Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 465/2021

Αριθμός  465/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών,  Μαρία Ανδρεοπούλου, Εφέτη και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη-Εισηγήτρια,   και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

 ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Βασίλειο Παπανικολάου.  

Ο εκκαλών κατέθεσε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την απ 12.11.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2018) αίτησή του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1234/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αίτηση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο αιτών-εκκαλών με την από  6.5.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς  …………/2020) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος  του εκκαλούντος, αφού έλαβε   τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη  με αριθμό καταθ. ………/2020  έφεση κατά της υπ΄ αριθμόν  1234/2019 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου  Πειραιώς, που εκδόθηκε  κατά την  διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε στις 3-4-2019 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πολυμελούς  Πρωτοδικείου  Πειραιά   στις 20-05-2020   (άρθρα 495, 511, 513, 516 παρ 1, 517 εδαφ α, 518 παρ 2  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής κατά την αυτή ως άνω διαδικασία (αρθρο 533 παρ 1 ΚΠολΔ)  δοθέντος ότι είχε κατατεθεί και το απαιτούμενο παράβολο για την νομότυπη άσκηση αυτής (βλ. υπ΄αριθμόν  ……………/2020).

Με την αίτηση επι της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ο αιτών και ήδη εκκαλών  ιστορούσε ότι δυνάμει της υπ΄αριθμόν 1821/2011 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (εκούσια δικαιοδοσία)  κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης, ενώ με την υπ΄αριθμόν 3829/4-7-2013 απόφαση του αυτού Δικαστηρίου  κηρύχθηκε η παύση των εργασιών της πτώχευσης και αποφάνθηκε  το Δικαστήριο ότι (ο  αιτών) δεν ήταν συγγνωστός. Ενόψει δε του ότι  παρά την πάροδο επταετίας δεν ικανοποιήθηκαν οι επαληθευθείσες απαιτήσεις των αναγγελθέντων πιστωτών, ούτε έτυχε ο αιτών  απαλλαγής των χρεών αυτού από το Πτωχευτικό Δικαστήριο ζήτησε την απαλλαγή του  από το υπόλοιπο των χρεών του και  την ανάκληση της ανωτέρω αποφάσεως ως προς την διάταξη αυτής περί κηρύξεως αυτού μη συγγνωστού. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 1234/2019 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία  απορρίφθηκε η αίτηση ως προς το σκέλος περί απαλλαγής του αιτούντος από τα χρέη του με την αιτιολογία ότι για την πτωχευτική απαλλαγή  απαιτούνταν πάροδος δεκαετίας από την κήρυξη της πτώχευσης και όχι διετίας  σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 170 παρ 5 ΠτΚ, όπως ίσχυε προ της τροποποιήσεως της  με τον νόμο 4446/2017 η οποία ετύγχανε εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση και περαιτέρω, απορρίφθηκε ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν ως προς το σκέλος αυτής περί ανακλήσεως της διατάξεως περί κηρύξεως  του αιτούντος μη συγγνωστού με την αιτολογία ότι δεν  αποδείχθηκε ότι τα επικαλούμενα απ΄ αυτόν γεγονότα προκάλεσαν την πτώχευση αυτού. ΄Ηδη κατά της τελευταίας αυτής διατάξεως (περί απόρριψης του αιτήματος για ανάκληση της  διατάξεως περί κηρύξεως του αιτούντος μη συγγνωστού)  βάλλει ο  αιτών παραπονούμενος για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης  ως προς την συγκεκριμένη διάταξη και την παραδοχή της αιτήσεώς του ως προς το σκέλος αυτό.

Από τη διάταξη του άρθ. 758 παρ 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση οριστικής αποφάσεως της εκούσιας δικαιοδοσίας είναι η ύπαρξη νέων πραγματικών περιστατικών, ήτοι περιστατικών που προέκυψαν μετά τη δημοσίευση της κρίσιμης αποφάσεως, της οποίας ζητείται η ανάκληση ή η μεταρρύθμιση, ή η μετά τη δημοσίευση αυτής μεταβολή των συνθηκών βάσει των οποίων αυτή εκδόθηκε. Εκτός από των ανωτέρω λόγων  δεν μπορεί να ζητηθεί η ανάκληση ή μεταρρύθμιση αποφάσεως για νομικές ή oυσιαστικές πλημμέλειες αυτής, αλλά η διόρθωσή της χωρεί με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις, των άρθρων 761έως 775 ΚΠολΔ ένδικα μέσα. Ως νέα πραγματικά περιστατικά νοούνται τόσο εκείνα που προέκυψαν μεταγενέστερα της έκδοσης της απόφασης όσο και κείνα τα οποία υπήρχαν κατά τον χρόνο της δίκης επί της οποία εξεδόθη η απόφαση  πλην, όμως, δεν προβλήθηκαν κατ΄αυτήν ενώ είναι αδιάφορο αν η μη προβολή αυτών οφειλόταν σε υπαιτιότητα του αιτούντος (σχετ. AΠ 1133/1994  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως μεταβολή των συνθηκών κατά την έννοια της πιο πάνω διατάξεως νοείται η μεταγενέστερη επίκληση νέων πραγματικών γεγονότων, τα οποία ανατρέπουν ή διαφοροποιούν σημαντικώς τη βάση επί της οποίας στηρίχθηκε η απόφαση. Είναι  πρόδηλο δε,  ότι στην έννοια της εμφανίσεως νέων πραγματικών περιστατικών ή της μεταβολής των συνθηκών δεν συμπεριλαμβάνεται και η διαφορετική στάθμιση ή αξιολόγηση εκ μέρους των ενδιαφερομένων της πραγματικής καταστάσεως βάσει της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της οποίας ζητείται η ανάκληση. Περαιτέρω, κατά την ίδια πιο πάνω διάταξη του άρθρου 758 ΚΠολΔ, η αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης υποβάλλεται μόνο από  πρόσωπο που απέκτησε στην αρχική δίκη την ιδιότητα του διαδίκου και γίνεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 έως 781, αφού κληθούν υποχρεωτικά οι διάδικοι της αρχικής δίκης καθώς επίσης και τα πρόσωπα τα οποία είχαν διορισθεί ή είχαν αντικατασταθεί ή παυθεί από την κρίσιμη απόφαση. Ως κλητευόμενος διάδικος θεωρείται κάθε πρόσωπο που έλαβε μέρος στη δίκη και απέκτησε την ιδιότητα αυτή, κατά τον τρόπο που ορίζουν οι σχετικές διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας του ΚΠολΔ. Και τούτο διότι η έννοια του διαδίκου, όπως αυτή καθορίζεται στο πλαίσιο της αμφισβητουμένης δικαιοδοσίας, δεν προσαρμόζεται στην ρυθμιζόμενη από τα άρθρα 741-781του ΚΠολΔ διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας κατά την οποία δεν υπάρχει αντιδικία, αλλά μετέχουν της διαδικασίας αυτής οι ενδιαφερόμενοι για τη ρύθμιση που θα αποφασισθεί, προσλαμβάνουν δε την ιδιότητα αυτή του διαδίκου α) με την υποβολή της αίτησης για εκδίκαση ορισμένης υποθέσεως της εκουσίας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευση στη διαδικασία αυτή κατόπιν διάταξης του αρμοδίου δικαστή 748 παρ 3 ΚΠολΔ), γ) με την, κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων ή αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, προσεπίκληση (άρθ. 753 ΚΠολΔ), δ) με την άσκηση κυρίας ή πρόσθετης παρεμβάσεως (άρθ. 752 ΚΠολΔ) και ε) με την άσκηση τριτανακοπής. Εκτός αυτών, κανείς άλλος δεν μπορεί να προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου κατά την προκειμένη διαδικασία (σχετAΠ 1305/1994 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από την κατάθεση του μάρτυρα που περιέχεται  στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως και όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ΄αριθμόν 1821/11-3-2011 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ο αιτών, ……………, κηρύχθηκε κατ΄αίτηση πιστωτή σε κατάσταση πτώχευσης, ενώ  ημέρα παύσης  πληρωμών ορίστηκε η 30-9-2009. Στη συνέχεια με την υπ΄αριθμόν 3829/4-7-2013 απόφαση του αυτού Δικαστηρίου κηρύχθηκε κατόπιν προτάσεως της Εισηγήτριας της πτωχεύσεως και χωρίς την εμφάνιση  της  συνδίκου  της πτώχευσης, …………. η οποία  ενώ είχε κλητευθεί για να παραστεί στη δίκη αυτή αρκέστηκε  στην κατάθεση υπομνήματος,  η παύση των εργασιών της πτώχευσης λόγω έλλειψης χρημάτων και ρευστοποιήσιμης περιουσίας και με την αυτή απόφαση  κρίθηκε  ο αιτών  (……….) μη συγγνωστός. Ο αιτών επικαλούμενος  την υπ΄αριθμόν 1173/2016 απόφαση του Τριμελούς  Εφετείου Πλημμελημάτων  Πειραιώς με την οποία κρίθηκε αθώος του εγκλήματος  της δόλιας χρεοκοπίας αμφισβητεί την κρίση του Δικαστηρίου περί κήρυξης του  ως  μη συγγνωστού και διώκει την ανάκληση αυτής. Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι  η πτώχευση αυτού οφειλόταν στην κατακόρυφη πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας συνεπεία της οικονομικής κρίσης που ενέσκηψε στην χώρα  μετά το έτος 2008 και όχι σε δική του αμέλεια, ενώ ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ισχυρίστηκε ότι η πτώχευση του οφειλόταν επιπρόσθετα στο γεγονός ότι το έτος 2005  υπέστη καρδιακό επεισόδιο και υπεβλήθη σε καρδιοαγγειακής φύσεως επέμβαση και αγγειοπλαστική  με συνέπεια την μειωμένη, έκτοτε,  εργασιακή απόδοση αυτού καθώς επίσης και ότι ενώ είχε αναλάβει από το έτος 2005 την κατασκευή οικοδομής επι των οδών ………… της Δραπετσώνας, απαίτησε η ΔΕΗ  και πέτυχε, εν τέλει, το έτος 2008  την εγκατάσταση υποσταθμού στο υπόγειο της οικοδομής αυτής  και ως εκ τούτου κατέστη αδύνατη  πλέον, η πώληση έστω και ενός διαμερίσματος  με επακόλουθο την οικονομική του εξόντωση. Ωστόσο, η έκδοση της ανωτέρω ποινικής  αποφάσεως με την οποία κηρύχθηκε αθώος ο αιτών ως προς το έγκλημα της δόλιας χρεοκοπίας  δεν αποτελεί ούτε νέο πραγματικό περιστατικό, ούτε στοιχειοθετεί μεταβολή των συνθηκών βάσει των οποίων  εκδόθηκε η απόφαση με την οποία κηρύχθηκε ο αιτών μη συγγνωστός κατά την έννοια του άρθρου 758 ΚΠολΔ,, προϋποθέσεις αναγκαίες  σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της απόφασης για την ανάκληση της προσβαλλόμενης απόφασης καθόσον  πέραν του ότι η απαλλακτική κρίση ποινικού Δικαστηρίου  δεν δεσμεύει το πολιτικό Δικαστήριο, τα περιστατικά τα οποία κρίθηκαν με την ποινική αυτή απόφαση  είχαν ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο που κήρυξε με την προαναφερόμενη απόφασή του τον αιτούντα μη συγγνωστό, αφού την παύση των εργασιών της πτώχευσης και την κήρυξη του αιτούντος ως  μη συγγνωστού είχε εισηγηθεί η Εισηγήτρια της πτώχευσης και είχε προτείνει  και η σύνδικος της πτώχευσης  με το υπόμνημα που κατέθεσε, στην οποία ο αιτών παρείχε όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες και διευκρινίσεις για την επαγγελματική του δραστηριότητα και τις αιτίες αναχαίτισης αυτής. Εξάλλου, ούτε το γεγονός ότι η πτώχευση του αιτούντος οφειλόταν στην κατακόρυφη πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας συνεπεία της οικονομικής κρίσης αποτελεί νέο περιστατικό κατά την έννοια του άρθρου 758 ΚΠολΔ, καθώς το γεγονός της κατακόρυφης πτώσης της οικοδομικής δραστηριότητας  ήταν γνωστό στο Δικαστήριο που εξέδωσε την ανωτέρω απόφαση. Επιπρόσθετα ούτε το γεγονός ότι αντιμετώπιζε σοβαρά καρδιακά προβλήματα που μείωναν την επαγγελματική του απόδοση, αποτελεί νέο γεγονός κατά την ανωτέρω έννοια καθόσον το πρόβλημα αυτό εμφανίστηκε το έτος 2005 και ως εκ τούτου είχε τεθεί υποψιν αρχικά της συνδίκου και ακολούθως της Εισηγήτριας της πτώχευσης δοθέντος ότι η πτώχευση αυτού  κηρύχθηκε το έτος 2011  με την υπ΄αριθμόν 1821 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ενώ η παύση των εργασιών αυτής το έτος 2013 με την υπ΄αριθμόν 3829/2013 απόφαση του αυτού Δικαστηρίου. Ως εκ τούτου ο αιτών παρείχε όλες τις πληροφορίες για το πρόβλημα της υγείας που αντιμετώπιζε, αλλά και για τις επιπτώσεις αυτού στην επαγγελματική του δραστηριότητα   τόσο στην σύνδικο της πτώχευσης όσο και στην εισηγήτρια της πτώχευσης .Τέλος, ούτε  το γεγονός ότι ενώ είχε αναλάβει από το έτος 2005 την κατασκευή οικοδομής επι των οδών ………… της Δραπετσώνας, απαίτησε η ΔΕΗ  και πέτυχε, εν τέλει, το έτος 2008  την εγκατάσταση υποσταθμού στο υπόγειο της οικοδομής αυτής η οποία είχε ως συνέπεια  την αδυναμία του να πωλήσει  έστω και ένα διαμέρισμα αποτελεί νέο γεγονός κατά την έννοια του άρθρου 758 ΚΠολΔ καθόσον το γεγονός αυτό έλαβε χώρα τρία χρόνια προ της κηρύξεως αυτού σε κατάσταση πτώχευσης και ως εκ τούτου ετέθη υπόψη της συνδίκου και της Εισηγήτριας της πτώχευσης και επομένως και ενώπιον του Δικαστηρίου που κήρυξε την παύση των εργασιών της πτώχευσης και τον ίδιο μη συγγνωστό, πέραν του ότι η εγκατάσταση υποσταθμού της ΔΕΗ, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν επηρεάζει την πώληση των υπολοίπων διαμερισμάτων της οικοδομής στην οποία λαμβάνει χώρα η εγκατάσταση του υποσταθμού της ΔΕΗ.  Άλλωστε, ο αιτών δεν ισχυρίζεται ότι  αποσιώπησε τα ανωτέρω γεγονότα  από την  Εισηγήτρια της πτώχευσης και  από την  σύνδικο της πτώχευσης και ως εκ τούτου δεν είχαν  τεθεί υπόψιν του Δικαστηρίου που  εξέδωσε την απόφαση  με την οποία κηρύχθηκε μη συγγνωστός. Συνακόλουθα,  οι ανωτέρω λόγοι δεν δικαιολογούν ανάκληση της ανωτέρω απόφασης δοθέντος ότι  στην έννοια της εμφανίσεως νέων πραγματικών περιστατικών ή της μεταβολής των συνθηκών δεν συμπεριλαμβάνεται  η διαφορετική στάθμιση ή αξιολόγηση εκ μέρους των ενδιαφερομένων της πραγματικής καταστάσεως βάσει της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της οποίας ζητείται η ανάκληση,  ενώ η διόρθωση νομικών και ουσιαστικών πλημμελειών χωρεί με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις των άρθρων 761 έως 775 ΚΠολΔ  ένδικα μέσα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προεκτιθέμενη μείζονα σκέψη. Κατόπιν αυτών δεν κρίνεται κατ΄ οικονομίαν της δίκης, η κλήτευση της συνδίκου της πτώχευσης, η οποία είχε αποκτήσει την ιδιότητα του διαδίκου κατά την έννοια των άρθρων 741 έως 781 ΚΠολΔ στη δίκη κατά την οποία εξεδόθη η  απόφαση που κήρυξε   τον αιτούντα  μη συγγνωστό, η οποία επιβάλλεται επί αιτήσεως ανακλήσεως κατά τα προαναφερόμενα. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που  απέρριψε την αίτηση ως προς το σκέλος  αυτό με την αιτιολογία ότι τα επικαλούμενα από  τον αιτούντα  γεγονότα δεν προκάλεσαν την πτώχευση αυτού, εσφαλμένα ερμήνευσε και  εφάρμοσε το νόμο και πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις. Ωστόσο, εφόσον το διατακτικό  της απόφασης ως προς την συγκεκριμένη διάταξη είναι ορθό πρέπει ν΄ αντικατασταθεί η  αιτιολογία που στηρίζει το διατακτικό αυτό και ν΄ απορριφθεί η έφεση ως αβάσιμη  κατ΄ ουσίαν. Συνακόλουθα, πρέπει, λόγω της απόρριψης της έφεσης, να διαταχθεί και η  εισαγωγή του παραβόλου άσκησης έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΕΧΕΤΑΙ  τυπικά  και   ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ  ουσία  την έφεση.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 31η Αυγούστου 2021 και δημοσιεύθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2021 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντα τον εκκαλούντα και τον πληρεξούσιο αυτού δικηγόρο.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ