Αριθμός 5/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, Α) η από 5-5-2016 (με αριθμ. κατάθ. ……….) έφεση της εδρεύουσας στο …… και νόμιμα εκπροσωπούμενης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..ΑΕΓΑ» κατά των 1) ………., 2) ……….. και 3) της εδρεύουσας στην ……. και νόμιμα εκπροσωπούμενης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΑΕΕΓΑ ………..» και Β) η από 20-12-2016 (με αριθμ. κατάθ. ……….) αντίθετη έφεση του ………. κατά της ως άνω ανώνυμης εταιρείας, με την επωνυμία «……….. Α.Ε.Γ.Α.», εφέσεις, οι οποίες στρέφονται, αμφότερες, κατά της υπ’ αριθμ. 684/2016 οριστικής απόφασης του ως άνω πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημιές από αυτοκίνητο (άρθρο 681Α σε συνδ. με τα άρθρα 666, 667 και 670-676 ΚΠολΔ), και οι οποίες πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).
IΙ. Οι υπό κρίση αντίθετες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ.2 του ΚΠολΔ), αρμοδίως, δε, φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011). Σημειώνεται, ότι έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα εκάστης των ως άνω εφέσεων το νόμιμο παράβολο, εκ ποσού διακοσίων (200) ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (όπως η διάταξη αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, με έναρξη ισχύος την 2-4-2012). Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις αυτές να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού συνεκδικασθούν, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο Ι της παρούσας.
ΙΙΙ. Με την από 2-3-2015 αγωγή τους, που άσκησαν οι ενάγοντες ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και μετά από παραδεκτή παραίτησή τους από το δικόγραφό της, ως προς τους δύο πρώτους εναγόμενους, ως προς τους οποίους η αγωγή θεωρήθηκε από το ως άνω δικαστήριο ότι δεν ασκήθηκε, οι ενάγοντες ιστορούσαν ότι στις 27-10-2014, από αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγόμενου, ο οποίος οδηγούσε το με αριθμ.κυκλ. ………… Ι.Χ.Φ. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του δεύτερου εναγόμενου, που ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την κυκλοφορία του στην τρίτη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, προκλήθηκε η σύγκρουση με την υπ’αριθμ………… δίκυκλη μοτοσυκλέτα, που οδηγούσε ο πρώτος ενάγων, ιδιοκτησίας του δεύτερου ενάγοντος, με αποτέλεσμα να προκληθεί ο τραυματισμός του πρώτου ενάγοντος και να υποστεί η μοτοσυκλέτα του δεύτερου ενάγοντος υλικές ζημίες, με βάση, δε, το ιστορικό αυτό και, μετά από παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής, από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, οι ενάγοντες ζητούσαν να αναγνωριστεί η υποχρέωση της τρίτης εναγόμενης να καταβάλει στον πρώτο απ’αυτούς α) το ποσό των 629 ευρώ, για τον καταστραφέντα ρουχισμό του, β)το ποσό των 300 ευρώ για τη λήψη βελτιωμένης διατροφής, γ)το ποσό των 600 ευρώ, για πλασματική δαπάνη κατ’οίκον βοηθού θεραπαινίδας για δώδεκα ημέρες μετά την έξοδό του από το «ΤΖΑΝΕΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ», δ) το ποσό των 531,39 ευρώ για διαφυγόντα εισοδήματα για δέκα ημέρες και ε)το ποσό των 50.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, που υπέστη και συνολικά, το ποσό των 52.060,39 ευρώ και στο δεύτερο απ’αυτούς, α) το συνολικό ποσό των 1.542,50 ευρώ για την αγορά ανταλλακτικών για τη δίκυκλη μοτοσυκλέτα του, β)το συνολικό ποσό των 340 ευρώ για τις εργασίες αποκατάστασής της και γ) το ποσό των 250 ευρώ για την καταστροφή της σχάρας και της μπαγκαζιέρας που ήταν τοποθετημένα στο οπίσθιο τμήμα της δίκυκλης μοτοσυκλέτας του και συνολικά, το ποσό των 2.132,50 ευρώ, όλα τα ανωτέρω ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
ΙV.Mε την από 8-10-2015 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση με την ενωμένη σ’αυτήν παρεμπίμπτουσα αγωγή τους, οι παρεμπιπτόντως ενάγοντες ιστορούσαν ότι σε βάρος τους ασκήθηκε η από 2-3-2015 αγωγή, της οποίας το περιεχόμενο εκθέτουν αυτολεξεί. Περαιτέρω, ιστορούσαν ότι το ένδικο ατύχημα οφείλεται κατά ποσοστό 95% στην ύπαρξη του παράνομα σταθμευμένου στη διασταύρωση της οδού ……. με την οδό ΄……… στον Πειραιά, υπ’ αριθμ. κυκλ. ………. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, ιδιοκτησίας ………, ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη, με αποτέλεσμα να εκμηδενίζεται η ορατότητα των οδηγών που κινούνταν επί της οδού ΄………. προς την οδό ………. Ότι σε περίπτωση που κρινόταν ότι στο επίδικο ατύχημα συντέλεσε πταίσμα του πρώτου απ’αυτούς και υποχρεώνονταν να καταβάλουν στους κυρίως ενάγοντες αποζημίωση, έπρεπε να εκτιμηθεί ταυτόχρονα ότι το εν λόγω ατύχημα οφειλόταν κατά ποσοστό 95% σε υπαιτιότητα του οδηγού του υπ’αριθμ.κυκλ……… Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, με τον πρώτο απ’τους παρεμπιπτόντως ενάγοντες να μην ευθύνεται πάνω από 5%, ζητούσε, δε, να αναγνωριστεί ότι η παρεμπιπτόντως εναγόμενη υποχρεούται να τους καταβάλει κάθε ποσό, που τυχόν θα υποχρεούνταν να καταβάλουν στους ενάγοντες της κύριας αγωγής, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, άλλως από την καταβολή τους κυρίως ενάγοντες μέχρι την εξόφληση.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού συνεκδίκασε την από 2-3-2015 αγωγή και την από 8-10-2015 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση με την ενωμένη σ’αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή α)έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 3.300 ευρώ και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 1.882,50 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση και β) απέρριψε ως μη νόμιμη την παρεμπίπτουσα εξ αναγωγής αγωγή αποζημίωσης.
Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται α) ο εν μέρει ηττηθείς ενάγων και β)η εν όλω ηττηθείσα παρεμπιπτόντως ενάγουσα, με τις υπό κρίση αντίθετες εφέσεις τους και ζητούν, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς τα εκκληθέντα κεφάλαια, με σκοπό, κατά τον μεν ενάγοντα να γίνει εξολοκλήρου δεκτή η αγωγή του, κατά την, δε, παρεμπιπτόντως ενάγουσα, να απορριφθεί η κύρια αγωγή και, σε περίπτωση, που αυτή δεν απορριφθεί, να γίνει δεκτή η παρεμπίπτουσα αγωγή της.
Από τις διατάξεις των άρθρων 91 και 92 του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι η ανακοίνωση της εκκρεμούς δίκης δεν αποτελεί μορφή αίτησης παροχής ένδικης προστασίας και δε δημιουργεί υποχρέωση του Δικαστηρίου να αποφανθεί περί αυτής. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 86, 87 και 88 του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι η προσεπίκληση, που είναι διαδικαστική πράξη με την οποία εξαιρετικώς επεκτείνονται τα υποκειμενικά όρια της έννομης σχέσης της δίκης έναντι τρίτων, δεν είναι γενικώς δυνατή, αλλά αντιθέτως επιτρέπεται μόνον σε τρεις περιπτώσεις, ήτοι: α) όταν προσεπικαλούνται οι αναγκαίοι ομόδικοι, β) όταν προσεπικαλείται, επί εμπράγματης αγωγής, ο αληθής κύριος ή νομέας του πράγματος και γ) όταν προσεπικαλείται ο δικονομικός εγγυητής. Ειδικά στην τελευταία αυτή περίπτωση, από τη διάταξη του άρθρου 88 του Κ.Πολ.Δ., που προαναφέρθηκε, προκύπτει ότι ο εναγόμενος δικαιούται να προσεπικαλέσει τρίτο πρόσωπο, το οποίο ενέχεται σε αποζημίωση αυτού από κάποια έννομη σχέση από την οποία και προκύπτει η υποχρέωση του προσεπικαλούμένου τρίτου να καταβάλει στον εναγόμενο (προσεπικαλούντα) την αποζημίωση που ζητεί από τον τελευταίο ο ενάγων. Τέτοια έννομη σχέση είναι και αυτή που απορρέει από τη σύμβαση ασφάλισης της αστικής ευθύνης του εναγομένου, η οποία (σχέση) παρέχει στον προσεπικαλούντα-εναγόμενο τη δυνατότητα να ενώσει με την προσεπίκλησή του και παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης υπό αίρεση (άρθρο 69 παρ. 1 εδ. ε του Κ.Πολ.Δ.), εφόσον αυτή εξαρτάται από την ήττα του στην κύρια δίκη (Εφ.Θεσ.658/1988 Αρμ. 1988.465).Εξάλλου, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 926 και 927 ΑΚ, εκείνος που αποκατέστησε ζημία, για την οποία ευθύνονται περισσότεροι, έχει δικαίωμα να ζητήσει από τους συνοφειλέτες του αναγωγικά εκείνο το μέρος που βαρύνει αυτούς. Το μέτρο της μεταξύ τους ευθύνης προσδιορίζεται από το δικαστήριο (κατά κανόνα) ανάλογα με το βαθμό του πταίσματος που βαρύνει καθένα συνοφειλέτη. Το δικαίωμα αναγωγής στην εσωτερική σχέση μεταξύ των περισσοτέρων συνοφειλετών, μπορεί να ασκηθεί είτε με αυτοτελή αγωγή, εάν ο ενάγων συνοφειλέτης αποκατέστησε αυτός όλη τη ζημία του ζημιωθέντος ή κατέβαλε ποσό μεγαλύτερο από τη μερίδα του, είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή στα πλαίσια της κύριας δίκης αποζημιώσεως, όταν ο συνυπόχρεος δεν έχει ακόμη καταβάλλει κανένα ποσό και την ασκεί για την περίπτωση ήττας του, στρεφόμενος κατά του συνεναγομένου συνοφειλέτη του (ΑΠ 197/1998 ΕλΔνη 1998. 822, ΕφΑΘ 1418/2000 ΕλΔνη 2001. 456, Γεωργιάδης, σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλου ΑΚ άρθρο 927 αριθ. 26 επ.).Στην τελευταία περίπτωση, αν ο εξ αναγωγής εναγόμενος δεν είναι ήδη διάδικος στη δίκη αποζημιώσεως, η είσοδος του στη δίκη αυτή γίνεται με προσεπίκληση στην οποία ενώνεται και η παρεμπίπτουσα (αν)αγωγή αποζημιώσεως (ΑΠ 1032/1998 ΕλΔνη 1998. 1549, Εφθεσ 1969/2003 Αρμ 2005. 361, ΕφΛαρ 26/2004 Αρμ 2004. 992, Γεωργιάδης, ό.π., αριθ. 27, 28). Και στη μία όμως και στην άλλη περίπτωση για να είναι νόμιμη η (αν) αγωγή, πρέπει ο ενάγων να αποδέχεται εξαρχής και την δική του συνυπαιτιότητα.Αντίθετα, εάν δεν την αποδέχεται και υποστηρίζει ότι αποκλειστικά υπαίτιος είναι ο (κυρίως ή παρεμπιπτόντως) εναγόμενος ή ο ενάγων, τότε δεν έχει θέση η αναγωγή, διότι αυτή προϋποθέτει συνενοχή. Σε περίπτωση όμως αποκλειστικής υπαιτιότητας μία μόνο ενοχή γεννάται, εκείνη του υπαιτίου και συνεπώς δεν νοείται αναγωγή (ΑΠ 690/1985 ΕλλΔνη 27. 91 = Δίκη 18. 505, ΑΠ 7/1974 ΝοΒ 22. 781, ΕφΑΘ 6198/1985 ΕλλΔνη 26.370, Κρητικός, ό.π., παρ. 1037 επ. και 1049, Φλούδας, αστική ευθύνη εξ αυτ/κών ατυχημάτων, έκδ. 1985, παρ. 212, σελ. 285).Κατά την κρατούσα δε γνώμη, τα άρθρα 926 και 927 ΑΚ εφαρμόζονται όχι μόνον στις περιπτώσεις αστικού αδικήματος με την έννοια της ΑΚ 914, αλλά και σε κάθε περίπτωση αντικειμενικής ευθύνης, είτε αυτή ρυθμίζεται από τον Αστικό Κώδικα όπως του άρθρου 922 ΑΚ, είτε από άλλο νόμο όπως των άρθρων 4 και 9 ν. ΓΠ Ν/1911 και 10 ν. 489/1976 (βλ. ΑΠ 4701/1995 ΝοΒ 43. 564, ΕφΛαρ 110/2006 δημ/ση ΝΟΜΟΣ, Γεωργιάδη, σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλου ΑΚ άρθρ. 926 αριθ. 2, αρθρ. 927 6, 7, Π. Κορνηλάκη, ΕιδΕνοχΔικ Ι, 2002, σελ. 586, Α. Κρητικού, ό.π., αριθ. 1051).
Στην προκείμενη περίπτωση, από το όλο περιεχόμενο της παρεμπίπτουσας αγωγής, προκύπτει ότι αυτή ασκήθηκε και για την περίπτωση, που ήθελε γίνει δεκτό ότι για την επέλευση του αναφερόμενου ατυχήματος συνέτεινε και πταίσμα του οδηγού του παράνομα σταθμευμένου αυτοκινήτου, με αριθμ.κυκλ………. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, που ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την κυκλοφορία του στην παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, του οδηγού του ασφαλισμένου σ’αυτήν (παρεμπιπτόντως ενάγουσα), μη ευθυνομένου για ποσοστό άνω του 5%, αίτημα, δε, της εν λόγω παρεμπίπτουσας αγωγής ήταν να αναγνωριστεί ότι η παρεμπιπτόντως εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει, νομιμοτόκως, στους παρεμπιπτόντως ενάγοντες, το 95% κάθε χρηματικού ποσού, που τυχόν θα υποχρεώνονταν να καταβάλουν στους κυρίως ενάγοντες, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων. Ενόψει, επομένως, ότι η παρεμπίπτουσα αγωγή ασκήθηκε για την, σε περίπτωση ευδοκίμηση της κύριας αγωγής, υποστηριζόμενη θέση της συντρέχουσας υπαιτιότητας του οδηγού του ασφαλισμένου στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα ασφαλιστική εταιρίας και του οδηγού του ασφαλισμένου στην παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, κρίνεται ότι η παρεμπίπτουσα αυτή αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων, που εκτέθηκαν στην αρχή της παρούσας. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε ως μη νόμιμη την παρεμπίπτουσα αγωγή, εσφαλμένα το νόμο εφάρμοσε και πρέπει να γίνει δεκτός, ο πέμπτος λόγος της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ως προς το κεφάλαιό της αυτό, κατ’άρθρ. 535 παρ.1 ΚΠολΔ και αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί στην ουσία της, πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος ……… που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με επιμέλεια των εναγόντων και της οποίας η κατάθεση περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα επαναπροσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 27-10-2014 και περί ώρα 8.30′ π.μ. ο πρώτος ενάγων και ήδη, εκκαλών της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης- πρώτος εφεσίβλητος της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, οδηγώντας την υπ’ αριθμ. κυκλ. ………… δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του δευτέρου ενάγοντος και ήδη, δεύτερου εφεσίβλητου της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, εκινείτο επί της οδού …… στον Πειραιά, με κατεύθυνση από τη Νίκαια προς το λιμάνι του Πειραιά, πλησίον της συμβολής της ανωτέρω οδού με την οδό ……. Στο σημείο αυτό η οδός ….. έχει πλάτος 7 μ., μέτριας κλίσης κατωφέρεια και είναι μονής κατεύθυνσης με δύο λωρίδες κυκλοφορίας και η οδός ……. έχει πλάτος 7 μ. και είναι μονής κατεύθυνσης με δύο λωρίδες κυκλοφορίας και ευθεία και στη συμβολή της με την οδό …… υπάρχει πινακίδα υποχρεωτικής διακοπής πορείας Ρ-2 (STOP) και πινακίδα Ρ-28 (απαγορεύεται η δεξιά στροφή), ενώ δεν υπάρχει πινακίδα για το όριο ταχύτητας και επομένως, ισχύει το όριο των 50 χιλιομέτρων την ώρα που ορίζεται με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν.2696/1999 (Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας). Κατά τον ίδιο χρόνο, ο πρώτος των εναγομένων-πρώτος των παρεμπιπτόντως εναγόντων, οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλ. ……. Ι.Χ.Φ. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του δευτέρου των εναγομένων-δεύτερου των παρεμπιπτόντως εναγόντων, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην τρίτη των εναγομένων-τρίτη των παρεμπιπτόντως εναγόντων ασφαλιστική εταιρεία και ήδη εκκαλούσα της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, εκινείτο στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας της οδού ….. με κατεύθυνση από την οδό ……. προς την Πλατεία Λαού (βλ. νόμιμα προσκομιζόμενο απ’τους διαδίκους από 27-10-2014 πρόχειρο σχεδιάγραμμα του Αστυφύλακα Μ.Σ.). Σχετικά με την υπαιτιότητα σε ατύχημα σε διασταύρωση (βλ. άρθρο 26 παρ. 4 και 5 ΚΟΚ), αν μεν αυτή είναι χωρίς σήμανση, ο οδηγός που κινείται από αριστερά οφείλει να παραχωρεί προτεραιότητα στον οδηγό που κινείται από δεξιά του, αν δε αυτή φέρει σήμανση, όπως η ρυθμιστική πινακίδα Ρ-2 (ΣΤΟΠ), ο οδηγός που κινείται στην οδό με την πινακίδα αυτή οφείλει να διακόψει την πορεία του οχήματος του και να παραχωρήσει προτεραιότητα στους οδηγούς που κινούνται στην άλλη, την έχουσα προτεραιότητα οδό. Εν τούτοις η προτεραιότητα των τελευταίων δεν είναι απόλυτη, δηλαδή δεν τους ανήκει σε οιαδήποτε απόσταση από την διασταύρωση και αν βρίσκονται την στιγμή της προβολής του εξερχόμενου από την δευτερεύουσα οδό αυτοκινήτου. Και τούτο γιατί δικαιούται να διέλθει από τη διασταύρωση και ο μη έχων προτεραιότητα οδηγός, εφ` όσον αυτός μετά από έλεγχο διαπιστώσει ότι η διασταύρωση είναι ελεύθερη. Ελεύθερη νοείται η διασταύρωση όταν τα έχοντα προτεραιότητα οχήματα βρίσκονται σε τέτοια απόσταση από αυτήν, που με το επιτρεπόμενο εκάστοτε ανώτατο όριο ταχύτητας να μην προλαβαίνουν να φτάσουν σ` αυτήν, ενώ αντίθετα ο μη έχων προτεραιότητα οδηγός προλαβαίνει να διέλθει (βλ. ΕφΑθ 3208/1992 ΕΣυγκΔ 1993/155, ΕφΑθ 12315/1988 ΕΣυγκΔ 1991/176). Όταν ο οδηγός του φορτηγού έφθασε στη συμβολή της οδού ……. με την οδό ……., λόγω της ύπαρξης στα δεξιά ως προς την πορεία του, επί της οδού ……., ενός σταθμευμένου αυτοκινήτου και συγκεκριμένα, του υπ’αριθμ. κυκλ. ……. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, που του περιόριζε την ορατότητα επί της οδού ……. και επί όλων των επ’αυτής κινούμενων οχημάτων, δεν διέκοψε, δικαιολογημένα, την πορεία του οδηγούμενου οχήματος, πριν από την είσοδό του στον κόμβο, προκειμένου να παραχωρήσει προτεραιότητα στα οχήματα, που κινούνταν επί της οδού …….. και που, λόγω της υπάρχουσας στην πορεία του, πινακίδας Ρ-2, είχαν έναντι αυτού, προτεραιότητα, αλλά εξακολούθησε να κινείται, χωρίς να διακόψει, όπως όφειλε, την πορεία του, ούτε όταν έφθασε στο ύψος του σταθμευμένου αυτοκινήτου, όπου η ορατότητά του επί της οδού ………, ήταν πλέον απεριόριστη, ώστε να ελέγξει την κίνηση όλων των επί της οδού …….. κινούμενων οχημάτων, προκειμένου να τους παραχωρήσει, όπως όφειλε, λόγω της ως άνω σήμανσης, προτεραιότητα, με αποτέλεσμα, κινούμενος με ταχύτητα, την οποία δεν μείωσε, να μην αντιληφθεί την οδηγούμενη απ’τον πρώτο ενάγοντα, με αριθμ. κυκλ. ……. δίκυκλη μοτοσικλέτα, που εκινείτο, σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ.1 του Κ.Ο.Κ., πλησίον του δεξιού άκρου του οδοστρώματος επί της οδού …… και, κατά τον ίδιο χρόνο, κινούμενη με κανονική για τις περιστάσεις ταχύτητα, είχε, μόλις, εισέλθει στον κόμβο και, να παρεμβληθεί, έτσι, αιφνίδια στην πορεία της εν λόγω μοτοσυκλέτας, η οποία, έχοντας, ήδη, διανύσει μία απόσταση 2,5, περίπου, μέτρων, εντός της διασταύρωσης, επέπεσε με το εμπρόσθιο αριστερό τμήμα της στο εμπρόσθιο δεξιό τμήμα του απ’τον πρώτο εναγόμενο οδηγούμενου οχήματος και στη συνέχεια ανατράπηκε και σύρθηκε στο οδόστρωμα, προκαλώντας επ’αυτού χαραγή μήκους 0,10 εκατοστών(βλ. προσκομιζόμενα από τους διαδίκους, από 27-10-2014 πρόχειρο σχεδιάγραμμα και έκθεση αυτοψίας του Τμήματος Τροχαίας Κορυδαλλού), ενώ ο οδηγός της, με τη σύγκρουση των δύο οχημάτων, επέπεσε στο καπώ του αυτοκινήτου. Αποκλειστικά υπαίτιος για το επίδικο ατύχημα κρίνεται ο οδηγός του με αριθμ. κυκλ. …….. Ι.Χ.Φ. αυτοκινήτου, ο οποίος χωρίς να οδηγεί, όπως όφειλε και μπορούσε, σύμφωνα με τις περιστάσεις, όπως κάθε μέσος συνετός οδηγός, με σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, αποφεύγοντας οποιαδήποτε συμπεριφορά, που θα ήταν ενδεχόμενο να εκθέσει σε κίνδυνο την κυκλοφορία, ενώ πλησίαζε σε ισόπεδο οδικό κόμβο, η προτεραιότητα επί του οποίου ορίζεται με κατάλληλη σήμανση και συγκεκριμένα, με ρυθμιστική της κυκλοφορίας πινακίδα Ρ-2 (Υποχρεωτική διακοπή πορείας) (άρθρ.4 παρ.3 του Κ.Ο.Κ.), δεν κατέβαλε, όπως όφειλε, ιδιαίτερη προσοχή, για να μην προκαλέσει επί του κόμβου κίνδυνο ή παρακώλυση της κυκλοφορίας, διακόπτοντας, υποχρεωτικά, την πορεία του πριν από την είσοδό του στον κόμβο, σε σημείο, που η κυκλοφορία επί της διασταυρούμενης οδού ήταν ευχερώς ορατή, προκειμένου να παραχωρήσει προτεραιότητα στα οχήματα τα οποία κινούνταν στην εν λόγω διασταυρούμενη οδό προς την οποία πλησίαζε, ούτε σε κάθε περίπτωση ρύθμισε την ταχύτητα του οχήματός του, ώστε να μπορεί να διακόψει την πορεία του για να διέλθουν τα οχήματα, που είχαν προτεραιότητα, ενεργώντας κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 12 παρ.1 και 26 παρ.1 και παρ.4 του Κ.Ο.Κ. Ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι στην επέλευση του ατυχήματος συντέλεσε και πταίσμα του πρώτου ενάγοντος, γιατί αυτός εκινείτο με ταχύτητα άνω των 50 χιλιομέτρων την ώρα και ότι αυτός συνέχισε την πορεία του επί της οδού …….., αν και τα προπορευόμενα αυτού οχήματα είχαν ακινητοποιηθεί και είχαν παραχωρήσει προτεραιότητα στο όχημα που οδηγούσε ο πρώτος των εναγομένων, δεν κρίνεται βάσιμος κατ’ ουσίαν, γιατί αυτός δεν επιβεβαιώθηκε από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο, όπως κατάθεση μάρτυρα, απορριπτομένης ως αβάσιμης κατ’ ουσίαν της προβληθείσας από τους εναγομένους ένστασης περί συντρέχοντος πταίσματος του πρώτου ενάγοντος. Άλλωστε ο οδηγός του φορτηγού, ούτε στην από 19-12-2014 έκθεση εξέτασής του ως κατηγορούμενου, ενώπιον του Αστυφύλακα του Τμήματος Τροχαίας Κορυδαλού, Μ.Σ., ισχυρίσθηκε ότι έλεγξε, όπως όφειλε και ότι αντιλήφθηκε, όπως θα μπορούσε, αν είχε ελέγξει, την κινούμενη επί της οδού …… μοτοσυκλέτα, προκειμένου να της παραχωρήσει, όπως όφειλε, προτεραιότητα, ενόψει του ότι όπως συνάγεται από το ως άνω πρόχειρο σχεδιάγραμμα της Τροχαίας, η εν λόγω μοτοσυκλέτα, κατά το χρόνο της σύγκρουσης, είχε ήδη διανύσει περί τα 2,50 μέτρα, εντός του κόμβου, η ταχύτητά της δε, ήταν κανονική για τις περιστάσεις, όπως συνάγεται, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας από την μικρού μήκους χαραγή της μοτοσυκλέτας στο οδόστρωμα και την ύπαρξη εντός του κόμβου και σε κοντινή απόσταση από το σημείο της σύγκρουσης, των θραυσμάτων από τα πλαστικά μέρη και των δύο οχημάτων (βλ. ως άνω σχεδιάγραμμα), επιπλέον, δε, στην ως άνω έκθεση εξέτασής του, ο πρώτος των εναγομένων ομολόγησε εξώδικα την αποκλειστική του υπαιτιότητα στην επέλευση της επίδικης σύγκρουσης, αναφέροντας, επί λέξει «΄Εχω αναλάβει την ευθύνη του ατυχήματος και έχω υποβάλει θετική δήλωση στην ασφαλιστική εταιρεία για την αποζημίωση του τραυματία οδηγού». Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του υπ’αριθμ. ….. Ι.Χ.Φ. αυτοκινήτου, στην επέλευση της επίδικης σύγκρουσης, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της υπό στοιχείο Α΄έφεσης, πρέπει, ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.
Από τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι μετά το ατύχημα ο πρώτος ενάγων μεταφέρθηκε από τον πρώτο εναγόμενο στο «ΤΖΑΝΕΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ», όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη κάκωση δεξιού ισχίου-μηριαίου, δεξιάς ποδοκνημικής και εκδορές στον δεξιό μηριαίο και του συνεστήθη κλινοστατισμός και μη χρήση του πάσχοντος σκέλους και του χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια αρχικά επτά ημερών, η οποία παρατάθηκε για άλλες πέντε ημέρες, ήτοι μέχρι την 7-11-2014, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθ. πρωτ. ……. πιστοποιητικό και δύο από 27-10-2014 έγγραφα από το ανωτέρω νοσοκομείο καθώς και από το από 3-11-2014 παραπεμπτικό του Χ.Μ, ορθοπεδικού, που υπηρετεί στη 2η ΥΠ Ε ΠΕΔΥ ΜΟΝΑΔΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ. Λόγω των σοβαρών κακώσεων που υπέστη στο δεξιό του πόδι ο πρώτος ενάγων και που παρουσίαζαν εικόνα κατάγματος (βλ. προσκομιζόμενο απ’τους ενάγοντες, υπ’αριθμ. πρωτ. ………. πιστοποιητικό του ΤΖΑΝΕΙΟΥ νοσοκομείου), είχε ανάγκη τις υπηρεσίες φροντίδας της μητέρας του …….. για δέκα ημέρες μετά την ένδικη σύγκρουση, διάστημα κατά το οποίο και, σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος των εναγόντων, χρησιμοποιούσε βακτηρίες, καθώς αδυνατούσε να πατήσει το πόδι του και έτσι, δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί πλήρως, οι υπηρεσίες, δε, αυτές ήταν σαφώς επιπλέον αυτών που θα του προσέφερε η μητέρα του στα πλαίσια του άρθρου 1507 του Α.Κ.. Επομένως, ο πρώτος ενάγων δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση, γιατί, αν είχε προσλάβει για το σκοπό αυτό οικιακή βοηθό, θα είχε καταβάλει συνολικά, ενόψει των διδαγμάτων της κοινής πείρας, με βάση το είδος της σωματικής βλάβης που υπέστη και τη συνολική κλινική εικόνα του, το ποσό των 30 ευρώ ημερησίως, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεδομένου ότι η μητέρα του δεν απασχολούταν διαρκώς εντός της ημέρας, και συνολικά το ποσό των (10 ημέρες Χ 30 ευρώ=) 300 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του επιδίκασε στον πρώτο ενάγοντα για την αιτία αυτή το ίδιο, ως άνω ποσό, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου, δεύτερος λόγος της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, πρέπει ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.
Περαιτέρω, από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι συστήθηκε στον πρώτο ενάγοντα από τους θεράποντες ιατρούς του η λήψη ειδικής βελτιωμένης διατροφής για αποθεραπεία των τραυμάτων του και μάλιστα για το χρονικό διάστημα των τριάντα ημερών, ενώ από τα διδάγματα της κοινής πείρας προκύπτει ότι οι διατροφικές συνήθειες του σύγχρονου μέσου πολίτη αυτής της χώρας υπερκαλύπτουν τις διατροφικές ανάγκες ακόμη και ενός εξασθενημένου οργανισμού, εφόσον περιλαμβάνουν σε καθημερινή σχεδόν βάση τροφές, όπως είναι το κρέας ή το ψάρι, χυμοί, φρούτα και γαλακτοκομικά προϊόντα, στην προκείμενη, δε, περίπτωση, όπως προκύπτει από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος των εναγόντων, ο πρώτος ενάγων έτρωγε μοσχάρι και ελαφριά φαγητά, επειδή έπαιρνε βαρειά αντιβίωση, διατροφή η οποία, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν θεωρείται βελτιωμένη, ενώ σε κάθε περίπτωση, από κανένα ιατρικό έγγραφο δεν προκύπτει η αναγκαιότητα λήψης βαρειάς αντιβίωσης για την αποκατάσταση των ορθοπεδικών κακώσεων, που υπέστη ο πρώτος ενάγων, οι πόνοι των οποίων αντιμετωπίζονται με τη λήψη παυσιπόνων. Πρέπει, επομένως, το σχετικό αιτούμενο κονδύλιο των 300 ευρώ να απορριφθεί ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του απέρριψε, ως κατ’ουσίαν αβάσιμο, το ως άνω κονδύλιο για λήψη βελτιωμένης διατροφής, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης, πρέπει, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.
Επιπλέον δεν αποδείχθηκε ότι κατά το ατύχημα ο πρώτος ενάγων φορούσε δερμάτινο μπουφάν μάρκας Dainese Super Speed C2 Pelle αξίας 629 ευρώ, ούτε άλλης μάρκας δερμάτινο μπουφάν, αφού η μάρτυρας απόδειξης, ουδέν περί τούτου καταθέτει, ενώ από τις προσκομιζόμενες από τους ενάγοντες φωτογραφίες, που απεικονίζουν ένα κατεστραμμένο μπουφάν, μάρκας BERING, δεν αποδεικνύεται ότι ανήκει στον πρώτο ενάγοντα και ότι η καταστροφή του προκλήθηκε απ’ την επίδικη σύγκρουση. Πρέπει, επομένως, το σχετικό κονδύλιο, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο να απορριφθεί. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που, με την εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε ως κατ’ουσίαν αβάσιμο το κονδύλιο αυτό, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου, δεύτερος λόγος της υπό στοιχείο Β΄έφεσης, πρέπει ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.
Από τα ίδια, ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι κατά το ένδικο ατύχημα ο πρώτος ενάγων ήταν ασφαλισμένος στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων- Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, ότι κατά το χρονικό διάστημα από 27-10-2014 έως 7-11-2014 διέκοψε την εργασία του λόγω αναρρωτικής άδειας και ότι για το λόγο αυτό επιδοτήθηκε από τον ανωτέρω ασφαλιστικό οργανισμό με το ποσό των 143,91 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθμ. πρωτ. ………… απόφαση του Διευθυντή του παρακάνω ασφαλιστικού ταμείου). Ο πρώτος ενάγων ισχυρίζεται ότι κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα εργαζόταν ως οδηγός αστικών λεωφορείων στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «ΟΔΙΚΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Α.Ε.», περιστατικό, για την αλήθεια του οποίου καταθέτει ενόρκως η μάρτυρας απόδειξης των εναγόντων, επιπλέον, δε, ο πρώτος ενάγων ισχυρίζεται ότι οι αποδοχές του για το ίδιο χρονικό διάστημα ανέρχονταν στο ποσό των (67,53 ευρώ Χ 10 ευρώ=) 675,30 ευρώ και ότι τελικά απώλεσε το ποσό των 531,39 ευρώ, αφαιρεθέντος του παραπάνω ποσού με το οποίο επιδοτήθηκε από τις αποδοχές του. Ωστόσο, δεν προέκυψε το ύψος των μηνιαίων αποδοχών, που ελάμβανε ο πρώτος ενάγων, κατά το χρόνο του ατυχήματος, αφού οι ενάγοντες δεν επικαλέσθηκαν με τις προτάσεις τους κάποιο σχετικό αποδεικτικό στοιχείο ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ενώ απαραδέκτως, κατ’άρθρ.529 παρ.2 ΚΠολΔ, ο πρώτος ενάγων και ήδη, εκκαλών της υπό στοιχείο Β΄έφεσης επικαλείται και προσκομίζει για πρώτη φορά ενώπιον του δευτεροβάθμιου τούτου δικαστηρίου και, μάλιστα, όχι με τις προτάσεις, όπως όφειλε (Ολ.ΑΠ 9/2000 ΕΕΝ2000 σελ.353) αλλά με την προσθήκη-αντίκρουση, τρεις αναλύσεις μισθοδοσίας του, της Ο.ΣΥ. Α.Ε., των μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2014 και Σεπτεμβρίου 2017, με αποτέλεσμα τα έγγραφα αυτά να μην λαμβάνονται υπόψη (ΟλΑΠ9/2000 ό.π., ΑΠ579/2000ΕλΔ41,1605, ΑΠ 970/1999, ΕλΔ41, 80, ΑΠ761/1996ΕλΔ38, 60). Η προσαγωγή το πρώτον στην κατ’έφεσιν δίκη του νέου αυτού αποδεικτικού μέσου, που είχε ο πρώτος ενάγων και ήδη, εκκαλών της υπό στοιχείο Β΄έφεσης, στην κατοχή του κατά τη συζήτηση της αγωγής του ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, οφείλεται σε βαρειά του αμέλεια και δή, σε ιδιαιτέρως μεγάλη αδιαφορία του για την έκβαση της δίκης. Συνεπώς το κονδύλιο των 531,39 ευρώ πρέπει ως κατ’ουσίαν αβάσιμο, να απορριφθεί. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε, ως κατ’ουσίαν αβάσιμο το κονδύλιο αυτό, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου τρίτος λόγος της υπό στοιχείο Β΄έφεσης, πρέπει, ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.
Από την προπεριγραφείσα σύγκρουση η δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του δεύτερου ενάγοντος, εργοστασίου κατασκευής MOTO HONDA, τύπου CBF 250, κυβισμού 250κ.εκ.,με έτος πρώτης κυκλοφορίας 2005, υπέστη ζημιές στο εμπρόσθιο τμήμα της, για την αποκατάσταση των οποίων θα απαιτηθεί να δαπανήσει τα ακόλουθα ποσά:1) Για τεπόζιτο 425 ευρώ, 2) για εξάτμιση 237 ευρώ, 3) για προβολέα 156 ευρώ, 4) για καβούκι οργαν. άνω 69 ευρώ, 5) για βάση δεξιού μασπιέ 38 ευρώ, 6) για τιμόνι 105 ευρώ, 7) για μανέτα αριστερή 16 ευρώ, 8) για φτερό εμπρός 141,50 ευρώ, 9) για καθρέπτη αριστερό 54 ευρώ, 10) για βάση φαναριού 18,50 ευρώ, 11) για αριστερό πλευρικό κάλυμμα 31,50 ευρώ και 12) για αριστερή μπότα 251 ευρώ και συνολικά 1.542,50 ευρώ, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη απ’τους ενάγοντες προσφορά του Δ.Τ, που διατηρεί ατομική επιχείρηση με ανταλλακτικά μοτοσικλετών, ενώ, πρέπει, επίσης να δαπανηθούν, για τις εργασίες επισκευής της μοτοσικλέτας και ειδικότερα, για καλίμπρα μπροστινού συστήματος 120 ευρώ και για λύσιμο εμπρόσθιου συστήματος και αντικατάσταση ανταλλακτικών 220 ευρώ και συνολικά 340 ευρώ, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη απ’ τους ενάγοντες προσφορά του Α.Π., που διατηρεί ατομική επιχείρηση με ανταλλακτικά και επισκευές μοτοσικλετών. Ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι πριν από την επίδικη σύγκρουση η αξία της μοτοσικλέτας του δευτέρου ενάγοντος δεν υπερέβαινε τα 1.500 ευρώ και ότι συνεπώς το κόστος επισκευής της υπερβαίνει την αξία της, με αποτέλεσμα να έχει υποστεί ολοσχερή καταστροφή, με αποτέλεσμα ο δεύτερος ενάγων να μην δικαιούται να ζητεί τη δαπάνη επισκευής της, αλλά μόνο την αξία της(1.500 €), αφαιρουμένης της αξίας των μερών της που δεν εβλάβησαν, ήτοι 430 ευρώ, δεν αποδεικνύεται, καθόσον δεν προσκομίσθηκε οποιοδήποτε αποδεικτικό του σχετικού ισχυρισμού της στοιχείο, ο οποίος και κρίνεται απορριπτέος, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε τα ίδια και επιδίκασε στον δεύτερο ενάγοντα, για τις δαπάνες επισκευής της μοτοσυκλέτας του, το ποσό των 1.882,50 ευρώ, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου τέταρτος λόγος της υπό στοιχείο Α΄έφεσης, πρέπει ως κατ’ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί. Αναφορικά με το αγωγικό αίτημα να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη οφείλει στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 250 ευρώ για την καταστροφή της σχάρας και της μπαγκαζιέρας που ήταν τοποθετημένα στο οπίσθιο τμήμα της δίκυκλης μοτοσυκλέτας του, το εν λόγω κονδύλιο κρίνεται ως αόριστο και ανεπίδεκτο δικαστικής εκτίμησης, καθώς δεν προσδιορίζεται το ειδικότερο ποσό, που απαιτείται για την αγορά σχάρας και το ποσό που απαιτείται για την αγορά της μπαγκαζιέρας.
Αποδείχθηκε, τέλος, ότι ο ηλικίας 41 ετών, κατά το χρόνο του ατυχήματος, πρώτος ενάγων υπέστη ηθική βλάβη λόγω της στενοχώριας που δοκίμασε, αλλά και της ταλαιπωρίας στην οποία υποβλήθηκε και των πόνων, που βίωσε, συνεπεία του προπεριγραφέντος τραυματισμού του από το ατύχημα και επομένως αυτός δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης, την οποία το Δικαστήριο καθορίζει στο εύλογο κατά την κρίση του ποσό των 4.000 ευρώ, λαμβάνοντας προς τούτο υπόψη του την αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του φορτηγού αυτοκινήτου στην πρόκληση του ατυχήματος, τη φύση και την έκταση του τραυματισμού του πρώτου ενάγοντος και όλες τις προεκτεθείσες συνθήκες του επίδικου ατυχήματος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση, επιδίκασε υπέρ του πρώτου ενάγοντος, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το ποσό των 3.000 ευρώ, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και ο σχετικός, τέταρτος λόγος της υπό στοιχείο Β΄έφεσης, με τον οποίο ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι έπρεπε να του επιδικαστεί για την αιτία αυτή μεγαλύτερο ποσό πρέπει, ως κατ’ουσίαν βάσιμος, να γίνει δεκτός όπως και η υπό στοιχείο Β΄έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή, ως κατ’ουσίαν βάσιμη και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, όχι, όμως, μόνον, ως προς το κεφάλαιό της αυτό, αλλά για λόγους ενότητας της εκτέλεσης, στο σύνολό της και να γίνει εν μέρει δεκτή η συνεκδικαζόμενη από 2-3-2015 και με αριθμό κατάθεσης ……….. κύρια αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη και να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία οφείλει να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων ευρώ (300+4.000=4.300€) και στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των χιλίων οκτακοσίων ογδόντα δύο ευρώ και πενήντα λεπτών (1.542,50+340=1.882,50€), όλα, δε, τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση (άρθρ. 346 ΑΚ).Πρέπει, επίσης, ενόψει του ότι κρίθηκε ότι αποκλειστικός υπαίτιος για την επέλευση του επίδικου ατυχήματος είναι ο οδηγός του ασφαλισμένου στην κυρίως εναγόμενη-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία αυτοκινήτου, του οδηγού του παράνομα σταθμευμένου οχήματος, που ήταν ασφαλισμένο στην παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, μη βαρυνόμενου με συνυπαιτιότητα για την επέλευσή του, να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ουσίαν η παρεμπίπτουσα αγωγή. Τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος της εκκαλούσας της υπό στοιχείο Α΄έφεσης-εφεσίβλητης της υπό στοιχείο Β΄έφεσης- κυρίως εναγομένης-παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστική εταιρείας κατ’ άρθρ.176, 178 παρ. 1 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται, στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του παράβολου της κάθε μίας έφεσης στην κάθε εκκαλούσα, κατ’ άρθρ. 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣΔικάζει αντιμωλία των διαδίκων.ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ α) την από 5-5-2016 (με αριθμ. κατάθ. ………..) έφεση και β) την από 20-12-2016 (με αριθμ. κατάθ. ……..) έφεση, οι οποίες στρέφονται, αμφότερες, κατά της υπ’ αριθμ. 684/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την από 20-12-2016, υπό στοιχείο β΄έφεση και την από 5-5-2016 υπό στοιχείο α΄έφεση.Εξαφανίζει στο σύνολό της την άνω εκκαλούμενη απόφαση.Κρατεί και δικάζει την υπόθεση κατ’ ουσίαν.Δέχεται εν μέρει την από 2-3-2015 κύρια αγωγή.ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει α)στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων ευρώ (4.300€) και β)στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των χιλίων οκτακοσίων ογδόντα δύο ευρώ και πενήντα λεπτών (1.882,50€), όλα, δε, τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση.ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την παρεμπίπτουσα από αναγωγή αγωγή.ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας της υπό στοιχείο Α΄έφεσης-εφεσίβλητης της υπό στοιχείο Β΄έφεσης- κυρίως εναγομένης-παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων της υπό στοιχείο Α΄έφεσης-εκκαλούντος της υπό στοιχείο Β΄έφεσης, τα οποία ορίζει μειωμένα, στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ(500€).Διατάσσει την επιστροφή του παράβολου της κάθε έφεσης στην κάθε εκκαλούσα.Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 4 Ιανουαρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ