Μενού Κλείσιμο

Aριθμός απόφασης 163/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ (AYTOKINHTIKΩΝ) ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης  163/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και από τη Γραμματέα, Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στην κρινόμενη περίπτωση, φέρονται προς συζήτηση οι από : Α) 18-6-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ……../24-6-2020) υπό στοιχ. Α΄ έφεση της ενάγουσας  και Β) 31-10-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ………/9-12-2020) υπό στοιχ. Β΄ έφεση της δεύτερης εναγομένης, ως εν μέρει ηττηθέντων πρωτοδίκως διαδίκων, κατά της υπ’αριθμ. 1822/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία  των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών και έκανε εν μέρει δεκτή την από 12-7-2019 (με αυξ. αριθ. εκθ. καταθ………./12-7-2019) αγωγή της ενάγουσας περί αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης, συνεπεία τροχαίου ατυχήματος, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, αφού στρέφονται κατά της ίδιας απόφασης και αναφέρονται στο ίδιο βιοτικό συμβάν, και, επιπρόσθετα, διότι με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 246, 591 § 1, 614 αρ. 6 του ΚΠολΔ). Οι εφέσεις αυτές έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495  § § 1 και 2499, 500, 511, 513 §  1 εδαφ.β΄, 516 § 1, 517, 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως η τελευταία αυτή διάταξη ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευσή τους, ενώ έχει κατατεθεί και το νόμιμο παράβολο κατά την άσκησή τους (υπ’αριθμ. ……….. e-παράβολο της Γ.Γ.Π.Σ και από 23-6-2020 αποδεικτικό πληρωμής της Τράπεζας Eurobank, όσον αφορά την υπό στοιχ. Α΄έφεση και υπ’αριθμ. ………. e-παράβολο και από 19-10-2020 αποδεικτικό πληρωμής της Εθνικής Τράπεζας, όσον αφορά την υπό στοιχ. Β΄έφεση). Επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν ακολούθως ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 522 και 533 § 1 του ΚΠολΔ), κατά την ίδια διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη (άρθρο 591 § 7 του ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο τέταρτο του ν.4335/2015).

Η ενάγουσα ισχυρίστηκε με την αγωγή της ότι ο πρώτος εναγόμενος, οδηγώντας την υπ’αριθμ. κυκλοφορίας ……… δίκυκλη μοτοσικλέτα της κυριότητάς του, η οποία ήταν ασφαλισμένη για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στη δεύτερη εναγομένη, προκάλεσε από υπαιτιότητά του (αμέλεια) αυτοκινητικό ατύχημα, στον τόπο, κατά τον χρόνο και με τις ειδικότερα εκτιθέμενες συνθήκες, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό της. Ακολούθως ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν εις ολόκληρον το ποσό των 4.496 ευρώ, ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη συνεπεία του ατυχήματος και των 60.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική της βλάβη, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοσή της και μέχρι την εξόφληση και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά της έξοδα.

Επί της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη, η οποία δέχθηκε αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγομένου στην πρόκληση του ατυχήματος, και ακολούθως έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, και υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν εις ολόκληρον στην ενάγουσα το ποσό των 2.550 ως αποζημίωση και των 20.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίησή της, αντίστοιχα, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοσή της και μέχρι την εξόφληση, και τους επέβαλε μέρος των δικαστικών εξόδων της, το οποίο καθόρισε στο ποσό των 1.000 ευρώ.

Κατά της οριστικής αυτής αποφάσεως παραπονούνται οι εκκαλούσες, με τις ένδικες εφέσεις τους, για τους λόγους που εκθέτουν σε αυτές και ανάγονται στο σύνολό τους σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση άλλως τη μεταρρύθμισή της, με σκοπό να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή και να απορριφθεί, αντίστοιχα, η αγωγή.

Από την εκτίμηση των ένορκων ενώπιον του ακροατηρίου του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης και της ανωμοτί εξέτασης του πρώτου εναγομένου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από την εκκαλούσα της υπό στοιχ. Α΄έφεσης -12 συνολικά- φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 § 1 περ. γ΄, 448 § 2, 457 § 4 του ΚΠολΔ), καθώς και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3 και 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Στις 5 Οκτωβρίου 2018 και περί ώρα 15.15, δηλαδή υπό συνθήκες ημέρας, έλαβε χώρα τροχαίο ατύχημα επί της οδού Ηρώων Πολυτεχνείου στον Πειραιά, στο ύψος της συμβολής της με την οδό Μπουμπουλίνας, όταν ο πρώτος εναγόμενος-εφεσίβλητος, οδηγώντας την υπ’αριθμ. κυκλοφορίας …….. δίκυκλη μοτοσικλέτα της κυριότητάς του, εργοστασίου κατασκευής Honda, κυβισμού 279 cc, που ήταν ασφαλισμένη για τις έναντι τρίτων προκαλούμενες ζημίες στη δεύτερη εναγομένη-εφεσίβλητη-εκκαλούσα, και κινούμενος επί της οδού Ηρώων Πολυτεχνείου, παρέσυρε και τραυμάτισε την ενάγουσα-εφεσίβλητη, που έβαινε πεζή επί του οδοστρώματος, επιχειρώντας να το διασχίσει κάθετα. Ειδικότερα, προ του ατυχήματος, ο πρώτος εναγόμενος κινείτο επί της λεωφορειολωρίδας της οδού Ηρώων Πολυτεχνείου, η οποία έχει αντίθετη κατεύθυνση σε σχέση με την επιτρεπόμενη πορεία των οχημάτων στις λοιπές τρεις λωρίδες κυκλοφορίας της οδού, δηλαδή από την πλατεία Τερψιθέας προς το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Σύμφωνα με την έκθεση αυτοψίας και το πρόχειρο σχεδιάγραμμα που συνέταξαν τα αστυνομικά όργανα του Τμήματος Τροχαίας Πειραιά, που επιλήφθηκαν του ατυχήματος, η οδός Ηρώων Πολυτεχνείου είναι μονόδρομος, με κατεύθυνση από το Δημοτικό Θέατρο προς την πλατεία Τερψιθέας, διαθέτει τρεις ομόρροπες λωρίδες κυκλοφορίας που προορίζονται για την κίνηση των οχημάτων και, όπως ήδη εκτέθηκε, μία λεωφορειολωρίδα που προορίζεται για τα λεωφορεία. Στο συγκεκριμένο σημείο έχει πλάτος 14 μέτρα συνολικά, εκτείνεται σε ευθεία, χωρίς κλίση και η κυκλοφορία των οχημάτων και των πεζών ρυθμίζεται με φωτεινούς σηματοδότες, που λειτουργούσαν κανονικά εκείνη την ώρα. Το ανώτατο όριο ταχύτητας, ελλείψει άλλης ειδικής σήμανσης, είναι 50 χλμ/ώρα που ισχύει για κατοικημένες περιοχές. Κατά τον χρόνο του ατυχήματος, επικρατούσε καλοκαιρία, η ορατότητα ήταν επαρκής, και η κυκλοφορία των οχημάτων και των πεζών κανονική. Λίγο πριν το ατύχημα, ο πρώτος εναγόμενος κινείτο αντικανονικά στην προαναφερθείσα λεωφορειολωρίδα, όπως είχε συνομολογήσει με τις πρωτόδικες προτάσεις του αλλά και κατά την ανωμοτί ενώπιον του ακροατηρίου εξέτασή του. Πλησιάζοντας στη διασταύρωση της οδού Ηρώων Πολυτεχνείου με την οδό Μπουμπουλίνας, παρ’ότι ο φωτεινός σηματοδότης στην πορεία του έδειχνε κόκκινο φως, συνέχισε να κινείται, εισερχόμενος στη διασταύρωση. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, ο φωτεινός σηματοδότης για τους πεζούς, αμέσως μετά τη διασταύρωση, σε σχέση με την πορεία του, έδειξε πράσινο φως και αντίστοιχα για τα κινούμενα επί της οδού Ηρώων Πολυτεχνείου οχήματα κόκκινο φως, και η ενάγουσα, η οποία βρισκόταν στο συγκεκριμένο ύψος της οδού, επάνω στο πεζοδρόμιο, με μέτωπο προς το λιμάνι του Πειραιά, κατήλθε στο οδόστρωμα, όπως και άλλοι πεζοί, με πρόθεση να το διασχίσει κάθετα, από την εκεί υπάρχουσα διάβαση πεζών και να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο, με αποτέλεσμα, την ώρα που πλησίαζε στο όριο της λεωφορειολωρίδας με την πρώτη λωρίδα κυκλοφορίας της οδού, να παρεμβληθεί στην πορεία του. Αντιλαμβανόμενη την παρουσία του, η ενάγουσα επιχείρησε να κινηθεί ταχύτερα προς τα εμπρός και δεξιά σε σχέση με την πορεία της και ο πρώτος εναγόμενος προέβη σε αποφευκτικό ελιγμό προς τα αριστερά, ο οποίος όμως, λόγω της φοράς κατεύθυνσης της ενάγουσας, δεν ήταν αποτελεσματικός, με συνέπεια αμέσως μετά η δίκυκλη μοτοσικλέτα να επιπέσει με το εμπρόσθιο τμήμα της στην αριστερή πλευρά του σώματος της ενάγουσας. Από τη σύγκρουση η τελευταία εκτινάχθηκε λίγα μέτρα δεξιότερα και επέπεσε με σφοδρότητα στο οδόστρωμα, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί, ενώ και η δίκυκλη μοτοσικλέτα ανατράπηκε. Το σημείο της πτώσης της, που τοποθετείται δεξιότερα της διάβασης πεζών, σε σχέση με την πορεία της, προκύπτει από τις κηλίδες αίματος, που έχουν αποτυπωθεί στο πρόχειρο σχεδιάγραμμα της Τροχαίας ενώ ίχνη τροχοπέδησης ή πλάγιας ολίσθηση δεν διαπιστώθηκαν. Με βάση όσα προεκτέθηκαν, και με δεδομένο ότι όταν η ενάγουσα κατήλθε στο οδόστρωμα ο φωτεινός σηματοδότης της πορείας της είχε πράσινη ένδειξη για τους πεζούς, όπως με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα βεβαίωσαν οι αυτόπτες-κατά την έκθεση αυτοψίας-μάρτυρες, …….. και ………., οι οποίες κατά τον χρόνο του ατυχήματος, ως πεζές, είχαν, η μεν πρώτη την ίδια ακριβώς πορεία με την ενάγουσα και η δεύτερη διερχόταν από το σημείο, κατευθυνόμενη, προς την οδό Μπουμπουλίνας, και είχε οπτική επαφή της πορείας του δικυκλιστή, όπως και η πρώτη μάρτυρας, η μόνη λογική εκδοχή για την ένδικη σύγκρουση είναι ότι ο τελευταίος παραβίασε πράγματι τον ερυθρό σηματοδότη της πορείας του, ο οποίος είχε μόλις αλλάξει ένδειξη, παρά τους αντίθετους περί αυτού ισχυρισμούς του, ελπίζοντας προφανώς ότι θα προλάβει να περάσει από τη διασταύρωση, πριν ο φωτεινός σηματοδότης για τους πεζούς γίνει πράσινος, καθώς, όπως είναι κοινώς γνωστό, οι φωτεινοί σηματοδότες για τους πεζούς και τα οχήματα δεν αλλάζουν ταυτόχρονα, αλλά μεσολαβεί κάποιος χρόνος που αμφότεροι έχουν κόκκινη ένδειξη, για λόγους ασφαλείας. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση αμφοτέρων των αυτοπτών μαρτύρων ότι η ενάγουσα ήταν ακινητοποιημένη αναμένοντας επί του πεζοδρομίου και κατήλθε στο οδόστρωμα, όταν ο φωτεινός σηματοδότης έδειξε πράσινο φως για τους πεζούς. Άλλωστε, αν δεν συνέβαινε αυτό αλλά ο φωτεινός σηματοδότης στην πορεία της έδειχνε κόκκινο φως, αντίστοιχα, θα είχε πράσινη ένδειξη ο φωτεινός σηματοδότης για τα κινούμενα επί της οδού οχήματα, οπότε θα ήταν εξαιρετικά παράτολμο να επιχειρήσει να την διασχίσει υπ’αυτές τις συνθήκες. Υπό τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο συνάγει ότι η ένδικη σύγκρουση  οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα και ειδικότερα αμέλεια του πρώτου εναγομένου, έλλειψη δηλαδή της προσοχής που όφειλε με βάση τους νομικούς κανόνες, την κοινή πείρα και τη λογική και μπορούσε αναλόγως των αντικειμενικών περιστάσεων, με βάση τις προσωπικές ικανότητες και ιδιότητές του να επιδείξει ως μέσος συνετός οδηγός. Η αμέλειά του συνίσταται, πέραν της μη επιτρεπόμενης κίνησής του εντός λεωφορειολωρίδας, που προοριζόταν αποκλειστικά για την κίνηση λεωφορείων, πρωτίστως στην παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη που υπήρχε στην πορεία του, με διαγνωστό κίνδυνο και προβλεπτές συνέπειες, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1 και 6 παρ. 1 β) του ν.2696/1999, όπως ίσχυε. Επίσης, δεν οδηγούσε με σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή του ούτε είχε τον πλήρη έλεγχο του οχήματός του, ώστε να μπορεί ανά πάσα στιγμή να προβεί στους απαιτούμενους χειρισμούς, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 12 παρ. 1 και 19 παρ.1 του άνω νόμου, καθώς, όταν αντιλήφθηκε την παρουσία της πεζής, δεν επιχείρησε άμεσα διακοπή της πορείας του, αλλά, κατά τα λεγόμενά του, πρώτα ενεργοποίησε το ηχητικό σύστημα της μοτοσικλέτας και φώναξε, και στη συνέχεια πραγματοποίησε αποφευκτικό ελιγμό προς τα αριστερά. Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε ότι είχε ταχύτητα ανώτατη της επιτρεπόμενης, ούτε μπορεί να συναχθεί συμπερασματικά, ανεξαρτήτως της σχετικής δήλωσης της ……… περί υπερβολικής ταχύτητας, καθώς εκτιμάται ότι σε αυτή την περίπτωση οι συνέπειες του ατυχήματος θα ήταν σοβαρότερες. Αντιθέτως, η ενάγουσα δεν βαρύνεται με υπαιτιότητα, αφού διερχόταν επιτρεπτώς από το σημείο, συμμορφούμενη προς την ένδειξη του φωτεινού σηματοδότη που υπήρχε στην πορεία της και είχε κάθε δικαίωμα να πιστεύει, με βάση την αρχή της εμπιστοσύνης, ότι η συμπεριφορά των λοιπών μετεχόντων της κυκλοφορίας θα είναι ορθή και σύννομη, ειδικώς αναφορικά με την τήρηση ενός τόσο βασικού κανόνα, όπως είναι η συμμόρφωση προς τους φωτεινούς σηματοδότες, μη υποχρεούμενη να προβλέψει την αντικανονική πορεία του δικυκλιστή. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που κατέληξε στην ίδια κρίση, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο πρώτος λόγος της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα επαναφέρει τον και πρωτοδίκως προταθέντα ισχυρισμό της περί αποκλειστικής υπαιτιότητας άλλως συνυπαιτιότητας της ενάγουσας σε ποσοστό 60 % στην πρόκληση του ατυχήματος και του τραυματισμού της, αυτής συνιστάμενης στο ότι παραβίασε τον φωτεινό σηματοδότη της πορείας της και δεν προέβη σε έλεγχο των κινούμενων επί της οδού οχημάτων πριν την κάθοδό της στο οδόστρωμα, να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Αποδείχθηκε, επίσης, ότι αμέσως μετά το ατύχημα η ενάγουσα μεταφέρθηκε με σταθμό του ΕΚΑΒ στο Γενικό Νοσοκομείο Νικαίας, «ΑΓ.ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ». Υποβλήθηκε σε γενικό χειρουργικό και ορθοπαιδικο έλεγχο και καρδιολογική εκτίμηση. Ο απεικονιστικός έλεγχος εγκεφάλου κατέδειξε κάταγμα αριστερά ινιακά με παρουσία κεφαλαιματώματος, που αντιμετωπίστηκε συντηρητικά,  ενώ από το υπερηχογράφημα κοιλίας δεν υπήρξε κάποιο εύρημα. Διαπιστώθηκαν επίσης εκδορές, εκχυμώσεις στον κορμό και το αριστερό σκέλος και οίδημα στον αριστερό αγκώνα, ενώ εμφάνιζε ευαισθησία στο αριστερό κατώτερο θωρακικό τοίχωμα και το δεξί γόνατο. Παρέμεινε νοσηλευόμενη επί τριήμερο και εξήλθε στις 8-10-2018, σε καλή κλινική κατάσταση, αφού έγινε επανέλεγχος με νέα αξονική τομογραφία εγκεφάλου, με τη σύσταση αναρρωτικής αδείας επί 20 ημέρες και επανελέγχου. Επανήλθε στις 12-10-2018, οπότε διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί κάκωση δεξιού γόνατος και αριστερού αγκώνα με άλγος πέριξ του έξω διαμερίσματος του δεξιού γόνατος. Υποβλήθηκε σε ακτινολογικό έλεγχο, που κατέδειξε ρωγμώδες κάταγμα κεφαλής της δεξιάς περόνης, απαρεκτόπιστο, που αντιμετωπίστηκε συντηρητικά, με τη σύσταση αποφόρτισης και βάδισης με βακτηρίες και επανεξέτασης σε δύο εβδομάδες. Την επομένη, 13-10-2018, επανεξετάστηκε στο ακτινολογικό τμήμα του ίδιου νοσοκομείου, όπου μετέβη λόγω της εμμένουσας κεφαλαλγίας, και αποκλείστηκε το ενδεχόμενο της αιμορραγίας στα εγκεφαλικά ημισφαίρια και τον οπίσθιο βόθρο ενώ παράλληλα της δόθηκαν οδηγίες. Σε νέα εξέτασή της, στις 24-10-2018 στο Ορθοπεδικό Τμήμα του νοσοκομείου, της χορηγήθηκε νέα αναρρωτική άδεια τριών εβδομάδων. Στις 25-10-2018 μετέβη στη Νευροχειρουργική Κλινική του, λόγω της εμμένουσας κεφαλαλγίας και ζάλης, παραπονούμενη και για αστάθεια βαδίσεως, και της συνεστήθη νέα εικοσαήμερη αναρρωτική άδεια. Κατά την επανεξέτασή της στις 16-11-2018 στην Ορθοπαιδική Κλινική του ίδιου νοσοκομείου, διαπιστώθηκε μετατραυματική αρθρίτιδα δεξιού γόνατος και της συνεστήθη εκ νέου αποχή από την εργασία της για δύο εβδομάδες. Την ίδια ημέρα εξετάστηκε και στο Κέντρο Υγείας Πειραιά, και βρέθηκε ότι έπασχε από καλοήθη παροξυσμικό ίλιγγο θέσης, ναυτία και αστάθεια βάδισης, για την αντιμετώπιση της οποίας της συνεστήθη φαρμακευτική αγωγή. Στις 31-1-2019 και ενώ είχαν ήδη παρέλθει 3,5 περίπου μήνες από το ατύχημα, το άλγος στο δεξιό γόνατο παρέμενε, κυρίως κατά την πλήρη κάμψη. Υποβλήθηκε σε απεικονιστικό έλεγχο (μαγνητική τομογραφία) στο Ορθοπεδικό Ιατρείο του άνω νοσοκομείου, η οποία ανέδειξε εικόνα συμβατή με ρήξη έσω μηνίσκου, με συνοδό μηνισκική κύστη και της δόθησαν οδηγίες, φαρμακευτική αγωγή και σύσταση για φυσικοθεραπείες. Δικαιολογήθηκαν από τον ασφαλιστικό της φορέα 10 συνεδρίες φυσικοθεραπείας, στην πορεία, ωστόσο, πραγματοποιήθηκαν 18 συνεδρίες με την εκτίμηση ότι θα απαιτούνταν 12 επιπλέον, μέχρι να ολοκληρώσει το θεραπευτικό της πρόγραμμα. Πέραν αυτών, από τον Νοέμβριο του έτους 2018 εμφάνιζε συμπτωματολογία μετατραυματικού στρες και υποβαλλόταν σταθερά σε ψυχοθεραπευτική παρακολούθηση, τουλάχιστον μέχρι τις 14-1-2020. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι, μετά τον τραυματισμό της και για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15 ημερών), για την κάλυψη των αναγκών της, απαιτείτο η απασχόληση τρίτου προσώπου επί εικοσιτετραώρου βάσεως, διότι παρέμενε ως επί το πλείστον κλινήρης λόγω των ιλίγγων αλλά και του κατάγματος περόνης, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να αυτοεξυπηρετηθεί. Μπορούσε να μετακινείται μόνον εντός οικίας, περιορισμένα, με βοήθεια τρίτου και τη χρήση βακτηριών και η μόνη έξοδός της ήταν για επισκέψεις σε ιατρούς. Για τον λόγο αυτόν μάλιστα δεν επέστρεψε στη συζυγική οικία της στη Σαλαμίνα αλλά φιλοξενήθηκε στην οικία της αδερφής της, ώστε αυτή να την φροντίζει. Πράγματι η τελευταία της προσέφερε τις σχετικές υπηρεσίες της περιποιήτριας και ό,τι ήταν αναγκαίο για την επίβλεψη και φροντίδα της, συνοδεύοντάς την και κατά τις επισκέψεις της σε ιατρούς προς επανέλεγχο, χωρίς αντάλλαγμα, με υπερένταση των προσπαθειών της και σε βάρος άλλων απασχολήσεών της, χωρίς να έχει σχετική εκ του νόμου υποχρέωση. Τη βοήθεια αυτή και φροντίδα της πρόσφερε και κατά το επόμενο χρονικό διάστημα των σαράντα πέντε (45) ημερών, που η κατάστασή της είχε βελτιωθεί αλλά εξακολουθούσε να χρειάζεται βοήθεια, μικρότερης έκτασης, και, συγκεκριμένα, για τέσσερις ώρες ημερησίως, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε και τον ευνόητο περιορισμό των δραστηριοτήτων της, διότι είχε αρχίσει να αναλαμβάνει οργανικά αλλά όχι σε βαθμό που να είναι σε θέση να αυτοεξυπηρετείται. Επομένως, εάν η ενάγουσα προσλάμβανε τρίτο πρόσωπο για να καλύψει τις ανωτέρω ανάγκες της, θα δαπανούσε το ποσό των 50 ευρώ ημερησίως για το πρώτο διάστημα και των 30 ευρώ ημερησίως για το επόμενο διάστημα, ήτοι 750 (50 Χ 15) και 1.350 (30 Χ 45) ευρώ,  που κρίνεται εύλογο, λαμβάνοντας υπόψη τις αντίστοιχες αμοιβές που, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, καταβάλλονταν, εκείνη τη χρονική περίοδο, για ανάλογες υπηρεσίες σε τρίτα πρόσωπα, καθώς μάλιστα δεν απαιτείτο για την εξυπηρέτησή της πρόσωπο με εξειδικευμένες γνώσεις αποκλειστικής νοσοκόμου ούτε παρέχονταν σε αυτήν εξειδικευμένες φροντίδες. Επομένως, η παραπάνω πλασματική δαπάνη, ύψους 2.100 ευρώ, συμπεριλαμβάνεται στην αποκαταστατέα ζημία της. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που της επιδίκασε για την αιτία αυτή το ποσό των 2.550 ευρώ, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, δεκτού γενομένου ως εν μέρει βάσιμου και κατ’ουσίαν του σχετικού δεύτερου λόγου της υπό στοιχ. Β΄έφεσης.

Περαιτέρω, ως προς το κονδύλιο της δαπάνης λήψης βελτιωμένης διατροφής, δεν αποδείχθηκε ότι προηγήθηκε σχετική σύσταση των θεραπόντων ιατρών της, ούτε ότι η ενάγουσα υποχρεώθηκε να δαπανήσει οποιοδήποτε επιπλέον ποσό για τη διατροφή της μετά τον τραυματισμό της από αυτό που δαπανούσε ημερησίως, δεδομένου ότι η διατροφή του σύγχρονου ανθρώπου εμπεριέχει σε κάθε περίπτωση τα απαραίτητα για τη σωματική υγεία και ευεξία του διατροφικά στοιχεία, υπερκαλύπτοντας τις διατροφικές ανάγκες ακόμα και ενός εξασθενημένου οργανισμού, εφόσον περιλαμβάνει σχεδόν σε καθημερινή βάση τροφές όπως κρέας ή ψάρι, χυμούς, φρούτα και γαλακτοκομικά προϊόντα [ΕφΑθ (Μον) 490/2019,  ΕφΠειρ (Μον) 76/2016 αδημ.ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»]. Άλλωστε και το από 24-10-2018 υπόδειγμα δίαιτας που της χορήγησε η διαιτολόγος του Τμήματος Κλινικής Διατροφής του Νοσοκομείου Πειραιά «ΜΕΤΑΞΑ», και όχι οι θεράποντες γιατροί της, ως ειδικοί, αναγράφει ως αιτιολογία τη σταδιακή επανάκτηση απωλεσθέντος βάρος και την αποκατάσταση των λειτουργιών, χωρίς να τη συνδέει με το ένδικο ατύχημα και τον τραυματισμό της. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο καταλήγοντας στην ίδια κρίση, αν και με διαφορετική αιτιολογία που αντικαθίσταται από την αιτιολογία της παρούσας, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα παραπονείται για την απόρριψη του σχετικού κονδυλίου, να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Αποδείχθηκε, τέλος, ότι η ενάγουσα εξαιτίας του τραυματισμού της στενοχωρήθηκε και ταλαιπωρήθηκε, παραμένοντας κλινήρης, με περιορισμό των δραστηριοτήτων της για ικανό χρονικό διάστημα, υποβλήθηκε σε φυσικοθεραπείες, απείχε από την εργασία της ως μόνιμης υπαλλήλου του Οδοντιατρικού Συλλόγου Πειραιά και εμφάνισε μετατραυματική αρθρίτιδα στο δεξιό γόνατο, η οποία εκτιμάται, με βάση τα γνωστά από τα πορίσματα της επιστήμης, διδάγματα της κοινής πείρας, ότι δεν είναι αναστρέψιμη και μπορεί να εξελιχθεί σε αρθρίτιδα με εξελισσόμενο με την πάροδο των ετών πόνο και δυσκαμψία στην περιοχή. Έτσι, πέραν της περιουσιακής ζημίας της, υπέστη ηθική βλάβη, προς αποκατάσταση της οποίας, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες του ατυχήματος, το είδος και τον βαθμό υπαιτιότητας του πρώτου εναγομένου στην πρόκληση του ατυχήματος, την ηλικία της ενάγουσας (56 ετών), την έκταση, το είδος και τη σοβαρότητα του τραυματισμού της, το ψυχικό και σωματικό άλγος, που δοκίμασε, λόγω της σωματικής της βλάβης, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων φυσικών προσώπων, υπαλλήλου της ενάγουσας και συνταξιούχου ναυτικού του πρώτου εναγομένου, πλην της δεύτερης εναγομένης, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική, πρέπει να της επιδικαστεί ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 20.000 ευρώ, που κρίνεται εύλογο και δίκαιο, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 9/2015 ΧΡΙΔ 2015.575, ΑΠ 88/2018 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο της επιδίκασε για την αιτία αυτή το συγκεκριμένο ποσό, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει ο πρώτος λόγος της υπό στοιχ.Α΄έφεσης και ο τρίτος λόγος της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, με τους οποίους οι εκκαλούσες διατείνονται ότι αυτό υπολείπεται και υπερβαίνει, αντίστοιχα, το επιβαλλόμενο, με βάση την αρχή της αναλογικότητας, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κρίνεται, ακόμη, ενόψει  των αιτούμενων από την ενάγουσα χρηματικών ποσών, ότι η εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, ευλόγως αντιδίκησε, μόνον ως προς το κονδύλιο της χρηματικής ικανοποίησης, όπως άλλωστε μαρτυρεί και ο συσχετισμός του αιτούμενου και τελικώς επιδικασθέντος για την αιτία αυτή ποσού. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, πλημμελώς εφαρμόζοντας τον νόμο, υποχρέωσε τη δεύτερη εναγομένη στην καταβολή του επιδικασθέντος ποσού της χρηματικής ικανοποίησης, με τον νόμιμο τόκο, ήτοι τον τόκο επιδικίας και όχι τον τόκο υπερημερίας, από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, και πρέπει να γίνει δεκτός ο συναφής τέταρτος λόγος της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, ως βάσιμος και κατ’ουσίαν για το συγκεκριμένο κονδύλιο.

Κατόπιν αυτών, πρέπει : Α) Να απορριφθεί η υπό στοιχ. Α΄έφεση, β) Να γίνει δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν η υπό στοιχ. Β΄έφεση, κατά παραδοχή του δεύτερου και τέταρτου λόγου της, ακολούθως δε, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολο της, κατ’άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ, ως προς τη δεύτερη εναγομένη, δηλαδή και κατά τις διατάξεις της, που δεν ανατρέπονται με την παρούσα ή δεν πλήττονται με την έφεση, λόγω του ότι τούτο επιβάλλεται για την ενότητα της εκτέλεσης, η οποία θα επιτευχθεί μόνο με την εκτέλεση της παρούσας αποφάσεως (ΕφΑνατΚρ 79/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), αναγκαίως δε και κατά την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της που θα καθορισθεί από την αρχή (ΕφΑνΚρ 79/2014 ό.π, ΕφΑθ 1404/2014, Αρμ 2015.208). Στη συνέχεια, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και ερευνηθεί η υπό κρίση αγωγή, πρέπει να γίνει αυτή δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν και να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 2.100 ευρώ ως αποζημίωση και των 20.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για τη ζημία και την ηθική βλάβη, αντίστοιχα, που υπέστη από το ατύχημα, ήτοι το συνολικό ποσό των 22.100 (2.100 + 20.000) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο επιδικίας και υπερημερίας, αντίστοιχα, από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή και η επιστροφή του παραβόλου, που κατέθεσε η εκκαλούσα της υπό στοιχ. Α΄έφεσης και η εκκαλούσα της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, αντίστοιχα, κατά την άσκησή τους, λόγω της μερικής νίκης και ήττας τους, αντίστοιχα (άρθρο 495 παρ.3 εδ.ε΄του ΚΠολΔ) και να κατανεμηθούν τα δικαστικά έξοδα των νυν διαδίκων, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, σε αυτούς, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, ανάλογα προς την έκταση της νίκης και ήττας τους, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 106, 176, 183, 189, 191 § 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με 63 § 1iα), 68 § 1 και 69 § § 1 και Παράρτημα ΙΙ στο άρθρο 166 του ν.4194/2013).        

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις από 18-6-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/24-6-2020) υπό στοιχ. Α΄ έφεση της ενάγουσας και από 31-10-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ………./9-12-2020) υπό στοιχ. Β έφεση της δεύτερης εναγομένης, κατά της υπ’αριθμ. 1822/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά αυτές.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ουσίαν την υπό στοιχ. Α΄έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου που κατέθεσε η εκκαλούσα κατά την άσκησή της

ΔΕΧΕΤΑΙ κατ’ουσίαν την υπό στοιχ. Β΄έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου που κατέθεσε κατά την άσκησή της.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και τη δικάζει κατ’ουσίαν

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 12-7-2019 (με αυξ. αριθ. εκθ. καταθ………/12-7-2019) αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τη δεύτερη εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των είκοσι δύο χιλιάδων εκατό (22.100) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο (επιδικίας), όσον αφορά το επιμέρους ποσό των δύο χιλιάδων εκατό (2.100) ευρώ και τον τόκο υπερημερίας, όσον αφορά το επιμέρους ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της δεύτερης εναγομένης, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 17-3-2021

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ