Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 755/2018

Αριθμός  755/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Δ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

     Η έννοια του διαδίκου στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, η οποία χαρακτηρίζεται από την ελαστικότητα της διαδικασίας, έχει άλλο περιεχόμενο από ότι έχει στο πεδίο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας. Τούτο δε, διότι στη διαδικασία αυτή δεν υφίσταται, κατά κανόνα, αντιδικία (είναι, όμως, δυνατόν να υπάρξουν και στη διαδικασία αυτή περισσότεροι διάδικοι και με αντιτιθέμενα συμφέροντα και κατά συνέπεια να διεξαχθεί η δίκη κατ΄ αντιδικία) και για το λόγο αυτό δεν υπάρχουν αντιδικούντα πρόσωπα. Τα πρόσωπα τα οποία μετέχουν στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ονομάζονται μεν «διάδικοι», όμως στην ουσία πρόκειται περί «ενδιαφερομένων» θετικά ή αρνητικά ως προς τη ρύθμιση που θα αποφασισθεί και αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης. Έτσι, η έννοια του διαδίκου, που προσδιορίζεται τόσο με το τυπικό όσο και με το ουσιαστικό κριτήριο, προσλαμβάνεται στην εκούσια δικαιοδοσία με έναν από τους ακόλουθους τρόπους: α) με την υποβολή αίτησης για την εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευση τρίτων στη διαδικασία, κατόπιν διαταγής του αρμόδιου Δικαστηρίου (άρθρου 748 παρ. 3 του ΚΠολΔ), γ) με την προσεπίκληση τρίτων κατόπιν πρωτοβουλίας του διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 753 του ΚΠολΔ), δ) με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης και ε) με την άσκηση τριτανακοπής (άρθρα 773, 583 επ. του ΚΠολΔ) (ΑΠ 1103/2005, ΑΠ 305/2005, ΕφΑθ 211/2016, ΕφΘεσ 292/2009, ΕφΔωδ 120/2004). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 761, 748 παρ. 3, 753 παρ. 1 και 752 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο καθ΄ ου η αίτηση δεν προσλαμβάνει την ιδιότητα του διαδίκου με μόνη την απεύθυνση της αίτησης εναντίον του, αν δεν κλητεύθηκε ύστερα από διαταγή του Δικαστηρίου, δεν προσεπικλήθηκε ή δεν άσκησε παρέμβαση, ακόμη και όταν, χωρίς πάντως να ασκήσει παρέμβαση, παραστεί στη δίκη. Aπό το συνδυασµό δε των διατάξεων των άρθρων 79, 80, 747 και 752 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, είναι δυνατή η άσκηση κυρίας ή πρόσθετης παρέµβασης, εφόσον βέβαια συντρέχει -η κατά το άρθρο 68 του ιδίου Κώδικα διαδικαστική προϋπόθεση- της ύπαρξης έννοµου συµφέροντος στο πρόσωπο του παρεµβαίνοντος. Ειδικότερα ενώ στη δίκη της αµφισβητούµενης δικαιοδοσίας το έννοµο συµφέρον του παρεµβαίνοντος αναφέρεται στη θετική ή αρνητική διάγνωση του επίδικου δικαιώµατος, στις περιπτώσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας το έννοµο συµφέρον του παρεµβαίνοντος συνίσταται στην παραδοχή ή απόρριψη της αίτησης αναφορικά µε το ζητούµενο ρυθµιστικό µέτρο. Στη δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας, εφόσον η παρέµβαση του τρίτου επιδιώκει την απόρριψη της αίτησης µε την οποία ανοίχθηκε η δίκη ή τη ρύθµιση του επίδικου αντικειµένου κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνο που ζητείται µε την αίτηση, πρόκειται για κυρία παρέµβαση (ΑΠ 208/2017, ΑΠ 148/2014). Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη από 29-9-2017 (αρ. καταθ. ……..) έφεση της πρωτοδίκως ηττηθείσας κυρίας παρεμβαίνουσας κατά της υπ΄ αρ. 3679/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 45, 739, 740 παρ. 1, 748 παρ. 2 και 800 παρ. 1 του ΚΠολΔ) επί της από 10-3-2014 αιτήσεως υιοθεσίας και της από 28-3-2014 κύριας παρέμβασης περί απορρίψεως αυτής (αιτήσεως υιοθεσίας), οι οποίες συνεκδικάσθηκαν κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517, 520 παρ. 1, 741, 748 και 800 παρ. 3 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή εφόσον αντίγραφό της μαζί με την πράξη προσδιορισμού της δικασίμου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας έχει επιδοθεί εμπροθέσμως και προς τον Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά (βλ. την υπ΄ αρ. ……… έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Χ.Λ.) και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι η εκκαλούσα απαλλάχθηκε της υποχρεώσεως καταβολής του, κατά το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, παραβόλου, με την υπ΄ αρ. 456/2017 απόφαση του Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), κριθείσα δικαιούχος παροχής νομικής βοήθειας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 1 και 2 του Ν. 3226/2004.

Με την από 10-3-2014 (αρ. καταθ. ……..) αίτησή τους, οι αιτούντες, ήδη εφεσίβλητοι, ζήτησαν να κηρυχθεί θετό τέκνο τους το ανήλικο αβάπτιστο άρρεν φυσικό τέκνο της …………, (κυρίας παρεμβαίνουσας, ήδη εκκαλούσας), που γεννήθηκε στη …… Αττικής στις ………., κατά τη διάρκεια του γάμου της με τον ………, ο οποίος όμως τεκμαιρόμενος πατέρας δεν είναι ο φυσικός του πατέρας και έχει ήδη ασκήσει σχετική αγωγή προσβολής πατρότητας, και το οποίο τέκνο ζει μαζί τους από τη γέννησή του, αφού αναπληρωθεί η συναίνεση της φυσικής του μητέρας, που αρνείται καταχρηστικά την παροχή της. Περαιτέρω, με την από 28-3-2014 (αρ. καταθ. ……..) κύρια παρέμβασή της, η κυρίως παρεμβαίνουσα, ήδη εκκαλούσα, φυσική μητέρα του προς υιοθεσία ανηλίκου, ζήτησε την απόρριψη της ένδικης υιοθεσίας του ανήλικου τέκνου της, καθόσον δεν συναινεί στην εν λόγω υιοθεσία. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 3201/2014 μη οριστική απόφασή του, αφού συνεκδίκασε αυτές (αίτηση και κύρια παρέμβαση) ανέστειλε την εκδίκασή τους, λόγω εκκρεμοδικίας από την άσκηση εκ μέρους των αιτούντων της προγενέστερης από 25-9-2012 (αρ. κατ. ………..) όμοιας αίτησης ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, και δη μέχρι να περατωθεί αμετάκλητα η επ΄ αυτής δίκη. Ακολούθως, αφού οι αιτούντες παραιτήθηκαν νόμιμα από την εν λόγω από 25-9-2012 αίτησή τους, επανέφεραν προς συζήτηση μόνο την ένδικη αίτηση με την από 7-7-2014 (αρ. κατ. …….) κλήση τους, που προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 26-9-2014, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 5245/2014 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτησή της, διότι με την εν λόγω κλήση δεν επανέφεραν προς συζήτηση και τη συνεκδικασθείσα με την αίτηση υπό κρίση κύρια παρέμβαση. Στη συνέχεια, οι  αιτούντες επανέφεραν προς συζήτηση τις ένδικες αίτηση και κύρια παρέμβαση με την από 29-1-2015 (αρ. κατ. ………) κλήση τους, που προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 6-3-2015 και γράφτηκε στο πινάκιο, οπότε συζητήθηκαν εκ νέου και επ΄ αυτών εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 2111/2015 μη οριστική απόφαση, η οποία διέταξε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου: α) να προσκομισθεί αμετάκλητη απόφαση επί της ασκηθείσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά αγωγής περί προσβολής της πατρότητας του προς υιοθεσία τέκνου από τον τεκμαιρόμενο πατέρα του ……… και β) να εμφανισθούν στην επόμενη δικάσιμο οι αιτούντες, προκειμένου να δηλώσουν τη συναίνεσή τους για την τέλεση της υιοθεσίας. Μετά δε την έκδοση της αμέσως παραπάνω απόφασης, οι αιτούντες επανέφεραν εκ νέου προς συζήτηση τις ένδικες αίτηση και κύρια παρέμβαση με την από 16-11-2015 (αρ. κατ. ……..) κλήση τους, που προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 19-2-2016 και γράφτηκε στο πινάκιο, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε. Κατόπιν τούτου, οι αιτούντες επανέφεραν για μία ακόμη φορά προς συζήτηση τις ένδικες αίτηση και κύρια παρέμβαση με την από 7-6-2016 (αρ. κατ. ………) κλήση τους, που προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 16-9-2016 και γράφτηκε στο πινάκιο, οπότε συζητήθηκαν εκ νέου και επ΄ αυτών εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 1920/2016 απόφαση, η οποία ανέβαλε τη συζήτηση: α) εωσότου περατωθεί αμετάκλητα η αρξάμενη ποινική διαδικασία σε βάρος των αιτούντων – καθ΄ ων η κύρια παρέμβαση, για τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της αδικήματα, για τα οποία σχηματίσθηκε σε βάρος τους η υπ΄ αρ. …… ανακριτική δικογραφία, επί της οποίας εκδόθηκε το υπ΄ αρ. …… βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιά και στη συνέχεια, κατόπιν εφέσεων των κατηγορουμένων κατ΄ αυτού, το υπ΄ αρ. ……. βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά, β) προκειμένου να διενεργηθεί με επιμέλεια των αιτούντων η κατ΄ άρθρα 1557 ΑΚ και 7 ν. 2447/1996 κοινωνική έρευνα από την αρμόδια κοινωνική υπηρεσία και να κατατεθεί στο Δικαστήριο η σχετική έκθεσή της, και γ) προκειμένου να προσκομισθούν με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων έγγραφα, από τα οποία να προκύπτει το αμετάκλητο της υπ΄ αρ. 1633/2015 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Μετά δε την έκδοση της τελευταίας υπ΄ αρ. 1920/2016 αποφάσεως, οι καλούντες – αιτούντες, επανέφεραν εκ νέου προς συζήτηση τις ένδικες αίτηση και κύρια παρέμβαση με την από 30-1-2017 κλήση τους και εκδόθηκε η ρητώς προσβαλλόμενη υπ΄ αρ. 3679/2017 απόφαση με την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την κύρια παρέμβαση και δέχθηκε την αίτηση, αναπλήρωσε την ελλείπουσα συναίνεση της φυσικής μητέρας του υιοθετούμενου, ………., και κήρυξε θετό τέκνο των αιτούντων το ανήλικο άρρεν τέκνο της ως άνω ……….., το οποίο γεννήθηκε εκτός γάμου στη …… Αττικής την …….. και φέρει το κύριο όνομα «………». Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την κρινόμενη από 29-9-2017 (αρ. καταθ. ……) έφεσή της, η ηττηθείσα κυρίως παρεμβαίνουσα και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, με σκοπό να γίνει δεκτή η κύρια παρέμβασή της σε όλο το αιτητικό της.

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1549, 1550, 1552 του ΑΚ και 800 του ΚΠολΔ, για την υιοθεσία ανηλίκου, η οποία τελείται με δικαστική απόφαση, ύστερα από αίτηση του υποψηφίου θετού γονέα, απαιτείται να συναινέσουν αυτοπροσώπως ενώπιον του Δικαστηρίου οι φυσικοί γονείς του. Η συναίνεση αυτή αναπληρώνεται από το Δικαστήριο, μόνο εάν συντρέχει κάποια από τις προϋποθέσεις του άρθρου 1552 του ΑΚ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 1552 εδάφιο ε΄ του ΑΚ, η συναίνεση των φυσικών γονέων μπορεί να αναπληρωθεί με απόφαση του Δικαστηρίου, εάν το τέκνο έχει παραδοθεί με τη συναίνεση των γονέων σε οικογένεια για φροντίδα και ανατροφή με σκοπό την υιοθεσία και έχει ενταχθεί σ΄ αυτήν επί χρονικό διάστημα ενός τουλάχιστον έτους, οι δε γονείς εκ των υστέρων αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την αναπλήρωση της συναίνεσης του φυσικού γονέα με δικαστική απόφαση είναι και η καταχρηστική άρνηση των γονέων προς συναίνεση της υιοθεσίας, δηλαδή προβολή, εκ των υστέρων, άρνησης συναίνεσης προς υιοθεσία, η οποία μπορεί να εκδηλωθεί με οποιοδήποτε τρόπο. Η άρνηση προς συναίνεση πρέπει να έχει καταχρηστικό χαρακτήρα, δηλαδή πρέπει να συντρέχουν περιστατικά που συνθέτουν την έννοια της κατάχρησης δικαιώματος υπό την αυτήν του άρθρου 281 του ΑΚ έννοια, και για την οποία ισχύουν οι γι΄ αυτήν ορισμοί του ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου. Για τη διακρίβωση της καταχρηστικής άρνησης των γονέων και του περιεχομένου της, ώστε με ασφάλεια να παραλείπεται η συναίνεσή τους θα πρέπει να ερευνάται η συμπεριφορά των γονέων έναντι των τέκνων, η τυχόν αδιαφορία τους γι΄ αυτά. Θα πρέπει η συμπεριφορά τους να συγκεντρώνει τα στοιχεία της αφροντισίας, των καθηκόντων τους ως γονέων, πρέπει να ελέγχεται η τυχόν υπόκρυψη της άρνησης οικονομικού εκβιασμού σε βάρος των υποψηφίων θετών γονέων (ΕφΠατρ 1200/2007,  Β. Βαθρακοκοίλη: Τροποποιήσεις Οικογενειακού Δικαίου, εκ. 2004, άρθρο 1552, σελ. 82-84, Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη: Οικογ. Δικ., εκ. 2003, τομ. Β΄, σελ. 356-357, Παντελίδου: Οι τελευταίες αλλαγές στο δίκαιο της υιοθεσίας που επέφερε ο Ν. 2915/2001, Αρμ. 56.836). Στην προκειμένη περίπτωση, από την υπ΄ αρ. 1920/2016 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, σε συνδυασμό με τα ταυτάριθμα με αυτήν (1920/2016) πρακτικά συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αλλά και από τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά, αποδεικνύεται ότι για την υιοθεσία συναίνεσαν αυτοπροσώπως, χωρίς δημοσιότητα, αμφότεροι οι αιτούντες σύζυγοι, ο καθένας για τον εαυτό του και για τον άλλο (άρθρα 1546, 1549 του ΑΚ και 800 παρ. 2 εδ. α΄ και β΄ του ΚΠολΔ). Ωστόσο, τόσο από το περιεχόμενο και αίτημα της ένδικης από 28-3-2014 κύριας παρέμβασης της φυσικής μητέρας του προς υιοθεσία ανήλικου τέκνου, όσο και από τη σχετική δήλωσή της στο ακροατήριο, που έχει καταγραφεί στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά, προκύπτει ότι αυτή δεν συναινεί στην επίδικη υιοθεσία. Περαιτέρω από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, αλλά και τις ανωμοτί καταθέσεις των αιτούντων και της κυρίως παρεμβαίνουσας, που νομότυπα εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα υπ΄ αρ. 3201/2014, αλλά και στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη, πρακτικά συνεδριάσεως του ίδιου (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου, από την υπ΄ αρ. πρωτ. εμπ. ……… έκθεση κοινωνικής έρευνας της Κοινωνικής Λειτουργού της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά, Δ.Τ, χωρίς το γεγονός ότι αυτή (έκθεση κοινωνικής έρευνας) δεν αφορά και στην κυρίως παρεμβαίνουσα – φυσική μητέρα του προς υιοθεσία τέκνου να εμποδίζει την πρόοδο της δίκης, διότι αφενός μεν το πόρισμα της σχετικής έκθεσης δεν είναι δεσμευτικό για το Δικαστήριο, αλλά, απλά, συνεκτιμάται από αυτό, αφετέρου δε τόσο η ύπαρξη, όσο και το περιεχόμενο της τελευταίας δεν συνιστούν όρο ή προϋπόθεση της αιτούμενης υιοθεσίας, η δε έλλειψη κατάθεσης της κοινωνικής έκθεσης μέσα στην οριζόμενη από το νόμο προθεσμία σε καμία περίπτωση δεν επιφέρει το απαράδεκτο της συζήτησης της αίτησης υιοθεσίας, στην εκδίκαση της οποίας προβαίνει το Δικαστήριο και χωρίς αυτήν (άρθρο 1557 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 7 παρ. 3 του Ν. 2447/1996, ΕφΘεσσαλ. 543/2013), καθώς επίσης από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι (μέχρι και την προθεσμία για την, μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, προσθήκη των προτάσεων, ήτοι μέχρι και την 21-2-2018, καθόσον τα μεταγενέστερα αυτοκλήτως προσκομισθέντα έγγραφα, απαραδέκτως προσκομίσθηκαν και δεν λαμβάνονται υπόψη), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ΄ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προαναφέρθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (πρβλ. ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), ανάμεσα στα οποία α) οι προσκομιζόμενες από τους αιτούντες, ήδη εφεσίβλητους, υπ΄ αρ. ……. και ……. ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, η υπ΄ αρ. …….. ένορκη βεβαίωση που λήφθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, καθώς και οι υπ΄ αρ. … και …. ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, οι οποίες (τελευταίες δύο ένορκες βεβαιώσεις) έχουν ληφθεί κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της εκκαλούσας (βλ. την υπ΄ αρ. ……. έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Χ.Λ.) και β) οι προσκομιζόμενες μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφίες (άρθρα 444, 448 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ), (πρβλ. ΑΠ 1707/2009, ΑΠ 230/2008, ΑΠ 239/2004), χωρίς όμως την ακρόαση από το Δικαστήριο του ως άνω ανήλικου τέκνου, λόγω της ηλικίας του, απορριπτομένου του σχετικού περί του αντιθέτου αιτήματος που προβάλλει η εκκαλούσα με τις προτάσεις του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, [σημειώνοντας ότι οι εφεσίβλητοι στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνουν, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή της πληρεξούσιας Δικηγόρου τους (εφεσίβλητων), και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις], αποδείχθηκαν κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο, κατά την προκείμενη διαδικασία (άρθρα 744 και 759 παρ. 3 του ΚΠολΔ), στην οποία ισχύει το ανακριτικό σύστημα (που παρέχει στο Δικαστήριο ελευθερία αυτεπάγγελτης ενέργειας και συλλογής του αποδεικτικού υλικού και εξακρίβωσης των πραγματικών γεγονότων, ακόμη και μη προταθέντων, που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης) και το σύστημα της ελεύθερης απόδειξης, μπορεί να λάβει υπόψη του και να εκτιμά ελεύθερα κάθε πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο, ακόμη και άκυρα ή ανυπόστατα, μη πληρούντα τους όρους του νόμου, αποδεικτικά μέσα ή αποδεικτικά μέσα, εκτός του καταλόγου του άρθρου 339 του ΚΠολΔ, χωρίς να εφαρμόζονται ανάλογα οι οριζόμενοι στο άρθρο 270 του ΚΠολΔ περιορισμοί (ΕφΘεσσαλ 543/2013), τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η κυρίως παρεμβαίνουσα ………. (ήδη εκκαλούσα) και ο ………. (μη διάδικος στην παρούσα δίκη) τέλεσαν μεταξύ τους στη …….. Αττικής την …….. νόμιμο πολιτικό γάμο, ο οποίος στη συνέχεια ιερολογήθηκε σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας την ………Ο γάμος όμως αυτός, λύθηκε δυνάμει της υπ΄ αρ. 3380/2012 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Διαδικασία Γαμικών Διαφορών), που κατέστη αμετάκλητη στις 4-9-2012. Διαρκούντος του γάμου αυτού, δηλαδή πριν την αμετάκλητη λύση του, η κυρίως παρεμβαίνουσα απέκτησε τρία, ακόμα ανήλικα τέκνα, ήτοι τον ……., που γεννήθηκε στις ….., τη ………, που γεννήθηκε στις ………., και το προς υιοθεσία ανήλικο άρρεν τέκνο, που γεννήθηκε στη ……. Αττικής στις …… και ήδη, κατόπιν ονοματοδοσίας του από την εν λόγω φυσική μητέρα του, φέρει το όνομα «…….» (βλ. την από 20-7-2016 σχετική σημείωση του Ληξίαρχου Νίκαιας επί της οικείας υπ΄ αρ. ……… ληξιαρχικής πράξης γέννησης). Ωστόσο, ο ανωτέρω τεκμαιρόμενος πατέρας των ως άνω ανηλίκων αμφισβήτησε και προσέβαλε την πατρότητα αυτών, ασκώντας τις από 13-10-2008, 8-1-2010 αγωγές του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και την από 4-4-2013 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Διαδικασία διαφορών μεταξύ γονέων – τέκνων), αντίστοιχα, καθόσον από έλεγχο πατρότητας του πρώτου ως άνω τέκνου, …….., που διενεργήθηκε ιδιωτικά στις 5-5-2008, προέκυψε ότι αποκλειόταν η πιθανότητα να είναι ο ίδιος (……….) βιολογικός πατέρας αυτού. Επί της ως άνω αγωγής που αφορά στον ανήλικο …….., έχει ήδη εκδοθεί η υπ΄ αρ. 3874/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που κήρυξε το εν λόγω τέκνο μη γνήσιο τέκνο του ……., ενώ ως προς την αγωγή που αφορά στην ανήλικη ……… εκκρεμεί ακόμη η μετ΄ απόδειξη συζήτηση της υποθέσεως, κατόπιν της έκδοσης της υπ΄ αρ. 4593/2013 μη οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Εξάλλου, όσον αφορά στο προς υιοθεσία τέκνο επί της περί της προσβολής της πατρότητάς του αγωγής του …….. εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 1633/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία αναγνωρίσθηκε ότι ο εν λόγω ανήλικος είναι μη γνήσιο τέκνο αυτού και η οποία έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη. Ως εκ τούτου, το προς υιοθεσία ανήλικο τέκνο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1472 του ΑΚ, έχασε αναδρομικά από τη γέννησή του την ιδιότητά του ως τέκνο που γεννήθηκε σε γάμο και ήδη έχει περιέλθει στην κατάσταση τέκνου που γεννήθηκε χωρίς γάμο των φυσικών του γονέων, με αποτέλεσμα να απαιτείται μόνον η συναίνεση της φυσικής του μητέρας, καθόσον σύμφωνα με την κρατούσα στη νομολογία άποψη, την οποία υιοθετεί και το Δικαστήριο αυτό, σε περίπτωση έλλειψης γάμου ή δικαστικής ή εξώδικης αναγνώρισης πατρότητας, δεν υπάρχει κατά νόμο πατέρας του τέκνου και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται ζήτημα συναίνεσής του στην αιτούμενη υιοθεσία. Κατόπιν τούτων δεν τίθεται ζήτημα συναίνεσης του αρχικώς τεκμαιρόμενου (κατ΄ άρθρο 1465 του ΑΚ) πατέρα, του προς υιοθεσία ανηλίκου, …… .. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι περί τις αρχές του έτους 2010 ασθένησε σοβαρά η ως άνω ανήλικη θυγατέρα της κυρίως παρεμβαίνουσας ………, και ειδικότερα στις 29-4-2010 διαπιστώθηκε ότι πάσχει από νευροβλάστωμα δεξιού επινεφριδίου υψηλού κινδύνου σε επιθετικό στάδιο ΙΙΙ, για την αντιμετώπιση του οποίου υποβλήθηκε σε χειρουργική εξαίρεση του όγκου στις 2-7-2010, στη συνέχεια υποβλήθηκε σε χημειοθεραπεία έως τις 22-12-2010, ακολούθως σε ακτινοθεραπεία από 10-3-2011 έως 20-3-2011 και από τις 14-4-2011 έως τις 15-9-2011 υποβλήθηκε σε θεραπεία ελάχιστης υπολειμματικής νόσου. Έκτοτε δε, προσέρχεται στο Ογκολογικό Τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Αθηνών «Π. & Α. ΚΥΡΙΑΚΟΥ» ανά τακτά χρονικά διαστήματα, για παρακολούθηση της νόσου και των συνεπειών από τη χορηγηθείσα αγωγή, με κλινικό, εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο. Συνεπώς, κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα η κυρίως παρεμβαίνουσα έπρεπε να βρίσκεται δίπλα στην ανήλικη θυγατέρα της, προκειμένου να της συμπαραστέκεται. Εξάλλου, αυτή στερούμενη επαρκών οικονομικών πόρων για τη συντήρηση των τέκνων της, αφού ήταν άνεργη, και ευρισκόμενη σε ευάλωτη ψυχική κατάσταση, λόγω των προβλημάτων υγείας της κόρης της αλλά και των δικών της (πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας), αλλά και λόγω της δικαστικής της διαμάχης με τον πρώην σύζυγό της για την έκδοση διαζυγίου, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της στο τρίτο τέκνο της (υιοθετούμενο) είχε εκφράσει αμφιβολίες για το αν επιθυμούσε την ολοκλήρωσή της. Ενόψει δε τούτου, αλλά και του γεγονότος ότι οι ίδιοι λόγω προβλημάτων υγείας αδυνατούσαν να τεκνοποιήσουν, οι (τότε σύντροφοι και μετέπειτα σύζυγοι) αιτούντες (εκ των οποίων η πρώτη των αιτούντων είναι αδελφή της κυρίως παρεμβαίνουσας), της εξέφρασαν την πρόθεσή τους να αναλάβουν την επιμέλεια και φροντίδα του μέλλοντος να γεννηθεί βρέφους της, προκειμένου στη συνέχεια να το υιοθετήσουν, πρόταση την οποία η κυρίως παρεμβαίνουσα αποδέχθηκε. Μετά τη γέννησή του στις ….. στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας – Πειραιά «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ», το προς υιοθεσία ανήλικο τέκνο νοσηλεύθηκε εκ νέου στο ίδιο νοσοκομείο λόγω σιτιστικών προβλημάτων από 13-12-2010 έως 14-12-2010. Την αμέσως επόμενη ημέρα, 15-12-2010, η κυρίως παρεμβαίνουσα παρέδωσε με τη συναίνεσή της, οικειοθελώς, το νεογέννητο βρέφος της στους αιτούντες, καθώς και τη με την ίδια ημερομηνία έγγραφη δήλωση, υπογεγραμμένη τόσο από εκείνους, όσο και από την ίδια, το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής: «ΔΗΛΩΣΗ- Οι κατωθει υπογεγραμμένοι …….. και …………. δηλώνουμε υπεύθυνα ότι η ……. ..γέννησε στις 22…. άρρεν τέκνο, στο Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας. Το παιδί μετά την γέννα νοσηλευτικέ στην μονάδα νεογνών του ιδίου νοσοκομείου από 22/11/2010 μέχρι 25/11/2010. Ξανά μπήκε στην μονάδα για νοσηλεία από 13/12/2010 μέχρι 14/12/2010. Μετά το εξιτήριο από την μονάδα πήγαμε το παιδί για δυο μέρες στο σπίτι και μετά αναχωρήσαμε για ….. στις 16/12/2010 ο ……., η …….. και ο ……… Άρρεν. Η υπογράφουσα ……. δεν έχει καμία απαίτηση από την κηδεμονία, την επιμέλεια και ανατροφή του άρρεν τεκνού αυτού. Η μόνη επαφή που υπάρχει ανάμεσά τους είναι η συγγενική σχέση της θειας με τον ανιψιό. Οι λόγοι που η ……. έγινε παρέθετη μητέρα του τεκνού στην αναφερθείσα αδελφή της είναι:  – Λόγω του ζαχαρώδη διαβήτη τύπου 1 που πάσχει ο …… δεν μπορεί να κάνει παιδιά και – Λόγω της κόρης της ……. που πάσχει από νευροβλαστημα στάδιο 3 υψηλού κίνδυνου και εκείνη την περίοδο μπορεί να χρειαζόταν μυελό των οστών που μπορούσε μόνο να δώσει το μωρό αν χρειαζόταν. Αθήνα, 15/12/2010 Ο ΔΗΛΩΝ ……., Η ΔΗΛΟΥΣΑ …….., Η ΑΠΟΔΕΧΟΜΕΝΗ ΤΗΝ ΔΗΛΩΣΗ ……., (Ακολουθούν υπογραφές)». Την επομένη δε ημέρα (16-12-2010), οι αιτούντες αναχώρησαν μαζί με το βρέφος για τη ….., όπου τότε κατοικούσαν μόνιμα, επιμελούμενοι έκτοτε της ανατροφής και επιβλέψεώς του και ζητώντας από την κυρίως παρεμβαίνουσα – μητέρα του να συμπράξει στην επίσπευση των διαδικασιών της υιοθεσίας του. Μάλιστα, κατά το χρονικό διάστημα που οι αιτούντες κατοικούσαν στη ….. μαζί με τον ανήλικο, ήτοι έως το καλοκαίρι του έτους 2013, οπότε αυτοί μετοίκησαν στη Νίκαια Αττικής, όπου πλέον κατοικούν μόνιμα μαζί με το τέκνο αυτό, η κυρίως παρεμβαίνουσα τους είχε επισκεφθεί  ορισμένες φορές στο νησί αυτό, μη δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ανήλικο υιό της, όπως άλλωστε δεν έδειξε ενδιαφέρον ούτε και όταν αυτός αρρώστησε σοβαρά με οξεία βρογχιολίτιδα, με αποτέλεσμα να νοσηλευθεί στο Γενικό Νοσοκομείο ……. «………» από τις 2-3-2012 έως τις 12-3-2012. Κατά τη διαμονή των αιτούντων στη ….., ο ανήλικος παρακολούθησε το σχολικό πρόγραμμα του βρεφονηπιακού σταθμού «ΠΑΡΑΜΥΘΟΥΠΟΛΗ» κατά τα σχολικά έτη 2011-2012 και 2012-2013 όλους τους μήνες που ο σταθμός λειτουργούσε. Ακολούθως αποδείχθηκε ότι στις 15-9-2011 οι αιτούντες τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο στον ….. Αττικής, προκειμένου να επισημοποιήσουν τη σχέση τους και ως σύζυγοι πλέον να προβούν στις διαδικασίες υιοθεσίας του. Λίγο μετά το γάμο τους, στις 10-10-2011, η κυρίως παρεμβαίνουσα παρέδωσε στους αιτούντες και μία δεύτερη, φέρουσα την εν λόγω ημερομηνία (10-10-2011) έγγραφη δήλωση, υπογεγραμμένη από αυτούς, αλλά και από την ίδια, στην οποία ανέφερε τα εξής: «ΔΗΛΩΣΗ – Η υπογράφουσα ………., ……, σας δηλώνω ότι κατόπιν κοινής μας, συμφωνίας μεταξύ της …….. …… και του ……… και της …….. ……, σας έχω δώσει προς επιμέλεια και ανατροφή το άρρεν τέκνο που γέννησα στις …. και συμφωνώ να παραμείνει στην οικία σας στη ….., διότι είμαι ικανοποιημένη από τη φροντίδα και το ενδιαφέρον που του δείχνετε. …… 10/10/2011. Η Δηλούσα ……… Οι αποδεχόμενοι τη δήλωση …….., ……… (Ακολουθούν υπογραφές)». Καθ΄ όλο δε το χρονικό διάστημα που οι αιτούντες κατοικούσαν στη ….. μαζί με τον ανήλικο, οι σχέσεις τους με την κυρίως παρεμβαίνουσα ήταν καλές και δεν είχε δημιουργηθεί οποιοδήποτε πρόβλημα εκ μέρους της σχετικά με την ανατροφή του τέκνου, ενώ παράλληλα την ενίσχυαν οικονομικά με διάφορα χρηματικά ποσά (δαπάνη οδοντιατρικών εργασιών, δαπάνη απόκτησης διπλώματος οδήγησης, έξοδα αγοράς τροφίμων, κ.λπ.). Επιπροσθέτως, η κυρίως παρεμβαίνουσα, εξεταζόμενη ανωμοτί κατά τη δικάσιμο της 9-3-2012 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά την εκδίκαση της υπόθεσης του διαζυγίου της με τον πρώην σύζυγό της …….., κατέθεσε επί λέξει τα εξής, αναφορικά με το εν λόγω τέκνο της: «… Όχι, τα δύο είναι δικά του. Το τρίτο είναι παράθετη μάνα. Υπάρχει διαφορά. Δεν είναι. Είναι άσχετο το τρίτο. Μπορεί να το γέννησα εγώ, αλλά είναι αλλουνού. Υπάρχει συμβολαιογράφος, υπάρχουν τα πάντα. Που είναι αλλουνού το παιδί. Και μάνας και πατέρα. Απλά δεν μπορούσαν και το έκανα εγώ. Αυτά μπορώ να τα καταθέσω άμα θέλετε. …». Ακολούθως, οι αιτούντες κατέθεσαν την από 25-9-2012 και με αρ. καταθ. …….. αίτησή τους ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Εκουσία Δικαιοδοσία), με την οποία ζήτησαν να κηρυχθεί το ανήλικο τέκνο της κυρίως παρεμβαίνουσας θετό τέκνο τους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής κατά τη δικάσιμο της 15-3-2013, η κυρίως παρεμβαίνουσα εμφανίσθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και  σε ερώτηση της Εισηγήτριας εάν συναινεί να δοθεί το τέκνο της που γεννήθηκε 22-11-2010 στην αδερφή της, απάντησε ότι ναι συναινεί, στην αδερφή της και στον γαμβρό της. Άλλωστε, την ίδια δήλωση είχε επαναλάβει αυτή και ενώπιον της Κοινωνικής Λειτουργού της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας Α. Μ., κατά τη διενέργεια της κοινωνικής έρευνας που έλαβε χώρα στο πλαίσιο της ανωτέρω δίκης υιοθεσίας, για την οποία συντάχθηκε η από 6-3-2013 σχετική έκθεση της εν λόγω Κοινωνικής Λειτουργού, με την οποία προτείνεται να γίνει δεκτή η ως άνω αίτηση για υιοθεσία. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά εκτίθεται στην έκθεση αυτή, η κυρίως παρεμβαίνουσα – μητέρα δήλωσε ότι «…θεώρησε καλύτερο για το τρίτο της παιδί να δοθεί στην αδελφή της, έτσι ώστε «να μεγαλώσει σε μία οικογένεια την οποία η ίδια δεν μπορεί να προσφέρει»…». Όμως, κατά την εν λόγω δικάσιμο της 15-3-2013, η συζήτηση της παραπάνω αρχικής αίτησης των αιτούντων, λόγω και της μη παρουσίας του τεκμαιρόμενου τότε πατέρα του ανηλίκου για να συναινέσει στην υιοθεσία, ματαιώθηκε, ενώ επανήλθε προς συζήτηση με την υπ΄ αρ. καταθ. …… κλήση τους στη δικάσιμο της 17-5-2013 και κατόπιν αναβολής στη δικάσιμο της 10-1-2014, οπότε ματαιώθηκε εκ νέου δυνάμει της υπ΄ αρ. 920/2014 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Εν τω μεταξύ, ήδη από το καλοκαίρι του έτους 2013, οπότε, όπως ήδη προεκτέθηκε, οι αιτούντες και το ως άνω ανήλικο τέκνο μετοίκησαν από τη …. στη ……. Αττικής, και μάλιστα στην ίδια γειτονιά όπου κατοικούσε η κυρίως παρεμβαίνουσα με τα άλλα δύο ανήλικα τέκνα της, άρχισαν να δημιουργούνται προβλήματα στις μεταξύ τους σχέσεις, καθόσον η κυρίως παρεμβαίνουσα άρχισε να εκφράζει αντιρρήσεις σχετικά με την υιοθεσία του ανήλικου υιού της από τους αιτούντες, αλλά και δυσφορία, λόγω του ότι οι τελευταίοι βρίσκονταν τότε σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, εξαιτίας της απώλειας της εργασίας του δεύτερου από αυτούς (αιτούντες), και αδυνατούσαν πλέον να την συνδράμουν οικονομικά όπως έπρατταν μέχρι τότε. Κατά το μήνα δε Δεκέμβριο του έτους 2013, η κυρίως παρεμβαίνουσα ζήτησε επιτακτικά από τους αιτούντες να της αποδώσουν το ανήλικο άρρεν τέκνο της, ζητώντας και τη βοήθεια των Αστυνομικών Αρχών, και στη συνέχεια κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 27-1-2014 (αρ. καταθ. …..) αίτησή της, με την οποία ζήτησε να της ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια του τέκνου και επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 796/2014 απόφαση με την οποία το ως άνω Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση ως αόριστη, πρωτίστως γιατί η αιτούσα δεν επικαλέσθηκε περιστατικά που να θεμελιώνουν την επείγουσα περίπτωση ή τον επικείμενο κίνδυνο και σε κάθε περίπτωση γιατί παρήλθε ικανό χρονικό διάστημα από την παράδοση του τέκνου της στους καθ΄ ων (ήδη αιτούντες-εφεσίβλητους) μέχρι την άσκηση της αιτήσεως, χωρίς να προβάλλονται λόγοι για το αν είναι δικαιολογημένη η καθυστέρηση άσκησης αυτής. Ακολούθως, κατόπιν της από 13-3-2014 μηνυτήριας αναφοράς της κυρίως παρεμβαίνουσας σε βάρος των αιτούντων, σχηματίσθηκε σε βάρος τους η με ………. δικογραφία και ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος τους για την πράξη της αρπαγής ανηλίκου, μη συμπληρώσαντος τα 14 έτη, από μη ανιόντες κατά συναυτουργία, για την οποία (πράξη) μετά τη διενέργεια κύριας ανακρίσεως, αυτοί (αιτούντες) με το υπ΄ αρ. ….. βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιά παραπέμφθηκαν για να δικαστούν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιά, ενώ διατηρήθηκε και ο επιβληθείς σε καθένα από αυτούς περιοριστικός όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη Χώρα, και ακολούθως το βούλευμα αυτό επικυρώθηκε και με το υπ΄ αρ. ……… βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά, το οποίο απέρριψε τις εφέσεις των αιτούντων κατ΄ αυτού. Ήδη δε η εν λόγω υπόθεση εκδικάσθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιά και εκδόθηκε η υπ΄ αρ. ΤΕΚ 25/11-1-2017 απόφασή του, η οποία έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη. Εφόσον, λοιπόν, διαψεύσθηκε η προσδοκία των αιτούντων να υιοθετήσουν το παραπάνω ανήλικο τέκνο της κυρίως παρεμβαίνουσας με τη συναίνεσή της, αφού αυτή πλέον υπαναχώρησε οριστικά από την αρχική προς τούτο δέσμευσή της, αυτοί άσκησαν την ένδικη αίτηση, προκειμένου να τελεσθεί η επίδικη υιοθεσία με την αναπλήρωση της συναίνεσης της εν λόγω φυσικής μητέρας, λόγω της εκ των υστέρων καταχρηστικής άρνησής της προς τούτο. Περαιτέρω, η κυρίως παρεμβαίνουσα άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τακτική Διαδικασία) την από 12-11-2014 (αρ. καταθ. ………) αγωγή της, με την οποία ισχυρίσθηκε ότι η ίδια παρέδωσε το άρρεν τέκνο της στους αιτούντες προσωρινά για φιλοξενία, ότι αυτοί το έτος 2013 εξέφρασαν την επιθυμία τους να το υιοθετήσουν, ότι όταν εξέφρασε την αντίθεσή της στην υιοθεσία οι αιτούντες από κοινού με τους γονείς και τα αδέλφια της την απείλησαν ότι εάν δεν συναινούσε στην υιοθεσία θα έπειθαν τις αρμόδιες δικαστικές Αρχές και τις κοινωνικές υπηρεσίες ότι είναι ακατάλληλη μητέρα, έτσι ώστε να της αφαιρεθεί η επιμέλεια και των άλλων δύο ανήλικων τέκνων της και επιπλέον θα συμμαχούσαν με τον πρώην σύζυγό της ……….., προκειμένου να εκδοθούν σε βάρος της δυσμενείς δικαστικές αποφάσεις, καθώς και ότι η ίδια, τελώντας υπό καθεστώς τρόμου συνεπεία των εν λόγω απειλών, έδωσε στις 15-3-2013 τη συναίνεσή της για την υιοθεσία ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ζήτησε δε την ακύρωση της εν λόγω δήλωσης συναίνεσής της. Εξάλλου, με την ένδικη κύρια παρέμβασή της, αυτή ισχυρίζεται ότι οι αιτούντες, εκμεταλλευόμενοι τη βαριά ασθένεια της κόρης της …….., αφαίρεσαν από αυτήν δια της βίας και κατόπιν απειλών το προς υιοθεσία ανήλικο και το κρατούν κλεισμένο στο σπίτι τους παράνομα, χωρίς τη συναίνεσή της. Όμως, όπως ήδη προεκτέθηκε, οι ανωτέρω ισχυρισμοί της κυρίως παρεμβαίνουσας τυγχάνουν απορριπτέοι ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμοι. Ειδικότερα, εάν αυτή είχε πράγματι δώσει το τέκνο της στους αιτούντες αποκλειστικά και μόνο για να το φροντίζουν προσωρινά, χωρίς να αποδέχεται την πρόθεσή τους να το υιοθετήσουν, τότε δεν δικαιολογείται η εκ μέρους της υπογραφή των παραπάνω από 15-12-2010 και 10-10-2011 έγγραφων δηλώσεών της, με τις οποίες αποδίδει την επιμέλεια και την κηδεμονία του τέκνου της στους αιτούντες, χαρακτηρίζοντας τον εαυτό της παρένθετη μητέρα, που εφεξής θα έχει με το τέκνο της σχέση θείας – ανιψιού, και εξηγώντας τους λόγους που την οδήγησαν στην απόφασή της αυτή, αλλά ούτε και η εκ μέρους της επανάληψη του όρου παρένθετη μητέρα, όσον αφορά στο προς υιοθεσία τέκνο, και κατά την από 9-3-2012 ανωμοτί κατάθεσή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στη δίκη διαζυγίου με τον πρώην σύζυγό της. Εξάλλου, από κανένα αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι η κυρίως παρεμβαίνουσα δέχθηκε οποιεσδήποτε απειλές, είτε από τους αιτούντες, είτε από το υπόλοιπο οικογενειακό της περιβάλλον, προκειμένου να συναινέσει στην υιοθεσία του τέκνου της, και ότι η από 15-3-2013 δήλωση συναίνεσής της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ήταν προϊόν εξαναγκασμού και όχι ελεύθερης βούλησής της. Αντίθετα, όπως ήδη προεκτέθηκε, η κυρίως παρεμβαίνουσα, ήδη με τη γέννηση του εν λόγω τέκνου της είχε λάβει την απόφαση και είχε αποδεχθεί την πρόταση των αιτούντων να το υιοθετήσουν, γνωρίζοντας εξ αρχής την πρόθεσή τους προς τούτο, γι΄ αυτό άλλωστε και το παρέδωσε σ΄ αυτούς σχεδόν αμέσως μετά τη γέννησή του και εν συνεχεία έδωσε την παραπάνω συναίνεσή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Τα ίδια, άλλωστε, ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά δέχθηκε και το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την υπ΄ αρ. 202/2017 απόφασή του, δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη η ως άνω από 12-11-2014 αγωγή της κυρίως παρεμβαίνουσας περί ακύρωσης της δήλωσής συναίνεσής της λόγω απειλής. Σημειωτέον δε, ότι κατά της παραπάνω απόφασης η κυρίως παρεμβαίνουσα έχει ήδη ασκήσει την υπ΄ αρ. καταθ. ……… έφεση ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, η οποία πρόκειται να εκδικασθεί κατά την παρούσα δικάσιμο της 15-2-2018. Εξάλλου, οι αιτούντες, οι οποίοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2011, είναι η μεν πρώτη ηλικίας 35 ετών (γεννηθείσα το έτος 1982), ο δε δεύτερος 45 ετών (γεννηθείς το έτος 1972), δηλαδή είναι μεγαλύτεροι από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ αλλά όχι και περισσότερο από πενήντα χρόνια (βλ. το υπ΄ αρ. πρωτ. ……. απόσπασμα της οικείας ληξιαρχικής πράξης γάμου του Ληξίαρχου Δήμου Κορυδαλλού Αττικής). Από το γάμο τους αυτό δεν έχουν αποκτήσει βιολογικά τέκνα, ούτε έχουν υιοθετήσει άλλα. Είναι ικανοί προς δικαιοπραξία, ενώ η πρώτη των αιτούντων πάσχει από λεύκη και ο δεύτερος των αιτούντων από σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, κατά τα λοιπά δε είναι υγιείς. Περαιτέρω, οι αιτούντες έχουν  άμεμπτο ποινικό παρελθόν. Όσον αφορά δε στην οικονομική τους κατάσταση, όπως προκύπτει από την ως άνω από 30-5-2017 έκθεση της αρμόδιας Κοινωνικής Υπηρεσίας, αυτή είναι ικανοποιητική, ώστε να μπορούν να εξασφαλίσουν αξιοπρεπή διαβίωση στο υιοθετούμενο τέκνο. Συγκεκριμένα, η πρώτη των αιτούντων εργάζεται σε εταιρεία ερευνών αγοράς, με μηνιαίο εισόδημα ποσού 400 ευρώ περίπου, ο δε δεύτερος των αιτούντων εργάζεται ως υπάλληλος στη Μ.Κ.Ο. «………» και περιστασιακά στην εταιρεία που εργάζεται η σύζυγός του, προκειμένου να συμπληρώσει το οικογενειακό εισόδημα, αποκομίζοντας το συνολικό ποσό των 600 ευρώ περίπου μηνιαίως. Κατοικούν δε, μαζί με τον ανήλικο ………, στην οικία της μητέρας της πρώτης από αυτούς, ……….., στη Νίκαια Αττικής, εμβαδού 96 τ.μ., αποτελούμενη από δύο υπνοδωμάτια, καθιστικό και βοηθητικούς χώρους. Η οικία αυτή είναι μεν παλαιά και ασυντήρητη, ωστόσο οι αιτούντες δήλωσαν ότι αποτελεί την προσωρινή τους κατοικία, καθόσον μετά το πέρας των διαδικασιών της υιοθεσίας, κατά πάσα πιθανότητα θα επιστρέψουν στη …… Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την ίδια ως άνω έκθεση κοινωνικής έρευνας, η πρώτη των αιτούντων, εκτός από την κυρίως παρεμβαίνουσα έχει και άλλα πέντε αδέλφια, τα οποία είναι έγγαμα. Είναι ακόμη φοιτήτρια στο Τμήμα Μηχανικών Οικονομίας και Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αιγαίου που εδρεύει στη …., καθόσον λόγω των προβλημάτων που ανέκυψαν κατά τη διαδικασία υιοθεσίας του ………, όσο και με την οικονομική τους κατάσταση, δεν έχει καταφέρει να ολοκληρώσει τις σπουδές της στην ως άνω Σχολή, προτίθεται όμως σύντομα να τις ολοκληρώσει. Επίσης, είναι κάτοχος πτυχίου του Ο.Α.Ε.Δ. ως σχεδιάστρια ρούχων. Ο δε δεύτερος των αιτούντων είναι απόφοιτος του Τ.Ε.Ι. Λογιστικής …… Όταν τελείωσε τη στρατιωτική του θητεία, άρχισε να εργάζεται ως λογιστής στον ….., ενώ στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη ….., τόπο καταγωγής της μητέρας του, όπου διατηρούσε λογιστικό γραφείο με συνέταιρο, ενώ παράλληλα εργαζόταν και ως σερβιτόρος σε τοπικό εστιατόριο. Οι αιτούντες γνωρίστηκαν μεταξύ τους κατά τη διάρκεια της φοίτησης της πρώτης από αυτούς στη …… το έτος 2005 και συνήψαν δεσμό. Η τελευταία είχε μία εγκυμοσύνη που κατέληξε σε αποβολή το έτος 2009 και οι επιπλοκές που προέκυψαν από αυτή την ατυχή εγκυμοσύνη είχαν ως αποτέλεσμα την εκ μέρους της αδυναμία τεκνοποίησης. Ο δεύτερος των αιτούντων, …….., είναι κοινωνικός και ευδιάθετος. Διαθέτει αίσθηση του χιούμορ και μεταδίδει ένα αίσθημα ηρεμίας και σιγουριάς. Φαίνεται δυνατός και επίμονος χαρακτήρας, ενώ αντιμετωπίζει τα προβλήματα της καθημερινότητας με χαμόγελο και αγάπη απέναντι στην οικογένειά του. Δείχνει υπομονή και κατανόηση σε ό,τι αφορά στις καθυστερήσεις και ματαιώσεις της διαδικασίας της υιοθεσίας. Στον πατρικό του ρόλο δείχνει να ανταπεξέρχεται ικανά, αφού το να γίνει πατέρας αποτελούσε γι΄ αυτόν όνειρο ζωής. Η πρώτη των αιτούντων, ………, είναι ένας χαμογελαστός και πρόσχαρος άνθρωπος, είναι δυνατή, θαρραλέα και ταυτόχρονα τρυφερή απέναντι στο οικογενειακό της περιβάλλον. Μιλά με αγάπη και ευαισθησία για τη μητέρα και τα αδέλφια της, με τους οποίους διατηρεί εξαιρετικές σχέσεις. Χαρίζει μεγάλα αποθέματα αγάπης στους γύρω της και ιδιαίτερα στον υιοθετούμενο και στο σύζυγό της. Εκλαμβάνει πολύ σοβαρά το μητρικό της ρόλο, αφού κάνει ό,τι είναι δυνατό για το τέκνο, προσφέροντάς του υλικά, αλλά και άυλα αγαθά, όπως φροντίδα, στοργή και ασφάλεια. Η αγάπη της για τα τέκνα προκύπτει και από το γεγονός ότι πολύ συχνά και με μεγάλη προθυμία φροντίζει το τέκνο του αδελφού της, ο οποίος είναι διαζευγμένος και συχνά απουσιάζει λόγω της εργασίας του. Αμφότεροι οι αιτούντες είναι πολύ ευγενικοί, ευδιάθετοι άνθρωποι, με θετική στάση ζωής. Κατά την επίσκεψη της Κοινωνικής Λειτουργού στην οικία τους ήταν ιδιαίτερα φιλόξενοι, πολύ ομιλητικοί και καθόλου αμήχανοι. Δείχνουν αγαπημένο ζευγάρι και μιλούν με τρυφερότητα για τον μικρό ………. Είναι και οι δυο δυναμικοί, ώριμοι και συνειδητοποιημένοι απέναντι στις καταστάσεις που ζουν, και ιδίως απέναντι στην υιοθεσία. Είναι άνθρωποι που επιμένουν, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια και δεν παραιτούνται μπροστά στις δύσκολες καταστάσεις. Οι ίδιοι δήλωσαν ενώπιον της ως άνω Κοινωνικής Λειτουργού ότι ο βίος τους με τον προς υιοθεσία ανήλικο είναι κάτι παραπάνω από ευτυχισμένος, αφού πραγματοποίησαν το όνειρό τους να γίνουν γονείς. Παρά δε τα καθημερινά εμπόδια, περιγράφουν το μέλλον με αισιοδοξία, βάζοντας στόχους και κάνοντας όνειρα. Επίσης, παρά τη μακροχρόνια διαδικασία για την υιοθεσία του ………, δεν έχουν χάσει το κουράγιο τους, διατηρώντας αναλλοίωτη και αστείρευτη την αγάπη τους προς το τέκνο, ενώ άξιο επισήμανσης είναι και το γεγονός ότι δεν του έχουν μεταδώσει το άγχος, την ανασφάλεια και την ψυχική τους φόρτιση, αλλά, αντίθετα, αυτός μεγαλώνει σε περιβάλλον χαράς και ηρεμίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με την ίδια ως άνω έκθεση κοινωνικής έρευνας, το προς υιοθεσία τέκνο είναι ένα όμορφο και χαρούμενο τέκνο. Στη συζήτηση που είχε μαζί του η Κοινωνική Λειτουργός ήταν φανερά τα αισθήματα αγάπης και συναισθηματικής προσκόλλησης προς τους αιτούντες, τους οποίους θεωρεί γονείς του. Φαίνεται τέκνο στο οποίο οι θετοί γονείς έχουν αφιερώσει πολλές ώρες, καθώς περνούν όλο τον ελεύθερο χρόνο μαζί του, κάνοντας πολλά δημιουργικά πράγματα (παρακολούθηση παιδικών εκδηλώσεων, παραστάσεων, εκδρομές εκπαιδευτικού χαρακτήρα και συμμετοχή σε ομάδες δημιουργικού παιχνιδιού). Επίσης, η διενεργήσασα την κοινωνική έρευνα Κοινωνική Λειτουργός πραγματοποίησε συνάντηση και με τις δασκάλες του ανηλίκου, οι οποίες δήλωσαν ότι ο τελευταίος έχει κενά γνώσεων,   διότι ξεκίνησε το σχολείο (Α΄ Δημοτικού) τον Ιανουάριο του 2017, λόγω του ότι οι θετοί γονείς φοβούνταν συναντήσεις με τη φυσική του μητέρα με πιθανή άσχημη κατάληξη, αλλά και ότι αντιμετωπίζει κάποιο μαθησιακό πρόβλημα, το οποίο σε συνεργασία με τους γονείς και ένα εξειδικευμένο κέντρο θα διερευνηθεί. Μάλιστα τόνισαν ότι η θετή μητέρα είχε ήδη εντοπίσει το πρόβλημα και ήταν πολύ θετική όταν της πρότειναν να απευθυνθεί σε ειδικό. Επίσης, και οι δασκάλες του ανήλικου ………. τον περιέγραψαν ως ένα τέκνο ευτυχισμένο, χαμογελαστό και με κοινωνικές δεξιότητες, που έγινε αποδεικτό εύκολα από τους συμμαθητές του, παρά το γεγονός ότι άργησε να ξεκινήσει το σχολείο, ενώ δήλωσαν ακόμη ότι έρχεται στο σχολείο πάντα καθαρός, περιποιημένος και διαβασμένος, παρά τις μαθησιακές του δυσκολίες, και ότι η συνεργασία τους με το ζεύγος των αιτούντων είναι άριστη. Καταλήγει δε η ως άνω από 30-5-2017 έκθεση κοινωνικής έρευνας στο συμπέρασμα ότι οι αιτούντες είναι κατάλληλο ζεύγος για να υιοθετήσουν, διότι διαθέτουν όλα τα εχέγγυα, δηλαδή ψυχική και συναισθηματική ωριμότητα, καθώς και υποστηρικτικό συγγενικό και φιλικό περιβάλλον, ώστε να ασκήσουν με απόλυτη επιτυχία το γονικό τους ρόλο. Όσον αφορά δε στην κυρίως παρεμβαίνουσα – φυσική μητέρα του υιοθετούμενου τέκνου, αποδείχθηκαν τα εξής: Η τελευταία γεννήθηκε το έτος 1980 και έχει παρακολουθήσει το σχολείο έως τη Β΄ Λυκείου, ενώ είναι απόφοιτη Νοσηλευτικής των ΤΕΕ Πειραιά, χωρίς να έχει ποτέ ασκήσει το επάγγελμα αυτό, και έχει εργαστεί περιστασιακά σε παιδικό σταθμό, ως αποκλειστική νοσοκόμα, στον Ο.Σ.Ε., αλλά και ως υπάλληλος εταιρείας ασφαλείας (security). Από το έτος 2009, λόγω και της ασθένειας της ανήλικης θυγατέρας της, αυτή είναι άνεργη, ενώ μέχρι και το τέλος του έτους 2013, οπότε διερράγησαν οι σχέσεις της με τους αιτούντες και τη μητέρα της, συντηρούνταν οικονομικά, τόσο η ίδια, όσο και τα άλλα δύο ανήλικα τέκνα της, από τους γονείς της και τους αιτούντες. Επίσης, όπως προκύπτει από την υπ΄ αρ. πρωτ. ……… έκθεση κοινωνικής έρευνας του Τμήματος Κοινωνικών Υπηρεσιών του Δήμου Νίκαιας – Αγίου Ιωάννη Ρέντη, η οποία διενεργήθηκε κατόπιν σχετικής εντολής της Εισαγγελέα Ανηλίκων Πειραιά, η κυρίως παρεμβαίνουσα και τα δύο ανήλικα τέκνα της, …… και …….., κατά τον ως άνω χρόνο (6ος/2014) ήταν ενταγμένοι στο Πρόγραμμα Διανομής Τροφίμων του ως άνω Δήμου, ενώ για την ασθένειά της (σκλήρυνση κατά πλάκας) παρακολουθείτο από τα Δημοτικά Ιατρεία. Ακόμη, σύμφωνα με την ίδια ως άνω έκθεση, διέμενε τότε με τα ως άνω ανήλικα τέκνα της και τον σύντροφό της …………., ηλικίας 37 ετών, ………, σε μισθωμένη κατοικία επί της οδού ……… στη Νίκαια Αττικής. Τα έσοδα της οικογένειας, η οποία ασφαλιστικά καλυπτόταν με τη χορήγηση βιβλιαρίου απορίας, προέρχονταν από το επίδομα απροστάτευτων τέκνων που η μητέρα λάμβανε για τα δύο ανήλικα τέκνα (88 ευρώ ανά δίμηνο για κάθε τέκνο), από το επίδομα βαριάς αναπηρίας της ανήλικης θυγατέρας της και από το εισόδημα του συντρόφου της. Από πληροφορίες δε που συγκέντρωσε τότε η διενεργήσασα την ως άνω κοινωνική έρευνα Κοινωνική Λειτουργός, Σ.  Στ. , από το σχολικό περιβάλλον των ως άνω ανήλικων τέκνων, δεν είχε υποπέσει στην αντίληψή του στοιχείο που να υποδηλώνει την παραμέληση ή κακοποίηση αυτών από τη μητέρα τους. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η κυρίως παρεμβαίνουσα εξακολουθεί να παραμένει άνεργη, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι η ίδια έχει εισοδήματα από άλλη πηγή, πλην των ως άνω προνοιακών επιδομάτων των τέκνων της. Ο δε τόπος κατοικίας της ίδιας και των δύο ως άνω μεγαλύτερων σε ηλικία ανήλικων τέκνων της, δεν έχει καταστεί σαφής, καθόσον η ίδια στις πρωτοδίκως κατατεθείσες προτάσεις της δηλώνει ότι η κατοικία της βρίσκεται στη διεύθυνση ………. στον Πειραιά, ενώ σύμφωνα με την υπ΄ αρ. …….. έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Χ.Λ της από 30-1-2017 κλήσης των αιτούντων, με την οποία η ένδικη υπόθεση επανήλθε προς συζήτηση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο της 5-5-2017, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 2-6-2017 κατά την οποία συζητήθηκε και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, η εν λόγω κλήση επιδόθηκε στην ίδια στην, κατά δήλωσή της, κατοικία της επί της οδού ………. στην Αθήνα. Επίσης στην ένδικη έφεση δηλώνει ως κατοικία της την Αθήνα, οδός ……., ενώ στις προτάσεις της που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου τον Πειραιά, οδός ………. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι ως χαρακτήρας η κυρίως παρεμβαίνουσα τυγχάνει άστατη, όπως καταδεικνύει και το γεγονός ότι, όπως και η ίδια ομολόγησε εξεταζόμενη ανωμοτί στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθένα εκ των τριών ανήλικων τέκνων της έχει αποκτηθεί από διαφορετικό σύντροφό της. Για το λόγο δε αυτό έχει εμπλακεί σε μακροχρόνιες δικαστικές διαμάχες με τον πρώην σύζυγό της, ……….., ο οποίος προσέβαλε την πατρότητα και των τριών τέκνων της, που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια του γάμου τους, και ήδη έχει αποδειχθεί ότι τόσο ο ανήλικος υιός της …….., όσο και ο υιοθετούμενος, έχουν αποκτηθεί από άλλους ερωτικούς της συντρόφους. Σημειωτέον δε ότι, όπως προεκτέθηκε, αυτή κατά το έτος 2014 διέμενε μαζί με τα δύο ανήλικα τέκνα της και τον τότε σύντροφό της …….., ενώ κατά την ανωμοτί κατάθεσή της στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, δήλωσε ότι πολύ σύντομα πρόκειται να παντρευτούν, χωρίς όμως ο ισχυρισμός της αυτός να υποστηρίζεται από οποιοδήποτε αποδεικτικό μέσο. Ούτε, άλλωστε, αποδείχθηκε ότι διαθέτει κατάλληλο υποστηρικτικό φιλικό ή οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο να μπορεί να την βοηθήσει ενεργά στη φροντίδα των τέκνων της, ιδίως εάν αναλάβει και τη φροντίδα του ανήλικου ………, δεδομένης και της ασθένειας της θυγατέρας της, αλλά και της δικής της (σκλήρυνση κατά πλάκας). Όσον αφορά δε στη στάση της προς τον προς υιοθεσία υιό της, θα πρέπει και πάλι να επισημανθεί ότι καθ΄ όλο το χρονικό διάστημα που αυτός βρισκόταν στη …… με τους αιτούντες, τους επισκέφθηκε μόλις ορισμένες φορές, ενώ το όψιμο ενδιαφέρον της γι΄ αυτόν άρχισε μετά τη μετοίκησή τους από τη …… στη Νίκαια Αττικής, και δη χωρίς αυτή η αιφνίδια μεταστροφή της να μπορεί να αιτιολογηθεί, αφού δεν συνοδεύτηκε από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής της. Ούτε, άλλωστε, μπορεί να γίνει δεκτό ότι η κυρίως παρεμβαίνουσα αδυνατούσε να δείξει το δέον ενδιαφέρον για τον εν λόγω υιό της νωρίτερα, λόγω της ασθένειας της ανήλικης θυγατέρας της … ., καθόσον αποδείχθηκε ότι ήδη από το Σεπτέμβριο 2011 η ανήλικη έχει ολοκληρώσει επιτυχώς τις θεραπείες της και έκτοτε παρακολουθείται απλώς για τη νόσο της ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Συνεπώς, ουδόλως αποδείχθηκε ότι μέχρι και σήμερα υπήρξε οποιαδήποτε μεταβολή στην προπεριγραφείσα κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή της κατάσταση, που να συνηγορεί στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος πρόσφορου και κατάλληλου για την ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη του υιοθετούμενου τέκνου της και να δικαιολογεί την άρνησή της να συναινέσει στην ένδικη υιοθεσία. Αντίθετα, εξακολουθεί να είναι άνεργη και σε κακή οικονομική κατάσταση, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει σταθερή οικογενειακή στέγη, ούτε και σταθερό και ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον. Συνεπώς, από όλα όσα εκτέθηκαν παραπάνω αποδεικνύεται ότι η κυρίως παρεμβαίνουσα – φυσική μητέρα αδυνατεί να αναθρέψει το προς υιοθεσία τέκνο της και να ανταποκριθεί στο γονεϊκό, ως προς το ως άνω τέκνο της, ρόλο της, καθόσον ο χαρακτήρας της τυγχάνει άστατος, στερείται δε οικονομικών πόρων και σταθερού οικογενειακού περιβάλλοντος, ικανού να την υποστηρίξει και να διασφαλίσει στην ίδια και στο τέκνο της ασφαλείς και υγιείς συνθήκες διαβίωσης. Υπό τα άνω δεδομένα, σαφώς συνάγεται ότι το κοινωνικό, πνευματικό, ηθικό και περιουσιακό συμφέρον του ανηλίκου υπαγορεύει την υιοθεσία του από τους αιτούντες, αφού δεν αποδείχθηκε ότι πλησίον της φυσικής μητέρας του υπάρχει ευνοϊκό περιβάλλον για την υγιή και ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξή του. Ενόψει δε της εκτιμώμενης καταχρηστικής άρνησης της τελευταίας να χορηγήσει τη συναίνεσή της στην τέλεση της υιοθεσίας του τέκνου της ………., συντρέχει νόμιμη περίπτωση να αναπληρωθεί η συναίνεση αυτή από το παρόν Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1552 παρ. 1 περ. ε΄ του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι υφίστανται και οι λοιπές προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διάταξης, ήτοι ότι το τέκνο έχει παραδοθεί στους αιτούντες με σκοπό την υιοθεσία από την ίδια τη φυσική μητέρα του και έχει ενταχθεί στο οικογενειακό τους περιβάλλον για χρονικό διάστημα πλέον του ενός έτους όχι μόνο μέχρι τη συζήτηση της ένδικης αιτήσεως, αλλά και από την εκδήλωση για πρώτη φορά, κατά τα ανωτέρω, της άρνησης χορήγησης συναινέσεως της φυσικής μητέρας του ανηλίκου στην υιοθεσία. Περαιτέρω, το Δικαστήριο άγεται στην ως άνω κρίση, συνεκτιμώντας, πέραν των προαναφερθέντων, και την εν γένει κατάσταση του υιοθετουμένου, την προσωπικότητα, την υγεία, την οικογενειακή και την περιουσιακή κατάσταση των αιτούντων, αλλά και την αμοιβαία ικανότητά τους προσαρμογής στους νέους ρόλους. Επίσης, εκτιμάται ότι η προκείμενη υιοθεσία επιβάλλεται από λόγους ηθικούς και κοινωνικούς, καθώς έχει δημιουργηθεί μια εν τοις πράγμασι οικογενειακή σχέση μεταξύ των υιοθετούντων και του υιοθετουμένου, αφού, όπως ήδη εκτέθηκε, το τελευταίο ανατρέφεται από αυτούς ήδη από τις 15-12-2010, δηλαδή από πριν ακόμη συμπληρώσει τον πρώτο μήνα της ζωής του, η δε σχέση τους χαρακτηρίζεται από το συναισθηματικό δεσμό και την ψυχολογική ένταξη του τέκνου στο περιβάλλον τους. Επομένως, τυχόν απομάκρυνσή του από το ασφαλές οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, στο οποίο έχει πλήρως ενταχθεί και προσαρμοστεί, θα ήταν αντίθετη προς το συμφέρον του, το οποίο, σε κάθε περίπτωση αξιολογικής στάθμισής του με οποιοδήποτε άλλο, κρίνεται πάντοτε περισσότερο άξιο προστασίας, καθόσον η αποκοπή του από τον χώρο αποδοχής, αγάπης και στοργής, μέσα στο οποίο έχει ήδη προ πολλού εγκλιματιστεί, και η αλλαγή των συνθηκών διαβίωσής του, θα οδηγούσε σε καταστροφικά για τον ψυχισμό του αποτελέσματα, αφού είναι επιβεβλημένη η σταθερότητα και η συνέχεια στις συνθήκες ανάπτυξης αυτού, όπως και κάθε άλλου τέκνου. Συνεπώς, κατά τα προεκτεθέντα, πρέπει εν προκειμένω να αναπληρωθεί η συναίνεση της κυρίως παρεμβαίνουσας – φυσικής μητέρας του προς υιοθεσία ανήλικου τέκνου, η οποία, από τη διαδρομή των άνω περιστατικών που έλαβαν χώρα, αποδείχθηκε ότι καταχρηστικά αρνείται την παροχή της. Εξάλλου, από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι η αιτούμενη υιοθεσία από τους υποψήφιους θετούς γονείς είναι καθ΄ όλα επιτρεπτή και νόμιμη, η δε ολοκλήρωσή της επιβάλλεται από το πραγματικό συμφέρον τόσο του υιοθετούμενου, το οποίο αποτελεί καίριο και καθοριστικό κριτήριο δικαστικής απαγγελίας οποιασδήποτε υιοθεσίας, όσο και των αιτούντων, οι οποίοι βρίσκονται σε άριστη βιολογική, ηθική και πνευματική κατάσταση, αλλά και σε ικανοποιητική περιουσιακή κατάσταση, ώστε να το αναθρέψουν με την επιβαλλόμενη στοργή και φροντίδα και να του εξασφαλίσουν τις κατάλληλες οικογενειακές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες για την ομαλή ψυχοπνευματική του εξέλιξη. Άλλωστε, όπως ήδη προεκτέθηκε, υπέρ της ως άνω κρίσης συνηγορεί και το πόρισμα της διενεργηθείσας κοινωνικής έρευνας, προτείνοντας εν κατακλείδι την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Περαιτέρω το Δικαστήριο δεν κρίνει αναγκαία τη διενέργεια νέας κοινωνικής έρευνας, ούτε την ακρόαση των άλλων τέκνων της κυρίως παρεμβαίνουσας, απορριπτομένων των σχετικών περί του αντιθέτου αιτημάτων που προβάλλει η εκκαλούσα, καθόσον σχημάτισε δικανική πεποίθηση από το υφιστάμενο αποδεικτικό υλικό. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, δεδομένου ότι συντρέχουν όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις, πρέπει, απορριπτομένης της ένδικης κύριας παρέμβασης ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμης, να γίνει δεκτή η ένδικη αίτηση ως βάσιμη και κατ΄ ουσίαν και να κηρυχθεί το ανωτέρω ανήλικο θετό τέκνο των αιτούντων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκρινε όμοια, ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά και οι σχετικοί λόγοι της ένδικης εφέσεως με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθούν. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει η ένδικη έφεση να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος των τελευταίων (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ και άρθρο 9 παρ. 6 και άρθρο 12 του Ν. 3226/2004), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

     Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 29-9-2017 (αρ. καταθ. ……..) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 3679/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας).

    Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 19.12.2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ