Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 411/2021

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Β΄ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός    411/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

[ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ]

Β΄ ΤΜΗΜΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ευγενία Τσιώρα, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, την ……….., στον Πειραιά, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤOY ΕΚΚΑΛΟΥNΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ……………..ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια Δικηγόρο του, Ζωή Σπυροπούλου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ……………., ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε, εναντίον του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την τακτική διαδικασία, την από 01/8/2014, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……/04-08-2014 και Αριθμ. Κατάθ. ……/04-08-2014 αγωγή του, ζητώντας να γίνει αυτή δεκτή.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με τη με αριθμ. 757/01-03-2019 οριστική απόφασή του, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 05/12/2018, κατά την τακτική διαδικασία, έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή.

΄ΗΔΗ ο εκκαλών, με την από 28-11-2019 έφεσή του, η οποία κατατέθηκε, στις 18-12-2019, στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, στις 20-06-2019, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../18-12-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……/18-12-2019 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, προσέβαλε την απόφαση αυτή, κατά τα αναφερόμενα στην έφεσή του κεφάλαια.

Κατά τη σημερινή δημόσια συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το οικείο πινάκιο, παραστάθηκε μόνον ο εκκαλών, όπως σημειώνεται παραπάνω και η πληρεξούσια Δικηγόρος του, η οποία παραστάθηκε με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ανέπτυξε τις απόψεις του εκκαλούντος με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 128 παρ. 1, 2 και 4 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, που ρυθμίζει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η επίδοση στην κατοικία του προσώπου προς το οποίο απευθύνεται, ορίζονται τα ακόλουθα: Στην παρ. 1 ότι, αν ο παραλήπτης δεν βρίσκεται στην κατοικία του, το έγγραφο παραδίδεται σε έναν από τους ενήλικους συγγενείς ή υπηρέτες που συνοικούν μαζί του. Αν απουσιάζουν ή δεν υπάρχουν και αυτοί η παράδοση γίνεται σε έναν από τους άλλους ενηλίκους συνοίκους, που έχουν συνείδηση των πράξεων τους και δεν συμμετέχουν στη δίκη ως αντίδικοι του ενδιαφερομένου, στην παρ. 2 ότι, αν το πρόσωπο έχει στον τόπο όπου πρόκειται να γίνει η επίδοση κατοικία, κατάστημα, γραφείο ή εργαστήριο, είτε μόνο του, είτε με άλλον ή εργάζεται εκεί ως υπάλληλος, εργάτης ή υπηρέτης, η επίδοση σε άλλο μέρος δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συναίνεσή του και στην παρ. 4 ότι, αν κανείς από όσους αναφέρονται στην παρ. 1 δεν βρίσκεται στην κατοικία, α) το έγγραφο πρέπει να κολληθεί στην πόρτα της κατοικίας και σε ενσφράγιστο φάκελο επί του οποίου θα υπάρχουν μόνο τα στοιχεία του δικαστικού επιμελητή και του προς ον η επίδοση μπροστά σε έναν μάρτυρα. Σε περιπτώσεις πολυκατοικιών, οι οποίες είναι κλειστές και δεν είναι δυνατόν να κολληθεί το έγγραφο στην πόρτα της κατοικίας, η επικόλληση μπορεί να γίνεται κατά τα ανωτέρω και στην κεντρική είσοδο της πολυκατοικίας, β) το αργότερο την επομένη εργάσιμη ημέρα μετά τη θυροκόλληση, αντίγραφο του εγγράφου, που συντάσσεται ατελώς, πρέπει να παραδοθεί στα χέρια του προϊσταμένου του αστυνομικού τμήματος ή του σταθμού της περιφέρειας της κατοικίας και αν λείπει ο προϊστάμενος, στον αξιωματικό υπηρεσίας ή στο σκοπό του αστυνομικού καταστήματος. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η παράδοση βεβαιώνεται με απόδειξη, που συντάσσεται ατελώς κάτω από την έκθεση της επίδοσης, που αναφέρεται στο άρθρο 140 παρ. 1. Η απόδειξη αυτή πρέπει να αναφέρει την ημερομηνία, που έγινε η παράδοση, και το ονοματεπώνυμο, καθώς και την ιδιότητα εκείνου που παρέλαβε το αντίγραφο, ο οποίος υπογράφει την απόδειξη και τη σφραγίζει με την υπηρεσιακή σφραγίδα. Το αντίγραφο που παραδόθηκε φυλάγεται σε ιδιαίτερο φάκελο στο υπηρεσιακό γραφείο, όπου υπηρετεί εκείνος που το παρέλαβε, γ) το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την παράδοση, σύμφωνα με την περίπτωση β΄, εκείνος, που ενήργησε την επίδοση του εγγράφου, πρέπει να ταχυδρομήσει σε εκείνον προς τον οποίο απευθύνεται η επίδοση έγγραφη ειδοποίηση, στην οποία πρέπει να αναφέρεται το είδος του εγγράφου, που επιδόθηκε, η διεύθυνση της κατοικίας, όπου έγινε η θυροκόλλησή του, η ημερομηνία της θυροκόλλησης, η αρχή στην οποία παραδόθηκε το αντίγραφο, καθώς και η ημερομηνία της παράδοσης. Η ειδοποίηση ταχυδρομείται με έξοδα εκείνου που ζητεί να γίνει η επίδοση. Το γεγονός ότι ταχυδρομήθηκε η ειδοποίηση βεβαιώνεται με απόδειξη, την οποία συντάσσει και υπογράφει ατελώς, κάτω από την επιδοτήρια έκθεση της παρ.1 του άρθρου 140, εκείνος που ενεργεί την επίδοση. Η βεβαίωση πρέπει να αναφέρει το ταχυδρομικό γραφείο, με το οποίο έστειλε την ειδοποίηση, και τον υπάλληλο που την παρέλαβε, ο οποίος προσυπογράφει τη βεβαίωση. Ύστερα από προφορική αίτηση του παραλήπτη, η αρχή στην οποία είχε παραδοθεί το αντίγραφο, σύμφωνα με την άνω περίπτωση β’ του παρόντος, του το παραδίδει, με έγγραφη απόδειξη που συντάσσεται ατελώς. Ομοίως το άρθρο 129 του ΚΠολΔ, που προβλέπει για την επίδοση στον τόπο εργασίας προβλέπει ότι «1. Αν ο παραλήπτης της επίδοσης δεν βρίσκεται στο κατάστημα, το γραφείο ή το εργαστήριο, που προβλέπει το άρθρο 124 παρ. 2 ΚΠολΔ, το έγγραφο παραδίδεται στα χέρια του διευθυντή του καταστήματος, του γραφείου ή του εργαστηρίου ή σε έναν από τους συνεταίρους, συνεργάτες, υπαλλήλους ή υπηρέτες, εφόσον έχουν συνείδηση των πράξεών τους και δεν συμμετέχουν στη δίκη ως αντίδικοι του παραλήπτη της επίδοσης. 2. Αν κανένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν βρίσκεται στο κατάστημα, στο γραφείο ή στο εργαστήριο, εφαρμόζονται όσα ορίζονται στο άρθρο 128 παρ. 4». Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι όταν γίνεται επίδοση δικογράφου με θυροκόλληση, επειδή δεν βρέθηκε εκείνος προς τον οποίο γίνεται η επίδοση, καθώς και τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 128 παρ.1 και 129 παρ.1 ΚΠολΔ, αντίστοιχα στη διεύθυνση κατοικίας του πρώτου ή στον τόπο εργασίας του, ακολουθεί υποχρεωτικά η διαδικασία, που προβλέπεται αναλυτικά στις διατάξεις της παραγράφου 4 του ως άνω άρθρου 128, ήτοι, καταρχάς μετά τη θυροκόλληση πρέπει, το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα, να παραδοθεί αντίγραφο του επιδοθέντος εγγράφου στα χέρια του προϊσταμένου του αστυνομικού τμήματος ή σταθμού της περιφέρειας της κατοικίας ή του τόπου εργασίας του προς ον η επίδοση και αν λείπει ο προϊστάμενος, στον αξιωματικό ή υπαξιωματικό υπηρεσίας ή στο σκοπό του αστυνομικού καταστήματος, γεγονός, που πρέπει να βεβαιώνεται στην απόδειξη, που συντάσσεται κάτω από την έκθεση επίδοσης (ΑΠ 1181/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 109/2015 Δημ. Νόμος, ΑΠ 272/2015, ΑΠ 660/2015, ΑΠ 1133/2009, ΤριμΕφΠειρ 373/2020 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΑιγ 80/2020 Δημ. Νόμος). Eαν η επίδοση αντιγράφου του θυροκολληθέντος εγγράφου γίνει στον προϊστάμενο και εν απουσία του στον αξιωματικό υπηρεσίας άλλου αστυνομικού τμήματος από αυτό της περιφέρειας της κατοικίας ή του τόπου εργασίας του προς ον η επίδοση, τότε η επίδοση πάσχει από ακυρότητα, έστω κι αν πρόκειται για γειτονικό αστυνομικό τμήμα (πρβλ. ΑΠ 1344/2009 Δημ. Νόμος, ΤριμΕφΠειρ 373/2020 ό.π.). Κατά τη διάταξη δε του άρθρου 139 § 1 του ΚΠολΔ, όποιος ενεργεί την επίδοση συντάσσει έκθεση, η οποία, εκτός από όσα απαιτεί το άρθρο 117, πρέπει να περιέχει και α) την παραγγελία για επίδοση, β) σαφή καθορισμό του εγγράφου, που επιδόθηκε και των προσώπων, που αφορά, γ) μνεία της ημέρας και της ώρας της επίδοσης, δ) μνεία του προσώπου, στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο και τον τρόπο, που επιδόθηκε σε περίπτωση απουσίας ή άρνησης του παραλήπτη ή των προσώπων, που ορίζονται στα άρθρα 128 έως 135 και 138. Από το προαναφερόμενο άρθρο προκύπτει, ότι όποιος ενεργεί την επίδοση συντάσσει έκθεση, η οποία πρέπει να περιέχει τα προαναφερόμενα σε αυτό στοιχεία, καθώς και όσα απαιτεί το άρθρο 117 του ίδιου Κώδικα (ΤριμΕφΠειρ 373/2020 ό.π., ΜονΕφΠειρ 72/2017 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΠειρ 279/2015 Δημ. Νόμος). Μεταξύ των στοιχείων αυτών είναι και ο τόπος επιδόσεως, για τον οποίο δεν πρέπει στη σχετική έκθεση να καταλείπεται αμφιβολία (ΜονΕφΠειρ 279/2015 ό.π., Εφ Αθ 3903/2009 Δημ. Νόμος). Η έννοια του τόπου δεν είναι κατ` ανάγκη ενιαία για όλες τις περιπτώσεις επιδόσεως και εξαρτάται από το είδος της επιδόσεως. Στις επιδόσεις, όμως, που γίνονται σύμφωνα με τα άρθρα 128 και 129 ΚΠολΔ, απαιτείται αναφορά και του συγκεκριμένου χώρου, με μνεία ότι πρόκειται για την κατοικία, το γραφείο ή το κατάστημα του παραλήπτη, καθώς και της διευθύνσεως (ΑΠ 870/1990 ΕλΔ 31.1609, ΑΠ 110/1993 ΝοΒ 42.179, ΜονΕφΠειρ 279/2015 ό.π.). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρ­θρο 136 παρ. 2 ΚΠολΔ: «Στις επιδόσεις του άρθρου 128 παράγραφος 4 η επίδοση θεωρείται ότι συντελέστηκε με τη θυροκόλληση του εγγράφου στην πόρτα της κατοικίας εκείνου προς τον οποίο γίνεται η επίδοση, με την προϋ­πόθεση ότι έγιναν όσα ορίζονται στην παράγραφο αυτή με τα στοιχεία β΄ και γ΄» (ΑΠ 1181/2019 ό.π., ΑΠ 109/2015 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΑιγ 80/2020 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΠειρ 72/2017 ό.π., ΕφΛαρ 150/2012 Δημ. Νόμος, Χ. Απαλαγάκη, ΚΠολΔ, έκδ. 2019, άρθρα 128 και 136 ΚΠολΔ). Ειδικότερα από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη συντέλεση της επίδοσης, που έγινε με θυροκόλληση, απαιτείται προσθέτως: α) Αντίγραφο του εγγράφου να εγχειρισθεί, το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη θυροκόλληση, στον προϊστάμενο του αστυνομικού τμήματος, ή σταθμού της περιφέρειας όπου η κατοικία του παραλήπτη και β) να ταχυδρομηθεί έγγραφη ειδοποίηση στον παραλήπτη του εγγράφου, το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την ανωτέρω παράδοση. Αν αυτά γίνουν μέσα στις ως άνω προθεσμίες η επίδοση έχει επέλθει από την ημέρα της θυροκόλλησης, άλλως, ολοκληρώνεται από την ενέργεια και της τελευταίας από τις εν λόγω πράξεις (ΑΠ 133/1998 ΕλΔ 39.831, ΑΠ 574/1996 ΕλΔ 38.88, ΜονΕφΠειρ 72/2017 ό.π.). Συνεπώς, αν δεν τηρηθούν οι διατυπώσεις, που ορίζονται στο άρθρο 128 παρ. 4 στοιχ. β’ και γ’ ΚΠολΔ, δηλαδή αν δεν παραδοθεί στον αστυνόμο κ.λπ. αντίγραφο του εγγράφου και δεν ταχυδρομηθεί σχετική έγγραφη ειδοποίηση σε εκείνον προς τον οποίο απευθύνεται, η επίδοση δεν ολοκληρώνεται και άρα είναι ανυπόστατη (βλ. ΤριμΕφΠειρ 373/2020 ό.π., ΕφΑθ 1999/2002 αδημ., Ιωάννη Κατρά, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Κατ’ άρθρο Νομολογία, έκδοση 2016, άρθρο 128, σελ. 121). Πάντως, το κύρος της επίδοσης δε θίγεται αν το πρόσωπο προς το οποίο η επίδοση δεν έλαβε πράγματι γνώση του εγγράφου, το οποίο του επιδόθηκε με τον εκτεθέντα τρόπο (ΜονΕφΠειρ 72/2017 ό.π., ΕφΠειρ 453/1998 ΕλλΔνη 40.1136). Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 117, 139, 438 και 440 του ΚΠολΔ, συνάγεται, ότι η έκθεση επίδοσης, που έχει συνταχθεί από τον αρμόδιο καθ’ ύλη και κατά τόπο δικαστικό επιμελητή, συνιστά δημόσιο έγγραφο, το οποίο περιέχει πλήρη απόδειξη ως προς όσα βεβαιώνονται σε αυτό ότι έγιναν από το δικαστικό επιμελητή, ή ενώπιόν του. Ανταπόδειξη χωρεί, μόνον εφόσον προσβληθεί το έγγραφο αυτό ως πλαστό. Για τα περιστατικά, αντίθετα, που περιέχονται στην πιο πάνω έκθεση, αλλά δεν υποπίπτουν από τη φύση τους στην άμεση αντίληψη του δικαστικού επιμελητή και των οποίων την αλήθεια όφειλε να εξετάσει αυτός, η έκθεση επίδοσης αποτελεί κατά το άρθρο 440 του ΚΠολΔ πλήρη απόδειξη, επιτρεπομένης, όμως, ανταπόδειξης, με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο και με μάρτυρες, το βάρος της οποίας φέρει, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 338 του ΚΠολΔ, εκείνος, που αμφισβητεί την αλήθειά τους (ΑΠ 350/2013 ΕφΑΔ 2013.1107, ΑΠ 1916/2005 ΕλλΔνη 47.482, ΑΠ 415/2005 ΕλλΔνη 47.1650, ΑΠ 555/2004 ΕλλΔνη 47.797, ΑΠ 1679/1995 ΕλλΔνη 39.352, ΑΠ 455/1993 ΕλλΔνη 36.91, ΤριμΕφΠειρ 373/2020 ό.π., ΜονΕφΠειρ 72/2017 ό.π., ΜονΕφΠειρ 279/2015 ό.π.). Σύμφωνα δε με το άρθρο 524 παρ. 4 του ΚΠολΔ: «4. Σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσίβλητου ως προς την έφεση η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος ως προς την αντέφεση. Ο παριστάμενος διάδικος υποχρεούται μέσα σε πέντε ημέρες από τη συζήτηση να προσκομίσει αντίγραφα του εισαγωγικού δικογράφου και των προτάσεων του αντιδίκου του, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά και τις εκθέσεις που λήφθηκαν κατ` αυτήν. Διαφορετικά κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση». Τα ανωτέρω ισχύουν υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο ερημοδικών διάδικος έχει κληθεί νομίμως, εμπροθέσμως και προσηκόντως να παρασταθεί στη συζήτηση, εφόσον δεν την επέσπευσε ο ίδιος (ΜονΕφΠειρ 280/2021 Δημ. Ιστοσελ. ΕφΠειρ, ΜονΕφΠειρ 279/2015 ό.π.). Τέλος, κατ’ εφαρμογή των θεμελιακών δικονομικών αρχών της εκατέρωθεν ακρόασης και της τήρησης προδικασίας (άρθρα 110 παρ. 2 και 111 Κ.Πολ.Δ.), σε περίπτωση απουσίας οποιουδήποτε διαδίκου εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο αν νομίμως φέρεται προς συζήτηση η υπόθεση στο δικαστήριο, η οποία μετά την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης συντελείται, κατά το άρθρο 498 Κ.Πολ.Δ, με κλήση, κατά την προσδιορισθείσα με επιμέλεια του διαδίκου δικάσιμο, η οποία επιδίδεται στον αντίδικο και δεν αρκεί μόνο ο προσδιορισμός δικασίμου αλλ’ απαιτείται και επίδοση της κλήσης, η οποία έχει τα ίδια αποτελέσματα και για εκείνον με παραγγελία του οποίου έγινε (ΑΠ 85/1994, ΕλλΔνη 1995, 346, Α.Π, 1207/1985, Νο.Β. 1986, 516, ΤριμΕφΠειρ 321/2021 Δημ. Ιστοσελ. ΕφΠειρ, ΜονΕφΠειρ 148/2021 Δημ. Ιστοσελ. ΕφΠειρ, ΜονΕφΠειρ 279/2015 ό.π., Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, υπ’ άρθρο 518, αριθ. 5). Αν ο εφεσίβλητος δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως, το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση (βλ. σχετ. ΜονΕφΠειρ 279/2015 ό.π.). Στην προκειμένη περίπτωση εισάγεται προς κρίση η από 28-11-2019 έφεση, η οποία κατατέθηκε, στις 18-12-2019, στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …./2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, στις 20-06-2019, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../18-12-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../18-12-2019 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, προς εξαφάνιση της με αριθμ. 757/01-03-2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 01/8/2014, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../04-08-2014 και Αριθμ. Κατάθ. ……/04-08-2014 αγωγής του εφεσιβλήτου κατά του εκκαλούντος. Ο εφεσίβλητος, όμως, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως, δεν εμφανίσθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από πληρεξούσιο Δικηγόρο, έστω με δήλωση, κατά το άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά την παραπάνω δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκε η υπόθεση με εκφώνηση της από τη σειρά του οικείου πινακίου. Στην προσκομιζόμενη δε νόμιμα με επίκληση από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση της υπό κρίση έφεσης εκκαλούντα με αριθμ. ……..΄/12-05-2020 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθήνας, ……….., αναγράφεται, μεταξύ άλλων, στην 1η σελ. αυτής, ότι «… Στον Πειραιά.…ήλθα για να επιδώσω προς τον ………., κάτοικο Καλλιθέας Αττικής, …………. ή στον πληρεξούσιο και αντίκλητο δικηγόρο του …………, κάτοικο Πειραιώς, οδός ………., ακριβές αντίγραφο της από 28-11-2019 έφεσης…», αντίγραφο της κρινόμενης από 28/11/2019 έφεσης μετά της οικείας έκθεσης κατάθεσής της, καθώς και της κλήσης για εμφάνιση του εφεσιβλήτου, κατά τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και ότι «…αφού δε βρήκα τον κ. …………. στο γραφείο του που ευρίσκεται στον Πειραιά, επί της οδού ….. …….., ούτε άλλον συνεργάτη του ή εργαζόμενο σ’ αυτό υπάλληλο, για αυτό θυροκόλλησα το ως άνω δικόγραφο, σε ενσφράγιστο φάκελο, στην είσοδο του γραφείου του, παρουσία της μάρτυρος …………, κατοίκου Αθηνών, οδός …». Ακολούθως, βεβαιώνεται από τον ίδιο Δικαστικό Επιμελητή ότι στις 12/5/2020 ο ίδιος πήγε στο Αστυνομικό Τμήμα Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά και παρέδωσε στον Αξιωματικό Υπηρεσίας, …………, Αρχιφύλακα, λόγω απουσίας του προϊσταμένου του τμήματος, απλό αντίγραφο του θυροκολληθέντος δικογράφου, ενώ στο τέλος της αντίστοιχης σελίδας, που είναι συνημμένη στην ως άνω έκθεση επιδόσεως, ο ίδιος ως άνω Δικαστικός Επιμελητής βεβαιώνει ότι, στις 12/05/2020, απέστειλε μέσω ταχυδρομείου, ειδοποίηση με συστατική επιστολή σχετική με τις παραπάνω ενέργειές του «…προς την προς ων η επίδοση, όπως πιο μπροστά…», υπογράφει δε ο παραλαβών τη συστημένη επιστολή υπάλληλος των ΕΛ.ΤΑ, χωρίς, ωστόσο, να διευκρινίζεται, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το πρόσωπο προς το οποίο εστάλη η σχετική ειδοποίηση (πρβλ. ΤριμΕφΠειρ 373/2020 ό.π., ΜονΕφΠειρ 72/2017 ό.π., ΜονΕφΠειρ 279/2015 ό.π.), καθώς στην 1η σελίδα της εκθέσεως αυτής αναγράφονται διαζευκτικά τα στοιχεία των προσώπων προς τα οποία απευθύνεται η επίδοση και για τα οποία φέρεται ότι δόθηκε γραπτή παραγγελία προς επίδοση, ήτοι του εκκαλούντος και του πληρεξουσίου και αντίκλητου δικηγόρου του. Κατόπιν τούτου, εφόσον, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, δεν προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι διατυπώσεις, που ορίζονται στην περ. γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 128 του ΚΠολΔ (βλ. άρθρα 128 παρ. 1, 2, 4 και 129 παρ. 2 ΚΠολΔ), ώστε να θεωρείται, κατ’ άρθρο 136 παρ. 2 ΚΠολΔ, ότι η επίδοση συντελέστηκε, στις 12/05/2020, με τη θυροκόλληση του εγγράφου στην είσοδο του γραφείου του ως άνω αντίκλητου δικηγόρου του εφεσιβλήτου και, συνεπώς, δεν προκύπτει, μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο, λόγω της απουσίας του εφεσιβλήτου, ότι κλήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα ο τελευταίος για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η οποία ορίστηκε με επίσπευση του εκκαλούντος, λόγω της τεκμαιρόμενης βλάβης του, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της υπό κρίση από 28/11/2019 έφεσης. Τέλος, περίπτωση επιβολής δικαστικών εξόδων, σε βάρος κάποιου διαδίκου, δεν συντρέχει, εν προκειμένω, διότι η παρούσα δεν είναι οριστική, εφόσον δεν τέμνει ολοκληρωτικά τη διαφορά της δίκης μεταξύ αυτών (βλ. άρθρα 183, 191 § 1 του ΚΠολΔ) (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 4/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1254/2019 Δημ. Νόμος, ΤριμΕφΚρητ 42/2017 Δημ. Νόμος, ΕφΔωδ 288/2017 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 371/2014 Δημ. Νόμος).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση της από 28/11/2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../18-12-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …./18-12-2019, έφεσης.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 18/08/2021, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και της πληρεξουσίας Δικηγόρου του εκκαλούντος.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ