74 ευρώ πλέον χαρτοσήμου 3,6%. Με την υπ’ αριθ. Δ11/Γ/18238/6909/18.5.2009 απόφαση, τροποποιήθηκε η ως άνω απόφαση ως προς τη θέση του εκμισθούμενου χώρου και εκμισθώθηκε με το από 20.5.2009 μισθωτήριο συμφωνητικό, από την “ΥΠΑ” στην δεύτερη καθ’ ης η κύρια παρέμβαση – πρώτη εναγομένη, πρόσθετος υπαίθριος χώρος του αεροδρομίου Πάχης Μεγάρων εμβαδού 202,85 τ.μ, ήτοι συνολικά εμβαδού 243 τ.μ (40,15 τ.μ + 202,85 τ.μ) που βρίσκεται πλέον ανατολικά του χώρου της εταιρείας …………… Η μίσθωση ορίστηκε ομοίως αόριστης διάρκειας και το μηνιαίο μίσθωμα για τον πρόσθετο χώρο ορίστηκε σε 190,68 ευρώ πλέον χαρτοσήμου 3,6%. Κατά τα συμφωνηθέντα με τα ως άνω μισθωτήρια συμφωνητικά “Στον παραχωρούμενο συνολικό χώρο επιφανείας…….243,00 τ.μ, θα τοποθετηθεί υπόστεγο διαστάσεων 14,63 Χ 14,53 μ και ύψος 5,00 μ, μη συμπεριλαμβανομένης της στέγης, για τις ανάγκες της εν λόγω εταιρείας” και “Η εγκατάσταση μετά το πέρας της συμβατικής περιόδου θα απομακρυνθεί από τη μισθώτρια, εκτός αν άλλως συμφωνηθεί με την Υπηρεσίας”. Με το από 13.6.2009 πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής, παραδόθηκε και αντίστοιχα, παραλήφθηκε από την μισθώτρια εταιρεία, το ανωτέρω μίσθιο. Η μισθώτρια εταιρεία, κατόπιν έκδοσης της υπ’ αριθ. …………./8.4.2011 οικοδομικής αδείας, προέβη, για την εξυπηρέτηση των αναγκών της, και τη λειτουργία της Σχολής Εκπαίδευσης Χειριστών Ελικοπτέρων, στην κατασκευή μεταλλικού υπόστεγου εμπηγμένου εντός του ως άνω υπαίθριου χώρου αεροδρομίου με γραφεία στον πρώτο (1ο) όροφο (πατάρι), εμβαδού 82,50 τ.μ. Η εν λόγω μεταλλική κατασκευή (υπόστεγο) “Πρόκειται για κτίριο με μεταλλικό φέροντα οργανισμό και πλαγιοκάλυψη/επικάλυψη με θερμό μονωτικά πανέλα τύπου σάντουιτς. Εντός του κτιρίου έχει κατασκευαστεί πατάρι (όροφος) με δάπεδο από κόντρα πλακέ θαλάσσης, επί μεταλλικών δοκών, διαστάσεων 5,50Χ15m σύμφωνα με την οικοδομική άδεια. Οι εξωτερικές διαστάσεις του κτιρίου είναι 15,30 μ Χ 16,30 μ ενώ το μέγιστο ύψος του είναι 6,60 μ. Το δάπεδο του ισογείου είναι πλάκα σκυροδέματος επί εδάφους πάχους 15-17 εκ…………η θεμελίωσή του είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα και αποτελείται από μεμονωμένα πέδιλα συνδεόμενα μεταξύ τους με συνδετήρες δοκούς…….” (βλ.την με αριθμ.πρωτοκ. ………./3.4.2017 Αναφορά  του ……… ΠΕ7 με Α΄ β.Τμήμα Αρχιτεκτονικών και Στατικών Μελετών/Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του κυρίως παρεμβαίνοντος. Η εν λόγω μεταλλική λυόμενη κατασκευή (υπόστεγο), αποτελείται όπως ανωτέρω αναφέρεται, από : Πάνελ: 76 τεμ, Δοκοί Χάλυβα: 13 τεμ., Δοκοί Χάλυβα: 5,5  21 τεμ., Δοκοί Χάλυβα οροφής 8 τεμ., τεγίδες χάλυβα 27 τεμ., πόρτα συρόμενη 3 τεμ., πόρτες μικρές ασφαλείας 2 τεμ., Ηλεκτρικό ρολό ασφαλείας 1 τεμ., Παράθυρα PVC 6 τεμ., Κοχλίες 50 κιλών 1 συσκευασία, Λοιπός εξοπλισμός συναρμολόγησης 1 συσκευασία, Γραφεία 2 τεμ., Ραφιέρες 3 τεμ., Καρέκλα 1 τεμ., Πάγκος 1 τεμ., Βοηθητικά γραφεία 3 τεμ.”. Η μεταλλική λυόμενη κατασκευή, σύμφωνα με την ως άνω από 3/4/2017 “……Για να μετακινηθεί από την υφιστάμενη θέση το απαιτείται πρώτα η αποσυναρμολόγητή του με τη συνδρομή ειδικού προς τούτο συνεργείου με κατάλληλο εξοπλισμό (γερανούς, σκαλωσιές κλπ)…….Η πλάκα δαπέδου………και η θεμελίωση της δεν είναι δυνατόν να αποσυναρμολογηθούν καθώς είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα……”. Η εταιρεία “…………” στην από 1.11.2009 προσφορά της ενημερώνει τον πρώτο καθ’ ου η κύρια παρέμβαση-ενάγοντα της υπό κρίση αγωγής, ότι “το κόστος αποσύνδεσης και μεταφοράς υποστέγου λυόμενης κατασκευής από Αεροδρόμιο Μεγάρων προς ………… Κορωπί, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 5.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ. Επίσης, ως εξειδικευμένο συνεργείο, σας αναφέρουμε ότι τα πάνελ, οι κοιλοδομοί και τα λοιπά εξαρτήματα του υποστέγου λυόμενης κατασκευής, θα παραμείνουν σε άριστη λειτουργική κατάσταση και δεν θα υποστούν φθορές κατά την αφαίρεση τους και έπειτα το πέρας του συνόλου της διαδικασίας, ούτως ώστε να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου στον προορισμό τους”. Ο ίδιος ως άνω μάρτυρας ………….. για το ως άνω πραγματικό περιστατικό καταθέτει: “…….είναι…….μια κατασκευή, έχει μια πλατφόρμα πάνω στο έδαφος και από κει και πέρα είναι όλη με βίδες απάνω και κοιλοδοκούς και πάνελ……..η κατασκευή είναι σιδερένια……είναι με βίδες……εάν αφαιρεθεί……δεν αφήνει ζημιά απλώς τις βίδες κάτω αφήνει δεν αφήνει ζημιά…….Μεταφέρεται δεν είναι κατά σταθερό……..Ήταν μια εταιρεία ο ………. τότε που ήμουν εγώ στην υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας στα Μέγαρα είχε δύο ελικόπτερα είχε βάλει μέσα…….Σαν στέγαστρο σαν γκαράζ ελικοπτέρων να το πούμε………σε περίπτωση που μίσθωνε κάποιο άλλο χώρο……..μεταφέρεται ναι…….Γνωρίζω από προηγούμενο Δικαστήριο νομίζω ο πατέρας της κυρίας………κάτι τέτοιο είχε πει ότι θέλει 7.000 για να το μεταφέρει…….κάποιος υποψήφιος αγοραστής……….θα αγοράσει όλο το υπόστεγο όπως είναι……….”. Τα άνω κατατεθέντα πραγματικά περιστατικά μετά λόγου γνώσεως δεν αναιρούνται από τη μάρτυρα του κυρίως παρεμβαίνοντος αλλά ούτε και αμφισβητούνται από αυτή (μάρτυρα) ειδικά και συγκεκριμένα, λόγω έλλειψης γνώσης για τον χαρακτήρα και την σύνδεση της επίδικης κατασκευής με το έδαφος, όπως και η ιδία καταθέτει: “…..Δεν γνωρίζω γιατί δεν είμαι τεχνικός…. Δεν προκύπτει από τις αρμοδιότητές μου να κάνω αυτοψία. Δεν είμαι μηχανικός……Πως ξέρετε……..Από το πόρισμα το οποίο έχει τεθεί σε γνώση της υπηρεσίας από τη διεύθυνση τεχνικών υπηρεσιών που απαρτίζεται από μηχανικούς και αρχιτέκτονες…..”. Από όλα τα ανωτέρω αναφερόμενα αποδεικνύεται ότι, η επίδικη μεταλλική κατασκευή (υπόστεγο) τοποθετήθηκε από την μισθώτρια, σύμφωνα με τους συμφωνημένους συμβατικούς όρους, για την άσκηση του ενοχικού δικαιώματός της, ήτοι της εκπληρώσεως της συμβατικής σχέσεως της μισθώσεως. Ειδικότερα, εγκαταστάθηκε από τη δεύτερη των καθ’ ών η κύρια παρέμβαση στον υπαίθριο μισθωμένο χώρο εμβαδού 243 τ.μ ανατολικά του χώρου της εταιρείας “………”, στο αεροδρόμιο Πάχης Μεγάρων σύμφωνα με το από 25.5.2009 μισθωτήριο συμφωνητικό, για την εξυπηρέτηση των αναγκών και του αντικειμένου δραστηριότητας της συγκεκριμένης μισθώτριας εταιρείας, που συνίστανται στη διευκόλυνση και λειτουργία της παροχής πτητικών υπηρεσιών και τις ανάγκες της εκπαίδευσης  υποψήφιων πιλότων, και για όση χρονική διάρκεια ήταν ισχυρή και ενεργής η μισθωτική της σχέση με το κυρίως παρεμβαίνων, έστω και εάν η ολοκλήρωσή της επέρχονταν μετά από χρόνια, για το λόγο ότι η μίσθωση συμφωνήθηκε αόριστης διάρκειας. Η εγκατάσταση της επίδικης λυόμενης μεταλλικής κατασκευής για παροδικό σκοπό προς εξυπηρέτηση των αναγκών της συγκεκριμένης μισθωτικής σχέσης και της βούλησης της δικαιούχου μισθώτριας για απομάκρυνση-αφαίρεση αυτής με την λήξη της ενοχικής σχέσης, συνάγεται ρητά και από το άρθρο 5 παρ. 2 του μισθωτήριου συμφωνητικού, κατά το οποίο “Η εγκατάσταση μετά το πέρας της συμβατικής περιόδου θα απομακρυνθεί με μέριμνα και με δαπάνες της μισθώτριας, εκτός αν άλλως συμφωνηθεί με την Υπηρεσία”, από την διατύπωση του οποίου προκύπτει αναμφισβήτητα ότι, το επίδικο υπόστεγο δεν εγκαταστάθηκε προς όφελος και για διαρκή εξυπηρέτηση του ακινήτου – επιφανείας 243 τ.μ κυριότητας αυτού (εδαφικού χώρου) του κυρίως παρεμβαίνοντος. Η βούληση της μισθώτριας εταιρείας, ενόψει και του είδους της επίδικης εγκατάστασης, ότι πρόκειται περί κινητού περιουσιακού στοιχείου που ανήκει στην κυριότητά της και ότι αυτό (κινητό περιουσιακό στοιχείο) μπορεί να απομακρυνθεί και να μεταβιβαστεί σε τρίτον, καταδεικνύεται από την ως άνω μεταβίβαση του στη τρίτη καθ’ ών η κύρια παρέμβαση (δεύτερη εναγομένη της υπό κρίση αγωγής), αλλά και από την σύναψη την 3/2/2014 προσυμφώνου “Πώλησης κινητού πράγματος ΕΜΠΕΠΗΓΜΕΝΟΥ ΕΝΤΟΣ ΥΠΑΙΘΡΙΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟΥ”, με τον …………,  δυνάμει του οποίου η δεύτερη των καθ’ ών επιδίωξε να μεταβιβάσει με πώληση την επίδικη μεταλλική λυόμενη κατασκευή για την εξυπηρέτηση των ομοίων αναγκών με την επιχείρηση αυτή (δεύτερης καθ’ ων – πρώτης εναγομένης), μη συνδεομένης της σύνδεσης αυτής με διαρκείας ανάγκες της εκμισθώτριας (βλ. Το υπ’ αριθ.πρωτ. ………/4.2.2014) Φ.4 έγγραφο “έγκριση μεταβίβασης της έννομης μισθωτικής σχέσης, και το υπ’ αριθ.πρωτ. ……./21.1.2014 έγγραφο “Αποχώρηση από τον Υπόστεγο Χώρο του Α/Δ Πάχης Μεγάρων προς “ΥΠΑ”). Η προπαρασκευαστική αυτή πράξη εκποίηση του άνω μεταλλικής λυόμενης κατασκευής, είχε ως άμεση συνέπεια την άσκηση από τον ενάγοντα της κύριας αγωγής της από 1/12/2015 (αριθ.καταθ. …………/2015) αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων κατά της δεύτερης και τρίτης των καθ’ ών η κύρια παρέμβαση (πρώτη και δεύτερη εναγομένη της υπό κρίση αγωγής), δυνάμει της οποίας εκδόθηκε, η και ανωτέρω αναφερόμενη υπ’ αριθ. 899/2016 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία διατάχθηκε ως ασφαλιστικό μέτρο, η μεσεγγύηση αυτής (επίδικης μεταλλικής λυόμενης κατασκευής (υπόστεγο ελικοπτέρων)). Σε αυτή (οικονομική δυσπραγία) περιλαμβάνεται και η απαίτηση του πρώτου καθ’ ών η κυρία παρέμβαση (ενάγοντα της υπό κρίση αγωγής), η οποία είχε ήδη γεννηθεί και αρχίσει η εξώδικη και δικαστική διεκδίκησή της, η οποία οδήγησε, όπως ανωτέρω αναφέρεται, στην νομική και υλική δέσμευση αυτής (επίδικης μεταλλικής κατασκευής) με την θέση της σε δικαστική μεσεγγύηση και την παραμονή της έκτοτε, και μέχρι την επίλυση της διαφοράς με την άσκηση της κύριας αγωγής. Αυτός είναι αποκλειστικά στον μισθωμένο εδαφικό χώρο Α/Δ Πάχης Μεγάρων, λόγος για τον οποίον το κυρίως παρεμβαίνων δεν δύναται έως και σήμερα να κινήσει τη διαδικασία αποβολής της μισθώτριας εταιρείας (δεύτερης καθ’ ών η κύρια παρέμβαση – πρώτη εναγομένη), μετά της οποίας έχει λυθεί η σύμβαση μισθώσεως με την υπ’ αριθ. Δ11/Γ/16170/10485/30.5.2014 απόφαση του εκμισθωτή (κυρίως παρεμβαίνοντος). Περαιτέρω, η βούληση του δικαιούχου για αποχωρισμό τοποθετημένης στον μισθωμένο χώρο κατασκευής εξυπηρέτησης των αναγκών της και χρήση της για την εκτέλεση αυτών, διαπιστώνεται και από το γεγονός ότι, η σύνδεση αυτής με το έδαφος δεν είναι στερεή, γιατί δεν έχει θεμέλια και δοκάρια, αλλά ούτε και ο αποχωρισμός της θα επιφέρει σημαντική βλάβη στη κυρία του ακινήτου. Τα ανωτέρω, προκύπτουν, πέραν των κατατεθέντων με γνώση και πειστικότητα από τον μάρτυρα ………., αλλά και από την υπ’ αριθ.πρωτ. ……../3.4.2017 έκθεση αυτοψίας στην οποία ουδεμία μνεία γίνεται περί βλάβης του εδάφους από την αποσυναρμολόγηση της επίδικης κατασκευής, όσο και από τη μάρτυρα …………. (μάρτυρας κυρίως παρεμβαίνοντος),  η οποία καταθέτει ότι “μπορεί να απομακρυνθεί” “……Υπό την προϋπόθεση ότι θα το αφήσει έτσι όπως το παρέλαβε……Να  απομακρυνθεί αλλά ο χώρος θα αποκαθίστατο, δεν θα τον άφηναν τον χώρο σε κατάσταση που να μην μπορεί να τον αξιοποιήσει το Ελληνικό Δημόσιο……Δεν γνωρίζω αν θα υποστεί φθορά….σύμφωνα με τα πορίσματα της διεύθυνσης τεχνικών υπηρεσιών είναι εμπηγμένο έχει θεμέλια επομένως προϋποθέτει μια ολόκληρη εργασία για να…….”, πλην όμως δεν συνιστά βλάβη αλλά ούτε και ενδιαφέρει για τον χαρακτήρα  αυτής (μεταλλικής κατασκευής) ως παροδικής εάν είναι δύσκολη ή εύκολη η κατάλυση του συνδέσμου της με το έδαφος (ΑΠ 1376/1978, ΝοΒ 26.1036, Α.Γεωργιάδη – Μ. Σταθόπουλου, ό.π άρθρο 955 σελ.63 παρ. 9). Ακόμη, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, αποδεικνύεται ότι η επίδικη μεταλλική λυόμενη κατασκευή  μπορεί να αποσυναρμολογηθεί και να μεταφερθεί από τον εδαφικό χώρο που έχει συνδεθεί, χωρίς να αλλοιωθούν ούτε τα υλικά από τα οποία είναι κατασκευασμένη ούτε και ο οικονομικός της προορισμός για τον οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκ νέου, με δαπάνη μεταφοράς της που δεν υπερβαίνει στο ποσό των 5.000 ευρώ” ουσιωδώς και πρόδηλα, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, αμελητέα σχετικά με την ανωτέρω αναφερόμενη πραγματική αξία (επίδικης κατασκευής). Συνακόλουθα, η επίδικη λυόμενη μεταλλική κατασκευή δεν αποτελεί συστατικό του ακινήτου εμβαδού 243 τ.μ κυριότητας του κυρίως παρεμβαίνοντος, αλλά αυτοτελές κινητό πράγμα και ειδικότερα κατ’ επίφαση συστατικό (ΑΚ 955) και δύναται  να είναι ιδιαιτέρως αντικείμενο κυριότητας ή άλλου εμπράγματος δικαιώματος ή ιδιαίτερης νομής, μπορεί να μεταβιβαστεί κατ’ ΑΚ 1034, να ενεχυραστεί  κατ’ ΑΚ 1211, να εγκαταλειφθεί κατ’ ΑΚ 1076 και να καταληφθεί κατ’ ΑΚ 1075, όπως επίσης και να αποκτηθεί καλόπιστα από μη κύριο,  που τοποθετήθηκε παροδικά για την εξυπηρέτηση των αναγκών της μισθωτικής σχέσης και την πρόθεση μελλοντικού αποχωρισμού της με την λήψη αυτής (μισθωτικής σχέσης). Επίσης, από όλα τα ανωτέρω αναφερόμενα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά σε συσχέτιση με την επισκόπηση του άρθρου 5 παρ. 2 των επίμαχων μισθωτήριων συμφωνητικών, συνάγεται με πλήρη σαφήνεια, χωρίς ύπαρξη κενών ή αμφίβολων σημείων, η βούληση των συμβληθέντων μερών (κυρίως παρεμβαίνουσα δεύτερη των καθ’ ων η κύρια παρέμβαση), ώστε να μη προκύψει στην προκειμένη περίπτωση, δικανική ανάγκη προσφυγής στις διατάξεις των άρθρων 173, 200 ΑΚ για να διαπιστωθεί η αληθινή αιτία των δηλώσεων βουλήσεως αυτών (συμβληθέντων – συνδεομένων με την ενοχική σχέση της μισθώσεως). Ειδικότερα, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα διαπιστώνεται πλήρως ότι, η μισθώτρια εταιρεία “………….)” βάσει του από 25.5.2009 ενοχικού δικαιώματος μίσθωσης που είχε συνάψει με την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας εγκατέστησε στο μίσθιο χώρο επιφανείας 243 τ.μ υπόστεγο διαστάσεων 16,20 μΧ15,00 μ και ύψους 5,00 μ μη συμπεριλαμβανομένης της στέγης, για την εξυπηρέτηση και χρήση από την μισθώτρια εταιρεία της εκπλήρωσης των αναγκών της, μεταξύ των οποίων και η λειτουργία της Σχολής Εκπαίδευσης Χειριστών Ελικοπτέρων για την χρονική διάρκεια ισχύος της μισθωτικής σχέσης, με βούληση να απομακρύνει αυτή (επίδικη μεταλλική λυόμενη κατασκευή) από τον μίσθιο χώρο με δικές της δαπάνες κατά τον χρόνο λήξης της ενοχικής σχέσης της μίσθωσης, χωρίς να έχει ακολουθήσει τροποποίηση του ως άνω συνομολογηθέντος όρου, δυνάμει της οποίας (τροποποιητικής συμφωνίας) το κυρίως παρεμβαίνει προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένα οριζομένων αναγκών δικαιούται να κρατήσει την επίδικη λυόμενη κατασκευή προς όφελος του ακινήτου της, είτε με αντάλλαγμα είτε χωρίς (αντάλλαγμα), ούτε και δύναται να συναχθεί αντίστοιχη βούληση από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα. Κατά συνέπεια, οι σχετικοί λόγοι της υπό κρίση εφέσεως (πρώτος, δεύτερος, τρίτος) με τους οποίους το εκκαλών ισχυρίζεται ότι η επίδικη μεταλλική κατασκευή είναι συστατικό του ακινήτου του, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων ΑΚ 953, 954 και τοποθετήθηκε για διαρκή εξυπηρέτηση του ακινήτου του (εκκαλούντος) και ότι η αληθής βούληση των μερών, που πρέπει να συζητηθεί κατά τις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, είναι να παραμείνει αυτή προς όφελος του ακινήτου και μετά τη λήξη της μισθωτικής σχέσης, αφού έχει εγκατασταθεί κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο, προς διαρκή εξυπηρέτηση αυτού (ακινήτου) όπως συνάγεται και από τη μη απομάκρυνση του από τη μισθώτρια εταιρεία, η οποία δήλωσε ότι είναι οικονομικά ασύμφορη αυτή (απομάκρυνση). Οι λόγοι όμως αυτοί, αποδείχθηκε ότι είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν κατ’ ουσίαν.

Κατά το άρθρο 193 ΚΠολΔ, εφόσον ο διάδικος προσβάλλει με το ένδικο μέσο την απόφαση ως προς την ουσία της υπόθεσης,  μπορεί να την προσβάλλει και ως προς τη διάταξη της σχετικά με τα δικαστικά έξοδα, παραπονούμενος είτε για τον εις βάρος του καταλογισμό τους, είτε για το ότι καταλογίστηκαν υπέρ αυτού, αλλά με ποσό μικρότερο από εκείνο που, κατά την άποψή του, έπρεπε να υπολογιστούν (Εφ.Αθ. 3080/2010 ΝΟΜΟΣ). Σκοπός της διάταξης είναι να περιορίσει τη δυνατότητα αυτοτελούς άσκησης ένδικων μέσων μόνο για το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, χωρίς ταυτόχρονη προσβολή της απόφασης και ως προς το κεφάλαιο της ουσίας της υπόθεσης ρύθμιση που ισχύει για όλα τα ένδικα μέσα (ΑΠ 617/2008, ΑΠ 777/2007, ΑΠ 781/2006, ΑΠ 54/2006 δημ.ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 181 ΚΠολΔ αν ασκηθεί κύρια παρέμβαση (άρθρο 79 ΚΠολΔ) η κατανομή των δικαστικών εξόδων γίνεται ως εξής:  Αν η κύρια παρέμβαση γίνει αποδεικτή, τα έξοδα τόσο της κύριας δίκης όσο και της δίκης επί της παρέμβασης επιβάλλονται ισομερώς, σε βάρος των αρχικώς διαδίκων. Αν η κύρια παρέμβαση απορριφθεί, τα έξοδά της επιβάλλονται σε βάρος του παρεμβάντος και τα έξοδα της κύριας δίκης σε βάρος αυτού και του αρχικού διαδίκου που ηττήθηκε. Και στη περίπτωση άσκησης κύριας παρέμβασης εφαρμόζονται τα άρθρα 178 έως 180 ΚΠολΔ (Χ. Απαλαγάκη ΚπολΔ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, άρθρο 181 σελ. 614, Κεραμέας/Κονδύλης/Νίκας, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθ. 181 σελ. 420). Στην προκειμένη περίπτωση με τον τελευταίο λόγο της υπό κρίση εφέσεως η εκκαλούσα της από 20/4/2018 εφέσεως παραπονείται για τη διάταξη περί επιβολής δικαστικών εξόδων σε βάρος της ποσού 350 ευρώ, ισχυριζόμενη ότι υποχρεώθηκε στην καταβολή της υπέρ του ενάγοντος και ήδη πρώτου των εφεσιβλήτων, χωρίς να έχει καταστεί διάδικος στη δίκη που ανοίχτηκε με την υπό κρίση από 30.11.2015 αγωγή. Όμως, το κυρίως παρεμβαίνων – Ελληνικό Δημόσιο, άσκησε την από 3.5.2017 κύρια παρέμβαση ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αντιδικώντας προς όλους τους διαδίκους της ως άνω αγωγής κατ’ άρθρο 79 παρ. ΚΠολΔ ως αντιποιούμενο το αντικείμενο της μεταξύ αυτών (ως άνω αρχικών διαδίκων) εκκρεμούς δίκης, η οποία (κυρία παρέμβαση), συνεκδικάστηκε με την ως άνω αγωγή, και δυνάμει αυτών (από 30.11.2015 κύριας αγωγής και από 3.5.2017 κύριας παρέμβασης) εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση με την οποία, έγινε δεκτή η από 30.11.2015 αγωγή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, απορρίφθηκε η από 3.5.2017 κύρια παρέμβαση ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και ως προς τα έξοδα της κύριας δίκης επιβλήθηκαν, κατά τις διατάξεις των άρθρων 176, 181 παρ. 3 και 4, 191 παρ. 2 ΚπολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 22 παρ. 1 Ν. 3693/1957 ως προς το Ελληνικό Δημόσιο, σε βάρος του κυρίως παρεμβαίνοντος Ελληνικού Δημοσίου και των αρχικών διαδίκων (εναγομένων) που νικήθηκαν, και τα όρισε στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προαναφερόμενες διατάξεις και επομένως ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.

Κατά συνέπεια, όλων των ανωτέρων αναφερομένων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφασή του κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα με αποτέλεσμα, α)να δεχτεί την αγωγή ως κατ’ ουσία βάσιμη και να απαγγείλει την διάρρηξη της από 1.3.2013 καταδολιευτικής δικαιοπραξίας στο σύνολό της υπέρ του ενάγοντος, και β)να απορρίψει την κύρια παρέμβαση ως ουσιαστικά αβάσιμη, έστω και με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται με την παρούσα (ΚΠολΔ 534), δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, όλα δε τα αντίθετα που υποστηρίζονται με τους λόγους των υπό κρίση εφέσεων τους είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Επομένως, α)πρέπει η από 22.3.2018 έφεση να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλουσών (άρθ. 176, 183, 180 παρ. 1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) ενώ πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τις εκκαλούσες παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ.τελευταίο), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό και β)να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη η από 20.4.2008 έφεση. Τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρ. 181 παρ. 3, 183, 191 παρ. 2 ΚπολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 22 παρ. 1 Ν. 3693/1957) όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από α)22.3.2018 (αριθ.καταθ. …../2018 έφεση και β)20.4.2018 (αριθ.καταθ. …./2018) έφεση.

Α)Δέχεται τυπικά την από 22.3.2018 (αριθ.καταθ. …./2018) έφεση.

Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλουσών, τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου που κατατέθηκε από τις εκκαλούσες στο δημόσιο ταμείο.

Β)Δέχεται τυπικά την από 20.4.2018 (αριθ.καταθ. ……/2018) έφεση.

Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσία.

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας τα οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 17η Δεκεμβρίου 2020  και δημοσιεύθηκε στις  28 Ιανουαρίου 2021 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ