Αριθμός 106 /2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Νόμιμα εισάγεται προς συζήτηση με την από 11-1-2019 κλήση η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 1757/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, μετά την ματαίωση της συζήτησης της κατά την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο στις 11-1-2018. Αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 20-10-2016, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ. 2του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από την δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης στις 11-8-2016, καθόσον δεν προέκυψε επίδοση αυτής. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού έχουν καταβληθεί και τα παράβολα με αριθμούς ……../2016 ΤΑΧΔΙΚ, ……….. παράβολα Δημοσίου).
ΙΙ. Με την απο7-9-2011 (αρθ. εκθ. καταθ. ………./2011) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, η ενάγουσα, και ήδη εφεσίβλητη, εξέθετε ότι κατά τα τέλη του μηνός Απριλίου του έτους 2009, με προφορική σύμβαση, που κατάρτισε με τον εναγόμενο, πρώτο εξάδερφο της, δάνεισε σε αυτόν το ποσό των 40.000 ευρώ, προκείμενου να αντιμετωπίσει επείγουσες και πιεστικές οικονομικές του ανάγκες, ότι το δάνειο ορίστηκε αποδοτέο το αργότερο έως την 31-12-2009, ότι λόγω της στενής συγγενικής τους σχέσης η ίδια δεν ζήτησε τη σύνταξη αποδεικτικού της δανειακής σύμβασης εγγράφου, και τέλος, ότι, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, ο εναγόμενος αρνείται να συμμορφωθεί με τις συμβατικές του υποχρεώσεις και να της επιστρέψει το χρηματικό ποσό, που έλαβε, και ότι για τον λόγο αυτό καταγγέλλει τη μεταξύ τους σύμβαση δανείου. Ζητούσε δε, να υποχρεωθεί ο τελευταίος να της καταβάλει το ως άνω ποσό με το νόμιμο τόκο από την 31η ημέρα μετά την επίδοση της αγωγής.Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκανε δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο εναγόμενος με την υπό κρίση έφεση του, επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, και την συνακόλουθη απόρριψη της αγωγής.
ΙΙΙ. Από την εκτίμηση της με αριθμό …./24-9-2015 ένορκης βεβαίωσης της ………. ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά για την οποία κλητεύθηκε νόμιμα ο εναγόμενος (βλ. τη με αριθμό ……./18-9-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….) καθώς και της με αριθμό …/25-11-2019 ένορκης βεβαίωσης της …….. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά, ……….) μετά από νόμιμη κλήτευση του εκκαλούντος-εναγομένου(βλ. τη με αριθμό …./20-11-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……) και των με αριθμούς … και …/19-11-2020 ενόρκων βεβαιώσεων των ……. και ………, αντίστοιχα, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά μετά από νόμιμη κλήτευση της εφεσίβλητης-ενάγουσας (βλ. τη με αριθμό ………/16-11-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …….), που νομίμως προσκομίζονται το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 529 παρ.1ΚΠολΔ), και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, από τα οποία άλλα λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, και τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) αποδείχθηκαν, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα το έτος 2007 συνέστησε με την αδελφή της, ………., κατασκευαστική εταιρεία με την επωνυμία «………..», στην οποία έκαστη συμμετείχε σε ποσοστό 50% επί των κερδών και ζημιών. Κατά το χρονικό διάστημα από τον Δεκέμβριο του 2008 έως τον Απρίλιο του 2009 η ως άνω ομόρρυθμη εταιρεία πώλησε τρεις οριζόντιες ιδιοκτησίες σε ανεγερθείσα οικοδομή στο Πέραμα Αττικής, αντί των αναγραφόμενων στα σχετικά συμβόλαια τιμημάτων, ποσού 71.996,40€, 75.630,44€ και 76.374,26€, αντίστοιχα (βλ. τις με αριθμούς ……../30.12.2008, ……../24.03.2009 και ………/01.04.2009 συμβάσεις αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Αθηνών, …………), εκ των οποίων τα δύο πρώτα καταβλήθηκαν άμεσα με την υπογραφή των συμβολαίων, ενώ το τρίτο πιστώθηκε για δύο μήνες. Τον Απρίλιο του ίδιου έτους ο εναγόμενος, που τυγχάνει πρώτος εξάδερφος των αδερφών …………, με τις οποίες διατηρούσε μέχρι πρόσφατα στενές προσωπικές επαφές, εκμεταλλευόμενος τις καλές τους σχέσεις και ιδίως την αδυναμία, που του έτρεφε η ενάγουσα, ζήτησε από αυτήν να τον διευκολύνει οικονομικά, προκειμένου να τακτοποιήσει τις οικονομικές εκκρεμότητες, που είχαν δημιουργηθεί από την επαγγελματική του δραστηριότητα και για τις οποίες τρίτοι τον πίεζαν ασφυκτικά. Πλέον συγκεκριμένα, ο εναγόμενος, ο οποίος κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα ήταν ασφαλιστικός πράκτορας του πρακτορείου «………..», με δικό του γραφείο στον Πειραιά, έπεισε την ενάγουσα να του δανείσει το χρηματικό ποσό των 40.000,00 ευρώ, προκειμένου να εξοφλήσει χρέη του, για τα οποία οι πιστωτές του, όπως ανέφερε σε αυτήν, τον απειλούσαν με λήψη σε βάρος του δικαστικών μέτρων. Η ενάγουσα περί τα τέλη του Απριλίου ανταποκρινόμενη στις έντονες εκκλήσεις του εναγομένου, που κατά τους ισχυρισμούς του κινδύνευε ακόμα και με φυλάκιση για τα χρέη του (βλ. τη με αριθμό ………./2015 ένορκη βεβαίωση), μετέβη στην οικία του, συνοδευόμενη από την αδελφή της, όπου παρουσία της συζύγου και των τέκνων αυτού, του παρέδωσε το ποσό των 40.000ευρώ, ως άτοκο δάνειο αποδοτέο έως το τέλος του ίδιου έτους. Για τη συμφωνία αυτή τα μέρη δεν προέβησαν σε σύνταξη σχετικού εγγράφου, διότι λόγω της στενής συγγενικής αλλά και προσωπικής σχέσης τους, μια τέτοια αξίωση εκ μέρους της ενάγουσας θα παρίστατο κατά το χρόνο εκείνο αδικαιολόγητη και ηθικά μη ανεκτή, ερμηνευόμενη ως ανοίκεια δυσπιστία προς τον εναγόμενο. Ο εναγόμενος αρνούμενος τη σύναψη της επίδικης σύμβασης δανείου ισχυρίζεται, ότι η ενάγουσα δεν είχε την οικονομική ρευστότητα να του δανείσει το αιτούμενο ποσό, και επικαλείται προς τούτο το γεγονός, ότι η ομόρρυθμη εταιρία της στις 22.04.2009 έλαβε από την Τράπεζα «EUROBANK» τοκοχρεωλυτικό δάνειο, ποσού 25.000 ευρώ, το οποίο δεν μπόρεσε να αποπληρώσει, με συνέπεια, τελικώς, αυτό να καταγγελθεί από τη δανείστρια Τράπεζα. Ωστόσο, η κατάρτιση του εν λόγω τραπεζικού δανείου, και δη σε μία χρονική περίοδο, που ο τραπεζικός δανεισμός αποτελούσε συνήθη πρακτική των επιχειρήσεων λόγω των ιδιαιτέρως ευνοϊκών όρων του, δεν καταδεικνύει, δίχως άλλο, και την έλλειψη ρευστότητας της ενάγουσας για δανεισμό του επίδικου ποσού στον εναγόμενο, ενώ όπως προαναφέρθηκε, επίκειτο και η είσπραξη από την εταιρία της του πιστωθέντος τιμήματος και από την τρίτη πώληση διαμερισμάτων. Επιπλέον, η καλή οικονομική κατάσταση της εταιρίας και συνακόλουθα και της ίδιας της ενάγουσας κατά τον κρίσιμο χρόνο κατάρτισης του επίδικου δανείου στον εναγόμενο καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι το τραπεζικό της δάνειο εξυπηρετείτο κανονικά μέχρι τις αρχές του έτους 2011 (βλ. την από 21.11.2011 εξώδικη καταγγελία της δανειακής σύμβασης, όπου η Τράπεζα αναφέρει, ως λόγο καταγγελίας, την καθυστέρηση των δόσεων Φεβρουαρίου έως Σεπτεμβρίου 2011). Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι ο εναγόμενος όχι μόνον δεν απέδωσε το δάνειο κατά την συμφωνηθείσα ημερομηνία (30-12-2009), αλλά όταν η ενάγουσα, ένα έτος μετά, άρχισε να τον οχλεί για την επιστροφή του, αυτός, αν και αρχικά εμφανιζόταν πρόθυμος να το αποπληρώσει σε δόσεις καταβάλλοντας κάθε μήνα, το ποσό των 500 ευρώ, τελικώς έφθασε να αρνείται την καταβολή του. Για όλα τα ανωτέρω βεβαιώνει ενόρκως η αδερφή και συνέταιρος της ενάγουσας ………., που ήταν παρούσα τόσο κατά τον χρόνο παράδοσης των χρημάτων του δανείου στην οικία του εναγόμενου όσο και στις συζητήσεις που ακολούθησαν μεταξύ των μερών και αφορούσαν στην αποπληρωμή του, η οποία χαρακτηριστικά αναφέρει, ότι ο εναγόμενος, όταν πλέον είχε καταστεί σαφές ότι δεν επρόκειτο να επιστρέψει τα χρήματα, απευθυνόμενος σε αυτήν (ενάγουσα) σε έντονο ύφος την κατηγόρησε ότι είναι άκαρδη λέγοντας της ότι «δεν ντρέπεσαι να μας ζητάς τα χρήματα; τι θα τα κάνεις τα λεφτά, δεν έχεις παιδιά, τα παιδιά μου τα δικαιούνται έτσι και αλλιώς». Εξάλλου, δεν κρίνονται πειστικά τα όσα αναφέρει ο εναγόμενος αλλά και τα τέκνα του στις προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις τους, ότι ουδέν ποσό του δάνεισε η ενάγουσα και ότι η σε βάρος του αγωγή οφείλεται σε λόγους εκδικητικότητας εκ μέρους της, επειδή αυτός αρνήθηκε να συνεταιριστεί μαζί της. Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ορισμένη την αγωγή ως περιέχουσα τα κατά νόμο αναγκαία προς τούτο στοιχεία (μεταβίβαση από τον δανειστή προς τον οφειλέτη κατά κυριότητα ορισμένου χρηματικού ποσού λόγω δανείου, βλ. και ΑΠ 1182/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και ακολούθως, δεχόμενο τα ίδια ως άνω πραγματικά περιστατικά, λαμβάνοντας υπόψη και την με αριθμό …………/2015 ένορκη βεβαίωση της αδερφής της ενάγουσας, κατ’εφαρμογή του άρθρου 393 και 1 και 394 περ.β ΚΠολΔ, διότι μεταξύ των διαδίκων υπήρχε στενός συγγενικός δεσμός, και επομένως συνέτρεχε περίπτωση ηθικής αδυναμίας να αποκτηθεί έγγραφο, έκανε δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη, και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 40.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την 31η ημέρα από την επίδοση της αγωγής, δεν έσφαλε κατά τη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου ούτε εκτίμησε πλημμελώς τις αποδείξεις και οι λόγοι της έφεσης, με τους οποίους ο εκκαλών ισχυρίζεται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι όπως και η έφεση στο σύνολο της. Τέλος, ο εκκαλών λόγω της ήττας του πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), ενώ πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παράβολου, συνολικού ποσού 200,00 ευρώ, που ο αυτός προκατέβαλε κατά την κατάθεση της εφέσεως, (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ), κατα τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
– ΔΙΚΑΖΕΙ με την παρουσία των διαδίκων.
-ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικώς και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της με αριθμό 1757/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο, των παραβόλων με αριθμούς ………./2016 ΤΑΧΔΙΚ και ……….. Δημοσίου.
-ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 18 Φεβρουαρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ