Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 328/2021

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Γ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός  αποφάσεως    328/2021

ΤΟ   ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τη δικαστή Μαρία Κωττάκη, εφέτη, που όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε  δημόσια   στο  ακροατήριό  του,   στις   ……..,  για    να   δικάσει  την υπόθεση  μεταξύ  :

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ :  Ομόρρυθμης εταιρείας .. ……….., η οποία παραστάθηκε δια του Πληρεξουσίου Δικηγόρου Ευστάθιου Κωνσταντόπουλου δυνάμει δηλώσεως κατ΄άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ :  ……, η οποία δεν παραστάθηκε.

Η εφεσίβλητη άσκησε κατά του  εκκαλούντος  την  από 28.07.2010 αγωγή, που κατατέθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με  ΓΑΚ ……./2010. Επ’ αυτής εκδόθηκαν η υπ’ αριθ. 2386/2011 μη οριστική απόφαση που ανέβαλε τη συζήτηση και η υπ’ αριθ. 885/2018 οριστική απόφαση του ανωτέρω πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που τη δέχθηκε.

Κατά της ανωτέρω αποφάσεως , η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα άσκησε την από 27.02.2018 έφεση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του προαναφερόμενου πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με ΓΑΚ/ΕΑΚ : ……./2018 και στη Γραμματεία του παρόντος δικαστηρίου με ΓΑΚ/ΕΑΚ: ………./2018 και προσδιορίσθηκε να δικασθεί στη δικάσιμο της 17.01.2019, κατά την οποία η συζήτηση ματαιώθηκε. Με την από  23.12.2019 κλήση της εκκαλούσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2019, η συζήτηση της ανωτέρω εφέσεως προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 05.11.2020.

Στη συνέχεια, η εκκαλούσα άσκησε τους από 23.12.2019 πρόσθετους λόγους που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2019 και προσδιορίστηκαν να δικαστούν κατά τη δικάσιμο της 05.11.2020 και τους από 25.5.2020 πρόσθετους λόγους που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2020 και προσδιορίστηκαν να δικαστούν κατά τη δικάσιμο της 05.11.2020.

Κατά την ανωτέρω δικάσιμο της 05.11.2020, η έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι συνεκδικάσθηκαν αντιμωλία των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν η μεν εκκαλούσα, όπως ανωτέρω αναφέρεται η δε εφεσίβλητη δια του Πληρεξουσίου Δικηγόρου Ανάργυρου Δίμηζα δυνάμει δηλώσεως κατ΄άρθρο 242 ΚΠολΔ. Κατά την ανωτέρω δικάσιμο οι διάδικοι ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν. Στη συνέχεια,  η δικαστής που δίκασε την υπόθεση, Μαρία Παπαδογρηγοράκου, εφέτης, διαπίστωσε κατά τη μελέτη αυτής ότι συνέτρεχε στο πρόσωπό της λόγος αποχής και υπέβαλε προς την Πρόεδρο του Πολιτικού Τμήματος του Εφετείου την από  11.11.2020 σχετική δήλωση επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 745/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς (σε συμβούλιο) που δέχθηκε τη δήλωση αποχής και διέταξε την επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως κατ΄άρθρο 307 ΚΠολΔ, υπό άλλη σύνθεση, όρισε δε δικάσιμο για τη συζήτηση την 4η Μαρτίου 2021. Κατά τη δικάσιμο αυτή, οι υποθέσεις δεν εκφωνήθηκαν λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των Δικαστηρίων εξαιτίας της πανδημίας “covid-19”.  Τέλος, με την υπ’αριθ. 41/2021 Πράξη (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……..2021) της αρχαιότερης δικαστή του τρίτου πολιτικού τμήματος, Ζωής Καραχάλιου, που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 21 ν. 4786/2021 (ΦΕΚ Α΄43/23.3.2021) περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση των υποθέσεων των οποίων η συζήτηση δεν έγινε εξαιτίας της ως άνω αναστολής, ορίστηκε δικάσιμος προς συζήτηση της προκειμένης υποθέσεως (εφέσεως και προσθέτων λόγων)  η αναφερομένη στην αρχή της παρούσας.

Κατά  την εκφώνηση  της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου, η εκκαλούσα παραστάθηκε όπως προαναφέρεται και προκατέθεσε προτάσεις, η δε εφεσίβλητη δεν παραστάθηκε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ  ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ  ΚΑΤΑ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Ι. Κατά τις διατάξεις του άρθρου 307 ΚΠολΔ, αν για οποιονδήποτε λόγο που παρουσιάστηκε μετά το τέλος της συζήτησης είναι αδύνατο να εκδοθεί η απόφαση, η συζήτηση επαναλαμβάνεται, αφού οριστεί νέα δικάσιμος και κοινοποιηθεί κλήση. Ο ορισμός της δικασίμου μπορεί να γίνει και η κλήση για τη συζήτηση μπορεί να κοινοποιηθεί με την επιμέλεια είτε κάποιου διαδίκου, είτε της γραμματείας του δικαστηρίου. Το ίδιο εφαρμόζεται και όταν το δικαστήριο διατάζει να επαναληφθεί η συζήτηση. Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις οι κλήσεις για συζήτηση και τα αποδεικτικά της επίδοσης συντάσσονται ατελώς.  Η επαναλαμβανόμενη κατ` άρθρο 307 ΚΠολΔ συζήτηση αποτελεί, όπως και η από το άρθρο 254 ΚΠολΔ συζήτηση, συνέχεια της προηγούμενης και όχι νέα συζήτηση. Και ναι μεν στο άρθρο 307 ΚΠολΔ δεν μνημονεύεται ρητώς, όπως στο άρθρο 254 ΚΠολΔ, ότι η επαναλαμβανόμενη συζήτηση αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης, όμως δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος να αντιμετωπιστούν κατά διαφορετικό τρόπο οι δύο περιπτώσεις, διότι οι πιο πάνω διατάξεις διαφέρουν μόνον ως προς το λόγο της επανάληψης, ο οποίος στην περίπτωση του άρθρου 307 ΚΠολΔ δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα κάποιου διαδίκου και, συνεπώς, δεν δικαιολογείται να υφίσταται, αν δεν εμφανιστεί ή δεν εμφανιστεί προσηκόντως ή δεν καταθέσει εκ νέου προτάσεις, δυσμενέστερη μεταχείριση, δηλαδή, να δικαστεί ερήμην και να υποστεί τις σχετικές συνέπειες. Συνακόλουθα, η αρχική και η επαναλαμβανόμενη συζήτηση συνθέτουν μία συζήτηση και ο διάδικος ο οποίος δεν παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη, είχε όμως παραστεί στην αρχική, δικάζεται αντιμωλία, ο δε διάδικος που παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση δεν χρειάζεται να καταθέσει εκ νέου προτάσεις (ΑΠ 936/2018, ΑΠ 869/2017, ΑΠ 2046/2017 – “Νόμος”). Περαιτέρω,  κατά το άρθρο 21 ν. 4786/2021 που φέρει τον τίτλο “Διάταξη για την επαναλειτουργία  των πολιτικών δικαστηρίων”:  Σε περίπτωση που η συζήτηση υπόθεσης οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας και οποιασδήποτε διαδικασίας δεν εκφωνήθηκε κατά τη διάρκεια ισχύος των υπό στοιχεία Δ1α/ΓΠ.οικ. 65912/15.10.2020 και Δ1α/ΓΠ.οικ. 67845/22.10.2020 κοινών αποφάσεων των υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης (Β` 4568, Β` 4682) και των υπό στοιχεία Δ1α/Γ.Π.οικ. 69863/2.11.2020 και Δ1α/Γ.Π.οικ. 69919/2.11.2020 κοινών αποφάσεων των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Μετανάστευσης και Ασύλου, Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Β` 4829, Β` 4831), με τις οποίες ανεστάλη η λειτουργία των δικαστηρίων, ορίζεται αυτεπαγγέλτως με πράξη του Προϊσταμένου του δικαστηρίου ή του προέδρου του τμήματος, ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο στην πλέον σύντομη διαθέσιμη δικάσιμο. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο ή έκθεμα, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Προς ενημέρωση των διαδίκων, και πάντως όχι επί ποινή ακυρότητας, η νέα δικάσιμος γνωστοποιείται από τον γραμματέα στον δικηγορικό σύλλογο της έδρας του δικαστηρίου. Στις υποθέσεις με διάδικο το ελληνικό δημόσιο, ο γραμματέας του δικαστηρίου γνωστοποιεί στην Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους τη νέα δικάσιμο με το οικείο πινάκιο ή έκθεμα, εφόσον συμπεριλαμβάνει τέτοιες υποθέσεις. Με πρωτοβουλία επίσης του γραμματέα γνωστοποιείται η νέα δικάσιμος με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων ή με ανάρτηση στην πύλη ψηφιακών υπηρεσιών δικαστηρίων «solon.gov.gr» για όσα δικαστήρια και διαδικασίες έχουν ενταχθεί στο εν λόγω σύστημα.

ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ’ αριθ. 41/2021 Πράξη της αρχαιότερης δικαστή του τρίτου πολιτικού τμήματος του Εφετείου Πειραιώς, νόμιμα ορίστηκε αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, δικάσιμος για τη συζήτηση των αναφερομένων στην αρχή της παρούσας εφέσεως και προσθέτων λόγων καθόσον οι υποθέσεις αυτές δεν εκφωνήθηκαν κατά τη δικάσιμο της 4.3.2021 λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των Δικαστηρίων εξαιτίας της πανδημίας  covid-19. Η συζήτηση κατά την ανωτέρω δικάσιμο της 4.3.2021 είχε ορισθεί οίκοθεν δυνάμει της υπ’ αριθ. 745/2020 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς (σε συμβούλιο) που δέχθηκε την από 11.11.2020 δήλωση αποχής της εφέτη Μαρίας Παπαδογρηγοράκου και διέταξε την επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως (εφέσεως και προσθέτων λόγων) κατ΄άρθρο 307 ΚΠολΔ. Κατά την αρχική συζήτηση των ανωτέρω υποθέσεων στη δικάσιμο της 05.11.2020, μετά την οποία υποβλήθηκε η ανωτέρω δήλωση αποχής, αμφότερα τα διάδικα μέρη είχαν παρασταθεί νομίμως και είχαν καταθέσει προτάσεις και σχετικά έγγραφα, η μεν εκκαλούσα εταιρεία δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Ευστάθιου Κωνσταντόπουλου δυνάμει δηλώσεως κατ΄άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, η δε εφεσίβλητη δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Ανάργυρου Δίμηζα δυνάμει δηλώσεως κατ΄άρθρο 242 ΚΠολΔ (βλ. 745/5.11.2020 πρακτικά δημόσιας συζήτησης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς). Δηλαδή η υπόθεση κατά την αρχική δικάσιμο συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων. Ακολούθως, κλήθηκαν με την επιμέλεια της Γραμματείας του παρόντος δικαστηρίου αμφότερα τα διάδικα μέρη στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση της 4.3.2021 (βλ. την από 11.01.2021 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ………… προς τον ανωτέρω πληρεξούσιο δικηγόρο της εφεσίβλητης και την από 28.01.2021 έκθεση επιδόσεως του ίδιου δικαστικού επιμελητή προς την εφεσίβλητη …………), κατά την οποία, όμως, οι υποθέσεις δεν εκφωνήθηκαν, όπως προαναφέρεται. Τέλος, κλήση των διαδίκων για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο της 20.5.2021 δεν απαιτείται καθώς η εγγραφή στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (αρθ 21 ν. 4786/2021). Η εφεσίβλητη δεν παραστάθηκε κατά τη δικάσιμο αυτή, ωστόσο, ενόψει  των προαναφερθέντων και εφόσον είχε παρασταθεί νομίμως στην αρχική συζήτηση, θα δικασθεί αντιμωλία.

ΙΙΙ. Η από 27.02.2018 έφεση (ΓΑΚ/ΕΑΚ πρωτοδικείου : ………../2018)  κατά της υπ’ αριθ. 885/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείο Πειραιώς που δίκασε την ένδικη διαφορά αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (614επ ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση του δικογράφου της και του σε αυτό συνημμένου παραβόλου στη Γραμματεία του εκδόντος την εκκαλουμένη Δικαστηρίου, και εμπρόθεσμα. Ομοίως, παραδεκτά και εμπρόθεσμα έχουν ασκηθεί οι από 23.12.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019 ) και οι από 25.5.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2020) πρόσθετοι λόγοι με κατάθεση των δικογράφων τους στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου και επίδοση αυτών στην εφεσίβλητη τριάντα ημέρες πριν τη συζήτηση της έφεσης (520 παρ. 2 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει οι ανωτέρω έφεση και πρόσθετοι λόγοι να συνεκδικασθούν, να γίνουν τυπικά δεκτοί και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (246,  511, 513, 516, 517, 518 § 1, 520, 522, 533 ΚΠολΔ).

ΙV.     Κατά τη διάταξη του άρθρου 789 ΑΚ με απόφαση της πλειοψηφίας των κοινωνών μπορεί να καθορισθεί για το κοινό αντικείμενο ο προσήκων τρόπος τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης. Η πλειοψηφία λαμβάνεται κατά το μέγεθος των μερίδων. Στις εν λόγω πράξεις τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης περιλαμβάνεται και η σύμβαση μίσθωσης του κοινού αντικειμένου, καθώς και κάθε άλλη πράξη, η οποία τείνει στη διατήρηση ή άρση των συνεπειών της μισθώσεως, όπως η παράταση, η ανανέωση – αναμίσθωση ή η τροποποίηση της συμβάσεως μισθώσεως ή καταγγελία αυτής. Η απόφαση της πλειοψηφίας που λήφθηκε μέσα στα πλαίσια του άρθρου 789 ΑΚ δεν αφορά μόνο τις εσωτερικές σχέσεις των κοινωνών, αλλά ενέχει και εξουσία αντιπροσωπεύσεως και συνακόλουθα είναι έγκυρη και δεσμεύει όλους τους κοινωνούς, δηλαδή και εκείνους που διαφώνησαν και μειοψήφισαν (ΑΠ  95/2020, ΑΠ 665/2008, 1259/2007, 255/2000- “Νόμος”).  Περαιτέρω, κατά το άρθρο 914 ΚΠολΔ προβλέπεται ότι “αν το δικαστήριο δεχτεί την ανακοπή ή την έφεση οριστικά και κατ` ουσίαν και απορρίψει, ολικά ή εν μέρει, την αγωγή, την ανταγωγή ή την κύρια παρέμβαση, εφόσον αποδειχθεί ότι η απόφαση που προσβάλλεται εκτελέστηκε, διατάζει, αν το ζητήσει εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν, πριν εκτελεστεί η απόφαση που εξαφανίστηκε ή μεταρρυθμίστηκε. Η αίτηση υποβάλλεται είτε με τα δικόγραφα της ανακοπής ή της έφεσης και των πρόσθετων λόγων είτε με τις προτάσεις είτε με χωριστό δικόγραφο που κοινοποιείται στον αντίδικο. Η εκτέλεση της απόφασης πρέπει να προαποδεικνύεται”. Συνεπώς, εάν η πρωτόδικη απόφαση κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, ολικώς ή μερικώς και εκτελέσθηκε, το εφετείο, όταν δέχεται την έφεση και απορρίπτει, εν όλω ή εν μέρει την αγωγή, ως προς το εκκληθέν κεφάλαιό της, διατάσσει, μετά από αίτηση εκείνου, κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, την επαναφορά των πραγμάτων στην πριν από την εκτέλεση κατάσταση. Επαναφορά των πραγμάτων διατάσσεται όχι μόνο όταν η απόφαση εκτελέσθηκε αναγκαστικά αλλά και όταν εκείνος που καταδικάσθηκε συμμορφώθηκε εκουσίως προς το περιεχόμενο της αποφάσεως, προκειμένου να αποτρέψει την εναντίον του αναγκαστική εκτέλεση. Η αίτηση υποβάλλεται, όσο εκκρεμεί η κατ` έφεση δίκη, ακόμη και με τις έγγραφες προτάσεις του εκκαλούντος.  Πριν από την γνωστοποίηση της εξαφανίσεως της πρωτόδικης αποφάσεως, εκτελεσθείσης εκουσίως ή αναγκαστικώς, ο εφεσίβλητος κατέχει τα δοθέντα με βάση την απόφαση αυτή (πρωτόδικη), ως νόμιμο τίτλο. Υπερήμερος καθίσταται ο εφεσίβλητος από τη γνώση της ανατροπής της αποφάσεως. Παραδεκτή είναι η αίτηση, εάν η εκτέλεση-εκουσία συμμόρφωση έγινε και προαποδεικνύεται με προσωρινώς εκτελεστή απόφαση, που δεν επικυρώθηκε από το Εφετείο (ΟλΑΠ 5/2001, ΑΠ 1118/2020, ΑΠ 51/2019- “Νόμος”). Δηλαδή, οι συνέπειες της αποφάσεως που διατάζει την επαναφορά αρχίζουν από την επίδοσή της χωρίς όμως να θίγεται το κύρος των πράξεων εκτελέσεως, απλώς ο εκτελέσας την προσωρινά εκτελεστή απόφαση υποχρεούται να αποδώσει παν ό,τι έλαβε από την εκτέλεση (βλ. Ερμηνεία ΚΠολΔ, Μ. Μαργαρίτη, υπό το άρθρο 914 αριθ. 8). Με την απόφαση περί επαναφοράς, μπορεί να πραγματοποιηθεί η επανεγκατάσταση στο ακίνητο από το οποίο είχε συντελεστεί η αποβολή.           V.  Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση έφεση και τους πρόσθετους λόγους, η εκκαλούσα εταιρεία, επικαλούμενη κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη 885/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και να απορριφθεί η από 28.7.2010 (ΓΑΚ…………../2010) αγωγή της εφεσίβλητης. Η εκκαλουμένη δέχθηκε την ανωτέρω αγωγή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη και διέταξε την εναγομένη και ήδη εκκαλούσα, με προσωρινά εκτελεστή διάταξη, να αποδώσει στην ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη το περιγραφόμενο εμπορικό μίσθιο λόγω καταγγελίας της μισθωτικής σχέσεως εκ μέρους της εφεσίβλητης συνεκμισθώτριας. Επικαλούμενη, περαιτέρω, η εκκαλούσα, παραδεκτώς με τους πρόσθετους λόγους, ότι η ανωτέρω προσωρινά εκτελεστή διάταξη της εκκαλουμένης εκτελέστηκε δυνάμει της υπ’ αριθ. ………/2.3.2018 εκθέσεως βιαίας αποβολής της από το μίσθιο και εγκαταστάσεως, της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……………, ζητεί, εκτός από την αποδοχή της εφέσεως και την απόρριψη της αγωγής, την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση κατ΄άρθρο 914 ΚΠολΔ, ήτοι την επανεγκατάστασή της στο εν λόγω μίσθιο.

VI. Από την εκτίμηση του συνόλου των προσκομιζομένων από αμφότερα τα διάδικα μέρη εγγράφων αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Με την ως άνω αγωγή, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη επικαλέστηκε ότι δυνάμει του υπ’ αριθ. ………/02.10.2006 συμβολαίου γονικής παροχής της Συμβολαιογράφου Πειραιά ……………, νομίμως μεταγεγραμμένου, κατέστη κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου ψιλή κυρία του ένδικου εμπορικού μισθίου, μετά δε τον επιγενόμενο θάνατο, στις 3.12.2006 του δικαιοπαρόχου πατέρα της, …………….., συνενώθηκε στο ανωτέρω δικαίωμά της η παρ’ αυτού παρακρατηθείσα επικαρπία κι έτσι κατέστη συγκυρία του εν λόγω μισθίου κατά το ανωτέρω ποσοστό (2/3) εξ αδιαιρέτου, του λοιπού 1/3 ανήκοντος στη μη διάδικο εν προκειμένω μητέρα της …………., η οποία από κοινού με τον ως άνω αποβιώσαντα είχαν συνεκμισθώσει αυτό στην εκκαλούσα. Με τον περαιτέρω ισχυρισμό ότι η ένδικη μίσθωση είχε καταστεί αορίστου χρόνου λόγω παρόδου 16 ετών από την έναρξή της (1.9.1992), κατήγγειλε με την ως άνω αγωγή τη μίσθωση, υπό την ιδιότητά της της κατέχουσας την πλειοψηφία των μερίδων των συνεκμισθωτών, και ζήτησε την απόδοση του μισθίου στους συνεκμισθωτές. Η εκκαλουμένη  εκτιμώντας την υπ΄αριθ. 447/2016 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Πειραιώς (υπό τριμελή σύνθεση), εκδοθείσα επί αγωγής μέμψεως αστόργου δωρεάς, ασκηθείσα από τη μητέρα της εφεσίβλητης, ……….,  ως προς την οποία έγινε εν μέρει δεκτή, και από τον αδελφό της …………., ως προς τον οποίο η αγωγή απερρίφθη, έκρινε ότι η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη είχε την πλειοψηφία των ποσοστών συγκυριότητας επί του μισθίου και περαιτέρω, έκρινε ότι η μίσθωση είχε καταστεί αορίστου χρόνου και  ότι συνεπώς νομίμως η ενάγουσα ως πλειοψηφούσα κοινωνός κατήγγειλε αυτή. Ακολούθως, η εκκαλουμένη δέχθηκε την αγωγή και με προσωρινά εκτελεστή διάταξη διέταξε την απόδοση του μισθίου στις συνεκμισθώτριες …. και ………… Η εκκαλουμένη απόφαση εκτελέστηκε, κατά την προσωρινά εκτελεστή διάταξή της, δυνάμει της υπ’ αριθ. …./2.3.2018 εκθέσεως βιαίας αποβολής της εκκαλούσας από το μίσθιο και εγκαταστάσεως των  συνεκμισθωτριών,  της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……….. Ωστόσο, μετά τη δημοσίευση της εκκαλουμένης και την ανωτέρω εκτέλεση, η ρηθείσα  447/2016 απόφαση αναιρέθηκε με την υπ΄αριθ. 902/2018 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία δημοσιεύθηκε στις 14.5.2018 κι η υπόθεση παραπέμφθηκε να δικασθεί εκ νέου ως προς το αναιρεθέν τμήμα της από το Τριμελές πολιτικό Εφετείο Πειραιώς, υπό άλλη σύνθεση. Το τελευταίο αυτό Δικαστήριο με την υπ΄αριθ. 355/2020 απόφασή του αφού δίκασε εκ νέου την περί μέμψεως αστόργου δωρεάς αγωγή ανέτρεψε κατά ποσοστό 25,472% υπέρ της προαναφερόμενης μη διαδίκου εν προκειμένω …………, τη γονική παροχή του …………. προς την ήδη εφεσίβλητη, που έλαβε χώρα με το προαναφερθέν ………/2006 συμβόλαιο και υποχρέωσε την ………. να μεταβιβάσει στη ……….. κατά ψιλή κυριότητα τα 2/3 εξ αδιαιρέτου των σε αυτή  (απόφαση) αναφερόμενων οριζόντιων ιδιοκτησιών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το επίδικο μίσθιο, κατά το προαναφερόμενο ποσοστό (25,472%). Η εν λόγω μεταβίβαση πραγματοποιήθηκε με το υπ’ αριθ. …./15.6.2020 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., νομίμως μεταγεγραμμένου. Κατ΄αυτό τον τρόπο, πλειοψηφούσα κοινωνός του επιδίκου μισθίου κατέστη η μη διάδικος ……….. κατά ποσοστό 50,311%  η δε ενάγουσα -εφεσίβλητη κατά ποσοστό 49,689% εξ αδιαιρέτου. Στη συνέχεια, η ανωτέρω πλειοψηφούσα πλέον κοινωνός, εκπροσωπούσα αναγκαίως στα πλαίσια της τακτικής διαχείρισης του κοινού πράγματος και την ήδη εφεσίβλητη-μειοψηφούσα κοινωνό, εκμίσθωσε εκ νέου το επίδικο μίσθιο στην ήδη εκκαλούσα, δυνάμει του υπ΄αριθ.15.6.2020 ιδιωτικού συμφωνητικού επαγγελματικής μισθώσεως, για οκτώ έτη (από 15.6.2020 έως 15.6.2028) με δικαίωμα παράτασης έως την 15.6.2032 και με μηνιαίο μίσθωμα 890 ευρώ, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί από τη μισθώτρια (εκκαλούσα) ως έδρα της για την άσκηση της εμπορικής της δραστηριότητας και συγκεκριμένα ως κατάστημα εμπορίας, χονδρικής και λιανικής, αλουμινίου, σιδήρου, εξαρτημάτων, πλαστικών επενδύσεων, κουφωμάτων, χωρισμάτων και λοιπών συναφών ειδών. Ενόψει των προηγουμένων, έσφαλε η εκκαλουμένη που δέχθηκε ότι η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη κατείχε την πλειοψηφία των μερίδων των συνεκμισθωτριών και ότι συνεπώς είχε δικαίωμα να καταγγείλει την ένδικη μίσθωση κι η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει δεκτή ως προς τον βάσιμο πρώτο λόγο της, με τον οποίο η εκκαλούσα προβάλλει το αντίστοιχο παράπονο. Παρέλκει δε η εξέταση των λοιπών λόγων της εφέσεως καθώς και των προσθέτων λόγων αφού με μόνη την αποδοχή του πρώτου λόγου, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση κατ’ ουσίαν και να εξαφανιστεί καθ΄ολοκληρία η εκκαλουμένη. Ακολούθως, πρέπει να κρατηθεί η αγωγή και να απορριφθεί αυτή ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη γιατί η ενάγουσα δεν είχε δικαίωμα να καταγγείλει την ένδικη μίσθωση αφού δεν κατείχε η ίδια την πλειοψηφία των μερίδων του κοινού πράγματος (μισθίου) αλλά η συνεκμισθώτρια μητέρα της κατά τα προαναφερόμενα ποσοστά. Ωστόσο και ενόψει του ότι το δικαίωμα της μισθώτριας-εκκαλούσας εταιρείας, τα ομόρρυθμα μέλη της οποίας είναι αδέλφια της εφεσίβλητης, για επανεγκατάστασή της στο επίδικο μίσθιο έχει πλήρως ικανοποιηθεί με τη σύναψη της προαναφερόμενης νέας μισθώσεως και την παράδοση του επίδικου μισθίου σε αυτή, εξέλιπε το έννομο συμφέρον της για επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση και το σχετικό αίτημα που υποβάλλεται με τα δικόγραφα των προσθέτων λόγων πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο ελλείψει εννόμου συμφέροντος, το οποίο, κατά τα άρθρα 68 και 516 του ΚΠολΔ πρέπει να υπάρχει όχι μόνο κατά την άσκηση αλλά και κατά τη συζήτηση του ενδίκου μέσου (πρβλ. ΑΠ 1329/2019, ΑΠ 390/2009,  ΑΠ 1241/2008,  ΑΠ 759/2003 – “Νόμος”, βλ. και “Ερμηνεία ΚΠολΔ”  Μ. Μαργαρίτη, υπό το άρθρο 516 αριθ.18 ).

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη ως προς τον πρώτο λόγο της, να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου (495 ΚΠολΔ), να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη κι αφού κρατηθεί και δικασθεί η αγωγή, να απορριφθεί αυτή ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη,  να συμψηφιστούν δε μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, γιατί η ενάγουσα και τα ομόρρυθμα μέλη της εκκαλούσας εταιρείας είναι μεταξύ τους συγγενείς δευτέρου βαθμού (179, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

-Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 27.02.2018 έφεση, (ΓΑΚ/ΕΑΚ πρωτοδικείου: ……../2018), τους από 23.12.2019 πρόσθετους λόγους (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2019) και τους από 25.5.2020 πρόσθετους λόγους (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2020).

-Δέχεται τυπικώς την έφεση και τους πρόσθετους λόγους.

-Δέχεται την έφεση κατ΄ουσίαν.

-Διατάζει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

-Εξαφανίζει την υπ’ αριθ. 885/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

-Κρατεί και δικάζει την από 28.7.2010 (ΓΑΚ…………/2010) αγωγή.                                                          -Απορρίπτει την αγωγή.

-Απορρίπτει το αίτημα περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.

-Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τη δικαστική δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών  δικαιοδοσίας.

-Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια, στο ακροατήριό του συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 23 Ιουνίου 2021.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ