Αριθμός 104/2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη με ειδικό αριθμό καταθ. …./2019 στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά έφεση κατά της υπ΄αριθμόν 52/2019 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα καθώς η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύτηκε στις 10-1-2019, και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στις 4-2-2019 δίχως να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης (άρθρα 495,511,513,516 παρ 1, 517 εδαφ α, 518 παρ 1 και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής κατά την αυτή διαδικασία δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. υπ΄αριθμόν e-παράβολο με κωδικό …../2019).
Από τον συνδυασμό των διατάξεων 94 παρ 1, 97,98,188 παρ 1, 190,191 παρ 2,192, 294,295 παρ 1, 297, 299, 573 παρ 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο ανακόπτων μπορεί με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά συνεδρίασης του δικαστηρίου ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον καθ΄ου η ανακοπή να παραιτηθεί από το δικόγραφο της ανακοπής χωρίς τη συναίνεση του αντιδίκου του εφόσον δεν προχώρησε στην προφορική συζήτηση της ουσίας της υπόθεσης ενώ η παραίτηση που γίνεται αργότερα είναι απαράδεκτη εφόσον ο καθ΄ου η ανακοπή προβάλλει αντίρρηση και πιθανολογεί ότι έχει έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση οριστικής απόφασης. Η παραίτηση από το δικόγραφο της ανακοπής για την οποία αρκεί η ύπαρξη γενικής μόνο πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο του δικηγόρου του παραιτουμένου έχει ως αποτέλεσμα ότι η ανακοπή θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε και η δίκη καταργείται, χωρίς να είναι αναγκαία η έκδοση απόφασης που να κηρύσσει καταργημένη τη δίκη, αν ο αντίδικος του παραιτούμενου εμμένει για οποιοδήποτε λόγο στην έκδοση απόφασης και ιδίως αν αιτείται την καταβολή των δικαστικών εξόδων στα οποία αυτός υποβλήθηκε μέχρι την κατά τα άνω παραίτηση (σχετ ΑΠ 52/2020,ΑΠ 435/2020, ΑΠ 1180/2013). Εξάλλου, οι διατάξεις των άρθρων 294 έως 298 ΚΠολΔ εφαρμόζονται σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 299 ΚΠολΔ και σε οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική πράξη και επομένως και επι ασκηθέντος δικαιώματος κλήσεως προς συζήτηση της υποθέσεως. Ως εκ τούτου σε περίπτωση παραιτήσεως από ασκηθέν δικαίωμα κλήσεως προς συζήτηση θεωρείται ως μη ασκηθέν το δικαίωμα αυτό και μόνον, ήτοι κείνο της κλήσεως προς συζήτηση και όχι το ένδικο βοήθημα ή μέσο για το οποίο ασκήθηκε το δικαίωμα κλήσεως προς συζήτηση. Με την με αριθμό καταθ. …. /1-3-2013 ανακοπή κατά επιταγής προς πληρωμή και με τους με αριθμό καταθ. …/10-4-2013 Πρόσθετους Λόγους που άσκησαν οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας ζήτησαν για τους αναφερόμενους στην ανακοπή και στο δικόγραφο των πρόσθετων λόγων, λόγους την κήρυξη άκυρης της αναγκαστικής εκτέλεσης που είχε επισπεύσει ο καθ΄ου η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητος. Επι της ανακοπής και των επι των Προσθέτων Λόγων εκδόθηκε η με αριθμό 30/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας με την οποία το Δικαστήριο κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο κατά τόπο και παρέμπεμψε την υπόθεση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά. Στη συνέχεια, με την με ειδικό αριθμό καταθ. …../2018 κλήση των ανακοπτόντων που απευθύνθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά ζητήθηκε ο ορισμός δικασίμου για την εκδίκαση της ανωτέρω ανακοπής και των ανωτέρω προσθέτων λόγων και ορίστηκε δικάσιμος η 2-11-2018 στο πινάκιο της τακτικής Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά την οποία η πληρεξούσια δικηγόρος των ανακοπτόντων δήλωσε ότι παραιτείται του δικογράφου της κλήσεως ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος των καθ΄ων η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι ζήτησε την καταβολή των εξόδων. Επί των δηλώσεων αυτών εξεδόθη η με αριθμό 52/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για καταβολή εξόδων και αναγνωρίστηκε ότι λόγω της ανωτέρω παραιτήσεως θεωρείται ως μη ασκηθείσα η ανακοπή και ως μη ασκηθέντες πρόσθετοι λόγοι που κατατέθηκαν στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Καλαμάτας. Ήδη κατά της αποφάσεως αυτής βάλλουν οι εκκαλούντες και ζητούν ενόψει του ότι η αναγνώριση αυτή δεν αντιστοιχεί στην δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους καθόσον η τελευταία παραιτήθηκε του δικογράφου της κλήσεως και όχι εκείνου της ανακοπής και των προσθέτων λόγων, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την αναγνώριση των εννόμων συνεπειών που αντιστοιχούν στην παραίτηση που δηλώθηκε.Από τα έγγραφα που προσκομίζουν νομότυπα και επικαλούνται οι διάδικοι αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Με την με αριθμό καταθ. … /1-3-2013 ανακοπή κατά της επιταγής προς πληρωμή και με τους με αριθμό καταθ. …../10-4-2013 Πρόσθετους Λόγους που άσκησαν οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας ζήτησαν για τους αναφερόμενους στην ανακοπή και στο δικόγραφο των πρόσθετων λόγων, λόγους την κήρυξη άκυρης της αναγκαστικής εκτέλεσης που είχε επισπεύσει ο καθ΄ου η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητος. Επι της ανακοπής και των επι των Προσθέτων Λόγων εκδόθηκε η με αριθμό 30/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας με την οποία το Δικαστήριο κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο κατά τόπο και παρέμπεμψε την υπόθεση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά. Στη συνέχεια, με την με ειδικό αριθμό καταθ. …../2018 κλήση της ανακόπτουσας που απευθύνθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά ζητήθηκε ορισμός δικασίμου για την εκδίκαση της ανωτέρω ανακοπής και των ανωτέρω προσθέτων λόγων και βάσει της κλήσεως αυτής ορίστηκε δικάσιμος η 2-11-2018 στο πινάκιο της τακτικής Μονομελούς του Πρωτοδικείου Πειραιά. Κατά την δικάσιμο αυτή η πληρεξούσια δικηγόρος των ανακοπτόντων δήλωσε ότι παραιτείται του δικογράφου της κλήσεως, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος των καθ΄ων η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι ζήτησε την καταβολή των εξόδων. Επί των δηλώσεων αυτών εξεδόθη η με αριθμό 52/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για καταβολή εξόδων και θεωρήθηκε, λόγω της ανωτέρω παραιτήσεως, ως μηδέποτε ασκηθείσα η ανακοπή αλλά και οι πρόσθετοι λόγοι που κατατέθηκαν στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Καλαμάτας. Ωστόσο, η θεώρηση αυτή είναι εσφαλμένη καθόσον η πληρεξούσια δικηγόρος των ανακοπτόντων παραιτήθηκε του δικογράφου της κλήσεως και μόνον (όπως συνομολογείται και από τους καθ΄ων) και όχι κείνου της ανακοπής και των προσθέτων λόγων. Ως εκ τούτου η έννομη συνέπεια της παραιτήσεως αυτής αφορά στο δικόγραφο της κλήσεως και όχι στο δικόγραφο της ανακοπής και επομένως θεωρείται ως μηδέποτε ασκηθέν το δικαίωμα κλήσεως προς συζήτηση και των προσθέτων λόγων δοθέντος ότι είναι νοητή η παραίτηση από ασκηθέν δικαίωμα για κλήση προς συζήτηση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσας. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε ότι με την παραίτηση αυτή θεωρείται ως μηδέποτε ασκηθείσα η ανακοπή και οι ασκηθέντες πρόσθετοι λόγοι υπέπεσε σε σφάλμα κατά τον βάσιμο περί αυτού λόγο της εφέσεως, η οποία κατ΄ακολουθίαν πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ΄ουσιαν απορριπτομένου του ισχυρισμού των εφεσιβλήτων ότι η εκκαλουμένη δεν προσβάλλεται με έφεση επειδή φέρει αναγνωριστικό χαρακτήρα ενόψει του ότι επί παραιτήσεως από το δικόγραφο η δίκη καταργείται χωρίς να είναι αναγκαία η έκδοση απόφασης που να κηρύσσει καταργημένη τη δίκη, καθόσον με την απόφαση αυτή (δηλαδή εκείνη που ανεγνώριζε τις έννομες συνέπειες δηλωθείσας παραίτησης) περατώνεται κατά την έννοια της διατάξεως 513 παρ 1β ΚΠολΔ η ανοιγείσα δίκη όχι κατόπιν διάγνωσης της διαφοράς, αλλά κατόπιν απόσυρσης του υποβληθέντος αιτήματος. Αντίθετη εκδοχή προκαλεί δικονομικό αδιέξοδο και συμβάλλει στην διατήρηση αντίθετων με την έννομη τάξη καταστάσεων, αφού επί αναγνωρίσεως με δικαστική απόφαση διαφορετικών έννομων συνεπειών απ΄ αυτούς που πράγματι επήλθαν με την δηλωθείσα παραίτηση αποκλείεται η ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και προκαλούνται δυσβάσταχτες συνέπειες στον διάδικο που δήλωσε την παραίτηση αποκλείοντας τον εν τέλει από την πρόσβαση στο δικαστήριο και από το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη χωρίς δική του υπαιτιότητα.Επομένως, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτό ότι με την ανωτέρω δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου των ανακοπτόντων θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε το δικαίωμα των τελευταίων για κλήση προς συζήτηση. Δικαστικά έξοδα σε βάρος του εφεσίβλητου δεν πρέπει να επιβληθούν καθόσον δεν προκάλεσε με την στάση του την άσκηση της κρινόμενης εφέσεως και η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 183, 177 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει, ενόψει της παραδοχής της εφέσεως να διαταχθεί και η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στους εκκαλούντες (αρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμο 52/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά
ΘΕΩΡΕΙ ως μη ασκηθέν το δικαίωμα κλήσης για συζήτηση της με αριθμό καταθ. καταθ. … /1-3-2013 ανακοπής κατά της επιταγής προς πληρωμή και με των με αριθμό καταθ. …../10-4-2013 Πρόσθετων Λόγων, που υποβλήθηκε με την με γενικό αριθμό καταθ. …/2018 και με ειδικό αριθμό καταθ. ……/2018 κληση των εκκαλούντων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στην εκκαλούσα
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 15 Φεβρουαρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ