Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 636/2018

ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΤΗΚΑΝ. Εκπροθέσμως προσκομισθέντα, επικαλούμενα με τις προτάσεις, αποδεικτικά έγγραφα. Επανάληψη της συζήτησης, ώστε να προσκομισθούν νομίμως.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    

636 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον  Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Δ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

  Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, «αν ασκηθεί έφεση από διάδικο, που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια, που καθορίζονται  από την έφεση και της πρόσθετους λόγους ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο της έφεσης και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται δηλαδή η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο, αλλά δικάσθηκε, ερήμην, όπως, εντός των  ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, ακουστεί και προβάλει στο εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, επανορθώνοντας με την  έφεση τις συνέπειες που η απουσία του επέφερε. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των  αποδείξεων,  ως προς τη βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανισθεί, ως προς όλες τις διατάξεις της. (ΑΠ 1015/2005 Ελ.Δ.46,110, ΑΠ 884/2007, Εφ.Αθ.2142/2011, Εφ.Αθ.933/2011, Εφ.Αθ. 337/2009, Εφ.Θεσ.431/2009, Εφ.Δωδ.136/2009, Εφ.Αθ.6514/2009, Εφ.Πατρ. 150/2009, δημοσιευμένες όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Η κρινόμενη έφεση των εκκαλούντων – πρώτου και δεύτερου εναγόμενων, κατά της υπ΄αρ. 3577/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε επί αγωγής της ενάγουσας – ήδη εφεσίβλητης, που αφορούσε αποζημίωση από αδικοπραξία ένεκα έκδοσης ακάλυπτων επιταγών, κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην των εναγόμενων, αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εντός της νόμιμης προθεσμίας των 30 ημερών (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η επίδοση της εκκαλουμένης έλαβε χώρα στις 22-10-2015, (βλ. σχετική σημείωση, στο σώμα της, του δικαστικού επιμελητή Αθηνών Α.Τ.) και η ένδικη έφεση κατατέθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 20-11-2015, όπως προκύπτει από την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, έκθεση κατάθεσης. Έχουν καταβληθεί δε και τα προβλεπόμενα από το άρθρο 495 παρ.4 εδ.α ΚΠολΔ, παράβολα εκ μέρους των εκκαλούντων, κατά τα αναφερόμενα στην έκθεση της γραμματέα κάτωθεν του δικογράφου της έφεσης. Δεδομένου δε ότι οι εκκαλούντες –εναγόμενοι, επικαλούμενοι λόγους που ανάγονται στην εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και στην κακή εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τη βάση της αγωγής, ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, κατά το μέρος που αυτή έκανε δεκτή την αγωγή της αντιδίκου τους, ως προς αυτούς, ως ουσιαστικά βάσιμη, (θεωρώντας ομολογημένα τα αναφερόμενα στην αγωγή πραγματικά περιστατικά, λόγω της ερημοδικίας τους),  η κρινόμενη έφεση σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, πρέπει να γίνει τυπικά αλλά και κατ΄ουσία δεκτή και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ως προς όλες τις διατάξεις της που αφορούν τους εκκαλούντες, ακολούθως δε να διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ.1 ΚΠολΔ) και να ανασυζητηθεί η αγωγή κατά την τακτική διαδικασία  (όπως αυτή ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το Ν.4335/23-7-2015, που δεν καταλαμβάνει τις αγωγές και τα ένδικα μέσα που ασκήθηκαν πριν την 1-1-2016, όπως η ένδικη).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 227 παρ.1 ΚΠολΔ, αν υπάρχουν τυπικές παραλείψεις που μπορούν αν αναπληρωθούν, ο Πρόεδρος οποιουδήποτε πολυμελούς δικαστηρίου ή ο εισηγητής ή ο δικαστής μονομελούς δικαστηρίου, καλεί να τις συμπληρώσει και μετά τη συζήτηση, τον πληρεξούσιο δικηγόρο ή το διάδικο, εφόσον παρίσταται αυτοπροσώπως, τάσσοντας εύλογη κατά την κρίση του προθεσμία. Οι παραλείψεις αυτές πρέπει να μπορούν να συμπληρωθούν. Τέτοιες είναι η παράληψη υπογραφής των προτάσεων, της μη προσκόμισης του δικαστικού ενσήμου, της εγγραφής στα βιβλία διεκδικήσεων, κ.α. Η αναφορά του νόμου σε τυπικές παραλείψεις καθιστά ανεπίτρεπτη την πρόσκληση προς τον διάδικο για την προσκόμιση αποδεικτικών μέσων, για την οποία πρέπει να διαταχθεί επανάληψη της δίκης, αν γίνεται επίκληση αυτών. (Β. Βαθρακοκοίλη ΕρμΚΠολΔ υπό το άρθρο 227 παρ.3). Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 254 ΚΠολΔ, το οποίο κατά το άρθρο 524 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα εφαρμόζεται και στην κατ` έφεση δίκη, συνάγεται με σαφήνεια ότι το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα, όταν κατά τη μελέτη της δικογραφίας ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά και αμφίβολα σημεία, ως προς το πραγματικό υλικό ή τις αποδείξεις, που έχουν ανάγκη διαλεύκανσης, συμπλήρωσης ή επεξήγησης, να διατάξει αυτεπαγγέλτως την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο που έχει κηρυχθεί περατωμένη, ώστε κατά τη νέα συζήτηση που θεωρείται ως συνέχεια της προηγούμενης να προσκομισθούν τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία για να εξασφαλιστεί η ασφαλής διάγνωση της διαφοράς. Έτσι, με την επανάληψη της συζήτησης είναι επιτρεπτή η διάταξη για την προσκομιδή αποδεικτικών μέσων, συνεπώς και εγγράφων (δημοσίων ή ιδιωτικών) των οποίων, αν και έγινε επίκληση, από προφανή παραδρομή δεν προσκομίσθηκαν στο δικαστήριο και έχουν ουσιώδη επιρροή στην ασφαλή ουσιαστική διάγνωση της υπόθεσης (Α.Π 108/1987, Εφ.Αθ. 5488/2006, Εφ.Αθ.5518/1996, Εφ.Αθ. 1675/1991, δημοσιευμένες όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,  Σαμουήλ, ‘’Η έφεση’’ (2003) παρ. 1095, σελ. 415). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων  524,529,270  ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η κατάθεση προτάσεων ενώπιον του Εφετείου, καθώς και των σχετικών επικαλούμενων με αυτές εγγράφων, γίνεται έως την έναρξη της συζήτησης και η κατάθεση της προσθήκης σ` αυτές έως τη δωδέκατη ώρα της τρίτης εργάσιμης ημέρας μετά τη συζήτηση (Εφ.Αθ. 1456/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ενώ έγγραφα επικαλούμενα με την προσθήκη των προτάσεων δεν λαμβάνονται υπόψη, εκτός αν προσάγονται για την αντίκρουση ισχυρισμών που προβάλλονται με τις προτάσεις (ΑΠ 1058/2011, Εφ.Δωδ. 251/2006, Εφ.Δωδ.394/2005, Μ.Εφ.Πειρ. 452/2015, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα – ήδη εφεσίβλητη εταιρία, εξέθετε στην από 18-10-2013 (με αρ. καταθ. ……….) αγωγή της, ότι η τρίτη και τέταρτη των εναγόμενων εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, με την επωνυμία ‘………. ….’’ με τον διακριτικό τίτλο ‘…..’’ και ‘……….’’ με τον διακριτικό τίτλο ‘………..’’, αντίστοιχα (ως προς τις οποίες, όπως προεκτέθηκε, απορρίφθηκε, με την εκκαλουμένη απόφαση, η αγωγή ως απαράδεκτη, καθώς κατά την άσκηση αυτής είχαν ήδη κηρυχθεί σε πτώχευση), των οποίων διαχειριστές ήταν ο πρώτος και δεύτερος των εναγόμενων ……… και ……. – ήδη εκκαλούντες, εξέδωσαν στα …., εις διαταγή της ενάγουσας, εννέα (9) μεταχρονολογημένες τραπεζικές επιταγές (με αρ. ………., ποσού 15.000, 10.000, 15.000, 15.000, 15.000, 10.000, 10.000, 10.000 και 10.000 ευρώ, αντίστοιχα, και ημερομηνίες έκδοσης 10-9-2011 οι πρώτες δύο, 15-9-2011, η τρίτη, 30-9-2011 η τέταρτη και πέμπτη, 25-9-2011, η έκτη και έβδομη και 25-10-2011 οι λοιπές δύο), συρόμενες εκ των λογαριασμών που διατηρούσαν οι ως άνω εταιρίες στην τράπεζα ‘’…’’ (κατάστημα …..), τις οποίες υπέγραψε στη θέση του εκδότη ο δεύτερος των εναγόμενων. Ότι οι εν λόγω επιταγές, μεταβιβάστηκαν από την λήπτρια ενάγουσα, διά οπισθογράφησης, ως αξία λόγω ενεχύρου, στις τράπεζες, ‘’……’’ και ‘’………’’, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή, και αν και εµφανίστηκαν νόµιµα κι εµπρόθεσµα για την πληρωµή τους στις άνω τράπεζες στις 19-9-2011 (δυο εξ αυτών), 21-9-2011, 28-9-2011, 29-9-2011, 30-9-2011 (δυο εξ αυτών) και 25-10-2011, δεν πληρώθηκαν ελλείψει διαθεσίµων κεφαλαίων, γεγονός που βεβαιώθηκε στα σώµατα των επιταγών, µε επίθεση σφραγίδας των τραπεζών στις οποίες είχαν παραδοθεί ως ενέχυρο, συνολικά δε το ποσό των επιταγών αυτών, που δεν πληρώθηκαν ανέρχεται σε 110.000 ευρώ. Ότι, περαιτέρω, οι πρώτος και δεύτερος των εναγόμενων, οι οποίοι κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων επιταγών είχαν την ιδιότητα των διαχειριστών και νοµίµων εκπροσώπων των ως άνω (τρίτης και τέταρτης) εναγόμενων εταιριών και τελούσαν σε γνώση της µη ύπαρξης διαθεσίµων κεφαλαίων κατά το χρόνο της έκδοσης και της πληρωµής τους, µε απατηλές υποσχέσεις περί  ύπαρξης κεφαλαίων κατά το χρόνο της πληρωµής και βέβαιης εξόφλησής τους, έπεισαν την ενάγουσα, δια των νοµίµων εκπροσώπων της, να λάβει αυτές και ταυτόχρονα να εκδώσει έτερες έξι ισόποσες μεταχρονολογημένες επιταγές σε διαταγή της τρίτης των εναγόμενων, (ήτοι τις υπ΄αρ. ……., των τραπεζών ‘’……’’, οι πρώτες 4 και ‘’……..’’, οι λοιπές 2, ποσού 10.000 ευρώ η τρίτη εξ αυτών και 20.000 ευρώ έκαστη εκ των λοιπών πέντε, με ημερομηνία έκδοσης 10-9-2011 οι πρώτες δύο, 30-9-2011 οι τρείς επόμενες και 25-10-2011 η τελευταία), οι οποίες και πληρώθηκαν από την ενάγουσα, προκαλώντας της, με την παραπάνω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά τους, ζηµία κατά το ανωτέρω ποσό, κατά τα ειδικότερα επίσης εκτιθέμενα στην αγωγή. Ζητούσε δε ακολούθως (η ενάγουσα), να υποχρεωθούν οι εναγόµενοι να της καταβάλλουν, η τρίτη εξ αυτών το  ποσό των 70.000 ευρώ και η τέταρτη εξ αυτών το ποσό των 40.000 ευρώ, εις ολόκληρο, η κάθε μία από αυτές τα παραπάνω ποσά, αντίστοιχα, µε τους πρώτο και δεύτερο των εναγόμενων, λόγω της αδικοπραξίας τους, του πρώτου ως θέσαντος την υπογραφή του επί των σωµάτων των επιταγών και αµφοτέρων (πρώτου και δεύτερου των εναγόμενων) λόγω της διάπραξης απάτης σε βάρος της, µε το νόµιµο τόκο από την επίδοση της αγωγής και µέχρι την εξόφληση, επικουρικά δε κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισµού, διότι οι εναγόµενοι κατέστησαν έτσι πλουσιότεροι κατά τα ανωτέρω ποσά χωρίς νόμιμη αιτία. Ζητούσε, ακόμη, να απαγγελθεί εναντίον των πρώτου και δεύτερου των εναγόμενων προσωπική κράτηση διαρκείας ενός έτους, ως μέσον εκτέλεσης της και να επιβληθούν τα δικαστικά της έξοδα σε βάρος των εναγόμενων.

Όπως προκύπτει, από τη σχετική επισημείωση της Γραμματέα του παρόντος δικαστηρίου επί του σώματος αυτών, κατατέθηκαν προτάσεις από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της εφεσίβλητης, ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, κατά την ημερομηνία συζήτησης της ένδικης έφεσης (4-10-2018), ‘’άνευ σχετικών ‘’, ενώ, όπως επίσης προκύπτει από την σημείωση της ίδιας γραμματέα με ημερομηνία 9-10-2018, ημερομηνία, που, κατά τη 12η μεσημβρινή, έληγε η εκ του νόμου προθεσμία για την κατάθεση προσθήκης επί των προτάσεων, δεν κατατέθηκε τέτοια (προσθήκη), αλλά κατατέθηκαν στις 12.30 μ.μ, σχετικά έγγραφα, όπως αναφέρεται σε κάθε ένα από τα εν λόγω έγγραφα. Ενόψει δε ότι, τα έγγραφα αυτά, τα περισσότερα εκ των οποίων επικαλείται η εφεσίβλητη στις νομίμως κι εμπροθέσμως, κατατεθειμένες ως άνω προτάσεις της ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, προσκομίστηκαν εκπρόθεσμα, σύμφωνα και με τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο.

Με βάση, όμως, όσα αναφέρθηκαν, επίσης, στη μείζονα σκέψη, κι εφόσον, όπως προαναφέρθηκε, η εφεσίβλητη επικαλείται στις προτάσεις της τα αποδεικτικά έγγραφα, τα οποία είναι απαραίτητα για τη διάγνωση της ένδικης διαφοράς και κυρίως τις επίδικες επιταγές, έγγραφα που αφορούν τη νομιμοποίησή της αλλά και τη νομιμοποίηση – ευθύνη των εναγόμενων -εκκαλούντων, (την οποία οι τελευταίοι αμφισβητούν με την ένδικη έφεσή τους) και όσα άλλα επικαλείται σε αυτές, πρέπει, πριν εξετασθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης, ώστε να προσκομισθούν, νομίμως κι εμπροθέσμως, τα επικαλούμενα από την εφεσίβλητη, στις προτάσεις της, έγγραφα, καθώς και οι εκθέσεις επίδοσης, τα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η αγωγή, οι πρωτόδικες προτάσεις της ενάγουσας- εφεσίβλητης κ.α.

Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να διαταχθεί η επανάληψη της επ` ακροατηρίου συζήτησης της υπόθεσης, έτσι ώστε σε μεταγενέστερη δικάσιμο, που θα οριστεί, με τη φροντίδα του επιμελέστερου διάδικου μέρους, να προσκομισθούν, νομίμως κι εμπροθέσμως, από την εφεσίβλητη – ενάγουσα, τα επικαλούμενα στις προτάσεις της, ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, έγγραφα και ειδικότερα οι επίδικες επιταγές, αλλά και τα λοιπά αναφερόμενα σε αυτές κι ως άνω έγγραφα. Τέλος, δεδομένου ότι η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική, δεν θα περιληφθεί στο διατακτικό της, διάταξη περί δικαστικών εξόδων (άρθρο 191 παρ.1 ΚΠολΔ).

 

                       ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

            Δικάζει κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων.

            Δέχεται την έφεση τυπικά και κατ΄ ουσία.

            Εξαφανίζει την υπ΄αρ. 3577/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς  Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία), όσον αφορά στους εκκαλούντες.

            Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 18-10-2013 (υπ’αρ. εκθ. κατάθεσης ……..) αγωγή.

            Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επ΄αυτής.

            Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης, σε μεταγενέστερη δικάσιμο, που θα οριστεί, με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων, προκειμένου να προσκομισθούν νομίμως κι εμπροθέσμως από την εφεσίβλητη, τα επικαλούμενα με τις προτάσεις της, κι ως άνω αναφερόμενα στο σκεπτικό, έγγραφα.

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 23 Οκτωβρίου 2018, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                               Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ