Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 620/2018

Αριθμός    620/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Δ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  1. Οι από 05.09.2017 (γεν. αριθμ. καταθ. ……….) και 15.09.2017 (γεν. αριθμ. καταθ. ……….) εφέσεις της εναγόμενης, ήδη εκκαλούσας και εφεσίβλητης, και του ενάγοντος, ήδη εφεσίβλητου και εκκαλούντος) κατ΄ αλλήλων και της υπ΄ αριθμ. 3268/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, επί της από 22.12.2015 (γεν. αριθμ. καταθ. ………..) αγωγής που έγινε δεκτή εν μέρει, ασκήθηκε σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους, και εμπρόθεσμα, εφόσον από τα σχετικά της δικογραφίας έγγραφα δεν προκύπτει ότι χώρησε επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως και, επιπλέον, δεν παρήλθε διετία από την δημοσίευσή της. Ασκήθηκαν, επομένως, σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 495§§1,2,3 εδάφ. α΄, δ΄, 496, 499, 500, 511, 513§1 στοιχ. β΄ εδάφ. α΄, 516§1, 517, 518§2, 520§1, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ. και 9§2 ν. 4335/2015.  Συνεπώς, οι εφέσεις  ασκήθηκαν παραδεκτά (άρθρα 532, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.) και πρέπει, αφού διαταχθεί αυτεπαγγέλτως η ένωση και η συνεκδίκασή τους εφόσον αφορούν τους ίδιους διαδίκους, υπάγονται στην αυτή (ειδική) διαδικασία και με τον τρόπο αυτό θα επιταχυνθεί η διεξαγωγή της δίκης (άρθρα 246, 524§1 εδάφ. α΄, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.), να εξεταστούν το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρα 533§1, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.).
  2. Ο ενάγων (………) στην από 22.12.2015 αγωγή του ισχυρίστηκε ότι, με  τέσσερις διαφορετικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας, εργάστηκε με την ειδικότητα του ναύτη και τους όρους αμοιβής και εργασίας που αναφέρονται στην αγωγή, στο με Ελληνική σημαία Δ/Ξ – Π/Φ πλοίο, πλοιοκτησίας της εναγόμενης ναυτικής εταιρείας («…………»). Ότι έλαβε μέρος μόνο της συνολικής αμοιβής του για την εκ μέρους του παροχή υπερωριακής εργασίας καθώς και ότι δεν έλαβε την δικαιούμενη αποζημίωσή του λόγω της απολύσεώς του από την εργασία του κατά την λήξη της τρίτης εργασιακής του συμβάσεως. Ότι, για τις ανωτέρω νόμιμες αιτίες, δικαιούται να λάβει ποσά 43.163,88€ και 2.614,29€ αντιστοίχως συνολικά δε 45.778,17€. Ζήτησε δε να υποχρεωθεί η εναγόμενη με βάση την εργασιακή του σχέση, άλλως τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, να του καταβάλει το ανωτέρω χρηματικό ποσό με τους νόμιμους τόκους από την επίδοση της αγωγής και να καταδικαστεί η αντίδικός του στην πληρωμή των δικαστικών του εξόδων.
  3. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα), με την εκκαλούμενη απόφασή του (υπ΄ αριθμ. 3268/2017), έκρινε την αγωγή παραδεκτή, αφού απέρριψε ισχυρισμό της εναγόμενης περί μερικής αοριστίας της αγωγής, νόμιμη κατά την κύρια νομική της βάση και εν μέρει κατ΄ ουσίαν βάσιμη, αφού απέρριψε ισχυρισμό της εναγόμενης από το άρθρο 281 Α.Κ. . Ακολούθως, δεχόμενο εν μέρει την αγωγή, υποχρέωσε την εναγόμενη ποσά 7.608,90€ και 1.709,80€ για καθεμία από τις ανωτέρω νόμιμες αιτίες και συνολικά ποσό 9.318,70€ με τους νόμιμους τόκους από την επόμενη της λήξεως της τελευταίας εργασιακής του συμβάσεως όπως και τα δικαστικά έξοδα, ποσού 450,00€.
  4. Κατά της ως άνω αποφάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου παραπονούνται αμφότερα τα διάδικα μέρη με τις από 05.09.2017 και 15.09.2017 εφέσεις τους. Συγκεκριμένα, η μερικώς ηττηθείσα εναγόμενη με την από 05.09.2017 έφεσή της, που διαρθρώνεται σε τρεις λόγους εφέσεως, παραπονείται γιατί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αρνητική της απάντηση στην διαδικαστική προϋπόθεση του παραδεκτού της αγωγής, σύμφωνα με την οποία η αγωγή ήταν αόριστη κατά το μέρος της το αφορών αξίωση για την καταβολή συμπληρωματικής αμοιβής για την εκ μέρους του ενάγοντος παροχή υπερωριακής εργασίας για τους λόγους που αναφέρονται στις προτάσεις της. Επιπλέον, η αυτή διάδικος παραπονείται για την απόρριψη του ισχυρισμού της από το άρθρο 281 Α.Κ. σε σχέση με την αξίωση του ενάγοντος για την καταβολή αμφότερων των αγωγικών κονδυλίων ενόψει των πραγματικών περιστατικών που περιλαμβάνονται στις προτάσεις της. Τέλος, η εναγόμενη παραπονείται για κακή εκτίμηση του πραγματικού υλικού που εισφέρθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εκ μέρους αυτού (πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου) και αφορά το αγωγικό κονδύλιο συμπληρωματικής αμοιβής του ενάγοντος για την εκ μέρους του παροχή υπερωριακής εργασίας. Ζητεί δε την τυπική και κατ΄ ουσίαν παραδοχή της εφέσεώς της, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την διακράτηση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο, την αναδίκαση αυτής, την απόρριψή της στο σύνολό της και την επιβολή των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας εις βάρος του αντιδίκου της. Περαιτέρω, ο ομοίως μερικώς ηττηθείς ενάγων με την από 15.09.2017 έφεσή του, που διαρθρώνεται σε τέσσερις λόγους εφέσεως, παραπονείται γιατί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα του να προσκομίσει προς επίδειξη η εναγόμενη αντίγραφα των φορτωτικών που εκδόθηκαν από τον πλοίαρχο του ένδικου πλοίου κατά τα χρονικά διαστήματα που υπηρέτησε στο πλοίο, σύμφωνα με όσα περιλαμβάνονται στα πρακτικά της συζητήσεως της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και στις πρωτόδικες προτάσεις του. Επιπλέον, ο αυτός διάδικος παραπονείται γιατί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχτηκε ως νόμιμο αποδεικτικό μέσο ένορκη βεβαίωση μάρτυρα ανταποδείξεως που δόθηκε στην προθεσμία της αντικρούσεως αν και τα κατατεθέντα από αυτόν (μάρτυρα ανταποδείξεως) δεν αφορούν αντίκρουση προβληθείσης ενστάσεως, αλλά αντίκρουση κατατεθένταν από τον μάρτυρα αποδείξεως πραγματικών περιστατικών. Επιπροσθέτως, με τον τρίτο λόγο της εφέσεώς του ο ενάγων παραπονείται για κακή εκτίμηση εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου του εισφερθέντος ενώπιον αυτού πραγματικού υλικού, εξαιτίας της οποίας (κακής εκτιμήσεως) δεν δέχτηκε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο τον αγωγικό ισχυρισμό του περί απασχολήσεώς του επί δεκαοκτώ ώρες ημερησίως στο ένδικο πλοίο. Τέλος, ο αυτός διάδικος παραπονείται γιατί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο προσδιόρισε σε εσφαλμένο ύψος το χρηματικό ποσό το οποίο αφορούσε την αποζημίωση απολύσεώς του από το πλοίο. Ζητεί δε την τυπική και κατ΄ ουσίαν παραδοχή της εφέσεώς του, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως (αν δεν συντρέξει περίπτωση να αναβληθεί η έκδοση αποφάσεως επί της ουσίας της εφέσεως ώστε να προσκομιστούν τα αιτούμενα έγγραφα), την διακράτηση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο, την αναδίκαση της αγωγής, την παραδοχή αυτής στο σύνολό της και την επιβολή των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας εις βάρος της αντιδίκου της.
  5. Από τις διατάξεις των άρθρων 450§2 και 451§1 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει διάδικος ή τρίτος έχει υποχρέωση να επιδείξει τα έγγραφα, τα οποία κατέχει και που μπορούν να χρησιμεύσουν για απόδειξη, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος που δικαιολογεί την μη επίδειξή τους. Αν η επίδειξη ζητείται από διάδικο, μπορεί η αίτηση να υποβληθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης ακόμη και για πρώτη φορά ενώπιον του εφετείου με το δικόγραφο της εφέσεως ή με τους πρόσθετους λόγους αυτής ή με τις προτάσεις, αν δε η αίτηση απευθύνεται κατά τρίτου μόνο με παρεμπίπτουσα αγωγή. Για την πληρότητα της σχετικής αιτήσεως πρέπει να εκτίθεται ότι το έγγραφο βρίσκεται στα χέρια του αντιδίκου, αφού τούτο αποτελεί προϋπόθεση της υποχρεώσεως για επίδειξη, καθώς και να προσδιορίζεται το έγγραφο και να περιγράφεται με ακρίβεια το περιεχόμενο του. Διαφορετικά η αίτηση είναι αόριστη. Η παράλειψη του δικαστηρίου της ουσίας να αποφανθεί επί αιτήσεως για επίδειξη εγγράφων θεμελιώνει τον από το άρθρο 559 αριθμ. 9 Κ.Πολ.Δ. λόγο αναιρέσεως, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή και σύννομη, εφόσον δηλαδή με αυτή γίνεται επίκληση της κατοχής του εγγράφου από τον αντίδικο, προσδιορίζεται σαφώς το έγγραφο και το περιεχόμενο του και εκτίθενται περιστατικά από τα οποία προκύπτει το έννομο συμφέρον του αιτούντος, ότι δηλαδή το έγγραφο είναι πρόσφορο προς άμεση ή έμμεση απόδειξη λυσιτελούς ισχυρισμού του αιτούντος ή προς ανταπόδειξη τέτοιου ισχυρισμού του αντιδίκου του. ΄Ετσι, αν το δικαστήριο της ουσίας παραλείψει να αποφανθεί επί αόριστης ή μη νόμιμης αιτήσεως δεν υποπίπτει στην προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμ. 9 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια, ήτοι δεν αφήνει αίτηση αδίκαστη (ΑΠ 1615/2014 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος).
  6. Το αίτημα, συνεπώς, που συνιστά τον πρώτο λόγο της από 15.09.2017 εφέσεως, παραδεκτά προβλήθηκε, είναι ορισμένο και νόμιμο πρέπει δε να γίνει δεκτό και, αφού αναβληθεί η έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της ουσίας τόσο της εφέσεως αυτής όσο και της συνεκδικαζόμενης από 05.09.2017 εφέσεως, εφόσον είναι πιθανό η από 15.09.2017 έφεση να απορριφθεί κατ΄ ουσίαν και μετά την προσκομιδή των αιτούμενων εγγράφων (ΕΑ 172/2003 ΕλλΔνη 2003.998 και 2005.553 = τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος, ΜονΕΠ 529/2015 δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών Νόμος), να διαταχθεί, κατ΄ εφαρμογήν των άρθρων 254§1, 524§1 και 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ., η επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου προς τον σκοπό, σε επομένη δικάσιμο, που θα οριστεί με την φροντίδα του επιμελέστερου διάδικου μέρους, προσκομιδής από την εναγόμενη – εκκαλούσα – εφεσίβλητη των φορτωτικών που εκδόθηκαν από τον πλοίαρχο του ένδικου πλοίου, κατά τα άρθρα 168 επόμ. Κ.Ι.Ν.Δ., και αφορούν μεταφορές καυσίμων από τις εταιρείες «………..» (και την απορροφηθείσα από αυτή εταιρεία «…………»), «……….» και «………….» κατά τις ενδιαφέρουσες χρονικές περιόδους και συγκεκριμένα από τις 27.09.2013 έως και τις 06.03.2014, από τις 14.03.2014 έως και τις 25.04.2014, από τις 30.05.2014 έως και τις 07.05.2015 και από την 01.07.2015 έως και τις 21.12.2015.
  7. Διάταξη για την επιβολή και τον προσδιορισμό του ύψους των δικαστικών εξόδων δεν περιλαμβάνεται στην απόφαση αυτή για τον λόγο ότι δεν έχει αναφορικά με το συνολικό αντικείμενό της οριστικό χαρακτήρα (άρθρα 191§2, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.).

Γ  Ι  Α     Τ  Ο  Υ  Σ     Λ  Ο  Γ  Ο  Υ  Σ     Α  Υ  Τ  Ο  Υ  Σ

Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, τις από 05.09.2017 και 15.09.2017 εφέσεις κατά της υπ΄ αριθμ. 3268/2017 οριστικής αποφάσεως του Εφετείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα.

Δέχεται τυπικά αυτές.

Αναβάλλει να αποφανθεί επί της ουσίας τους. Και

Διατάσσει την επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου προς τον σκοπό, σε επομένη δικάσιμο, που θα οριστεί με την φροντίδα του επιμελέστερου διάδικου μέρους, προσκομιδής από την εναγόμενη – εκκαλούσα – εφεσίβλητη των φορτωτικών που εκδόθηκαν από τον πλοίαρχο του ένδικου πλοίου και αφορούν μεταφορές καυσίμων από τις εταιρείες «………» (και την απορροφηθείσα από αυτή εταιρεία «……….»), «……….» και «………» κατά τις ενδιαφέρουσες χρονικές περιόδους και συγκεκριμένα από τις 27.09.2013 έως και τις 06.03.2014, από τις 14.03.2014 έως και τις 25.04.2014, από τις 30.05.2014 έως και τις 07.05.2015 και από την 01.07.2015 έως και τις 21.12.2015.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 12 Οκτωβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ