Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 232/2021

Αριθμός    232/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:  Εταιρείας ………., εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Κλεοπάτρα Μαδημένου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρου Στέφανο Λύρα.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  23.10.2018  (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2018)   αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3393/2019 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου   η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα  με την από 11.11.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2019)  έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αρχικά (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ……./2019)  η 2α.4.2020,  οπότε η συζήτησή τους ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς και τις υπ΄ αριθμ. 37/2020 και 51/2020 Πράξεις του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο της 3ης.9.2020 και μετά από αναβολήστη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων,  αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) Δικαστηρίου  η με αριθμ. έκθ.  κατάθ. …………/14-11-2019, έφεση της εκκαλούσας- εναγόμενης εταιρίας η οποία στρέφεται κατά της  με αριθμό 3393/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε ερήμην της  με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών (άρθρα 614 παρ. 3 και 621 επ. ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε ως  ουσιαστικά βάσιμη την από 23-10-2018 και με αριθμ. έκθ. κατάθ. ……../29-1-2019 αγωγή. Η έφεση ασκήθηκε  νομότυπα και εμπρόθεσμα σύμφωνα με τα άρθρα 495, 511, 513, 516 παρ. 1, 517 , 518  παρ.12, 520 και 591   ΚΠολΔ (σχετ. η κατά το άρθρο 139 παρ.3 ΚΠολΔ, από 1-11-2019, επισημείωση του επιδόσαντος αρμόδιου δικαστικού επιμελητή στο επιδοθέν αντίγραφο της εκκαλουμένης) και πρέπει, κατά συνέπεια, να γίνει  τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω, με  την ίδια  ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το  παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, μέσα στα διαγραφόμενα από αυτούς όρια (άρθρα 532, 533 παρ. 1 και 591 παρ. 1 εδαφ. α ΚΠολΔ) χωρίς να απαιτείται για το παραδεκτό της η κατάθεση του παραβόλου της παρ. 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής.

Ο ενάγων με την από 23-10-2018 αγωγή του ισχυρίστηκε ότι σε εκτέλεση σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που κατάρτισε την 1-2-2017 στον Πειραιά με την εναγόμενη πλοιοκτήτρια εταιρία,  ναυτολογήθηκε αυθημερόν   με την  ειδικότητα του ναύτη  στο με ελληνική σημαία φ/γ πλοίο της «Ρ.» 992,29 κ.ο.χ και 3.450 τόνων νεκρού βάρους (tdw), σύμφωνα με τους όρους της σσνε για τα πληρώματα των Μεσογειακών Φορτηγών Πλοίων  από 501 έως 3.000 κοχ ή 801 έως 4.500 tdw και απασχολήθηκε, κατά τα αναφερόμενα στο δικόγραφό της, χρονικά διαστήματα  μέχρι 31-7-2018, οπότε απολύθηκε σύμφωνα με το  φυλλάδιό του, κατόπιν  αμοιβαίας συναίνεσης, αλλά  πραγματικά κατόπιν μονομερούς και αναιτιολόγητης καταγγελίας της σύμβασής του από τον πλοίαρχο. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό και τα αναλυτικότερα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, ο ενάγων ζητά να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 23.340,85 ευρώ για αμοιβή της υπερωριακής εργασίας που παρείχε στο πλοίο της επί τέσσερις ώρες τις καθημερινές και Κυριακές και επί δώδεκα ώρες τα Σάββατα και τις αργίες, αμοιβή για καθαρισμό των κυτών του πλοίου πέντε φορές κάθε μήνα καθώς και το υπόλοιπο της αποζημίωσης απόλυσης που δικαιούται. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη πλην του αιτήματος περί καταβολής νομίμων τόκων για το ποσό της αποζημίωσης απόλυσης  από την απόλυση του ενάγοντος, έκανε δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν την αγωγή κατά το ποσό των 23.331,35 ευρώ. Ήδη η εναγομένη  με την  κρινόμενη έφεσή της  επικαλούμενη εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καθώς και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων παραπονείται για την κατά τα άνω κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, προβάλλει παραδεκτά σύμφωνα με το άρθρο 528 ΚΠολΔ (σε συνδ. με 591 ΚΠολΔ) ισχυρισμό περί συμψηφισμού των υπέρτερων αποδοχών που κατέβαλε στον ενάγοντα με τις ένδικες αξιώσεις του, συνομολογώντας μόνο την υπερωριακή εργασία αυτού επί δίωρο τις καθημερινές και επί δέκα ώρες αντίστοιχα τα Σάββατα και αργίες, κατά το διάστημα της ναυτολόγησή του και  ζητά την αποδοχή της έφεσής της  προς το σκοπό εξαφάνισης της εκκαλουμένης και την απόρριψη της αγωγής.Από την εκτίμηση των ενώπιον του Δικαστηρίου παραδεκτά προσκομιζομένων με επίκληση αποδεικτικών μέσων, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς έμμεση, για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, απόδειξη, των  ενόρκων  βεβαιώσεων που  προσκομίζουν οι διάδικοι και έχουν νομότυπα ληφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 421επ. και 591 ΚΠολΔ κατόπιν νόμιμης κλήτευσης του αντιδίκου τους (σχετ. οι με αριθμ. ……./23-1-2019 και ……/29-3-2019 εκθέσεις επίδοσης   του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ………… για τις με αριθμό …../28-1-2019 και ……/3-4-2019 αντίστοιχα ένορκες βεβαιώσεις του ίδιου μάρτυρα που προσκομίζει ο ενάγων-εφεσίβλητος και η με αριθμ. …../22-10-2020 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή …. για την με αριθμ. ……../5-11-2020 ένορκη βεβαίωση που προσκομίζει η εναγομένη-εκκαλούσα), την από μέρους της εναγομένης μη ειδική αμφισβήτηση της, σύμφωνα με το ιστορικό της αγωγής,  κατάρτιση της σύμβασης ναυτικής εργασίας του ενάγοντος, την διάρκειά της,  τους πλόες που εκτελούσε το πλοίο της και τα φορτία που αυτό μετέφερε, την εφαρμογή της σσνε για τα πληρώματα των Μεσογειακών Φορτηγών πλοίων, της υπερωριακής εργασίας του επί δίωρο τις καθημερινές και επί δεκάωρο τις αργίες και τα Σάββατα καθώς και τα περιγραφόμενα στην αγωγή ειδικότερα καθήκοντα που εκτελούσε ο ενάγων, από την έλλειψη της οποίας το Δικαστήριο κρίνει, σύμφωνα με το άρθρο 261 ΚΠολΔ, ότι η εναγομένη-εκκαλούσα συνομολογεί τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο ενάγων κατάρτισε εγγράφως σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, στις 1-2-2017 στον Πειραιά με την εναγόμενη εταιρία, πλοιοκτήτρια του με ελληνική σημαία φ/γ πλοίου «Ρ.», 992,29 κ.ο.χ και 3.450 τόνων νεκρού βάρους (tdw), σύμφωνα με τους όρους της σσνε για τα πληρώματα των Μεσογειακών Φορτηγών Πλοίων  από 501 έως 3.000 κοχ ή 801 έως 4.500 tdw. Ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο πλοίο με την ειδικότητα του ναύτη και απασχολήθηκε μέχρι τις 19-12-2017 οπότε και απολύθηκε με κοινή συμφωνία και επαναυτολογήθηκε στις 30-1-2018  μετά από νέα σύμβαση που κατάρτισε με την εναγομένη και απασχολήθηκε μέχρι τις 31-7-2018. Στην από 30-1-2018 γραπτή σύμβαση ναυτικής εργασίας συμφωνήθηκε να αμείβεται ο ενάγων με το ποσό των 1.800 ευρώ καθαρά, στον οποίο, όπως σημειώνεται στη σύμβαση,  συμπεριλαμβάνεται ο βασικός μισθός, το επίδομα Κυριακών, επιδόματα, άδεια και Σαββατοκύριακα καθώς και το μπόνους πλοιοκτήτη, χωρίς το τελευταίο να προσδιορίζεται κατά  ποσό.  Τέλος εμπεριέχεται ο όρος  η σύμβαση να διέπεται από την σσνε του έτους 2010 για τα φορτηγά πλοία εντός Μεσογείου, από 500 κοχ έως 1.000 κοχ, και επειδή δεν υφίσταται σύμβαση ειδικά για αυτής της χωρητικότητας φ/γ πλοία, προφανώς από παραδρομή τέθηκε έως 1.000 κοχ αντί του ορθού 3.000 κοχ. Επομένως με βάση την εφαρμοστέα σσνε και την μεταξύ των διαδίκων συμφωνία ο ενάγων  δικαιούται ως μηνιαίες αποδοχές : 909,52 ευρώ βασικό μισθό + 22% επίδομα Κυριακών + 85,03 ευρώ επίδομα κατώτερου πληρώματος + 18,59 ευρώ διορθωτικό επίδομα + 513,01 ευρώ άδεια (βασικός μισθός +επίδομα Κυριακής : 22 χ 8 + αντίτιμο τροφής 8 ημερών)  + (13,69 ημερήσιο αντίτιμο τροφής χ 30 ημέρες)  = 2.137,14 ευρώ +   υπερωριακή εργασία. Από την εκτίμηση των προσκομισθέντων ενόρκων βεβαιώσεων, εκτιμωμένων κατά το βαθμό γνώσης κάθε μάρτυρος, σε συνδυασμό με την συνομολόγηση από την εναγομένη των πλόων του φ/γ πλοίου της, της διάρκειας αυτών καθώς και του μεταφερόμενου φορτίου, η οποία συνάγεται κατά την κρίση του Δικαστηρίου από την παντελή έλλειψη άρνησης από μέρους της των αντίστοιχων περιστατικών που αναφέρονται στην αγωγή, από την έλλειψη παραπόνου στην έφεσή της για τα ίδια περιστατικά που έγιναν δεκτά από την εκκαλουμένη αλλά και από τις ένορκες βεβαιώσεις που προσκόμισε ο ενάγων, αποδεικνύεται ότι το πλοίο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα εκτελούσε πλόες μεταφέροντας οικοδομικά υλικά από τα  λιμάνια του Βόλου, της Ψυτάλλειας ή του Ασπρόπυργου με προορισμό κυρίως τα νησιά Σαντορίνη, Μύκονο και Μήλο ενώ κατά το διάστημα από 7-2017 έως 12-2017 απέπλεε από Βόλο ή Ψυτάλλεια προς τα λιμάνια της  Λευκωσίας και της  Λάρνακας της Κύπρου αλλά και του Πόρτ-Σάιντ της Αιγύπτου. Η φόρτωση των υλικών, όπως και η εκφόρτωση,  γινόταν με γερανό που διέθετε το  πλοίο και διαρκούσε από δέκα έως δεκαπέντε ώρες και αφού καθαριζόταν ο χώρος της προκυμαίας όπου είχαν εναποτεθεί τα υλικά για να φορτωθούν στο πλοίο, αυτό απέπλεε για το λιμάνι προορισμού όπου αντίστοιχα η εκφόρτωση διαρκούσε περί τις δεκαπέντε με δεκαεπτά ώρες. Στο κατώτερο πλήρωμα καταστρώματος στο οποίο ανήκε ο ενάγων, είχαν ναυτολογηθεί κατά τον επίδικο χρόνο, πλέον αυτού ένας ακόμα ναύτης του οποίου την ένορκη βεβαίωση προσκόμισε ο ενάγων προς απόδειξη της αγωγής του καθώς και ο ναύκληρος που ήταν υποχρεωμένοι να εκτελούν τα ανήκοντα στην ειδικότητά τους καθήκοντα,  όπως αυτά προβλέπονται από την εφαρμοστέα  σσνε και τον κανονισμό εργασίας στα φορτηγά πλοία άνω των 800 κοχ (β.δ. 806/1970). Συγκεκριμένα ο ενάγων απασχολείται σε δυο τετράωρες βάρδιες καθημερινά ωστόσο λόγω του μικρού αριθμού μελών του πληρώματος καταστρώματος, της διάρκειας της φόρτωσης – εκφόρτωσης του πλοίου, το οποίο ήταν παλαιό (σαράντα ετών) και των υλικών που μετέφερε απαιτείτο πολύωρη εργασία  αυτού ώστε να προετοιμάζεται κατάλληλα το πλοίο για την φόρτωση, να αποφεύγεται ο διασκορπισμός του φορτίου στη θάλασσα, ο καθαρισμός της προκυμαίας, ο καθαρισμός του ίδιου του πλοίου, η συμμετοχή του ενάγοντος κατά την εκφόρτωση όπου είτε με φτυάρια είτε με μηχάνημα βοηθούσε στην  απομάκρυνση των μεταφερόμενων υλικών, στο καθάρισμα στη συνέχεια των κυτών του πλοίου και τέλος η εκτέλεση εργασιών που σχετίζονταν με τη συντήρηση του πλοίου. Ενόψει αυτών των περιστατικών  σε συνδυασμό με τα ταξίδια που εκτελούσε το πλοίο και λαμβανομένου υπόψη ότι η εναγομένη δεν αρνείται και δεν αμφισβητεί ειδικά τα καθήκοντα που εκτελούσε ο ενάγων, τις ημέρες, καθημερινές και αργίες που αναφέρει στην αγωγή του ότι απασχολήθηκε και κατά τις οποίες παρείχε υπερωριακή εργασία, αλλά και το ότι  συνομολογεί την κατά δυο ώρες υπέρβαση του νομίμου οκταώρου του, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων απασχολείτο κατά τέσσερις ώρες πέραν του νομίμου ωραρίου τις καθημερινές και Κυριακές και κατά δώδεκα ώρες τις αργίες και  τα Σάββατα και κατά συνέπεια δικαιούται για το επίδικο χρονικό διάστημα τα ακόλουθα ποσά: α]   για 347 καθημερινές χ 4 ώρες υπερωριακή εργασία χ 6,57 ευρώ ωρομίσθιο απλής υπερωρίας = 9.119,16 ευρώ. β] για 72 Σάββατα και 18 αργίες  χ 12 ώρες υπερωριακή εργασία  χ  7,89 ευρώ ωρομίσθιο προσαυξημένης κατά 50% υπερωρίας = 8.521,2 ευρώ.  γ] για 69 Κυριακές χ 4 ώρες υπερωριακή εργασία χ 7,89 ευρώ ωρομίσθιο προσαυξημένης κατά 50% υπερωρίας = 2.177,64 ευρώ και συνολικά για την αιτία αυτή : 19.818 ευρώ. Επομένως η μηνιαία αμοιβή της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος κατά μέσο όρο ανέρχεται σε 1.177,30 ευρώ (διάρκεια της ναυτολόγησης : του άνω συνολικού ποσού αμοιβής της υπερωριακής εργασίας) και συνακόλουθα οι μηνιαίες αποδοχές που έπρεπε να λαμβάνει ο ενάγων ανέρχονται σε 2.137,14 ευρώ + 1.177,30 = 3.314,44 ευρώ.  Με δεδομένο ότι α] ο εργοδότης υποχρεούται από το νόμο να παρακρατεί ορισμένα ποσά από το μισθό, ήτοι εισφορές προς ασφαλιστικούς οργανισμούς κυρίας ή επικουρικής ασφαλίσεως και πρόνοιας  όπως και το  φόρο μισθωτών υπηρεσιών κ.λπ.  τα οποία  δεν αποτελούν αντικείμενο της δίκης για τις αποδοχές και δεν αφαιρούνται από το Δικαστήριο που επιδικάζει οφειλόμενες δεδουλευμένες  αποδοχές, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της απόφασης και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους με περαιτέρω συνέπεια αντικείμενο της παρούσας δίκης να είναι μόνο οι ακαθάριστες (μικτές) αποδοχές του ενάγοντος,  εκείνες στις οποίες περιλαμβάνονται και οι νόμιμες κρατήσεις, τις οποίες, όπως σημειώθηκε, πρέπει ο εργοδότης να παρακρατεί από τις  αποδοχές του μισθωτού (ΑΠ  346/2019  ΑΠ 2126/2007, ΑΠ 135/2003, ΑΠ 1271/2005, ΑΠ 1197/1998, ΑΠ 1107/1998, ΑΠ 1103/1998) β] η εναγομένη εσφαλμένα υπολογίζει τις αποδοχές του ενάγοντος με βάση σσνε για άλλη κατηγορία πλοίων που δεν είναι ούτε η εφαρμοστέα ούτε η συμφωνηθείσα, με αποτέλεσμα τον μη ορθό υπολογισμό τους με μικρότερα των ποσών που αυτός δικαιούται  γ] ότι προκειμένου να καταλογίζονται υπέρτερες καταβαλλόμενες αποδοχές σε επιδόματα παρόντα ή μέλλοντα πρέπει να υφίσταται ρητή συμφωνία (άρθρο 361 Α.Κ.) μεταξύ των συμβαλλομένων για τον εν λόγω καταλογισμό, ο πρώτος λόγος της έφεσης της εναγομένης είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον οι κατά τα ανωτέρω  νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος είναι κατά πολύ υπέρτερες των συμβατικών (1.800 ευρώ πλέον 351,90 ευρώ κρατήσεων) ενώ σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορούσαν να καταλογιστούν οι, τυχόν υπέρτερες, συμβατικές αποδοχές καθώς  από την ανάγνωση της έγγραφης σύμβασης ναυτικής εργασίας ουδεμία συμφωνία περί του κατά τα άνω καταλογισμού υφίσταται, ούτε μπορεί να εκληφθεί ως τέτοια συμφωνία, η αναφορά του όρου «bonus πλοιοκτήτη» σ’ αυτήν   χωρίς κανέναν  άλλο προσδιορισμό του όρου αυτού, είτε κατά ποσό είτε κατά προορισμό. Απορριπτέος ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν είναι και ο δεύτερος λόγος της έφεσης ενόψει όσων έγιναν δεκτά παραπάνω ως προς τις ώρες εργασίας του ενάγοντος, συνεκτιμωμένου προς τούτο ότι τόσο η εναγομένη, πέραν της άρνησης του αριθμού των ωρών υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος όσο και ο μάρτυράς της του οποίου την ένορκη βεβαίωση προσκόμισε προς αντίκρουση της αγωγής, δεν αμφισβητούν τα καθήκοντα που ο ενάγων εκτελούσε κατά τη διάρκεια των φορτω-εκφορτώσεων του πλοίου.  Ο τελευταίος μάλιστα επιβεβαιώνει όσα έγιναν δεκτά από την εκκαλουμένη όσον αφορά την αξίωση του ενάγοντος για αμοιβή λόγω καθαρισμού και πλυσίματος των αμπαριών του πλοίου αναφέροντας ότι αυτό γινόταν ανά ταξίδι μετά το πέρας των εκφορτώσεων. Κατά συνέπεια και σε συνδυασμό με τις ένορκες βεβαιώσεις του μάρτυρος απόδειξης που δεν αντικρούονται από άλλο αποδεικτικό μέσο, ο ενάγων  βάσιμα αξιώνει επιπλέον αμοιβή για την εν λόγω εργασία την οποία, εφόσον δεν αμφισβητεί ειδικά η εκκαλούσα, η οποία παραπονείται με τον συναφή τρίτο λόγο της έφεσής της μόνο για την αποδοχή της σχετικής αξίωσης του ενάγοντος και όχι για τον μαθηματικό υπολογισμό του ύψους της (αμοιβής της), ο οποίος εξάλλου καθορίζεται απόλυτα από την εφαρμοστέα σσνε, είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος και ο τρίτος λόγος της έφεσης. Σύμφωνα με το άρθρο 72 ΚΙΝΔ, η σύμβαση ναυτολόγησης μπορεί κατά πάντα χρόνο να λυθεί με καταγγελία από τον πλοίαρχο, ο οποίος δεν υποχρεούται να τηρήσει προθεσμία καταγγελίας. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 75 παρ. 2 εδ. β ΚΙΝΔ, στην περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης κατά το άρθρο 72 ΚΙΝΔ, ο ναυτικός δικαιούται αποζημίωση, εκτός αν η καταγγελία δικαιολογείται από παράπτωμα αυτού. Σύμφωνα δε με το άρθρο 76 εδ. α ΚΙΝΔ, η κατά τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου αποζημίωση συνίσταται σε ποσό ίσο προς το μισθό δέκα πέντε (15) ημερών. Η κατ’ άρθρο 75 παρ. 2 ΚΙΝΔ επομένως προβλεπόμενη αποζημίωση του ναυτικού σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης του από τον πλοίαρχο, κατ` άρθρο 72 ΚΙΝΔ, τελεί μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η καταγγελία δεν δικαιολογείται από παράπτωμα του ναυτικού και δεν απαιτεί κάποια υπαιτιότητα του πλοιάρχου (ΕΠ 458/2015, 719/2006). Από τα ίδια άνω αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα  αποδείχθηκε ότι ο ενάγων απολύθηκε στις 31-7-2018 και ενώ το πλοίο βρισκόταν στο λιμάνι της Ελευσίνας. Στο φυλλάδιό του αναγράφηκε ως λόγος η μεταξύ των διαδίκων συμφωνία (αμοιβαία συναινέσει), ωστόσο η απόλυσή του οφείλεται σε καταγγελία της σύμβασής του από τον πλοίαρχο, χωρίς ο ίδιος να έχει υποπέσει σε παράπτωμα που θα δικαιολογούσε την καταγγελία. Επομένως και σύμφωνα με τα προεκτεθέντα αυτός δικαιούται αποζημίωση απόλυσης ίση με μισθό 15 ημερών. Η κρίση του Δικαστηρίου για τον λόγο της απόλυσής του, στηρίζεται στην ένορκη βεβαίωση του συναδέλφου του που ο ίδιος προσκόμισε σε συνδυασμό με το ότι έλαβε από την εναγομένη για την αιτία αυτή το ποσό των 500 ευρώ, περιστατικό που η τελευταία ουδόλως αρνείται,  ενώ δεν αρκεί για να συναχθεί αντίθετη κρίση η ένορκη βεβαίωση που προσκόμισε η εναγομένη καθώς ο μάρτυράς της ο οποίος δεν έχει προσωπική γνώση για όσα καταθέτει σ’ αντίθεση με τον μάρτυρα του ενάγοντος, αρκείται να αναφέρει διηγηματικά ότι «απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει στις 30-7-2018», η δε σχετική σημείωση στο ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου είναι επιδεκτική ανταπόδειξης αφού το εν λόγω έγγραφο είναι ιδιωτικό έγγραφο (άρθρο 445ΚΠολΔ, ΕΠ 741/2005,  Δημ. Καμβύση: Ναυτεργατικόν Δίκαιον, έκδ. 1994, σελ. 82). Το ποσό που δικαιούται ο ενάγων για την αιτία, ως προς το ύψος και τον υπολογισμό του οποίου  δεν παραπονείται με τον οικείο λόγο της έφεσής της η εκκαλούσα ανέρχεται σύμφωνα και με το σχετικό αίτημα της αγωγής και όπως οι μηνιαίες αποδοχές του καθορίστηκαν παραπάνω σε (3.314,44 ευρώ χ 15/30 = )1.657,22 ευρώ και μετά την αφαίρεση του καταβληθέντος ποσού των 500 ευρώ : 1.157,22 ευρώ.Κατόπιν αυτών απορριπτέος είναι και ο τελευταίος λόγος της κρινόμενης έφεσης και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί αυτή ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος-εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, σε βάρος της ηττηθείσας εναγομένης-εκκαλούσας, κατόπιν παραδοχής σχετικού αιτήματος αυτού (άρθρα 176, 183, 191 ΚΠολΔ) και κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της απόφασης, ενώ, τέλος,  πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου για την άσκηση της έφεσης ως αχρεωστήτως καταβληθέν, στην εκκαλούσα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την  με αριθμ. έκθ.  κατάθ.  ………/14-11-2019, έφεση της εκκαλούσας- εναγόμενης εταιρίας που στρέφεται κατά της  με αριθμό 3393/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε με τη διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος-εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, σε βάρος της εναγομένης-εκκαλούσας τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του ηλεκτρονικού παραβόλου με αριθμό . ……….. στην εκκαλούσα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις    19 Απριλίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ