Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 407/2021

Αριθμός     407/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ:  1) ………, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας της δικηγόρου Μαργαρίτας Πετράκη και 2) …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Μαργαρίτα Πετράκη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Σοφία Κοφινά.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 1.3.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 457/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου      οι 1η και 3ος εκ των εναγομένων και ήδη εκκαλούντες  με την από      18.4.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2019) αρχικά η  21η.5.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 86/2020 Πράξη του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων,  αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη, από 18.4.2019 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………../19.4.2019) έφεση των πρωτοδίκως ηττηθέντων – 1ης και 3ου των εναγομένων κατά του νικήσαντος ενάγοντος και της υπ΄αριθ. 457/8.2.2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που δίκασε ερήμην των εναγομένων κατά την τακτική διαδικασία και έκανε δεκτή την από 1.3.2018 αγωγή του ενάγοντος και  ήδη εφεσιβλήτου, κατά των εναγομένων – εφεσιβλήτων και της …………. η οποία δεν κατέστη διάδικος στην παρούσα δίκη, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (518 παρ. 1 ΚΠολΔ) όπως προκύπτει από την από 21.3.2019 επισημείωση της Δικαστικής Επιμελήτριας ………. επί του σώματος της κοινοποιηθείσας εκκαλουμένης σε συνδυασμό με την από 19.4.2019 έκθεσης κατάθεσης της κρινόμενης έφεσης που υπογράφει ο Γραμματέας του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Επίσης κατατέθηκε και το υπ΄αριθ. . . . e-  παράβολο έφεσης (495 παρ. ΚΠολΔ). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 517ΚΠολΔ η έφεση απευθύνεται κατ` εκείνων οι οποίοι ήσαν διάδικοι στη πρωτόδικη δίκη ή των καθολικών διαδόχων ή των κληροδόχων αυτών. Επί αναγκαστικής ομοδικίας η έφεση πρέπει να απευθύνεται κατά πάντων των ομοδίκων αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εξάλλου δια της παρ. 1 του άρθρου 76ΚΠολΔ ορίζονται οι περιπτώσεις της αναγκαστικής ομοδικίας, δια δε την παρ. 4 του άρθρου 76ΚΠολΔ ορίζεται ότι η άσκηση ενδίκων μέσων υπό κάποιον από τους ομοδίκους επάγεται αποτελέσματα και για τους λοιπούς, τούτο δε υπό την έννοια ότι αν αναγκαίος ομόδικος ασκήσει ένδικο μέσο, θεωρούνται εκ του νόμου ως ασκούντες αυτό και οι ομόδικοι εκείνου παρόλο ότι αδράνησαν. Από τα παραπάνω παρέπεται ότι δεν απαιτείται από το νόμο όπως η υπό τίνος των αναγκαίων ομοδίκων ασκουμένη έφεση απευθύνεται επί ποινή απαραδέκτου και κατά των ομοδίκων αφού σε ενάντια περίπτωση ο αναγκαστικός ομόδικος του εκκαλούντος θα εμφανίζεται να έχει ταυτοχρόνως την ιδιότητα του εφεσιβλήτου και του εκκαλούντος το οποίο λογικώς και νομικώς είναι απαράδεκτο. Εν τούτοις ειδικώς επί αναγκαστικής ομοδικίας που προκύπτει στη δίκη επί διανομής εκ του ότι είναι αναγκαία η εναγωγή πάντων των κοινωνών κατ` άρθρο 478ΚΠολΔ τα προεκτεθέντα δεν δύνανται να ισχύουν. Όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 798 και 794ΑΚ, 479, 480 παρ. 3, 481 αρ. 2, 482 παρ.1, 483, 489ΚΠολΔ, η αγωγή περί διανομής δεν είναι μόνον διαπλαστική ως διώκουσα τη διάπλαση νέας έννομης σχέσης για κάθε κοινωνό δια της λύσεως της κοινωνίας αλλ` είναι και διπλού χαρακτήρος υπό την έννοια ότι δημιουργεί δίκη κατά την οποία εκ προοιμίου και ανεξαρτήτως αυτής, ο ενάγων είναι συγχρόνως και εναγόμενος ως και έκαστος εναγόμενος είναι συνάμα αντίδικος του συνεναγομένου του, εφόσον υφίσταται η δυνατότητα οποιοσδήποτε των εναγομένων να υποβάλει αίτηση επί τη βάσει πραγματικού διαφόρου της αγωγής ως προς το επίκοινο δίκαιο και τη διάπλαση αυτού και σε περίπτωση παραδοχής της αιτήσεως να αποβεί η δίκη εις βάρος των λοιπών όχι δια της απορρίψεως της αγωγής αλλά δια της διαπλάσεως της έννομης σχέσης κατά τρόπο διάφορο του δια της αγωγής επιδιωκομένου και συνεπώς να καταλήξει η δίκη εις βάρος του ενάγοντος ή των εναγόντων και του ετέρου ή των λοιπών εναγομένων οι οποίοι κατά τούτο είναι αντίδικοι προς αλλήλους δεσμευόμενοι εκ της διαπλαστικής ενέργειας της εκδιδομένης αποφάσεως. Ακολούθως η αρξαμένη περί διανομής δίκη είναι ομοίως διπλή καθ` όλη τη πορεία αυτής και συνεπώς και στο δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας. Το ότι κάποιος ή κάποιοι των κοινωνών ως επιτιθέμενοι ή αμυνόμενοι ευρίσκονται σε αντίστοιχη δικονομική θέση κατά την έναρξη του δικαστικού αγώνα σε κάθε στάδιο αυτού είναι όλως συμπτωματικό αφού καθένας τούτων ανεξαρτήτως της θέσεώς του, δύναται να έχει αντίθετα συμφέροντα προς τον έτερο και προβάλλων αυτά να είναι ουσιαστικώς αντίδικος του ετέρου. Επομένως επί δίκης διανομής, ο εναγόμενος ασκών έφεση οφείλει επί ποινή απαραδέκτου να απευθύνει αυτή και κατά του στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας αναγκαίου ομοδίκου του (συνεναγομένου) συμφώνως προς το άρθρο 517 εδ. β`ΚΠολΔ, διότι στην ειδική αυτή περίπτωση η παρ. 4 του άρθρου 76 του ιδίου κώδικα κατά την οποία η άσκηση ενδίκων μέσων επάγεται αποτέλεσμα και για τους λοιπούς, δεν εφαρμόζεται. Αληθώς, δεν δύναται να γίνει δεκτό ότι λογίζεται εκ του νόμου ως αντιπροσωπευόμενος στην άσκηση της έφεσης υπό του εκκαλούντος ο ως άνω αναγκαίος ομόδικος κατά το μέτρο που έχει αντίθετα συμφέροντα προς αυτόν και λόγω του διπλού χαρακτήρος της δίκης αυτής, έχει ουσιαστικώς και την ιδιότητα του αντιδίκου (AΠ 1822/2017, 386/2014, ΕφΔωδ 172/2020, ΕφΔυτΜακ 11/2020, ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων ……….., άσκησε την από 1.3.2018 ως άνω αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των 1) …….. 2) …….. και 3) …………, με την οποία ζητούσε να διαταχθεί η αυτουσία διανομή του σε αυτήν αναφερομένου ακινήτου συνιδιοκτησίας των διαδίκων με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατ΄ορόφους, άλλως και στην περίπτωση που η αυτουσία κατά τα ανωτέρω διανομή κριθεί ανέφικτη, να διαταχθεί η πώλησή του με πλειστηριασμό.  Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε την αγωγή κατά την κύρια βάση της και διέταξε τη διανομή του ακινήτου, επέβαλε δε τη δικαστική δαπάνη του ενάγοντος σε βάρος καθενός των εναγομένων κατά τα εν αυτή. Στη συνέχεια, οι 1η και 3ος των εναγομένων, άσκησαν την κρινόμενη έφεση με την οποία ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη με σκοπό να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αγωγή του εφεσιβλήτου – ενάγοντος. Σύμφωνα όμως με όσα προαναφέρθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, η κρινόμενη έφεση που ασκήθηκε από δύο μόνο εκ των εναγομένων, χωρίς να στρέφεται και κατά της  συνεναγομένης τους – 2ης εξ αυτών, …………, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, καθόσον η αγωγή στρεφόταν και κατά της 2ης εναγομένης ως συνιδιοκτήτριας, η οποία είχε καταστεί διάδικος στην πρωτοβάθμια δίκη, πλην όμως η έφεση δεν στρέφεται και κατ΄αυτής ως όφειλε, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν,  ενώ θα έπρεπε ν΄ απευθύνεται υποχρεωτικά, επί ποινή απαραδέκτου και κατά της συνεναγομένης των εκκαλούντων,  καθόσον η δίκη διανομής είναι διπλή σε όλη τη διαδρομή της, άρα και ενώπιον του δευτέρου βαθμού. Και τούτο διότι το γεγονός ότι η 2η εναγομένη βρισκόταν σε αυτήν τη δικονομική θέση είναι εντελώς συμπτωματικό, αφού καθένας από τους συνεναγομένους ενδέχεται να έχει αντίθετα συμφέροντα προς τον άλλον και έτσι να καθίσταται αντίδικό τους, ανεξαρτήτως της παραπάνω δικονομικής θέσης ως συνεναγομένων. Για το λόγο αυτόν, άλλωστε, η διάταξη του άρθρου 76 παρ 4 ΚΠολΔ υποχωρεί, όταν πρόκειται δίκη διανομής.  Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου έφεσης που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας στο Δημόσιο Ταμείο λόγω της απόρριψης της έφεσης σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό και να επιβληθεί η δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (176, 183, 192 παρ. 1 ΚΠολΔ) σε βάρος των τελευταίων κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την από 18.4.2019 (υπ΄ αριθ. κατάθ. …………/19.4.2019) έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου έφεσης που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των χιλίων ευρώ (1.000 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις    17 Αυγούστου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ