ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Περίληψη
Με την ανακοπή της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ΚΕΔΕ, δηλαδή πριν αρχίσει η εκτέλεση, ο ανακόπτων μπορεί να αμφισβητήσει και το νομικά και ουσιαστικά βάσιμο της απαίτησης για την οποία επισπεύδεται διοικητική εκτέλεση. Αντίθετα με την ανακοπή της παραγράφου 2 του άρθρου 73 του ΚΕΔΕ, όταν δηλαδή αρχίσει η εκτέλεση, ο ανακόπτων δεν δύναται να αμφισβητήσει την νομική και ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης, παρά μόνο να προβάλλει την ακυρότητα του τίτλου εκτέλεσης (της εν στενή εννοία ταμειακής βεβαίωσης της Δ.Ο.Υ.), όπως στην περίπτωση που με δικαστικές αποφάσεις αυτός έχει ακυρωθεί τελεσίδικα (είτε της εκτέλεσης είτε ο νόμιμος τίτλος επί του οποίου στηρίζεται), καθώς επίσης (να προβάλλει) και την ακυρότητα του νόμιμου τίτλου, επί του οποίου ο τίτλος εκτέλεσης στηρίζεται, που έχει όμως να κάνει με παραλείψεις και ακυρότητες, επικαλούμενος ασφαλώς και ανεπανόρθωτη βλάβη (αρθρ. 75 ΚΕΔΕ), όπως στην περίπτωση που το χρέος βεβαιώνεται (εν ευρεία εννοία) από υπηρεσίες του Δημοσίου (και την ΚΕΔ Α.Ε.) και συντάσσεται σχετικός χρηματικός κατάλογος που αποστέλλεται στη Δ.Ο.Υ., όταν αυτός δεν περιέχει τα προσδιοριστικά στοιχεία της οφειλής, του υπόχρεου και των τυχόν συνυπόχρεων ευθυνόμενων τρίτων, όπως το είδος της οφειλής και το ακριβές ποσό αυτής κατά κεφάλαιο και τόκους (πβλ ΟλΑΠ 5/2019, ΑΠ 251/2018 δημ ΝΟΜΟS).
Αριθμός απόφασης 317/2021
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον δικαστή Ηλία Σταυρόπουλο Εφέτη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Τ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Του εκκαλούντος : Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και από τον Προϊστάμενο της Ε’ Δ.Ο.Υ. Πειραιά, που εκπροσωπήθηκε από τη Δικαστική Πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Παναγιώτα Κλουκίνα (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Της εφεσίβλητης : ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χαράλαμπο Γαγανάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Η εφεσίβλητη άσκησε την με αρ. κατ. ……/2013 ανακοπή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που ζήτησε να γίνει δεκτή. Αυτό με τη με αριθμό 3282/2017 οριστική του απόφαση δέχθηκε την ανακοπή.
Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε το εκκαλούν με την με αρ. κατ. …………/2019 έφεσή του και ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης.
Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση του εκκαλούντος ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ’ αρ. 3282/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έκανε δεκτή την εναντίον του ασκηθείσα με αρ. κατ. ………../2013 ανακοπή διοικητικής εκτέλεσης (αρθρ. 73 παρ. 2 ΚΕΔΕ) της εφεσίβλητης, ασκήθηκε παραδεκτά, νόμιμα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2) χωρίς καταβολή παραβόλου έφεσης, λόγω της απαλλαγής του Ελληνικού Δημοσίου, γι’ αυτό και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τους λόγους της.
Κατά τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 73 του ΚΕΔΕ, «1. Η προ της ενάρξεως της εκτελέσεως ανακοπή του οφειλέτου ασκείται : α) κατά της εκδοθείσης ατομικής ειδοποιήσεως, β) κατά του εκδοθέντος και μη εκτελεσθέντος εντάλματος προσωπικής κρατήσεως και γ) κατά του νομίμου τίτλου, εκδικάζεται δε υπό των καθ` ύλην αρμοδίων δικαστηρίων κατά τας διατάξεις των άρθρων 583-585 του Κωδικός Πολιτικής Δικονομίας. Δια ταύτης επιτρέπεται η προβολή πάσης αντιρρήσεως ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου ως και η αμφισβήτησις του κατ` ουσίαν βάσιμου της απαιτήσεως του Δημοσίου, εφ` όσον ο προσδιορισμός ταύτης δεν έχει ανατεθή εις δικαστήρια ή εις διοικητικάς επιτροπάς αποφαινομένας μετά δυνάμεως δεδικασμένου. 2. Η κατά της αρξαμένης εκτελέσεως ανακοπή του οφειλέτου ασκείται ενώπιον πάντοτε του Μονομελούς Πρωτοδικείου του τόπου της εκτελέσεως και δια τους κάτωθι περιοριστικώς αναφερομένους λόγους : α) Εάν η εκτέλεσις εχώρησε βάσει ακύρου τίτλου προς είσπραξιν….β)…ζ) Εάν κατά την εκτέλεσιν εχώρησαν παραλείψεις ή ακυρότητες, τηρουμένων των εν άρθρω 75 του παρόντος Ν. Διατάγματος οριζομένων. Αμφισβήτησις άλλη περί της υπάρξεως της οφειλής προς το Δημόσιον είναι απαράδεκτος εν τη διαδικασία ταύτη.». Κατά δε το άρθρο 75 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα “Παράλειψις ή ακυρότης των πράξεων εκτελέσεως δύναται να προταθή υπό του οφειλέτου αν αύτη αποδεικνύεται εξ αυτών τούτων των πράξεων και αν κατά την κρίσιν του Δικαστηρίου επήλθεν εις αυτόν βλάβη, μη δυναμένη να επανορθωθή άλλως ή κηρυσσομένης της ακυρότητας. Περαιτέρω σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1, 2 και 3 του ΚΕΔΕ, πριν την αντικατάστασή τους με την παρ.2 του άρθρου 7 του Ν. 4224/2013 (ΦΕΚ Α 288/31.12.2013), «1. Η είσπραξις των δημοσίων εσόδων ανατίθεται εις τα Δημόσια Ταμεία, τα λοιπά επί της εισπράξεως όργανα και τους ειδικούς ταμίας, εις ους έχει ανατεθή η είσπραξις ειδικών εσόδων, ενεργείται δε δυνάμει νομίμου τίτλου. 2. Νόμιμος τίτλος είναι : α) Η κατά τους κειμένας νόμους βεβαίωσις και ο υπό των αρμοδίων Διοικητικών ή ετέρων αρμοδίων κατά τον νόμον Αρχών προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας δι` ην οφείλεται. β) Η εξ εγγράφων δημοσίων ή ιδιωτικών αποδεικνυομένη οφειλή. γ) Η εξ εγγράφων δημοσίων ή ιδιωτικών πιθανολογούμενη κατά την έννοιαν του άρθρου 347 Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας ως προς την ύπαρξιν και το ποσό αυτής οφειλή. 3. Εις τας περιπτώσεις β` και γ` της προηγουμένης παραγράφου η εις το Δημόσιον Ταμείον βεβαίωσις ενεργείται κατόπιν εγγράφου της κατεχούσης τα έγγραφα Αρχής ή οίκοθεν υπό του Δημοσίου Ταμείου εφ` όσον ταύτα ευρίσκονται παρ` αυτώ.». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι το άρθρο 73 του ΚΕΔΕ, παρέχει στον οφειλέτη, ως άμυνα, δυο είδη ανακοπών: Την ανακοπή της πρώτης παραγράφου, που ασκείται πριν από την έναρξη της διοικητικής εκτέλεσης, και την ανακοπή της δεύτερης παραγράφου, που ασκείται μετά την έναρξη της διοικητικής εκτέλεσης, δηλαδή μετά την κατάσχεση ή τη σύλληψη του οφειλέτη. Η διάταξη οριοθετεί την προθεσμία για την άσκηση και των δύο ανακοπών, έτσι ώστε με την έναρξη της διοικητικής εκτέλεσης λήγει η προθεσμία της ανακοπής του άρθρου 73 § 1 και αρχίζει η προθεσμία της δεύτερης ανακοπής του άρθρου 73 § 2, που είναι ομοίως απρόθεσμη, καθώς δεν τάσσεται από το νόμο προθεσμία για την άσκησή της ενόσω διαρκεί η εκτέλεση (με εξαίρεση τις περιπτώσεις που η προθεσμία οριοθετείται σε συνδυασμό με το άρθρο 75 § 2 ΚΕΔΕ και λήγει με την πάροδο δέκα ημερών από την επόμενη ημέρα του πλειστηριασμού και της κατακύρωσης για τον οφειλέτη και τους ενυπόθηκους δανειστές)[ΑΠ 139/2018 δημ ΝΟΜΟΣ]. Με την ανακοπή της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ΚΕΔΕ, δηλαδή πριν αρχίσει η εκτέλεση, ο ανακόπτων μπορεί να αμφισβητήσει και το νομικά και ουσιαστικά βάσιμο της απαίτησης για την οποία επισπεύδεται διοικητική εκτέλεση. Αντίθετα με την ανακοπή της παραγράφου 2 του άρθρου 73 του ΚΕΔΕ ο ανακόπτων δεν δύναται να αμφισβητήσει την νομική και ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης, παρά μόνο να προβάλλει την ακυρότητα του τίτλου εκτέλεσης (της εν στενή εννοία ταμειακής βεβαίωσης της Δ.Ο.Υ.), καθώς επίσης (να προβάλλει) και την ακυρότητα του νόμιμου τίτλου, επί του οποίου ο τίτλος εκτέλεσης στηρίζεται, που έχει όμως να κάνει με παραλείψεις και ακυρότητες, επικαλούμενος ασφαλώς και ανεπανόρθωτη βλάβη (αρθρ. 75 ΚΕΔΕ), όπως στην περίπτωση που το χρέος βεβαιώνεται (εν ευρεία εννοία) από αρμόδιες Αρχές, όπως οι τράπεζες – πιστωτικά ιδρύματα και συντάσσεται σχετικός χρηματικός κατάλογος που αποστέλλεται στη Δ.Ο.Υ., όταν αυτός δεν περιέχει τα προσδιοριστικά στοιχεία της οφειλής, του υπόχρεου και των τυχόν συνυπόχρεων ευθυνόμενων τρίτων, όπως το είδος της οφειλής και το ακριβές ποσό αυτής κατά κεφάλαιο και τόκους (ΟλΑΠ 5/2019, ΑΠ 251/2018 δημ ΝΟΜΟS).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την πρωτοδίκως κριθείσα ανακοπή της, η ανακόπτουσα, ήδη εφεσίβλητη, ζήτησε να ακυρωθεί η εναντίον της αρξαμένη διοικητική εκτέλεση και να ακυρωθούν οι πράξεις αυτής και συγκεκριμένα η έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου σε βάρος της, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος φυσικού προσώπου εγγυητή δανείου, συνολικού ύψους 11.379,03 ευρώ, επειδή οι τίτλοι εκτέλεσης (οι ταμιακές βεβαιώσεις) είναι άκυροι, γιατί, προς βλάβη των δικονομικών της και περιουσιακών της δικαιωμάτων, δεν αναφέρονται σ’ αυτούς οι αιτίες της οφειλής ούτε γίνεται διαχωρισμός σε κεφάλαιο, τόκους και λοιπά έξοδα, ώστε να πληροφορηθεί την αιτία και το είδος του χρέους και να αμυνθεί κατ’ αυτών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη έκανε δεκτό το σχετικό ως άνω λόγο ανακοπής και ακύρωσε την κατάσχεση και την επισπευδόμενη διοικητική εκτέλεση. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονείται το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ζητεί την εξαφάνισή της και την απόρριψη της ανακοπής.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και όλων των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ’ αριθμό ……/4.2.2013 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή …….., κατόπιν έγγραφης παραγγελίας του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Δ’ Πειραιά, κατασχέθηκε αναγκαστικώς η ψιλή κυριότητα της ανακόπτουσας και ήδη εφεσιβλήτου επί ακινήτου που βρίσκεται στην περιφέρεια του Δήμου Νίκαιας, προκειμένου να εξοφληθούν οφειλές της ως κληρονόμου με ποσοστό 37,5% του θανόντος στις 21.6.1995 πατέρα της, ……………., εγγυητή δανείου συνολικού ύψους 11.379,03 ευρώ. Στην ως άνω έκθεση κατάσχεσης, που επιδόθηκε στην ανακόπτουσα εφεσίβλητη στις 4.2.2013 (βλ. την ……./2013 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμ. …………), αναφέρονται μόνο οι ταμειακές βεβαιώσεις με αρ. ……/28.6.1996 και …../29.8.1996, οικονομικό έτος 1988, είδος χρέους ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΧΚΕΕΔ ΜΕ ΕΓΓΥΗΣΗ & ΔΑΝΕΙΑ ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΑ, κεφάλαιο 2.359,60, €, προσαυξήσεις 4.719,20 € (για την …../1996 Ταμειακή Βεβαίωση) και κεφάλαιο 1.433,41 €, προσαυξήσεις 2.866,82 € (για την ……/1996 Ταμειακή Βεβαίωση), Γενικό σύνολο 11.379,03 €. Χρηματικοί κατάλογοι ή άλλα συνημμένα έγγραφα δεν επιδόθηκαν στην εφεσίβλητη. Από την από 13.6.1996 προσκομιζόμενη τριπλότυπη περιληπτική κατάσταση βεβαίωσης δανείου, που συνέταξε και απέστειλε στη Δ.Ο.Υ. Δ’ Πειραιά ο αρμόδιος υπάλληλος της ……………, που αποτελεί το νόμιμο τίτλο είσπραξης, που ουδέποτε επιδόθηκε στην εφεσίβλητη, για τον οποίο έγινε η με αρ. ……/28.6.1996 ταμειακή βεβαίωση, αναγράφεται ως χρηματικό ποσό προς βεβαίωση υπέρ του Δημοσίου, κεφάλαιο και τόκοι, συνολικό ποσό 2.311.789 δραχμές. Για δε την με αρ. ……/29.8.1996 ταμειακή βεβαίωση δεν προέκυψε βάσει ποιου νόμιμου τίτλου έγινε και τι αφορά. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι στις ένδικες ταμειακές βεβαιώσεις και στην ως άνω από 13.6.1996 τριπλότυπη περιληπτική κατάσταση βεβαίωσης δανείου δεν προσδιορίζονται και δεν εξειδικεύονται οι συναφθείσες συμβάσεις δανείου, δεν διαχωρίζεται κεφάλαιο και τόκοι κατ’ είδος. Από την ελλιπή περιγραφή των ενδίκων απαιτήσεων δεν προκύπτει η αιτία αυτών και έτσι η ανακόπτουσα εφεσίβλητη δεν μπορεί να ελέγξει τη νομιμότητα, τη βασιμότητα και το πραγματικό ύψος αυτών, ιδίως όταν η ίδια δεν ήταν αμέσως συμβληθείσα στα επίδικα δάνεια, αλλά κληρονόμος του εγγυητή εξόφλησης αυτών. Εξαιτίας των ως άνω παραλείψεων επήλθε βλάβη των δικονομικών και περιουσιακών δικαιωμάτων της ανακόπτουσας εφεσίβλητης, που δεν μπορεί να επανορθωθεί παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας της προσβαλλόμενης επιβληθείσας αναγκαστικής κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας της. Μετά ταύτα η ανακοπή έπρεπε να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η με αρ. ……./4.2.2013 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικ. επιμ. ……….. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε τα ίδια, έκανε δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε την αναγκαστική κατάσχεση, δεν έσφαλε στην ερμηνεία και στην εφαρμογή του νόμου. Τα αντίθετα υποστηριζόμενα από το εκκαλούν κρίνονται αβάσιμα, γι’ αυτό και η έφεση πρέπει να απορριφθεί κατ’ ουσίαν. Τέλος η δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος υπό τον περιορισμό της διάταξης του άρθρ. 22 παρ. 1 του Ν. 3693/1957.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την έφεση.
Καταδικάζει το εκκαλούν στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της εφεσίβλητης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, που καθορίζει στο ποσό των 300 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις 15.6.2021.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ