Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 758/2018

Αριθμός   758 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Δ

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  1. Στο άρθρο 307§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ. ορίζονται τα ακόλουθα: «Αν για οποιονδήποτε λόγο, που παρουσιάστηκε μετά το τέλος της συζήτησης, είναι αδύνατο να εκδοθεί απόφαση, η συζήτηση επαναλαμβάνεται αφού ορισθεί νέα δικάσιμος και κοινοποιηθεί κλήση. Ο ορισμός της δικασίμου μπορεί να γίνει και η κλήση για τη συζήτηση μπορεί να κοινοποιηθεί με την επιμέλεια είτε κάποιου διαδίκου, είτε της γραμματείας του δικαστηρίου.». Οι ανωτέρω προβλέψεις εφαρμόζονται και στην περίπτωση, που, μετά την συζήτηση της υποθέσεως, ένας από τους δικαστές της συνθέσεως προβεί σε δήλωση αυτοεξαιρέσεώς του από την εκδίκαση της υποθέσεως και η δήλωσή του αυτή γίνει δεκτή από το, δικάζον ως συμβούλιο, αρμόδιο δικαστήριο (ΑΠ 1029/2011 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, 728/2008 ΕφΑΔ 2008.808 = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, 1751/2007 ΕΠολΔ 2008.383 και 473 όπου παρατηρήσεις Στεφ. Πανταζόπουλου και σημείωμα Κων. Γιαννόπουλου = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, ΕΠ 275/2014 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος). Εξάλλου, κατά την ορθότερη και κρατούσα στην νομολογία γνώμη, η κατά το άρθρο 307 Κ.Πολ.Δ. επαναλαμβανόμενη συζήτηση, αποτελεί, όπως και εκείνη του άρθρου 254 Κ.Πολ.Δ., συνέχεια της προηγούμενης και όχι νέα συζήτηση. Συνεπώς, δεν απαιτείται στην εν λόγω συζήτηση ιδιαίτερων έγγραφων προτάσεων, αλλά αρκούν και ισχύουν οι έγγραφες προτάσεις που κατατέθηκαν κατά την συζήτηση της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη, επιτρεπομένης βέβαια της συμπληρώσεως αυτών, ενώ ο διάδικος που δεν παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, είχε όμως παραστεί στην αρχική, δικάζεται αντιμωλία, χωρίς να χρειάζεται κατάθεση νέων προτάσεων (ΕΠ 275/2014 οπ. π., ΕΑ 720/2012 ΕλλΔνη 2013.1093,1097 = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, ΕΘ 151/2012 ΕΠολΔ 2012.377 = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, ΕΑ 3334/2011 ΕλλΔνη 2013.1096 = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, 1503/2010 Αρμ 2010.1197 όπου και ενημ. σημ. Α.Ε.Τ. = ΕφΑΔ 2011.212 = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, 961/2009 ΕλλΔνη 2010.1058 όπου και σημείωση Ι. Ν. Κατρά = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος). Στην ένδικη υπόθεση, με τις από 22.06.2017 (γεν. αριθμ. καταθ. ………..), 31.07.2017 (γεν. αριθμ. καταθ. ……….) και 04.10.2017 (γεν. αριθμ. καταθ. ………..) κλήσεις των εφεσιβλήτων επαναφέρθηκε προς συζήτηση κατά την δικάσιμο της 15.02.2018 η από 11.11.2015 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………..) έφεση των εκκαλούντων με ενδιάμεσο σκοπό να συνεκδικαστεί με την για την αυτή δικάσιμο αναβληθείσα από 16.11.2015 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….) έφεση ετέρων εκκαλούντων και τελικό σκοπό να εκδοθεί οριστική απόφαση σε δεύτερο βαθμό επί των προαναφερθεισών εφέσεων κατά της εκδοθείσης, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, υπ΄ αριθμ. 113/2015 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα. Κατά την προαναφερόμενη δικάσιμο (15.02.2018) οι ως άνω εφέσεις εκδικάστηκαν ερήμην του ………., του ………., της ……….., του ………., του …………, του …….., του …………, του ……….., της ………., της ……… και του …….. και κατ΄ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων. Μετά την συζήτηση των εφέσεων, η ορισθείσα για την εκδίκασή τους Δικαστής ……, Εφέτης, υπέβαλε αρμοδίως την με στοιχεία ΕΠ …….. δήλωσή της με την οποία ζήτησε να εξαιρεθεί από τον περαιτέρω χειρισμό αυτών για τον λόγο που αναφέρεται στην ως άνω δήλωσή της (συμμετοχή στην σύνθεση του ποινικού δικαστηρίου που έκρινε επί του ποινικού σκέλους της υποθέσεως). Το Εφετείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα, συνεδριάσαν ως Συμβούλιο, έκρινε την δήλωση της προαναφερόμενης Δικαστή και αποφάνθηκε, με την υπ΄ αριθμ. 204/2018 απόφασή του, ότι αυτή είναι εξαιρετέα από τον περαιτέρω χειρισμό των ανωτέρω αναφερόμενων εφέσεων περαιτέρω δε διέταξε την επανάληψη της συζητήσεως επί των εφέσεων κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (17.05.2018). Κατά την ορισμένη δικάσιμο (17.05.2018), όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε στην σειρά της από το έκθεμα, ο  υπεισελθών στην δικονομική θέση του  αποβιώσαντος στις 09.11.2016 εκκαλούντος ………., …………. απουσίαζε ομοίως δε απουσίαζαν οι εφεσίβλητοι …………… Περαιτέρω, από τα σχετικά της δικογραφίας έγγραφα αποδεικνύεται ότι οι ανωτέρω διάδικοι δεν κλητεύτηκαν με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου ή άλλου διάδικου μέρους για να παραστούν στην συζήτηση της υποθέσεως κατά την ανωτέρω δικάσιμο. Επομένως, ως προς αυτούς τους διαδίκους πρέπει η συζήτηση των εφέσεων να κηρυχθεί απαράδεκτη (άρθρα 524§1, 591§1 εδάφ. α΄, 271§§1, 2, 272§2, 110§2, 111 Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου, οι από 11.11.2015 (αριθμ. εκθ. καταθ. …….) και 16.11.2015 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….) εφέσεις των εναγόμενων και ήδη εκκαλούνταν κατά των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων και της υπ΄ αριθμ. 113/2015 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 664 – 676 Κ.Πολ.Δ., ασκήθηκαν σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους και εμπρόθεσμα, εφόσον επικυρωμένα φωτοτυπικά αντίγραφα της εκκαλούμενης δικαστικής αποφάσεως επιδόθηκε στους εναγόμενους στις 15.10.2015 και τα πρωτότυπα δικόγραφα των εφέσεων κατατέθηκαν στην Γραμματεία του εκδόσαντος την εκκαλούμενη απόφαση Δικαστηρίου στις 13.11.2015 και στις 16.11.2015. Επομένως, ασκήθηκαν σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 495§§1, 2, 496, 500, 511, 513§1 στοιχ. β΄εδάφ. α΄, 516§1, 517, 518§1, 520§1, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ. και 9§2 ν. 4335/2015. Συνεπώς, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές, να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους, σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 246 και 524§1 Κ.Πολ.Δ., για να εξεταστούν το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της από 11.11.2015 εφέσεως (άρθρα 532, 533§1, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.) ενόψει του ότι η από 16.11.2015 έφεση πρέπει να γίνει από τώρα δεκτή στην ουσία της και να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη με αυτή απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεδομένου ότι οι εκκαλούντες με αυτή, ως εναγόμενοι, απουσίαζαν στην πρωτόδικη δίκη και δικάστηκαν ερήμην και με την έφεσή τους παραπονούνται, πλην άλλων,  για την κακή εκτίμηση του εισφερθέντος ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αποδεικτικού υλικού (άρθρα  528, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ) και να εξεταστούν οι κατωτέρω αναφερόμενες αγωγές επί των οποίων εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Αναφορικά με την εν λόγω έφεση, όσοι από τους εφεσίβλητους εκπροσωπήθηκαν κατά την δικάσιμο της 15.02.2018 από  πληρεξούσιους δικηγόρους παρασταθέντες με δήλωση του άρθρου 242§2 Κ.Πολ.Δ. πρέπει να δικαστούν ερήμην (άρθρα 270, 524§§1, 2, 528, 591§1 εδάφ.  α΄ Κ.Πολ.Δ. – ΑΠ 11/2016 Ε7 2016.855 = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος).
  2. Στις από 14.10.2009 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….), 20.01.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….), 23.07.2013 (………….) και 16.09.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. …………) αγωγές, που απευθύνθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα, οι ενάγοντες (…………….), ισχυρίστηκαν ότι είναι σύζυγοι και συγγενείς των αποβιωσάντων κατά το εργατικό ατύχημα που έλαβε χώρα στο Πέραμα Ν. Αττικής, στις 24.07.2008, ……………, ενώ στην από 02.12.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………….) αγωγή, που απευθύνθηκε στο αυτό Δικαστήριο, ο ενάγων (………) ισχυρίστηκε ότι υπήρξε τεχνίτης συνεργείου που συμμετείχε στις εργασίες κατά την εκτέλεση των οποίων έλαβε χώρα το προαναφερόμενο εργατικό ατύχημα, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί και να υποστεί επιπλέον μετατραυματικές βλάβες. Περαιτέρω, οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι βίωσαν ψυχική οδύνη εξαιτίας της απώλειας των συζύγων και συγγενών τους ενώ ο τραυματισθείς ενάγων υπέστη ηθική βλάβη. Ζήτησαν δε όλοι οι ενάγοντες να τους καταβληθούν τα αναφερόμενα στις αγωγές τους χρηματικά ποσά εις ολόκληρον από τις εναγόμενες εταιρείες και τα συνδεόμενα με αυτές φυσικά πρόσωπα («………..Ε.Π.Ε.», …., ………., «………. Ε.Ε.», ………., ………. οδύνης και της ηθικής του βλάβης από το ατύχημα.
  • Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα), με την εκκαλούμενη, υπ΄ αριθμ. 113/2015, οριστική απόφασή του κατήργησε την δίκη ως προς ορισμένους των διαδίκων ως προς τους οποίους χώρησε παραίτηση από τα σχετικά δικόγραφα, απέρριψε ό,τι κρίθηκε απορριπτέο, δέχθηκε, κατά τα λοιπά, κατά ένα μέρος τις αγωγές, αναγνώρισε ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν στους ενάγοντες τα αναφερόμενα στο διατακτικό της χρηματικά ποσά νομιμοτόκως από της επομένης της επιδόσεως των αγωγών και συμψήφισε στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα.
  1. Κατά της αποφάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που έκρινε όπως ανωτέρω αναφέρεται παραπονούνται οι εναγόμενοι με τις από 13.11.2015 και 16.11.2015 εφέσεις τους. Ειδικότερα οι πρώτη, δεύτερος, τρίτος και τέταρτος εναγόμενοι με την από 13.11.2015 έφεσή τους που διαρθρώνεται σε πέντε λόγους παραπονούνται τόσο για εσφαλμένη εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου όσο και για κακή εκτίμηση του εισφερθέντος ενώπιόν του αποδεικτικού υλικού. Περαιτέρω, οι πέμπτη, έκτος και έβδομος εναγόμενοι με την από 16.11.2015 έφεσή τους που διαρθρώνεται σε δύο λόγους παραπονούνται τόσο για εσφαλμένη εκ μέρους της εκκαλούμενης αποφάσεως ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου όσο και για κακή εκτίμηση του εισφερθέντος ενώπιόν του αποδεικτικού υλικού. Ζητούν δε την τυπική και κατ΄ ουσίαν παραδοχή των εφέσεών τους, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την διακράτηση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο, την εκδίκαση των αγωγών από αυτό, την απόρριψη των αγωγών και την καταδίκη των αντιδίκων τους στην καταβολή των δικαστικών εξόδων.
  2. Από την διάταξη του άρθρου 71 Α.Κ., που ορίζει, ότι το νομικό πρόσωπο ευθύνεται για πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί και δημιουργεί υποχρέωση αποζημιώσεως, προκύπτει, ότι προϋποθέσεις της, κατά την διάταξη αυτή αδικοπρακτικής ευθύνης του νομικού προσώπου είναι: α) Πράξη ή παράλειψη που να μην είναι δικαιοπραξία και να παράγει υποχρέωση αποζημιώσεως με βάση άλλες διατάξεις του Α.Κ., όπως είναι εκείνες των άρθρων 914 και 919 ΑΚ, β) να πρόκειται για πράξη ή παράλειψη των οργάνων που αντιπροσωπεύουν το νομικό πρόσωπο – ως όργανα του νομικού προσώπου, κατά τον νομοθετικό λόγο της διατάξεως αυτής, νοούνται, όχι μόνο τα πρόσωπα που διοικούν το νομικό πρόσωπο κατά τους ορισμούς των άρθρων 65 έως 70 Α.Κ. (καταστατικά όργανα), αλλά και εκείνα των οποίων οι εξουσίες συναλλαγής με τρίτους προσδιορίζονται στο καταστατικό, την συστατική πράξη ή τον κανονισμό λειτουργίας του νομικού προσώπου, ακόμα και αν τα πρόσωπα αυτά δεν μετέχουν στην διοίκηση του τελευταίου – και γ) η πράξη ή η παράλειψη να έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων, που είχαν ανατεθεί στο όργανο, πρέπει δηλαδή να βρίσκεται σε εσωτερική συνάφεια με την εκτέλεση των καθηκόντων του οργάνου, είναι δε αδιάφορο για την ευθύνη του νομικού προσώπου, αν το όργανο ενήργησε, καθ’ υπέρβαση των καθηκόντων αυτών, κατά κατάχρηση της εξουσίας του. Στην περίπτωση δε που η πράξη ή η παράλειψη του αρμόδιου οργάνου είναι υπαίτια που παράγει υποχρέωση αποζημιώσεως, τότε ευθύνονται εις ολόκληρο και αυτό και το νομικό πρόσωπο. Δηλαδή το νομικό πρόσωπο έχει πρόσθετη μετά του καταστατικού οργάνου υποχρέωση, ανεξάρτητη, όμως, από αυτήν του τελευταίου (ΑΠ 1219/2017 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος).  στο άρθρο 25§1 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζεται ότι: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους, Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας.». Με την νέα αυτή διάταξη ο αναθεωρητικός νομοθέτης επέλεξε να κατοχυρώσει ρητά, από το όλο σύστημα των εγγυήσεων για τα επιτρεπτά όρια των επιβαλλόμενων στα ατομικά δικαιώματα νομοθετικών περιορισμών, την εγγύηση εκείνη που είναι γνωστή ως αρχή της αναλογικότητας. Απέκτησε έτσι ρητή συνταγματική υφή η αρχή αυτή, η οποία, ωστόσο, και προηγουμένως αναγνωριζόταν ως αρχή συνταγματικής ισχύος, που απορρέει από την ίδια την έννοια του κράτους δικαίου και από την αρχή της ισότητας , αλλά και από την ουσία των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων. Η αρχή αυτή επενεργεί σε κάθε είδους κρατική δραστηριότητα, καθώς και στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και συνεπώς πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την ερμηνεία και εφαρμογή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου. Η ως άνω συνταγματική διάταξη, έστω και αν ρητά δεν αναφέρεται σ΄ αυτήν, απευθύνεται και στον δικαστή, όσον αφορά τις σχέσεις των διαδίκων. Ο δικαστής κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων της κοινής νομοθεσίας οφείλει να προστρέχει στο κρίσιμο για την όλη έννομη τάξη περιεχόμενο της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας. Η κρίση δηλαδή του ουσιαστικού δικαστηρίου πρέπει να μην παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, ούτε να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, που αποτελεί, γενική αρχή του δικαίου και μέσο ελέγχου της κρίσης του δικαστηρίου. Περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρου 932 Α.Κ., το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γιαυτήν χρηματικής ικανοποιήσεως, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ως κριτήρια: Το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τελέσεως της αδικοπραξίας, την βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διάδικων μερών. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να οδηγούν τον δικαστή να σχηματίσει την κατά το άρθρο 932 Α.Κ. εύλογη κρίση του (όχι κατά τις υποκειμενικές του ανέλεγκτες αντιλήψεις, αλλά) κατ΄ εφαρμογήν του αντικειμενικού μέτρου που θα εφάρμοζε και ο νομοθέτης, αν έθετε ο ίδιος τον κανόνα αποκαταστάσεως  της ηθικής βλάβης στην ατομική περίπτωση. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, όσον αφορά το ύψος της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποιήσεως αποφασίζεται (κατ΄ αρχήν αναιρετικώς ανέλεγκτα), με βάση τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία που θέτουν στη διάθεσή του οι διάδικοι. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση να τηρείται, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού, η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρα 2§1 και 25 του ισχύοντος Συντάγματος) με την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια όπως αυτά διαπιστώνονται από τα δεδομένα της κοινής πείρας και την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο, που αποτυπώνονται στη συνήθη πρακτική των δικαστηρίων. Και τούτο, διότι μια απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση, (όσον αφορά τον παθόντα), τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου, και στην δεύτερη, (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα στην περιουσία του, αφού το δικαστήριο επεμβαίνοντας στην διαφορά μεταξύ ιδιωτών πρέπει, όπως προαναφέρθηκε, να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ενόψει όλων αυτών η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ως προς το ύψος του ποσού της επιδικασθείσης χρηματικής ικανοποιήσεως, πρέπει να ελέγχεται αναιρετικά, για το αν παραβιάζεται ευθέως ή εκ πλαγίου (άρθρο 559 Κ.Πολ.Δ. αναλόγως από τους αρ. 1 ή 19), η αρχή της αναλογικότητας (άρθρα 2§1 και 25 του Συντάγματος) υπό την προεκτεθείσα έννοια, αλλά και όταν διαπιστώνεται υπέρβαση από το δικαστήριο της ουσίας των ακραίων ορίων  της διακριτικής του ευχέρειας (Ολ ΑΠ 9/2015 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος = ΧρΙΔ 2015.575 = Ε7 2015.1575, ΑΠ 88/2018 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος). Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 16§2 και 663§1 Κ.Πολ.Δ., σαφώς προκύπτει ότι το μονομελές πρωτοδικείο είναι αρμόδιο (εφόσον λόγω ποσού δεν είναι αρμόδιο το ειρηνοδικείο), να δικάσει, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 664 επόμ. Κ.Πολ.Δ., κάθε διαφορά, από σύμβαση ή και απλή σχέση εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων ή των διαδόχων τους ή των κατά νόμο δικαιουμένων εκ της παροχής εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, ανεξαρτήτως του νομικού χαρακτήρα της διαφοράς ως απορρέουσας από σύμβαση ή απλή σχέση εργασίας ή από αδικοπραξία που προκλήθηκε εξ αφορμής της εργασίας ή από αδικαιολόγητο πλουτισμό. Το μονομελές πρωτοδικείο δικάζει, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών και τις διαφορές από εργατικά ατυχήματα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4 και 37  Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ., μετά την κατάργηση της διατάξεως του άρθρου 13 κ. ν. 551/1915, με τις προαναφερόμενες διατάξεις του Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ. Ομοίως, κατά την ορθότερη και κρατούσα στην νομολογία άποψη, υπάγεται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου και εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών και η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος σε εργατικό ατύχημα ή λόγω ψυχικής οδύνης των μελών της οικογένειας του θανατωθέντος σε εργατικό ατύχημα, εφόσον η αγωγή στρέφεται κατά του εργοδότη και των υπ΄ αυτού προστηθέντων και αποδίδεται σ` αυτόν ή στους προστηθέντες από αυτόν πταίσμα για την επέλευση του ατυχήματος αυτού και το αξιούμενο ποσό είναι μεγαλύτερο από εκείνο που ορίζεται για την αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου, δοθέντος ότι πρόκειται περί αδικοπραξίας που τελέστηκε εξ αφορμής της εργασίας (ΟλΑΠ 433/1968 ΝοΒ 16.1058, ΑΠ 182/2015 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος). Αντίθετη παραδοχή θα οδηγούσε α) στο ανεπιεικές αποτέλεσμα, όπως, επί αδικοπραξίας σε βάρος μισθωτού από συνάδελφο του, που ενεργούσε ως προστηθείς του κοινού εργοδότη, να μην μπορεί να ασκηθεί κοινή αγωγή συγχρόνως κατά του εργοδότη και του προστηθέντος και β) στην διάσπαση του ενιαίου βιοτικού συμβάντος και στην δημιουργία κινδύνου εκδόσεως αντιφατικών κατ΄ ουσίαν αποφάσεων. Τρίτοι, όμως, οι οποίοι ευθύνονται παράλληλα προς τον εργοδότη ή τον μισθωτό, χωρίς να μετέχουν στην εργασιακή σχέση, δεν ενάγονται κατά την εργατική διαδικασία και έτσι, αν το αξιούμενο ποσό είναι μεγαλύτερο από εκείνο που ορίζεται για την αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου, αρμόδιο προς εκδίκαση της σχετικής αγωγής είναι το πολυμελές πρωτοδικείο, δικάζον κατά την τακτική διαδικασία (ΑΠ 182/2015 οπ. π.). Περαιτέρω, από τα άρθρα 914, 932 Α.Κ., 1 και 16 ν. 551/1915, που κωδικοποιήθηκε με το β. δ. της 24.07/25.08.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Α.Κ. (άρθρο 38§1 Εισ.Ν.Α.Κ.), προκύπτει ότι χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη οφείλεται και επί εργατικού ατυχήματος όταν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας. Οι διατάξεις του άρθρου 16§1 κ. ν. 551/1915, κατά τις οποίες ο παθών σε εργατικό ατύχημα δικαιούται να εγείρει την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσει πλήρη αποζημίωση μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τηρήσεως των διατάξεων αυτών, αναφέρονται στην επιδίκαση αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση, για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο και εφαρμόζονται γιαυτή μόνο οι γενικές διατάξεις (Ολ ΑΠ 1117/1986 ΝοΒ 1987.891 = δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, ΑΠ 412/2018 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος ). Επομένως, για να δικαιούται ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή, σε περίπτωση θανάτου του, οι συγγενείς του χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, αρκεί να συντέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν με την έννοια του άρθρου 914 Α.Κ., δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνο η ειδική αμέλεια ως προς την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16§1 κ. ν. 551/1915. Πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν, από το οποίο πηγάζει υποχρέωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, μπορεί να θεμελιωθεί και στο ότι δεν τηρήθηκαν από αυτούς οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών που επιβάλλουν τους όρους ασφαλείας για τη διαφύλαξη της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας και της ζωής των εργαζομένων, σύμφωνα με το άρθρο 662 Α.Κ. (ΑΠ 80/2016 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος). Εξάλλου από τα άρθρα 297, 300, 330 και 914 Α.Κ. συνάγεται ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση είναι η υπαιτιότητα του υπόχρεου που υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειάς του, να είναι παράνομη η πράξη ή η παράλειψή του και να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πράξεως ή της παραλείψεως και της ζημίας. Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει όταν η πράξη ή η παράλειψη του υπαίτιου ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, δηλαδή κατά την συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, ικανή να επιφέρει την ζημία και την επέφερε στην συγκεκριμένη περίπτωση. Το αν η πράξη ή παράλειψη ήταν ικανή, αντικειμενικά εξεταζόμενη, να επιφέρει τη ζημία, δηλαδή το αν ευρίσκεται σε πρόσφορη αιτιώδη συνάφεια με το αποτέλεσμα, ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο και μάλιστα από την άποψη της παραβάσεως ή μη των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. Η κρίση όμως ότι η πράξη ή παράλειψη υπήρξε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ένας από τους αναγκαίους όρους του αποτελέσματος, αφορά τα πράγματα και δεν ελέγχεται ακυρωτικώς. Δεν αποκλείεται κατ΄ αρχήν η ύπαρξη του αιτιώδους συνδέσμου από το γεγονός ότι στο αποτέλεσμα συντέλεσε και συνυπαιτιότητα του βλαβέντος, εφόσον δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται επίσης ότι οι έννοιες της αμέλειας και της συνυπαιτιότητας είναι νομικές και επομένως η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς τη συνδρομή ή όχι συντρέχοντος πταίσματος του ζημιωθέντος κατά την επέλευση της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου ως προς το εάν τα περιστατικά που το δικαστήριο της ουσίας δέχεται ανελέγκτως ως αποδειχθέντα συγκροτούν την έννοια του συντρέχοντος πταίσματος. Αντιθέτως, ο καθορισμός της βαρύτητας του πταίσματος και του ποσοστού κατά το οποίο πρέπει να μειωθεί η αποζημίωση αφορά εκτίμηση πραγμάτων που δεν ελέγχεται ακυρωτικώς. Επειδή, στην διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ.  ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης.». Προσδιοριστικό στοιχείο για τον καθορισμό της χρηματικής ικανοποιήσεως με βάση την διάταξη αυτή αποτελεί, πλην των άλλων, και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του παθόντος (ΑΠ 1546/2014 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος). Περαιτέρω  στο άρθρο 922 Α.Κ.  ορίζεται ότι: «Ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλον σε μια υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του.». Πρόστηση είναι η τοποθέτηση, ο διορισμός, η χρησιμοποίηση από ένα πρόσωπο (τον προστήσαντα) ενός άλλου προσώπου (του προστηθέντος) σε θέση ή απασχόληση (διαρκή ή μεμονωμένη εργασία) που αποβλέπει στην διεκπεραίωση υποθέσεως ή υποθέσεων και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου (προστήσαντος). Για να υπάρχει σχέση προστήσεως θα πρέπει να υπάρχει εξάρτηση, έστω και χαλαρή, ανάμεσα στον προστήσαντα και στον προστηθέντα, ώστε ο πρώτος να μπορεί να δίνει στο δεύτερο εντολές ή οδηγίες και να τον ελέγχει ή επιβλέπει κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του ανέθεσε ΑΠ 412/2018 οπ. π.). Επιπροσθέτως,      στα κατωτέρω αναφερόμενα άρθρα του π. δ. 70/1990 (Φ.Ε.Κ. Α΄  31/1990) «Υγιεινή και Ασφάλεια των Εργαζομένων σε ναυπηγικές εργασίες» προβλέπονται τα ακόλουθα: (στο άρθρο 1) «Πεδίο εφαρμογής – Οι διατάξεις  αυτού του Π. Δ/τος εφαρμόζονται σε ναυπηγικές και ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες. Διατάξεις  που δεν τροποποιούνται με το διάταγμα αυτό εξακολουθούν να ισχύουν.».  (άρθρο 4) «Υποχρεώσεις εργολάβου ή υπεργολάβου ολόκληρου του έργου –   Ο εργολάβος ή υπεργολάβος ολόκληρου του έργου ανεξάρτητα εάν αυτό εκτελείται ολικά ή κατά τμήματα με υπεργολάβους πέραν των γενικών υποχρεώσεων εργοδοτών του άρθρου 32 του N. 1568/85 έχει και τις ακόλουθες:  1. Να οργανώνει, επιβλέπει και επιθεωρεί την εκτέλεση της εργασίας σε κάθε φάση ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας. Ιδιαίτερα να λαμβάνει μέτρα για το συντονισμό των εργασιών που εκτελούνται από περισσότερα του ενός συνεργεία.  2. Να συνεργάζεται με τον κύριο του έργου, τους άλλους εργολάβους και υπεργολάβους, τον τεχνικό ασφάλειας, τον μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας κατά την εκτέλεση των εργασιών για να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και υγιεινή των εργαζομένων.  3. Να ορίζει τεχνικό ασφάλειας με τις αρμοδιότητες του άρθρου 9 όταν εκτελούνται εργασίες σε πλοία ή άλλες πλωτές κατασκευές χωρητικότητας άνω των 1.600 κόρων ολικής χωρητικότητας ή όταν ο συνολικός αριθμός των απασχολουμένων είναι μεγαλύτερος των 15.  4. Να τηρεί σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης τις υποδείξεις του τεχνικού ασφάλειας και του μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας.  5. ΄Οταν ο συνολικός αριθμός των απασχολουμένων είναι μεγαλύτερος του 100, να αναθέτει την εκπόνηση και να υλοποιεί τη μελέτη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας συμπεριλαμβανομένου και του σχεδίου διαφυγής και διάσωσης των εργαζομένων σε περίπτωση κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 18 του Ν. 1568/85.  Αντίγραφο της μελέτης υποβάλλεται στην οικεία επιθεώρηση εργασίας και στην αδειοδοτούσα λιμενική αρχή.  6. Να ελέγχει την ατμόσφαιρα εργασίας όπως καθορίζεται στα άρθρα 14 και 22 του παρόντος Διατάγματος.  7. Να διακόπτει την εργασία όταν διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας ή όταν γίνει σχετική υπόδειξη διακοπής εργασιών από τον τεχνικό ασφάλειας.  8. Να χρησιμοποιεί μηχανές, συσκευές, εργαλεία, ανυψωτικά μέσα και μηχανήματα αφού διαπιστώσει ότι πληρούν τους κανόνες ασφάλειας. Στα ανωτέρω πρέπει να αναγράφονται εκτός των στοιχείων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις και τα στοιχεία του εργολάβου που τα χρησιμοποιεί.  9. Να εξασφαλίζει κατάλληλη και ασφαλή κλίμακα πρόσβασης στο πλοίο σύμφωνα με το Π.Δ. 1349/81 «Κανονισμός προλήψεως εργατικών ατυχημάτων σε πλοία» (Α΄ 336).  10. Να οριοθετεί τους διαδρόμους κυκλοφορίας και να επιτρέπει την διακίνηση των εργαζομένων μόνο μέσω των ασφαλών οδών.  11. Να λαμβάνει όλα τα μέτρα ασφάλειας στα τμήματα και θέσεις όπου δεν απασχολούνται εργαζόμενοι ή να απαγορεύει την πρόσβαση σ΄ αυτές.  12. Να σηματοδοτεί με τα προβλεπόμενα σήματα ασφαλείας τις εισόδους  – εξόδους και τους χώρους εργασίας σύμφωνα με το Π.Δ. 422/79 «Περί συστήματος σηματοδοτήσεως στους χώρους εργασίας» (Α΄ 128) και το Π.Δ.1349/81 (Α΄ 336).  13. Εφ΄ όσον οι χώροι υγιεινής, εστίασης και αποδυτηρίων του πλοίου λειτουργούν, διατίθενται για χρήση από τους εργαζόμενους. `Οταν δεν λειτουργούν οι παραπάνω χώροι ή δεν υπάρχουν ή οι υπάρχοντες δεν προσφέρονται για πρακτικούς λόγους (μεγάλη απόσταση, μικρός αριθμός κλπ) υποχρεούται να κατασκευάσει ή να ενοικιάσει κατάλληλες εγκαταστάσεις για εξυπηρέτηση των εργαζομένων.  14. Σε περίπτωση παροχής στο πλοίο ηλεκτρικού ρεύματος από την ξηρά να λαμβάνει κάθε απαιτούμενο μέτρο προστασίας και κατάλληλης επισήμανσης των αγωγών τροφοδοσίας (α) έως τον πίνακα μέσω του οποίου παρέχεται ηλεκτρικό ρεύμα και (β) από τον πίνακα έως τα σημεία λήψης ή χρήσης του.  15. Να αναθέτει την εκτέλεση εργασιών και το χειρισμό μηχανημάτων σε άτομα που έχουν την προβλεπόμενη από τη νομοθεσία άδεια όταν απαιτείται. Οι ιδιαίτερα επικίνδυνες εργασίες όπως συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση ικριωμάτων και κιγκλιδωμάτων, κάλυψη ανοιγμάτων, καθαρισμός δεξαμενών φορτίου και καυσίμων πρέπει να ανατίθεται σε έμπειρα και εξειδικευμένα άτομα.  16. Να διαφωτίζει τους εργαζόμενους για τους σχετικούς με την εργασία κινδύνους, τον τρόπο αποφυγής τους, την ισχύουσα νομοθεσία και να τους παρέχει κατά την πρόσληψη τις αναγκαίες για την ασφαλή εκτέλεση της εργασίας τους οδηγίες.  17. Να συγκεντρώνει από τους εργολάβους και υπεργολάβους αυθημερόν και πριν την έναρξη των εργασιών τα αντίγραφα των σελίδων των βιβλίων ημερήσιας παρουσίας απασχολούμενου προσωπικού (όπου απαιτείται από τις κείμενες διατάξεις), τα οποία αναρτά μαζί με την άδεια εργασίας και τα εκδοθέντα πιστοποιητικά απαλλαγής από αέρια (GAS – FREE), σε εμφανές μέρος και να επιτρέπει την σύμφωνα με τα ανωτέρω έγγραφα είσοδο των συνεργείων στο πλοίο.  18. Να βεβαιώνεται ότι μετά το τέλος της εργασίας δεν έχει παραμείνει εργαζόμενος οποιουδήποτε συνεργείου σε κλειστό χώρο.  19. Να χορηγεί τα κατά περίπτωση απαιτούμενα ατομικά μέσα προστασίας και να επιβλέπει τη χρησιμοποίησή τους από τους εργαζόμενους.  20. Σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος να ειδοποιεί αμέσως την πλησιέστερη λιμενική αρχή και να το αναγγέλλει εντός 24 ωρών στην τοπική επιθεώρηση εργασίας και όταν πρόκειται για σοβαρό ή θανατηφόρο ατύχημα πρέπει να τηρεί αμετάβλητα τα στοιχεία που μπορεί να χρησιμεύσουν για εξακρίβωση των αιτίων του.  21. Σε περίπτωση ατυχήματος υποχρεούται να μεριμνήσει για την άμεση παροχή πρώτων βοηθειών στον παθόντα και σε σοβαρότερες περιπτώσεις για την άμεση μεταφορά του στον πλησιέστερο σταθμό πρώτων βοηθειών ή νοσοκομείο.  22. Να παρέχει στους εργαζόμενους τις υπηρεσίες που περιγράφονται στα άρθρα 66 και 67 του παρόντος.  23. Να απομακρύνει καθημερινά τα στερεά απόβλητα εκτός του πλοίου και να τα τοποθετεί σε χώρους που έχουν οριοθετηθεί επί τούτου από τον παρέχοντα το χώρο.». (στο άρθρο 6) «Υποχρεώσεις εργολάβου και υπεργολάβου τμήματος του έργου – Ο εργολάβος ή υπεργολάβος τμήματος του έργου έχει για το τμήμα του έργου που ανέλαβε να εκτελέσει πέραν των  γενικών υποχρεώσεων εργοδοτών του άρθρου 32 του Ν. 1568/85 και τις ακόλουθες: 1. Να  οργανώνει, επιβλέπει και επιθεωρεί την εκτέλεση της εργασίας σε κάθε φάση ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας.  2. Να συνεργάζεται με τον κύριο του έργου, τους άλλους εργολάβους και υπεργολάβους, τον τεχνικό ασφάλειας και τον μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας κατά την εκτέλεση των εργασιών για να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και υγιεινή των εργαζομένων.  3. Να τηρεί σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης τις υποδείξεις του τεχνικού ασφάλειας και του μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας.  4. Να υλοποιεί όσον αφορά το προσωπικό του τη μελέτη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας και του σχεδίου διαφυγής και διάσωσης των εργαζομένων σε περίπτωση κινδύνου.  5. Να ελέγχει επιπρόσθετα από τον κύριο του έργου ή τον εργολάβο ολόκληρου του έργου την ατμόσφαιρα εργασίας όπως καθορίζεται στα άρθρα 14 και 22 του παρόντος Διατάγματος.  6. Να διακόπτει την εργασία όταν διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας ή όταν γίνει σχετική υπόδειξη διακοπής εργασιών από τον τεχνικό ασφάλειας, τον κύριο του έργου ή τον εργολάβο ολόκληρου του έργου. 7. Να χρησιμοποιεί μηχανές, συσκευές, εργαλεία, ανυψωτικά μέσα και μηχανήματα αφού διαπιστώσει ότι πληρούν τους κανόνες ασφάλειας. Στα ανωτέρω πρέπει να αναγράφονται εκτός των στοιχείων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις και τα στοιχεία του. 8. Να επιτρέπει την διακίνηση των εργαζομένων μόνο μέσω των ασφαλών οδών.  9. Σε περίπτωση παροχής στο πλοίο ηλεκτρικού ρεύματος να λαμβάνει κάθε απαιτούμενο μέτρο προστασίας και κατάλληλης επισήμανσης των αγωγών τροφοδοσίας από τον πίνακα μέσω του οποίου παρέχεται ηλεκτρικό ρεύμα έως τα σημεία λήψης ή χρήσης του.  10. Να αναθέτει την εκτέλεση εργασιών και το χειρισμό μηχανημάτων σε άτομα που έχουν την προβλεπόμενη από τη νομοθεσία άδεια όταν απαιτείται. Οι ιδιαίτερα επικίνδυνες εργασίες όπως η συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση ικριωμάτων και κιγκλιδωμάτων, η κάλυψη ανοιγμάτων, ο καθαρισμός δεξαμενών φορτίου και καυσίμων πρέπει να ανατίθενται σε έμπειρα και εξειδικευμένα άτομα. 11. Να διαφωτίζει τους εργαζόμενους που απασχολεί για τους σχετικούς με την εργασία κινδύνους, τον τρόπο αποφυγής τους, την ισχύουσα νομοθεσία και να τους παρέχει κατά την πρόσληψη και κατά τη διάρκεια της απασχόλησης οδηγίες για την ασφαλή εκτέλεση των εργασιών.  12. Να τηρεί και να συμπληρώνει βιβλίο ημερήσιας παρουσίας των απασχολουμένων απ΄ αυτόν ατόμων (εφόσον απαιτείται από τις κείμενες διατάξεις) και να παραδίδει πριν από την έναρξη των εργασιών το πρώτο από τα αντίγραφα του βιβλίου στον εργολάβο ολόκληρου του έργου και όταν δεν υπάρχει αυτός στον κύριο του έργου.  Ομοίως παραδίδει αντίγραφο της άδειας εκτέλεσης εργασιών στον κύριο του έργου.  13. Να βεβαιώνεται ότι μετά το τέλος της εργασίας δεν έχει παραμείνει εργαζόμενος του συνεργείου του σε κλειστό χώρο.  14. Να χορηγεί τα κατά περίπτωση απαιτούμενα μέσα ατομικής προστασίας και να επιβλέπει τη χρησιμοποίησή τους από τους εργαζόμενους.  15. Σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος να ειδοποιεί αμέσως την πλησιέστερη λιμενική αρχή και να το αναγγέλλει εντός 24 ωρών στην τοπική επιθεώρησή εργασίας και όταν πρόκειται για σοβαρό ή θανατηφόρο ατύχημα πρέπει να τηρεί αμετάβλητα τα στοιχεία που μπορεί να χρησιμεύσουν για εξακρίβωση των αιτίων του.  16. Σε περίπτωση ατυχήματος υποχρεούται να μεριμνήσει για την άμεση παροχή πρώτων βοηθειών στον παθόντα και σε σοβαρότερες περιπτώσεις για την άμεση μεταφορά του στον πλησιέστερο σταθμό πρώτων βοηθειών ή νοσοκομείο.  17. Να παρέχει στους εργαζόμενους που απασχολεί τις υπηρεσίες που περιγράφονται στα άρθρα 66 και 67 του παρόντος.  18. Να απομακρύνει καθημερινά τα στερεά απόβλητα εκτός του πλοίου και να τα τοποθετεί σε χώρους που έχουν οριοθετηθεί για το σκοπό αυτό από τον παρέχοντα τον χώρο. (άρθρο 11) «Εργασίες σε επικίνδυνο περιβάλλον και κλειστούς χώρους – Γενικές Διατάξεις –   1. Πριν γίνει οποιαδήποτε εργασία σε δεξαμενή ή άλλο κλειστό χώρο πρέπει:  α) ΄Ολες ο σωληνώσεις που μπαίνουν στη δεξαμενή ή στον χώρο αυτό να αποσυνδεθούν πλήρως, ή να απομονωθούν καλώς σε σημείο μακριά από τη δεξαμενή.  β) `Ολα τα κινούμενα στοιχεία μηχανών να σταματούν και να εξασφαλίζεται η ακινησία τους.  γ) Να αφαιρούνται όλα τα καλύμματα των ανθρωποθυρίδων και τα άλλα καλύμματα που οδηγούν σε ανοικτούς χώρους και να ασφαλίζονται στην ανοικτή θέση.  δ) Να προβλέπονται κλίμακες, ικριώματα ή εξέδρες εργασίας, αν τούτο απαιτείται για την πρόληψη κινδύνου και εφόσον ο χώρος εργασίας δε διαθέτει παρόμοια μέσα.  2. Εάν κατά την διάρκεια της εργασίας δημιουργούνται  βλαβεροί παράγοντες του εργασιακού περιβάλλοντος, όπως σκόνη, ίνες, καπνός, αέρια και ατμοί πρέπει να γίνονται κατά το δυνατόν ακίνδυνοι στο σημείο δημιουργίας τους ή κοντά σ΄ αυτό με απαγωγή, δέσμευση, καταστολή ή άλλες αποτελεσματικές μεθόδους.  Σε περίπτωση που οι πιο πάνω ρυπαντές δεν είναι δυνατό να γίνουν ακίνδυνοι, πρέπει όσοι απασχολούνται σε τέτοιο περιβάλλον να χρησιμοποιούν κατάλληλες προστατευτικές αναπνευστικές συσκευές. 3. Οι διαστάσεις των ελλειπτικών ανθρωποθυρίδων που πρόκειται να ανοιχθούν πρέπει να είναι τουλάχιστον 600 Χ 400 χιλιοστά και διάμετρος των κυκλικών τουλάχιστον 600 χιλιοστά. 4. Πριν τη δοκιμή στεγανότητας διαμερισμάτων σκάφους ή κλειστών χώρων με πλήρωση με νερό, πετρέλαιο ή αέρια, και πριν κλειστούν οι ανθρωποθυρίδες πρέπει ο επικεφαλής να βεβαιωθεί ότι δεν υπάρχουν εργαζόμενοι σ΄ αυτούς τους χώρους ή τα διαμερίσματα. 5. Πριν την διαδικασία δοκιμής των δεξαμενών καυσίμων με θερμό πετρέλαιο πρέπει να λαμβάνονται προφυλάξεις κατά της πυρκαϊάς από πιθανή διαρροή κατά την δοκιμή.  6. Σε περίπτωση αδιαθεσίας οι εργαζόμενοι σε κλειστούς χώρους αναφέρουν το γεγονός στον επιβλέποντα, ο οποίος πρέπει να ειδοποιήσει αμέσως τις Α` Βοήθειες ή την ιατρική υπηρεσία.  (άρθρο 14) «Εργασίες σε δεξαμενές ή κλειστούς χώρους που περιείχαν επικίνδυνα υλικά –   Κατά την εκτέλεση εργασιών στις δεξαμενές και τους κλειστούς χώρους του άρθρου 12 παρ. 1 μετά την έκδοση των απαιτούμενων πιστοποιητικών πρέπει πέρα από τις απαιτήσεις του άρθρου 11:  α) Να προβλέπεται ανάλογος και επαρκής εξαερισμός. Η εγκατάσταση του εξαερισμού πρέπει να επιτηρείται για να μην είναι δυνατή η διακοπή ή παρεμπόδιση λειτουργίας της.  Επίσης λαμβάνεται μέριμνα ώστε να υπάρχει ικανή απόσταση μεταξύ των διατάξεων προσαγωγής και απαγωγής για να εξασφαλίζεται η καθαρότητα του προσαγόμενου νωπού αέρα ως και η μη παρενόχληση των εργαζομένων σε άλλες θέσεις εργασίας από τον απαγόμενο αέρα.  β) Να λαμβάνεται μέριμνα για την εξασφάλιση ταχείας και ασφαλούς μεταφοράς των εργαζομένων, που αισθάνθηκαν αδιαθεσία.  γ) Να υπάρχουν και να διατηρούνται ελεύθερα εμποδίων μέσα εύκολης πρόσβασης και απέλευσης από τον τόπο εργασίας. Οι μεγάλοι χώροι να διαθέτουν τουλάχιστον δύο ξεχωριστές εισόδους – εξόδους.  δ) Για όλο το διάστημα που παραμένουν εργαζόμενοι στους υπόψη χώρους ,ένα κατάλληλο πρόσωπο της επιχείρησης να ασκεί γενική εποπτεία των εργασιών και ιδιαίτερα να διατηρεί άμεση επαφή με τους εργαζόμενους και να εξασφαλίζει, ώστε ο αερισμός να είναι ο κατάλληλος και να τηρούνται τα προβλεπόμενα διαλείμματα εργασίας.  ε) Να υπάρχουν έτοιμες για διάθεση και χρήση στο πλοίο με μέριμνα του κύριου του πλοίου δύο πλήρεις κατάλληλες αναπνευστικές συσκευές.  στ) Να υπάρχουν εκτός του πλοίου ευκολοπρόσιτες και έτοιμες για χρήση δύο επιπρόσθετες κατάλληλες αναπνευστικές συσκευές με μέριμνα του εργολάβου ή υπεργολάβου που εκτελεί εργασία σε δεξαμενές που περιείχαν επικίνδυνα υλικά.  Κάθε σειρά αναπνευστικών συσκευών να είναι εφοδιασμένη με μία λάμπα ή ηλεκτρικό φανάρι αντιεκρηκτικού τύπου.  ζ) Να διατίθενται από τον εργολάβο ή υπεργολάβο που εκτελεί τηνεργασία για άμεση χρήση δύο ζώνες ασφάλειας και σχοινιά διάσωσης.  η) `Οπου είναι αναγκαίο για την πρόληψη κινδύνου, η ατμόσφαιρα του χώρου εργασίας πρέπει να ελέγχεται από τον τεχνικό ασφάλειας σε τακτικά χρονικά διαστήματα, για τον προσδιορισμό των εν λόγω βλαβερών παραγόντων. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να καταγράφονται σε πίνακα που θα δείχνει:  Την ημέρα, την ώρα, το είδος – αποτέλεσμα της μέτρησης ως και κάθε οδηγία που δίδεται από τον τεχνικό ασφάλειας.  Για τον έλεγχο του εργασιακού περιβάλλοντος και την λήψη των αναγκαίων μέτρων προστασίας των εργαζομένων σε ναυπηγοεπισκευαστικές επιχειρήσεις από κινδύνους φυσικών και χημικών παραγόντων, εφαρμόζοντα οι αντίστοιχες προβλεπόμενες οριακές τιμές έκθεσης από την υπάρχουσα νομοθεσία και όπου δεν προβλέπονται λαμβάνονται υπόψη οι συνιστώμενες από τους επιθεωρητές εργασίας.».  (άρθρο 15) «Θερμές εργασίες –  Κατά την εκτέλεση θερμών εργασιών σε δεξαμενές ή άλλους κλειστούς χώρους πρέπει επί πλέον των προβλεπομένων στο άρθρο 14 του παρόντος να τηρούνται τα εξής:  1. Να υπάρχει σε ετοιμότητα και πλησίον των θέσεων εργασίας ικανός αριθμός κατάλληλων πυροσβεστήρων και τουλάχιστον ένας από τους εργαζόμενους να είναι εξοικειωμένος με την χρήση τους.  2. Να υπάρχουν μέσα για εφεδρικό φωτισμό ασφάλειας.   3. Για την εκτέλεση θερμών εργασιών στις επιφάνειες κλειστών χώρων πρέπει να αφαιρούνται τα τοξικά προστατευτικά επιχειρήματα των επιφανειών αυτών και σε έκταση που οι εργασίες αυτές δεν δημιουργούν κίνδυνο.  Σε περίπτωση που τα τοξικά επιχρίσματα δεν είναι δυνατό να αφαιρεθούν, οι εργαζόμενοι πρέπει να χρησιμοποιούν αναπνευστικές συσκευές με προσαγωγή νωπού αέρα ή κατά περίπτωση αναπνευστικές προστατευτικές προσωπίδες.  4. Πριν από κάθε εργασία σε μέταλλα που βρίσκονται σε κλειστούς χώρους και τα οποία έχουν καλυφθεί με προστατευτικές επιχρίσεις λιπαρών ουσιών πρέπει να απομακρύνονται οι επιχρίσεις αυτές από την επιφάνεια που βρίσκεται πλησίον της θέσης εργασίας και αν απαιτείται η επιφάνεια των μετάλλων να ψύχεται ώστε να προληφθεί τυχόν υπερθέρμανση των μετάλλων. 5. Στις εργασίες συγκόλλησης και κοπής με αέριο σε κλειστούς χώρους πρέπει να τηρούνται τα εξής: α) Τα αέρια που χρησιμοποιούνται για την κοπή ή συγκόλληση να προσάγονται στους υπ΄ όψη χώρους από ασφαλή θέση εκτός των χώρων αυτών.  β) Να είναι δυνατή η διακοπή παροχής αερίου από σημείο ευρισκόμενο εκτός του κλειστού χώρου. γ) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά και χρήση φιαλών πεπιεσμένων αερίων σε κλειστούς χώρους. δ) Οι συσκευές συγκόλλησης ή κοπής πεπιεσμένων αερίων πρέπει να διαθέτουν βαλβίδες αντεπιστροφής τοποθετημένες πλησίον του εργαλείου σε απόσταση έως 1,5 μ. Εφ΄ όσον οι φιάλες βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από το εργαλείο, πρέπει να διαθέτουν και διάταξη «φλογοπαγίδων» για αντιμετώπιση του κινδύνου από  πιθανή αναρρόφηση. ε) Οι εργαζόμενοι πρέπει να χειρίζονται τα εργαλεία και τα παρελκόμενα των συσκευών κοπής ή συγκόλλησης με τρόπο που θα αποτρέπεται η διαφυγή άκαυστου εύφλεκτου αερίου ή οξυγόνου μέσα στον κλειστό χώρο εργασίας. στ) Αν για λόγους ασφάλειας είναι απαραίτητο πρέπει να επιτηρούνται οι οξυγονοκολλητές κατά την διάρκεια της εργασίας τους από σημείο εκτός του χώρου εργασίας. ζ) Κατά την διακοπή της εργασίας οι ελαστικοί σωλήνες (λάστιχα) οξυγόνου και καυσίμων αερίων αποσυνδέονται από τις φιάλες ή από τις λήψεις τους στο κατάστρωμα εφ΄ όσον τα αέρια αποθηκεύονται σε μεγάλες δεξαμενές και μαζί με τα εργαλεία μεταφέρονται εκτός των κλειστών χώρων.  6. Οι διατάξεις της παραγράφου (5δ) του παρόντος άρθρου ισχύουν και κατά την εκτέλεση θερμών εργασιών σε ανοιχτό χώρο.  7. Κατά την διάρκεια θερμών εργασιών σε δεξαμενές ή άλλους κλειστούς χώρους, ο τεχνικός ασφάλειας πρέπει να διενεργεί συχνούς ελέγχους για τον προσδιορισμό αναφλέξιμων ατμών και σε περίπτωση διαπίστωσης επικίνδυνων συγκεντρώσεων διακόπτονται οι εργασίες αμέσως και επαναλαμβάνονται μόνον εφ΄ όσον εκδοθεί νέο πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια για την εκτέλεση θερμών εργασιών.  8. Κατά την διάρκεια θερμών εργασιών σε κλειστούς χώρους πρέπει τα καλύμματα των ανθρωποθυρίδων και τυχόν άλλων διόδων που οδηγούν σ΄ άλλους κλειστούς χώρους για τους οποίους δεν έχει εκδοθεί πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια και τα οποία είχαν κλειστεί, να διατηρούνται κλειστά σ΄ όλη την διάρκεια των εργασιών.  Εφόσον ανοιχθούν τέτοια καλύμματα ανθρωποθυρίδων ή άλλων διόδων του χώρου ή γίνει χειρισμός κάποιου επιστομίου έτσι που να δημιουργηθεί πιθανότατα κινδύνου για τους εργαζόμενους, τότε όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να απομακρυνθούν από τον χώρο εργασίας και να μην επιστρέψουν πριν ο χώρος ελεγχθεί εκ νέου και εκδοθεί κατάλληλο πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια.  9. Μετά το τέλος των θερμών εργασιών οι θέσεις εργασίας και οι γύρω περιοχές πρέπει να ελέγχονται για τυχόν κρυφές εστίες πυρκαγιάς. (άρθρο 71) «Πρόληψη πυρκαϊών 1. Για την πρόληψη πυρκαϊών στους χώρους εργασίας, τηρούνται οι κανονισμοί πυρασφάλειας της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και κατά περίπτωση οι κείμενες διατάξεις του Υπουργείου Βιομηχανίας και Εμπορικής Ναυτιλίας.  2. Σε όλο τον χώρο εργασίας και σε κάθε εγκατάσταση επιβάλλεται η τήρηση σχολαστικής καθαριότητας. Στα πλαίσια της μέριμνας αυτής, οι θέσεις του χώρου εργασίας πρέπει να είναι ελεύθερες από άχρηστα πεταμένα εύφλεκτα υλικά. `Ολα αυτά πρέπει να συγκεντρώνονται σε δοχεία τοποθετημένα σε κατάλληλες θέσεις και από εκεί να απομακρύνονται το ταχύτερο έξω από τον χώρο εργασίας.  Τα χρησιμοποιούμενα εύφλεκτα υλικά να τοποθετούνται σε ασφαλείς και ελεγχόμενες θέσεις και σε ποσότητα όχι μεγαλύτερη από την απαραίτητη κατά φυλακή «βάρδια».  3. `Οπου υπάρχει ενδεχόμενος κίνδυνος πυρκαϊάς ή έκρηξης, πρέπει να τοποθετούνται, σε επίκαιρες θέσεις τα προβλεπόμενα σήματα απαγορευτικά καπνίσματος, χρήσης ανοικτής φλόγας κλπ.  4. Εργασίες κοπής, συγκόλλησής και γενικά όσες απαιτούν χρήση γυμνής φλόγας, εκτελούνται μόνο όπου υπάρχει συνεχής παρακολούθηση για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν ανάφλεξης και επιτρέπεται να γίνονται μόνο μετά από εντολή του υπεύθυνου των εργασιών και αφού ενημερωθεί ο τεχνικός ασφάλειας ή εφόσον δεν προβλέπεται τεχνικός ασφάλειας άλλο κατάλληλο πρόσωπο οριζόμενο από τον κύριο του έργου.  Σαν μέτρα ασφάλειας για την πρόληψη πυρκαϊών κατά την εκτέλεση των εργασιών αυτών αναφέρονται ενδεικτικά: α. H τοποθέτηση ειδικών άφλεκτων παραπετασμάτων κάτω και γύρω από τις περιοχές, όπου εκτελούνται συγκολλήσεις. β. H ύπαρξη επί τόπου πυροσβεστήρων ειδικών κατά περίπτωση τύπων, σε επαρκή αριθμό και έτοιμων για άμεση χρήση.  γ. H συνεχής παρακολούθηση της περιοχής εργασίας υψηλής θερμοκρασίας και της γύρω από αυτή περιοχής κατά τη διάρκεια των εργασιών αλλά και επί αρκετό χρόνο μετά τη λήξη τους ώστε να εξασφαλισθεί η άμεση αντιμετώπιση τυχόν έναρξης φωτιάς.  5. Φωτιές πρόχειρου τύπου, έστω και για την προσωπική εξυπηρέτηση και θέρμανση εργαζομένων, απαγορεύονται.  6. Σε χώρους επικίνδυνους για πυρκαϊά, όπως σε αποθήκες καυσίμων, αερίων, χρωμάτων, διαλυτικών, και άλλων εύφλεκτων υλικών, απαιτείται η λήψη πρόσθετων ειδικών μέτρων πρόληψης πυρκαϊάς όπως: α. Ο έλεγχος τυχόν ύπαρξης εύφλεκτων αερίων. Ο έλεγχος διενεργείται τόσο πριν την έναρξη των εργασιών όσο και κατά την διάρκειά τους. β. H μέριμνα για συνεχή καλό εξαερισμό και διατήρηση της θερμοκρασίας των χώρων σε χαμηλά επίπεδα ώστε να αποκλείεται αυτανάφλεξη. γ. Η απαγόρευση καπνίσματος, εργασιών γυμνής φλόγας ή άλλων οι οποίες συνεπάγονται ενδεχόμενα παραγωγή σπινθήρα. Η απαγόρευση πρέπει να επισημαίνεται με ειδικές ευκρινείς επιγραφές.  7. Οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι ενήμεροι για τις θέσεις όπου βρίσκεται ο εξοπλισμός πυρόσβεσης, να γνωρίζουν καλά τον τρόπο λειτουργίας και την περιοχή καταλληλότητας κάθε διατιθέμενου μέσου.  Οι ίδιοι εργαζόμενοι πρέπει, πέρα από την αρχική εκπαίδευση στην χρήση των παραπάνω μέσων, να πραγματοποιούν περιοδικά ασκήσεις στην χρήση τους, για την αποτελεσματικότερη δυνατή εφαρμογή τους σε περίπτωση ανάγκης υπό την επίβλεψη του τεχνικού ασφάλειας ή εφόσον δεν προβλέπεται τεχνικός ασφάλειας υπό την επίβλεψη άλλου κατάλληλου προσώπου οριζόμενου από τον κύριο του έργου.». Τέλος, στο άρθρο 18 ν. 1568/1985 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων», που, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 1§7 ν. 3551/2007, εφαρμόζεται όπως και τα κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα π. δ. 70/1990 και 17/1996, κατά την εκτέλεση των εργασιών ναυπηγήσεως, μετατροπής, επισκευής και συντηρήσεως πλοίων, ορίζονται τα ακόλουθα: «Σχέδιο διαφυγής και διάσωσης – Οδός διάσωσης και έξοδοι κινδύνου. 1. Ο εργοδότης οφείλει να καταρτίσει σχέδιο διαφυγής και διάσωσης από τους χώρους εργασίας, εφόσον απαιτείται από τη θέση, την έκταση και το είδος της εκμετάλλευσης. Το σχέδιο διαφυγής και διάσωσης πρέπει να αναρτάται σε κατάλληλες θέσεις στους χώρους εργασίας. Το σχέδιο πρέπει να δοκιμάζεται τακτικά, με ασκήσεις ή άλλο πρόσφορο τρόπο, ώστε σε περίπτωση κινδύνου ή καταστροφής να μπορούν οι εργαζόμενοι να διασωθούν.  2. Η χάραξη, οι διαστάσεις και η διευθέτηση των οδών διάσωσης και των εξόδων κινδύνου πρέπει να είναι ανάλογες με τις εγκαταστάσεις, τη χρήση και την επιφάνεια των χώρων εργασίας, καθώς και με τον αριθμό των εργαζομένων. Οι οδοί διάσωσης επισημαίνονται κατάλληλα και πρέπει να οδηγούν σε ελεύθερο ή ασφαλή χώρο και από το συντομότερο δυνατό δρόμο.».
  3. Στην εξεταζόμενη υπόθεση, με τον πρώτο λόγο της από 11.11.2015 οι δεύτερος και τρίτος εκκαλούντες παραπονούνται γιατί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι, πέραν της πρώτης εκκαλούσας, που είναι νομικό πρόσωπο και εργολάβος του έργου, υποχρεώθηκαν και αυτοί στην πληρωμή χρηματικών ποσών  ενώ, απλώς, είχαν την ιδιότητα των συνδιαχειριστών της πρώτης εκκαλούσας και όσα έπραξαν στην υπόψη περίπτωση τα έπραξαν επ΄ ευκαιρία της προαναφερόμενης ιδιότητάς τους χωρίς να βαρύνονται με αδικοπρακτική ευθύνη. Ο λόγος αυτός της από 11.11.2015 εφέσεως παραδεκτά προβλήθηκε και πρέπει να εξεταστεί ως προς την βασιμότητά του δεδομένου ότι, όπως ήδη σημειώθηκε, τα όργανα κεφαλαιουχικής εταιρείας, όπως η πρώτη εκκαλούσα, έχουν αδικοπρακτική ευθύνη, υπό τις προϋποθέσεις που σημειώθηκαν.
  • Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ………. και ………….., οι οποίοι εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και των οποίων οι καταθέσεις περιέχονται στα πρακτικά της συζητήσεως των αγωγών, και από το σύνολο όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων τα οποία τα διάδικα μέρη προσκομίζουν νομίμως και επικαλούνται είτε προς άμεση απόδειξη είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και στα οποία συγκαταλέγονται φωτογραφίες του πλοίου, του καταστρώματός του και του χώρου του ατυχήματος όπως και σχετικά σχεδιαγράμματα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Στις 18.06.2008, το πλοίο μεταφοράς υγροποιημένου αερίου (Liquefield Petroleum Gas), με το όνομα «F.», σημαίας …., πλοιοκτησίας της εταιρείας, με την επωνυμία «…….. S.A.», και διαχειρίσεως της αλλοδαπής, αλλά νόμιμα εγκαταστημένης στην Ελλάδα, εταιρείας, με την επωνυμία «……..», κατέπλευσε στην Ναυπηγοεπισκευαστική    Ζώνη    Περάματος Ν.   Αττικής, προκειμένου να εκτελεστούν σ’ αυτό προγραμματισμένες εργασίες συντηρήσεως, σύμφωνα με τις απαιτήσεις – υποδείξεις του Γαλλικού Νηογνώμονα, στην κλάση του οποίου ήταν ενταγμένο το πλοίο, με σκοπό την ανανέωση των πιστοποιητικών αξιοπλοΐας του. To πλοίο ανήκε στην κατηγορία των ειδικών πλοίων (υγραεριοφόρο – «αεράδικο») και ήταν  κατασκευασμένο για να μεταφέρει υγροποιημένα αέρια πετρελαίου. Για τον σκοπό αυτό διέθετε τρεις δεξαμενές φορτίου, συνολικού όγκου 5.600 κυβικών μέτρων, οι οποίες είχαν σχήμα δύο ενωμένων κυλίνδρων η καθεμία, ήταν τοποθετημένες σε οριζόντια θέση στον εσωτερικό χώρο του περιβλήματος του πλοίου (αμπάρι) κάτω από το κύριο κατάστρωμα και ήταν χωρισμένες η μία με την άλλη με εγκάρσιες στεγανές φράκτες. Ο χώρος του αμπαριού, μετά τον εγκιβωτισμό των δεξαμενών φορτίου, αποτελούσε τον κενό χώρο (void space), οριοθετούμενο από τα εξωτερικά τοιχώματα των δεξαμενών φορτίου, το εξωτερικό περίβλημα του πλοίου, τον πυθμένα και το κυρίως κατάστρωμα. Κάτω από τον πυθμένα εδράσεως, όπου εδραζόταν η δεξαμενή φορτίου Νο3 (cargo tank), βρίσκονταν οκτώ διπύθμενες δεξαμενές, αυτές του έρματος (ballast tanks), που ήταν πλευρικές και αυτές των καυσίμων (fuel oil tanks), που ήταν κεντρικές. Οι διπύθμενες δεξαμενές, λόγω της κατασκευής τους, ήταν χώροι πολύ περιορισμένοι και δυσχερώς προσβάσιμοι, καθώς το ύψος των δεξαμενών καυσίμου ανερχόταν στο ένα (1) μέτρο, ενώ των δεξαμενών έρματος, που είχαν κεκλιμένο επίπεδο, ανερχόταν τα δύο και μισό (2,5) μέτρα, έφεραν δε εγκάρσιες έδρες κάθε 65 εκατοστά του μέτρου σε όλο το μήκος τους. Η είσοδος εντός των παραπάνω δεξαμενών γινόταν δια μέσου ανθρωποθυρίδων διαστάσεων 60X40 εκατοστών η καθεμία, που βρίσκονταν στην οροφή των δεξαμενών, ενώ οι εγκάρσιες έδρες (χαλύβδινες κατασκευές), που υπήρχαν στο εσωτερικό των δεξαμενών, έφεραν στο μέσον του εύρους τους ανοίγματα, διαμέσου των οποίων γινόταν η προσπέλαση των χώρων αυτών. Η είσοδος στον κενό χώρο της  δεξαμενής φορτίου Νο3 γινόταν από το κύριο κατάστρωμα  μέσω δύο  ανοιγμάτων, διαστάσεων 65X85 εκατοστών το καθένα, ένα στην αριστερή και ένα στη δεξιά πλευρά του πρυμναίου άκρου, και κάθετης μεταλλικής κλίμακας από  κάθε άνοιγμα, ύψους δέκα (10) μέτρων περίπου μέχρι τον πυθμένα εδράσεως της δεξαμενής φορτίου. Κατά μήκος κάθε πλευράς της δεξαμενής φορτίου και σε απόσταση τριών και μισό (3,5) μέτρων περίπου από το κύριο κατάστρωμα υπήρχε διάζωμα από ξύλινα μαδέρια, εύρους 50 εκατοστών περίπου, του οποίου η προσέγγιση γινόταν από τις παραπάνω κλίμακες και το οποίο ένωνε το πρυμναίο με το πρωραίο άκρο του χώρου. Επιπλέον, στην πρωραία εγκάρσια στεγανή φρακτή υπήρχαν και κάθετες μόνιμες μεταλλικές κλίμακες, κατασκευασμένες στην πλευρά του πλοίου, ύψους 4,5 μέτρων περίπου η καθεμία με 13 σκαλοπάτια, που ένωναν το περιμετρικό διάζωμα με τον πυθμένα εδράσεως της δεξαμενής φορτίου, Η έδραση της δεξαμενής φορτίου χώριζε τον κενό χώρο μεταξύ του περιβλήματος του πλοίου και της δεξαμενής φορτίου σε τέσσερα επιμέρους τμήματα, δηλαδή τα Νο1, Νο2, Νο3 και Νο4. Η μετάβαση δε από το ένα τμήμα στο άλλο, για άτομο που βρισκόταν στον πυθμένα του χώρου, γινόταν μέσω μιας οπής (μιας σε κάθε πλευρά του πλοίου) διαστάσεων 50X40 εκατοστών. Λόγω της παραπάνω διαμορφώσεως του κενού χώρου η προσέγγιση αυτού και η αποχώρηση από κάθε σημείο του ήταν ιδιαίτερα δυσχερής. Το ανωτέρω πλοίο πλαγιοδέτησε παραλλήλως της δεξιάς πλευράς του πλοίου «S.T., το οποίο ήταν πλευρισμένο στον προβλήτα Νο2 της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης του Περάματος. Μεταξύ των εργασιών που είχαν προγραμματιστεί να εκτελεστούν στο πλοίο  ήταν και ελασματουργικές εργασίες τόσο στο κύριο κατάστρωμα του πλοίου όσο και στις διπύθμενες δεξαμενές έρματος. Επίσης,    θα   εκτελούνταν    μηχανουργικές,   σωληνουργικές, ηλεκτρολογικές εργασίες καθώς και εργασίες στα ηλεκτρονικά συστήματα του πλοίου και εργασίες καθαρισμού. Η προαναφερόμενη διαχειρίστρια εταιρεία του πλοίου ανέθεσε την εκτέλεση των ελασματουργικών εργασιών στην εταιρεία, με την επωνυμία  «…………. LTD», με υπεύθυνους του συνεργείου αυτής τους δεύτερο και τρίτο  από τους εκκαλούντες  με την από 11.11.2015 έφεση ………. (αποβιώσαντα μετά την άσκηση της εφέσεως, στις 09.11.2016) και ……………, υπεύθυνος δε εργοδηγός της εργολάβου εταιρείας ήταν ο τέταρτος από τους εκκαλούντες  ………… Η εργολάβος  εταιρεία ανέθεσε υπεργολαβικά  τις ελασματουργικές εργασίες («χοντροδουλειές») στις διπύθμενες δεξαμενές έρματος στο συνεργείο της εταιρείας «…………… Ε.Ε.», νόμιμοι εκπρόσωποι της οποίας ήταν οι δεύτερος και τρίτος από τους εκκαλούντες με την από 16.11.2015 έφεση …………. και …………., δεδομένου ότι η εργολάβος αδυνατούσε να ανταποκριθεί στο ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα ολοκληρώσεως του έργου και ενόψει του ότι επέλεξε να εκτελέσει τις «εξειδικευμένες» εργασίες στο κατάστρωμα του πλοίου. Η σύμβαση υπεργολαβίας καταρτίστηκε άτυπα και δεν αναγγέλθηκε στην διαχειρίστρια εταιρεία πλην όμως η κατάρτισή της προκύπτει με σαφήνεια από  καταθέσεις εργαζομένων (……………) όσο και από έγγραφα (βλ. τις προσκομιζόμενες με νόμιμη επίκληση υπ΄  αυξ. αριθμ. …………αποδείξεις πληρωμής της πρώτης εκκαλούσας με την από 11.11.2015 έφεση και λήπτρια των πληρωμών την πρώτη εκκαλούσα με την από 16.11.2015 έφεση). Επίσης, η διαχειρίστρια εταιρεία προσέλαβε τον μη διάδικο ……….. ως τεχνικό ασφαλείας, ο οποίος, στην συνέχεια, στις 17.07.2008,  αντικαταστάθηκε από τον μη διάδικο …………, τόσο για την υπόδειξη των αναγκαίων μέτρων υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων στις παραπάνω εργασίες όσο και για τον έλεγχο της τηρήσεως και ορθής εφαρμογής αυτών ενώ όρισε τον ………….., που ήταν αρχιμηχανικός, ως υπεύθυνο για την παρακολούθηση των εκτελούμενων στο πλοίο επισκευαστικών εργασιών, με σκοπό την διαπίστωση του αν οι εργασίες αυτές ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του Νηογνώμονα και στα όσα συμφωνήθηκαν με τον εργολάβο. Για τις παραπάνω επισκευές χορηγήθηκε η προβλεπόμενη άδεια από την αρμόδια λιμενική αρχή (Κ.Λ.Π./ΖΛ΄ Λιμενικό Τμήμα Περάματος) μετά από αίτηση του πλοίαρχου του πλοίου.  Στις 24.07.2008 και ενώ οι εργασίες που είχε αναλάβει η εργολάβος εταιρεία είχαν ολοκληρωθεί,  οι εκτελούμενες από την υπεργολάβο προγραμματισμένες εργασίες στις διπύθμενες δεξαμενές έρματος,  που βρίσκονταν κάτω από την  δεξαμενή φορτίου Νο3, συνεχίζονταν και μάλιστα πέραν του κανονικού ωραρίου, που έληγε την  15:00. Στο χρονικό διάστημα μεταξύ της 15:30 ώρας και της 16:00 ώρας  στην αριστερή πλευρά του κενού χώρου Νο2 της δεξαμενής φορτίου Νο3 εξεράγη πυρκαγιά. Κατ΄ εκείνο το χρόνο, στις δεξαμενές έρματος εργάζονταν  δύο  τεχνίτες ελασματουργοί – εφαρμοστές, οι οποίοι, με τους αντίστοιχους βοηθούς τους (……………), βρίσκονταν στην δεξιά πλευρά του παραπάνω χώρου και συγκεκριμένα κοντά στην πρωραία ανθρωποθυρίδα της  δεξιάς διπύθμενης δεξαμενής έρματος Νο6, εκτελώντας εργασίες οξυγονοκοπής ελασμάτων στην οροφή των διπύθμενων δεξαμενών έρματος Νο 5 και Νο6, ένας  τεχνίτης ελασματουργός – εφαρμοστής με τον βοηθό του (……………), οι οποίοι βρίσκονταν κοντά στη μεσαία ανθρωποθυρίδα της αριστερής διπύθμενης    δεξαμενής    έρματος Νο6,     εκτελώντας    εργασίες οξυγονοκοπής – αντικατάσταστάσεως φθαρμένων ελασμάτων στην οροφή της ως άνω δεξαμενής, ένας ηλεκτροσυγκολλητής (……….), ο οποίος εργαζόταν μέσα στην αριστερή διπύθμενη δεξαμενή έρματος Νο6 πλησίον της πρυμναίας ανθρωποθυρίδας αυτής και ο οποίος πριν την έκρηξη της πυρκαγιάς είχε ανέλθει στο κατάστρωμα,   δύο   ηλεκτροσυγκολλητές      (………….), οι οποίοι εργάζονταν εντός της αριστερής διπύθμενης δεξαμενής έρματος Νο6, και ένας ηλεκτροσυγκολλητής (……….), ο οποίος εργαζόταν εντός της  αριστερής διπύθμενης δεξαμενής έρματος Νο5, πλησίον της  πρυμνιαίας εγκάρσιας στεγανής φρακτής και ο οποίος πριν την έκρηξη της πυρκαγιάς είχε ανέβει στο κατάστρωμα. Στον ίδιο χώρο είχαν κατέλθει  και  δύο  μέλη  του  πληρώματος του πλοίου,   ο  υποπλοίαρχος (……..) με ένα ναύτη (……..), για να περισυλλέξουν διάφορα απορρίμματα. Λίγο πριν την έκρηξη της πυρκαγιάς, ο εργαζόμενος ………..  κατέβηκε στην αριστερή διπύθμενη δεξαμενή έρματος Νο6, για να ειδοποιήσει τον …….  να ανέβει στο κατάστρωμα, ο ίδιος δε παρέμεινε στο χώρο του διπύθμενου για να συλλέξει   τα εργαλεία του τελευταίου. Περί ώρα 16:15 ενώ ο τεχνίτης ελασματουργός   ……….   εκτελούσε   εργασία οξυγονοκοπής, ο βοηθός του ………   αντιλήφθηκε την αιφνίδια εκδήλωση φωτιάς και φώναξε σ’ αυτόν ότι πίσω του υπάρχει φωτιά. Ο ………. τότε ανέβηκε αμέσως το κεκλιμένο δάπεδο των διπύθμενων και δίπλωσε (τσάκισε) τον σωλήνα  (λάστιχο) τροφοδοσίας του εργαλείου του με προπάνιο, για να σταματήσει η φωτιά. Επειδή, όμως, αυτή δεν έσβηνε, ο ……… εγκατέλειψε τον χώρο, ανεβαίνοντας στο κατάστρωμα από την πρυμναία αριστερή μόνιμη κλίμακα. Αντίθετα, ο βοηθός του ………. κινήθηκε προς το πρωραίο τμήμα, όπου εγκλωβίστηκε, με αποτέλεσμα να καταπέσει στην κύρια εστία της φωτιάς και να βρει τραγικό θάνατο. Η εστία της πυρκαγιάς εντοπίστηκε στο τμήμα της αριστερής πλευράς του  κενού χώρου Νο3,   δηλαδή του χώρου που παρεμβάλλεται μεταξύ  του  εξωτερικού  περιβλήματος  του  πλοίου  και  της εγκιβωτισμένης στο χώρο αυτό δεξαμενής φορτίου Νο3, όπου εργάζονταν ο τεχνίτης ……. και ο άτυχος βοηθός του ……….. Η πυρκαγιά προήλθε από την ανάφλεξη των ελαστικών σωλήνων παροχής προπάνιου και οξυγόνου, οι οποίοι τροφοδοτούσαν το εργαλείο οξυγονοκοπής του ………..   Η   ανάφλεξη   αυτή   είχε   ως   αποτέλεσμα   την απελευθέρωση των ελαστικών σωλήνων από το εργαλείο οξυγονοκοπής και, ενόψει του ότι οι πιέσεις των παρεχόμενων αερίων προπανίου και οξυγόνου εντός των σωλήνων, ανέρχονταν περίπου στις 3 και 7 ατμόσφαιρες αντίστοιχα, οι ως άνω ελαστικοί σωλήνες έκαναν «οφιοειδή» κίνηση και περιέλουζαν με πολύ ισχυρή προβολή φλόγας, που προερχόταν από τα ελεύθερα άκρα τους, τον περιβάλλοντα χώρο και την μόνωση της δεξαμενής. Το υλικό της μονώσεως ήταν διογκωμένο πολυστυρένιο – (C8H8)n (κοινώς φελιζόλ), πάχους 20 εκατοστών, το οποίο ανεφλέγη σε πολύ λίγο χρόνο λόγω του μεγάλου θερμικού φορτίου και της υψηλής θερμοκρασίας,   μετά   την  κατάρρευση   των  προστατευτικών λαμαρινών που το συγκρατούσαν εξωτερικά. Οι φλόγες, που είχαν φορά από κάτω προς τα πάνω, κατέκαψαν την μόνωση στο τμήμα αυτό από το κατώτερο σημείο της δεξαμενής μέχρι την οροφή αυτής, ενώ στα υπόλοιπα τμήματα της δεξαμενής έκαψαν το επάνω μέρος της. Από την ανάφλεξη του παραπάνω υλικού απελευθερώθηκαν τοξικά αέρια, μεταξύ των οποίων και το μονοξείδιο του άνθρακα (CO), το οποίο εισέπνευσαν οι εργαζόμενοι ……………..με συνέπεια να βρουν τραγικό θάνατο, ενώ τραυματίστηκε ο εργαζόμενος ………… Επιπλέον, ο χώρος κατακλύστηκε σε ελάχιστο χρόνο από πυκνή αιθάλη που καθιστούσε αδύνατη την ορατότητα και την διαφυγή των παραπάνω εργαζομένων.  Η ανάφλεξη των ελαστικών σωλήνων προήλθε από ρινίσματα τηκόμενου μετάλλου (καύτρες), τα οποία εκτοξεύονταν στον χώρο κατά την εργασία οξυγονοκοπής που εκτελούσε ο …………. Τα εν λόγω πυρακτωμένα ρινίσματα μετάλλου έχουν θερμοκρασία πάνω από 700 βαθμούς, κρυώνουν μετά από 2 έως 3 λεπτά, ενώ η κατεύθυνση και η απόσταση, στην οποία εκτοξεύονται, εξαρτάται αφενός από την θέση του τεχνίτη και τον τρόπο που κρατά το εργαλείο του και αφετέρου από την πίεση του οξυγόνου. Τα πυρακτωμένα ρινίσματα μπορεί να πεταχτούν αρκετά μακρυά από την θέση εργασίας, ανάλογα με την πίεση του οξυγόνου. Όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η πίεση τόσο μεγαλύτερη είναι και η απόσταση που θα διανύσουν τα ρινίσματα, όπως, επίσης, και το εύρος αναπηδήσεως αυτών,  όταν προσκρούουν σε σταθερή επιφάνεια. Έτσι το εύρος εκτοξεύσεώς τους  κυμαίνεται από 3 μέχρι 6 μέτρα (όπου 3 μέτρα είναι το σημείο της αρχικής πτώσεως και 6 μέτρα το σημείο μετά την αναπήδηση) μπορεί δε να φτάσει ακόμη και τα 10 μέτρα. Το  συμπέρασμα  ότι ο προαναφερόμενος χώρος αποτέλεσε το σημείο ενάρξεως της πυρκαγιάς βασίζεται στο γεγονός ότι ο χώρος αυτός είχε τα εντονότερα ίχνη από τη φωτιά, ενώ εκεί βρέθηκε ένα μόνο εργαλείο    οξυγονοκοπής, αυτό που χρησιμοποιούσε   ο ελασματουργός  …………….  Το επιστόμιο (βάνα) προπανίου, που ήταν στην αρχή της   λαβής του εργαλείου, βρέθηκε στην κλειστή θέση, ενώ το επιστόμιο (βάνα) του οξυγόνου κοπής, που ήταν στην μέση περίπου της λαβής του εργαλείου, βρέθηκε ανοιχτό κατά 1/4 μιας πλήρους στροφής και το επιστόμιο (βάνα) του οξυγόνου ρυθμίσεως της φλόγας, που και αυτό ήταν στο μέσο της λαβής, βρέθηκε στην θέση «ανοικτό». Τα παραπάνω  ευρήματα  καταδεικνύουν  ότι  ο  τεχνίτης  ……….. είχε ανοικτό το εργαλείο του, εκτελώντας εργασία οξυγονοκοπής, κατά την στιγμή εκδηλώσεως της φωτιάς, και, μόλις ο ………… τον ειδοποίησε, έκλεισε μόνο την παροχή του προπάνιου, ενώ αμέσως αναδίπλωσε (τσάκισε) και τους σωλήνες (λάστιχα) των παροχών, πιστεύοντας ότι αυτά ήταν οι σωλήνες (λάστιχα) της δικής του παροχής, για να σταματήσει η φωτιά. Από το γεγονός, όμως, ότι η φωτιά επεκτάθηκε προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι ο ………. αναδίπλωσε σωλήνες (λάστιχα) άλλων παροχών. Στην από 09.01.2009 έκθεση ατυχήματος, που συνέταξαν οι τεχνικοί επιθεωρητές του Σώματος Επιθεωρήσεως Εργασίας της Περιφερειακής Διευθύνσεως ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πειραιώς και Νότιου Αιγαίου του Υπουργείου Απασχολήσεως και Κοινωνικής Προστασίας ……….. , σημειώνεται ότι εκτός από τους σωλήνες (οξυγόνου- προπάνιου), που κατέληγαν στον χώρο που εκδηλώθηκε η φωτιά, διέρχονταν από εκεί και άλλοι δύο σωλήνες (οξυγόνου – προπάνιου), οι οποίοι περνούσαν κάτω από τη δεξαμενή φορτίου Νο3 και κατέληγαν στο δεξιό μέρος του κενού χώρου Νο3. Με βάση όσα αναπτύχθηκαν παραπάνω, ο ………… δεν επέδειξε οποιαδήποτε αμελή συμπεριφορά, δεδομένου ότι δεν μπορούσε να αποτρέψει ούτε να ελέγξει τη διασπορά των πυρακτωμένων ρινισμάτων. Κατά την οξυγονοκοπή  είναι  συνηθισμένη η  εκτόξευση  τέτοιων ρινισμάτων, τα οποία μάλιστα αφήνουν τα σημάδια τους και στα σώματα των εργαζόμενων ελασματουργών. Ο παραπάνω τεχνίτης ήταν έμπειρος και εργαζόταν σ’ αυτή την εργασία από το έτος 1990, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι έκανε μη ορθή χρήση του εργαλείου   οξυγονοκοπής.    Αντίθετα, προέκυψε ότι αυτός, παρόλο ότι οι συνθήκες εργασίας ήταν πολύ  δύσκολες  (στενότητα  χώρων,  υψηλές θερμοκρασίες λόγω της χρήσεως φλόγας αλλά και λόγω της εποχής, παρά την κόπωση, καθώς εργαζόταν πέραν του κανονικού ωραρίου και παρά τον δικαιολογημένο πανικό στην θέα της φωτιάς, έκανε την πλέον κατάλληλη κίνηση αναδιπλώνοντας τους σωλήνες (λάστιχα) των παροχών. Περαιτέρω, όμως, αποδεικνύεται η επέκταση της φωτιάς με το παραπάνω τραγικό αποτέλεσμα (θάνατος των ………….., οι οποίοι στο αίμα τους έφεραν την ουσία ανθρακυλαιμοσφαιρίνη – HbCO, σε ποσοστό 60%, η οποία είναι ένωση που σχηματίζεται από την εισπνοή μονοξείδιου του άνθρακα, και τραυματισμός των ………………, οι οποίοι εισέπνευσαν τοξικό καπνό και νοσηλεύτηκαν στο Θριάσιο Νοσοκομείο, και …………, ο οποίος υπέστη διάστρεμμα στον αστράγαλό του στην προσπάθειά του να διαφύγει) οφείλεται σε έλλειψη μέτρων ασφαλείας. Ειδικότερα, το παραπάνω αποτέλεσμα οφείλεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, στις από αμέλεια παραβάσεις των προβλέψεων των άρθρων 15§ και 71§§2,4 π. δ. 70/1990 ενόψει του ότι ο χώρος εκρήξεως της φωτιάς και προκλήσεως της πυρκαγιάς δεν ήταν απαλλαγμένος απορριμμάτων, δεν υπήρχε επαρκής παρακολούθηση των διεξαγόμενων εργασιών με την χρήση γυμνής φλόγας, δεν είχαν τοποθετηθεί άφλεκτο παραπέτασμα στον σχετικό χώρο και δεν υπήρχε επαρκής αριθμός κατάλληλων πυροσβεστήρων για την αντιμετώπιση της φωτιάς. Ομοίως δεν τηρήθηκαν οι προβλέψεις  των άρθρων 8§§1, 2 π. δ. 70/1990 και  18 ν. 1568/1985 ενόψει του ότι δεν είχε καταρτιστεί σχέδιο διαφυγής και διασώσεως των εργαζομένων στον ένδικο χώρο και για τις όποιες ρυθμίσεις είχαν προβλέψει οι τεχνικοί ασφάλειας του έργου δεν είχαν ενημερωθεί οι εργαζόμενοι. Η υποχρέωση των εναγόμενων νομικών προσώπων δια των οργάνων τους και των προστηθέντων τους να ενεργούν όπως αμέσως προηγουμένως αναφέρεται καθώς επίσης και να μην δέχονται να εκτελούν εργασίες σε χώρους όπου δεν τηρούνται οι ανωτέρω προβλέψεις, έστω και αν δεν είναι αυτά υπόχρεα για την πραγμάτωσή τους, προβλέπεται και διαγράφεται στα άρθρα 15 Π.Κ., 3,4,6, 9, 14, 22 π. δ. 70/1990, 6 και 32 ν. 1568/1985. Αυτονοήτως, λοιπόν, τα εκκαλούντα νομικά πρόσωπα και ο τέταρτος εκκαλών με την από 11.11.2015 έφεση ευθύνονται αδικοπρακτικά. Ωστόσο, αδικοπρακτικά ευθύνονται και τα λοιπά εκκαλούντα φυσικά πρόσωπα – όργανα των νομικών προσώπων γιατί αυτά δεν περιορίζονταν στην άσκηση των καταστατικών και εταιρικών καθηκόντων τους αντιστοίχως, αλλά συμμετείχαν στις δραστηριότητες των εταιριών (εργολάβου και υπεργολάβου) στο ένδικο πλοίο, όπως προκύπτει τόσο από τις μαρτυρικές καταθέσεις όσο και από τα διδάγματα της κοινής πείρας δεδομένου ότι σε τεχνικές εταιρείες μικρού μεγέθους, όπως οι εκκαλούσες, τα φυσικά πρόσωπα – όργανά τους δεν περιορίζονται στην άσκηση διευθυντικών καθηκόντων, αλλά προσφέρουν τις υπηρεσίες τους κατά την παροχή των υπηρεσιών τους. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι τα εκκαλούντα φυσικά πρόσωπα έχουν καταδικαστεί με την καταστάσα αμετάκλητη, μετά την απόρριψη των κατ΄ αυτής ασκηθεισών αιτήσεων αναιρέσεως με την υπ΄ αριθμ. 829/2017 απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου,  υπ΄ αριθμ. 812, 886, 939, 1127, 1128, 1130, 1131, 1132, 1133, 1134/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Πειραιώς σε συνολικές ποινές φυλακίσεως πέντε (5) ετών και έντεκα (11) μηνών (ο …………) και έξι (6) ετών και δέκα (10) μηνών (οι λοιποί) για τα εγκλήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή και του εμπρησμού από αμέλεια από τον οποίο επήλθε θάνατος κατά συρροή και σωματική βλάβη, δηλαδή για πράξεις που προβλέπονται και τιμωρούνται από τα άρθρα 94§1, 264, 266, 314§1 εδάφ.  α΄ και 315§1 εδάφ.  β΄ Π.Κ. . Συνεπώς, το επελθόν αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως της ευθύνης της εργοδότριας, οφείλεται και στην συγκλινουσα αμελή συμπεριφορά των εναγομένων. Επιπροσθέτως, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι οι θανόντες ζούσαν αρμονικά με τις οικογένειές τους και διατηρούσαν στέρεους δεσμούς με τις συζύγους τους (οι έγγαμοι) και τους λοιπούς συγγενείς τους είτε διαβίωναν μαζί είτε χωριστά. Εξαιτίας αυτών των συνθηκών τόσο οι χήρες τους όσο και οι λοιποί συγγενείς τους   βίωσαν ιδιαιτέρως έντονη ψυχική οδύνη από το γεγονός του τραγικού θανάτου τους για δε την ανακούφιση και παρηγορία τους για το ένδικο γεγονός δικαιούνται να λάβουν εύλογα χρηματικά ποσά. Ηθική βλάβη από την βλάβη της υγείας του υπέστη και ο εργαζόμενος ……………, ο οποίος παρέστη ανάγκη να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο, με αποτέλεσμα να δικαιούται να λάβει χρηματικό ποσό για την ανακούφισή του από αυτή (ηθική βλάβη). Για το προσδιορισμό των δικαιούμενων χρηματικών ποσών το Δικαστήριο τούτο λαμβάνει υπόψη του το είδος της προσβολής των αγαθών των παθόντων και την έκταση της βλάβης (ζωή και υγεία), τις συνθήκες τελέσεως της αδικοπραξίας (θάνατος από ασφυξία και τραυματισμός στο σκοτεινό περιβάλλον των διπύθμενων πλοίου), την βαρύτητα του πταίσματος των υπόχρεων όπως αυτή εναργώς περιγράφηκε ανωτέρω, την έλλειψη συντρέχοντος πταίσματος των παθόντων, την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των εναγόντων (οικογένειες μισθοβίωτες χωρίς περαιτέρω οικονομικές δυνατότητες), την οικονομική κατάσταση των υπόχρεων και την κοινωνική κατάσταση των εξ αυτών φυσικών προσώπων και, τέλος, την μετά την τέλεση της αδικοπραξίας αδιάφορη συμπεριφορά των εναγομένων (ΑΠ 464/2017 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος). Περαιτέρω, από την επισκόπηση φωτοτυπικού αντιγράφου της εκκαλούμενης αποφάσεως προκύπτει ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναγνώρισε ότι τα εναγόμενα πρόσωπα οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον στους παριστάμενους στην παρούσα έκκλητη δίκη ενάγοντες τα εξής χρηματικά ποσά: 1. Στους γονείς του θανόντος ………….. 50.000,00€ σε έκαστο, 2. στα αδέλφια του ανωτέρω θανόντος ………….. 40.000,00€ σε έκαστο, 3. στην μητέρα του θανόντος …….., ……… 50.000,00€, 4. στα αδέλφια του ανωτέρω θανόντος …….. 40.000,00€ σε έκαστο,  5. στους γονείς του ……… 50.000,00€ σε έκαστο,  6. στα αδέλφια του ανωτέρω θανόντος …….. 40.000,00€ σε έκαστο, 7. στον υποστάντα σωματική βλάβη ……… 3.000,00€, 8. στην χήρα του θανόντος ……., ……… 50.000,00€, 9. στις  θυγατέρες του ανωτέρω θανόντος ….. και ……. 50.000,00€ σε έκαστη, 10. στα αδέλφια του αυτού θανόντος ………. 40.000,00€ σε έκαστο, 11. στον γιο της προαποβιώσασας συζύγου του θανόντος ………… 20.000,00€, 12. στον γιο του ανωτέρω θανόντος …….. 50.000,00€, 13. στον πεθερό του αυτού θανόντος ……….. 20.000,00€, 14. στον αδελφό του θανόντος  …….. 40.000,00€, 15. στους γονείς του αυτού θανόντος ……. και ……. 50.000,00€ σε έκαστο,  16. στον παππού και στην γιαγιά του αυτού θανόντος από την μητρική  γραμμή …. και …. 20.000,00€ σε έκαστο, 17. στην χήρα του θανόντος ……… και στα τέκνα τους … και …. 50.000,00€ σε έκαστο,  18. στην πεθερά του αυτού θανόντος …… 20.000,00€, 19. στις χήρα, θυγατέρα και μητέρα του θανόντος ………… 50.000,00€ σε έκαστη και 20. στην αδελφή του αυτού θανόντος … . 40.000,00€. Τα προαναφερόμενα χρηματικά ποσά, καθ΄ εαυτά ορώμενα και όχι ως σύνολο, κρίνονται από το Δικαστήριο τούτο, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων που σημειώθηκαν ανωτέρω, ως εύλογα και αναλογικά προσδιορισμένα σε σχέση με την ψυχική οδύνη και την ηθική βλάβη των δικαιούχων, με συνέπεια η σχετική αιτίαση που διατυπώνεται με την από 11.11.2015 έφεση να είναι αβάσιμη. Ενόψει των ανωτέρω κρίνεται ότι οι παραδεκτά προβληθέντες λόγοι της από 11.11.2015 εφέσεως είναι αβάσιμοι και, για τον λόγο αυτό η έφεση αυτή πρέπει να απορριφθεί κατ΄ ουσίαν. Περαιτέρω, οι ως άνω αγωγές, καθόσον στρέφονται κατά των εκκαλούντων με την από 16.11.2015 έφεση, πρέπει να διακρατηθούν από το Δικαστήριο τούτο, να αναδικαστούν ερήμην των εναγόντων, πλην αυτών που ενήγαγαν με την από 23.07.2013 αγωγή, η διαδικασία να λάβει χώρα ως εάν να ήσαν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 672 Κ.Πολ.Δ.), να καταργηθεί η δίκη που ανοίχτηκε με την από 02.12.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….) αγωγή ως προς τους πέμπτη, έκτο και έβδομο των εναγομένων, λόγω παραιτήσεως του ενάγοντος από το δικόγραφο αυτής ως προς τους εν λόγω εναγόμενους, και να γίνουν δεκτές, επειδή είναι παραδεκτές και εν μέρει νόμιμες και κατ΄ ουσίαν βάσιμες  όπως πρωτοδίκως, κατά τα στο διατακτικό ειδικότερα διαλαμβανόμενα.
  • Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας θα οριστεί στην απόφαση αυτή λόγω της ερημοδικίας μέρους των εφεσιβλήτων με την από 16.11.2015 έφεση (άρθρα 673§1, 502§1, 505 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα στο διατακτικό.
  1. Το παράβολο που κατέθεσαν οι εκκαλούντες με την από 11.11.2015 έφεση πρέπει να τους αποδοθεί γιατί αυτό (παράβολο) κατατέθηκε ως εκ περισσού (άρθρο 495§4 εδάφ. τελευταίο Κ.Πολ.Δ.).
  2. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να επιβληθούν εις βάρος των ηττώμενων διαδίκων, κατά παραδοχή αιτημάτων των νικώντων διαδίκων, σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 183, 178§1, 189§1, 191§2, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ., 58§§3, 4 περίπτ. α΄, 63§1 περίπτ. i στοιχ. α΄, 68§1 και 166 παράρτημα Ι ν. 4194/2013, κατά τα στο διατακτικό.

Γ  Ι  Α     Τ  Ο  Υ  Σ     Λ  Ο  Γ  Ο  Υ  Σ     Α  Υ  Τ  Ο  Υ  Σ

Κηρύσσει απαράδεκτη την συζήτηση της από 11.11.2015 εφέσεως ως προς τον υπεισελθόντα στην δικονομική θέση του  αποβιώσαντος στις 09.11.2016 εκκαλούντος …………… και αμφοτέρων των εφέσεων ως προς τους εφεσίβλητους …………….

Συνεκδικάζει τις από 11.11.2015 και 16.11.2016 εφέσεις κατ΄ αντιμωλίαν των εκκαλούντων, των εφεσίβλητων με την από 11.11.2016 έφεση, των εφεσίβλητων ……………. με την από 16.11.2016 έφεση και ερήμην των λοιπών εφεσίβλητων.

Ορίζει το παράβολο στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200,00€) για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της αποφάσεως αυτής.

Δέχεται τυπικά αμφότερες τις εφέσεις.

Απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από  11.11.2016 έφεση.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου στους εκκαλούντες.

Δέχεται κατ΄ ουσίαν την από 16.11.2016 έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη υπ΄ αριθμ. 113/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα ως προς τους εκκαλούντες με την από 16.11.2016 έφεση.

Κρατεί προς αναδίκαση ως προς τους ανωτέρω εκκαλούντες – εναγόμενους τις από 14.10.2009 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….), 20.01.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………..), 02.12.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….), 23.07.2013 (………..) και 16.09.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………..) αγωγές.

Συνεκδικάζει  ερήμην των εναγόντων τις από 14.10.2009 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………), 20.01.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……..), 02.12.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………..) και 16.09.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……….) αγωγές και κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων την από 23.07.2013 (………) αγωγή.

Καταργεί την δίκη που ανοίχτηκε με την από 02.12.2010 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………) αγωγή ως προς τους ανωτέρω εναγόμενους.

Απορρίπτει όσα κρίθηκαν απορριπτέα.

Δέχεται εν μέρει τις αγωγές.

Αναγνωρίζει ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον μεταξύ τους και μετά των λοιπών εναγομένων στους ακόλουθους ενάγοντες τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά με τους νόμιμους τόκους από την επόμενη της επιδόσεως κάθε αγωγής: Στον ………. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην ……….. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην ……………. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στον ………….ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην …………. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στον ……….. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην ………. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην ………… ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στον ………… ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην …………ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην ……….. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην ………… ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στον …………. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην ………. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην …….. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην ……….. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στον ………. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στον ……… ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην ……… ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην ……… ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στην ………. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στον …………… ποσό είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€), στον ……….ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στον ………. ποσό είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€), στην ………. ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€), στον ………. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στον ……….ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στον ………..ποσό είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€), στην ……….. ποσό είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€), στην ………… και στα τέκνα της ……….. των οποίων ασκεί ατομικά την γονική μέριμνα ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€) σε έκαστο, στην …….. ποσό είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€), στην . ………. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην …….. ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€), στην ……… ποσό πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00€) και στην ………… ποσό σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€). Και

Καταδικάζει τους εκκαλούντες – εναγόμενους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων – εναγόντων  καθορίζει δε το ποσό αυτών (και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας) σε τριάντα τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιες εβδομήντα πέντε ευρώ (34.875,00€) και κατά λόγο του αναγνωριζόμενου υπέρ εκάστου δικαιούχου ποσού προς το συνολικά αναγνωριζόμενο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  21 Δεκεμβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και  του πληρεξουσίου δικηγόρου του καλούντος-εφεσιβλήτου.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ