Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 418/2021

Αριθμός  418/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών,  Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη-Εισηγήτρια και Μαρία Δανιήλ, Εφέτη   και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ……….. (………),  εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Διονύσιο Πάντη και 2) …………. διαχειριστή και μέλους του …………. (……….) για λογαριασμό του και ως νομίμου εκπροσώπου του ………., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Διονυσίου Πάντη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Δημήτριο Νταφούλη.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας) την από 23.12.2014 (…………./2015) αίτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2877/2015 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που έκρινε εαυτό αναρμόδιο καθ΄ύλην και παράπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο καθ΄ ύλην αρμόδιο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία), το οποίο, συζητήσεως γενομένης, εξέδωσε την υπ΄ αριθμ.  4255/2017 απόφασή του, που δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι δύο πρώτοι εκ των εναγομένων και ήδη εκκαλούντες με την από  17.12.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2017) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………/2018) αρχικά η 6η.12.2018 και μετά από αναβολή η  9η.5.2019.

Με την υπ΄ αριθμ. 56/2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2021) Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς,  Αγγελικής Κόφφα, Προέδρου Εφετών, και για τους λόγους που σε αυτήν αναφέρονται, η προκειμένου υπόθεση επανεισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας υπόθεσης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την με  αριθμό 56/2021 Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, παραδεκτά και νόμιμα   φέρεται για νέα συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού,  η από 17-12-2017 έφεση των εκκαλούντων κατά του εφεσίβλητου. Η νέα αυτή συζήτηση επισπεύδεται σύμφωνα με  τη διάταξη του άρθρου 307 ΚΠολΔ καθώς δεν κατέστη δυνατή η έκδοση απόφασης από την ορισθείσα δικαστή κατά την αρχική δικάσιμο της 9-5-2019 στην οποία συζητήθηκε η υπόθεση, αντιμωλία των διαδίκων. Σύμφωνα με το άρθρο 528 ΚΠολΔ: «Αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Κατά την έννοια της άνω  διάταξης, με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της έφεσης που στρέφεται κατά απόφασης η οποία  εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, πλην, όμως, ερευνήθηκαν οι λόγοι, σαν να ήταν αυτός παρών, προκύπτει ότι η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους  λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως.  Παρέχεται σ’ αυτόν η δυνατότητα, ενόψει του ότι δεν  εμφανίσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και  δικάστηκε σαν να ήταν παρών, να ακουσθεί, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης και να προβάλει στο εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως, επανορθώνοντας με την έφεσή του τις συνέπειες που, ενδεχομένως, επέφερε η απουσία του. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανισθεί ως προς όλες τις διατάξεις της, στη συνέχεια δε πρέπει να χωρήσει νέα συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, κατά την οποία ο εκκαλών μπορεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους είχε δικαίωμα να προτείνει και πρωτοδίκως, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527  ΚΠολΔ, ενώ παράλληλα, για λόγους οικονομίας της δίκης, εξετάζονται και οι μάρτυρες κατά την ίδια συζήτηση. Έτσι η  έφεση λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργημένης αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας και επιφέρει, χωρίς έρευνα των λόγων της, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης και την αναδίκαση της υπόθεσης από το εφετείο, ενώπιον του οποίου η συζήτηση γίνεται πλέον προφορικά (ΑΠ 907/2014, 1075/2013 – ΕφΔωδ 64/2015 –  ΕφΑθ 2120/2014 ημοσ στην τνπ ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση που με  το εφετήριο δικόγραφο προβάλλονται  μόνον ενστάσεις καταλυτικές της αγωγής, όπως εξόφλησης, παραγραφής ή εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την απόρριψη των ενστάσεων αυτών, η απόφαση δεν εξαφανίζεται κατά το μέρος που κρίθηκε βάσιμη η απαίτηση, αλλά μόνον κατά το διατακτικό της (Σαμουήλ: Η έφεση, έκδ. 2003, σελ. 100 επ.). Για να επέλθει το αποτέλεσμα της εξαφάνισης της απόφασης, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν ερευνά αν ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, αλλά μόνον αν είναι νόμιμος, έτσι ώστε, στην αντίθετη περίπτωση, να απορρίπτεται η έφεση και να μην εξαφανίζεται η απόφαση (ΑΠ 394/2011 ΝοΒ 2011, 2171 – ΑΠ 251/2009 Δίκη 2009, 996 – ΑΠ 1906/2008 ΝοΒ 2009, 927 – ΑΠ 1140/2008 Δίκη 2009, 187 – ΕφΠειρ 295/2014, 318/2014, 54/2013, 295/2014 δημοσ στην τνπ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, η αντιμετώπιση αυτή ισχύει είτε  η ερήμην απόφαση στον πρώτο βαθμό εκδόθηκε κατά την τακτική είτε κατά  την ειδική διαδικασία (ΑΠ 884/2007 ΧρΙΔ 2008, 52 – ΑΠ 446/2007 ΝοΒ 2008, 138 – ΕφΠειρ 32/2021, 318/2014 δημοσ στην τνπ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση ο εφεσίβλητος ……… άσκησε κατά των εκκαλούντων και συγκεκριμένα κατά 1] της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας με νομική προσωπικότητα με την επωνυμία «……….» (……….) που εδρεύει στο Μετόχι Αίγινας και   2] του ………. καθώς και του (μη εκκαλούντος) ……….., την από 23-12-2014 αίτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς –Εκουσία Δικαιοδοσία με την  οποία ζητούσε να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 21-9-2013 απόφασης της έκτακτης γενικής συνέλευσης των εταίρων της πρώτης καθ’ ης εταιρίας  καθώς και της όμοιας από 10-10-2013 απόφασης. Το άνω Δικαστήριο  με την 2877/2015 απόφασή του, αφού έκρινε εαυτόν αναρμόδιο καθ’ ύλη να δικάσει την αίτηση, την παρέπεμψε να δικαστεί στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς όπου, κατόπιν συζήτησης, κατά τη δικάσιμο της 25-12-2017 και κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην των νομότυπα κλητευθέντων εναγομένων, εκδόθηκε η εκκαλουμένη με αριθμό 4255/2017 απόφαση με την   με την οποία και αφού η αίτηση εκτιμήθηκε ως αναγνωριστική αγωγή, απορρίφθηκε αυτή ως προς τα φυσικά πρόσωπα και εταίρους της  πρώτης εναγομένης,  πλέον, ενώ  έγινε δεκτή κατά τα λοιπά στο σύνολό της.  Η εναγόμενη εταιρία και ο δεύτερος των εναγομένων, …………, άσκησαν την  υπό κρίση έφεση με κατάθεση του εφετηρίου  δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εντός προθεσμίας  τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης (σχετ. η ……….-Ζ/30-11-2017 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ………. και η με αριθμό ………./……../28-12-2017 έκθεση κατάθεσης) και αντίστοιχα με κατάθεση στην γραμματεία του παρόντος, αρμοδίου, σύμφωνα με το άρθρο 19 ΚΠολΔ, Δικαστηρίου και προσδιορισμό δικασίμου με την …………/19-1-2018 σχετική έκθεση. Ωστόσο η έφεση ως προς τον δεύτερο εκκαλούντα, ο οποίος είναι νικήσας διάδικος, αφού με την εκκαλουμένη η αγωγή ως προς αυτόν απορρίφθηκε, είναι απαράδεκτη καθώς ο τελευταίος δεν επικαλείται έννομο συμφέρον σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 516 παρ.2 ΚΠολΔ που να δικαιολογεί την άσκηση από μέρους του της κρινόμενης έφεσης   και θα πρέπει κατά συνέπεια αυτή να απορριφθεί. Το έννομο συμφέρον για την άσκηση έφεσης,  αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, όπως συνάγεται από τη γενικότερη διάταξη του άρθρου 68 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι το έννομο συμφέρον, ως προϋπόθεση του παραδεκτού κάθε ενδίκου μέσου κατά το άρθρο 516 παρ.2 ΚΠολΔ, αποτελεί ειδικότερη έκφανση της θεμελιώδους αρχής που καθιερώνει η πρώτη διάταξη, η οποία εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο και σε περίπτωση έλλειψής της απορρίπτεται η έφεση ως απαράδεκτη, κατά τη διάταξη του άρθρου 532 του ΚΠολΔ (ΑΠ 840/2011 1517/10, ΕφΑθ 1644/2012, ΕφΑθ 39/2011, ΕφΘεσ 1810/2009 δημοσ στην τνπ  ΝΟΜΟΣ,  Σ. Σαμουήλ, όπ. π., σελ. 143-145, 148, 152). Διάταξη για δικαστικά έξοδα του  εφεσίβλητου για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, δεν θα συμπεριληφθεί στο διατακτικό καθώς ενόψει  του κοινού εφετηρίου αυτός δεν υποβλήθηκε σε ιδιαίτερα έξοδα. Κατά τα λοιπά και ενόψει του  ότι η έφεση της εκκαλούσας εταιρίας έχει ασκηθεί παραδεκτά και εμπρόθεσμα ενώπιον του παρόντος, αρμοδίου,  Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, από διάδικο, η οποία, δικάσθηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό (σχετ. άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1, 522 ΚΠολΔ) και έχει  κατατεθεί το κατά το άρθρο 495 παρ. 3 Α ΚΠολΔ προβλεπόμενο παράβολο για την άσκησή της, πρέπει η εκκαλούμενη απόφαση, κατά τα αναλυθέντα στην παραπάνω νομική σκέψη, αφού γίνει   δεκτή τυπικά η έφεση   με την οποία  η  εναγόμενη παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου αλλά  και για εσφαλμένη  εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανισθεί μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιούμενης της εκκαλούσας να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, περαιτέρω δε να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν  Δικαστήριο   και να ερευνηθεί η ένδικη αγωγή ως προς το νόμω και ουσία βάσιμο αυτής,  ως προς την ανωτέρω  εναγομένη (άρθρα 533 παρ. 1 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία (άρθρα 522  και 533 ΚΠολΔ) και  αντιμωλία των διαδίκων, οι οποίοι τόσο κατά την αρχική συζήτηση της έφεσης όσο και  στην παρούσα συζήτηση, η οποία θεωρείται συνέχεια της προηγούμενης,  εκπροσωπήθηκαν αντίστοιχα από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.Με την από 23-12-2014 αγωγή του ο ενάγων ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος καθώς  και οι δεύτερος και τρίτος των εναγομένων είναι  εταίροι της πρώτης εναγόμενης αστικής εταιρίας μη κερδοσκοπικού σκοπού της οποίας η  διαχείριση του ανατέθηκε  με απόφαση των εταίρων στις  27-1-2006 μέχρι τις  31-12-2015. Ότι η άσκηση από μέρους του της διαχείρισης ήταν επιτυχής καθώς η εναγόμενη εταιρία ξεπέρασε τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε τα προηγούμενα χρόνια, συγχρόνως δε μερίμνησε  για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των «φιλοξενούμενων» ζώων, την περίθαλψη των οποίων ανέθεσε στον δεύτερο εναγόμενο. Ότι  το καλοκαίρι του 2013 και αφού πληροφορήθηκε από την εποπτεύουσα αρχή – το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ότι υφίστανται καταγγελίες για τις συνθήκες διαβίωσης των ζώων, προχώρησε σε  σχετικές προφορικές συστάσεις προς τον δεύτερο εναγόμενο και στην αποστολή σ’ αυτόν της από 29-8-2013 εξώδικης δήλωσης.  Ότι αντί απάντησης οι εναγόμενοι  εταίροι  συγκάλεσαν έκτακτη γενική συνέλευση στις 21-9-2013 στην οποία κλήθηκε και παρέστη και ο ίδιος, όπου ο δεύτερος εναγόμενος, ως εισηγητής,   ισχυρίστηκε σε βάρος του, ψευδώς, ότι παραβίασε υπαίτια τις εταιρικές του υποχρεώσεις και δεν συμμορφώθηκε προς τις υποδείξεις των συνεταίρων του, αναφέροντας ψευδή περιστατικά και επικαλούμενος, στη συνέχεια, ο ανωτέρω,  ότι συντρέχει σπουδαίος λόγος,  σύμφωνα με το άρθρο 15  του καταστατικού της πρώτης εναγομένης, εισηγήθηκε και αποφασίστηκε η αφαίρεση της εταιρικής ιδιότητας  του ίδιου καθώς και η παύση του από τα καθήκοντα του διαχειριστή τα οποία ανέλαβε ο δεύτερος εναγόμενος . Ότι  οι εναγόμενοι στις 10-10-2013 συγκάλεσαν νέα έκτακτη γενική συνέλευση όπου αποφασίστηκε η είσοδος τεσσάρων νέων  μελών – εταίρων. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό  και επικαλούμενος τις διατάξεις του ν. 4072/2012, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι δεν έχει απολέσει την ιδιότητα του εταίρου της πρώτης εναγομένης καθώς το άρθρο 15 του καταστατικού της προβλέπει μεν, την αφαίρεση της ιδιότητας του εταίρου από εκείνο το μέλος της που δεν συμμορφώνεται με τις υποδείξεις των λοιπών και προκαλεί με τη στάση του προβλήματα  στην ομαλή δράση της εταιρίας, πλην όμως, ισχυρίζεται, ότι η δυνατότητα αυτή δεν οδηγεί αυτοδικαίως στον αποκλεισμό του από την εταιρία,  επειδή ο αποκλεισμός δεν προβλέφθηκε στο καταστατικό της πρώτης εναγομένης ως συνέπεια της αφαίρεσης της εταιρικής ιδιότητας  και επομένως ισχύουν  τα άρθρα 771 Α.Κ. και 263 του ν. 4072/2013,  σύμφωνα με τις διατάξεις των οποίων  μόνο με την έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης από το αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο, κατά την εκουσία δικαιοδοσία, μπορούσαν να πετύχουν τον αποκλεισμό του οι αντίδικοι.  Τέλος ισχυριζόμενος ότι οι κατά τα άνω αποφάσεις των εναγομένων είναι παράνομες και καταχρηστικές και ότι δεν υπήρξε σπουδαίος λόγος για την αποπομπή του, ζητά να αναγνωριστεί η ακυρότητα των άνω αποφάσεων. Η εταιρία του Αστικού Κώδικα ρυθμίζεται στα άρθρα 741 επ., ως σύμβαση μεταξύ δυο ή περισσοτέρων προσώπων, τα οποία αναλαμβάνουν με αυτήν, την  αμοιβαία υποχρέωση να επιδιώκουν με κοινές εισφορές,  κοινό σκοπό και ιδίως οικονομικό (άρθρο 741ΑΚ). Η αστική εταιρία αποτελεί τον κυριότερο  τύπο προσωπικής ένωσης μικρού, κατά κανόνα, αριθμού προσώπων που, ομοίως, κατά κανόνα, ασκούν από κοινού τη διαχείρισή της, με ομόφωνες αποφάσεις, σ’ αντίθεση, με το σωματείο που είναι ο κυριότερος τύπος κεφαλαιουχικής ένωσης προσώπων  και  διοικείται από ένα ολιγομελές  διοικητικό συμβούλιο καθώς  και τη γενική συνέλευση,  ώστε οι διατάξεις του Α.Κ. για την πρώτη να τυγχάνουν εφαρμογής για την πλήρωση κενών στις κατ’ ιδίαν ρυθμίσεις των προσωπικών εταιριών και αντίστοιχα εκείνες για το δεύτερο, το σωματείο, να εφαρμόζονται για την πλήρωση κενών στις ρυθμίσεις για τις κεφαλαιουχικές εταιρίες. Η αστική εταιρία αποτελεί  έναν απλό και ευέλικτο τρόπο σύμπραξης και συνεργασίας για την επιδίωξη οικονομικών και όχι μόνο αποτελεσμάτων, καθώς  η ίδρυσή της  δεν απαιτεί την τήρηση ιδιαίτερων διατυπώσεων δημοσιότητας και ο σκοπός της εκτείνεται σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, κερδοσκοπικών και μη. Οι διατάξεις των άρθρων 741-783 ΑΚ αναφέρονται κατά κύριο λόγο στην αστική εταιρία ως μορφή ένωσης  προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα. Ο νομοθέτης του Αστικού Κώδικα, έχοντας υπόψη του  αυτήν τη μορφή εταιρικής οργάνωσης, θέσπισε ρυθμίσεις για ζητήματα όπως η εταιρική διαχείριση, η εσωτερική και εξωτερική ευθύνη των εταίρων, η αναλογία στα κέρδη και τις ζημίες της εταιρίας κ.ά., ρυθμίσεις που είναι προσαρμοσμένες σ’ αυτή τη μορφή αστικής εταιρίας. Τόσο, όμως, η πράξη, όσο και ο ίδιος ο Αστικός Κώδικας αναγνωρίζουν και περιπτώσεις εταιρικής δραστηριοποίησης οι οποίες  διαφοροποιούνται σε αρκετά σημεία από τη βασική δομή της εταιρίας των άρθρων 741 επ. ΑΚ. Από αυτές τις περιπτώσεις η διάταξη του άρθρου 784 ΑΚ αναφέρεται ειδικά  στην αστική εταιρία που αποκτά νομική προσωπικότητα. Έτσι η αστική εταιρία δεν έχει μεν νομική προσωπικότητα, μπορεί όμως να αποκτήσει εφόσον τηρηθούν οι προϋποθέσεις που προβλέπονται για τις ομόρρυθμες εταιρίες, σύμφωνα με το άρθρο 784 του ΑΚ, δηλαδή όσα προβλέπονται στο άρθρο 251 του ν. 4072/2012 και συγκεκριμένα η επιδίωξη κυρίως οικονομικού σκοπού, ο έγγραφος τύπος και η καταχώριση της εταιρικής σύμβασης στο ΓΕΜΗ με την σύμπραξη όλων των εταίρων. Από την εν λόγω καταχώριση – συστατική πράξη για την απόκτηση νομικής προσωπικότητας – η αστική εταιρία αποτελεί αυτοτελές υποκείμενο δικαίου από τους εταίρους-μέλη της.   Ο οικονομικός  σκοπός της εταιρίας δεν χρειάζεται να συνίσταται αποκλειστικά στην επιδίωξη κέρδους, υφίσταται δε όταν η πραγματοποίηση του εταιρικού σκοπού έχει ως αναγκαία ή δυνητική συνέπεια, δικαιοπρακτική ή αδικοπρακτική ευθύνη ή παροχές, οι οποίες στα συναλλακτικά ήθη κατά κανόνα αμείβονται. Σιωπηρή προϋπόθεση είναι η απουσία εμπορικού σκοπού, γιατί τότε η εταιρία γίνεται ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη. Η αστική εταιρία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα δεν αποτελεί αντικείμενο ειδικής αναφοράς στον Αστικό Κώδικα, υπονοείται ωστόσο στη διάταξη του άρθρου 741 ΑΚ, αφού η εταιρία, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, μπορεί να επιδιώκει οποιονδήποτε σκοπό, άρα και μη κερδοσκοπικό, η επιδίωξη δε οικονομικού σκοπού δεν αποκλείει την εξυπηρέτηση μη κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων. Το ρυθμιστικό πλαίσιο της εν λόγω εταιρίας καθορίζεται συνήθως από τα ίδια τα συμβαλλόμενα μέρη στο καταστατικό που συνοδεύει τη σύσταση της. Σε διαφορετική περίπτωση επιφυλάσσεται η εφαρμογή των ενδοτικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 741 επ. ΑΚ, κατάλληλα προσαρμοσμένων στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα της. Τέλος η διαχείριση  των υποθέσεων της Αστικής  Εταιρίας ανήκει, εκτός αντίθετης πρόβλεψης στο καταστατικό (καταστατική διαχείριση),  σ’ όλους τους εταίρους οπότε ασκείται συλλογικά (νόμιμη διαχείριση),  εκτός αν,  επίσης, προβλεφθεί  διαφορετικά  οι αποφάσεις να λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 754 Α.Κ.  ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των διαχειριστών εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις περί εντολής των άρθρων 714-723 Α.Κ. οπότε ο διαχειριστής μεταξύ άλλων υποχρεούται σε λογοδοσία.  Ειδικά δε για την περίπτωση που η διαχείριση  έχει ανατεθεί   συμβατικά  σε έναν ή περισσότερους από τους  εταίρους, μπορεί αυτή σύμφωνα με το άρθρο 752 Α.Κ. να ανακληθεί  μόνο  για σπουδαίο λόγο και ιδίως για βαριά παράβαση καθηκόντων ή ανικανότητα για τακτική διαχείριση.

Με βάση τις σκέψεις αυτές η υπό κρίση αγωγή είναι απορριπτέα ως προς τους  εναγόμενους εταίρους, μέλη της πρώτης,  αφού αυτή  έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα κατά τις διατάξεις του Ε.Ν. που ίσχυαν κατά το χρόνο (1990) της σύστασής της και συγκεκριμένα με την κατάρτιση εγγράφως της εταιρικής σύμβασης και την καταχώρισή της στα οικεία βιβλία του Πρωτοδικείου Πειραιώς. Ορθά επομένως ερμηνεύοντας το νόμο και εκτιμώντας τις αποδείξεις το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως προς αυτούς για έλλειψη παθητικής νομιμοποίησής τους , ενώ θα πρέπει να επισημανθεί  ότι η ιδιότητα του  εισαγωγικού   (και) της παρούσας δίκης δικογράφου ρυθμίζεται από το περιεχόμενό του (άρθρο 118 ΚΠολΔ),  η εκτίμηση του οποίου ανήκει αποκλειστικά στην δικαιοδοτική κρίση του Δικαστηρίου χωρίς να ασκεί έννομη επιρροή ο χαρακτηρισμός του, ως αίτηση ή αγωγή, από τους διαδίκους.  Περαιτέρω ο ισχυρισμός της εκκαλούσας περί παραγραφής της ένδικης αγωγής με βάση το άρθρο 101 Α.Κ. είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος καθόσον η αστική εταιρία διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 741 επ. Α.Κ.  οι οποίες, όπως αναφέρθηκε παραπάνω είναι ενδοτικού δικαίου,  επομένως και εκείνη του  άρθρου 771 Α.Κ.,  με περαιτέρω συνέπεια τη δυνατότητα των εταίρων να ρυθμίσουν συμβατικά με διαφορετικό τρόπο τον αποκλεισμό εταίρου, άλλως την αφαίρεση της εταιρικής ιδιότητας, για σπουδαίο λόγο, αφού οι έννοιες αυτές είναι ταυτόσημες, χωρίς δηλαδή να είναι η έκδοση δικαστικής απόφασης ο μοναδικός και αποκλειστικός τρόπος.

Από την εκτίμηση των παραδεκτά προσκομισθέντων με επίκληση, από τους διαδίκους, αποδεικτικών μέσων  είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς έμμεση, για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων απόδειξη και συγκεκριμένα της μαρτυρικής κατάθεσης που εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά αλλά και εκείνων που εμπεριέχονται στα πρακτικά της σύμφωνα με το άρθρο 46 ΚΠολΔ  παραπεμπτικής απόφασης με αριθμό 2877/10-6-2015 και αυτό διότι  με την έκδοση της εν λόγω απόφασης μετατέθηκε αυτοδικαίως η εκκρεμοδικία της αγωγής στο αρμόδιο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, χωρίς να απαιτείται η εκ νέου κατάθεση και επίδοση της αγωγής παρά μόνο η κατάθεση και επίδοση απλής κλήσης,  με συνέπεια η διαδικασία να συνεχίζεται από το σημείο στο οποίο βρισκόταν στο αναρμόδιο δικαστήριο και να διατηρούν την ισχύ τους όσες διαδικαστικές πράξεις έγιναν σ’ αυτό, επομένως και οι μαρτυρικές ενώπιον του καταθέσεις. Από την εκτίμηση των ενώπιον του ίδιου πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προσκομισθεισών ενόρκων βεβαιώσεων  με αριθμό ………/9-6-2015 και ………./9-6-2015 ενώπιον του συμβολαιογράφου Κρήτης ………… καθώς και με αριθμό ……../9-6-2015 ενώπιον του συμβολαιογράφου Ν. Μουδανιών ………. που λήφθηκαν μετά από νόμιμη κλήτευση του ενάγοντος – εφεσίβλητου (σχετ. ……../4-6-2015 έκθεση επίδοσης της αρμόδιας δικαστικής επιμελήτριας …………..), την με αριθμό ………/9-6-2015 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών η οποία ομοίως λήφθηκε κατόπιν νόμιμης κλήτευσης των αντιδίκων του ενάγοντος (σχετ. οι ……-στ/3-6-2015 και ……..-στ/3-6-2015 εκθέσεις επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή . ……. καθώς και η ……../3-6-2015 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Καβάλας ………), των με αριθμούς …./2014 και ………/2014  ενόρκων  βεβαιώσεων που δεν λήφθηκαν για να χρησιμοποιηθούν στην παρούσα δίκη  λαμβανομένων υπόψη ως δικαστικών τεκμηρίων, του συνόλου των παραδεκτά με επίκληση προσκομισθέντων εγγράφων σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους ισχυρισμούς των διαδίκων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:  Η πρώτη εναγομένη με την επωνυμία «……….» (………) που εδρεύει στο ……… Αίγινας, ιδρύθηκε ως αστική εταιρία, μη κερδοσκοπική, το έτος 1990 από τον  ………… και άλλους εταίρους, οι οποίοι εξήλθαν αυτής τα επόμενα έτη, απέκτησε δε εξ αρχής νομική προσωπικότητα αφού το καταστατικό της δημοσιεύθηκε στα βιβλία του Πρωτοδικείου Πειραιώς  κατά τις ισχύουσες τότε διατάξεις περί δημοσιότητας. Από νωρίς η εναγομένη αντιμετώπισε προβλήματα οικονομικής φύσης οφειλόμενα σε κακοδιαχείριση, τα οποία κορυφώθηκαν με την πάροδο των ετών, ενώ το έτος 2006 ανατέθηκε, με απόφαση των εταίρων,  η διαχείρισή της στον ενάγοντα του οποίου η επαγγελματική ενασχόληση ήταν εκτός των δραστηριοτήτων της εταιρίας, αφού αυτός διατηρούσε στην Αίγινα συνεργείο επισκευής αυτοκινήτων, ο δε ……………, γεωπόνος κατά το επάγγελμα, ασχολείτο αποκλειστικά με τις δραστηριότητές της που αφορούσαν την περίθαλψη αγρίων αλλά και οικόσιτων ζώων, επικουρούμενος από εθελοντές, ο δε τρίτος των εταίρων ως μόνιμος κάτοικος ……. δεν ήταν παρών στην Αίγινα. Η θητεία του ενάγοντος ως διαχειριστή προβλέφθηκε να λήξει στις 31-12-2008. Έκτοτε με μεταγενέστερες αποφάσεις των εταίρων, οι οποίες περιλαμβάνονταν σε αντίστοιχες τροποποιήσεις του καταστατικού της εταιρίας που δημοσιεύονταν νομότυπα, ορίστηκε ο ενάγων να  παραμείνει διαχειριστής μέχρι 31-12-2015 (σχετ. η από 7-12-2010 τροποποίηση του καταστατικού). Στην διάρκεια των ετών αυτών και αφού είχαν αποχωρήσει από την εταιρία τα αρχικά ιδρυτικά μέλη, αναπτύχθηκε αντιπαλότητα μεταξύ του ενάγοντος και του ……………. Ο μεν πρώτος, όπως διαφαίνεται από τους ισχυρισμούς του και τα όσα έχει κατά καιρούς δηλώσει σε εξώδικα που απηύθυνε στον δεύτερο, απέδιδε σ’ αυτόν, κατά κύριο λόγο, ότι δεν φροντίζει για υγιεινές συνθήκες διαβίωσης των ζώων και δεν επιτρέπει σε άλλους επιστήμονες να φροντίζουν τα ζώα, θεωρώντας, ότι λόγω της ενασχόλησής του επί σειρά ετών ο ίδιος γνωρίζει καλύτερα, ακόμα και από τους ειδικούς κτηνιάτρους. Ο δε τελευταίος απέδιδε στον πρώτο συμπεριφορά που δεν συνάδει με το σκοπό και την λειτουργία της εταιρίας, δεν απέδιδε ενημέρωση για τα οικονομικά στοιχεία της εταιρίας και επιδείκνυε αυταρχική συμπεριφορά προς τον ίδιο αλλά και τους εθελοντές με συνέπεια να επηρεάζεται η ομαλή λειτουργία του …………. που διατηρούσε η εταιρία στην Αίγινα.  Η κορύφωση της μεταξύ των ανωτέρω αντιπαράθεσης, σημειώθηκε στα μέσα του 2013 όταν ο ενάγων απέστειλε την    από 29-8-2013 εξώδικη δήλωση – πρόσκληση στον …………..  με την οποία τον κατηγορεί ότι επανειλημμένα παραβιάζει το καταστατικό του ………. με αποκορύφωμα την προ ολίγων ημερών (προ της αποστολής της εν λόγω δήλωσης) άρνησή του να παραδώσει οικόσιτα ζώα σε ανθρώπους που ο ίδιος του υπέδειξε, περιστατικό που ο εξωδίκως δηλών το θεώρησε ως περιφρόνηση από μέρους του …….. για τους όρους λειτουργίας του Κέντρου και στο πρόσωπο του ίδιου ως διαχειριστή. Τον καλούσε δε για τελευταία φορά να λειτουργεί μέσα στα όρια που θέτει το καταστατικό του Κέντρου και να του παραδώσει τα οικόσιτα ζώα που διατηρεί, αφού δεν προβλέπεται στους σκοπούς του Κέντρου η φύλαξη τέτοιων ζώων.

Σύμφωνα με την ιδρυτική σύμβαση του …………… σκοπός του είναι κυρίως η φροντίδα και η περίθαλψη αγρίων ζώων, ενώ με την από 12-2-2009  τροποποίησή της, ο σκοπός αυτός εμπλουτίστηκε πάντα προς την κατεύθυνση της προστασίας, διάσωσης και διατήρησης των άγριων ζώων και πτηνών και του φυσικού περιβάλλοντός τους, χωρίς ωστόσο να έχει συμπεριληφθεί στο καταστατικό της εταιρίας ρητά αποκλεισμός της  φιλοξενίας οικόσιτων ζώων, η οποία, όπως αποδεικνύεται από τις  μαρτυρικές καταθέσεις,  συνέβαινε επί σειρά ετών στα πλαίσια της εν γένει φροντίδας των ζώων. Πλέον αυτού, από την ανάγνωση  του κειμένου της άνω εξώδικης διαμαρτυρίας του ενάγοντα προς τον …………, προκύπτει ότι ο πρώτος αποδίδει στον δεύτερο συνεχή παραβίαση του καταστατικού του Κέντρου  που αποκορυφώθηκε με την μη παράδοση κάποιων οικόσιτων ζώων σε ανθρώπους που αυτός του υπέδειξε, θεωρώντας ότι αυτό συνιστά περιφρόνηση στους όρους λειτουργίας του Κέντρου, ωστόσο δεν μπορεί να συνιστά παραβίαση του καταστατικού ενέργεια που δεν ρυθμίζεται από αυτό. Καμία άλλη ωστόσο παραβίαση καταστατικού όρου δεν αποδίδει στον προς ον απευθύνεται η δήλωση. Στη συνέχεια και ενώ διαμαρτυρήθηκε επειδή ο ……………. δεν παρέδωσε τα οικόσιτα ζώα σε ανθρώπους της επιλογής του,  παραβιάζοντας με την άρνησή του  αυτή τους όρους λειτουργίας του Κέντρου, στην αμέσως επόμενη παράγραφο, όλως αντιφατικά με την προηγούμενη, του ζητά να του παραδώσει τα ζώα αυτά επειδή δεν προβλέπεται η φιλοξενία τους στο Κέντρο.  Ο ……………..  απέστειλε στον ενάγοντα την από 5-9-2013 εξώδικη διαμαρτυρία – κλήση – δήλωση με την οποία απάντησε στην προηγηθείσα εξώδικη δήλωση του ενάγοντος, αφού διαμαρτύρεται για τις αόριστες κατηγορίες περί παραβίασης του καταστατικού που αυτός του αποδίδει,  αρνείται ότι δεν θέλησε να παραδώσει τα οικόσιτα ζώα και συνεχίζει εκθέτοντας μια σειρά από ενέργειες του ενάγοντος με τις οποίες ο τελευταίος παραβίασε τους όρους λειτουργίας του Καταστατικού, ενέργειες που διαταράσσουν την ομαλή διαβίωση των φιλοξενούμενων στο Κέντρο ζώων αλλά και ενέργειες που διατάραξαν την συνεργασία εθελοντών καθώς  και μελών της εταιρίας, οι οποίοι κατέληξαν να αποχωρήσουν εξαιτίας της συμπεριφοράς του ενάγοντος, με περαιτέρω  συνέπεια να δημιουργηθούν προβλήματα στην εν γένει λειτουργία του Κέντρου. Αποδίδει στον ενάγοντα την, κατ’ απαίτησή του, παραμονή στις εγκαταστάσεις του Κέντρου  προσώπων της επιλογής του (του ενάγοντος),  είτε προσώπων που το χρησιμοποιούσαν ως κατάλυμα χωρίς να παρέχουν οποιαδήποτε υπηρεσία σ’ αυτό και μάλιστα ορισμένα εξ αυτών αφαιρούσαν μηχανήματα και υλικά από τους χώρους του, είτε προσώπων που παρείχαν υπηρεσίες αλλά ήταν όλως ακατάλληλα προς τούτο με συνέπεια να συμβάλουν  στη δυσλειτουργία του Κέντρου επεμβαίνοντας μάλιστα στην φροντίδα των ζώων χωρίς να έχουν την κατάλληλη εμπειρία. Του αποδίδει επίσης ενέργειες που είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο ζώων,  παραβίαση της προσωπικής του αλληλογραφίας αλλά και αυταρχική συμπεριφορά και ταύτιση των προσωπικών του οικονομικών συμφερόντων με αυτά του Κέντρου. Τέλος τον ενημερώνει με την ίδια ως άνω εξώδικη δήλωση ότι, επειδή η συμπεριφορά του κι η εν γένει στάση του δημιουργεί προβλήματα στην ομαλή δράση και λειτουργία της εταιρίας, επειδή δεν συμμορφώνεται με τις υποδείξεις των υπολοίπων μελών της εταιρίας και ενεργεί ως απόλυτος άρχων και επειδή, τέλος,  καθίσταται αδύνατη η συνέχιση της εξυπηρέτησης των σκοπών της εταιρίας, συγκαλεί γενική συνέλευση  στις 21-9-2013, στην οποία τον καλεί να παρασταθεί. Πράγματι η γενική συνέλευση των κατά τον χρόνο εκείνο τριών εταίρων της εναγομένης  έγινε με την παρουσία των δυο προαναφερόμενων εταίρων και του τρίτου, ……….. και αφού προηγουμένως κλήθηκε ο ενάγων (και) με έτερη, ξεχωριστή, κλήση να παρασταθεί στην έκτακτη γενική συνέλευση της 21-9-2013  με θέμα την  αφαίρεση της εταιρικής του ιδιότητας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 15 του καταστατικού και την εκλογή νέου διευθυντή, εκπροσώπου και διαχειριστή της εναγομένης. (σχετ. η ………../10-9-2013 έκθεση επίδοσης  της αρμόδιας δικαστικής επιμελήτριας ………). Ο ………… νόμιμα προέβη στην σύγκληση της γενικής συνέλευσης, όπως είχε δικαίωμα ως εταίρος,  δεδομένου ότι οι εταίροι είναι αρμόδιοι να αποφασίζουν για την συγκρότηση και οργάνωση της εταιρίας, την ανώτατη λειτουργία της εταιρίας. Άλλωστε στο καταστατικό υπήρχε σαφής και ρητή πρόβλεψη στον όρο 15  σύμφωνα με τον οποίο, εφόσον κάποιο μέλος δημιουργεί με την εν γένει στάση του πρόβλημα στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας και δεν συμμορφώνεται με τις υποδείξεις των υπολοίπων μελών, ότι, σ’ αυτήν την περίπτωση,  είναι αποδεκτή η αφαίρεση της εταιρικής  ιδιότητας με απόφαση όλων των υπολοίπων μελών, γραπτώς και αιτιολογημένα, απόφαση που λαμβάνεται με απλή πλειοψηφία.  Με βάση αυτή τη διάταξη του καταστατικού νομότυπα ο ……….. με την ιδιότητα του εταίρου προχώρησε στη σύγκληση της γενικής συνέλευσης των εταίρων στην οποία κλήθηκε και παρέστη ο ενάγων, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να αντικρούσει τα όσα του απέδιδε ο συνεταίρος του.  Από την εκτίμηση της απάντησης που έδωσε και καταχωρήθηκε στα πρακτικά της συνέλευσης και του συνόλου των αποδεικτικών μέσων, αποδεικνύεται η ουσιαστική βασιμότητα των κατηγοριών που απέδωσε ο ……………. στον ενάγοντα,  μάλιστα ο ίδιος   εμμέσως πλην σαφώς αποδέχεται ότι ευθύνεται για τη θανάτωση ζώων, με την αφαίρεση για λόγους οικονομίας των λυχνιών που ζέσταιναν τα ιγκουάνα τα οποία μετά ταύτα απεβίωσαν, ενώ σε κανένα σημείο δεν αρνείται κατηγορηματικά και ρητά τα υπόλοιπα περιστατικά, τα οποία προσπάθησε να αιτιολογήσει μη  πειστικά ωστόσο, ενώ,  τέλος, αποδέχεται ότι δεν  παρέδωσε στην εταιρία  τη δωρηθείσα σ’ αυτήν  συλλογή νομισμάτων  την οποία παρανόμως κρατούσε στο σπίτι του, την  διαμονή  προσώπων της επιλογής του στο Κέντρο και την ασυνέπεια ως προς την τήρηση των οικονομικών και φορολογικών υποθέσεων της εταιρίας (μη τήρηση βιβλίων και στοιχείων του Κ.Β.Σ.). Από τα άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι εξαιτίας της μη τακτοποίησης των οφειλών της εταιρίας επιβλήθηκαν από την οικεία φορολογική αρχή πρόστιμα (σχετ. το ………/15-9-2015 σημείωμα ελέγχου της Α΄  Δ.Ο.Υ. Πειραιά που αφορά τις χρήσεις 2001 έως 2011) ενώ εκδόθηκαν και Πράξεις Επιβολής Προστίμων από την αρμόδια υπηρεσία του ΙΚΑ για οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές περιόδου από 1-8-2003 οπότε ήταν το οφειλόμενο ποσό μαζί με τα πρόσθετα τέλη  60.886,57 ευρώ έως 30-6-2017  με το οφειλόμενο ποσό να έχει ανέλθει στο ποσό των 78.250,44 ευρώ μετά την έκδοση δυο Π.Ε.Ε. (45/2006) στις 8-1-2007 που προσέθεσαν στο αρχικό ποσό (των  60.886,57 ευρώ)  πλέον 15.273,77 ευρώ . Τα ανωτέρω  περιστατικά  επιβεβαιώνονται από τους μάρτυρες της εναγομένης  ενώ δεν αντικρούονται πειστικά από τους μάρτυρες του ενάγοντος οι οποίοι περιγράφουν τον ………. ως ένα δυσλειτουργικό άνθρωπο, απόλυτο και μη ανεχόμενο άλλους ειδικούς να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο Κέντρο στο οποίο οι συνθήκες διαβίωσης των ζώων ήταν εξαιτίας του ίδιου άθλιες. Είναι όμως χαρακτηριστικό  ότι καμία εποπτεύουσα δημόσια αρχή δεν επιβεβαιώνει την εικόνα αυτή του …………., παρά τις καταγγελίες που είχαν γίνει προς δημόσιες υπηρεσίες οι οποίες, αφού έλεγξαν το Κέντρο δεν επιβεβαίωσαν την ύπαρξη ανθυγιεινών συνθηκών φιλοξενίας των ζώων σ’ αυτό. Συγκεκριμένα  με το  ……../2013 έγγραφό  του το  Τμήμα Υγειονομικού και Περιβαλλοντικού Ελέγχου της Γενικής Διεύθυνσης  Δημόσιας Υγείας της Περιφέρειας Αττικής, απαντώντας στην  από 5-11-2013 καταγγελία της …………. και σε προηγηθείσα καταγγελία του ίδιου του ενάγοντος, αναφέρει ότι εντός και εκτός των κλωβών των φιλοξενούμενων ζώων και πτηνών δεν διαπιστώθηκε ύπαρξη ανθυγιεινής εστίας και προχώρησε μόνο σε συστάσεις για τον χώρο προετοιμασίας της τροφής των ζώων και για τον εξαερισμό του ιατρείου. Η Διεύθυνση Αισθητικών Δασών, Δρυμών  και Θήρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής εξετάζοντας την ίδια ως άνω καταγγελία της ………., απάντησε με το ………/8-11-2013 έγγραφο ότι κατά τον έλεγχο που πραγματοποίησε στις εγκαταστάσεις του Κέντρου της εναγομένης και στο χρονικό διάστημα που η καταγγέλλουσα αναφέρει στην καταγγελία της  δεν διέγνωσε την (καταγγελόμενη) έκθεση νεκρών πτηνών και ζώων.

Κατά την γενική συνέλευση της 21-9-2013 αποφασίστηκε νόμιμα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 15 του καταστατικού της εναγομένης, πλειοψηφία των λοιπών εταίρων, η αφαίρεση της εταιρικής ιδιότητας του ενάγοντος για σπουδαίο λόγο, για συμπεριφορά που διαταράσσει την ομαλή λειτουργία και δράση της εταιρίας και μη συμμόρφωση με τις υποδείξεις των υπόλοιπων μελών της εταιρίας. Για την απόφαση αυτή καθώς και για τον ορισμό του …………… ως διαχειριστή και νομίμου εκπροσώπου, συντάχθηκε πρακτικό και αιτιολογήθηκε πλήρως ο σπουδαίος λόγος αφαίρεσης της ιδιότητας του διαχειριστή από τον ενάγοντα, αφού καταγράφηκαν η αντίθετη με τους σκοπούς και τα συμφέροντα της εναγομένης συμπεριφορά αυτού, οι απαντήσεις των συμμετεχόντων εταίρων και η απόφαση που αυτοί έλαβαν καθώς και το σκεπτικό της. Με αυτήν την τελευταία  ιδιότητά του, ο ……………. συγκάλεσε  στη συνέχεια, στις 10-10-2013, νέα γενική συνέλευση, όπου ομόφωνα σύμφωνα με το άρθρο 18 του καταστατικού, αποφασίστηκε η τροποποίησή του ώστε να καταστεί εφικτή η είσοδος  στην εταιρία  νέων μελών. Επομένως εσφαλμένα εκτιμώντας τις αποδείξεις το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι η απόφαση της γενικής συνέλευσης ήταν παράνομη και η συμπεριφορά των λοιπών εταίρων καταχρηστική, συνακόλουθα και η απόφαση της 10-10-2013, αφού αυτοί ενήργησαν σύμφωνα με όσα ορίζονταν στο καταστατικό της εταιρίας και αφού  είχαν διαπιστώσει ότι υφίστατο σπουδαίος λόγος που δικαιολογούσε την αφαίρεση από τον ενάγοντα της εταιρικής του ιδιότητας  καθώς ο τελευταίος, έχοντας αναλάβει τη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων και την εκπροσώπηση της εναγομένης, επί σειρά ετών, επιδείκνυε αυταρχική και απότομη συμπεριφορά θεωρώντας ότι η εξ ιδίων πόρων μερική κάλυψη των εξόδων της εταιρίας του παρέχει τέτοιο δικαίωμα, περαιτέρω δε με την συμπεριφορά του παραβίαζε υπαίτια τις εταιρικές του υποχρεώσεις, ήτοι την  υποχρέωση συμβολής του στην επίτευξη των σκοπών της εταιρίας και την υποχρέωση πίστης προς αυτήν. Η ίδια ως άνω περιγραφόμενη συμπεριφορά  του ενάγοντος συνιστούσε συγχρόνως και βαριά παράβαση των καθηκόντων του ως  διαχειριστή  και επομένως  σπουδαίο λόγο για την ανάκληση της διαχείρισης που του είχε ανατεθεί, σύμφωνα με τις σκέψεις που εκτίθενται παραπάνω .

Κατόπιν αυτών και εφόσον δεν αποδείχθηκαν η βασιμότητα των αγωγικών ισχυρισμών περί παράνομης και καταχρηστικής συμπεριφοράς της εναγομένης και των εταίρων της, θα πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη, να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης εταιρίας  σε βάρος του ενάγοντος για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας λόγω ερημοδικίας της στον πρώτο, όπου δεν υπέβαλε σχετικό αίτημα, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό,  διάταξη για δικαστικά έξοδα των λοιπών εναγομένων δεν θα συμπεριληφθεί στο διατακτικό αφενός λόγω της ερημοδικίας αυτών,  και, αφετέρου λόγω του ότι ο ενάγων ως προς τον εκκαλούντα του οποίου απορρίφθηκε η έφεση δεν υποβλήθηκε σε ιδιαίτερα έξοδα, όπως ήδη αναφέρεται στο οικείο σημείο της απόφασης, τέλος πρέπει να διαταχθεί η είσοδος του παραβόλου για την άσκησή της στο δημόσιο ταμείο ομοίως κατά το διατακτικό (άρθρα 176, 183, 191 και 495 Γ εδ. τελευταίο ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία, την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./28-12-2017 έφεση κατά της 4255/2017 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την  ίδια διαδικασία, ερήμην των εναγομένων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση ως προς τον δεύτερο εκκαλούντα ως απαράδεκτη.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση ως προς την πρώτη εναγόμενη αστική εταιρία τυπικά και ουσιαστικά.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την αγωγή.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν ως ουσιαστικά αβάσιμη.

ΕΠΙΔΙΚΑΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης – εκκαλούσας,  του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας,  σε βάρος του ηττηθέντος ενάγοντος – εφεσίβλητου και τα ορίζει σε  εξακόσια (600) ευρώ

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του με αριθμό …………. ηλεκτρονικού παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 20η Ιουλίου 2021  και δημοσιεύθηκε στις 24 Αυγούστου 2021 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με την ίδια σύνθεση και με Γραμματέα την Τριανταφυλλιά Λαμπροπούλου, λόγω αποσπάσεως και αναχωρήσεως της Γραμματέα Ελένης Τσίτου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ