Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 77/2021

Αριθμός  77/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Ανδρεοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 1 του ν. 2286/1995, οι συμβάσεις από επαχθή αιτία για την προμήθεια αγαθών που ενεργούνται από φορείς του δημόσιου τομέα, στον οποίο περιλαμβάνονται και τα Ν.Π.Δ.Δ., οφείλουν να καταρτίζονται εγγράφως. Γενικότερα ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν.δ/τος 496/1974 “περί Κώδικος Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ.” ότι κάθε σύμβαση για λογαριασμό Ν.Π.Δ.Δ., που έχει αντικείμενο άνω των 10.000 δραχμών [ήδη 2.500 ευρώ με την υπ` αριθμ. 2/42053/0094 απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών (ΦΕΚ Β` 1033/7-8-2002)] ή δημιουργεί υποχρεώσεις διαρκείας, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, υποβάλλεται στον τύπο του ιδιωτικού εγγράφου, η πρόταση όμως για την κατάρτιση της σύμβασης και η αποδοχή της μπορούν να γίνουν και με χωριστά έγγραφα, αίρεται δε η ακυρότητα που προκαλείται από την έλλειψη έγγραφης αποδοχής, αν εκπληρωθεί η σύμβαση. Από τις διατάξεις αυτές, που αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του γενικότερου συμφέροντος, σε συνδυασμό και με τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρ. 80 του ν. 2362/1995 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού”, που εφαρμόζονται αναλόγως και στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), εφόσον οι ως προς αυτούς προστατευτικές διατάξεις δεν είναι ευνοϊκότερες (άρθρα 3 του ν.δ. 31/1968, 304 του π.δ. 410/1995 και 276 του ν.3463/2006) (ΑΠ 1442/2014, ΑΠ 284/2011), συνάγεται ότι ο τύπος του ιδιωτικού εγγράφου, που απαιτείται για τις καταρτιζόμενες για λογαριασμό Ν.Π.Δ.Δ. ή αναλόγως του Δημοσίου ως άνω συμβάσεις, είναι συστατικός και όχι αποδεικτικός, γι` αυτό και η έλλειψή του καθιστά κατά τα άρθρ. 158 και 159 παρ.1 του ΑΚ άκυρη τη σύμβαση, με συνέπεια να θεωρείται αυτή κατά το άρθρ. 180 του ίδιου Κώδικα ως μη γενόμενη, αίρεται δε η ακυρότητα σε περίπτωση εκτέλεσης της σύμβασης μόνον όταν για τη σύμβαση προηγήθηκε χωριστή έγγραφη πρόταση, χωρίς να επακολουθήσει και έγγραφη αποδοχή, όχι όμως και όταν δεν τηρήθηκε καθόλου ο έγγραφος τύπος για την πρόταση και την αποδοχή (ΟλΑΠ 3/2020, ΟλΑΠ 862/1984, ΑΠ 1382/2017, ΑΠ 766/2014).

Από το άρθρο 904 ΑΚ, που ορίζει ότι όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου, έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια, προκύπτει, ότι στοιχείο του πραγματικού κάθε απαιτήσεως αδικαιολογήτου πλουτισμού, είναι, εκτός άλλων και η ανυπαρξία ή η ελαττωματικότητα της αιτίας, βάσει της οποίας έγινε η περιουσιακή μετακίνηση και επήλθε ο πλουτισμός του λήπτη. Αν λείπει το στοιχείο αυτό, δηλαδή η ως άνω αιτία δεν είναι ανύπαρκτη ή ελαττωματική, δεν στοιχειοθετείται απαίτηση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, αφού η απαίτηση αυτή προϋποθέτει έλλειψη αξιώσεως από την αιτία. Αν η βάση της αγωγής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό σωρεύεται, κατά δικονομική επικουρικότητα  (219 ΚΠολΔ), υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση της απορρίψεως της κύριας βάσεως της αγωγής από σύμβαση, αρκεί για την πληρότητα της πιο πάνω επικουρικής βάσεως, να γίνεται απλή επίκληση της ακυρότητος της συμβάσεως, χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται και οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η ακυρότητα. Και τούτο διότι, στην τελευταία περίπτωση, η επικουρική βάση της αγωγής θα εξετασθεί μόνο, αν η στηριζόμενη στην έγκυρη σύμβαση, κύρια βάση της αγωγής, απορριφθεί μετά παραδοχή της ακυρότητος της συμβάσεως για ορισμένο λόγο, ο οποίος, είτε κατ` αυτεπάγγελτη έρευνα, είτε κατ` ένσταση του εναγομένου, αποτέλεσε ήδη αντικείμενο της δίκης. Έτσι πληρούται με τον τρόπο αυτό ο σκοπός της διατάξεως του άρθρου 216 ΚΠολΔ η οποία απαιτεί τη σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν την αγωγή. Επομένως, στη δικονομικώς ενιαία εκδίκαση της επικουρικής βάσεως της αγωγής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, δεν είναι αναγκαία η επίκληση από τον ενάγοντα του λόγου της ακυρότητος της συμβάσεως, που διαγνώσθηκε ήδη δικαστικώς στην ίδια δίκη και είναι έτσι δεδομένος κατά την εξέταση της ως άνω επικουρικής βάσεως (ΟλΑΠ 22/2009, ΟλΑΠ 23/2003, ΑΠ 15/2020, ΑΠ 1151/2017, 438/2017).

Κατά το άρθρο 281 ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Τούτο συμβαίνει, ιδίως, όταν από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Μόνη δε η αδράνεια του δικαιούχου ή του δικαιοπαρόχου του για μακρό χρόνο και πάντως μικρότερο απ` αυτόν της παραγραφής, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική την μετέπειτα άσκηση του δικαιώματος, ακόμη και όταν δημιούργησε στον οφειλέτη την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή ότι δεν πρόκειται πλέον να ασκηθεί, αλλά απαιτείται να συντρέχουν επιπλέον ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες κυρίως από τη συμπεριφορά των μερών και σε αιτιώδη μεταξύ τους συνάφεια ευρισκόμενες, με βάση τις οποίες, καθώς και την αδράνεια του δικαιούχου, η μεταγενέστερη άσκηση του δικαιώματος, που τείνει σε ανατροπή της κατάστασης, που δημιουργήθηκε υπό τις παραπάνω ειδικές συνθήκες και περιστάσεις και διατηρήθηκε για μακρό χρόνο, να εξέρχεται των ορίων που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. Δεν είναι πάντως απαραίτητο η επιχειρούμενη από το δικαιούχο ανατροπή της διαμορφωμένης αυτής κατάστασης να προκαλεί αφόρητες ή δυσβάστακτες συνέπειες στον οφειλέτη, αλλά αρκεί να έχει και απλώς δυσμενείς επιπτώσεις στα συμφέροντά του (Ολ ΑΠ 8/2018,  ΟλΑΠ 8/2001, 7/2000, ΝΟΜΟΣ)

Στην προκειμένη περίπτωση, η υπό κρίση, από 13-1-2020 (…../2020) έφεση του ηττηθέντος ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, κατά της υπ’αριθμόν 3535/2019  οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (495παρ1, 511, 513παρ1περ β’, 516παρ1, 517περ α΄, 518παρ1, 520παρ1 και 524παρ1 ΚΠολΔ ), έχει δε καταβληθεί το απαιτούμενο για το παραδεκτό της παράβολο (495παρ.3Αβ’ ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (533 ΚΠολΔ), κατά την ίδια παραπάνω διαδικασία. Σημειώνεται ότι, για την παράσταση και εκπροσώπηση του εφεσίβλητου Δήμου στην παρούσα δίκη από την ως άνω δικηγόρο που αναφέρεται στο προεισαγωγικό τμήμα της παρούσας, τηρήθηκαν οι τασσόμενες από τα άρθρα 72 παρ. 1 περ. ιε, 58 παρ. 1 α του Ν 3852/2010 και 96 παρ. 1 και 2 του  ΚΠολΔ προϋποθέσεις, οι οποίες επι­βάλλουν το διορισμό δικηγόρου και την παροχή πληρεξουσιότητας, κατά τις προβλέψεις του τελευταίου εκ των ανωτέρω άρθρων, προς αυτόν, από τον Δήμαρχο, ως νόμιμο εκπρόσωπο του νομι­κού προσώπου (ΑΠ 425/2013, ΑΠ 762/2010, ΑΠ 1472/2009, ΑΠ 2336/2009, ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, προσκομίζεται η 693/4-9-2019 Απόφαση του Δημάρχου Αίγινας, με την οποία εξουσιοδοτείται η ανωτέρω δικηγόρος του Δήμου με πάγια αντιμισθία, για την παράσταση και εκπροσώπηση του εφεσιβλήτου ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων και  της παρέχεται πληρεξουσιότητα για τον ανωτέρω σκοπό.

Με την από 4-4-2006 (……/2006) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ενάγων και ήδη εκκαλών, εκθέτει, ότι δυνάμει της ……/1-6-2000 σύμβασης μίσθωσης δικαιώματος εκμετάλλευσης λειτουργίας ιαματικών λουτρών Σουβάλας και εντός αυτών αναψυκτηρίου, που καταρτίσθηκε μεταξύ αυτού και του εναγομένου ΟΤΑ (μετά από πλειοδοτικό διαγωνισμό), μίσθωσε τις ιαματικές λουτρικές εγκαταστάσεις Σουβάλας και την έμπροσθεν αυτού ζώνη το αιγιαλού, που είχαν παραχωρηθεί στον τελευταίο από το Ελληνικό Δημόσιο, για χρονικό διάστημα 3 ετών, με συνολικό μίσθωμα 415.000δρχ ήτοι 1.218€, με σκοπό να επαναλειτουργήσουν τα ιαματικά λουτρά και παράλληλα αναψυκτήριο επί της παραλίας για την εξυπηρέτηση των λουομένων. Ότι, δυνάμει του 2ου όρου της ανωτέρω σύμβασης, ανέλαβε την υποχρέωση να προβεί με δικές του δαπάνες στις εργασίες συντήρησης και επισκευής των κτιριακών εγκαταστάσεων των ιαματικών λουτρών, όπως αυτές αναφέρονται στη συνημμένη στη σύμβαση τεχνική μελέτη, υπογραφόμενη από τον τοπογράφο μηχανικό του Δήμου, ……….., ανερχόμενες στο ποσό των 4.720.000δρχ και ήδη 13.851€. Ότι, εκ των υστέρων διαπίστωσε ότι προϋπόθεση για να λάβει την άδεια λειτουργίας των ιαματικών λουτρών και του αναψυκτηρίου από τη Νομαρχία και το Δήμο, ήταν να  διενεργηθούν πολλές επιπλέον εργασίες στο μίσθιο, όπως λεπτομερώς αναφέρονται στην αγωγή, πέραν όσων είχαν αρχικώς προβλεφθεί και περιληφθεί στη ανωτέρω σύμβαση. Ότι, για τα το σκοπό αυτό ενημέρωσε εγκαίρως τις αρμόδιες υπηρεσίες του εναγομένου, η δε Δημαρχιακή Επιτροπή, με την 119/2000 απόφασή της, αποφάσισε να κάνει δεκτή την από 30-5-2000 κατατεθείσα από αυτόν αίτηση για τις πρόσθετες εργασίες, οι οποίες κρίθηκαν αναγκαίες βάσει νεότερης τεχνικής έκθεσης, ενώ για το θέμα της απαιτούμενης δαπάνης, αποφασίστηκε ότι «θα διευθετηθεί στο μέλλον σε συνεργασία με το Δήμο ο τρόπος ρύθμισης της απαιτούμενης δαπάνης για την εκτέλεση των επιπλέον εργασιών». Ότι, τον Αύγουστο του έτος 2000 ολοκληρώθηκαν όλες οι εργασίες αποκατάστασης των εγκαταστάσεων, τόσο οι αρχικές όσο και οι συμπληρωματικές, οι αξία των οποίων (συμπληρωματικών) ανήλθε στο συνολικό ποσό, με το ΦΠΑ, των 7.670.000δρχ ήτοι των 22.509€. Ότι, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις προς τον εναγόμενο, ο τελευταίος δεν εξόφλησε την οφειλή του από την ανωτέρω αιτία, παρόλο που διαπίστωσε την εκτέλεση των εργασιών, με την από 29-7-2003 τεχνική έκθεση του ανωτέρω τοπογράφου μηχανικού του. Ότι, τελικώς ο ενάγων πρότεινε στον εναγόμενο να συμβιβαστούν στο ποσό των 17.608€, προς αποφυγή της δικαστικής οδού για την επίλυση της διαφοράς τους. Ότι, δυνάμει της 23/2004 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου Αίγινας, ο εναγόμενος αναγνώρισε μεν την οφειλή των 22.509€ αλλά αποδέχθηκε για τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς την άμεση καταβολή του ποσού των 11.738,81€, επικαλούμενος την οικονομική δυσπραγία του (Δήμου Αίγινας). Ότι, ο ενάγων αποδέχθηκε την ανωτέρω απόφαση, πλην όμως ο εναγόμενος δεν τήρησε τα υπεσχημένα, αφού εξέδωσε ένα ένταλμα πληρωμής 6.000€, χωρίς να δεσμεύεται χρονικά για το υπόλοιπο ποσό, οπότε ο ενάγων δεν το αποδέχθηκε και εν συνεχεία άσκησε την κρινομένη αγωγή του. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε αρχικώς 5082/2010 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία έκρινε εαυτό αναρμόδιο και παρέπεμψε την αγωγή προς εκδίκαση στο καθ’ύλην και κατά τόπον αρμόδιο Ειρηνοδικείο Αίγινας. Η αγωγή συζητήθηκε κατά τη διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, επειδή κρίθηκε ότι προέκυψε στα πλαίσια μισθωτικής σύμβασης και το Δικαστήριο έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, για το ποσό των 11.739€, δεχόμενο τη βάση της αναιτιώδους αναγνώρισης χρέους, ενώ κήρυξε την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή για το ποσό των 7.000€. Ακολούθως, ο εναγόμενος άσκησε την από 29-12-2011 έφεσή του κατά της ανωτέρω αποφάσεως και το Μονομελές Πρωτοδικείου Πειραιά, ως δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, με την 3958/2017 απόφασή του, έκανε δεκτή την έφεση, εξαφάνισε την απόφαση του Ειρηνοδικείου και παρέπεμψε την αγωγή προς εκδίκαση στο Μονομελές  Πρωτοδικείο ως πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Ακολούθως, το Μονομελές Πρωτοδικείο, αφού συζήτησε εκ την αγωγή αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε την εκκαλουμένη (3535/2019), απορρίπτοντας την αγωγή, ως προς μεν την κυρία βάση της τη στηριζόμενη στην αιτιώδη αναγνώριση χρέους ως μη νόμιμη και ακολούθως και την επικουρική βάση του αδικαιολογήτου πλουτισμού ως μη νόμιμη. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο ενάγων – εκκαλών με την κρινόμενη έφεσή του, παραπονούμενος, με το μοναδικό λόγο της, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου ως προς την απόρριψη της επικουρικής βάσεως της αγωγής, ζητώντας την εξαφάνισή της, με σκοπό να γίνει δεκτή η αγωγή του.

Από την επανεκτίμηση των δικαστικών αποφάσεων και των πρακτικών τους που προηγήθηκαν της έκδοσης της εκκαλουμένης, από τις νομίμως και εμπροθέσμως  ληφθείσες ένορκες καταθέσεις των …….. και ……., ενώπιον της συμ/φου Αίγινας ……., με αριθμούς … και …/24-9-2008 και του ……., ενώπιον της ίδιας συμ/φου, με αριθμό …../17-6-2020, και από όλα τα έγγραφα που νομίμως, και παραδεκτώς  κατ’άρθρον 529 παρ1 ΚΠολΔ,  μετ’επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, για να ληφθούν υπόψη ως τέτοια και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Το έτος 2000, μετά από προφορική διακήρυξη και τη διενέργεια πλειοδοτικού διαγωνισμού, ο ενάγων αναδείχθηκε  μοναδικός πλειοδότης για την ανάληψη της εκμετάλλευσης, μέσω σύμβασης μίσθωσης, των ιαματικών λουτρών Σουβάλας,  διαμερίσματος  Βαθέος. Ακολούθως, δυνάμει της ……/1-6-2000 σύμβασης μίσθωσης δικαιώματος εκμετάλλευσης λειτουργίας ιαματικών λουτρών Σουβάλας και εντός αυτών αναψυκτηρίου, που καταρτίσθηκε μεταξύ αυτού και του εναγομένου ΟΤΑ, μίσθωσε τις ιαματικές λουτρικές εγκαταστάσεις Σουβάλας και την έμπροσθεν αυτού ζώνη το αιγιαλού, που είχαν παραχωρηθεί στον τελευταίο κατά χρήση με αντάλλαγμα από την ……..  ΑΕ, για χρονικό διάστημα 3 ετών, με σκοπό να επαναλειτουργήσουν τα ιαματικά λουτρά και παράλληλα αναψυκτήριο επί της έμπροσθεν παραλίας για την εξυπηρέτηση των λουομένων. Δυνάμει του 2ου όρου της ανωτέρω σύμβασης, ο ενάγων ανέλαβε την υποχρέωση να προβεί με δικές του δαπάνες στις εργασίες συντήρησης και επισκευής των κτιριακών εγκαταστάσεων των ιαματικών λουτρών, όπως αυτές αναφέρονται στη συνημμένη στη σύμβαση τεχνική μελέτη, υπογραφόμενη από τον τοπογράφο  μηχανικό του Δήμου, …………., ανερχόμενες στο ποσό, πλέον ΦΠΑ, των 4.720.000δρχ και ήδη 13.851€. Ωστόσο, εκ των υστέρων διαπίστωσε ότι προϋπόθεση για να λάβει την άδεια λειτουργίας των ιαματικών λουτρών και του αναψυκτηρίου από τη Νομαρχία και το Δήμο, ήταν να διενεργηθούν πολλές επιπλέον εργασίες στο μίσθιο, πέραν όσων είχαν αρχικώς προβλεφθεί και περιληφθεί στη ανωτέρω σύμβαση, προϋπολογισμού,  με το ΦΠΑ, 7.670.000δρχ ήτοι των 22.509€, και δη οι ακόλουθες : 1. Καθαίρεση όλων των πλακιδίων στους 6 λουτήρες. Καθαίρεση όλων των πλακιδίων στη μοναδική τουαλέτα. 2. Κατασκευή προθαλάμου για την τουαλέτα των ανδρών από τούβλο. Πρέκια, λάσπωμα, σοβάτισμα κα επένδυση με πλακίδια λευκά, καθώς επίσης και νέα είδη υγιεινής. Λεκάνη, νιπτήρα, σαπουνοθήκη, καθρέπτη, δοχείο απορριμμάτων, πετσετοθήκη, χαρτοθήκη, δοχείο καθαρισμού καζανάκι κλπ. 3. Επίστρωση δαπέδου λουτρού και προθαλάμου ανδρών με πλακίδια λευκά. 4. Μία πόρτα ξύλινη βαμμένη με λαδομπογιά για τον προθάλαμο της τουαλέτας των ανδρών. 5. Μία νέα τουαλέτα γυναικών, για την οποία απαιτούνταν τα παρακάτω  χτίσιμο με τούβλα, πρέκια, λάσπωμα, σοβάτισμα, πλακίδια τοίχων και δαπέδων, όλα τα είδη υγιεινής, καθώς και  μια πόρτα βαμμένη με λαδομπογιά και νέες υδραυλικές εγκαταστάσεις και τοποθέτηση πλακιδίων δαπέδου. 6. Επίστρωση με νέα πλακίδια λευκά όλων των λουτήρων στους τοίχους. 7. Αλλαγή των σχαρών στα δάπεδα των λουτήρων. 8. Ένα νέο προθάλαμο γυναικών για τον οποίο απαιτούνται τα παρακάτω : χτίσιμο με τούβλα, πρέκια, λάσπωμα, σοβάτισμα, πλακίδια τοίχων, υδραυλικές εγκαταστάσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, μία πόρτα βαμμένη με λαδομπογιά, τοποθέτηση πλακιδίων δαπέδου καθώς και όλα τα είδη υγιεινής που απαιτούνται για τον προθάλαμο των γυναικών. 9. Υδραυλική εγκατάσταση παροχής νερού και αποχέτευσης στο ιατρείο για την τοποθέτηση νιπτήρα  καθώς και επίστρωση με πλακίδια άσπρα στο σημείο αυτό. 10.Επένδυση τοίχων ιατρείου με ραμποτέ πλαστικό ή σοβάτισμα. 11. Επίστρωση πλακιδίων δαπέδου όλων των λουτήρων. 12. Ξύλινα βάθρα για τους λουτήρες επενδυμένους. 13. Πτυελοδοχεία σε όλους τους λουτήρες. 14. Αποθήκη ιματισμού με φοριαμούς. 15. Επίστρωση πλακιδίων στυς τοίχους του κυλικείου εκεί που θα τοποθετούνταν οι λάντζες. 16. Δύο λάντζες – γούρνες για το κυλικείο. 17. Πόρτα ξύλινη με πάσο για την εξυπηρέτηση των λουομένων μέσα στα ιαματικά λουτρά. 18. Παράθυρο – πάσο στο κυλικείο στη δυτική πλευρά για την εξυπηρέτηση των λουομένων της πλαζ. 19. Μία πόρτα σιδερένια με περσίδες από σίδερο γαλβανιζέ και λαμαρίνα για τν ιαματική πηγή. 20. Ένα παράθυρο γαλβανιζέ με περσίδες πάλι για την πηγή. 21. Λάστιχο σπιράλ ενισχυμένο 18μ χωνευτό σε χαντάκι για την μεταφορά του ιαματικού νερού από τη δεξαμενή στο λεβητοστάσιο. 22. Νέες ηλεκτρικές εγκαταστάσεις στα βεσέ WC της τουαλέτας και στο αναψυκτήριο καθώς και επισκευή των παλαιών. 23. Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σε όλους τους λουτήρες που δεν υπάρχει. 24. Νέος γενικός πίνακας ηλεκτρισμού. 25. Νέα παροχή νερού, αλλαγή σωλήνα και μετρητή σε χαντάκι. 26. Χειρολαβές σε όλες τις μπανιέρες. 27. Πιεστικό καζανάκι για την αυτόματη πλήρωση του καζανιού με νερό στο λεβητοστάσιο. 28. Καθαρισμός της ιαματικής πηγής. 29. Πλατύσκαλο με σκαλιά 3,50 Χ 0,80 Χ 0,40 α) για την πρόσβαση της πόρτας κινδύνου του κτηρίου και β) για την πρόσβαση στο πάσο του κυλικείου από την έξω μεριά. Για το σκοπό αυτό, υπέβαλε σχετική αίτηση στον εναγόμενο, ζητώντας την έγκρισή του για τη διενέργειά τους, οπότε η Δημαρχική επιτροπή, με την 119/12-6-2000 απόφασή της, ύστερα από πρόσκληση του τότε Δημάρχου, σε συνεδρίασή της αποφάσισε να κάνει δεκτή την από 30-5-2000 αίτηση του ενάγοντος προς το Δήμο για τις συμπληρωματικές εργασίες, συνολικού προϋπολογισμού 7.670.000δρχ ήτοι των 22.509€ (ενν. ότι το ποσό αναφερόταν στην αίτηση) καθώς και ότι «θα διευθετηθεί στο μέλλον σε συνεργασία με το Δήμο ο τρόπος ρύθμισης της απαιτούμενης δαπάνης για την εκτέλεση των επί πλέον εργασιών που αναφέρονται παραπάνω». Τελικώς, ο ενάγων, έως το τέλος Αυγούστου  του  έτους 2000, πραγματοποίησε το σύνολο των εργασιών ανακαίνισης, τόσο τις αρχικώς προβλεφθείσες όσο και τις συμπληρωματικές, και όσες στην κατωτέρω τεχνική έκθεση του εναγομένου αναφέρονται ως επιπλέον εκτελεσθείσες, για τις οποίες (σύνολο εργασιών) να σημειωθεί, ότι σύμφωνα με τα τιμολόγια προμήθειας υλικών και τις αποδείξεις πληρωμής των εργατών που απασχόλησε, και που παραδεκτώς προσκομίζονται κατ’άρθρον 529 ΚΠολΔ ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το τελικό κόστος τους ανήλθε στο συνολικό ποσό των 27.109,04€, ωστόσο από την αρχή το περιόρισε στο αρχικώς προϋπολογισθέν (22.509€) και αυτό αιτήθηκε και  με την ένδικη αγωγή του. Έκτοτε, άρχισε μια μαραθώνια προσπάθεια εκ μέρους του για να του καταβληθεί η αμοιβή του για τις συμπληρωματικές εργασίες, καθ’όσον ο εναγόμενος, δια των νομίμων εκπροσώπων του, προβάλλοντας την οικονομική του δυσχέρεια, αρνούνταν να εκπληρώσει την ανωτέρω υποχρέωσή του. Για την αποφυγή της προσφυγής στη δικαστική οδό, ο ενάγων πρότεινε στον εναγόμενο να συμβιβαστούν στο ποσό των 17. 608€. Να σημειωθεί, ότι ο τοπογράφος μηχανικός του εναγομένου, ……….., με την από 29-7-2003 τεχνική του έκθεση, προέβη  σε αυτοψία – επιμέτρηση του έργου, διαπιστώνοντας την εκτέλεση όλων των συμπληρωματικών εργασιών εκτός από τις με αριθμούς 12, 13 και 14. Όσον αφορά τις εργασίες με αριθμούς 17, 19 και 20, η μεν πρώτη εκτελέστηκε και περιλαμβάνεται στις επιπλέον εργασίες που διαπιστώθηκε ότι είχαν εκτελεστεί δηλαδή α) 15 πόρτες ξύλινες εσωτερικές για τους λουτήρες  – WC  – κουζίνας, β) πυροσβεστική φωλεά και πίνακας ένδειξης λειτουργίας των μπάνιων, οι δε 19 και 20 εκτελέστηκαν, όπως προκύπτει από το από 21-6-2000 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, συνολικού ποσού, με το ΦΠΑ, 94.400δρχ ήτοι 277,03€. Επίσης, διαπιστώθηκαν και κάποιες μικρές υπερβάσεις στα μέτρα, όπως στα επιχρίσματα (υπέρβαση κατά 152,75τμ), στο χρωματισμό των επιφανειών (υπέρβαση κατά 27τμ) και στην κατασκευή των διαχωριστικών (υπέρβαση κατά 1,16 τμ). Το σύνολο δε όλων των ανωτέρω εργασιών και υλικών, ανήλθε στο ποσό των 27.109,04€ και ο ενάγων το περιόρισε από την αρχή στις 22.509€, με βάση τον αρχικό εγκριθέντα από τη Δημαρχιακή Επιτροπή  προϋπολογισμό. Περαιτέρω αποδείχθηκε, ότι το Δημοτικό Συμβούλιο του εναγομένου, με την 23/11-2-2004 απόφασή του, χωρίς ουσιαστικά να αμφισβητεί την δαπάνη των 22.509€, ενέκρινε τελικώς, μετά από πρόταση του ενάγοντος και αντιπρόταση του εναγομένου, την καταβολή στον τελευταίο του ποσού των 11.738,81€ (δηλαδή 4.000.000δρχ), ζητώντας παράλληλα και την άμεση παράδοση εκ μέρους του του μισθίου, απαντώντας αρνητικά σε προγενέστερη αίτησή του για παράταση της ανωτέρω μίσθωσης, που ήδη είχε λήξει. Ωστόσο, στη συνέχεια δεν συνήφθη εγκύρως σύμβαση αναγνώρισης χρέους, εκ μέρους του εναγομένου από το Δήμαρχο, για το παραπάνω ποσό, σύμφωνα και με τα προεκτεθέντα στην πρώτη νομική σκέψη, όπως, για τον ίδιο λόγο δεν είχε συναφθεί ούτε προγενέστερα, όταν εγκρίθηκε η εκτέλεση των συμπληρωματικών εργασιών και ο προϋπολογισμός της δαπάνης τους, με αποτέλεσμα, η υποχρέωση του εναγομένου για καταβολή οιουδήποτε ποσού από την ανωτέρω αιτία, να είναι άκυρη, όπως ορθώς έκρινε το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Εν συνεχεία, ο εναγόμενος εξέδωσε  το από 24-5-2004 ένταλμα πληρωμής μόνο για το ποσό των 6.000€, χωρίς να δεσμεύεται χρονικώς για την πληρωμή του υπολοίπου ποσού, ενώ εξέδωσε αργότερα και το από 8-7-2004 ισόποσο ένταλμα, το οποίο όμως ουδέποτε του γνωστοποιήθηκε (βλ τη σχετική κατάθεση του επιμελεία του εναγομένου εξετασθέντος, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αίγινας, μάρτυρα …………., Προϊσταμένου των Οικονομικών Υπηρεσιών του εναγομένου), οπότε ο ενάγων δεν δέχθηκε να εισπράξει το πρώτο ένταλμα και άσκησε την ένδικη αγωγή του, κατά τα προεκτεθέντα. Επομένως, διαψεύδεται ο εναγόμενος στον ισχυρισμό του, ότι ο ενάγων δεν εισέπραξε τα ανωτέρω εντάλματα γιατί δήθεν δε διέθετε ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα (βλ το από 7-10-2008 Υπηρεσιακό σημείωμα του εναγομένου), από το προσκομιζόμενο από τον τελευταίο από  2-6-2004 αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας. Εντούτοις, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μετά την ορθή απόρριψη της αγωγής ως προς την κυρία βάση της ως μη νόμιμης, κατ’εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου απέρριψε και  την επικουρική βάση, τη στηριζόμενη στον αδικαιολόγητο πλουτισμό ως μη νόμιμη. Και τούτο, διότι  σύμφωνα και με όσα προεκτέθηκαν στη δεύτερη νομική σκέψη, στη δικονομικώς ενιαία εκδίκαση της επικουρικής βάσεως της αγωγής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, δεν είναι αναγκαία η επίκληση από τον ενάγοντα του λόγου της ακυρότητας της συμβάσεως, που διαγνώσθηκε ήδη δικαστικώς στην ίδια δίκη και είναι έτσι αυτονόητος, ενώ στην προκειμένη περίπτωση αυτή  προκύπτει από τα αναφερόμενα στην αγωγή, δηλαδή, η μη έγκυρη κατάρτιση σύμβασης αιτιώδους αναγνώρισης χρέους ή ακόμη και σύμβασης έργου, αφού δεν τηρήθηκε ο απαιτούμενος συστατικός τύπος, κατά τα προεκτεθέντα στην πρώτη νομική σκέψη. Επομένως, αφού ο ενάγων δεν είχε την αγωγή από σύμβαση, μπορούσε πλέον να στραφεί κατά του εναγομένου με την αγωγή των διατάξεων των άρθρων 904επ ΑΚ, αναζητώντας τον πλουτισμό δηλαδή τη δαπάνη την οποία εξοικονόμησε ο τελευταίος από την ανακαίνιση των λουτρικών εγκαταστάσεών του από τον ενάγοντα και στην οποία θα υποβαλλόταν με την πρόσληψη εργατών και την προμήθεια υλικών για την πραγματοποίησή της, ώστε να μπορέσει να προβεί στην εκμίσθωσή τους  εξασφαλίζοντας ένα σημαντικό έσοδο από αυτήν.  Επομένως, πρέπει, γενομένου δεκτού ως βάσιμου του μοναδικού λόγου της κρινομένης έφεσης και της τελευταίας ως βάσιμης, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, να κρατηθεί η υπόθεση και να δικασθεί η αγωγή από το παρόν Δικαστήριο ως προς την επικουρική βάση της αγωγής, η οποία, ενόψει όσων προεκτέθηκαν, κρίνεται ορισμένη και νόμιμη. Πρέπει λοιπόν να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Κατ’αρχάς να σημειωθεί, ότι ο εναγόμενος ουδέποτε αμφισβήτησε ειδικώς και εμπεριστατωμένως ότι το κόστος των συμπληρωματικών εργασιών ανήλθε στο ποσό των 22.509€, αλλά προέβαλε την αδυναμία του να αντεπεξέλθει οικονομικά στην καταβολή αυτού του ποσού. Ούτε δε μπορεί να συναχθεί τέτοια αμφισβήτηση, από τη γενική άρνηση της αγωγής που προέβαλε με τις προτάσεις του (261 ΚΠολΔ) (ΑΠ 93/2016, ΑΠ 530/2015), αλλά ούτε και από τον αόριστο ισχυρισμό ότι οι εργασίες «δεν κοστολογούνται με τον τρόπο και στο ύψος που τις προσδιορίζει ο αντίδικος». Περαιτέρω, όσον αφορά τον ισχυρισμό του εναγομένου ότι  ο πλουτισμός δε σώζεται «ειδικά οι κατασκευές που επηρεάζονται από τη φθορά του χρόνου πχ κατασκευές πόρτας, παραθύρων», πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικώς αβάσιμος, αφού δεν επιβεβαιώθηκε από κανένα αποδεικτικό στοιχείο, άλλωστε η συντήρηση των εγκαταστάσεων μετά τη λήξη της μίσθωσης με τον ενάγοντα ήταν στη σφαίρα εξουσίας του εναγομένου. Αντιθέτως αποδείχθηκε, ότι, ενώ η αρχική παραχώρηση των λουτρών και της παραλίας έληγε το έτος 2005, παρατάθηκε για 16 ακόμη έτη δηλαδή έως το έτος 2021, γεγονός που αντικρούει των ανωτέρω ισχυρισμό του εναγομένου και επιβεβαιώνει την καλή κατάσταση και τη συμφέρουσα λειτουργία των λουτρικών εγκαταστάσεων, διαφορετικά δεν θα επεδίωκε την ανωτέρω παράταση της παραχώρησής τους. Αλλά, ως αβάσιμος πρέπει να απορριφθεί και ο άλλος ισχυρισμός του εναγομένου, ότι οι εγκαταστάσεις δεν ανήκουν στην ιδιοκτησία του αλλά στο Ελληνικό Δημόσιο, ενόψει του ότι, στη σύμβαση παραχώρησης  προβλεπόταν ρητώς ως όρος «η ανακαίνιση του υπάρχοντος λουτρικού καταστήματος και όλων των βοηθητικών χώρων»  (ενν από τον προς ον η παραχώρηση δηλαδή τον εναγόμενο) καθώς και ότι «όλα τα έργα που θα κατασκευασθούν και ο ακίνητος εξοπλισμός τους, μετά τα λήψη της μίσθωσης παραμένουν σε όφελος της ιαματικής πηγής (ΕΟΤ), της κοινότητας Βαθέος ή του τυχόν αναδόχου Εκμετάλλευσης μη δικαιουμένων οποιασδήποτε αποζημιώσεως» (ΕτΚ ΦΕΚ Α 134/23-6-1998). Άλλωστε, ο εναγόμενος ήταν  εκείνος που εισέπραττε όλο το παραπάνω χρονικό διάστημα τα έσοδα από την εκμετάλλευσή τους, η οποία οφείλεται στην αρχική, από τον ενάγοντα, λειτουργική ανακαίνιση και διαμόρφωσή τους. Περαιτέρω, όσον αφορά την προτεινόμενη από τον εναγόμενο ένσταση μερικής εξόφλησης του εναγομένου, κατά το ήμισυ του αιτούμενου ποσού, επειδή δήθεν ο ενάγων παρέμεινε στο μίσθιο επιπλέον δύο έτη χωρίς να καταβάλλει μισθώματα – τα οποία, κατ’εκτίμηση του ισχυρισμού του, τα προτείνει σε μερικό συμψηφισμό με την απαίτηση του ενάγοντος – πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικώς αβάσιμη. Ειδικότερα αποδείχθηκε, ότι το μηνιαίο μίσθωμα για την κάθε μισθωτική σεζόν δηλαδή από 1/6 έως 31/10 κάθε έτους, ανερχόταν στο ποσό των 138.333 δρχ (415.000δρχ : 3) δηλαδή των 405,96€, η δε μίσθωση έληξε την 1-6-2003 και ενώ ο ενάγων ζήτησε την παράτασή της, η Δημαρχιακή επιτροπή με την προαναφερθείσα απόφασή της, 23/2004, απέρριψε το σχετικό αίτημά του, ζητώντας την άμεση παράδοση του μισθίου, χωρίς να διευκρινίζεται, πότε ο ενάγων εγκαταστάθηκε εκ νέου σε αυτό, μετά τη λήξη της μίσθωσης. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από το απόσπασμα της 155/5-7-2004 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου «Ο κ….. είχε συνάψει στο παρελθόν σύμβαση με το Δήμο, που αφορούσε τη λειτουργία των ιαματικών λουτρών Σουβάλας και της εντός αυτού αναψυκτηρίου. Η διάρκεια της σύμβασης αυτής έχει λήξει και ο εν λόγω ιδιώτης είχε παραδώσει τη χρήση του χώρου των ιαματικών λουτρών και τα κλειδιά αυτού στο Δήμο. Επομένως, δεν είναι δυνατό και νόμιμο ο κύριος αυτός να ανοίξει το κτίριο των λουτρών και μάλιστα να λειτουργεί αυτό το διάστημα εντός αυτών αναψυκτήριο ή οτιδήποτε άλλο σε ένα χώρο με το οποίο δεν τον συνδέει καμία συμβατική σχέση». Σε εκτέλεση των ανωτέρω αποφάσεων, έγινε αποβολή του ενάγοντος και σφράγιση του αναψυκτηρίου στις 12-7-2004. Επομένως, ουδέποτε έλαβε χώρα η επικαλούμενη από τον εναγόμενο διετής παράταση της μίσθωσης, χωρίς να εισπράττει δήθεν μίσθωμα από τον ενάγοντα, το οποίο σε κάθε περίπτωση θα ανερχόταν για τα δύο έτη στο ποσό των 811,92€ και όχι στο αβασίμως επικαλούμενο των 11.254€. Τέλος, όσον αφορά τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής, επειδή «από τη συμπεριφορά του εναγομένου δηλαδή άσκηση αγωγής τρία έτη μετά τη λήξη της μίσθωσης, άρνησή του να εισπράξει του ποσό του «συμβιβασμού» λόγω μη προσκομίσεως των απαραίτητων δικαιολογητικών, είναι προφανής η υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη και ο οικονομικός και κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος δημιουργούνται δε σε αυτόν ιδιαίτερα επαχθείς επιπτώσεις και του έχει δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι δεν επρόκειτο να ασκήσει το  δικαίωμά του», πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, αφού τα ανωτέρω επικαλούμενα και αληθή υποτιθέμενα, δεν αρκούν για να στηρίξουν, σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην τρίτη νομική σκέψη που προηγήθηκε την από τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ ένσταση. Τέλος αποδείχθηκε, ότι μετά την αρχική άσκηση της ένδικης αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, το οποίο την παρέπεμψε προς εκδίκαση στο καθ’ύλην και κατά τόπον αρμόδιο Ειρηνοδικείο Αίγινας, το τελευταίο, κήρυξε την 42/2011 απόφασή του προσωρινώς εκτελεστή για το ποσό των 7.000€, το οποίο ο ενάγων εισέπραξε. Κατ’ακολουθίαν λοιπόν των ανωτέρω αποδειχθέντων, πρέπει η κρινομένη αγωγή να γίνει μεν δεκτή ως ουσιαστικώς βάσιμη για το αιτούμενο ποσό των 22.509€, από το οποίο όμως ο εναγόμενος πρέπει να υποχρεωθεί τελικώς να αποδώσει αυτό των 15.509€, αφού δηλαδή αφαιρεθεί το ήδη καταβληθέν από αυτόν ποσό των 7.000€, με την εκτέλεση της ανωτέρω αποφάσεως. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της εφέσεως στον νικήσαντα εκκαλούντα – ενάγοντα και να καταδικασθεί ο εναγόμενος – εφεσίβλητος στη δικαστική δαπάνη του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (176, 183 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 281παρ2 του Ν 3463/2006), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’αντιμωλίαν των διαδίκων την από 13-1-2020 (…../2020) έφεση.

Δέχεται τυπικά την έφεση και κατ’ουσίαν.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου της έφεσης στον εκκαλούντα.

Εξαφανίζει την 3535/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, εκδοθείσα κατά την τακτική διαδικασία.

Κρατεί την υπόθεση και

Δικάζει την από 4-4-2006 (……./2006) αγωγή.

Δέχεται την αγωγή εν μέρει.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο ΟΤΑ να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων πεντακοσίων εννέα (15.509) €, νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως.

Καταδικάζει τον εναγόμενο που ηττήθηκε στη δικαστική δαπάνη του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600)€.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  την 1η Φεβρουαρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ