Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 248/2021

Αριθμός    248/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

(Τμήμα 1ο )

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:  …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Μαρία Λειβιδιώτου-Σαξώνη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:   Εταιρείας ………….., εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Παρασκευά Ζουρντό (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  18.12.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2018)  αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1469/2020 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου   ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 20.7.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς …………/2020)  αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε  και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις του  με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος αρμόδιου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) Δικαστηρίου,  η με αριθμ. έκθ.  κατάθ.  ………/27-8-2020, έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος, κατά της  με αριθμό 1469/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που  εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων  με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών (άρθρα 614 παρ. 3 και 621 επ. ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει ως  ουσιαστικά βάσιμη την από 18-12-2018 και με αριθμ. έκθ. κατάθ. ………../2018 αγωγή. Η έφεση ασκήθηκε  νομότυπα και εμπρόθεσμα σύμφωνα με τα άρθρα 495, 511, 513, 516 παρ. 1, 517 , 518  παρ. 2, 520 και 591   ΚΠολΔ,  εφόσον δεν αποδεικνύεται από τα έγγραφα της δικογραφίας επίδοση της εκκαλουμένης, ούτε άλλωστε και οι διάδικοι την επικαλούνται  και πρέπει, κατά συνέπεια, να  γίνει  τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω, με  την ίδια  ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το  παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, μέσα στα διαγραφόμενα από αυτούς όρια (άρθρα 532, 533 παρ. 1 και 591 παρ. 1 εδαφ. α ΚΠολΔ), χωρίς να απαιτείται για το παραδεκτό της η κατάθεση του παραβόλου της παρ. 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Ο ενάγων με την από 18-12-2018 αγωγή του ισχυρίστηκε ότι σε εκτέλεση διαδοχικών συμβάσεων  ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που κατάρτισε στον Πειραιά με την εναγόμενη πλοιοκτήτρια εταιρία,  ναυτολογήθηκε κατά τα αναφερόμενα σ’ αυτήν χρονικά διαστήματα με την  ειδικότητα του θαλαμηπόλου   στο με ελληνική σημαία ε/γ-ο/γ πλοίο της «ΒΗ»,  13.615,17 κκχ, σύμφωνα με τους όρους της σσνε για τα πληρώματα των επιβατηγών  ακτοπλοϊκών πλοίων.  Ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολόγησής του, κατά την οποία το πλοίο εκτελούσε πλόες στη δρομολογιακή γραμμή Πειραιάς-Ηράκλειο Κρήτης, εργαζόταν υπερωριακά και με βάση τα αναλυτικότερα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, ζητά να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 22.059,82 ευρώ για αμοιβή της υπερωριακής εργασίας που παρείχε στο πλοίο της, αμοιβή δρομολογίων εξπρές και διαφορά των επιδομάτων που έλαβε για τα δώρα Χριστουγέννων των ετών 2017 και 2018. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, δέχθηκε αυτή ως, εν μέρει, βάσιμη κατ’ ουσίαν  και  κατά το ποσό των 3.174,06 ευρώ, κρίνοντας συγκεκριμένα ότι ο ενάγων απασχολήθηκε υπερωριακά επί μία ώρα τις καθημερινές και Κυριακές και επί εννέα ώρες τα Σάββατα και τις αργίες. Ήδη ο τελευταίος  με την  κρινόμενη έφεσή του,  επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καθώς και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, παραπονείται για την κατά τα άνω κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και  ζητά την αποδοχή της έφεσής του  προς το σκοπό εξαφάνισης της εκκαλουμένης και την πλήρη αποδοχή της  αγωγής του.Από την εκτίμηση των ενώπιον του Δικαστηρίου παραδεκτά προσκομιζομένων με επίκληση αποδεικτικών μέσων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο εξ αυτών για την κατ’ ουσία διάγνωση της διαφοράς, ήτοι όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που προσκομίζονται προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, για άμεση απόδειξη (άρθρο 438 ΚΠολΔ) είτε προς έμμεση,  για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 395, 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ), απόδειξη, της με αριθμό ……./1-10-2019 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., που  προσκόμισε η εφεσίβλητη προς αντίκρουση της κατάθεσης  του μάρτυρα απόδειξης  και λήφθηκε νομότυπα σύμφωνα με το άρθρο 422 παρ.1 και 3 ΚΠολΔ, κατόπιν  κλήτευσης του αντιδίκου της με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου-η δε  προσκομισθείσα από την εναγόμενη   με αριθμό  ………../2020 ένορκη βεβαίωση που δόθηκε στα πλαίσια άλλης πολιτικής δίκης λαμβάνεται υπόψη μόνο προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΟλΑΠ 8/2016, ΑΠ 800/2015 δημοσ στην τνπ ΝΟΜΟΣ), των καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν με επιμέλεια των διαδίκων ενόρκως στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και εμπεριέχονται στα ίδια όπως και άνω πρακτικά, σημειουμένου ότι το Δικαστήριο  υποχρεούται (άρθρα 335, 338-340 και 346 ΚΠολΔ), προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων, να λάβει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα που εκείνοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, διαφορετικά θεμελιώνεται ο προβλεπόμενος στο άρθρο 559 αρ. 11περ.γ ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ενώ οι μάρτυρες, ακόμα και αν  έχουν εγείρει αξιώσεις σε βάρος του αντιδίκου του διαδίκου υπέρ του οποίου καταθέτουν,  δεν θεωρούνται (πλέον) εξαιρετέοι μάρτυρες σύμφωνα με το άρθρο 400 ΚΠολΔ, τέλος (από την εκτίμηση) των όσων οι διάδικοι ισχυρίζονται και συνομολογούν σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας αλλά και τα όσα, συγκεκριμένα, κεφάλαια της εκκαλουμένης προσβάλει με την έφεσή του  ο ενάγων,  αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Σε εκτέλεση διαδοχικών συμβάσεων  ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν μεταξύ των διαδίκων στον Πειραιά, ο ενάγων ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του  θαλαμηπόλου στο με ελληνική σημαία ε/γ-ο/γ πλοίο «ΒΗ από την 4-2-2017 έως  5-3-2017, από 1-4-2017 έως  1-11-2017, από 4-2-2018 έως 5-3-2018 και από 1-4-2018 έως 30-10-2018. Στις έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας που υπογράφηκαν από τους διαδίκους συμφωνήθηκε να αμείβεται ο ενάγων με κλειστό μισθό  ανερχόμενο στο ποσό των 2.674,80 ευρώ για το έτος 2017 και στο ποσό των 2.721,87 για το έτος 2018 στον οποίο ορίστηκε να συμπεριλαμβάνονται βασικός μισθός, επίδομα Κυριακών, επίδομα Σαββάτων και αργιών, επίδομα αδείας και τροφοδοσίας, τυχόν επίδομα εταιρίας και «όλα τα διάφορα επιδόματα που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας», η οποία στην προκειμένη περίπτωση συμφωνήθηκε επίσης, ρητά να είναι των πληρωμάτων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και συγκεκριμένα οι κυρωθείσες με την ΥΑ 2242.5/72672/2016 (ΦΕΚ Β΄2796/5-9-2016) και την ΥΑ 2242.5-1.5/77056/2017 (ΦΕΚ Β΄40055/17-11-2017).  Το πλοίο της εναγόμενης εταιρίας αναχωρούσε καθημερινά από Πειραιά ώρα 21.00 και κατέπλεε ώρα 6.15,της επόμενης ημέρας, στο λιμάνι του Ηρακλείου από το οποίο απέπλεε με προορισμό τον Πειραιά ώρα 21.00 όπου κατέφθανε την ίδια ώρα, 6.15, της επόμενης ημέρας. Στο χρονικό διάστημα από 5-7-2017 έως 28-8-2017, τέσσερις ημέρες της κάθε εβδομάδας (Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή) το πλοίο αναχωρούσε εκ νέου για Πειραιά, ώρα 10.00 από το λιμάνι του Ηρακλείου, μετά την άφιξή του ώρα 6.15 και κατέπλεε στον προορισμό του ώρα 18.45 από όπου αναχωρούσε  και πάλι ώρα 21.00 για Ηράκλειο. Τα ανωτέρω περιστατικά συνομολογούνται από την εναγομένη αφού αυτή ουδόλως τα αμφισβητεί (άρθρα 261 και 591 ΚΠολΔ). Η οργανική σύνθεση του πλοίου άρθρου (σύμφωνα με το άρθρο του 6 π.δ. 177/1974, που αφορά την οργανική σύνθεση πληρωμάτων των επιβατηγών (ακτοπλοϊκών – μεσογειακών – τουριστικών πλοίων), προέβλεπε την ναυτολόγηση ενός προϊστάμενου αρχιθαλαμηπόλου, ενός αρχιθαλαμηπόλου, εικοσιπέντε θαλαμηπόλων και δεκαεπτά επίκουρων, ωστόσο από τις  καταθέσεις των μαρτύρων και από όσα οι διάδικοι ισχυρίζονται, δεν καθίσταται απολύτως σαφές ποιος ήταν ο ακριβής αριθμός των ναυτολογημένων κατά τον επίδικο χρόνο ναυτικών με τις άνω ιδιότητες. Στη συνέχεια, αυτό που μετά βεβαιότητας αποδεικνύεται είναι ότι κατά τη θερινή περίοδο οι άνω ειδικότητες ανέρχονταν στον αριθμό 47 συνολικά και στη χειμερινή μειώνονταν κατά το ήμισυ. Λαμβάνοντας υπόψη τους αριθμούς αυτούς, τα  δρομολόγια που εκτελούσε το πλοίο, την ικανότητά του να μεταφέρει έως 1.500 επιβάτες, την διάρκεια του πλου (εννέα ώρες) χωρίς ενδιάμεσα λιμάνια, το ότι κάθε θαλαμηπόλος είχε, βοηθούμενος από έναν επίκουρο θαλαμηπόλο, να φροντίσει για την καθαριότητα, μετά την αποχώρηση των επιβατών και την προετοιμασία 20 έως 40 καμπινών ανάλογα με την εποχή, τις περισσότερες κατά την περίοδο με την μειωμένη κίνηση, όταν μειωνόταν και ο αριθμός των υπηρετούντων ναυτικών, το Δικαστήριο κρίνει ότι  ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά επί εννέα ώρες ημερησίως, καθ’ όλα τα χρονικά διαστήματα, πλην εκείνων στα οποία πραγματοποιούνταν επιπλέον δρομολόγια. Συγκεκριμένα, όταν  το πλοίο εκτελούσε ένα ταξίδι διάρκειας εννέα ωρών  (21.00 με 06.15) και ο αριθμός των ναυτολογημένων θαλαμηπόλων ήταν μειωμένος, από 4-2-2017 έως 5-3-2017 και από 4-2-2018 έως 5-3-2018,  οι θαλαμηπόλοι που εκτελούσαν βάρδια ξεκινούσαν περί ώρα 06.00 το πρωί, όταν εκκενώνονταν οι καμπίνες,  το καθάρισμά τους και την προετοιμασία αυτών για τους επόμενους επιβάτες, εργασία που διαρκούσε μέχρι ώρα 10.00, στη συνέχεια  άρχιζαν εκ νέου εργασία περί ώρα 19.00 στην υποδοχή των επιβατών και μετά τον απόπλου, ο ενάγων ειδικότερα, εργαζόταν στο σελφ-σέρβις εστιατόριο του πλοίου που λειτουργούσε μέχρι ώρα 23.00 και ο ίδιος μετά τον καθαρισμό του χώρου, αποχωρούσε προς ανάπαυση περί ώρα 24.00. Οι ίδιες, εννέα, ώρες απαιτούνταν και στον υπόλοιπο χρόνο που υπηρετούσαν περισσότεροι ναυτικοί καθώς τότε ήταν μεν περισσότεροι αλλά αύξανε σημαντικά και ο αριθμός των επιβατών, επομένως και των χρησιμοποιούμενων καμπινών. Έτσι κατά τα εν λόγω χρονικά διαστήματα ο ενάγων εργαζόταν επί εννέα ώρες καθημερινά εκ των οποίων η μία ώρα είναι υπερωριακή εργασία τις καθημερινές ημέρες και τις Κυριακές ενώ το σύνολό αυτών είναι υπερωριακή εργασία τα Σάββατα και τις αργίες, όπως ορθά εκτιμώντας τις αποδείξεις έκρινε η εκκαλουμένη.  Κατά την περίοδο που εκτελούνταν επιπλέον πλόες με αυξημένη επιβατική κίνηση ο ενάγων προκειμένου να εκτελέσει τα καθήκοντά του απασχολείτο επί 12 ώρες καθημερινά  εκ των οποίων οι 4 ώρες αποτελούσαν  υπερωριακή εργασία τις καθημερινές και Κυριακές ενώ και οι  12 ώρες ήταν  υπερωριακή εργασία τα Σάββατα και τις αργίες. Αποδείχθηκε στη συνέχεια ότι οι θαλαμηπόλοι ανά δυο άτομα εκτελούσαν φυλακές πυρασφάλειας διάρκειας δώδεκα ωρών, από ώρα 06.00 έως ώρα 18.00 και από ώρα 18.00 έως ώρα 06.00, με συνέπεια  όταν το πλοίο ανάμενε στο λιμάνι από ώρα 06.15 έως τον απόπλου του ώρα 21.00, ο εκτελών την εν λόγω βάρδια δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από αυτό και ήταν σε ετοιμότητα, εργαζόμενος με τα αναγκαία για τη σίτισή του διαλλείματα. Η εν λόγω υπηρεσία επαναλαμβανόταν επί πέντε,  περίπου, φορές στη διάρκεια του μήνα κατά τα (δυο) διαστήματα με τον μειωμένο αριθμό ναυτολογημένων μελών πληρώματος  και επί δυο, περίπου, φορές τους λοιπούς μήνες, ενώ το  σύνολο των δώδεκα ωρών που διαρκούσε η εν λόγω βάρδια δεν ήταν υπερωριακή εργασία, πλέον του νομίμου ωραρίου για τον  εκτελούντα αυτήν,  καθώς συνέπιπτε και με την βάρδια που εκτελούσε με την ειδικότητά του. Με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα   και σύμφωνα και με το αίτημα στο οικείο κεφάλαιο της αγωγής (άρθρο 106 ΚΠολΔ), ο ενάγων απασχολείτο από 4-2-2017 έως 5-3-2017 και από 4-2-2018 έως 5-3-2018 επί πέντε  καθημερινές  επί 15 ώρες κάθε μία ημέρα εξ αυτών, εκ των οποίων οι επτά ώρες ήταν υπερωριακή εργασία ενώ  τον υπόλοιπο χρόνο της ναυτολόγησής του εκτελούσε δωδεκάωρη εργασία κατά την ημέρα που συμμετείχε στην βάρδια πυρασφάλειας και αντίστοιχα οι τέσσερις ώρες εξ αυτών ήταν υπερωριακή εργασία τις καθημερινές και το σύνολο αυτών τα Σάββατα και τις αργίες. Επομένως για τα ίδια πάντα χρονικά διαστήματα ο ενάγων δικαιούται.  α] 4-2-2017 έως 5-3-2017  για πέντε Σάββατα και την αργία της Καθαρής Δευτέρας : 6 ημέρες χ 9 ώρες χ 10,04 ευρώ   ωρομίσθιο αμοιβής της υπερωριακής εργασίας = 542,16 ευρώ, για δεκαοκτώ  Κυριακές και  καθημερινές : 18 ημέρες χ 1 ώρα υπερωρία χ 8,37 ευρώ ωρομίσθιο=150,66 ευρώ αυτής και πέντε καθημερινές ημέρες χ 7 ώρες υπερωριακή εργασία χ 8,37 ωρομίσθιο = 292,95 ευρώ και συνολικά 958,77 ευρώ. β] από 1-4-2017 έως 1-11-2017 πλην του διαστήματος από 6-7 έως 27-8 : για 29 Σάββατα και αργίες χ 9 ώρες χ 10,04 ευρώ ωρομίσθιο = 2.620,44 ευρώ, για 90 καθημερινές και Κυριακές χ 1ώρα υπερωρία χ 8,37 ευρώ ωρομίσθιο = 753,3 ευρώ, 2 ημέρες χ 5 μήνες χ 4 ώρες υπερωρία χ 8,37 ευρώ ωρομίσθιο = 334,8 και συνολικά 3.708,54 ευρώγ]  το διάστημα από 6-7-2017 έως 27-8-2017 : για 8 Σάββατα και 1  αργία χ 12 ώρες χ 10,04 ευρώ ωρομίσθιο = 1.084,32 ευρώ και για 44 καθημερινές και Κυριακές χ 4 ώρες χ 8,37 ευρώ ωρομίσθιο =  1.473,12 ευρώ και συνολικά 2.557,44 ευρώδ] από 4-2-2018 έως 5-3-2018 για 4 Σάββατα και την αργία της Καθαρής Δευτέρας 2018 : 5 ημέρες χ 9 ώρες υπερωρία χ 10,04 ευρώ ωρομίσθιο = 451,8 ευρώ, για 20  Κυριακές και καθημερινές χ 1 υπερωρία ώρα χ 8,37 ευρώ ωρομίσθιο = 167,4 ευρώ  και πέντε καθημερινές ημέρες χ 7 ώρες υπερωριακή εργασία χ 8,37 ωρομίσθιο = 292,95 ευρώ και συνολικά 912,15 ευρώ. ε] από 1-4-2018 έως 30-10-2018  πλην του διαστήματος από 5-7-2018 έως 31-8-2018 : για είκοσι εννέα Σάββατα και  αργίες χ 9 ώρες χ 10,04 ευρώ ωρομίσθιο = 2.620,44 ευρώ,  για 82 Κυριακές και  καθημερινές  ημέρες  χ 1 ώρα υπερωρία χ 8,37 ευρώ = 686,34 ευρώ και 2 ημέρες χ 5 μήνες χ 4 ώρες υπερωρία χ 8,37 ευρώ ωρομίσθιο = 334,8 ευρώ  και συνολικά 3.641,58 ευρώστ]  για το διάστημα από 5-7-2018 έως 31-8-2018 απασχολήθηκε υπερωριακά επί 8 Σάββατα και μία αργία: 9 χ 12 ώρες υπερωρία χ 10,04 ευρώ ωρομίσθιο = 1.084,32 και επί 49 καθημερινές και Κυριακές : 49 ημέρες χ 4 ώρες  χ 8.37 ευρώ ωρομίσθιο  = 1.640,52 ευρώ  και συνολικά 2.724,84 ευρώ. Επομένως ο ενάγων δικαιούται για την άνω αιτία το ποσό των 14.503,32 ευρώ από το οποίο, μετά την αφαίρεση του  συνομολογηθέντος από τον ίδιο ως καταβληθέντος για την αιτία αυτή ποσού των 9.610,88 ευρώ, απομένει ανεξόφλητο υπόλοιπο 4.892,44 ευρώ  και ο μέσος όρος της μηνιαίας  αμοιβής αυτού για υπερωριακή εργασία επί 14 μήνες και 48 ημέρες ανέρχεται σε 929,7 ευρώ.Ο ενάγων παραπονείται με τον πέμπτο λόγο της έφεσής του για τον συνυπολογισμό  και την αφαίρεση από την εκκαλουμένη των έκτακτων αποδοχών που του καταβάλλονταν κάθε μήνα της ναυτολόγησής του από την εναγομένη, συνολικού ποσού 2.473,31 ευρώ, κατόπιν αποδοχής του ισχυρισμού της τελευταίας περί συμψηφισμού και εξόφλησης της αξίωσής του για αμοιβή υπερωριακής εργασίας. Από την ανάγνωση των ένδικων γραπτών συμβάσεων εργασίας   αποδεικνύεται ότι στους όρους αμφοτέρων των συμβάσεων με τον τίτλο «Συμπληρωματικοί όροι που περιλαμβάνονται όπως τυχόν αμοιβαίως συμφωνήθηκαν από τα μέρη», συμπεριελήφθη ρητή και σαφής συμφωνία ότι κάθε ποσό που καταβάλει η  εναγόμενη εταιρία στο ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες, (κατά την εφαρμοστέα σσνε),  αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από τον ενάγοντα ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Επομένως, με βάση την ανωτέρω συμβατική ρύθμιση (άρθρο 361 Α.Κ.) συντρέχουν οι προϋποθέσεις με βάση τις οποίες θεμελιώνεται επιτρεπτά συμβατικός συμψηφισμός και επομένως είναι δυνατόν οι υπέρτερες αποδοχές οι οποίες θα καταβάλλονταν στον ενάγοντα να μπορούν να συμψηφίζονται με την οφειλόμενη από την εναγομένη αμοιβή για υπερωριακή εργασία, ενώ περαιτέρω από το περιερχόμενο της συμφωνίας αυτής, που ερμηνεύεται, όπως απαιτεί η καλή πίστη, λαμβανομένων υπ’ όψιν των συναλλακτικών ηθών (άρθρα 173 και 200 Α.Κ.), προκύπτει ότι τα συμβληθέντα μέρη συμφώνησαν ώστε να συμψηφίζονται τα ως άνω χορηγούμενα ποσά με την πρόσθετη αμοιβή από υπερωριακή εργασία του ενάγοντος. Κατά συνέπεια ορθά ερμηνεύοντας  και εφαρμόζοντας το νόμο η εκκαλουμένη  συνυπολόγισε το ποσό των 2.473,31 ευρώ  που έλαβε ο ενάγων κατά τη ναυτολόγησή του συνολικά ως έκτακτες αμοιβές με αντίστοιχες  μηνιαίες καταβολές και αφαίρεσε αυτό από την αμοιβή που δικαιούται για υπερωριακή εργασία της  οποίας το οφειλόμενο ποσό ανέρχεται πλέον σε 2.419,13 ευρώ, ωστόσο κατόπιν εσφαλμένης εκτίμησης των αποδείξεων, η εκκαλουμένη δέχθηκε μικρότερο αριθμό ωρών υπερωριακής απασχόλησης του εκκαλούντος στα αναφερόμενα παραπάνω χρονικά διαστήματα. Κατά, περαιτέρω,  συνέπεια η αμοιβή του ενάγοντος για τα εξπρές δρομολόγια που πραγματοποιούσε το πλοίο της εναγομένης  καθώς αυτό απέπλεε τη θερινή περίοδο τρεις ώρες μετά τον κατάπλου του στο λιμάνι του Ηρακλείου επί τέσσερις ημέρες της κάθε εβδομάδας  και  για τα δώρα εορτών Χριστουγέννων του επίδικου χρονικού διαστήματος διαμορφώνονται σύμφωνα με τα αντίστοιχα αιτήματα της αγωγής και ενόψει του τρίτου λόγου της  έφεσής του με τον οποίο παραπονείται για τα συνυπολογισθέντα, μικρότερα, ποσά, ως εξής: Α] για 1,5 δρομολόγιο εξπρές ανά εβδομάδα  δικαιούται το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του [1.157,99 μισθός ενέργειας + 22% επίδομα Κυριακών + 35,22 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 ευρώ αντίτιμο τροφή (19,21 ευρώ/ημέρα) + 417,15 ευρώ επίδομα άδειας (μισθός ενέργειας +επίδομα Κυριακών : 22 χ 5 ημέρες  + τροφοδοσία 5 ημερών) + 929,7 ευρώ μ.ο. υπερωριών =] 3.371,11 ευρώ : 30 ευρώ χ 16,5 εβδομάδες που εκτελούνταν τα δρομολόγια όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη χ 1,5 δρομολόγιο εξπρές /εβδομάδα  =  2.781,16 ευρώ. Β] δώρο Χριστουγέννων 2017  και για ναυτολόγηση από 1-5-2017 έως 1-11-2017 : 184 ημέρες διάρκεια ναυτολόγησης : 19 ημέρες χ 2/25 των προαναφερομένων μηνιαίων αποδοχών = 2.615,98 ευρώ και αντίστοιχα το δώρο Χριστουγέννων 2018: για 183 ημέρες διάρκεια της ναυτολόγησης : 19 ημέρες χ 2/25 = 2.597,10 ευρώ. Τα εναπομένοντα ως οφειλόμενα υπόλοιπα για τις ανωτέρω αιτίες μετά την αφαίρεση των μη αμφισβητούμενων από τον εκκαλούντα καταβληθέντων ποσών, διαμορφώνονται ως εξής: Α] για δρομολόγια εξπρές  2.781,16 – 1.154,06 ευρώ = 1.627,1 ευρώ και Β] 2615,98 + 2597,10 – (αντίστοιχα 1.536,54 + 1.580,74) = 1.079,44 + 1.016,36 ευρώ.Κατά συνέπεια όλων των ανωτέρω  και λαμβανομένου υπόψη ότι  α] κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η οποία συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, 679 ΑΚ, 8 ν. 2112/1920 και 8 παρ. 4 του ν. 4020/1959, κάθε παραίτηση του εργαζομένου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλων από την εργασία του παροχών, έστω και υπό τη μορφή άφεσης χρέους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 454 ΑΚ, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (ΑΠ 587/2006 δημοσίευση στην τ.ν.π. ΝΟΜΟΣ, ΕΠ 34/2008 ΕΝΔ 2008.290) β] ότι συνεπεία της προαναφερόμενης αρχής  η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον εργαζόμενο επί των λογαριασμών μισθοδοσίας, δεν ενέχει παραίτηση αυτού από τις αξιώσεις του για τη διεκδίκηση των νόμιμων αποδοχών του και στερείται νόμιμης επιρροής (ΕΠ 160/2014 δημοσίευση στην τ.ν.π. ΝΟΜΟΣ) γ] ότι η μεταξύ των διαδίκων συμφωνία περί κλειστού μισθού εφόσον δεν κάλυπτε τις νόμιμες, όπως διαμορφώθηκαν παραπάνω, υπέρτερες αποδοχές  του ενάγοντος, δεν είναι έγκυρη και ο τελευταίος δικαιούται να επιδιώξει την ικανοποίηση των ένδικων αξιώσεών του ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 2.419,13 + 1.627,1 + 1.079,44 + 1.016,36 = 6.142,03.Ενόψει αυτού και εφόσον δεν υφίσταται άλλος λόγος της υπό κρίση έφεσης προς έρευνα θα πρέπει αυτή να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να κρατηθεί η αγωγή στο παρόν Δικαστήριο και αφού συζητηθεί να γίνει μερικά δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα 6.142,03 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της λύσης της  ένδικης ναυτικής σύμβασης, επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας σε βάρος της, εν μέρει, ηττηθείσας εναγομένης (άρθρα 176, 183 και 191 ΚΠολΔ) κατόπιν αποδοχής αιτήματος του πρώτου και όπως αυτά ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την  με αριθμ. έκθ.  κατάθ. ………../27-8-2020, έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος, κατά της  με αριθμό 1469/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που  εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων  με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και   κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 18-12-2018 αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των έξι χιλιάδων εκατόν σαράντα δυο ευρώ και τριών λεπτών (6.142,03) νομιμοτόκως από την επομένη της λύσης της  ένδικης ναυτικής σύμβασης, ήτοι από την επομένη της 30-10-2018 μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας,  σε βάρος της, εν μέρει, ηττηθείσας εναγομένης,  τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 23 Απριλίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ