Αριθμός 8/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Δ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου φέρονται, κατά χρονολογική σειρά, προς κρίση: α) η από 17.7.2013 έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ….. , β) η από 30.8.2013 έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ….. και γ) η αντέφεση του ενάγοντος-εφεσίβλητου-εκκαλούντος, που ασκήθηκε με τις από 15-2-2018 νόμιμες, έγγραφες ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προτάσεις του. Με τις ανωτέρω εφέσεις και αντέφεση πλήττεται η υπ’ αριθ. 2803/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος αφού δίκασε την ένδικη διαφορά ερήμην της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 677επ. ΚΠολΔ (όπως ίσχυαν πριν την κατάργησή τους από το Ν. 4335/2015). Οι εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση του δικογράφου τους στη Γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την εκκαλουμένη και εμπρόθεσμα εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 04.07.2013, όπως προκύπτει από την επισημείωση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Μ.Κ. επί του προσκομισθέντος αντιγράφου αυτής, αφαιρουμένου για τον υπολογισμό της προθεσμίας του χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου (αρθ. 147 παρ. 2, 495, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Νομότυπα και εμπρόθεσμα έχει ασκηθεί και η αντέφεση (αρθ. 681 σε συνδ με 674 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει α) ότι η εμπρόθεσμη και παραδεκτή άσκηση έφεσης από το διάδικο που δικάσθηκε ερήμην επιφέρει την εξαφάνιση της ερήμην απόφασης, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, χωρίς δηλαδή να απαιτείται να ευδοκιμήσει, προηγουμένως, κάποιος λόγος της έφεσης, αλλ’ αρκεί η τυπική παραδοχή της, καθόσον αυτή έχει τα αποτελέσματα της (ήδη καταργηθείσας) αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας και β) ότι ο εκκαλών μπορεί να προβάλει, με τις ενώπιον του Εφετείου προτάσεις του, όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς που θα μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, αν είχε παραστεί στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 1075/2013, ΑΠ 1906/2008, ΑΠ 829/2008, ΑΠ 866/2008, ΑΠ 884/2008, ΑΠ 446/2007, ΑΠ 1015/2005 – “Νόμος”). Στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …… κατά της υπ’ αριθ. 2803/2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου αφού δίκασε την ένδικη διαφορά ερήμην της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 677επ. ΚΠολΔ (όπως ίσχυαν πριν την κατάργησή τους από το Ν. 4335/2015), έχει ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση του δικογράφου της στη Γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την εκκαλουμένη και εμπρόθεσμα, την 01.08.2013, εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 04.07.2013, όπως προκύπτει από την επισημείωση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Μ.Κ. στο προσκομιζόμενο αντίγραφο αυτής. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και εφόσον η ερημοδικασθείσα εναγομένη και ήδη εκκαλούσα άσκησε παραδεκτή έφεση, με την οποία επιδιώκει την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της αγωγής, πρέπει, η εκκαλούμενη απόφαση, κατά παραδοχή της έφεσης να εξαφανισθεί μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτή, δηλαδή στο σύνολό της (αρθ. 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, 495, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 1, 520 παρ.1, 532, 533 ΚΠολΔ), δικαιουμένης της εκκαλούσας να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Περαιτέρω, πρέπει να διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό και να δικασθεί και ερευνηθεί η ένδικη αγωγή κατά την ίδια διαδικασία ως προς το νόμιμο και βάσιμο αυτής, με την εφαρμογή του νόμου που ίσχυε όταν δημοσιεύθηκε η εκκαλουμένη (άρθρο 533 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Μετά την κατά τα ανωτέρω εξαφάνιση της εκκαλουμένης και της συνεπαγομένης εκ νέου έρευνας της ένδικης αγωγής, εξέλιπε το έννομο συμφέρον του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος για τη συζήτηση της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 723/2-9-2013 έφεσής του κατά της ανωτέρω πρωτόδικης απόφασης καθώς επίσης και για τη συζήτηση της αντέφεσης που αυτός άσκησε με τις από 15-2-2018 νόμιμες, έγγραφες ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προτάσεις του, με τις οποίες (έφεση και αντέφεση) αυτός ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης ώστε να γίνει εν όλω δεκτή η αγωγή του. Κι αυτό διότι για το παραδεκτό της έφεσης (και της αντέφεσης) το έννομο συμφέρον ναι μεν κρίνεται κατά το χρόνο άσκησης του ένδικου μέσου (ΕφΑθ 1039/2001 Δνη 2001, 1388 ΕφΘεσ 2419/2006, Αρμ 2007, 1144), πρέπει όμως έννομο συμφέρον να υπάρχει και κατά τη συζήτηση της έφεσης και της αντέφεσης κατ΄ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 556 ΚΠολΔ (ΑΠ 2136/2014, ΑΠ 1663/2010, ΕφΠειρ 76/2014 – “Νόμος”, βλ. και ΚΠολΔ Μαργαρίτη, υπό το άρθρο 516 αριθ 18). Επομένως, τόσο η έφεση του ενάγοντος όσο και η αντέφεσή του, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτες ελλείψει εννόμου συμφέροντος και να καταδικασθεί αυτός στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως αυτά ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΙΙ. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 124 παρ.1 του ν.δ. 3026/ 1954 (κώδικας δικηγόρων, που καταργήθηκε από την έναρξη ισχύος του ν. 4194/2013, αλλ` εν προκειμένω εφαρμόζεται ως εκ του χρόνου ασκήσεως της ένδικης αγωγής), για τη σύμπραξη δικηγόρου “προς επίτευξιν συμβιβασμού” οφείλεται αμοιβή, της οποίας το ελάχιστο όριο κανονίζεται με βάση το ποσό του συμβιβασμού ή τη χρηματική αποτίμηση των αντικειμένων αυτού και, στην περίπτωση που η σχετική αξία υπερβαίνει το ποσό των 100.000 δραχμών, ορίζεται σε ποσοστό 5% επί της εν λόγω αξίας. Κατά την αληθινή έννοια της διάταξης αυτής, συνδυαζόμενης με εκείνη του άρθρου 871 ΑΚ, η αμοιβή οφείλεται για την επίτευξη συμβιβασμού, ήτοι για την πραγματική συμβολή του δικηγόρου στην με αμοιβαίες υποχωρήσεις διάλυση έριδας ή αβεβαιότητας, που υφίστατο μεταξύ των προσώπων τα οποία συμβιβάσθηκαν. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 124 παρ.1 ποσοστιαία αμοιβή δεν οφείλεται για την απλή συμμετοχή του δικηγόρου σε επί μέρους ενέργειες, οι οποίες είτε υπήρξαν άσχετες προς το συμβιβασμό είτε έγιναν μεν στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων που απέβλεπαν σε αυτόν, αλλά δεν οδήγησαν καθ` εαυτές στην επίτευξή του (ΟλΑΠ 6/2010, ΑΠ 925/2009, ΑΠ 683/2017 – “Νόμος”). Από τις ανωτέρω διατάξεις σαφώς προκύπτει επίσης ότι ως ποσό του συμβιβασμού, με βάση το οποίο καθορίζεται η αμοιβή του δικηγόρου που έχει συμπράξει για την επίτευξή του, θεωρείται το ποσό στο οποίο, με αμοιβαίες υποχωρήσεις των μερών, καθορίστηκε τελικώς η απαίτηση ή το χρέος του εντολέα, ότι η αμοιβή αυτή καλύπτει όλες τις σχετικές με το συμβιβασμό ενέργειές του, καθώς και τη σύνταξη σχεδίου δημοσίου εγγράφου περί του καταρτισθέντος συμβιβασμού με τον οποίο επήλθε και η κατάργηση της περί της διαφοράς δίκης (ΑΠ 736/1998 – “Νόμος”) .
ΙΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 54 παρ. 3 του ν.δ. 3026/1954 (Κώδικας Δικηγόρων), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο στην προκείμενη περίπτωση χρόνο, ‘‘ο παρ’ Εφετείω Δικηγόρος δικαιούται να παρίσταται και να ενεργή τας σχετικάς διαδικαστικάς πράξεις ενώπιον του παρ’ ω διατελεί Εφετείου, ενώπιον του εν τη έδρα αυτού Πρωτοδικείου και ενώπιον των εν τη περιφερεία τούτου Ειρηνοδικείων….”. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 169 του ίδιου Κώδικα, ‘‘δι’ εργασίας ανατεθείσας κοινώς εις πλείονας δικηγόρους, έκαστος τούτων δικαιούται να λάβη παρά του κοινού εντολέως πλήρη αμοιβήν κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου, εξαιρουμένης της περιπτώσεως του άρθρου 124”, ενώ κατά το άρθρο 173 του ως άνω Κώδικα Δικηγόρων, “η υπογραφή εγγράφου παρά δικηγόρου χορηγεί αυτώ το δικαίωμα της κατά τον παρόντα νόμον πλήρους δια την σύνταξιν του εγγράφου αμοιβής”. Τέλος, κατά το άρθρο 107 του ίδιου Κώδικα, “δια την σύνταξιν προτάσεων επί της πρώτης συζητήσεως της υποθέσεως, το ελάχιστον όριον της αμοιβής του δικηγόρου του εναγομένου είναι ίσον προς το δια την σύνταξιν αγωγής κλπ οριζόμενον εν άρθρ. 100 επ….” (παρ. 1). “ Δια την σύνταξιν προτάσεων εφ’ εκάστης των ενώπιον των αυτών δικαστηρίων επομένων συζητήσεων της υποθέσεως, το ελάχιστον όριον της αμοιβής των δικηγόρων αμφοτέρων των διαδίκων είναι ίσον προς το εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζόμενον δια τον Δικηγόρον του ενάγοντος” (παρ. 2). Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών και εκείνης του άρθρου 51 παρ.1 του Κώδικα των Δικηγόρων, που ορίζει ότι ‘‘ο δικηγόρος υποχρεούται να μη υπογράφη γνωμοδοτήσεις, δικόγραφα ή άλλα έγγραφα μη συντεταγμένα παρ’ αυτού ή περί ων δεν διεσκέφθη μετά του συντάκτου”, συνάγεται ότι το δικαίωμα του δικηγόρου να απαιτήσει την προβλεπόμενη από τις εν λόγω διατάξεις αμοιβή προϋποθέτει ολοκληρωμένη την ενέργεια σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση για την οποία προβλέπεται αμοιβή και ειδικότερα διατύπωση από το δικηγόρο του περιεχομένου του διαδικαστικού εγγράφου και υπογραφή του από τον ίδιο. Η νομική αυτή παραδοχή δεν αναιρείται από τα οριζόμενα στο άρθρο 173 του ίδιου Κώδικα, καθόσον με αυτό ορίζεται ως επιπρόσθετη προϋπόθεση για να δικαιούται ο δικηγόρος της απόληψης της προβλεπόμενης αμοιβής η υπογραφή του δικογράφου της αγωγής κλπ, το περιεχόμενο της οποίας εκείνος έχει διατυπώσει. Μόνη η σύνταξη του κειμένου της ή η υπογραφή του δικογράφου δεν αρκεί (Ολ ΑΠ 9/2008). Ειδικά επί προτάσεων απαιτείται, πέραν της διατυπώσεως του περιεχομένου τους και της υπογραφής, και η κατάθεσή τους στο αρμόδιο δικαστήριο, δια των οποίων και μόνο (πράξεων) ολοκληρώνεται, σε εκτέλεση της παρασχεθείσας στο δικηγόρο εντολής, η ενέργεια για την οποία αφορά η αμοιβή αυτού και εξασφαλίζονται τα συμφέροντα του εντολέα, στην προστασία των οποίων αποβλέπει η ενέργεια αυτή (Ολ ΑΠ 2/2008). Με τη ρύθμιση αυτή γίνεται αντιδιαστολή προς εκείνη των προηγούμενων άρθρων 160 και 161, με τα οποία προβλέπεται αμοιβή για τη σύνταξη εκθέσεως για τον έλεγχο τίτλων ιδιοκτησίας ακινήτων (άρθρο 160 ) ή ιδιωτικών εγγράφων ή σχεδίων δημοσίων εγγράφων για κάθε είδους δικαιοπραξίες (άρθρο 161) χωρίς να απαιτείται στις περιπτώσεις αυτές και η υπογραφή του δικηγόρου για τη λήψη της αμοιβής του. Προς την ως άνω ερμηνεία του άρθρου 173 του Κώδικα περί Δικηγόρων συμπορεύεται και το άρθρο 51 παρ. 1 και 3 του ίδιου Κώδικα, με το οποίο τιμωρείται πειθαρχικά τουλάχιστον με πρόστιμο ο δικηγόρος που υπογράφει γνωμοδοτήσεις, δικόγραφα ή άλλα έγγραφα, τα οποία δεν έχουν συνταχθεί από εκείνον ή για τα οποία δεν διασκέφθηκε με τον συντάκτη τους. Η απόληψη αμοιβής για πειθαρχικά ελεγχόμενη δικαστική ενέργεια δεν ανταποκρίνεται στη νομοθετική βούληση και δεν δικαιολογείται (Ολ ΑΠ 9/2008). Εξάλλου, κατά το άρθρο 189 παρ. 2 ΚΠολΔ, δεν αποδίδονται τα έξοδα που έγιναν α) από απείθεια, απροσεξία ή σφάλμα του ίδιου του διαδίκου, β) από υπερβολική πρόνοιά του. (ΑΠ 1101/2000, ΑΠ 1353/2017- “Νόμος”). Με τη διάταξη του άρθρου 91 παρ.1 του άνω Ν.Δ/τος 3026/1954 ορίζεται ότι ο δικηγόρος δικαιούται να λάβει από τον εντολέα του, πλην της δικαστηριακής ή άλλης δαπάνης, την οποία κατέβαλε εξ ιδίων και αμοιβή για κάθε εργασία του δικαστική ή εξώδικη, με τη διάταξη του άρθρου 92 παρ. 1 αυτού, όπως ίσχυσε μετά την προσθήκη του εδ. β` αυτής με το άρθρο 5 παρ. 3 του Ν.Δ/τος 4272/1962 και την αντικατάσταση του με το άρθρο 8 του Ν. 1093/1980, ορίζεται ότι η δικηγορική αμοιβή κανονίζεται με συμφωνία του δικηγόρου και του εντολέα ή του αντιπροσώπου του, η οποία περιλαμβάνει είτε όλη τη διεξαγωγή της δίκης, είτε μέρος της, είτε μεμονωμένες πράξεις ή άλλης φύσεως νομικές εργασίες και ότι σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται η αμοιβή να υπολείπεται των ελαχίστων ορίων, που καθορίζονται από τα άρθρα 98 επ. του ως άνω Κώδικα, κάθε δε συμφωνία για λήψη μικρότερης αμοιβής από τα ανωτέρω καθοριζόμενα όρια είναι άκυρη ανεξάρτητα από το χρόνο της σύναψής της και με τη διάταξη του άρθρου 98 παρ. 1 αυτού ορίζεται ότι σε περίπτωση έλλειψης ειδικής συμφωνίας, το ελάχιστο ποσό της αμοιβής του δικηγόρου ορίζεται κατά τις διατάξεις των επομένων άρθρων, αυξανόμενο κατά την κρίση του δικαστηρίου, αναλόγως της επιστημονικής εργασίας, της αξίας και του είδους της διεκπεραιωθείσας υπόθεσης, του καταναλωθέντος χρόνου, της σπουδαιότητας της διαφοράς, των ιδιαζουσών περιστάσεων και των εν γένει δικαστικών ή εξώδικων ενεργειών. Περαιτέρω με τη διάταξη του άρθρου 161 παρ. 1 του εν λόγω Κώδικα περί Δικηγόρων, όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 37 του Ν. 2915/2001, ορίζεται (για την περίπτωση έλλειψης σχετικής συμφωνίας) το ελάχιστο όριο αμοιβής του δικηγόρου για τη σύνταξη ιδιωτικών εγγράφων ή σχεδίων δημοσίων εγγράφων σε ποσοστά επί τοις εκατό αναλόγως της αξίας του αντικειμένου αυτών. (ΑΠ 176/2018, ΑΠ 1144/2015 – “Νόμος”).
- Με την κρινόμενη αγωγή ισχυρίζεται ο ενάγων δικηγόρος ότι κατόπιν εντολής που του δόθηκε από το νόμιμο εκπρόσωπο της εναγόμενης εταιρείας, ………., διεκπεραίωσε τις αναφερόμενες στην αγωγή υποθέσεις και υπεβλήθη σε αντίστοιχες δαπάνες, για τις οποίες ουδέν ποσό έλαβε ως αμοιβή του και ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει συνολικό ποσό 267.007,71 ευρώ ως αμοιβή του και ποσό ευρώ 682,53 για δαπάνες, όπως όλα τα προηγούμενα αναλύονται στην αγωγή, νομιμοτόκως από την παροχή κάθε υπηρεσίας άλλως από την επίδοση της αγωγής. Η αγωγή είναι νόμιμη εκτός από το αίτημα επιδικάσεως τόκων από την παροχή κάθε υπηρεσίας γιατί ο ενάγων δεν επικαλείται όχληση της εναγομένης κατά τις αντίστοιχες επιμέρους ημερομηνίες. Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 345, 346, 713επ ΑΚ, στις προαναφερόμενες διατάξεις του ΝΔ 3026/1954, καθώς και σε όσες άλλες διατάξεις του ίδιου νόμου αναφέρονται κατωτέρω, 176 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ΄ουσίαν δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το ανάλογο δικαστικό ένσημο με τις υπέρ τρίτων εισφορές (βλ. ….. και …… διπλότυπα είσπραξης ΔΟΥ Γ’ Πειραιά με τα επ’ αυτών επικολληθέντα ένσημα ΕΤΑΑ -ΤΑΝ και την …..4/12 απόδειξη είσπραξης του ΕΤΑΑ – Τομέας Υγείας Δικηγόρων Πειραιώς). Σημειώνεται ότι οι ενστάσεις περί εξόφλησης της ένδικης απαίτησης και περί καταχρηστικής άσκησης της αγωγής που περιέχονται στις από 15-2-2018 έγγραφες, νόμιμες ενώπιον του Δικαστήριου τούτου προτάσεις της εναγομένης δεν θα εξετασθούν γιατί δεν έχουν προταθεί παραδεκτά με καταχώρησή τους έστω και με συνοπτικό τρόπο στα πρακτικά της συζήτησης στο ακροατήριο. Ειδικότερα, από τα άρθρα 591 παρ. 1β, 666 παρ. 1, 115 παρ. 3 και 256 παρ. 1δ ΚΠολΔ συνάγεται ότι στη διαδικασία των εργατικών διαφορών, κατά την οποία δεν είναι υποχρεωτική η κατάθεση προτάσεων ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου, οι διάδικοι οφείλουν να προτείνουν όλους τους αυτοτελείς πραγματικούς ισχυρισμούς τους προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο. Επί πλέον, οι ισχυρισμοί αυτοί πρέπει να καταχωρηθούν στα πρακτικά, με συνοπτική έκθεση των γεγονότων που τους θεμελιώνουν, εκτός αν τα γεγονότα αυτά περιέχονται στις κατατιθέμενες προτάσεις, απαιτείται, δηλαδή, σε κάθε περίπτωση προφορική πρόταση των ισχυρισμών, που “ως γενόμενο κατά τη συζήτηση” πρέπει να σημειώνεται στα πρακτικά, τα οποία αποτελούν πλήρη απόδειξη ως προς τη συζήτηση και το περιεχόμενο αυτής (ΚΠολΔ 259). Η προφορική προβολή των ισχυρισμών πρέπει να προκύπτει ευθέως από την καταχώρησή τους στο τμήμα των πρακτικών, όπου γίνεται μνεία περί των προτάσεων και δηλώσεων των διαδίκων. Έμμεση συναγωγή αυτής, από το περιεχόμενο είτε των μαρτυρικών καταθέσεων που επακολουθούν, είτε των υποβαλλόμενων έγγραφων προτάσεων, που κατατίθενται στην έδρα, δεν επιτρέπεται (ΟλΑΠ 2/2005, ΑΠ 817/2014, ΑΠ 9/2014, ΑΠ 1144/2015 – “Νόμος”).
- Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα ανταπόδειξης ………… και της χωρίς όρκο εξέταση του ενάγοντος, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, και όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζομένων εγγράφων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων είναι δικηγόρος Πειραιώς και ασκεί τη δικηγορία επί είκοσι πέντε και πλέον έτη. Η εναγόμενη εταιρεία εδρεύει στη ….. και συστάθηκε το έτος 1983 με αντικείμενο εργασιών αρχικά το εμπόριο αυτοκινήτων και στη συνέχεια, από το έτος 2009, και την αγορά, πώληση, διαχείριση και εν γένει εκμετάλλευση ακινήτων. Ο ενάγων το έτος 2010 γνωρίστηκε μέσω κοινών γνωστών, στη Ρόδο, με το νόμιμο εκπρόσωπο της εναγομένης, ……… και στα πλαίσια αντιδικίας που την εποχή εκείνη είχε η εναγομένη με άτομο ονομαζόμενο “………” σχετικά με τη σύναψη συμβιβασμού για την κυριότητα ενός ακινήτου, ο ενάγων προθυμοποιήθηκε να λάβει μέρος στις διαπραγματεύσεις για τον συμβιβασμό ώστε να επιτευχθούν καλύτεροι όροι για την εναγομένη. Συγκεκριμένα, στην εναγομένη κατακυρώθηκε, σε πλειστηριασμό που έγινε το έτος 2006, ένα ακίνητο στη νήσο .., εκτάσεως 10.500 τμ, τμήμα του οποίου διεκδίκησε με αγωγή ο προαναφερόμενος …….., η οποία απορρίφθηκε σε πρώτο βαθμό και ακολούθως ασκήθηκε έφεση. Πριν τη συζήτηση της έφεσης, η εναγομένη βρήκε αγοραστή για το ακίνητο και θέλησε να τερματίσει την αντιδικία με συμβιβασμό, κατέληξε δε σε σχέδιο συμβιβασμού με τον ……., να καταβληθεί σε αυτόν εκ μέρους της το ποσό των 16.000 ευρώ με τον όρο, που ο προαναφερόμενος έθεσε, να μην οικοδομηθεί διαχωριστικός τοίχος μεταξύ της όμορης ιδιοκτησίας του και του επιδίκου. Ο όρος αυτός κρίθηκε ασύμφορος από την εναγομένη και με τη μεσολάβηση του ενάγοντος τελικά πείστηκε ο …….. να λάβει ποσό 30.000 ευρώ (αντί 16.000) και να απαληφθεί ο όρος της μη ανοικοδομήσεως διαχωριστικού τοίχου. Μέχρι τη συμμετοχή του ενάγοντος στον εν λόγω συμβιβασμό, η οποία έλαβε χώρα τον Φεβρουάριο του 2011, τις σχετικές διαπραγματεύσεις διεξήγαν ο τότε πληρεξούσιος δικηγόρος της εναγομένης, ……., και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ….., Κ.Δ., οι οποίοι είχαν καταλήξει σε σχέδιο συμβιβασμού, όπως προαναφέρεται. Η συμβολή του ενάγοντος υπήρξε καθοριστική μόνο για την απαλοιφή του όρου της μη ανοκοδομήσεως διαχωριστικού τοίχου με την αναβίβαση του ποσού, στο οποίο κατέληξε ο συμβιβασμός, από 16.000 ευρώ σε 30.000 ευρώ. Συνεπώς και σύμφωνα με όσα αναφέρονται ανωτέρω υπό στοιχείο ΙΙ, ο ενάγων δεν δικαιούται αμοιβής για το σύνολο του εν λόγω συμβιβασμού εφόσον η συμβολή του δεν υπήρξε καθοριστική για την επίτευξη αυτού καθεαυτού του συμβιβασμού αλλά μόνο για τον επιμέρους όρο της μη ανοικοδομήσεως του τοίχου, με τον προσδιορισμό του ύψους της διαφοράς στο ποσό των 30.000 ευρώ , ποσό επί του οποίου πρέπει να υπολογισθεί η αμοιβή του (30.000 Χ 5%), η οποία ανέρχεται σε 1.500 ευρώ, δεκτού γενομένου εν μέρει του κονδυλίου των 35.284,08 ευρώ που ζητεί ο ενάγων για την αιτία αυτή. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι ο ενάγων, τον Μάρτιο του 2011, μελέτησε το φάκελο της υπόθεσης “…..”, δηλαδή μιας αντιδικίας μισθωτικής φύσης, που η εναγομένη είχε με την εταιρεία “….. ΟΕ” και παρείχε (ο ενάγων) μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τη γνώμη του επί των ενώπιον του Εφετείου Ρόδου προτάσεων της εναγομένης , που είχαν ήδη συντάξει οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της, ….. και …… Στη συνέχεια, ο ενάγων μετέβη στη … προκειμένου να συμπαρασταθεί με αυτούς στο Εφετείο εκπροσωπώντας την εναγομένη και προμηθεύθηκε για το σκοπό αυτό το υπ΄αριθ. …… “γραμμάτιο” προείσπραξης του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) 354,24 ευρώ. Πλην όμως, το Δικαστήριο αναβλήθηκε λόγω αποχής των συνηγόρων. Επίσης συνέταξε ο ενάγων σχέδιο προτάσεων επί ανακοπής που η προαναφερόμενη εταιρεία είχε ασκήσει κατά της ήδη εναγομένης και απέστειλε το σχέδιο αυτό με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στον προαναφερόμενο πληρεξούσιο δικηγόρο της εναγομένης …….., ο οποίος και παραστάθηκε στη σχετική δίκη. Για την αεροπορική μεταβασή του στη Ρόδο (17-3-2011) μετ’ επιστροφής (18-3-2011) κατέβαλε ο ενάγων ποσό 130,64 ευρώ και για τη διαμονή του 85 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενες αποδείξεις) και συνολικά δαπάνησε για τις ανωτέρω αιτίες ποσό 569,88 ευρώ. Σημειώνεται ότι ο ενάγων δεν παραστάθηκε τελικά ούτε υπέγραψε προτάσεις για καμία από τις δύο εκ των ανωτέρων δικών και συνεπώς δεν δικαιούται αμοιβής για σύνταξη και κατάθεση προτάσεων σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω υπό στοιχείο ΙΙΙ. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι ο ενάγων στα πλαίσια αντιδικίας που η εναγομένη είχε με την εταιρεία ‘……” συνέταξε σχέδιο λύσης της μεταξύ τους σύμβασης (βλ. προσκομιζόμενο) αφού προγουμένως μετήλθε σε διαπραγματεύσεις με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της εν λόγω εταιρείας. Για τη μελέτη της υπόθεσης αυτής και τη σύνταξη του ανωτέρω συμφωνητικού, το οποίο και οδήγησε σε εξωδικαστική λύση της διαφοράς, δικαιούται ο ενάγων, κατά την κρίση του Δικαστηρίου και σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του “κώδικα δικηγόρων”, ποσό 600 ευρώ. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι τον Μάρτιο του 2011, η εναγομένη ανέθεσε στον ενάγοντα τη μελέτη και διεκπεραίωση υπόθεσής της σχετικά με την κατεδάφιση κτίσματος (“……” ) που βρισκόταν επί ακινήτου κυριότητάς της στη θέση … της πόλεως … (οδός ….), προκειμένου να μπορέσει να το εκποιήσει. Το κτίσμα αυτό, με δύο διαδοχικές εισηγήσεις των αρμοδίων οργάνων της Διοίκησης, είχε προταθεί να κηρυχθεί διατηρητέο και να μην επιτραπεί η εμπορική εκμετάλλευσή του. ‘Ομως, ο αρμόδιος Υπουργός με την από 25-11-2010 Απόφασή του (Αρ. Πρωτ. ΥΠΠΟΤ/ΔΝΣΑΚ/ 99946/2232), αποφάσισε να μην κηρυχθεί διατηρητέο το εν λόγω κτίριο, κατά της απόφασης δε αυτής, η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την ονομασία “……” άσκησε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ. Ο ενάγων προέβη σε έρευνα στην αρμόδια Διεύθυνση νεότερης και σύγχρονης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού προκειμένου να του χορηγηθεί η αρχική εισήγηση για τον χαρακτηρισμό ή μη του εν λόγω κτίσματος ως διατηρητέου και για να του γνωστοποιηθούν οι χρόνοι κοινοποιήσεως της σχετικής Υπουργικής Απόφασης στους αρμόδιους φορείς, προκειμένου να βεβαιωθεί για την έναρξη και λήξη της προθεσμίας για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως. Κατόπιν των σχετικών ενεργειών του, το τρίτο τμήμα του ανωτέρω Υπουργείου του χορήγησε αντίγραφα από τον αντίστοιχο φάκελο, τα οποία διαβίβασε στην εναγομένη, εργασία για την οποία αιτείται το ποσό των 300 ευρώ, κατά την κρίση δε του Δικαστηρίου εύλογο για την αμοιβή του (αρθ 98 επόμενα του νδ/1954 αφού δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός του αντικειμένου της διαφοράς) είναι το ποσό των 200 ευρώ. Περαιτέρω, ο ενάγων μελέτησε τη σχετική νομοθεσία και εξέφρασε τη νομική του συμβουλή στον εκπρόσωπο της εναγομένης, εργασία για την οποία δικαιούται αμοιβής ποσού 300 ευρώ. Μετά από εντολή της εναγομένης και ενόψει του ότι ο Δήμος …… παρά την ανωτέρω υπουργική απόφαση ηρνείτο να εκδώσει άδεια κατεδαφίσεως του εν λόγω κτίσματος, ο ενάγων μετέβη στο Υπουργείο Πολιτισμού και συμμετείχε σε σύσκεψη ως εκπρόσωπος της εναγομένης προκειμένου να διερευνηθεί η εκτελεστότητα της ανωτέρω υπουργικής αποφάσεως, εργασία για την οποία δικαιούται αμοιβής 350 ευρώ. Ο ενάγων ισχυρίζεται στο κεφάλαιο 5 της αγωγής του επί λέξει ότι για “ έρευνα στα Γενικά Αρχεία και τα επιμέρους τμήματα του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς για κατάθεση προσφυγής ή αίτησης ακύρωσης κατά Αποφάσεως Υπουργού Πολιτισμού για μη χαρακτηρισμό ακινήτου ως διατηρητέου μνημείου” δικαιούται αμοιβής 650 ευρώ και για “έρευνα στα Γενικά Αρχεία και τα επιμέρους τμήματου του ΣτΕ για δικόγραφα κατά αποφάσεως Υπ. Πολιτισμού για ακύρωση Αποφάσεως” δικαιούται αμοιβής 550 ευρώ, χωρίς να διευκρινίζει για ποιο λόγο ήταν αναγκαία αυτή η έρευνα αφού η εναγομένη, (της οποίας ο ενάγων ήταν εντολοδόχος) δεν είχε έννομο συμφέρον να αιτηθεί την ακύρωση της ανωτέρω υπουργικής αποφάσεως αλλά μόνο να επιδιώξει τη συμμόρφωση των οργάνων της Διοικήσεως προς αυτή. Επομένως, ακόμα κι αν προέβη ο ενάγων στις ανωτέρω ενέργειες, δεν δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής γιατί σε αυτές προέβη από υπερβολική πρόνοια. Περαιτέρω, στα πλαίσια χειρισμού της προαναφερόμενης υπόθεσης (κατεδάφιση κτίσματος “…….”), ο ενάγων συνέταξε την από 11-4-2011 γνωμοδότηση δώδεκα (12) σελίδων (βλ. προσκομιζόμενη) για να υποστηρίξει την από 2-3-2011 αίτηση της εναγομένης προς το Δήμο ….. να της χορηγηθεί άδεια κατεδάφισης του εν λόγω κτίσματος, εργασία για την οποία αιτείται ως αμοιβή του ποσό 12.000 ευρώ. χωρίς να διευκρινίζει τον τρόπο υπολογισμού αυτής. Στο άρθρο 158 του προαναφερόμενου Κώδικα Δικηγόρων ορίζεται ότι “δι` έγγραφον γνωμοδότησιν επί νομικού ή πραγματικού ζητήματος, εγγράφως επί τούτω υποβαλλομένου, το ελάχιστον όριον αμοιβής είναι δραχ. 100”. Σύμφωνα δε με το άρθρο 99 του ίδιου κώδικα “Το ελάχιστον όριον της αμοιβής επί των πολιτικών υποθέσεων, των ποινικών και ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και αρχών εκτός των εν άρθροις 94 και 124 αναγραφομένων, και των εξωδίκων, πλην των εν τοις άρθροις 160 και 161, είναι ίσον προς το γινόμενον των δραχμών, αίτινες αναγράφονται εν τω παρόντι και δι` εκάστην ειδικήν εργασίαν, επί συντελεστήν οριζόμενον δι` αποφάσεως του Υπουργού της Δικαιοσύνης, μετά σύμφωνον γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου ΑΘηνών, δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο ανωτέρω υπολογισμός επί τη βάσει του συντελεστού δεν λαμβάνει χώραν όπου κατά τον παρόντα νόμον η αμοιβή ορίζεται κατά ποσοστόν επί της αξίας του αντικειμένου, πλην αν άλλως ορίζεται εις ειδικάς περιπτώσεις”. Ο συντελεστής υπολογισμού της δικηγορικής αμοιβής ανακαθορίσθηκε για τελευταία φορά με την ΥΑ 12398/9-21 Φεβρουαρίου 1989 (ΦΕΚ Β`131) σε 140 μονάδες. Πλην όμως κατά το χρόνο διενέργειας της ανωτέρω επιστημονικής εργασίας του ενάγοντος, είχε αυξηθεί σημαντικά τόσο το κόστος ζωής όσο και το ύψος των αμοιβών όλων των ελευθέρων επαγγελματιών σε σύγκριση με το έτος 1989 και κατά την κρίση του Δικαστηρίου, λαμβανομένων υπόψη του είδους της υποθέσεως, του καταναλωθέντος χρόνου, της σπουδαιότητας της διαφοράς και των εν γένει περιστάσεων (αρθ 98 νδ 3026/1954), δικαιούται ο ενάγων, για την ανωτέρω γνωμοδότηση, αμοιβή ποσού 3.000 ευρώ. Περαιτέρω, στα πλαίσια της ίδιας υπόθεσης, ο ενάγων, μετά από πρόσκληση της εναγομένης, μετέβη αεροπορικώς στη …, στις 11-4-2011, κι εκεί μετείχε σε δίωρη σύσκεψη με το νόμιμο εκπρόσωπο και τους τεχνικούς συμβούλους της εναγομένης, στη συνέχεια μετέβη στην πολεοδομία …. για να καταθέσει την ανωτέρω γνωμοδότηση λαμβάνοντας τον αντίστοιχο αριθμό πρωτοκόλου, καθώς και στο τμήμα Περιβάλλοντος και Χωροταξίας …., όπου συζήτησε με τους αρμόδιους υπαλλήλους για την εφαρμογή της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, ενέργειες για τις οποίες δικαιούται σύμφωνα με τα προαναφερθέντα άρθρα σε συνδυασμό και με το άρθρο 165 του ίδιου κώδικα, αμοιβής συνολικού ποσού 600 ευρώ (200 ευρώ για κάθε ενέργεια). Περαιτέρω, για αεροπορικά εισητήρια, διαμονή, διατροφή και μετακίνηση εντός της …., για τις ανάγκες εκτέλεσης των ανωτέρω εργασιών, κατέβαλε συνολικό ποσό 380 ευρώ. Στη συνέχεια, η Πολεοδομία …, με το υπ’ αριθ. πρωτ. …. έγγραφό της, παρέπεμψε προς γνωμοδότηση την υπόθεση της κατεδάφισης του ανωτέρω κτιρίου στο Υπουργείο Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας. Ο ενάγων προκειμένου να βρει σχετική νομολογία για να αντικρούσει την ανωτέρω παραπομπή προέβη σε μελέτη και έρευνα στο ΣτΕ και μετά από αίτησή του του χορηγήθηκαν από την αρμόδια Γραμματεία του ΣτΕ οι υπ’ αριθ. 2794/1988 και 2795/1988 αποφάσεις του ΣτΕ , εργασία για την οποία αιτείται αμοιβής ποσού 800 ευρώ, χωρίς να προσδιορίζει ειδικότερα τον τόπο υπολογισμού του, κατά την κρίση δε του Δικαστηρίου και σύμφωνα με τα προαναφερθέντα κριτήρια δικαιούται αμοιβής 200 ευρώ. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι ο ενάγων συνέταξε το από 3-5-2011 έγγραφο της εναγομένης προς τη Διεύθυνση Πολεοδομικών Εφαρμογών Ρόδου, με το οποίο η εναγομένη γνωστοποίησε προς την ανωτέρω αρχή ότι θα προβεί στις ενέργειες του άρθρου 4 παρ. 3 του ΠΔ 13/1929, για το οποίο δικαιούται αμοιβής 200 ευρώ. Στη συνέχεια, ο ενάγων μετέβη στη …. προκειμένου να είναι παρών κατά την επιχείρηση κατεδάφισης του ανωτέρω κτιρίου εκ μέρους της εναγομένης, στις 6-5-2011, οπότε και συνελήφθη ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτής, …….. καθώς και ο εργάτης που ο τελευταίος είχε προσλάβει για να χειριστεί το μηχάνημα κατεδάφισης. Οι προαναφερόμενοι οδηγήθηκαν με τη διαδικασία του αυτόφωρου στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Ρόδου με την κατηγορία της παράβασης του άρθρου 17 Ν. 1337/1983, έλαβαν δε αναβολή (423 παρ 2 ΚΠΔ-κρείσσονες αποδείξεις) για τις 13-5-2011. Ο ενάγων παραστάθηκε στον εκπρόσωπο της εναγομένης κατά τη διαδικασία της προανάκρισης και τον υπερασπίστηκε ενώπιον του ανωτέρω Δικαστηρίου στην αρχική καθώς και στη μετ’ αναβολή δικάσιμο (κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε εκ νέου για τις 16-9-2011) συντάσσοντας και καταθέτοντας στο Δικαστήριο έγγραφο με αυτοτελείς ισχυρισμούς, υπηρεσίες για τις οποίες δικαιούται αμοιβής (αρθ. 139, 141, 142,145 και 165 κώδικα δικηγόρων) συνολικού ποσού 1.500 ευρώ. Για έξοδα μεταβάσεώς του στη …. μετ΄επιστροφής, μετακίνηση, διαμονή και διατροφή, προκειμένου να προσφέρει τις ανωτέρω υπηρεσίες, δαπάνησε ο ενάγων συνολικό ποσό 481,11 ευρώ την πρώτη φορά και ποσό 484,24 τη δεύτερη. Η μετάβαση του ενάγοντος στο Ελεγκτικό Συνέδριο για να λάβει γνωμοδότηση σχετικά με τις επιδόσεις εγγράφων εκ μέρους των δημοτικών υπαλλήλων, για την οποία αιτείται αμοιβής ποσού 500 ευρώ, η συμμετοχή του σε σύσκεψη με τον δικηγόρο της εναγομένη ….. για την οποία αιτείται αμοιβής 350 ευρώ, δεν αποδεικνύονται. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι ο ενάγων στις 6-5-2011 μετά τη διενέργεια της προαναφερόμενης προανάκρισης μετέβη με τη σύμφωνη γνώμη του προαναφερόμενου εκπρόσωπου της εναγομένης στο Συμβούλιο Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος Νομού Δωδεκανήσου που εδρεύει στη Ρόδο και κατέθεσε (αφού πρώτα τη συνέταξε ο ίδιος) για λογαριασμό της εναγομένης την υπ΄αριθ. πρωτ. …. αίτηση, με την οποία ζήτησε να κληθεί στη συνεδρίαση του ανωτέρω ΣΧΟΠ όταν αυτό θα επιλαμβανόταν της αιτήσεως για έγκριση της κατεδάφισης του προαναφερόμενου κτίσματος, εργασία για την οποία ο ενάγων αιτείται αμοιβής ποσού 800 ευρώ και κατά την εύλογη κρίση του Δικαστηρίου δικαιούται αμοιβής 200 ευρώ. Στη συνέχεια συνέταξε την από 12-5-2011 εξώδικη απάντηση προς την ανωτέρω υπηρεσία και απέστειλε αυτή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο προς το μηχανικό της εναγομένης Ν.Μ. προκειμένου να συνεννοηθούν για τη στάση που θα τηρούσαν ενώπιον του ανωτέρω συμβουλίου για λογαριασμό της εναγομένης, ωστόσο δεν αποδεικνύεται ούτε η αποστολή του εν λόγω εξωδίκου στο εν λόγω συμβούλιο ούτε τελικά και η παράσταση του ενάγοντος ενώπιον αυτού, απορριπτομένων ως κατ΄ουσίαν αβάσιμων του κονδυλίου των 1.200 και 800 ευρώ που ζητεί ο ενάγων ως αμοιβή του για τις ανωτέρω υπηρεσίες. Στη συνέχεια, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων μετά από έρευνα που πραγματοποίησε στο ΣτΕ διαπίστωσε ότι η προαναφερόμενη εταιρεία …… είχε καταθέσει την από 8-4-2011 αίτηση ακυρώσεως κατά της ρηθείσας υπουργικής αποφάσεως που χαρακτήριζε το ανωτέρω κτίριο μη διατηρητέο. Έλαβε έτσι εντολή από την εναγομένη να καταθέσει στο ΣτΕ παρέμβαση υπέρ του Δημοσίου και κατά της ανωτέρω αιτήσεως ακυρώσεως και του χορηγήθηκε για το σκοπό αυτό εκ μέρους της εναγομένης το υπ΄αριθ. …. δικαστικό πληρεξούσιο του Συμβολαιογράφου Ρόδου Γ. Ρ.. Ακολούθως, ο ενάγων συνέταξε και κατέθεσε ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας την από 21-5-2011 (αριθ.κατ. ……) παρέμβαση της ήδη εναγομένης κατά της ανωτέρω εταιρείας και υπέρ της ισχύος της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως. Η αμοιβή του ενάγοντος δικηγόρου για τη σύνταξη του δικογράφου της παρεμβάσεως ενώπιον του ΣτΕ θα υπολογισθεί σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 100 του Κώδικα Δικηγόρων, σε συνδυασμό με το άρθρο 155 του ίδιου Κώδικα, με τις οποίες προβλέπεται αμοιβή ποσοστού 2%, επί της αξίας του αντικειμένου και όχι με τη διάταξη του άρθρου 152 του ίδιου κώδικα (βλ. ΑΠ 337/2008, 1834/2008 – “Νόμος”). Στην προκειμένη περίπτωση, η αντικειμενική αξία του κτίσματος περί ου η διαφορά για τον χαρακτηρισμό του ή μη ως διατηρητέου ανερχόταν, κατά τον ένδικο χρόνο, στο ποσό του 1.520.467,20 ευρώ, όπως ο ενάγων την προσδιορίζει στην αγωγή του και δεν την αρνείται η εναγομένη, επομένως η αμοιβή που δικαιούται για την ανωτέρω ενέργειά του ο ενάγων ανέρχεται σε ποσοστό 2% του ανωτέρω ποσού, δηλαδή σε ποσό 30.409,34 ευρώ. Τέλος, η αιτούμενη από τον ενάγοντα αμοιβή του συνολικού ποσού 736 ευρώ για απασχόλησή του σε συσκέψεις με εκπροσώπους της εναγομένης στις 26-5-2011 επί 6 ώρες είναι απορριπτέα ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη προεχόντως γιατί δεν αποδεικνύεται ότι ο ενάγων είχε συμφωνήσει με την εναγομένη να αμοίβεται με την ώρα απασχόλησης. Σημειώνεται ότι όλες τις προαναφερόμενες εργασίες ο ενάγων πραγματοποίησε μετά από εντολή της εναγομένης χωρίς όμως να έχει συμφωνηθεί προηγουμένως ούτε το ύψος της αμοιβής του ούτε ειδικότερος τρόπος υπολογισμού αυτής.
Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, δικαιούται ο ενάγων αμοιβής συνολικού ποσού 40.974,57 ευρώ, από το οποίο έχει λάβει από την εναγομένη συνολικό ποσό 1.800 ευρώ, όπως ο ίδιος κατέθεσε (βλ ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά) ενώ δεν αποδεικνύεται με την προσκόμιση αντίστοιχων αποδείξεων είσπραξης ή παραστατικών καταβολής ότι η εναγομένη του έχει καταβάλει για τις ανωτέρω αιτίες οποιοδήποτε άλλο ποσό. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται το υπόλοιπο, ποσού 39.174,57 ευρώ. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα ποσό 39.174,57 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Πρέπει επίσης η εναγομένη να καταδικασθεί σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, ανάλογο της νίκης του (176, 178 παρ.1, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-Συνεκδικάζει κατ΄αντιμωλία των διαδίκων α) την έφεση της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …… , β) την έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …. και γ) την αντέφεση του ενάγοντος-εφεσίβλητου-εκκαλούντος που ασκήθηκε με τις από 15-2-2018 ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προτάσεις του.
-Απορρίπτει τυπικά την έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …… και την αντέφεση του ενάγοντος-εφεσίβλητου-εκκαλούντος που ασκήθηκε με τις από 15-2-2018 ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προτάσεις του.
-Καταδικάζει τον ενάγοντα-εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας τα οποία ορίζει στο ποσό των 600 ευρώ.
-Δέχεται τυπικά και κατ΄ουσίαν την έφεση της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……..
-Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 2803/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
-Κρατεί και δικάζει την από 5-11-2012 αγωγή (αριθ.κατ. ……) που ασκήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
-Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
-Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα ποσό 39.174,57 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.
-Καταδικάζει την εναγομένη σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων ( 3.500 ) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 7 Ιανουαρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ