Αριθμός 643/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Γεώργιο Βερούση, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Δ.Π.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 30-12-2013 (αριθ. καταθ. ….. έφεση της πρώτης εναγομένης της από 9-6-2011 (αριθ. εκθ. καταθ. ……) αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά της με αριθμό 5151/2013 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, το οποίο δίκασε αντιμωλία των διαδίκων την προαναφερόμενη αγωγή κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα στις 30-12-2013 καθόσον η εκκαλουμένη επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 29-11-2013 (βλ. επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά Ι.Μ.) και από τη δημοσίευση της δεν έχει παρέλθει τριετία. Επιπλέον έχουν κατατεθεί το οριζόμενα παράβολα σύμφωνα με επισημείωση του γραμματέα του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου επί του εφετηρίου. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς τη βασιμότητα των λόγων της με την ίδια διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ.) .
Με την από 9-6-2011 (αριθ. εκθ. καταθ. …….) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι, κατά το μέρος που εκκαλείται, δυνάμει των αναφερομένων στην αγωγή διαδοχικών συμβάσεων δανείου, κατάβαλε συνολικά στην εκκαλούσα το ποσό των 37.990,52 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των τόκων) το οποίο η τελευταία αρνείται να του αποδώσει Ζητούσε δε με την ανωτέρω αγωγή του να υποχρεωθεί η εκκαλούσα να του καταβάλει το ανωτέρω ποσό με το νόμιμο από την επίδοση της αγωγής καθώς και να καταδικαστεί στην δικαστική του δαπάνη. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και υποχρέωσε την εκκαλούσα να καταβάλει στον εφεσίβλητο το συνολικό ποσό των 31.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση και επέβαλε σε βάρος της εκκαλούσας τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου την οποία όρισε στο ποσό των 1.500 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την κρινόμενη έφεση η εναγομένη – εκκαλούσα για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να απορριφθεί η αγωγή και να καταδικαστεί ο εφεσίβλητος στη καταβολή της δικαστικής της δαπάνης.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και επαναπροσκομίζουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο εφεσίβλητος είχε ερωτικό δεσμό από το έτος 2003 με την πρώτη εναγομένη, η μητέρα της οποίας διατηρούσε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος -ταβέρνα με την επωνυμία «….» στον Πειραιά, επί της …… αρ. …….. Η τελευταία (μητέρα της εκκαλούσας) περί τις αρχές Σεπτεμβρίου 2005 η πρώτη εναγομένη, λόγω των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων που παρουσίαζε η ως άνω επιχείρηση που προέρχονταν από συσσωρευμένα χρέη της προς τρίτους και ασφαλιστικά ταμεία, ζήτησε από τον εφεσίβλητο να της δανείσει το ποσό των 4.000 ευρώ προκειμένου με αυτό να πληρώσει τον λογαριασμό της ΔΕΗ της ως άνω επιχείρησης, η οποία και απειλείτο με διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος. Ο εφεσίβλητος κατέβαλε το παραπάνω ποσό, ενώ ένα μήνα σχεδόν αργότερα επειδή τα οικονομικά προβλήματα της επιχείρησης οξύνονταν, η ως άνω μητέρα της εκκαλούσας του ζήτησε εκ νέου να της δανείσει χρήματα, ώστε να ενισχύσει με αυτά τη λειτουργία της επιχείρησης. Ο εφεσίβλητος συμφώνησε να της χορηγήσει άτοκο δάνειο, επειδή όμως δεν είχε οικονομική ρευστότητα, προχώρησε και ο ίδιος στη λήψη δανείου στο όνομα του, από την Τράπεζα Eurobank. Έτσι κατέβαλε στην εκκαλούσα κατά το χρονικό διάστημα από 18.10.2005 έως 11.11.2005 τμηματικά το συνολικό ποσό των 16.220 ευρώ. Ειδικότερα, την 18η. 10.2005 της κατέβαλε το ποσό των 2.600 ευρώ, την 20η.10.2005 το ποσό των 9.890 ευρώ, την 21η.10.2005 το ποσό των 1.150 ευρώ, την 24η. 10.2005 το ποσό των 1260 ευρώ, την 25η. 10.2005 το ποσό των 300 ευρώ, την 31 η. 10.2005 το ποσό των 290 ευρώ, την 1 η. 11.2005 το ποσό των 550 ευρώ και την 11 η. 11.2005 το ποσό των 180 ευρώ. Στη συνέχεια και επειδή η οικονομική δυσχέρεια της επιχείρησης συνεχιζόταν, τον Μάρτιο του 2007 ο ενάγων, δέχθηκε να καταβάλει λόγω δανείου εκ νέου στην εκκαλούσα και άλλα χρηματικά ποσά για αυτό το λόγο και προχώρησε στη λήψη ανοιχτού δανείου από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, ανοίγοντας τον υπ’ αριθμ………. λογαριασμό. Έτσι τον Μάρτιο του έτους 2007 της κατέβαλε το ποσό των 5.000 ευρώ, τον Απρίλιο του έτους 2007 επίσης το ποσό των 5.000 ευρώ, τον Αύγουστο του έτους 2008 το ποσό των 1.500 ευρώ και τον Σεπτέμβριο του έτους 2008 το ποσό των 4.000 ευρώ, συνολικά δε της κατάβαλε το ποσό των 30.720 ευρώ. Τον Αύγουστο του έτους 2009, επειδή η εκκαλούσα δεν είχε καταβάλει κανένα τμήμα του δανεισθέντος ποσού, συνήψε στις 19-8-2009 με τον εφεσίβλητο ιδιωτικό συμφωνητικό, δυνάμει του οποίου αναγνώριζε ρητώς ότι του οφείλει από άτοκο δάνειο, το ποσό των 31.000 ευρώ και αναλάμβανε την υποχρέωση να του καταβάλει το ως άνω ποσό σε εξήντα δύο μηνιαίες δόσεις, ύψους 500 ευρώ εκάστη. Για το σκοπό αυτό άλλωστε η εναγομένη αναλάμβανε επίσης την υποχρέωση να παραδώσει στον ενάγοντα εξήντα δύο ισόποσες συναλλαγματικές ύψους 500 ευρώ με ημερομηνία λήξης η πρώτη την 15η.10.2009 και η τελευταία την 15η.11.2014, τις οποίες ο ενάγων υποχρεούτο να της επιστρέψει με την εκάστοτε εξόφληση τους. Από το περιεχόμενο του ως άνω συμφωνητικού, η γνησιότητα του οποίου δεν αμφισβητείται αποδεικνύεται ότι λήπτρια του δανείου και αντισυμβαλλόμενη στη δανειακή σύμβαση με τον εφεσίβλητο ήταν η εκκαλούσα και όχι οι γονείς της, καθόσον σε μία τέτοια περίπτωση θα συμμετείχαν στη σύναψη του συμφωνητικού αναγνώρισης χρέους ως συνοφειλέτες του χρέους. Επίσης, από το ως άνω συμφωνητικό, αποδεικνύεται ότι η εκκαλούσα δεν είχε αναλάβει την υποχρέωση να αποπληρώσει και τους τόκους των δανείων που έλαβε από τον εφεσίβλητο, αφού ρητώς αναγράφηκε σ’ αυτό ότι το ποσό των 31.000 ευρώ προέρχεται από άτοκο δάνειο, χωρίς καμία αναφορά για το ποσό των οφειλόμενων τόκων επί του δανεισθέντος κεφαλαίου. Εντούτοις παρά τα συμφωνηθέντα η εκκαλούσα, δεν προέβη στην καταβολή οποιουδήποτε ποσού για την αποπληρωμή του παραπάνω δανείου, παραβιάζοντας έτσι τη συμβατική της υποχρέωση, από τη σύμβαση δανείου, το οποίο και οφείλει να αποδώσει και συνεπώς η οφειλή της ανέρχεται στο προναφερόμενο ποσό των 31.000 ευρώ. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση του δέχθηκε τα ίδια, κάνοντας εν μέρει δεκτή την αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη και υποχρεώνοντας την εκκαλούσα να καταβάλει στον εφεσίβλητο το ποσό των 31.000 ευρώ ε το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με την έφεση είναι απορριπτέα ως κατ’ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση ως κατ’ουσίαν αβάσιμη και να καταδικαστεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 183,176 του Κ.Πολ.Δ. και 22 παρ.2 ν. 3696/1957) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Επίσης πρέπει να διαταχθεί η κατάπτωση των κατατεθέντων από την εκκαλούσα κατά την κατάθεση της έφεσης της παραβόλων, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ του Κ.Πολ.Δ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 30-12-2013 (αριθ. καταθ. ……. έφεση της πρώτης εναγομένης της από 9-6-2011 (αριθ. εκθ. καταθ. ……) αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά της με αριθμό 5151/2013 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ για καθένα.
Διατάσσει την κατάπτωση των κατατεθέντων από την εκκαλούσα, κατά την κατάθεση της έφεσης της, των παραβόλων υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου .
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 25 Οκτωβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
.