Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 316/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ                                             

Αριθμός απόφασης 316/2021

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή Ηλία Σταυρόπουλο Εφέτη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιά και τη Γραμματέα ε.τ..           Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :          Της εκκαλούσας : ……….. που παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Καλλιρόης Ξανθάκου.               Του εφεσίβλητου : …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σταύρο Σκουτέρη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).         Ο εφεσίβλητος άσκησε την με αρ. κατ. ………../2019 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που ζήτησε να γίνει δεκτή. Αυτό με τη με αριθμό 1875/2020 οριστική του απόφαση δέχθηκε την αγωγή.        Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε η εκκαλούσα με την με αρ. κατ. ………./2020 έφεσή της και ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης.          Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν  στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.                           

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση της εκκαλούσας εναγόμενης κατά της υπ’ αρ. 1875/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έκανε δεκτή την εναντίον της ασκηθείσα με αρ. κατ. ………./2019 αγωγή του εφεσίβλητου ενάγοντος, ασκήθηκε παραδεκτά, νόμιμα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 1) με την καταβολή του σχετικού παραβόλου έφεσης (………../2020 e παράβολο) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τους λόγους της.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827 και 1829 ΑΚ συνάγεται ότι, σε περίπτωση που υφίσταται κληρονομικό δικαίωμα εκ διαθήκης, εκείνος που έχει δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία (μεριδούχος) δεν δεσμεύεται από το περιεχόμενο της διαθήκης κατά το μέρος που με αυτό αποκλείεται, περιορίζεται ή επιβαρύνεται η δική του νόμιμη μοίρα, η οποία (διαθήκη) κατά το μέρος αυτό είναι άκυρη. Ο μεριδούχος μπορεί να αντιτάξει το δικό του εκ του νόμου κληρονομικό δικαίωμα έναντι του εκ διαθήκης κληρονόμου, του οποίου η εγκατάσταση περιορίζεται, κατόπιν αυτού, στο μέρος που δεν προσβάλει τη νόμιμη μοίρα. Η αγωγή του μεριδούχου προς απόδοση της νόμιμης μοίρας, είτε εξολοκλήρου, είτε του ελλείποντος, κατά το ποσοστό της οποίας αυτός συντρέχει ως κληρονόμος, είναι η περί κλήρου αγωγή, με την οποία απαιτούνται, κατά το άρθρο 1871 του ΑΚ, αντικείμενα της κληρονομίας, τα οποία κατακρατεί ο νομέας της κληρονομίας, που αντιποιείται κληρονομικό δικαίωμα. Για τον υπολογισμό δε της νόμιμης μοίρας λαμβάνεται, κατά τα άρθρα 1831 και 1838 του ΑΚ, η κατάσταση και η αξία της κληρονομίας κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, αφαιρουμένων των χρεών κλπ ή προστιθεμένων των αναφερόμενων στα άρθρα αυτά στοιχείων. Επομένως, ο μεριδούχος, με την περί κλήρου αγωγή πρέπει να  επικαλεστεί το θάνατο του κληρονομουμένου, το κληρονομικό του δικαίωμα, αναφέροντας τη συγγενική σχέση που τον συνδέει με τον κληρονομούμενο και στην οποία στηρίζει την κλήση του στην κληρονομιά ως μεριδούχου, την ιδιότητα των επιδίκων ως κληρονομιαίων αντικειμένων, την κατοχή και την κατακράτησή τους από τον εναγόμενο ως κληρονόμο του διαθέτη την κατά τους νομίμους τύπους σύσταση διαθήκης, με την οποία προσεβλήθη η νόμιμη μοίρα καθώς και να προσδιορίσει το επί της κληρονομίας  ποσοστό, στο οποίο  ανέρχεται η νόμιμη μοίρα του και, για τον υπολογισμό αυτού, τα περιουσιακά στοιχεία – ως και την αποτίμησή τους σε χρήμα – τα οποία αποτελούν την κληρονομία, και δη το είδος, την έκταση και την αξία καθενός, καθώς και την ιδιότητά τους ως κληρονομιαίων (ΑΠ 1440/2010 ΝΟΜΟΣ). Όταν, όμως, ο διαθέτης δεν κατέλιπε τίποτε στον ενάγοντα, δεν παρίσταται ανάγκη αποτιμήσεως της κληρονομίας, αλλά ούτε και να αναφέρεται η αξία των καταλειφθέντων στον εναγόμενο συγκληρονόμο περιουσιακών στοιχείων, διότι με την αγωγή περί νόμιμης μοίρας, η οποία όπως προαναφέρθηκε, είναι η περί κλήρου αγωγή, ζητείται ορισμένο ποσοστό, κλάσμα της κληρονομίας και δη επί όλων των υπαρκτών κληρονομιαίων αντικειμένων είτε  μερικών εξ αυτών (ΟλΑΠ 769/1970 ΝοΒ 19, 334, ΑΠ 721/2010, ΑΠ 948/2008, ΑΠ 980/2002, ΕφΠειρ. 262/2016 ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή του ο ενάγων εφεσίβλητος ζήτησε να αναγνωριστεί το κληρονομικό του δικαίωμα, στο 1/2 εξ αδιαιρέτου, ως μοναδικός μεριδούχος επί της κληρονομιάς του αποβιώσαντος πατρός του, περιγράφοντας επαρκώς όλα τα κινητά και ακίνητα στοιχεία που αποτελούν αυτήν, και να υποχρεωθεί η εναγόμενη εκκαλούσα, που νέμεται αυτά με την ιδιότητα της μοναδικής εξ ιδιογράφων διαθηκών καθολικής κληρονόμου, άκυρων τούτων κατά το μέρος που προσβάλλουν το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας του, να του το αποδώσει. Με τις έγγραφες προτάσεις της που υπέβαλε πρωτοδίκως η εναγόμενη αρνήθηκε ότι νέμεται την κληρονομιά και ισχυρίστηκε ότι α) η αγωγή είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας της, επειδή σ’ αυτήν δεν προσδιορίζεται η αξία ενός εκάστου των αντικειμένων της κληρονομιάς, ούτε επίσης το σύνολο των εξόδων κηδείας, ούτε την αξία τριών ακινήτων της κληρονομιάς που αποδέχθηκε ο ενάγων με σχετική συμβολαιογραφική δήλωση αποδοχής, ώστε από τη σύγκριση των αξιών να προκύπτει, αν και κατά ποιο ποσό υπολείπεται το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας του επί της κληρονομιάς του πατρός του, άλλως σε κάθε περίπτωση η αξία των ως άνω αποδεχθέντων κληρονομιαίων ακινήτων έπρεπε στην αγωγή να συνυπολογιστούν και να αφαιρεθούν από την αξία της νόμιμης μοίρας και β) (ο ενάγων) ασκεί την υπό κρίση αγωγή κατά κατάχρηση δικαιώματος, γιατί προγενεστέρως άσκησε αγωγή ακύρωσης διαθήκης, που απορρίφθηκε τελεσίδικα, στη συνέχεια δε άσκησε άλλη αγωγή, όμοια με την κρινόμενη, από την οποία παραιτήθηκε και τέλος την κρινόμενη, ενώ γνωρίζει ότι με τα ακίνητα που αποδέχθηκε με την ως άνω δήλωση αποδοχής υπερκαλύπτει την αξία της νόμιμης μοίρας του. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη έκανε δεκτή την αγωγή και απέρριψε τους ισχυρισμούς της εναγόμενης. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονείται η εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεσή της, επειδή κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων έγινε δεκτή η αγωγή και απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί της.

Σε σχέση με τον υπό στ. α’ ισχυρισμό της εκκαλούσας, που επαναφέρει με σχετικό λόγο έφεσης, περί αοριστίας του δικογράφου της αγωγής, αυτός είναι μη νόμιμος και ορθώς απορρίφθηκε πρωτοδίκως, αφού στη περίπτωση που στο μεριδούχο ο διαθέτης δεν άφησε τίποτα, όπως εν προκειμένω στον ενάγοντα και ο τελευταίος ζητεί μόνο το ποσοστό της νομίμου μοίρας επί εκάστου στοιχείου της κληρονομιάς, δεν είναι αναγκαίο για την πληρότητα της αγωγής να προσδιορίζεται η αξία τούτων. Το γεγονός ότι ο ενάγων εφεσίβλητος προέβη σε αποδοχή στοιχείων της κληρονομιάς, όπως ισχυρίζεται η εναγόμενη εκκαλούσα, είναι άνευ επιρροής στη δίκη της αγωγής περί κλήρου που ασκεί ο μεριδούχος, αντικείμενο της οποίας είναι μόνο η αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος επί της καταληφθείσας κληρονομιάς και η απόδοση αυτής από τον εναγόμενο που τη νέμεται ως κληρονόμος και όχι η διεκδίκηση των επιμέρους στοιχείων αυτής βάσει εμπράγματου δικαιώματος (πβλ. ΑΠ 1126/2009, ΑΠ 142/2002 δημ ΝΟΜΟΣ). Σχετικά με τον υπό στ. β’ ισχυρισμό της εκκαλούσας, αυτός είναι μη νόμιμος και ορθώς απορρίφθηκε πρωτοδίκως, αφού μόνη η άσκηση προγενέστερης αγωγής ακύρωσης διαθήκης ή άλλης αγωγής περί κλήρου, για την οποία έλαβε χώρα νομίμως και παραδεκτώς παραίτηση, δεν καθιστά την άσκηση του κληρονομικού δικαιώματος του ενάγοντος μεριδούχου δια της κρινόμενης αγωγής περί κλήρου καταχρηστική άνευ άλλου τινός, ακόμη και αν έχει λάβει χώρα εκ μέρους του αποδοχή στοιχείων της κληρονομιάς, παρά το ότι ο διαθέτης δεν του κατέλειπε τίποτα, αφού η άσκηση του ενδίκου δικαιώματος για αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος και η απόδοση των στοιχείων της κληρονομιάς, κατά το ποσοστό αυτό, από το νομέα της κληρονομιάς, δεν υπερβαίνει προφανώς τα όρια της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος.

Από όλα τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται με τις προτάσεις τους και προσκομίζουν οι διάδικοι, συμπεριλαμβανομένων των προσκομιζόμενων και επικαλούμενων από τους διαδίκους μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφιών, από την υπ’ αρ. …../25.06.2019 ένορκη βεβαίωση, που λήφθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντίδικης πλευράς (βλ. την υπ’ αρ. 6869/20.06.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή …..), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 23.05.2011 απεβίωσε στη Νίκαια Αττικής ο ………….., κάτοικος εν ζωή Κορυδαλλού Αττικής, αφήνοντας κατά το χρόνο θανάτου του πλησιέστερο συγγενή του τον ενάγοντα υιό του, τον οποίο απέκτησε από τον πρώτο του, ήδη αμετακλήτως λυθέντα λόγω διαζυγίου το έτος 1988, γάμο του με την ………… και, κατά συνέπεια, μοναδικό εξ αδιαθέτου κληρονόμο του και νόμιμο μεριδούχο του στο σύνολο της κληρονομιαίας περιουσίας. Ο αποβιώσας κατά το χρόνο του θανάτου του είχε στην κυριότητα, νομή και κατοχή του τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία: 1) Μια ισόγεια πεπαλαιωμένη προσεισμική οικία επιφάνειας εκατό (100,00) τετραγωνικών μέτρων περίπου, μετά του οικοπέδου της και της εν γένει περιοχής της, εκτάσεως του οικοπέδου τριακοσίων (300,00) τετραγωνικών μέτρων πλέον ή έλασσον, που βρίσκεται μέσα στο χωριό Μαρκουλάτα της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας Τουλιάτων του τέως Δήμου Δολιχίου και ήδη της Τοπικής Κοινότητας Τουλιάτων της Δημοτικής Ενότητας Ερίσου του Δήμου Κεφαλληνίας. 2) Ένα οικόπεδο στη θέση «………», εντός του οικισμού Μαρκουλάτων της Τοπικής Κοινότητας Τουλιάτων της Δημοτικής Ενότητας Ερίσου του Δήμου Κεφαλληνίας, άρτιο κατά παρέκκλιση και οικοδομήσιμο, έχει έκταση (το οικόπεδο) 186,23 τ.μ. 3) Ποσοστό 1/4 αδιαίρετα ενός ακινήτου (γηπέδου) μετά των μέσα σ’ αυτό εφτά (7) ελαιοδένδρων, που βρίσκεται στη θέση «……….» περιφέρειας Μαρκουλάτων της Τοπικής Κοινότητας Τουλιάτων της Δημοτικής Ενότητας Ερίσου του Δήμου Κεφαλληνίας, έκτασης 4.823,77 τετραγωνικά μέτρα,  τμήμα αυτού, έκτασης 224,67 τετραγωνικών μέτρων, βρίσκεται εντός των ορίων του οικισμού και είναι άρτιο κατά παρέκκλιση και οικοδομήσιμο και το υπόλοιπο τμήμα έκτασης 4.599,10 τετραγωνικών μέτρων, βρίσκεται εκτός των ορίων του οικισμού (εντός ζώνης), είναι άρτιο κατά κανόνα και οικοδομήσιμο και απέχει από την πλησιέστερη ακτή 1.120 μέτρα. 4) Ποσοστό 1/4 αδιαίρετα ενός ακινήτου (γηπέδου) μετά των μέσα σ’ αυτό δέκα (10) ελαιοδένδρων, που βρίσκεται στη θέση «………..» περιφέρειας Μαρκουλάτων της Τοπικής Κοινότητας Τουλιάτων της Δημοτικής Ενότητας Ερίσου του Δήμου Κεφαλληνίας, έκτασης 2.640,46 τετραγωνικά μέτρα, τμήματος αυτού, έκτασης 2.323,14 τετραγωνικών μέτρων, βρίσκεται εντός των ορίων του οικισμού και είναι άρτιο κατά κανόνα και οικοδομήσιμο και το υπόλοιπο τμήμα έκτασης 317,32 τετραγωνικών μέτρων, βρίσκεται εκτός των ορίων του οικισμού, είναι μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο και απέχει από την πλησιέστερη ακτή 1.420 μέτρα. 5) Ποσοστό ¼ αδιαίρετα ενός αγροτεμαχίου μετά των μέσα σ’ αυτό τεσσάρων (4) ελαιοδένδρων, που βρίσκεται στη θέση «………..» περιφέρειας Μαρκουλάτων της Τοπικής Κοινότητας Τουλιάτων της Δημοτικής Ενότητας Ερίσου του Δήμου Κεφαλληνίας, εκτός οικισμού, έχει έκταση 4.136,00 τετραγωνικά μέτρα. 6) Ποσοστό 1/4 αδιαίρετα ενός βοσκότοπου, που βρίσκεται στην τοποθεσία «………» περιφέρειας Μαρκουλάτων της Τοπικής Κοινότητας Τουλιάτων της Δημοτικής Ενότητας Ερίσου του Δήμου Κεφαλληνίας, εκτός οικισμού, έκτασης 20 στρεμμάτων περίπου. 7) Ένα ιδιωτικής χρήσεως επιβατηγό αυτοκίνητο μάρκας LADA μοντέλου NIVA με αριθμό κυκλοφορίας ……… 8) Μία δίκυκλη μοτοσικλέτα μάρκας SUZUKI με αριθμό κυκλοφορίας ….. .. 9) Απαίτηση ποσού 35.101,29 ευρώ ή όσου ποσού είναι κατά το χρόνο απόδοσής του, μεγαλύτερου ή μικρότερου, για λήψη εφ’ άπαξ παροχής από το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, λόγω συνταξιοδότησής του (του αποβιώσαντα) ως δημοσίου υπαλλήλου, καθηγητή μέσης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για την οποία εφ’ άπαξ παροχή είχε υποβάλει σχετική αίτηση προς το προαναφερόμενο Ταμείο (βλ. την υπ’ αρ. πρωτ. ……../24.02.2015 βεβαίωση του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων αναφορικά με το ύψος του εν λόγω εφάπαξ ποσού κατά το έτος 2015). Ο αποβιώσας κατά το χρόνο θανάτου του κατέλειπε την από 01.05.2011 ιδιόγραφη διαθήκη του, η οποία, μετά από αίτηση της εναγόμενης, δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία με τα υπ’ αρ. 719/6.7.2011 πρακτικά και απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, το περιεχόμενο της οποία έχει κατά λέξη ως εξής: «ΙΔΙΟΧΕΙΡΗ ΔΙΑΘΗΚΗ. ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΣ 1/5/2011. Ο υπογραφόμενος ………. έχων σώας τας φρένας και πλήρη συνείδηση των πράξεών μου επιθυμώ να αφήσω διαθήκη στην αδελφή μου . ……………. . γιατί με φροντίζει στο σπίτι της όπου με φιλοξενεί και μου συμπαραστέκεται στο σοβαρό πρόβλημα υγείας μου. Η αδελφή μου είναι κάτοικος Κορυδαλλού οδός ………. και την καθιστώ κληρονόμο στη διαθήκη μου με τα παρακάτω στοιχεία. 1ον) Επιθυμώ να περιέλθει σε αυτήν η πατρική οικίας που είναι στο χωριό Μαρκουλάτα Ερύσσου Κεφαλληνίας η οποία οικία είναι στην κυριότητά μου έτσι όπως αυτή περιγράφεται στο υπ’ αριθμό συμβόλαιο …….. του υποθυκοφυλακίου Ερύσσου Κεφαλληνίας. 2oν) α) Την καθιστώ πλήρη κάτοχο του εφάπαξ βοηθήματος που θα μου χορηγηθεί από το Ταμείο Προνείας Δημοσίων υπαλλήλων αριθμός κατάθεσης αίτησης …. (03 Μαρτίου 2011) για τη χορήγησή του. 3ον) Τυχόν καταθέσεις μου που υπάρχουν στο επ’ ονόματί μου καταθετικό λογαριασμό αριθμού …….. της Εμπορικής Τράπεζας 4ον) Το ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητό μου Μάρκας LADA με αριθμό κυκλοφορίας …….. και τη δίκυκλη μηχανή μου μάρκας SUZUKI …….(5.500 Ε). Καθιστώ την αδελφή μου κληρονόμο σε οποιαδήποτε κινητή η ακίνητη περιουσία στο μέλλον προκύψει στην κυριότητά μου. Ο ΔΙΑΘΕΤΗΣ …………». Την ανωτέρω διαθήκη ο ενάγων προσέβαλε ως άκυρη, λόγω πλαστότητας και λόγω μη ικανότητας του διαθέτη για σύνταξη διαθήκης, με την από 13.09.2011 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία απορρίφθηκε τελεσιδίκως με την υπ’ αρ. 737/2018 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, το οποίο έκρινε ότι η διαθήκη είναι έγκυρη. Επιπλέον, ο αποβιώσας συνέταξε και την από 07.10.2007 ιδιόγραφη διαθήκη του, η οποία επίσης μετά από αίτηση της εναγόμενης, δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία με τα υπ’ αρ. 784/17.5.2013 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, το περιεχόμενο της οποία έχει κατά λέξη ως εξής: «Διαθήκη. Εγώ ο ………. έχων σώας τας φρένας Σήμερα. 7/10/07 ημέρα Κυριακή δηλώνω ότι αφήνω το μερίδιό μου από το Αντωνάτο, την οικία μου μαζί με τη στέρνα (πηγάδι) και τον κήπο της καθώς και το μερίδιό μου στα Μαλίδια. Επίσης αφήνω ό,τι κατάθεση έχω στην Εμπορική Τράπεζα, στην αδελφή μου ανδονίκη καθώς και το μερίδιό μου από τα Βαλιανάτα και τα Γερουλάτα. Κορυδαλλός 7/10/07 (10.41 π.μ.) Ο Δηλών ………….. Υπογραφή». Από το περιεχόμενο των ανωτέρω δύο διαθηκών προκύπτει ότι δεν είναι ασυμβίβαστες μεταξύ τους, καθώς δεν υφίσταται εναντίωση των διατάξεών τους, αντιθέτως αλληλοσυμπληρώνονται και ισχύουν παράλληλα (άρθρο 1764 ΑΚ). Σύμφωνα δε με αυτές ο αποβιώσας όρισε μοναδική κληρονόμο του την εναγόμενη αδελφή του στο σύνολο της περιουσίας του και όχι σε δήλα πράγματα, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εναγόμενη, παραλείποντας ολοσχερώς τον ενάγοντα υιό του. Ειδικότερα, από το συνδυασμό του περιεχομένου των ανωτέρω διαθηκών προκύπτει ότι ο διαθέτης εγκατέστησε μοναδική του καθολική κληρονόμο την εναγόμενη σε όλη την περιουσία, που είχε στην κυριότητα, νομή και κατοχή του κατά το χρόνο του θανάτου του, παρότι δεν αναφέρονται ρητώς σ’ αυτές και το ως άνω υπ’ αρ. 4 περιουσιακό στοιχείο. Η παράλειψη αναφοράς στις επίμαχες διαθήκες του ως άνω ακινήτου αποτελεί, ασάφεια των διαθηκών αυτών, η οποία καθιστά αναγκαία την ερμηνεία τους, προκειμένου να διαπιστωθεί η αληθινή βούληση του διαθέτη χωρίς προσήλωση στις λέξεις, κατά τις διατάξεις των άρθρων 173 και 1802 ΑΚ, προκειμένου να διαπιστωθεί αν προκύπτει θέληση του διαθέτη να περιορίσει την τιμηθείσα μόνο στα ρητώς μνημονευθέντα στις διαθήκες ειδικά περιουσιακά στοιχεία και να αποκλείσει έτσι αυτήν από το μη αναφερθέν  κληρονομιαίο ακίνητο, ώστε ως προς αυτό να χωρήσει η εξ αδιαθέτου διαδοχή υπέρ του ενάγοντος ή αν θέλησε αυτός ως μόνη, καθολική και αποκλειστική κληρονόμο του την εναγόμενη. Από την δέουσα ερμηνεία των διαθηκών αυτών, χωρίς προσήλωση στις λέξεις αναζητώντας την αληθινή βούληση του διαθέτη (ΑΚ 173) προκύπτει ότι η ανωτέρω παράλειψη του διαθέτη οφείλεται σε παραδρομή και όχι σε εκ μέρους του διάθεση αποκλεισμού της εκκαλούσας εναγόμενης κληρονόμου του από το παραληφθέν ανωτέρω ακίνητο ούτε σε επιθυμία του ως προς αυτό να επέλθει η εξ αδιαθέτου διαδοχή και να το κληρονομήσει ο εφεσίβλητος ενάγων υιός του. Και τούτο γιατί τα καταλειφθέντα στην εναγόμενη ακίνητα απαρτίζουν το μεγαλύτερο μέρος της κληρονομιαίας περιουσίας, αφού η αξία αυτών ανέρχεται σε : α) για το υπ’ αρ. 1 σε 11.400 € το οικόπεδο και 14.700 € η οικία, β) για το υπ’ αρ. 2 σε 7.076,74 €, γ) για το υπ’ αρ. 3 σε 3.629,06 €, δ) για το υπ’ αρ. 5 σε 1.209,78 €, ε) για το υπ’ αρ. 6 σε 1.625 €, στ) για το υπ’ αρ. 7 αυτοκίνητο σε 1.000 €, ζ) για το υπ’ αρ. 8 δίκυκλο σε 4.000 €, η) για την υπ’ αρ. 9 απαίτηση από ΤΠΔΥ σε 35.101,29 € και συνολικά σε 79.741,87 €, επί συνολικής αξίας της κληρονομιάς σε 101.913,82 € (79741,87 + 22.172,95 € η αξία στο ακίνητο υπ’ αρ. 4). Δηλαδή την εγκατέστησε σε ποσοστό 78,2% περίπου της κληρονομιάς. Επιπλέον δε δηλωτικό στοιχείο της θέλησης του διαθέτη για να αφήσει την εκκαλούσα ως καθολική κληρονόμο σ’ όλη την περιουσία και όχι επί δήλων στοιχείων είναι και το ότι στην από 01.05.2011 ιδιόγραφη διαθήκη του ο αποβιώσας αναφέρει ότι «Καθιστώ την αδελφή μου κληρονόμο σε οποιαδήποτε κινητή η ακίνητη περιουσία στο μέλλον προκόψει στην κυριότητά μου». Επίσης, εκτός των άλλων, οι σχέσεις του διαθέτη με την εκκαλούσα εναγόμενη ήταν σχέσεις αμοιβαίας αγάπης, σεβασμού, στοργής, ενδιαφέροντος και συμπαραστάσεως, καθώς ο αποβιώσας διέμενε μαζί της ήδη από το έτος 1998, στην οικία της, κατά τα τελευταία δε χρόνια της ζωής του, κατά τα οποία ο αποβιώσας αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, η εναγόμενη ήταν εκείνη που τον φρόντιζε σε καθημερινή βάση. Αντιθέτως, ο διαθέτης δε διατηρούσε στενές σχέσεις με τον ενάγοντα υιό του, ο οποίος μάλιστα είχε προβεί και σε αλλαγή του επωνύμου του από «……………..» σε «……….», ώστε αυτό να είναι διαφορετικό από του διαθέτη πατέρα του, πράγμα που, όπως ήταν φυσικό, είχε στεναχωρήσει τον τελευταίο, με αποτέλεσμα να έχουν διαρρηχθεί οι ήδη ψυχρές σχέσεις τους. Τα ανωτέρω γεγονότα επιρρωνύουν το συμπέρασμα ότι η βούληση του αποβιώσαντος ήταν να εγκαταστήσει μοναδική του κληρονόμο στο σύνολο της περιουσίας του την εναγόμενη. Εξάλλου, και η ίδια η εκκαλούσα εναγόμενη με τις πρωτόδικες προτάσεις της συνομολογεί ότι ο αποβιώσας την εγκαθιστά γενική κληρονόμο του σε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του. Κατά συνέπεια αποδείχθηκε ότι η αληθής βούληση του διαθέτη ήταν όπως το ανωτέρω τιμηθέν στις διαθήκες του πρόσωπο καταστεί μοναδική καθολική κληρονόμος του σε όλη την κληρονομιαία περιουσία του. Αντίθετη δε βούλησή του από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο αποβιώσας παρέλειψε ολοσχερώς στις προαναφερόμενες ιδιόγραφες διαθήκες του τον εφεσίβλητο ενάγοντα υιό του, ο οποίος διατηρεί ακέραιο το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας του επί της κληρονομιάς, είναι δηλαδή αυτός νόμιμος μεριδούχος του αποβιώσαντος πατρός του κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου της όλης κληρονομιαίας περιουσίας, ήτοι επί ενός εκάστου των κληρονομιαίων περιουσιακών στοιχείων, που αναλυτικώς περιγράφονται παραπάνω. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι η εκκαλούσα εναγόμενη κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου κατέλαβε την κληρονομιαία περιουσία και τη νέμεται εξ ολοκλήρου, εκτός από κάποιο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα κατά το οποίο η εναγόμενη εξαναγκάστηκε να αποδώσει στον ενάγοντα τη νομή της υπό στ. 1 ανωτέρω κατοικίας που βρίσκεται, συμμορφούμενη με την υπ’ αρ. 41/2013 απόφαση Ασφαλιστικών Μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας (ως Εφετείο), σύμφωνα με την οποία πιθανολογήθηκε ότι η προαναφερόμενη από 01.05.2011 διαθήκη ήταν άκυρη, γεγονός όμως που ανατράπηκε μεταγενέστερα με την ως άνω υπ’ αρ. 737/2018 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς, σύμφωνα με την οποία αποδείχθηκε ότι η εν λόγω διαθήκη ήταν έγκυρη και γνήσια και μετά την έκδοση αυτής η εκκαλούσα εναγόμενη ανέλαβε αυτοδύναμα τη νομή του εν λόγω ακινήτου, επιβλέποντας πλέον αυτό, όπως φαίνεται και από την από 12.06.2019 βεβαίωση του Αστυνομικού Τμήματος Σάμης Κεφαλληνίας, στην οποία φαίνεται η εναγόμενη, ως νομέας της προαναφερόμενης οικίας, να καταγγέλλει ότι άγνωστοι δράστες παραβίασαν την κεντρική πόρτα αυτής (οικίας) και αφαίρεσαν τα αναφερόμενα στη βεβαίωση αυτή αντικείμενα. Πέραν του ανωτέρω γεγονότος, η εναγόμενη ενεργεί συνεχώς υλικές πράξεις νομής επί των προαναφερόμενων περιουσιακών στοιχείων της κληρονομιάς από το θάνατο του διαθέτη και εφεξής, από τις οποίες προκύπτει η βούλησή της να τα νέμεται και να τα κατακρατεί ως κληρονόμος. Ειδικότερα, η εκκαλούσα εναγόμενη προέβη σε αποδοχή κληρονομιά δυνάμει της υπ’ αρ. …./21.07.2011 πράξης της συμβολαιογράφου Αθηνών ……….. ., με την οποία αποδέχθηκε τα προαναφερόμενα υπ’ αρ. 1 και 2 ακίνητα, την οποία και μετάγραψε στο Υποθηκοφυλακείο Ερίσου, στον τόμο .., με αριθμό …, από το οποίο προκύπτει το βουλητικό στοιχείο να κατακρατεί – νέμεται τα κληρονομιαία ακίνητα ως κληρονόμος. Επιπλέον, επιβλέπει και καθαρίζει τα ανωτέρω ακίνητα, ενώ προέβη σε περίφραξη του οικοπέδου στη θέση «…………..». Περαιτέρω, διεκδικεί ως κληρονόμος την απόδοση σε αυτήν της εφάπαξ παροχής που δικαιούνταν ο αποβιώσας από το Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων, έχοντας υποβάλλει την υπ’ αρ. πρωτ. …………./02.06.2011 αίτηση προς τον εν λόγω φορέα. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η εκκαλούσα εναγόμενη νέμεται και κατακρατεί ως κληρονόμος τα αντικείμενα της κληρονομιάς, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ισχυρισμού της ότι ο εφεσίβλητος ενάγων ασκεί νομή επί όλης της κληρονομιαίας περιουσίας και ότι η ίδια δεν νομιμοποιείται παθητικά στην άσκηση της υπό κρίση αγωγής, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς της, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης, ισχυρισμό που επαναφέρει με την έφεσή της και ο οποίος πρέπει να απορριφθεί. Συνεπώς, η εκκαλούσα εναγόμενη κατακρατεί τα κληρονομιαία αντικείμενα και τα νέμεται εξ ολοκλήρου, ήτοι και κατά το πιο πάνω ποσοστό της νόμιμης μοίρας του εφεσίβλητου ενάγοντος, αντιποιούμενη παρανόμως, ως προς το ποσοστό αυτό, ίδιο κληρονομικό δικαίωμα δυνάμει των προαναφερόμενων ιδιόγραφων διαθηκών του κληρονομούμενου, το οποίο όμως δεν έχει, και για το λόγο αυτό έχει υποχρέωση να του τα αποδώσει κατά το ποσοστό αυτό. Σχετικά δε με την ένσταση της εκκαλούσας εναγόμενης περί συνυπολογισμού και αφαίρεσης από την νόμιμη μοίρα της αξίας των ακινήτων που, κατά τους ισχυρισμούς της, έχει κληρονομήσει ο εφεσίβλητος ενάγων με την εξ αδιαθέτου διαδοχή, παρέλκει η εξέτασή της, αφού η εκκαλούσα τιμήθηκε ως μοναδική, καθολική κληρονόμος επί του συνόλου της περιουσίας του αποβιώσαντος, ενώ ο εφεσίβλητος αποκλείστηκε απ’ αυτήν ολικά. Κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση αγωγή έπρεπε να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν, να αναγνωριστεί ότι ο εφεσίβλητος ενάγων ήταν νόμιμος μεριδούχος του αποβιώσαντος πατρός του κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου της όλης κληρονομιάς του και ειδικότερα ενός εκάστου των κληρονομιαίων στοιχείων που περιγράφονται παραπάνω και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του την αποδώσει κατά το ποσοστό αυτό της νόμιμης μοίρας του. Τα ίδια που δέχθηκε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έσφαλε ούτε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων. Τα αντίθετα υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα με την έφεσή της κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και στο σύνολό της η έφεση. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του σχετικού παραβόλου της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο και να καταδικαστεί η εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας (ΚΠολΔ 183, 176)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εφεσιβλήτου, αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, που καθορίζει σε 500 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις    15-6-2021.

           Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ