ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης :
194/2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Ε.Τ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι εφέσεις α) 30-09-2017 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου με αριθμό έκθεσης δικογράφου ……/2019 και β) β) από 30-09-2017 και με αριθμό κατάθεσης ……../2019 κατά της με αρ. 1558/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (κατ’ άρθρα 495 επ., 511, 513 § 1β, 518 § 1, 520 του ΚΠολΔ), δεδομένου ότι δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης κι έχουν κατατεθεί τα αντίστοιχα παράβολα, κατ’ άρθρο 495 § 3 του ΚΠολΔ (βλ. τα με αρ. ……και ……… e – παράβολα, τα οποία εξοφλήθηκαν όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα σχετικά τραπεζικά έγγραφα). Πρέπει συνεπώς να γίνουν δεκτές κατά το τυπικό τους μέρος και να ερευνηθούν ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα, συνεκδικαζόμενες, γιατί έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι την (β) έφεση άσκησαν οι προσθέτως παρεμβάντες, οι οποίοι δικαιολογούν έννομο συμφέρον, αφού η πρόσθετη παρέμβαση, όπως και η αγωγή για την ευδοκίμηση της οποίας η πρώτη ασκήθηκε, απορρίφθηκε (άρθρο 516 § 1 ΚΠολΔ, βλ. Μπαλογιάννη σε ΚΠολΔ Απαλαγάκη, άρθρο 516 αρ.4).
Ο ενάγων εξέθετε στην από 30.3.2013 και με αρ. καταθ. ……./2013 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ότι με σύμβαση εντολής που καταρτίσθηκε με τον εναγόμενο υιό του, τον Οκτώβριο του 2006, ανέθεσε στον τελευταίο να αγοράσει με δικά του χρήματα (ενάγοντος) και για λογαριασμό του, αλλά στο δικό του όνομα (εναγομένου) το αναφερόμενο στην αγωγή ακίνητο, οικόπεδο άρτιο κείμενο στον ……….. Φθιώτιδας, όπως αυτό περιγράφεται στην αγωγή με την υποχρέωση να το μεταβιβάσει, όταν θα καλείτο από τον ενάγοντα, κατ’ ίσα μέρη στον εαυτό του (εναγόμενος) και στα αναφερόμενα στην αγωγή τρία αδέλφια του. Ότι ο εναγόμενος αγόρασε το ακίνητο αυτό με το αναφερόμενο συμβόλαιο αγοράς με πραγματικό τίμημα 75.000 € (αναγραφόμενο στο συμβόλαιο 53.022,06 € κι επιπλέον 21.977,94 €) με χρήματα που του χορήγησε ο ενάγων και κατόπιν της έκδοσης της με αρ. …../8.6.2007 άδειας οικοδομής άρχισε την ανέγερση 4 διώροφων οικοδομών, οι οποίες έφθασαν έως το στάδιο του μπετόν, με δαπάνη 78.000 €, που κατέβαλε ομοίως ο ενάγων, στα πλαίσια της ως άνω εντολής. Ότι ο εναγόμενος κατά παράβαση της εντολής, αν και οχλήθηκε επανειλημμένως από τον ενάγοντα, να μεταβιβάσει στα αδέλφια του τα συμφωνηθέντα ποσοστά εξ αδιαιρέτου, αρνήθηκε να εκτελέσει την εντολή. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησε με το δικόγραφο της αγωγής του να καταδικασθεί ο εναγόμενος σε δήλωση βουλήσεως για την μεταβίβαση στα τέκνα του ………, …… και ……. σε ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου στον καθένα του εν λόγω ακινήτου. Εξάλλου, με τις προτάσεις του, αλλά και με δήλωσή του στα πρακτικά του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, επικαλέσθηκε ότι το περιγραφόμενο στην αγωγή ακίνητο μετά την άσκηση της αγωγής μεταβιβάσθηκε από τον εναγόμενο στο τέκνο αυτού με το αναφερόμενο συμβόλαιο γονικής παροχής, και σε αντικατάσταση του κυρίου αιτήματος ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στα τέκνα του ………… κατ’ισομοιρίαν, άλλως στον ίδιο, το συνολικό ποσό των 114.750 €, όπως παραδεκτά διόρθωσε την αξία του, το οποίο αντιστοιχεί στην αξία των 3/4 εξ αδιαιρέτου του ακινήτου (56.250 που αναλογούν στο τίμημα και 58.500 € στη δαπάνη ανεγέρσεως) ως αποζημίωση για την με πρόθεση και κατά παράβαση των χρηστών ηθών μεταβίβαση του ακινήτου στα τέκνα του. Οι προσθέτως παρεμβαίνοντες – τέκνα του ενάγοντος και αδελφοί του εναγόμενου με την από 02-07-2013 και υπ’αριθμ. καταθέσεως …./2013 πρόσθετη παρέμβασή τους, επικαλούμενοι ως έννομο συμφέρον ότι θα αποκτήσουν ποσοστό 1/4 ο καθένας εξ αδιαιρέτου του επιδίκου ακινήτου, είχαν ζητήσει με την πρόσθετη παρέμβασή τους τη παραδοχή της κύριας αγωγής. Επί των υποθέσεων αυτών που συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση που απέρριψε την αγωγή και πρόσθετη παρέμβαση. Κατά της απόφασης αυτής βάλλουν ο (α) εκκαλών – ενάγων και οι (β) εκκαλούντες προσθέτως παρεμβαίνοντες, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου.
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 713 και 719 ΑΚ συνάγεται ότι με την σύμβαση της εντολής ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να διεξαγάγει, χωρίς αμοιβή, την υπόθεση που του ανέθεσε ο εντολέας και να αποδώσει σ’ αυτόν κάθε τι που απέκτησε από την εκτέλεσή της. Η σύμβαση της εντολής δεν υπόκειται σε τύπο και μπορεί να συναφθεί ακόμη και προφορικώς, ρητώς ή σιωπηρώς (ΟλΑΠ 104/1975). Αν με την σύμβαση εντολής συμφωνηθεί να καταρτίσει ο εντολοδόχος την κυρία σύμβαση στο δικό του όνομα, αλλά για λογαριασμό του μη εμφανισθέντος εντολέα του, κατά τους κανόνες της έμμεσης αντιπροσώπευσης (παρένθετο πρόσωπο), τότε τα αποτελέσματα από την δικαιοπραξία επέρχονται απευθείας στο πρόσωπο του εμφανισθέντος εντολοδόχου – παρένθετου προσώπου, ο οποίος υποχρεούται ενοχικώς στη σχέση του με τον εντολέα του να του μεταβιβάσει τα πράγματα (ΑΠ 404/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1569/2012 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 1025/2009). Αν η εντολή αφορά την αγορά ακινήτου και πάλι δεν είναι αναγκαία η τήρηση τύπου, αφού ο ενοχικός χαρακτήρας της σύμβασης εντολής δεν αναιρείται, ο δε εντολοδόχος οφείλει να μεταβιβάσει την κυριότητα του ακινήτου στον εντολέα του, κατά τις διατάξεις του εμπραγμάτου δικαίου και σε περίπτωση που αρνηθεί, ο τελευταίος έχει δικαίωμα να ασκήσει αγωγή για να καταδικασθεί ο τελευταίος σε δήλωση βουλήσεως κατά τη διάταξη του άρθρου 949 ΚΠολΔ. Το πλάσμα όμως που καθιερώνει η διάταξη αυτή δεν καλύπτει την έλλειψη κυριότητας του εναγόμενου, αν δηλαδή ο τελευταίος μεταβιβάσει περαιτέρω το ακίνητο σε τρίτο, ώστε για την περίπτωση αυτή ο εντολέας μπορεί να σωρεύσει στην ίδια αγωγή κατά το άρθρο 69 §1 γ ΚΠολΔ και αίτημα αποζημίωσης (Γέσιου – Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής εκτελέσεως 1998 σ.100 και 106). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 714 ΑΚ και 719 ΑΚ, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 297 και 298 ΑΚ, προκύπτει ότι ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να ανορθώσει κάθε ζημία, την οποία υπέστη ο εντολέας και η οποία έχει γενεσιουργό αιτία το πταίσμα του εντολοδόχου, ο οποίος ευθύνεται και για ελαφρά αμέλεια (ΑΠ 335/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, αδικοπρακτική ευθύνη, κατά τα άρθρα 914 επ. του ΑΚ, γεννιέται, όταν το ζημιογόνο γεγονός είναι ανεξάρτητο από προηγούμενη υποχρέωση και μπορεί να προέλθει από οποιονδήποτε τρίτο, ο οποίος με παράνομη πράξη ή παράλειψή του, προσβάλλει απόλυτο δικαίωμα του προσώπου που ζημιώθηκε. Αν, αντίθετα, η πράξη ή παράλειψη που προκάλεσε τη ζημία δεν είναι καθ’ εαυτή παράνομη, αλλά συνιστά αθέτηση υποχρέωσης, που είχε ήδη αναληφθεί, δεν υπάρχει αδικοπρακτική, αλλά ενδοσυμβατική ευθύνη, συνισταμένη στο διαφέρον, το οποίο συνδέεται αιτιωδώς με την αθέτηση [υπερημερία, αδυναμία, θετική προσβολή κλπ]. Επομένως, αξίωση αποζημίωσης για ζημία, που προκλήθηκε από το ότι ο εντολοδόχος παρέλειψε οφειλόμενη απ` αυτόν κατά την εκτέλεση της εντολής ενέργεια, θεμελιώνεται στα άρθρα 714 και 330 του ΑΚ, και όχι σε αδικοπραξία, εκτός αν συντρέχουν οι όροι του άρθρου 919 ΑΚ ή ειδικές περιστάσεις, που στοιχειοθετούν αδίκημα (όπως απάτη, υπεξαίρεση κλπ), οπότε υπάρχει συρροή αξιώσεων (ΑΠ 1082/2013, ΑΠ 1637/2011, ΑΠ 1600/2002, ΑΠ 1695/1999 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Όμως στην περίπτωση που ο εντολοδόχος σ’ εκτέλεση αποκτά πράγμα σύμφωνα με τους κανόνες της έμμεσης αντιπροσωπεύσεως, δηλαδή στο όνομά του, αλλά για λογαριασμό του εντολέα, γίνεται κύριος αυτού και έχει απλώς ενοχική υποχρέωση να το μεταβιβάσει στον εντολέα, ώστε να μη διαπράττει υπεξαίρεση και συνακόλουθα αδικοπραξία, κατά την έννοια του παραπάνω άρθρου 914 ΑΚ (ΑΠ 1865/2009). Τέλος με βάση τη διάταξη του άρθρου 223 ΚΠολΔ, όταν επέλθει η εκκρεμοδικία είναι απαράδεκτη η μεταβολή του αιτήματος της αγωγής. Κατ΄εξαίρεση ο ενάγων μπορεί με τις προτάσεις του ή με δήλωση στα πρακτικά να ζητήσει ……2) αντί, γι΄αυτό που ζητήθηκε αρχικά άλλο αντικείμενο ή το διαφέρον εξαιτίας μεταβολής που επήλθε. Κατά την έννοια της τελευταίας διάταξης, ο ενάγων μπορεί παραδεκτά να ζητήσει με τις προτάσεις του, εξαιτίας μεταβολής που επήλθε στο αντικείμενο της δίκης ή έγινε γνωστή σ΄αυτόν μετά την άσκηση της αγωγής, άλλο αντικείμενο ή το διαφέρον αυτού, όπως αποζημίωση λόγω αδυναμίας απόδοσης ή το περιελθόν λόγω ανυπαίτιας αδυναμίας προς εκπλήρωση. Στην τελευταία αυτή περίπτωση πρόκειται, δηλαδή, προεχόντως για νομική αλλοίωση του αιτήματος λόγω μεταγενέστερης μεταβολής (βλ. λ.χ. άρθρα 1097 και 348 ΑΚ) και όχι για ποσοτική αλλοίωση αυτού (βλ. ΑΠ 503/2009, ΑΠ 287/2002 ΕλλΔνη 2003.121, ΕφΘεσ 1345/2018, ΕφΘεσ 794/2012, ΕφΠειρ 452/2013, ΕφΘεσ 1870/2003 Αρμ. 2003.1313, ΕφΔωδ 130/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Κεραμέα, Αστικό Δικονομικό Δίκαιο παρ. 81 στη σελ. 221, Μακρίδου σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, ΚΠολΔ I, υπό το άρθρο 223, στους αριθμ. 1,2 4, και 11-14, Νίκα, Πολιτική Δικονομία Η 230- 233, Μπαλογιάννη σε ΚΠολΔ Απαλαγάκη 223. αρ. 6). Στην προκείμενη περίπτωση, με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, το αρχικό αίτημα καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως, παραδεκτά με προφορική δήλωση και με τις προτάσεις του ενάγοντος μεταβλήθηκε σε αίτημα αποζημίωσης, καθώς λόγω της επιγενόμενης μεταβίβασης του ακινήτου από τον εναγόμενο στο τέκνο αυτού, κατέστη αδύνατη η εκπλήρωση της παροχής και κατ΄επέκταση η ικανοποίηση του κυρίου αιτήματος (βλ. και Γέσιου Φαλτσή ο.π.). Το αίτημα αποζημίωσης που συνίσταται στην αξία του ακινήτου (αξία αγοράς του οικοπέδου και ανέγερσης οικοδομών σ΄αυτό – πλήρες διαφέρον) στηρίζεται στην ίδια ιστορική βάση, τη σύμβαση εντολής, στις διατάξεις που προαναφέρθηκαν (ΑΚ 714 και 719) και σ΄αυτές των άρθρων 297 και 298 ΑΚ. Με τις φράσεις «υπαιτίως και κατά παράβαση των χρηστών ηθών» δεν μεταβάλλεται η ιστορική βάση σε αδικοπραξία, με δεδομένο ότι ο εναγόμενος είχε καταστεί κύριος του ακινήτου, ώστε να μην διαπράττει υπεξαίρεση και δεν εκτίθενται πρόσθετα πραγματικά περιστατικά για την παράβαση των χρηστών ηθών πέρα από την μεταβίβαση του ακινήτου στα τέκνα του, ούτε προστίθεται αίτημα που προσήκει σε αδικοπρακτική ευθύνη (χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης). Και με την εκδοχή όμως ότι υπονοείται τέλεση αδικοπραξίας, κύρια βάση παραμένει πάντα η σύμβαση εντολής, που στηρίζεται στη συμβατική σχέση των διαδίκων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο θεώρησε ότι ο ενάγων με τις προτάσεις του μετέβαλε ανεπίτρεπτα την ιστορική βάση της αγωγής σε αδικοπραξία και απέρριψε την αγωγή, όπως μεταβλήθηκε το αίτημά της ως απαράδεκτη κατά το άρθρο 223 ΚΠολΔ έσφαλε, διότι, ενώ πράγματι η αδικοπραξία συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή βάσης, εμπεριέχεται η ιστορική βάση της εντολής, όπου στηριζόταν και το αρχικό αίτημα καταδίκης σε δήλωση βούλησης. Κατόπιν αυτών πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, κατά παραδοχή του πρώτου λόγου της έφεσης, να κρατηθεί η υπόθεση και να ερευνηθεί η κύρια βάση της αγωγής, που στηρίζεται στις προαναφερόμενες διατάξεις, κατά το κύριο αίτημά της, καταβολής του ποσού κατ΄ισομοιρίαν στα τέκνα του ενάγοντος, με δεδομένο ότι το αρχικό αίτημα αφορούσε την απόδοση του ακινήτου κατά ποσοστό ¼ στα τέκνα αυτού (μη γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου). Το κονδύλιο όμως καταβολής της δαπάνης ανέγερσης των οριζοντίων ιδιοκτησιών ποσού 58.500 €, πρέπει να απορριφθεί ως αόριστο, διότι αναφέρεται μόνο αριθμητικά στο δικόγραφο της αγωγής για τον προσδιορισμό της αξίας του ακινήτου και δεν εξειδικεύεται καθόλου στις προτάσεις σε τι συνίστατο η δαπάνη αυτή (συγκεκριμένες οικοδομικές εργασίες ή κατ΄αποκοπήν εργολαβική αμοιβή). Μετά από αυτά η αγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη, πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, καθώς έχει καταβληθεί το νόμιμο τέλος δικαστικού ενσήμου αυτής με τα νόμιμα ποσοστά του (βλ. το με αρ. ……… διπλότυπο είσπραξης της ΔΥΟ Γ’ Πειραιά). Εξάλλου μετά την εξαφάνιση της υπόθεσης, κατά παραδοχή της έφεσης του κυρίου ενάγοντος έπεται ότι γίνεται δεκτή και η έφεση των προσθέτως παρεμβαινόντων και να ερευνηθεί η πρόσθετη παρέμβασή τους υπέρ της αγωγής, καθώς δικαιολογούν έννομο συμφέρον, αφού θα αποκτούσαν ο καθένας ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου στο επίδικο ακίνητο και ήδη το διαφέρον αυτού. Με δεδομένο δε ότι εξαφανίσθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, θα πρέπει να διαταχθεί η απόδοση των παραβόλων των εφέσεων που αναφέρθηκαν στην αρχή της παρούσας στους καταθέσαντες εκκαλούντες (άρθρο 495 §3 ΚΠολΔ).
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα και την ανωμοτί εξέταση του εναγόμενου που περιέχονται στα πρακτικά του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και των εγγράφων που προσκόμισαν με νόμιμη επίκληση οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Oι διάδικοι είναι μεταξύ τους συγγενείς εξ αίματος, ο ενάγων – εκκαλών είναι πατέρας του εναγόμενου εφεσίβλητου και οι προσθέτως παρεμβαίνοντες – εκκαλούντες τέκνα του πρώτου και αδέλφια του δεύτερου. Με το με αρ. …./3.11.2006 συμβόλαιο αγοράς του συμβολαιογράφου Αθηνών ………, που καταχωρήθηκε νόμιμα στο κτηματολογικό φύλλο Ακινήτων του Κτηματολογικού Γραφείου Αταλάντης, ο εναγόμενος αγόρασε κατά κυριότητα, ένα οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο κείμενο στο Ο.Τ. του εγκεκριμένου υπ’αριθμόν ένα (1) οικόπεδο, άρτιο και οικοδομήσιμο, του …. Ο.Τ. (του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του οικισμού … (………..), που βρίσκεται στην Κτηματική Περιφέρεια του Δήμου . Λοκρίδας του νομού Φθιώτιδας, στις θέσεις: ……….. κ.α., έχοντας επιφάνεια χίλια εβδομήντα εννέα (1079) μέτρα τετραγωνικά, όπως εμφαίνεται : α) στο από Ιουλίου 1979 απόσπασμα της πινακίδας εφαρμογής εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου ……. του τοπογράφου μηχανικού ………. που προσαρτάται στο υπ’ αριθμ. …../1979 συμβόλαιο της συμβ/φου Αχαρνών .-….. και β) με τα κεφαλαία γράμματα ΑΒΓΔΕΑ στο από Οκτωβρίου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ……, που προσαρτάται στο κατωτέρω αναφερόμενο υπ’ αριθμ. ……../3-11-2006 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ……….. σύμφωνα με το οποίο συνορεύει: βορειοανατολικά επί πλευράς Ξ Γ μήκους μέτρων 49,00 με το υπ’αριθμ. 2 οικόπεδο του ιδίου οικοδομικού τετραγώνου, νοτιοανατολικά επί προσώπου ΓΔ μήκους μέτρων 7,05 συν ΔΕ μήκους μέτρων 12,90 με την οδό αριθμός 15, νοτιοδυτικά επί προσώπου ΑΕ μήκους μέτρων 47,70 με πεζόδρομο και βορειοδυτικά επί πλευράς ΑΒ μήκους μέτρων 25,65 με τα υπ’αριθμ. 14 και 15 οικόπεδα του ιδίου οικοδομικού τετραγώνου. Το συγκεκριμένο ακίνητο είχε αναζητήσει ο ενάγων, προκειμένου να ανεγείρει εξοχικές κατοικίες – μαιζονέτες στα τέκνα του, η δε συμφωνία του με τον εναγόμενο ήταν να αγορασθεί το ακίνητο αυτό τυπικά στο όνομα του τελευταίου, όμως μετά την ανέγερση σ΄αυτό των μαιζονετών, ο εναγόμενος θα μεταβίβαζε το ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου, με αναλογία εκάστης μαιζονέτας στο καθένα από τα 3 αδέλφια του, διατηρώντας ο ίδιος το δικό του ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου. Η συμφωνία αυτή, η οποία έλαβε χώρα προφορικά, παρουσία και των αδελφών του εναγόμενου, έγινε όπως κατέθεσε ο μάρτυρας αποδείξεως, για φορολογικούς λόγους, για το λόγο ότι τα λοιπά τέκνα του ενάγοντος προσθέτως παρεμβαίνοντες δεν είχαν επαρκή εισοδήματα, ώστε να δικαιολογούν την αγορά ακινήτου, ενώ το διάστημα εκείνο η θυγατέρα του ενάγοντος (2η προσθέτως παρεμβαίνουσα) …….. είχε προβλήματα στο γάμο της, ώστε ο πρώτος ενάγων δεν ήθελε να αποκτήσει περιουσιακό στοιχείο στο όνομά της, φοβούμενος νομικές ενέργειες από τον σύζυγό της. Το αναγραφόμενο τίμημα στο συμβόλαιο ανήλθε στο ποσό των 53.022,06 €, το αληθές όμως τίμημα ανήλθε όμως σ΄αυτό των 73.077 €. Το αναγραφόμενο τίμημα στο συμβόλαιο κατέβαλε εξ ολοκλήρου ο ενάγων με έκδοση επιταγής εις διαταγήν του εναγόμενου, (βλ. την από 20.1.2014 βεβαίωση της «ALPHA BANK»), όπως καταγράφηκε στο συμβόλαιο αγοράς και ομοίως το λοιπό αφανές τίμημα των 20.054,94 €, όπως προκύπτει από φωτοτυπία του βιβλιαρίου του καταθέσεων. Ο εναγόμενος (ο ίδιος εξετάσθηκε ανωμοτί στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου), αρνήθηκε την αγωγή, ισχυριζόμενος ότι ουδέποτε υπήρχε σχετική εντολή, το δε ακίνητο αγοράσθηκε κανονικά στο όνομά του, προοριζόμενο για τον ίδιο, ενώ ταυτόχρονα αγοράσθηκε και άλλο οικόπεδο επ’ ονόματι της συζύγου του ενάγοντος και μητέρας του εναγόμενου. Δεν αρνήθηκε πάντως (στις προτάσεις του στο πρωτοβάθμιο και στο παρόν Δικαστήριο) ότι το τίμημα καταβλήθηκε από το λογαριασμό καταθέσεων του ενάγοντος, ισχυριζόμενος όμως ότι στο λογαριασμό αυτό τηρούντο τα χρήματα της κοινής οικογενειακής επιχείρησης, μέρος των οποίων προέρχονταν και από δικές του οικονομίες από την επιχειρηματική του δραστηριότητα στην Αμερική, ώστε να είναι και αυτός δικαιούχος. Είναι γεγονός ότι όλα τα τέκνα του ενάγοντος απασχολούνταν στην οικογενειακή επιχείρηση, λειτουργίας ξενοδοχείων στο ……. και ……. Αττικής και τα έσοδα αυτής τα τηρούσε ο ενάγων. Όμως από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι είχε συνεισφέρει συγκεκριμένο ποσό στις οικογενειακές αυτές επιχειρήσεις, (προερχόμενο από δικές του επιχειρήσεις του στην Αμερική), το οποίο ούτε κατά προσέγγιση δεν εξειδίκευσε. Ο εναγόμενος επίσης δεν δίνει επαρκή εξήγηση για ποιό λόγο άρχισαν να κατασκευάζονται στο ακίνητο αυτό 4 μαιζονέτες δυνάμει της με αρ. ……../8.6.2007 άδειας οικοδομής, (ανέγερση 4 διώροφων οικοδομών με υπόγειο) αναφέροντας απλώς ότι οι μαιζονέτες αυτές προορίζονταν για εκμετάλλευση. ¨Όμως κατά τον μάρτυρα αποδείξεως, ο αριθμός των μαιζονετών ήταν αντίστοιχος των τέκνων του ενάγοντος, προοριζόμενες για το καθένα από αυτά, η κατασκευή των οποίων άρχισε επίσης με έξοδα αυτού, χωρίς καμία συνεισφορά του εναγόμενου (βλ. αποδεικτικά καταθέσεως στο λογαριασμό του εναγόμενου και στον λογαριασμό του μηχανικού ……..), ενώ μόνο από τη φωτοτυπία του βιβλιαρίου του εναγόμενου, που αυτός προσκομίζει δεν προκύπτουν συγκεκριμένες καταβολές για οικοδομικές εργασίες. Σημειώνεται ότι αντίστοιχη συμφωνία εντολής αγοράς από τον ενάγοντα προς τον εναγόμενο έγινε και ως το ιδανικό μερίδιο της αδελφής των διαδίκων ….. αναφορικά με την αγορά του ξενοδοχείου «…….» κειμένου στο …… Αττικής (………) δυνάμει του με υπ’ αριθμό ……../10-5-2002 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., με το οποίο τα τρία αδέλφια αγόρασαν κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου το άνω ημιτελές ξενοδοχείο με τη προφορική συμφωνία να μεταβιβάσει ο καθένας μεταγενέστερα στην ……. ποσοστό 1/12 εξ αδιαιρέτου αυτού, αντί τιμήματος 235.073,68 €, που κατέβαλε ομοίως ο ενάγων. Εξάλλου λόγω των καλών σχέσεων των διαδίκων ο ενάγων δεν απαίτησε από τον εναγόμενο να προβεί άμεσα στην μεταβίβαση των ποσοστών εξ αδιαιρέτου που αντιστοιχούσαν στα αδέλφια του ενάγοντος, (1/4 για το καθένα) όσον αφορά το επίδικο ακίνητο (στον …….. Φθιώτιδος), όπως δεν είχε απαιτήσει και τη άμεση μεταβίβαση του ποσοστού εξ αδιαιρέτου που αντιστοιχούσε στην ……. (1/12 για καθένα για τον εναγόμενο και καθένα από τα λοιπά τέκνα). Όμως οι σχέσεις των διαδίκων διαρρήχθηκαν οριστικά το έτος 2011, κυρίως λόγω οικονομικών ζητημάτων και ο ενάγων με την από 22-9-2011 εξώδικη δήλωση που συνυπέγραφε με τη σύζυγό του, κάλεσε τον εναγόμενο να προβεί σε μεταβίβαση ¼ εξ αδιαιρέτου του επιδίκου ακινήτου, στα λοιπά τέκνα, ακόμα στην μεταβίβαση προς την …….. ποσοστό 1/12 του ξενοδοχείου που προαναφέρθηκε όπως και να εκπληρώσει και άλλες υποχρεώσεις που είχε αναλάβει, χωρίς ο τελευταίος να απαντήσει. Η από 30.4.2013 και με αρ. καταθ. ……./2013 αγωγή του ενάγοντος σε βάρος του εναγόμενου, με αίτημα να προβεί σε δήλωση βούλησης με αντικείμενο την μεταβίβαση προς την αδελφή του ……. ποσοστού 1/12 εξ αδιαιρέτου του άνω ξενοδοχείου έχει γίνει δεκτή τελεσίδικα με την με αρ. 143/2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, η οποία επικύρωσε την με αρ. 88/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Εξάλλου το επίδικο ακίνητο ο ενάγων μετά την άσκηση της παρούσας αγωγής, με το με αρ. …../10.6.2016 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Αθηνών ……, που μεταγράφηκε νόμιμα μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής, στο τέκνο του ………., με συνέπεια να είναι πλέον αδύνατη η εκπλήρωση της υποχρέωσης που είχε αναλάβει ο εναγόμενος με την προφορική σύμβαση εντολής, μεταβίβασης των ποσοστών ¼ εξ αδιαιρέτου του επιδίκου ακινήτου στα αδέλφια του -προσθέτως παρεμβαίνοντες, επί ζημία αυτών. Το τίμημα αγοράς του ακινήτου οικοπέδου, το οποίο κατέβαλε εξ ολοκλήρου ο ενάγων όπως εκτέθηκε, ανήλθε στο ποσό των 73.077 € (που συνιστά την τρέχουσα αξία του), ώστε η ζημία των προσθέτως παρεμβάντων, στον καθένα από τους οποίους θα μεταβιβαζόταν ποσοστό 1/4 αυτού, ανέρχεται στο ποσό των 54.807,75 € κατ΄ισομοιρίαν (73.077 Χ 3/4 = 54.807,75) ήτοι 18.269,25 €, στον καθένα από αυτούς. Κατόπιν αυτών η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει κατ΄ισομοιρίαν στους προσθέτως παρεμβάντες το ποσό των 54.807,75 €, ήτοι στον καθένα από αυτούς 18.269,25 €, χωρίς επιδίκαση νομίμων τόκων ελλείψει σχετικού αιτήματος. Σε βάρος του εναγόμενου πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και προσθέτως παρεμβαινόντων, των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρο 178 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τις εφέσεις : α) από 30-09-2017 και με αριθμό κατάθεσης ……./2019 και β) από 30-09-2017 και με αριθμό κατάθεσης ……./2019.
ΔΕΧΕΤΑΙ αυτές τυπικά και κατ΄ουσίαν.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την απόδοση των παραβόλων των εφέσεων που αναφέρθηκαν στην αρχή της παρούσας στους καταθέσαντες εκκαλούντες.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση, με αρ.1558/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ α) την από 30.3.2013 και με αρ. καταθ. ……../2013 κυρία αγωγή και β) την από 02-07-2013 και υπ’αριθμ. καταθ. ………./2013 πρόσθετη παρέμβαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε στο σκεπτικό ως απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή εν μέρει.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει κατ΄ισομοιρίαν στους προσθέτως παρεμβαίνοντες, το ποσό των πενήντα τεσσάρων χιλιάδων οχτακοσίων επτά ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (54.807,75 €), ήτοι στον καθένα από αυτούς, το χρηματικό ποσό των δέκα οχτώ χιλιάδων, διακοσίων εξήντα εννιά ευρώ και είκοσι πέντε λεπτών (18.269,25 €).
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγόμενου τα δικαστικά έξοδα τους ενάγοντος και προσθέτως παρεμβάντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων διακοσίων (2.200 €).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 26.3.2021
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ