Αριθμός 107/2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 948/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με την παρουσία των διαδίκων, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 11-11-2019, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, διότι δεν αποδείχθηκε αλλά ούτε και οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης. Επιπλέον, για το παραδεκτό της κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο, συνολικού ποσού 100 ευρώ, κατ΄άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ (βλ. το με αριθμό …………./ 2019 e-παράβολο). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΙΙ. Με την από 19-1-2018 (αρ. κατάθ. ………../ 2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος επικαλούμενος προσβολή της προσωπικότητας του από τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο, ζητούσε, μετά από παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος, να υποχρεωθεί ο τελευταίος να του καταβάλει για αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης χρηματική ικανοποίηση, ποσού 15.000 ευρώ, καθώς και να αναγνωρισθεί, ότι του οφείλει για την ίδια αιτία το ποσό των 150.000 ευρώ, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει το ποσό των 500 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο τελευταίος με την υπό κρίση έφεση του, επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε η αγωγή να απορριφθεί καθ’ολοκληρίαν.
ΙΙΙ. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 215 § 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ, η αγωγή ασκείται με κατάθεση δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, και με επίδοση αντιγράφου της στον εναγόμενο, κατά δε την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α’ 87/23-07-2015) και, σύμφωνα με τη μεταβατικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του ίδιου νόμου, ισχύει από 01-01-2016, «[σ]την περίπτωση του άρθρου 237, η αγωγή επιδίδεται στον εναγόμενο μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της και αν αυτός ή κάποιος από τους ομοδίκους διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών. Αν η αγωγή δεν επιδοθεί μέσα στην προθεσμία αυτή, θεωρείται ως μη ασκηθείσα». Διευκρινίζεται ότι στον εναγόμενο επιδίδεται μόνο αντίγραφο της αγωγής, χωρίς κλήση προς συζήτηση, δοθέντος ότι ο ορισμός δικασίμου και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο λαμβάνουν χώρα σε μεταγενέστερο χρόνο. Από την διάταξη αυτή συνάγεται ότι στην τακτική διαδικασία, όπως αυτή αναμορφώθηκε πλήρως υπό την ισχύ του Ν. 4335/2015, η μη επίδοση στον εναγόμενο (κυρωμένου αντιγράφου) της αγωγής εντός της προθεσμίας των τριάντα (ή εξήντα) ημερών από την κατάθεση του δικογράφου της στη Γραμματεία του Δικαστηρίου ή, αν η αγωγή δεν επιδόθηκε νομότυπα κι εμπρόθεσμα στην προθεσμία, έχει ως συνέπεια αυτή να θεωρείται μη ασκηθείσα, δηλαδή ανυπόστατη. Η προθεσμία επίδοσης της αγωγής, η οποία μέχρι το Ν. 4335/2015 συνιστούσε προπαρασκευαστική προθεσμία (βλ. 228 και 229 ΚΠολΔ), καθίσταται πλέον προθεσμία ενεργείας, και η μη επίδοση της αγωγής ή τα ελαττώματα αυτής (επίδοσης) εξετάζονται αυτεπαγγέλτως από το δικάζον δικαστήριο, μη δυνάμενα να θεραπευτούν μεταγενέστερα με την αναντίλεκτη συμμετοχή του εναγόμενου στη διαδικασία (με την προκατάθεση προτάσεων), καθώς πρόκειται για ελαττώματα που πλήττουν την υπόσταση της αγωγής, η οποία θεωρείται αναδρομικά ανύπαρκτη, και δεν αφορούν μόνο το παραδεκτό της συζήτησης αυτής, όπως γινόταν δεκτό υπό το προϊσχύσαν δικαιικό καθεστώς και εξακολουθεί να ισχύει στις ειδικές διαδικασίες. Ούτε, άλλωστε, μπορεί να υποστηριχθεί ότι η επαγωγή της συνέπειας αυτής (ανυπόστατο της αγωγής) εξαρτάται από τη δυνατότητα του εναγόμενου να ανταποκριθεί στο δικονομικό βάρος επίκλησης και απόδειξης δικονομικής αυτού βλάβης από τη μη επίδοση, την παράτυπη ή εκπρόθεσμη επίδοση της αγωγής (πρβλ. άρθρο 159 αριθ. 3 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι με τη μεταβολή στον τρόπο άσκησης της αγωγής στο πλαίσιο της τακτικής διαδικασίας σκοπείται η διασφάλιση του δικαιώματος ακρόασης των διαδίκων, ιδίως του εναγόμενου, καθώς μετά την προθεσμία ενέργειας επίδοσης της αγωγής, ακολουθεί η προπαρασκευαστική προθεσμία των 100 ημερών (ή 130 για τον διαμένοντα στο εξωτερικό), για την κατάθεση των προτάσεων και τη συγκέντρωση του αποδεικτικού του υλικού (Κ. Μακρίδου, Ειδικές Διαδικασίες στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά το Ν. 4335/2015 (2017), § 1 αριθ. 3, σελ. 24-25, X. Απαλαγάκη, Συστηματική παρουσίαση των βασικών τροποποιήσεων του ΚΠολΔ από το Ν. 4335/2015 (2016), σελ. 14, Κ. Μακρίδου – X. Απαλαγάκη – Γ. Διαμαντόπουλος, Πολιτική Δικονομία, Θεωρία – Νομολογία – Υποδείγματα (Β΄ έκδοση – 2018), σελ. 7-8, Δ. Κράνης, Οι τροποποιήσεις του ΚΠολΔ (Ν. 4335/2015), Εισήγηση σε ημερίδα του Δικηγορικού Συλλόγου Κοζάνης (9 Ιουλίου 2016), προσπελάσιμη στην ιστοσελίδα του Δικηγορικού Συλλόγου Κοζάνης, I. Κουκουράκη, Οι αλλαγές που επέφερε στην πολιτική δικονομία ο Ν. 4335/2015, ΕλλΔ/νη 2017.1015, Κ. Καλαβρός, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας (4η έκδοση – 2016), § 33 αριθ. 10, Ε. Μπαλογιάννη/Π. Ρεντούλης σε Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατ’ άρθρο (επιμέλεια X. Απαλαγάκη – 5η έκδοση – 2017), άρθρο 215 αριθ. 8, ΕΦΠειρ, 679/2019 ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς]. Με τον πρώτο λόγο της έφεσης ο εκκαλών παραπονείται, επειδή η σε βάρος του αγωγή, αν και δεν του επιδόθηκε νόμιμα, καθόσον επιδόθηκε σε διεύθυνση με την οποία αυτός δεν συνδέεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, εν τούτοις εσφαλμένως δεν απορρίφθηκε ως ανυπόστατη. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, διότι όπως προκύπτει από τη με αριθμό …../15-2-2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιά, …………., που νομίμως προσκομίζεται, η αγωγή επιδόθηκε με θυροκόλληση στον εναγόμενο, στην οδό ………… Ωστόσο, αυτός ουδόλως συνδεόταν με την εν λόγω διεύθυνση κατά τον χρόνο της επίδοσης, όπως άλλωστε συνομολογεί και ο εφεσίβλητος με τις προτάσεις του ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Συνεπώς, δεν έχει γίνει νομότυπη επίδοση της αγωγής και η αγωγή θεωρείται εκ του λόγου αυτού ως μη ασκηθείσα. Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε διαφορετικά και έκανε μερικώς δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση ως βάσιμη και κατ` ουσίαν και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, αφού δε κρατηθεί η υπόθεση και αναδικαστεί η αγωγή να θεωρηθεί αυτή ως μη ασκηθείσα. Περαιτέρω, τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου- εκκαλούντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ανέρχονται συνολικά στο ποσό των 4.500 ευρώ {3.300 ευρώ για αμοιβή δικηγόρου για τη σύνταξη προτάσεων ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου -άρθρο 63 Κώδικα Δικηγόρων, 165.000 ευρώ αξία αντικειμένου αγωγής χ 2%-, 400 ευρώ γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής (προτάσεις -παράσταση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο), μετά νομίμου ΦΠΑ, 500 ευρώ για αμοιβή δικηγόρου για τη σύνταξη και κατάθεση της ένδικης έφεσης, και 300 ευρώ για τη σύνταξη προτάσεων, γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής (προτάσεις -παράσταση στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου), μετά νομίμου ΦΠΑ}, πρέπει να επιδικασθούν σε βάρος του ενάγοντος εφεσίβλητου λόγω της ήττας του και κατά ουσιαστική παραδοχή του σχετικού αιτήματος του εκκαλούντος σε συνδυασμό και με τον υποβληθέντα εκ μέρους του κατάλογο εξόδων, η βασιμότητα του οποίου πιθανολογήθηκε εν μέρει. Τέλος, αναφορικά με το παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ, που ο εκκαλών προκατέβαλε κατά την κατάθεση της εφέσεως του, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του σε αυτόν (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με την παρουσία των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση κατά το τυπικό και ουσιαστικό της μέρος.
Εξαφανίζει την εκκαλούμενη υπ΄αριθ. 948/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Διατάσσει την απόδοση στον εκκαλούντα του με αριθμό ………../ 2019 παραβόλου.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 19-1-2018 και με αριθ.εκθ. κατ. …………/ 2018 αγωγή.
Θεωρεί ως μη ασκηθείσα την αγωγή.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 18 Φεβρουαρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ