Αφορά ευθύνη εφοπλίστριας/κυρίας του πλοίου για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης στους οικείους του θανατωθέντος σε περιστατικό πειρατείας ναυτικού υπηκόου Φιλιππίνων.
Αριθμός 2 /2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Δ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………. έφεση των εναγομένων κατά της 3894/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών και δέχθηκε την από 3-4-2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………. αγωγή, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμίας, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη από τους εφεσίβλητους με αριθμό …….. έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή Κ. Λ. (σχετ. άρθρα 495, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ.1, 591 και 614 του ΚΠολΔ). Επομένως και δεδομένου ότι φέρεται ενώπιον του κατά το άρθρο 19 ΚΠολΔ αρμόδιου Δικαστηρίου, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 του ΚΠολΔ), μέσα στα όρια που αυτοί καθορίζουν (άρθρο 522 ΚΠολΔ).
Με την άνω αναφερόμενη αγωγή ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), οι ενάγοντες, υπήκοοι Φιλιππίνων, ισχυρίστηκαν ότι είναι συγγενείς και ειδικότερα οι δύο πρώτοι γονείς και οι λοιποί αδελφοί του αποβιώσαντος ναυτικού ………….., ο οποίος κατάρτισε στις 21-12-2010, στις Φιλιππίνες, σύμβαση ναυτικής εργασίας, με την αντιπρόσωπο εταιρία – πράκτορα πληρωμάτων της δεύτερης εναγομένης, σε εκτέλεση της οποίας προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε, με την ειδικότητα του προσοντούχου ναύτη, στο υπό σημαία Νήσων Μάρσαλ χημικό/πετρελαιοφόρο πλοίο με την ονομασία «S.K.», νηολογίου Μαγιούρο Νήσων Μάρσαλ, ολικής χωρητικότητας 8.790 κόρων, 13.105 τόνων νεκρού βάρους. Ότι το πλοίο ανήκε στην κυριότητα της πρώτης εναγόμενης εταιρίας ενώ τον εφοπλισμό του ασκούσε η δεύτερη εναγομένη, η οποία είναι εγκατεστημένη στον ………. και είχε συστήσει την πρώτη (εναγόμενη) off-shore εταιρεία στις Νήσους Μάρσαλ, εμφανίζοντας αυτήν τυπικά ως κυρία του πλοίου, ενώ η ίδια (δεύτερη εναγόμενη) ενεργούσε όλες τις πράξεις εκμετάλλευσης του πλοίου προς ίδιο όφελος και για δικό της λογαριασμό. Ότι στο ως άνω πλοίο, υπηρέτησε ο προαναφερόμενος συγγενής τους μέχρι τις 11-5-2011, οπότε δολοφονήθηκε στο …….. από ένοπλους ληστές – πειρατές. Ότι ο θάνατος του συνιστά εργατικό ατύχημα, οφειλόμενο στην υπαιτιότητα και ειδικότερα σε βαριά αμέλεια των εναγομένων να λάβουν μέτρα προστασίας της ασφάλειας της ζωής του πληρώματος προκειμένου να προφυλάξουν τα μέλη του από την επίθεση πειρατών, λαμβάνοντας ειδικότερα μέριμνα ώστε αφενός το πλοίο να μην είχε αγκυροβολήσει σε μικρή απόσταση από τις ακτές του κόλπου της Νέας Γουινέας, ώστε να μην είναι ευχερώς προσβάσιμο από τους ντόπιους πειρατές, αφετέρου να είχε ενημερωθεί ο θανών ναυτικός, πριν τη ναυτολόγησή του, για την επικινδυνότητα των περιοχών που θα αγκυροβολούσε το πλοίο, ενώ επιπροσθέτως δεν είχαν λάβει μέτρα σχεδιασμού για την αποσόβηση και την αντιμετώπιση των κινδύνων πειρατείας, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, η μεν πρώτη ως κυρία του πλοίου, η δε δεύτερη ως εφοπλίστρια αυτού, άλλως σε περίπτωση που κριθεί ότι η δεύτερη εναγόμενη δεν ασκούσε τον εφοπλισμό του πλοίου κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ως εργοδότρια του θανόντος ναυτικού, να καταβάλουν, σ’ ολόκληρον κάθε μια εξ αυτών: α) στους μεν γονείς του ναυτικού, πρώτο και δεύτερη των εναγόντων, ως υπόλοιπο αποζημίωσης κατ’ άρθρο 3 του Ν. 551/1915, ήτοι για αποδοχές πέντε ετών, το ποσό των 11.018 ευρώ και ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από το θάνατο του υιού τους το ποσό των 150.000 ευρώ, β) στους δε λοιπούς των εναγόντων το ποσό των 100.000 ευρώ, σε κάθε έναν εξ αυτών, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από το θάνατο του αδελφού τους, με το νόμιμο τόκο των ποσών αυτών από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, πλέον του ποσού των 50 ευρώ σε κάθε ένα των εναγόντων για το οποίο επιφυλάχθηκαν να προβάλουν τη σχετική αξίωσην ενώπιον του αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου, παριστάμενοι ως πολιτικώς ενάγοντες. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς τους δυο πρώτους ενάγοντες και δέχθηκε αυτήν, μερικά, για τους λοιπούς στους οποίους επιδίκασε για την προαναφερόμενη αιτία το ποσό των 7.000 ευρώ σε κάθε έναν εξ αυτών. Ήδη οι εναγόμενες εταιρίες με την κρινόμενη έφεσή της και τους λόγους αυτής, ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης προς το σκοπό πλήρους απόρριψης της αγωγής.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 25 και 26 του ΑΚ, των άρθρων 1 επ. του Καν 593/2008 ΕΕ (Ρώμη 1) για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές-ο οποίος αντικατέστησε τη Διεθνή Σύμβαση της Ρώμης που ίσχυε από 1-4-1991 μέχρι την έναρξη ισχύος του Κανονισμού, στις 17-12-2009 και ο οποίος έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος – 914 του ΑΚ 1, 16 του Ν. 551/1915 και 66 του ΚΙΝΔ, προκύπτει ότι η ευθύνη από εργατικό ή ναυτεργατικό ατύχημα που είναι διαφορετική και δεν ταυτίζεται με την ευθύνη από αδικοπραξία, έχει δε ως προϋπόθεση ότι το βίαιο συμβάν το οποίο αποτελεί τον πυρήνα της έννοιας του ως άνω ατυχήματος πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εργασία, δεν ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 26 του ΑΚ, αλλά από το δίκαιο που διέπει τις ενοχές από σύμβαση και ειδικότερα τη σύμβαση χερσαίας ή ναυτικής εργασίας και συγκεκριμένα εκείνο που καθορίζεται από το άρθρο 25 του ΑΚ ή (μετά την 17-12-2009) από τις διατάξεις του παραπάνω Κανονισμού.
Στη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 του Κανονισμού, ορίζεται ότι «η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη». Από τη διατύπωση της διάταξης αυτής προκύπτει ότι οι συμβαλλόμενοι μπορούν να επιλέξουν ελεύθερα οποιοδήποτε δίκαιο, ακόμη και δίκαιο που δεν έχει καμιά σχέση με τη σύμβασή τους. Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 του ίδιου Κανονισμού, που αναφέρεται στον οικουμενικό χαρακτήρα αυτού, ορίζεται ότι «το καθοριζόμενο από τον παρόντα κανονισμό δίκαιο εφαρμόζεται ακόμα και αν δεν πρόκειται για δίκαιο κράτους μέλους». Το δίκαιο δηλαδή που υποδεικνύει ο Κανονισμός εφαρμόζεται έστω και αν είναι δίκαιο μη συμβληθέντος κράτους ή χώρας, η οποία δεν είναι μέλος της ΕΕ και μάλιστα χωρίς καμιά προϋπόθεση αμοιβαιότητας και ανεξάρτητα του εάν οι εργαζόμενοι προέρχονται από κράτη-μέλη ή από τρίτες χώρες, καθώς επίσης και (ανεξάρτητα) του τόπου παροχής της εργασίας (ΕΠ 1276/1997 ΕΝΔ 25.443, ΕΠ 346/1996 ΕΝΔ 24. 350, ΕΠ 520/1993 ΕΝΔ 21. 431). Στη συνέχεια στο άρθρο 8 του Κανονισμού που ρυθμίζει ειδικά την ατομική σύμβαση εργασίας, ορίζεται ότι: «1. Η ατομική σύμβαση εργασίας διέπεται από το δίκαιο που επιλέγουν τα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3. Ωστόσο, η επιλογή αυτή δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τον εργαζόμενο από την προστασία που του εξασφαλίζουν οι διατάξεις από τις οποίες δεν μπορεί να γίνει παρέκκλιση με συμφωνία κατά το δίκαιο που θα ήταν εφαρμοστέο βάσει των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, ελλείψει επιλογής. 2. Στο μέτρο που το εφαρμοστέο στην ατομική σύμβαση εργασίας δίκαιο δεν έχει επιλεγεί από τα μέρη, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία ή, ελλείψει αυτού, από την οποία, ο εργαζόμενος παρέχει συνήθως την εργασία του κατά την εκτέλεση της σύμβασης. Η χώρα της συνήθους εκτέλεσης εργασίας δεν θεωρείται ότι μεταβάλλεται όταν ο εργαζόμενος παρέχει την εργασία του σε μια άλλη χώρα προσωρινά. 3. Όταν δεν μπορεί να καθορισθεί το εφαρμοστέο δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 2, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας όπου ευρίσκεται η εγκατάσταση της επιχείρησης που προσέλαβε τον εργαζόμενο. 4. Όταν προκύπτει από το σύνολο των περιστάσεων ότι η σύμβαση συνδέεται στενότερα με χώρα άλλη από την προβλεπόμενη στις παραγράφους 2 ή 3, εφαρμόζεται το δίκαιο της άλλης αυτής χώρας.
Στο επόμενο άρθρο 9 ορίζεται στην πρώτη παράγραφο ότι « Οι υπερισχύουσες διατάξεις αναγκαστικού δικαίου είναι κανόνες η τήρηση των οποίων κρίνεται πρωταρχικής σημασίας από μια χώρα για τη διασφάλιση των δημοσίων συμφερόντων της, όπως π.χ. της πολιτικής, κοινωνικής ή οικονομικής οργάνωσής της, σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιβάλλεται η εφαρμογή τους σε κάθε περίπτωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής τους, ανεξάρτητα από το δίκαιο που κατά τα άλλα είναι εφαρμοστέο στη σύμβαση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό» και στην δεύτερη παράγραφο ότι «Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να περιορίσουν την εφαρμογή των υπερισχυουσών διατάξεων αναγκαστικού δικαίου του δικαίου του δικάζοντος δικαστή».
Επομένως από τη διάταξη του άρθρου 9 προκύπτει ότι και ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία τα μέρη επέλεξαν έγκυρα δίκαιο, ο εργαζόμενος δεν μπορεί να στερηθεί από την προστασία που του εξασφαλίζουν οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του δικαίου του δικάζοντος δικαστή, άλλως οι κανόνες αμέσου εφαρμογής του δικαίου του δικάζοντος δικαστή, που εφαρμόζονται υποχρεωτικά οποιοδήποτε και αν είναι το δίκαιο που διέπει τη σύμβαση. Όσον αφορά το Ελληνικό δίκαιο στους κανόνες «αναγκαστικού δικαίου» και «αμέσου εφαρμογής» περιλαμβάνεται και ο Ν. 551/1915 που παρέχει αποζημίωση στο ναυτικό λόγω εργατικού ατυχήματος κατά τη διάρκεια της εργασίας του στο πλοίο και εξ αφορμής αυτής και σε περίπτωση θανάτου αυτού, στους συγγενείς του (ΕΠ 466/2016, 443/2015, 249/2015, 220/2010, 77/2006, 1081/2000 δημοσ όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Επομένως οι ενάγοντες ακόμα και αν είχε επιλεγεί από τον οικείο τους, κατά την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας του, να διέπεται αυτή από το δίκαιο των Φιλιππίνων, δεν μπορεί να στερηθούν της εφαρμογής των αναγκαστικού δικαίου διατάξεων των ελληνικών νόμων, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο Ν. 551/1915, όπως και οι ΣΣΝΕ, ο οποίος νόμος (551/1915) με αυτόν τον χαρακτήρα ως κανόνας της χώρας του δικάζοντος δικαστή έχει εφαρμογή στην εξεταζόμενη περίπτωση και ρυθμίζει αναγκαστικά την ένδικη υπόθεση. Να σημειωθεί ωστόσο στο παρόν σημείο ότι δεν είχε γίνει ρητή αναφορά περί της άμεσης και καθολικής εφαρμογής του δικαίου των Φιλιππίνων στην εν λόγω σύμβαση, ως διέπον εξ ολοκλήρου αυτήν δίκαιο, παρά μόνο του όρου περί εφαρμογής συγκεκριμένων όρων και προϋποθέσεων που διέπουν τη διαθαλάσσια απασχόληση των φιλιππινέζων ναυτικών με βάση αποφάσεις της Διοίκησης Υπερπόντιας Απασχόλησης των Φιλιππίνων.
Επομένως εφόσον η σύμβαση ναυτικής εργασίας του αποβιώσαντος ναυτικού διέπεται από το ελληνικό δίκαιο, λαμβανομένου υπόψη ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση το δίκαιο της σημαίας του πλοίου ως τόπου παροχής της εργασίας του συγγενούς των εναγόντων αφού αυτή είναι σημαία ευκαιρίας, με την οποία το πλοίο δεν έχει γνήσιο, αλλά χαλαρό και τεχνητό σύνδεσμο (ΕΠ 77/2006 δημοσ στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), κατά το δίκαιο αυτό θα κριθούν τα εκ του ένδικου ναυτεργατικού ατυχήματος προκύπτοντα ζητήματα, όπως η υπαιτιότητα για την πρόκλησή του, όσο και οι εξ αυτού πηγάζουσες αξιώσεις και υποχρεώσεις και συγκεκριμένα τα δικαιούμενα αποζημίωσης πρόσωπα όπως και εκείνα που ενέχονται στην καταβολή της καθώς και η έκταση αυτής (ΑΠ 356/2002, ΕΝαυτΔ 2002,97, ΑΠ 581/2010, ΕΠ 369/2014 και 710/2008 δημοσ στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανάτου προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου «οικογένεια του θύματος», προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικά τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, από τη φύση του, υφίσταται αναπόφευκτα, κατά τη διαδρομή του χρόνου, τις επιδράσεις από τις εκάστοτε κοινωνικές διαφοροποιήσεις. Σύμφωνα ωστόσο με την αληθή έννοια της εν λόγω διάταξης, που απορρέει από αυτόν το σκοπό της θέσπισής της, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενά συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και στην ανακούφιση του ηθικού πόνου που δοκίμασαν, στοχεύει η διάταξη αυτή, ανεξάρτητα αν ζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά (ΑΠ 222/2014, Ολ.ΑΠ 21/2000, 762/1992 δημοσ στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η επιδίκαση, πάντως, της από το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ προβλεπόμενης χρηματικής ικανοποίησης στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης, κατ` εκτίμηση του δικαστή της ουσίας, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντα, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς, από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης (ΑΠ 731/05). Για την κρίση του θέματος αν κάποιος έχει ή όχι την ιδιότητα μέλους της ίδιας οικογένειας με τον θανατωθέντα (δηλαδή σύζυγος, τέκνο, κλπ), όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ., καθίσταται αναγκαία η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 13, 14 και 17 ΑΚ. (ΑΠ 799/2009, ΑΠ 3/2007). Ο όρος “οικογένεια” αποτελεί αόριστη νομική έννοια του ελληνικού ουσιαστικού δικαίου και, συνεπώς, ο κύκλος των δικαιούμενων προσώπων προσδιορίζεται από τον ίδιο το άρθρο 932 ΑΚ, και κατά την ερμηνευόμενη πιο πάνω έννοια του οποίου, μέλη της οικογένειας του παθόντος είναι και οι γονείς και οι αδελφοί του θανατωθέντος. Συνεπώς, ο κύκλος των δικαιούμενων προσώπων, είναι εν προκειμένω προσδιορισμένος από το ελληνικό δίκαιο. Ποιος, όμως, έχει στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση τη συγγενική ιδιότητα του «αδελφού», ή του «γονέα», πράγμα το οποίο συναρτάται πλέον με τη νομιμότητα του γάμου από τον οποίο προέρχεται η επικαλούμενη συγγενική σχέση, επί αλλοδαπού παθόντος, δεν θα καθορισθεί από το ελληνικό δίκαιο, αλλά από το αλλοδαπό, με το οποίο συνδέονται ο θανατωθείς και οι αξιούντες τη χρηματική ικανοποίηση. Συνεπώς, ως προς το σημείο αυτό και μόνο θα πρέπει να γίνει λόγος για την εφαρμογή του αλλοδαπού δικαίου και όχι για το αν δικαιούνται ή όχι τα αδέλφια και οι γονείς του παθόντος χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (ΑΠ 581/2010 δημοσ στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Ενόψει όλων αυτών το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του εφάρμοσε τις διατάξεις του Ελληνικού δικαίου στην ένδικη υπόθεση και συγκεκριμένα των διατάξεων του νόμου 551/15 ως κανόνες της χώρας του δικάζοντος δικαστή, που ρυθμίζουν αναγκαστικά αυτήν και επιδίκασε την αιτούμενη χρηματική ικανοποίηση στους αδελφούς του αποβιώσαντος κατά το ένδικο περιστατικό ναυτικού, με αιτιολογία η οποία συμπληρώνεται από την παρούσα, δεν έσφαλε, κατά συνέπεια ο περί του αντιθέτου δεύτερος λόγος της έφεσης καθώς και ο τρίτος, κατά το σκέλος που αφορά το δικαίωμα των εναγόντων να αξιώσουν χρηματική ικανοποίηση και ενόψει της μη αμφισβήτησης από τους εναγόμενους της συγγενικής τους σχέσης και του πόνου που δοκίμασαν από την απώλεια του αδελφού τους, είναι απορριπτέοι ως ουσιαστικά αβάσιμοι.
Από την δέουσα εκτίμηση όλων των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε ως δικαστικά τεκμήρια, της από 9-12-2015 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ανταπόδειξης …………… ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Μ.Λ, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι εκκαλούσες-εναγόμενες και λήφθηκε κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των εναγόντων (σχετ. η με αριθμ. ……. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους), σε συνδυασμό με όσα οι διάδικοι ισχυρίζονται και συνομολογούν αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο …….., υπήκοος Φιλιππίνων, αδελφός των εναγομένων-εφεσίβλητων, ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του προσοντούχου ναύτη και σε εκτέλεση της από 21-12-2010 σύμβασης ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου, που καταρτίσθηκε στη Μανίλα Φιλιππίνων, μεταξύ αυτού και της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……..», συμβληθείσας με την ιδιότητα του ναυτικού πράκτορα της δεύτερης εναγομένης, αλλοδαπής (εδρεύουσας στον ……) εταιρείας και εργάσθηκε στο υπό σημαία Νήσων Μάρσαλ δεξαμενόπλοιο με την ονομασία «S. K.», νηολογίου Μαγιούρο, Νήσων Μάρσαλ, 13.105 τόνων νεκρού βάρους, φέροντος διεθνές διακριτικό αριθμό ……….., κυριότητας της πρώτης εναγομένης, αλλοδαπής εταιρείας εδρεύουσας …………, της οποίας νόμιμη αντιπρόσωπος, γενική πράκτορας και αντίκλητος στην Ελλάδα υπήρξε κατά τον επίδικο χρόνο η δεύτερη εναγόμενη. Με την με αριθμό 1241.1805/25/21987/9-1-1996 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας (ΦΕΚ Τεύχος Αναπτυξιακών Πράξεων και Συμβάσεων 40/19-1-1996), εγκρίθηκε η εγκατάσταση στην Ελλάδα γραφείου της δεύτερης εναγομένης, που διαθέτει καταστατική έδρα στον ….. ενώ, σύμφωνα με την από 17-7-2008 σύμβαση διαχείρισης που καταρτίσθηκε μεταξύ των εναγόμενων εταιρειών, η διαχείριση του ως άνω πλοίου ανατέθηκε από την κυρία αυτού (πρώτη εναγόμενη) στη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία. Ωστόσο, όπως αποδεικνύεται από το ανωτέρω έγγραφο, ο φερόμενος ως εκπρόσωπος της πρώτης εναγομένης, …………., ο οποίος για λογαριασμό αυτής ανέθεσε την διαχείριση στη δεύτερη εναγομένη, ετύγχανε και ο ίδιος μέλος της διοίκησης της δεύτερης εναγομένης σε παρελθόντα χρόνο και μάλιστα είχε την ιδιότητα του ταμία στο διοικητικό συμβούλιο αυτής, όπως αποδεικνύεται από τα από 4 Ιουνίου 1989 Πρακτικά Συνεδριάσεων των μετόχων και του διοικητικού συμβουλίου της δεύτερης εναγομένης, ενώ ο συμβληθείς για λογαριασμό της (δεύτερης εναγομένης) στην οποία μεταβίβαζε η πρώτη εναγομένη τη διαχείριση, ήταν συγγενής πρώτου βαθμού με τον ανωτέρω συμβληθέντα για λογαριασμό της πρώτης, με το όνομα ………… και έχων την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου του γραφείου της δεύτερης εναγομένης στην Ελλάδα. Ο τελευταίος με την από 17- 7-2008 υπεύθυνη δήλωση, αποδέχθηκε την διαχείριση του πλοίου «S.K.» και την εκπροσώπηση της πρώτης εταιρείας. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι στην κατάρτιση της ένδικης σύμβασης ναυτικής εργασίας η προαναφερόμενη πράκτορας ενεργούσε ως εντολοδόχος, «εκ μέρους και για λογαριασμό» της αναφερόμενης ως έχουσας την εμπορική διαχείριση του πλοίου δεύτερης εναγομένης, αλλά και στην μετέπειτα διαδικασία που ακολουθήθηκε για την αποζημίωση των γονέων του αποβιώσαντος ναυτικού, ενώπιον της Επιτροπής Εθνικών Εργασιακών Σχέσεων των Φιλιππίνων, ως εντολέας αναφέρεται πάντα η δεύτερη εναγόμενη και καμία αναφορά δεν γίνεται στην πρώτη εναγόμενη εταιρία. Χαρακτηριστικά δε στο από 6-6-2011 έγγραφο της Διοίκησης Απασχόλησης Εξωτερικού Φιλιππίνων που παρέχει πληροφορίες για τον …………… ως κύριος/εργοδότης αναφέρεται στο οικείο σημείο η δεύτερη εναγομένη και όχι η πρώτη για την οποία καμία αναφορά δεν γίνεται στα ως άνω έγγραφα, ενδεικτικά δε να σημειωθεί ότι και το από 4-3-2011 μήνυμα από τον πλοίαρχο του πλοίου με το οποίο ενημερώνει για την επίθεση ένοπλων ληστών-πειρατών που δέχθηκαν, δεν απευθύνεται στην πρώτη αλλά μόνο στη δεύτερη εναγόμενη εταιρία. Από τα παραπάνω σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, αποδεικνύεται ότι η δεύτερη εναγομένη προέβαινε σε όλες τις συναφείς με την εκμετάλλευση του πλοίου διαχειριστικές πράξεις, έχοντας τον κυρίαρχο ρόλο σ’ αυτήν αφού είχε τη βούληση να ασκεί και ασκούσε για δικό της αποκλειστικό λογαριασμό τη ναυτική επιχείρηση που συγκροτούσε το πλοίο και εκτός από την απόλαυση των κερδών, επωμιζόταν και τον οικονομικό κίνδυνο από την εκμετάλλευσή του. Η ίδια προέβαινε σε όλες τις συναφείς με την εκμετάλλευση του εν λόγω πλοίου διαχειριστικές πράξεις, όπως στην επάνδρωσή του και στη ναυτολόγηση των μελών του πληρώματος, στην ανάληψη των υποχρεώσεων έναντι τρίτων και κατά πρώτο λόγο των μελών του πληρώματος ως προς τις απαιτήσεις που απέρρεαν από τη ναυτολόγησή τους, ενώ δεν προέκυψε από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο ότι η δεύτερη εναγομένη ενεργούσε για λογαριασμό της πρώτης. Επομένως η δεύτερη εναγομένη, ασκούσε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, τον εφοπλισμό του πλοίου, ενεργώντας κυριαρχικά ενώ η πρώτη εναγόμενη εταιρεία ήταν μόνο κυρία του πλοίου, αφού η δεύτερη εναγόμενη δια των οργάνων της ενεργούσε για λογαριασμό και της πρώτης εναγομένης, παρά το ότι τυπικά εμφανίζονταν στις ναυτιλιακές συναλλαγές η καθεμία με ίδιο όνομα. Από κανένα των προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων δεν προκύπτει αυτοτελής δράση της πρώτης εναγομένης, ότι είχε αναλάβει υποχρεώσεις έναντι τρίτων σχετικά με το πλοίο, μεταξύ των οποίων και τα μέλη του πληρώματος ή δρούσε στο όνομά της και για δικό της λογαριασμό, για αυτό δε το λόγο προκύπτει ότι δεν είχε αναπτύξει πραγματική συναλλακτική δράση και επιχειρηματική δραστηριότητα αναφορικά με τη νομή του εν λόγω πλοίου αλλά χρησιμοποιείτο ως παρένθετο πρόσωπο, με την έννοια της κάλυψης υποκρυπτόμενου προσώπου και ειδικότερα της δεύτερης εναγομένης, η οποία εκμεταλλευόταν τα οφέλη από τη λειτουργία του πλοίου και ασκούσε ναυτιλιακή επιχείρηση εκτός από την έδρα της στο εξωτερικό και από το γραφείο της στην Ελλάδα, ως τουλάχιστον ισότιμη κύρια εγκατάσταση με αυτή του εξωτερικού.
Περαιτέρω, από τα ίδια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι από τις 23-4-2011, το πλοίο «S.K.», το οποίο ήταν χρονοναυλωμένο, είχε αγκυροβολήσει, με εντολή των ναυλωτών για να φορτώσει αμόλυβδη βενζίνη, στην Κοτονού, η οποία είναι η μεγαλύτερη πόλη και σημαντικό λιμάνι του κρατιδίου του Μπενίν, κείμενη στο νότιο τμήμα αυτού, το δε Μπενίν είναι μία μικρής έκτασης χώρα της Δυτικής Αφρικής, λίγο μικρότερη από την Ελλάδα, που βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό μέσω του κόλπου της Γουινέας στον οποίο προβάλει σε μήκος ακτογραμμής 121 χιλιομέτρων. Ένα μέρος του φορτίου φορτώθηκε στις 23-4-2011 μέσω μεταφόρτωσης από το πλοίο «A.C.», το δε πλοίο παρέμεινε αγκυροβολημένο ανοιχτά των ακτών του Μπενίν, σε απόσταση περίπου 4 ναυτικών μιλίων από τις ακτές μέσα στον κόλπο της Γουινέας, αναμένοντας οδηγίες από τους ναυλωτές για την περαιτέρω κίνησή του. Τις πρωινές ώρες της 8ης-5- 2011 και ειδικότερα περί ώρα, τοπική, 03.00 (05.00 π.μ. ώρα Ελλάδας), παρά το γεγονός ότι παραπλεύρως του πλοίου «S.K.» είχαν αγκυροβολήσει άλλα δύο πλοία, το δεξαμενόπλοιο «E.» και το «V.», το ανωτέρω πλοίο δέχθηκε επίθεση από πειρατές, οι οποίοι οργανωμένοι σε ομάδες επιτέθηκαν ταυτόχρονα και αιφνιδιαστικά κατά και των τριών αγκυροβολημένων πλοίων. Ο ……… την ώρα της επίθεσης εκτελούσε καθήκοντα φυλακής στο κατάστρωμα του πλοίου «S.K.» και δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα τους πειρατές, οι οποίοι ήταν επτά άνδρες με βαρύ οπλισμό, τουφέκια και μακριά μαχαίρια και οι οποίοι προσέγγισαν τα πλοίο «S.K.» με μικρό ταχύπλοο σκάφος, ανέβηκαν σ’ αυτό χρησιμοποιώντας ανεμόσκαλες και επιτέθηκαν κατά του ……… και των άλλων μελών του πληρώματος με σκοπό τη ληστεία. Το μεγαλύτερο μέρος του πληρώματος κατάφερε και συγκεντρώθηκε στο ειδικό τμήμα συγκέντρωσης του πλοίου, όπως προβλεπόταν σε περιπτώσεις κινδύνου, αλλά ο οικείος των εναγόντων ναυτικός με κάποιους άλλους, δεν πρόλαβε να εισέλθει σε αυτό. Oι πειρατές αφού πυροβόλησαν σε διάφορες κατευθύνσεις μεταξύ των οποίων στους χώρους ενδιαίτησης και των καμπινών, αφαίρεσαν χρήματα και αντικείμενα του πλοίου και του πληρώματος και ελευθέρωσαν τα άλλα μέλη του πληρώματος που είχαν συλλάβει, απήγαγαν τον … …. προκειμένου να εξασφαλίσουν την ασφαλή διαφυγή τους. Ο πλοίαρχος αν και κάλεσε σε βοήθεια άλλα πλοία δεν έλαβε καμία ανταπόκριση μέχρι το πρωί ενώ ένα πλοίο του πολεμικού ναυτικού του κράτους του Μπενίν τους ενημέρωσε ότι θα προσερχόταν στο σημείο η λιμενική αστυνομία με πράκτορα για έρευνες, η οποία όμως μέχρι και την ώρα 1.00 ώρα μεσημβρινή (3.00 μ.μ. ώρα Ελλάδας) δεν είχε μεταβεί. Τελικά τρεις ημέρες αργότερα, στις 11-5-2011, το σώμα του ανωτέρω ναυτικού βρέθηκε στην παραλία της Ακπάπα Ντοντομρί στην Κοτονού του Μπενίν, σε κοντινή απόσταση από τις εκβολές παρακείμενου ποταμού. Σύμφωνα με την από 24-5-2011 ιατροδικαστική έκθεση του εμπειρογνώμονα του Εφετείου της Κοτονού, διδάκτορα ιατροδικαστή και σωματικών βλαβών Dr ……., ο θάνατος του ανωτέρω ναυτικού προκλήθηκε από εσωτερική αιμορραγία στη θωρακική κοιλότητα προξενηθείσα από οπή στο τμήμα της εσωτερικής επιφάνειας του κάτω λοβού του αριστερού πνεύματος, οφειλόμενη στην είσοδο ενός βλήματος, το οποίο διαπέρασε την θωρακική κοιλότητα οριζοντίως στο μήκος του αριστερού πνεύμονα και προξένησε τραύματα αγγειακού τύπου που συνετέλεσαν στην αιμορραγία και τον εξ αυτής προκληθέντα θάνατο. Ο εν λόγω ναυτικός δολοφονήθηκε από τους πειρατές δια πυροβολισμού στον θώρακα, μετά το τέλος της πειρατείας και τη διαφυγή τους, προφανώς για να αποτρέψουν κάθε πιθανότητα αποκάλυψης της ταυτότητάς τους, από την ενδεχόμενη μαρτυρία αυτού σε περίπτωση που ελευθερωνόταν και επέστρεφε στο πλοίο. Ενόψει όλων των παραπάνω, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο θανών υπέστη εργατικό ατύχημα, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Ν. 551/1915 («ατύχημα εκ βίαιου συμβάντος επερχόμενο εις εργάτη ή υπάλληλο εν τη εκτελέσει ή εξ αφορμής της εργασίας του»,) διότι ανεξάρτητα του ότι αυτό δεν ήταν άμεση συνέπεια της εκτέλεσης της εργασίας του, συνδέεται όμως με αυτήν, με σχέση αιτίου και αποτελέσματος. Συγκεκριμένα, ακριβώς λόγω της εργασίας του θανόντα ναυτικού, δημιουργήθηκαν οι αναγκαίες συνθήκες για την επέλευση του ατυχήματος, οι οποίες, χωρίς την ύπαρξη της εργασίας αυτής, δεν θα λάμβαναν χώρα καθώς η πειρατεία του πλοίου στρέφεται κατά του πλοίου και του πληρώματός του και επομένως η εργασία του τελευταίου συνδέεται με το θάνατο του με σχέση αιτίου και αιτιατού, αφού η βλαπτική συμπεριφορά των δραστών δεν εκδηλώθηκε απλά με την ευκαιρία της υπηρεσίας του, στο παραπάνω πλοίο, αλλά εκδηλώθηκε εξαιτίας αυτής και οφειλόταν σε αίτια άμεσα σχετιζόμενα με αυτήν.
Η Δημοκρατία του Μπενίν κατά το χρόνο επέλευσης του θανάτου του ναυτικού δεν συμπεριλαμβανόταν στις κατηγοριοποιηθείσες ως περιοχές υψηλού κινδύνου πολέμου από την Διοίκηση Υπερπόντιας Απασχόλησης των Φιλιππίνων, αυτό ωστόσο συνέβη με την με αριθμό 13/22-10-2012 Απόφαση Κυβερνητικού Συμβουλίου μετά την από 19-3-2012 εγκύκλιο του Διεθνούς Διαπραγματευτικού Φόρουμ (IBF-International Bargaining Forum), που συμπεριέλαβε στις περιοχές υψηλού κινδύνου, τα χωρικά ύδατα του Μπενίν και της Νιγηρίας, συμπεριλαμβανομένων των λιμανιών, των τερματικών σταθμών και των δρόμων αγκυροβολιών, το δέλτα του ποταμού Νίγηρα και άλλους εγχώριους υδατόδρομους και λιμενικές εγκαταστάσεις, εκτός μόνο όταν το πλοίο είναι αγκυροβολημένο με ασφάλεια σε αποβάθρα ή σε εγκαταστάσεις του SBM σε φυλασσόμενη λιμενική περιοχή. Στη συνέχεια και ο Διεθνής Οργανισμός Ναυτιλίας εξέδωσε την 3394/15-8-2013 εγκύκλιο προς όλα τα μέλη του Διεθνή Οργανισμού Ναυτιλίας, τα Ηνωμένα Έθνη και Ειδικευμένους Οργανισμούς, τις Διακυβερνητικές Οργανώσεις και τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις σε Συμβουλευτικό Καθεστώς σύμφωνα με την οποία παρείχε κατευθυντήριες γραμμές για πλοιοκτήτες, επιχειρηματίες και πλοιάρχους για την προστασία ενάντια της πειρατείας στην περιοχή του κόλπου της Γουινέας, η οποία πλέον αναφέρεται στον Κατάλογο Περιοχών με κίνδυνο πολέμου, πειρατείας, τρομοκρατίας και συναφών με το πλοίο κινδύνων, όπως ορίσθηκε στις 28-3-2012 από τη Μικτή Επιτροπή Πολέμου του Λονδίνου, στον οποίο πλέον περιλαμβάνονται α) τα χωρικά ύδατα του Μπενίν και της Νιγηρίας, β) η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη βορείως του γεωγραφικού πλάτους 3° Ν της Νιγηρίας και γ) η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη βορείως του γεωγραφικού πλάτους 3° Ν του Μπενίν. Στην με αριθμό 2010/159/ΕΕ σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 11ης Μαρτίου του 2010, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένα χρόνο πριν το θάνατο του …………. και ειδικότερα στο Παράρτημα αυτής γίνεται μνεία σχετικά με τα μέτρα αυτοπροστασίας των πλοίων με σκοπό την πρόληψη των πειρατικών πράξεων και των ένοπλων επιθέσεων εναντίον τους, με αναφορές στις βέλτιστες διαχειριστικές πρακτικές για την αποτροπή της πειρατείας, που όμως εντοπίζεται ειδικά στον κόλπο του Άντεν και στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας (Ανατολική Αφρική) και δεν επισημαίνεται σχετικός κίνδυνος στα ανοικτά των ακτών της δυτικής Αφρικής. Οι εκδοθείσες από το Ελληνικό Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας εγκύκλιοι σχετικά με την πειρατεία, πριν το θάνατο του ναυτικού, αναφέρονταν ομοίως σε διαχείριση περιστατικών πειρατείας στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας και στην περιοχή του κόλπου του Άντεν (σχετ. η με αριθμ. πρωτ. 4425.1/03/12-8-20Θ9 επικαιροποίηση εγκυκλίου διαχείρισης περιστατικών πειρατείας και ένοπλης ληστείας του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής). Περαιτέρω, ο θανών ναυτικός ήταν κάτοχος του με αριθμό ……… πιστοποιητικού επιτυχούς ολοκλήρωσης εκπαιδευτικών μαθημάτων στη ναυτιλιακή ασφάλεια από την εταιρεία «MARITAS», που ήταν διαπιστευμένη σε θέματα ασφάλειας από τις Ναυτιλιακές Αρχές του Παναμά. Επίσης στις 20-12-2010, μία ημέρα πριν την πρόσληψή του στο εν λόγω πλοίο, είχε επιτυχώς ολοκληρώσει την εσωτερική του εκπαίδευση στην καταπολέμηση της πειρατείας που διεξήχθη με επιμέλεια της ναυτικής πράκτορος εταιρείας «…», σύμφωνα με τις επιταγές της με αριθμ. 4 Αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της Διοίκησης Υπερπόντιας Απασχόλησης των Φιλιππίνων και της με αριθμό 14 Μνημονιακής Εγκυκλίου, αμφότερες του έτους 2009, έχοντας λάβει το με αριθμό …….. πιστοποιητικό. Η εφοπλίστρια δεύτερη εναγομένη είχε συμβληθεί από τις 31-5-2010 με την εταιρεία «…….» προκειμένου να παράσχει ηλεκτρονική εκπαίδευση και συνεχή ενημέρωση στο πλήρωμα, μεταξύ άλλων και για τους κινδύνους ασφάλειας. Στις 26-2-2011 το πλήρωμα είχε λάβει ενημέρωση για θέματα πειρατείας από την Επιτροπή Ασφάλειας και Περιβάλλοντος. Ωστόσο από δημοσιεύματα της εποχή εκείνης, ακόμη και εάν δεν υφίστατο επίσημη κατάταξη του κόλπου της Γουινέας στις επικίνδυνες για πειρατεία περιοχές, ήταν γνωστό στους ναυτιλιακούς και εφοπλιστικούς κύκλους ότι η πειρατεία είχε αυξηθεί και εντός της ως άνω περιοχής, εκτός των περιοχών στις ακτές της Ανατολικής Αφρικής, περαιτέρω δε η αύξηση των περιστατικών στην περιοχή αυτή ήταν γνωστή και στους επίσημους φορείς που, λίγο μετά το θάνατο του εν λόγω ναυτικού, ανακήρυξαν την εν λόγω περιοχή ως υψηλού κινδύνου λόγω της πλειονότητας των περιστατικών πειρατείας που είχαν συμβεί και στο εν λόγω σημείο, ήδη από το τέλος του έτους 2009 κατά το οποίο άρχισαν να παρατηρούνται σποραδικές επιθέσεις σε δεξαμενόπλοια ανοιχτά του Μπενίν. Στην έκθεση του Διεθνούς Γραφείου Ναυσιπλοΐας του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου σχετικά με την πειρατεία και τις ένοπλες ληστείες σε βάρος πλοίων αναφέρεται ότι τα κρούσματα το 2009 ανήλθαν σε 406 από 293 το 2008 και από τα 406, τα 264 έλαβαν χώρα στις ακτές τις Αφρικής, εκ των οποίων 116 στον κόλπο του Άντεν και 80 στη Σομαλία (Ανατολική Αφρική), 15 στην Ερυθρά Θάλασσα (βρέχει τη βορειοανατολική Αφρική) και 28 στη Νιγηρία που ευρίσκεται στη δυτική Αφρική, εντός του κόλπου της Γουινέας. Από το πρώτο δε εξάμηνο του έτους 2011, είχε καταστεί ευρέως γνωστό ότι τα περιστατικά πειρατείας δεν ήταν περιορισμένα μέσα στον κόλπο του Άντεν, στα ανοιχτά της Σομαλίας αλλά αυξήθηκαν και στην περιοχή του Μπενίν, μέσα στον κόλπο της Γουινέας, που ευρισκόταν πλέον στο μεταίχμιο ώστε να θεωρηθεί ζώνη υψηλού κινδύνου. Κατά το χρόνο δε εκείνο (από τις αρχές του έτους 2011) το θέμα της πειρατείας στον κόλπο της Γουινέας είχε γίνει θέμα παγκόσμιας ανησυχίας αφού συχνά λάμβαναν εκεί χώρα ένοπλες εγκληματικές επιθέσεις με βίαιες μεθόδους που αποσκοπούσαν μεταξύ άλλων στην αφαίρεση φορτίων πετρελαίου. Περαιτέρω από τη δράση τους οι πειρατές στον Κόλπο της Γουινέας ήταν ιδιαίτερα γνωστοί για τις βίαιες μεθόδους τους, καθώς προέβαιναν σε απαγωγές, βασανιστήρια και πυροβολισμούς των πληρωμάτων. Μέχρι το έτος 2010, 45 περιστατικά είχαν αναφερθεί στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών και έως το έτος 2011 τα περιστατικά ανήλθαν σε 64-παρά το ότι πολλά περιστατικά πειρατείας δεν αναφέρονταν-και για αυτό ακριβώς το λόγο το εμπόριο του μεγάλου λιμανιού του Μπενίν, του λιμένα της Κοτονού, μειώθηκε από τα τέλη του έτους 2010 έως και το έτος 2012 κατά ποσοστό 70%, εξ αυτού δε συνάγεται ότι κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους 2011 είχε επέλθει μείωση τουλάχιστον κατά 30% (σχετ. η προσκομιζόμενη δημοσίευση στη διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια Wikipedia, με τίτλο η πειρατεία στον Κόλπο της Γουινέας). Από τα παραπάνω αναφερόμενα αποδεικνύεται ότι από τις αρχές του έτους 2011 είχε συμβεί σημαντικός αριθμός επεισοδίων, πειρατειών και ενόπλων ληστειών στη θάλασσα, σε βάρος πλοίων που ναυλοχούσαν στα ανοικτά των ακτών του Μπενίν, γεγονός που είχε υποπέσει στην αντίληψη των εναγομένων, οι οποίοι ανέπτυσσαν εμπορική δραστηριότητα στην εν λόγω περιοχή. Σε μία δημοσίευση μάλιστα που παρουσιάσθηκε σε συνέδριο ενάντια στην πειρατεία που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του έτους 2011 στο Ντουμπάι, ο Πρέσβης του Μπενίν, …………, είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Η μάστιγα της πειρατείας μετακινείται σε άλλες περιοχές της Αφρική. Η χώρα μου το Μπενίν είναι ένα από τα άγνωστα θύματα αυτή της παράνομης δραστηριότητας. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης (μία εκτεταμένη ακτογραμμή στον Κόλπο της Γουινέα, κομβικό σημείο των ναυτιλιακών μεταφορών στη Δυτική Αφρική, ένα λιμάνι διαμετακόμισης για ενδοχώριες χώρες), το Μπενίν έχει γίνει τακτικός μάρτυρας πειρατικών επιθέσεων και απειλών στα ναυτιλιακά της ύδατα». Σημειωτέον ότι ακόμη και το ίδιο το σχέδιο ασφαλείας του πλοίου με ημερομηνία 1-5-2010 (κεφ. 6 παρ. 1 υπό τίτλο «Πειρατές – το πρόβλημα») αναφέρει ότι οι σημερινοί πειρατές είναι μία επικίνδυνη ομάδα βίαιων εγκληματιών, οι οποίοι είναι οπλισμένοι, εξαιρετικά επικίνδυνοι και καλά οργανωμένοι. Μάλιστα παρατίθεται στο εν λόγω σχέδιο ότι αν και οι δραστηριότητές τους (των πειρατών) είναι λίγο ως πολύ παγκόσμιες, υπάρχουν συγκεκριμένες περιοχές οι οποίες μπορούν να προσδιορισθούν ότι είναι ιδιαίτερα υψηλού κινδύνου. Δηλαδή η δυτική Αφρική, ιδιαίτερα η Νιγηρία και η Ακτή Ελεφαντοστού, η Σομαλία, Κολομβία, Εκουαδόρ, Βραζιλία, Ινδονησία, οι θάλασσες της Νότιας Κίνας και τα Στενά της Μαλάκκα…. Συνεπώς, ήταν γνωστό στις εναγόμενες, με βάση το ίδιο το σχέδιο ασφαλείας του πλοίου, ότι η δυτική Αφρική και ιδιαίτερα η Νιγηρία που συνορεύει με το Μπενίν, ήταν περιοχές υψηλού κινδύνου προς εκδήλωση επιθέσεων πειρατείας. Περαιτέρω στο κεφάλαιο 6.2 αναφέρονται οι προφυλάξεις ασφαλείας που πρέπει να λαμβάνει το πλοίο κατά της πειρατείας και ειδικότερα η 24ωρη διαρκής επιτήρηση κυρίως στην πρύμνη, ο αποκλεισμός μέσων πρόσβασης στους χώρους ενδιαίτησης, η κατάστρωση σχεδίου διαφυγής, επαφή με VHF (ασυρμάτους) από τον χώρο του καταστρώματος με το χώρο καμπίνας του πλοιάρχου και το θάλαμο ασυρμάτου, καθορισμό σημάτων κινδύνου με το πλοίο και αν είναι δυνατό με άλλα πλοία και τις παράκτιες αρχές, επαρκής φωτισμός στο κατάστρωμα και στις πλευρές του πλοίου – χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για τη ναυσιπλοΐα, καθορισμός σε ένα ραντάρ μίας ζώνης επιτήρησης – επιφυλακής σε μία εμβέλεια μεταξύ ενός (1) και δύο (2) μιλίων πίσω από τη πρύμνη του πλοίου προκειμένου να σημαίνεται συναγερμός σε περίπτωση προσέγγισης μικρών πλοίων που πλησιάζουν από την πρύμνη, εφοδιασμός με λάστιχα νερού, προετοιμασία των αντλιών για όλες τις περιπτώσεις, τοποθέτηση λάστιχων στη πρύμνη με συνεχή εκτόξευση νερού, καθορισμός ασφαλούς τοποθεσίας εντός των θαλάμων ενδιαίτησης προς αποχώρηση σε περίπτωση επίθεσης από πολλούς πειρατές. Στο κεφάλαιο 6.3 στο σχέδιο ασφαλείας του πλοίου γίνεται αναφορά των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται όταν οι εισβολείς εντοπισθούν και ειδικότερα ο δυνατός ήχος γενικού συναγερμού, η μεταβολή πορείας προς τη θάλασσα με αύξηση της ταχύτητας, η ενεργοποίηση πρόσθετου φωτισμού, η χρησιμοποίηση φακών για να τυφλωθούν οι εισβολείς, η ρίψη νερού καταστρώματος, η ειδοποίηση παράκτιων σταθμών και άλλων κοντινών πλοίων, η σήμανση δια των φακών προς την κατεύθυνση των εισβολέων, η πυροδότηση φωτοβολίδων – πυροτεχνημάτων. Στο κεφάλαιο 6.4 στο σχέδιο ασφαλείας του πλοίου γίνεται αναφορά των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται όταν οι εισβολείς επιβιβασθούν στο πλοίο, όπως η διατήρηση της επάνδρωσης της γέφυρας, η υποχώρηση του λοιπού πληρώματος στην προκαθορισθείσα ασφαλή τοποθεσία, η αναφορά της κατάστασης μέσω ασυρμάτου στις παράκτιες αρχές, η αναζήτηση επείγουσας και διαθέσιμης βοήθειας.
Ενόψει λοιπόν των ανωτέρω, αφού η επικινδυνότητα της θαλάσσιας περιοχής που προσέγγιζε το πλοίο τους ήταν γνωστή στις εναγόμενες, και περαιτέρω δεν προέκυψε ότι υπήρχε σημαντικός λόγος να αγκυροβολήσει αυτό στο συγκεκριμένο σημείο (π.χ. δυσμενέστατες καιρικές συνθήκες που καθιστούσαν την πλεύση του αδύνατη), όφειλε να είχε συνεχίσει το ταξίδι του, προκειμένου να αποφύγει την εν λόγω περιοχή και τους πιθανούς κινδύνους από την αγκυροβόλησή του στο εν λόγω σημείο, το οποίο έχοντας μικρή απόσταση, περίπου 7,5 χιλιόμετρα, από τις ακτές και μη φυλασσόμενο από την ντόπια λιμενική αρχή, ήταν ευχερώς προσβάσιμο στους πειρατές. Το γεγονός ότι αγκυροβόλησε με δυο ακόμα πλοία μαζί ενισχύει την κρίση ότι υφίστατο στους πλέοντες στην εν λόγω περιοχή ισχυρή υποψία για, πιθανή, διάπραξη πειρατείας, πλην όμως θεωρήθηκε, εσφαλμένα από τους υπεύθυνους του πλοίου ότι αυτή δεν θα ελάμβανε χώρα, αφού οι πειρατές ήταν οργανωμένοι και επιτέθηκαν ταυτόχρονα κατά και των τριών αγκυροβολημένων πλοίων, προκειμένου να αιφνιδιάσουν τα πληρώματά τους και να αποτρέψουν κάθε προσπάθεια συνδρομής αυτών μεταξύ τους. Πέραν του άνω παράγοντα που συνέβαλε στην απώλεια της ζωής του ναυτικού, δηλαδή της αγκυροβόλησης σε επικίνδυνη περιοχή που ήταν σφοδρά πιθανή η διάπραξη πειρατείας, καθοριστική ήταν και η πολυήμερη παραμονή του πλοίου σ’ αυτήν, από 23-4-2011 έως τις 8-5-2011, όταν και συνέβη η εναντίον του ληστρική επίθεση, αφού έτσι δόθηκε χρόνος στους πειρατές να προετοιμάσουν και τελικά να πραγματοποιήσουν επίθεση στο πλοίο των εναγομένων, το οποίο, μάλιστα ακόμα και μετά την επίθεση, παρέμεινε μέχρι τις 24-5-2011 όταν ο πλοίαρχος αυτού έλαβε οδηγίες να αποχωρήσει από το σημείο του αγκυροβολίου για την παράκτια πόλη Κοτονού προκειμένου να φορτώσει φορτίο αμόλυβδης βενζίνης από το πλοίο «C.» και εν συνεχεία να αποπλεύσει για παράδοση στο λιμάνι Πορτ Χαρκούρ στη Νιγηρία. Εφόσον ο χρόνος παραμονής σε μη ασφαλή και επικίνδυνη περιοχή παρατείνεται επί τόσο μακρό χρονικό διάστημα, δέκα επτά ημέρες αρχικά και στη συνέχεια μέχρι να συμπληρωθεί ένας ολόκληρος μήνας, αυξάνονται κατά πολύ και οι πιθανότητες να συμβεί περιστατικό όπως το ένδικο, συνεκτιμωμένου ότι και ο προορισμός του πλοίου (Πορτ Χαρκούρ), μέσα στο Δέλτα του ποταμού Νίγηρα, αποτελούσε ομοίως τόπο υψηλής επικινδυνότητας για περιστατικά πειρατείας. Ενόψει αυτών που αναλύονται αμέσως προηγουμένως, αποδεικνύεται η υπαιτιότητα της δεύτερης εναγομένης, εφοπλίστριας, εταιρείας στην πρόκληση του ένδικου περιστατικού και στον συνεπεία αυτού θάνατο του αδελφού των εναγόντων, αφού αυτή καθόριζε του πλόες και τους σταθμούς του πλοίου, καθόσον δεν έλαβε αυξημένα μέτρα προστασίας ενόψει της, με δική της, απόφαση πολυήμερης παραμονής του πλοίου σε επικίνδυνη για την ασφάλεια του πληρώματός του περιοχή και ειδικότερα πέραν των όσων έλαβε (γυμνάσια και εκπαίδευση του πληρώματος κατά της πειρατείας, συνεχή ενημέρωση τους δια της συμβάσεως με τη Videotel, συγκέντρωση του πληρώματος σε ειδικό θάλαμο συγκέντρωσης, ενεργοποίηση ηχητικού συστήματος κινδύνου, κλήσεων Mayday), όφειλε σε κάθε περίπτωση α) να είχε αυξήσει το πλήρωμα της γέφυρας και τα παρατηρητήρια ώστε διαρκώς και από περισσότερα του ενός μέλη του πληρώματος να γίνεται έλεγχος των πλευρών του πλοίου για την αποσόβηση της προσέγγισης των πειρατών σ’ αυτό και να μην διενεργείται η υπηρεσία επιφυλακής από ένα μόνο άτομο (εν προκειμένω τον θανόντα ναυτικό), β) να είχε προβεί σε συνεννόηση με τα λοιπά αγκυροβολημένα πλοία προς οργάνωση κοινού σχεδίου λήψης αμυντικών μέτρων, από κοινού οργάνωση παρατηρητηρίων και ελέγχων καθώς και συντονισμού στην αντιμετώπιση των περιστατικών, να διατηρούν διαρκή επικοινωνία μεταξύ τους προς εντοπισμό και αναγγελία πειρατικής επίθεσης με σκοπό την από κοινού λήψη μέτρων προς αποσόβηση ή αντιμετώπισή της, γ) να είχε αυξήσει το φωτισμό στο πλοίο, να είχε προβεί σε χρήση συσκευών νυκτερινής κατόπτευσης καθώς και να είχε μεριμνήσει για την αποτελεσματική λειτουργία και παρακολούθηση των ραντάρ του πλοίου, προς εντοπισμό της διέλευσης των πειρατικών πλοίων πλησίον του, δ) να είχε ενεργοποιήσει αμυντικά μέτρα έχοντας θέσει σε ετοιμότητα χρήσης πυροσβεστικές αντλίες και αντλίες νερού προς αποσόβηση της εισόδου των πειρατών στο πλοίο. Μη πράττοντας τα ανωτέρω, αν και γνώριζε από την δραστηριοποίησή της στην συγκεκριμένη περιοχή, τους κινδύνους που απειλούσαν το πλοίο και το πλήρωμά του, από αμέλειά της η εφοπλίστρια – δεύτερη εναγομένη, δια του προστηθέντος πλοιάρχου, ο οποίος μάλιστα όφειλε, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Β.Δ. 806/1970 περί Κανονισμού Εργασίας επί των ελληνικών φορτηγών πλοίων 800 κόρων και άνω, να μεριμνά για την ασφάλεια του πλοίου και των επί αυτού επιβαινόντων, δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποτραπεί η πειρατεία και ο επελθόν συνεπεία αυτής θάνατος του ναυτικού ………., εξ αυτού δε του λόγου, οι ενάγοντες, αδελφοί του θανόντος ναυτικού, ήτοι η τρίτη, η τέταρτη, ο πέμπτος, η έκτη και η έβδομη των εναγόντων και ήδη πρώτη, δεύτερη, τρίτος, τέταρτη και πέμπτη των εφεσιβλήτων, δικαιούνται να λάβουν χρηματική ικανοποίηση λόγω της στενοχώριας που δοκίμασαν από τον θάνατο του συγγενή τους που οφείλεται- εν μέρει και –στην υπαιτιότητα της δεύτερης εναγομένης (πέραν της υπαιτιότητας των αυτουργών της ανθρωποκτονίας).
Στο σημείο αυτό να επισημανθεί ότι σύμφωνα με το προσκομιζόμενο από τους ενάγοντες πιστοποιητικό γέννησης το ορθό όνομα της έβδομης εξ αυτών και ήδη πέμπτης εφεσίβλητης είναι …… (…….) και όχι ……… (………..).
Ενόψει των ανωτέρω τα οποία δέχθηκε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθά εφαρμόζοντας και ερμηνεύοντας το νόμο και εκτιμώντας τις αποδείξεις, όσα αντίθετα υποστηρίζουν οι εναγόμενες με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους και μερικά κατά το αντίστοιχο σκέλος του τρίτου λόγου της έφεσης, είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα. Κατόπιν αυτών και αφού δεν υφίσταται άλλος λόγος προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η έφεση ως ουσία αβάσιμη και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, των εφεσίβλητων-εναγόντων, σε βάρος των ηττηθέντων εκκαλούντων-εναγομένων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της απόφασης και κατόπιν αποδοχής σχετικού αιτήματος αυτών (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………. έφεση των εναγομένων κατά της 3894/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών.
Δέχεται τυπικά την έφεση και
Απορρίπτει την έφεση κατ’ ουσίαν .
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλούντων και τα ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 2 Ιανουαρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ