Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 383/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  383/2021

ΤΡΙΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Μπερσή Εφέτη, Ηλία Σταυρόπουλο Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα Ε.Τ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Των εκκαλούντων : 1) Ανώνυμης εταιρείας ………., 2) ………., 3) …………. και 4) ……….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, Δημήτριο Ρηγόπουλο.

Του εφεσίβλητου : Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «Δήμος ………» του νομού ………, εδρεύοντος στο ……. ………, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικού διαδόχου του πρώην Δήμου …….., Δήμου …….. και Δήμου ………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Δημήτριο Μυχιώτη – Κακολίρη.

Των προσθέτως παρεμβαινόντων πρωτοβαθμίως : 1) Υπουργού Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα με την ιδιότητά του να εποπτεύει τις περιουσίες που καταλείπονται υπέρ ιδρυμάτων και για κοινωφελείς σκοπούς και 2) Γενικού Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, που κατοικοεδρεύει στην Ν.Ε.Ο. Πατρών – Αθηνών 28, με την ιδιότητά του να εποπτεύει τις περιουσίες που καταλείπονται υπέρ ιδρυμάτων και για κοινωφελείς σκοπούς, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τη Δικαστική Πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Θεοδώρα Κουκλιάκου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Ο εφεσίβλητος άσκησε την με αρ. κατ. ………./2018 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Στη δίκη αυτή παρενέβησαν υπέρ του οι ως άνω προσθέτως παρεμβαίνοντες με το με αρ. κατ. …………/2018 δικόγραφο πρόσθετης παρέμβασης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ’ αρ. 3746/2019 απόφασή του έκανε δεκτή την αγωγή.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλαν οι εκκαλούντες (εναγόμενοι) με την από 20.1.2020 με αρ. κατ. ………../2020 έφεση και ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν  στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 2), έχει δε κατατεθεί το σχετικό παράβολο [Ηλεκτρ. Παράβολο ………………/2020]. Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος ζήτησε να ερμηνευτεί η δήλωση βουλήσεως του διαθέτη ………………, όπως αυτή περικλείεται στην από 8.4.1987 ιδιόγραφη διαθήκη του και να αναγνωριστεί ότι αυτός (ο ενάγων), ως καθολικός διάδοχος του Δήμου ……….., απέκτησε από το χρόνο θανάτου του διαθέτη (13.5.1993), υπό τη μορφή άμεσης κληροδοσίας, την ψιλή κυριότητα επί των 14.574 μετοχών της πρώτης εναγομένης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας και μετά το θάνατο της επικαρπώτριας αυτών, …………… (13.2.2016), την πλήρη κυριότητα αυτών, άλλως και όλως επικουρικώς, να αναγνωριστεί ότι απέκτησε από το χρόνο θανάτου του ως άνω διαθέτη άμεση κληροδοσία πλήρους κυριότητας επί των αυτών μετοχών υπό την αναβλητική αίρεση του θανάτου της ………….. Στη δίκη αυτή ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου παρενέβησαν υπέρ του ενάγοντος ο Υπουργός Οικονομικών και ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, ως εκ του νόμου εποπτεύοντες τις περιουσίες που καταλείπονται υπέρ ιδρυμάτων και για κοινωφελείς σκοπούς. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ’ αρ. 3746/2019 απόφασή του έκανε δεκτή την αγωγή κατά το κύριο αίτημά της. Εναντίον αυτής της απόφασης οι εναγόμενοι εκκαλούντες άσκησαν την υπό κρίση έφεσή τους παραπονούμενοι για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ζήτησαν αυτή να εξαφανιστεί και να απορριφθεί η αγωγή.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1714, 1800, 1967, 1969 και 2009 του ΑΚ συνάγεται ότι ο κληρονομούμενος μπορεί με διαθήκη να προσπορίσει σε κάποιον περιουσιακή ωφέλεια, χωρίς να τον εγκαταστήσει κληρονόμο (κληροδοσία). Αν έχουν αφεθεί μόνο ειδικά αντικείμενα στον τιμώμενο, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται κληροδόχος, ακόμη και αν ονομάστηκε κληρονόμος. Βεβαρημένος με κληροδοσία μπορεί να είναι ο κληρονόμος, τιμημένος δε με κληροδοσία μπορεί να είναι και ο ίδιος ο κληρονόμος, ακόμη και αν είναι μοναδικός, και ως προς το μέρος της, με το οποίο βαρύνεται με  αυτήν ο ίδιος (εξαίρετο ΑΚ 1969). Η έννομη συνέπεια της κληροδοτικής φύσης του εξαιρέτου έγκειται κυρίως στο ότι αυτό ως κληροδοσία, εκπληρώνεται μετά τις υπόλοιπες υποχρεώσεις (ΑΚ 1901 εδφ. β), ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομιά και να αποδεχθεί το εξαίρετο και το αντίστροφο, μπορεί ο ίδιος επίσης να πωλήσει την κληρονομική του μερίδα, χωρίς να περιλάβει το εξαίρετο και έναντι των δανειστών της κληρονομιάς ευθύνεται ανάλογα με την κληρονομική του μερίδα (ΑΚ 1885), όχι δε και ανάλογα με την αξία του εξαιρέτου (βλ. Παπανικόλα σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλο «ΑΚ – Κατ’ άρθρο ερμηνεία» Τόμος Χ αρθρ. 1970  ιν αρ. 11-17, σελ. 619-620). Καταπιστευτική δε υποκατάσταση στην κληροδοσία, δηλαδή ότι από ορισμένο σημείο ή γεγονός, που επέρχεται μετά την απόκτηση  της  κληροδοσίας,  αυτό που κληροδοτήθηκε περιέρχεται σε άλλον, ισχύει  μόνο  για κοινωφελή σκοπό ή υπέρ των εξ αίματος συγγενών του διαθέτη σε ευθεία γραμμή ή έως και τον τρίτο βαθμό σε πλάγια γραμμή, που υπάρχουν κατά το θάνατο του βεβαρημένου πρώτου κληροδόχου. Περαιτέρω, κατά μεν το άρθρο 1984 παρ. 1 ΑΚ, η κληροδοσία ορισμένου κατ’ είδος αντικειμένου, που δεν ανήκει στην κληρονομία κατά τον χρόνο θανάτου του διαθέτη, είναι άκυρη, εκτός αν συνάγεται ότι γίνεται και για την περίπτωση που το αντικείμενο αυτό δεν ανήκει στην κληρονομία. Κατά δε το άρθρο 1985 ΑΚ, εφόσον, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, είναι ισχυρή η κληροδοσία αντικειμένου που δεν ανήκει στην κληρονομία κατά το θάνατο του διαθέτη, ο βεβαρημένος έχει υποχρέωση να το προμηθεύσει στον κληροδόχο. Από τις συνδυασμένες αυτές διατάξεις προκύπτει ότι καθίσταται άκυρη η κληροδοσία αντικειμένου, ορισμένου κατ’ είδος, που δεν υπάρχει στην κληρονομία κατά τον χρόνο θανάτου του διαθέτη και δεν συνάγεται διαφορετική βούληση του διαθέτη για να ισχύσει η κληροδοσία ως κληροδοσία “προμηθευτέου”, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1985 ΑΚ, το αληθές περιεχόμενο της οποίας μπορεί να αναζητηθεί κατά τη διάταξη του άρθρου 173 ΑΚ και με τη συνεκτίμηση στοιχείων κειμένων εκτός της διαθήκης, υπό την προϋπόθεση ότι καθίσταται αναγκαία η εν λόγω συνεκτίμηση λόγω ασαφούς διατυπώσεως του κειμένου αυτού (βλ. ΑΠ 1222/2018 δημ. ιστοσελίδα Αρείου Πάγου, ΕφΑθ 6364/1999, ΕφΑθ 2299/1999 δημ. ΝΟΜΟΣ). Σημειωτέον ότι στην περίπτωση της κληροδοσίας αντικειμένου ορισμένου κατ’ είδος, που εκποιήθηκε από τον διαθέτη εν ζωή, δεν χωρεί εκ του νόμου κληροδοσία στο αντάλλαγμα, που ελήφθη γι’ αυτό, αν αυτό εκποιήθηκε από τον διαθέτη εν ζωή, όπως συμβαίνει στην περίπτωση κληρονόμου επί δήλου (ΑΚ 1710, 1712, 1800), παρά μόνο αν συνάγεται αντίθετη βούληση του διαθέτη, γιατί στην τελευταία περίπτωση (κληρονόμου επί δήλου) η εκποίηση του δήλου δεν καθιστά κενή περιεχομένου και ανίσχυρη την κληρονομική εγκατάσταση, η οποία συνεπάγεται καθολική (και ως προς τα χρέη της κληρονομίας)  διαδοχή,  σε αντίθεση με τη δημιουργική ειδικής διαδοχής κληροδοσία, στην οποία και μόνο εφαρμόζεται ο κανόνας του άρθρου 1984  παρ. 1 ΑΚ (ΑΠ 715/2015, ΑΠ 722/2014, δημ στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου, ΑΠ 117/1998 δημ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, της υπ’ αρ. …………/14.9.2018 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Μεσολογγίου, ……….., της υπ’ αριθ. …………/13.9.2018 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, ……………., οι οποίες ελήφθησαν μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγομένων (βλ. την υπ’ αριθ. ……………./10.9.2Ο18 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………. και τις υπ’ αριθ. ………., …….. και ………/10.9.2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή …………), των υπ’ αριθ. ……../14.9.2018 και ………./2.10.2018 ένορκων βεβαιώσεων ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, Καλλιρρόης ……….. και της υπ’ αριθ. ………./14.9.2018 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Ξυλοκάστρου, ……….., οι οποίες ελήφθησαν μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος (βλ. τις υπ’ αριθ. … και …./11.9.2018, … και …./27.9.2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………….), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 13.5.1993 απεβίωσε σε κλινική του Αμαρουσίου Αττικής ο εφοπλιστής ……………….., κάτοικος εν ζωή Πειραιώς (………….), όπως τούτο βεβαιώνεται στην προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ………./1993 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξιαρχείου Αμαρουσίου. Κατά το χρόνο θανάτου του ζούσε η σύζυγος του, ……………, ενώ δεν υπήρχαν κατιόντες συγγενείς, δηλαδή τέκνα ή εγγόνια. O θανών άφησε δύο ιδιόγραφες διαθήκες, την από 8.4.1987, που δημοσιεύτηκε με το υπ’ αριθ. 468/Δ474/εξ.13/3.9.1993 πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και κηρύχθηκε κυρία με την ταυτάριθμη απόφαση του ίδιου δικαστηρίου και την από 9.3.1988 επιγραφόμενη ως «συμπληρωματική» ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δημοσιεύτηκε με το υπ’ αριθ. 469/Δ475/εξ.14/3.9.1993 πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και κηρύχθηκε κυρία με την ταυτάριθμη απόφαση του αυτού δικαστηρίου. Στην πρώτη από τις ως άνω διαθήκες διαλαμβάνονται επί λέξει τα εξής: «Η Διαθήκη μου. O άνθρωπος ουδέποτε ηδυνήθη να προσδιορίσει πότε θα πεθάνη. Η απλή λογική όμως του φωνάζει ότι μπορεί να απέλθει την στιγμή που αυτός δεν είναι εις θέσιν ούτε να το διανοηθεί. Έχων σώας τας φρένας και πλήρην ηρεμίαν διατυπώνω τας τελευταίας μου επιθυμίας. Κατ’ αρχήν λόγω των διαφόρων γεγονότων που επακολούθησαν δι’ εμέ, ακυρώ πάσαν προγενεστέραν μου. Και τα όνειρα τα οποία είχα δια διαφόρους φιλανθρωπικούς σκοπούς δυστυχώς αι συνθήκαι με υποχρεώνουν να τα εγκαταλείψω. Αφήνω γενικήν κληρονόμον μου την λατρευτήν μου σύζυγον …………………… Εις αυτήν αφήνω ολόκληρον την περιουσίαν μου, κινητήν και ακίνητον. Το κτήμα Συκιάς όπου έχω κάνει τις τουριστικές εγκαταστάσεις υπό την επωνυμίαν ………….. της αφήνω εφ’ όρου ζωής την επικαρπίαν και μετά τον θάνατόν της αφήνω να περιέρχεται εις τον Δήμον ….. και με τα έσοδα του να σπουδάζουν δύο νέοι προερχόμενοι από ………… Ομοίως το ανήκον εις εμέ Κτήμα του ….. το αφήνω εις το Ορφανοτροφείον και Γηροκομείον. Τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές δεν γνωρίζω δια τα κτήματα -τα οποία είναι εις τις εταιρείες «……………..», πάντως όλες τις μετοχές αφήνω εις την σύζυγόν μου και αυτή αν θέλει ας κάμνη κάποια δωρεά εις το Γεροκομείο …… Εις τους συγγενείς μου νομίζω ότι έκαμα το καθήκον μου και δεν έχουν ανάγκη από τίποτε. Εις την αγαπημένη μου …………., σύζυγό μου, μαζί με τις ευχαριστίες που μου στάθηκε στις τελευταίες δύσκολες στιγμές ως πραγματική σύντροφος εκτός της αγάπης μου την παρακαλώ αν τυχόν και χάσω τις αισθήσεις μου να με βοηθήση να πεθάνω εν ηρεμία και αξιοπρέπεια. O συντάξας. Υπογραφή.  8/4/1987». Στη δεύτερη από 9.3.1988 συμπληρωματική διαθήκη του, η οποία δεν περιέχει διάταξη αναιρούσα την προεκτιθέμενη από 8.4.1987 πρώτη του διαθήκη, ο ίδιος δηλώνει επίσης επί λέξει τα ακόλουθα: «Συμπληρωματική Διαθήκη μου. Η θεία Πρόνοια μου εχάρισε την διαύγειαν του πνεύματος και παρά τας ποικίλας, όχι απλώς αντιξοότητας αλλά πραγματικά τραγικάς δι’ εμέ καταστάσεις και αφαντάστους εις βάρος μου διώξεις με πρωτοφανείς εναντίον μου κρατικάς παρανομίας και ταπεινάς ενεργείας παρανομίας (δεν θέλω να επεκταθώ εδώ περί αυτού), θεωρώ υποχρέωσιν να συμπληρώσω την προγενεστέραν διαθήκην, την οποίαν είχα αφήσει κενήν εκ του λόγου της δολοφονίας του αειμνήστου αδερφού μου και των εκ ταύτης δημιουργηθεισών καταστάσεων, με πλαστάς διαθήκας κτλ., και επειδή βλέπω τον χρόνον της εκκαθαρίσεως αρκετά μακρύ και ανεξάρτητα της μεγάλης ηλικίας μου, προπαντός από τας διαφόρους και ποικίλας καταδιώξεις, δεν γνωρίζω αν θα δυνηθώ να ανθέξω εις τα αφάνταστα και επειδή εις την μόνην κρατικήν υπηρεσίαν που έχω απόλυτον εμπιστοσύνην την Ελληνικήν Δικαιοσύνην, και έχων πλήρη πεποίθησιν από τας πράξεις και αποφάσεις αυτών των ηρώων του Δικαίου και της ηθικής ότι θα εκκαθαρίσουν και αποδώσουν το δίκαιον και σ’ αυτό στηριζόμενος, προσθέτω: Εκτός της περιουσίας την οποίαν αφήνω εις την λατρευτήν μου σύζυγον δια της προηγουμένης μου, αφήνω την υπόλοιπον περιουσίαν μου ως κάτωθι: Α) Αποκληρώνω τελείως τη …………. θυγατέρα της αειμνήστου αδερφής μου ………….., η οποία συνειργάσθη με τους δολοφόνους του αειμνήστου Αδερφού μου ………. και δεν εσεβάσθη ούτε την μνήμη του ευεργέτου της που την έβγαλε από τη λάσπη, καθώς αποκληρώνω επίσης τον ………….. υιόν της θανούσης ανηψιάς μου ………, διότι και αυτός ηρνήθη να βοηθήση προς ανακάλυψιν των δολοφόνων του Αδερφού μου και μάλιστα συνειργάσθη δια της Συζύγου του η οποία προσήλθε ως μάρτυς εις το Δικαστήριον, δια τα άνω γνωρίζουν ο δικηγόρος ……….. 2) .. ……, έμπορον εξαγωγών, ………. επιχειρηματίας κλπ. Εις αυτούς αφήνω 40.000.000 (σαράντα εκατομμύρια) για έξοδα δικαστικά και αμοιβή. 2) Μετά την εκκαθάρισιν των περιουσιακών μου στοιχείων μαζί με την κληρονομία του αειμνήστου Αδερφού μου θα ιδρυθή εν ίδρυμα φιλανθρωπικόν δια την εξυπηρέτησιν των νέων της Κεφαλληνίας οι οποίοι θα θελήσουν να σπουδάσουν εις επιστήμην ή Τέχνην ως λεπτομερώς θα εκθέσω εις ετέραν μου. Πειραιάς 9/3/1988. O Συντάξας. Υπογραφή». Από το περιεχόμενο των ως άνω διαθηκών συνάγεται ότι ο διαθέτης κατέλειπε μοναδική, γενική και καθολική κληρονόμο του τη σύζυγό του …………….., την οποία όμως τίμησε και με κληροδοσία, αφήνοντας σ’ αυτήν ως εξαίρετο (ΑΚ 1969) την επικαρπία του κτήματος … Κορινθίας, όπου ευρίσκονταν και οι τουριστικές εγκαταστάσεις της ατομικής επιχείρησης «………….» του διαθέτη. Όρισε δε καταπιστευτική υποκατάσταση στην ως άνω κληροδοσία για κοινωφελή σκοπό (ΑΚ 2009), συγκεκριμένα ότι μετά το θάνατο της ως άνω συζύγου του, η κληροδοσία, δηλαδή το εμπράγματο δικαίωμα της επικαρπίας του ως άνω κτήματος, να περιέλθει στο Δήμο ….., για να σπουδάζουν με τα έσοδα από αυτό δύο νέοι προερχόμενοι από την ……….. Το ότι η κληροδοσία αφορά την ακίνητη περιουσία του κτήματος ……… και όχι την ατομική επιχείρηση του διαθέτη, αυτή καθαυτή, συνάγεται και από το ότι η εν λόγω ατομική επιχείρηση δεν είχε νομική προσωπικότητα και επομένως με κανένα τρόπο δεν μπορούσε επ’ αυτής αυτοτελώς ως επιχείρηση, μετά θάνατο του διαθέτη, να επέλθει κληρονομική διαδοχή, αφού με το θάνατό του αυτή θα έπαυε να υπάρχει, διατηρουμένων μόνο των περιουσιακών στοιχείων και των ατομικών υποχρεώσεων του διαθέτη, ως στοιχείων αποτελούντων το ενεργητικό και παθητικό της κληρονομιάς φυσικού προσώπου. Και υπήρχε λόγος που ο ανωτέρω διαθέτης τίμησε με κληροδοσία, αφήνοντας το κτήμα Συκιάς ως εξαίρετο στη γενική κληρονόμο σύζυγό του και δεν το περιέλαβε και αυτό στην κληρονομιά που της άφησε ως γενική – καθολική κληρονόμο του. Ήθελε να περιέλθει τούτο σ’ αυτήν, ανεξαρτήτως της αποδοχής ή όχι της καταληφθείσας κληρονομιάς εκ μέρους της, ως ειδικό περιουσιακό στοιχείο απαλλαγμένο από τις λοιπές υποχρεώσεις της κληρονομιαίας περιουσίας και στη συνέχεια, μετά θάνατο αυτής, αυτή η κληροδοσία, αποσυνδεδεμένη από την υπόλοιπη κληρονομιά, να περιέλθει στο Δήμο ….. με επιτρεπτή καταπιστευτική υποκατάσταση. Σε κάθε περίπτωση όμως η κληροδοσία αφορούσε μόνο το δικαίωμα επικαρπίας σε κατ’ είδος ορισμένο πράγμα και δη στο συγκεκριμένο κτήμα …………, δηλαδή στο εκεί ευρισκόμενο ακίνητο με τα συστατικά και τα παραρτήματά του, δηλαδή τις επ’ αυτού κείμενες τουριστικές εγκαταστάσεις και τον κινητό εξοπλισμό που εξυπηρετούσε διαρκώς τον οικονομικό σκοπό εκμετάλλευσης του ακινήτου. Τούτο όμως (ακίνητο με συστατικά και παραρτήματα) δεν υπήρχε στην περιουσία του διαθέτη κατά το χρόνο θανάτου του, διότι, όπως συνομολογούν όλοι οι διάδικοι και προκύπτει από τις αποδείξεις, στις 22.11.1988 μεταβιβάστηκε από τον ίδιον κατά πλήρη κυριότητα στην υπό σύσταση τότε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………» και το διακριτικό τίτλο “…………”, πρώτη εκκαλούσα, που συνέστησε o ίδιος μαζί με τη σύζυγό του, ……………., δυνάμει του, νομίμως μεταγεγραμμένου στο Υποθηκοφυλακείο Ξυλοκάστρου στον Τόμο ……. με α.α. ………. στις 14.2.1989, υπ’ αριθ. ………../22.11.1988 καταστατικού της συμβολαιογράφου Πειραιώς, ……….., δημοσιευθέντος στο ΦΕΚ ΑΕ – ΕΠΕ 116/23.1.1989, προς το σκοπό της σύστασής της, για την κάλυψη και καταβολή του κεφαλαίου της και ως αντάλλαγμα του δόθηκαν 14.574 ονομαστικές μετοχές επί συνόλου 17.500 μετοχών της εταιρείας. Μπορεί δε στο ως άνω συμβόλαιο σύστασης της ανώνυμης εταιρείας να αναγράφεται αδόκιμα ο όρος μετατροπή της ατομικής επιχείρησης του διαθέτη σε ανώνυμη εταιρεία, αφού δεν νοείται μετατροπή εταιρείας χωρίς νομικής προσωπικότητα, όπως η ατομική επιχείρηση φυσικού προσώπου, σε εταιρεία με νομική προσωπικότητα, όπως η ανώνυμη εταιρεία (ΑΠ 894/2019 δημ. στην ιστοσελ. του Αρείου Πάγου), όμως, με την ως άνω πράξη συστήνεται εξ αρχής ανώνυμη εταιρεία από φυσικά πρόσωπα με εισφορά ακινήτου, κατά πλήρη κυριότητα, προς κάλυψη και καταβολή μέρους του κεφαλαίου της. Ο αριθμός των 14.574 ονομαστικών μετοχών ειδικότερα, που αναφέρεται και στην υπ’ αριθ. ………./29.12.1988 διορθωτική πράξη του ανωτέρω υπ’ αριθ. ………../22.11.1988 καταστατικού της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, αντιστοιχεί σε [14.574 X 10.000 (όπου σε δραχμές η αξία εκάστης)] 145.740.000 δραχμές, ήτοι στο ποσό που εκτιμήθηκε νομίμως από την Επιτροπή του άρθρου 9 του ν. 2190/1920, η αξία της καθαρής θέσης της εισφερθείσας περιουσίας της ανωτέρω ατομικής επιχείρησης του διαθέτη. Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, κατά το χρόνο του θανάτου του, στις 13.5.1993, ο ως άνω διαθέτης δεν είχε πλέον κανένα δικαίωμα στο κτήμα Συκιάς με τις επ’ αυτού κείμενες τουριστικές εγκαταστάσεις, αφού τούτο ήταν στην πλήρη κυριότητα της ανώνυμης εταιρείας, όπου ο ίδιος το είχε μεταβιβάσει εν ζωή, και, επομένως, δεν περιλαμβανόταν στην κληρονομιαία περιουσία. Συνεπώς η ως άνω δια της επίδικης διαθήκης κληροδοσία της επικαρπίας αυτού του κτήματος στην σύζυγό του, ήταν άκυρη, αφού αφορούσε αντικείμενο, κατ’ είδος ορισμένο, που δεν ανήκε πλέον στην κληρονομία κατά το χρόνο θανάτου του διαθέτη (ΑΚ 1984 παρ. 1). Εξάλλου, από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι ο διαθέτης ήθελε να ισχύσει η κληροδοσία του ως άνω ακινήτου ως κληροδοσία “προμηθευτέου αντικειμένου” (ΑΚ 1985), εν προκειμένω των ως άνω μετοχών της πρώτης εκκαλούσας, που έλαβε ως αντάλλαγμα για την εισφορά – μεταβίβαση αυτού. Και τούτο γιατί, κατά την ερμηνεία των επίδικων διαθηκών, αναζητώντας την αληθινή βούληση του διαθέτη χωρίς προσήλωση στις λέξεις (ΑΚ 173) και με την εκτίμηση όλων των ως άνω αναφερομένων κατ’ είδος αποδεικτικών μέσων, δεν προκύπτει ότι αληθινή βούληση του διαθέτη ήταν να περιέλθει η επικαρπία των 14.574 ως άνω μετοχών της συσταθείσας ανώνυμης εταιρείας, που έλαβε ως αντάλλαγμα για την εισφορά του ακινήτου (κτήμα ………..), στη σύζυγό του και η ψιλή κυριότητα αυτών στο Δήμο ….. και, μετά το θάνατό της, να περιέλθουν αυτές στο Δήμο ….. κατά πλήρη κυριότητα, καθολικός διάδοχος του οποίου είναι ο εφεσίβλητος. Ούτε άλλως προέκυψε ότι η αληθινή του βούληση ήταν οι εν λόγω μετοχές να περιέλθουν ως κληροδοσία στο Δήμο ….. υπό την αναβλητική αίρεση του θανάτου της συζύγου του, ….. … Άλλωστε, αν ο διαθέτης ήθελε να περιέλθει η κληροδοσία στο ληφθέν αντάλλαγμα από την εισφορά του κτήματος Συκιές, δηλαδή στις μετοχές του διαθέτη, ο τελευταίος θα το όριζε με σχετική τροποποιητική διαθήκη του και δεν θα το παρέλειπε, αφού από τις επίδικες διαθήκες, τον τρόπο διάθεσης στοιχείων της κληρονομιάς και τις λεπτομερείς αναφορές του σε καταστάσεις, πρόσωπα και πράγματα, συνάγεται ότι επρόκειτο για άνθρωπο που ρύθμιζε λεπτομερώς τα περιουσιακά του στοιχεία και δεν θα άφηνε αρρύθμιστη την τύχη αυτών των μετοχών, αν δεν ήθελε αυτές να περιληφθούν στο σύνολο της κληρονομιάς που άφησε στη σύζυγό του. Μάλιστα στην πρώτη επίδικη διαθήκη του, κάνει λόγο ειδικώς για όλες τις μετοχές του, τις οποίες ορίζει ρητά ότι αφήνει στη σύζυγό του. Γνωρίζοντας, επομένως, ο διαθέτης ότι πλέον, μετά τη μεταβίβαση της πλήρους κυριότητας του κτήματος ……….. μετά των συστατικών και παραρτημάτων του στην υπό σύσταση ανώνυμη εταιρεία, η κληροδοσία είναι άκυρη και ότι το αντάλλαγμα αυτής της μεταβίβασης είναι οι ληφθείσες μετοχές, για τις οποίες μετοχές γενικώς, ως περιουσιακό στοιχείο, γνώριζε, κατά το χρόνο σύστασης της εταιρείας, ότι είχε διαλάβει σχετική διάταξη στη διαθήκη του, καταλείποντας αυτές στη γενική και καθολική κληρονόμο σύζυγό του, αν ήθελε αυτές ειδικά να τύχουν κληροδοσίας προμηθευτέου (ΑΚ 1985), θα το όριζε με σχετική του διάταξη τελευταίας βούλησης και δεν θα το παρέλειπε. Ενόψει αυτών και σύμφωνα με την πραγματική θέληση του διαθέτη, οι επίδικες μετοχές, διττώς, είτε ως ανήκουσες στην κινητή περιουσία του διαθέτη είτε λόγω της ιδιότητάς τους ως μετοχές, για τις οποίες υπήρχε ειδική διάταξη στην επίδικη διαθήκη, περιήλθαν στην γενική καθολική κληρονόμο του σύζυγό του, ……………, που απεβίωσε στις 13.2.2016, αφήνοντας με διαθήκη κληρονόμους μεταξύ άλλων και τους δεύτερο, τρίτο και τέταρτη των εκκαλούντων εναγομένων, και δεν θεωρούνται ως ειδικό στοιχείο, που κληροδοτήθηκε κατ’ επικαρπία στη σύζυγο και κατά ψιλή κυριότητα στον Δήμο ….. και, μετά το θάνατο της συζύγου επικαρπώτριας, κατά πλήρη κυριότητα, ούτε άλλως κληροδοτήθηκαν κατά πλήρη κυριότητα στον ως άνω Δήμο με την αναβλητική αίρεση του θανάτου της συζύγου του διαθέτη, όπως εσφαλμένως ισχυρίστηκε με την υπό κρίση αγωγή του ο εφεσίβλητος, καθολικός διάδοχος του Δήμου ….., η οποία, ενόψει των ανωτέρω, ήταν απορριπτέα ως αβάσιμη κατ’ ουσία. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε αυτήν ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και, κατ’ ερμηνεία της από 8.4.1987 ιδιόγραφης διαθήκης του ως άνω διαθέτη, αναγνώρισε τον εφεσίβλητο, ως καθολικό διάδοχο του Δήμου ….., ότι απέκτησε με κληροδοσία κατά ψιλή κυριότητα και, μετά το θάνατο της συζύγου, κατά πλήρη κυριότητα τις 14.574 μετοχές της πρώτης εκκαλούσας, έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων και στην εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και πρέπει, δεκτής γενομένης της έφεσης και κατ’ ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και αφού κρατηθεί η υπόθεση να απορριφθούν η ένδικη αγωγή και η υπέρ του ενάγοντος πρόσθετη παρέμβαση κατ’ ουσίαν. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα αυτό και τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εφεσιβλήτου – ενάγοντος λόγω της ήττας του, δεκτού γενομένου του σχετικού αιτήματος (ΚΠολΔ 183, 176).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση τυπικά και κατ’ ουσίαν.

Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 3746/2019 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διακρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της με αρ. κατ. ………./2018 αγωγής και επί της με αρ. κατ. ……………./2018 πρόσθετης παρέμβασης.

Απορρίπτει αυτές.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα αυτό.

Καταδικάζει τον εφεσίβλητο ενάγοντα στη δικαστική δαπάνη των εκκαλούντων εναγομένων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας που καθορίζει σε είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 21 Ιουλίου 2021  και δημοσιεύθηκε   στο ακροατήριό του, σε έκτακτη συνεδρίαση, στις 26 Ιουλίου 2021, με την ίδια σύνθεση και με Γραμματέα την Τριανταφυλλια Λαμπροπουλου λόγω αποσπάσεως και αναχωρήσεως της Γραμματέως, Ελένης Τσίτου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους.

 Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ